Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
23 Ιουλ

Ερμηνεία του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου.Ερμηνεία-ανάλυση όλου του ΙΘ΄κεφαλαίου

Γράφτηκε από τον 

Ιω. 19,1 Τότε οὖν(1) ἔλαβεν ὁ Πιλᾶτος(2) τὸν Ἰησοῦν καὶ ἐμαστίγωσε(3).
1Τότε διέταξε ο Πιλάτος και πήραν τον Ιησού και τον μαστίγωσαν.
(1) Ο Πιλάτος επανήλθε ήδη στο βήμα του, για να απαγγείλει την απόλυση του Βαραββά. Τότε όμως έλαβε και το μήνυμα από τη γυναίκα του για το οποίο δες το Ματθ. κζ 19. Σύμφωνα με τους συνοπτικούς (Ματθ. κζ 26 και Μάρκ. ιε 15) η φραγγέλωση και ο εμπαιγμός συνδέεται με την απόφαση του θανάτου. Και κατά τον Ρωμαϊκό ποινικό κώδικα η φραγγέλωση προηγούνταν αναγκαστικά από την τιμωρία της σταύρωσης. Αυτό επίσης μαρτυρείται και από πλήθος χωρίων του Ιωσήπου και των παλαιών ιστορικών.
Αλλά εδώ τώρα γίνεται κάτι το παράδοξο. Ο Πιλάτος διατάσσει την φραγγέλωση, χωρίς να απαγγείλει την καταδικαστική απόφαση. «Τον μαστίγωσε ο Πιλάτος, θέλοντας ίσως να χαλαρώσει και να καταπραΰνει τον ιουδαϊκό ζήλο· επειδή δηλαδή με όλα τα προηγούμενα δεν κατόρθωσε να τον ελευθερώσει από αυτούς, θέλοντας να σταματήσει το κακό μέχρι εδώ, και τον μαστίγωσε και επέτρεψε να συμβούν τα όσα συνέβησαν… ώστε να καταπραΰνει την οργή τους. Για αυτό και οδήγησε αυτόν προς αυτούς φορώντας το στεφάνι, ώστε, βλέποντας την προσβολή που συνέβη σε αυτόν, να συνέλθουν λίγο από το πάθος τους και να αποβάλουν το δηλητήριο» (Χ).
Ελπίζει ο Πιλάτος με την ικανοποίηση αυτή, την οποία παρέχει στους εχθρούς του Ιησού, να κινήσει τον οίκτο των μετριότερων από αυτούς καθώς και τη συμπάθεια του όχλου ώστε να προλάβει την εσχάτη των ποινών (g).
(2) Υπάρχει και η γραφή λαβών… εμαστίγωσε. «Και αυτά τα αναφέρει με συντομία ο Ιωάννης επειδή εξιστορήθηκαν από τους άλλους, σπεύδοντας να αναγγείλει και εδώ αυτά που έχουν παραληφθεί» (Ζ). Παρόλο που συντομεύει αυτά που αναφέρουν οι άλλοι ευαγγελιστές, όμως συνδέει όλα τα ουσιώδη συμβάντα (ο).
(3) Πρόκειται για τη φραγγέλωση, η οποία, όπως γινόταν στους Ρωμαίους, ήταν ποινή τόσο σκληρή, ώστε συχνά ο κατάδικος πέθαινε σε αυτήν. Το μαστίγιο γινόταν από λεπτές ράβδους ή από δερμάτινα λουριά, στα άκρα των οποίων ήταν δεμένα τεμάχια οστού ή μολύβδου. Ο κατάδικος δεχόταν τα πλήγματα δεμένος σε μικρό πάσσαλο έτσι, ώστε να έχει σκυμμένο τον κορμό και τεντωμένο το δέρμα. Με τα πρώτα χτυπήματα το αίμα άρχιζε να ρέει, και μερικές φορές ακολουθούσε αμέσως και ο θάνατος (g).
Έτσι οι προφητείες των Γραφών εκπληρώθηκαν, που έλεγαν: «Παιδευτική τιμωρία έπεσε πάνω του για τη δική μας ειρήνη» (Ησ. νγ 5)· και έδωσε «την πλάτη του σε μαστίγωση» (Ησ. ν 6) και «στην πλάτη μου σφοροκοπούσαν οι αμαρτωλοί» (Ψαλμ. ρκη 3) και όσα αυτός ο ίδιος προείπε για το ότι επρόκειτο να παραδοθεί «στα έθνη για να τον εμπαίξουν και τον μαστιγώσουν» (Ματθ. κ 19,Μάρκ. ι 34,Λουκ. ιη 33). Μαστιγώθηκε σκληρά και «με την πληγή του θεραπευτήκαμε» (Α΄ Πέτρ. β 24).
Έτσι οι για το καθήκον μαστιγώσεις καθαγιάστηκαν και έγιναν με χαρά ευπρόσδεκτες στους ακόλουθους και μαθητές του, έτσι ώστε αυτοί χαίρονταν για αυτές. Δες Πράξ. ε 41 και ιστ 22,25. Έτσι και ο Παύλος χαιρόταν «με τις πληγές υπερβολικά» και «όταν μαστιγώθηκε πέντε φορές από τους Ιουδαίους με σαράντα παρά μία μαστιγώσεις» και «όταν ραβδίστηκε τρεις φορές» (Β΄ Κορ. ια 32-34).

Ιω. 19,2 καὶ οἱ στρατιῶται(1) πλέξαντες στέφανον ἐξ ἀκανθῶν(2) ἐπέθηκαν αὐτοῦ τῇ κεφαλῇ, καὶ ἱμάτιον πορφυροῦν(3) περιέβαλον αὐτὸν(4)
2Οι στρατιώτες έπλεξαν ένα στεφάνι από αγκάθια και το έβαλαν στο κεφάλι του, τον τύλιξαν μ’ έναν κατακόκκινο μανδύα
(1) «Επειδή είπε ο Πιλάτος· Τον βασιλιά των Ιουδαίων, τον ντύνουν στη συνέχεια με ενδυμασία χλευασμού» (Χ). «Και τον εμπαίζουν λοιπόν ως βασιλιά» (Θφ). Οι στρατιώτες γελοιοποιούν τις Ιουδαϊκές μεσσιανικές αξιώσεις στο πρόσωπο εκείνου, ο οποίος παρουσιάζεται, ότι θέλησε να πραγματοποιήσει αυτές (g). Παίζουν με την ιδέα ότι ο ταλαίπωρος εκείνος δέσμιος αξίωνε ότι είναι βασιλιάς και οι σκληρές τους αστειότητες διευθύνονται μάλλον εναντίον των Ιουδαίων παρά εναντίον του Ιησού προσωπικά (β).
(2) Το ακανθώδες φυτό είναι πιθανώς το Lycium spinosum, το οποίο αυξάνει άφθονα γύρω από τα Ιεροσόλυμα και του οποίου το ευλύγιστο στέλεχος μπορεί εύκολα να πλεχθεί (g).
(3) Το εξωτερικό ένδυμα, το οποίο ρίχνεται πάνω στο χιτώνα· δες Ματθ. θ 20,Μάρκ. ε 27 Λουκ. η 44 (G). Ήταν ένας κοινός στρατιωτικός μανδύας, τον οποίο πήραν για να εξεικονίσει τώρα την βασιλική πορφύρα. Το αγκάθινο στεφάνι, το πορφυρό ιμάτιο, ο χαιρετισμός, όλη γενικά η διαπόμπευση αποτελούσαν παρωδία της Ιουδαϊκής βασιλείας (g).
(4) Αρκετοί μεγαλογράμματοι ανάμεσα στους οποίους και οι σιναϊτικός και βατικανός και 20 μικρογράμματοι κώδικες προσθέτουν εδώ τη φράση «Και ήρχοντο προς αυτόν»= Τον πλησίαζαν.

Ιω. 19,3 καὶ ἔλεγον(1)· χαῖρε(2) ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων· καὶ ἐδίδουν αὐτῷ ῥαπίσματα.
3και του έλεγαν: «Ζήτω ο βασιλιάς των Ιουδαίων!» και τον χτυπούσαν στο πρόσωπο.
(1) Αυθεντική γραφή: και ήρχοντο προς αυτόν και έλεγον. Περιγράφεται με αυτήν το προς τον Ιησού πλησίασμα των στρατιωτών με χλευαστικό σχήμα σεβασμού.
(2) Οι στρατιώτες έλεγαν Χαίρε, όπως θα έλεγαν και στον Καίσαρα (β). Ο Κύριος όμως «αν και γίνονταν τόσα πολλά και τέτοια στεκόταν σιωπώντας. Εσύ όμως όχι μόνο να ακούς αυτά, αλλά να τα έχεις συνεχώς και στη διάνοια και βλέποντας τον βασιλιά της οικουμένης και των αγγέλων όλων να χλευάζεται από τους στρατιώτες με λόγια, με πράξεις, και όλα να τα υπομένει με σιγή, να μιμείσαι αυτόν με τα έργα σου» (Χ).
Ο Κύριος σιωπά παρέχοντας σε μας παράδειγμα αήττητης υπομονής και θάρρους ανάμεσα στις μεγαλύτερες ταλαιπωρίες, τις οποίες θα συναντήσουμε στη ζωή μας, αλλά και παράδειγμα αγάπης Σωτήρα, ο οποίος όχι μόνο αποφασιστικά υφίσταται όλα αυτά, αλλά και εκούσια αναδέχεται αυτά χάριν της σωτηρίας μας.
Εκείνοι οι οποίοι υφίστανται ονειδισμούς και μάστιγες για την εμμονή τους στην πίστη και για την αγάπη τους προς το Χριστό, ας μην ντρέπονται και ας μην στενοχωρούνται, αλλά μάλλον ας δοξάζουν το Θεό, διότι έκανε αυτούς συμμέτοχους και κοινωνούς των παθημάτων του Χριστού. Ο Κύριος περιφρονώντας την ντροπή δοξάστηκε από τον Πατέρα του παίρνοντας όνομα το ανώτερο από κάθε όνομα. Έτσι και εμείς, εάν υφιστάμεθα ντροπή και ονειδισμούς για αυτόν.

Ιω. 19,4 ἐξῆλθεν(1) οὖν πάλιν(2) ἔξω(1) ὁ Πιλᾶτος καὶ λέγει αὐτοῖς· ἴδε ἄγω ὑμῖν αὐτὸν ἔξω, ἵνα γνῶτε ὅτι ἐν αὐτῷ οὐδεμίαν αἰτίαν εὑρίσκω(3).
4Ο Πιλάτος βγήκε πάλι έξω προς τους Ιουδαίους και τους λέει: «Κοιτάξτε, σας τον φέρνω εδώ έξω για να δείτε κι εσείς πως δεν μπόρεσα να του βρω καμία αιτία για να τον καταδικάσω».
(1) «Βγήκε από το πραιτώριο» (Ζ). Η φραγγέλωση είχε γίνει στην αυλή του πραιτωρίου. Πριν από αυτήν λοιπόν ο Πιλάτος είχε μπει στο πραιτώριο, για να διατάξει αυτήν. Όταν η φραγγέλωση τελείωσε, ο Πιλάτος βγαίνει με τον Ιησού, για να κάνει έκκληση στον οίκτο των Ιουδαίων.
(2) Πολλές φορές κατά τη διάρκεια αυτής της δίκης βγήκε για να συζητήσει με τους Ιουδαίους υπέρ του Ιησού. Δες Ιω. ιη 29,38,Λουκά κγ 13 (ο).
(3) «Είπε ότι τον μαστίγωσε άσκοπα, και υπόσχεται ότι θα τον παρουσιάσει και σε αυτούς, εικάζοντας ότι θα χορτάσει τελείως κατά κάποιο τρόπο την ατίθαση οργή τους με αυτό το τόσο ελεεινό θέαμα» (Κ). Ο Πιλάτος με αυτά θέλει να πει: Ε λοιπόν, πρέπει να το καταλάβετε· αρκετά τον τιμωρήσαμε. Συμφώνησα σε αυτό από συγκατάβαση προς εσάς. Δεν θα προβώ παραπέρα (g). Ο σιναϊτικός έχει τη γραφή: ίνα γνώτε, ότι αιτίαν ουχ ευρίσκω.

Ιω. 19,5 ἐξῆλθεν οὖν ὁ Ἰησοῦς ἔξω φορῶν τὸν ἀκάνθινον στέφανον καὶ τὸ πορφυροῦν ἱμάτιον(1), καὶ λέγει αὐτοῖς· ἴδε ὁ ἄνθρωπος(2)
5Έφεραν, λοιπόν, έξω τον Ιησού, που φορούσε το αγκάθινο στεφάνι και τον κατακόκκινο μανδύα. Τους λέει ο Πιλάτος: «Ιδού ο άνθρωπος!»
(1) «Έβγαλε αυτόν ντυμένο με τη στολή του χλευασμού, έτσι ώστε, αφού τον δουν μέσα σε τόση ατιμία, να χορτάσουν και να ντραπούν» (Ζ). «Παρουσίασε σε αυτούς τον Κύριο των πάντων καταβασανισμένο με ασέβεια και αφόρητα εξυβρισμένο από τους εμπαιγμούς των στρατιωτών, πιστεύοντας ότι θα χορταστεί κάπως και θα σταματήσει πλέον ο ασυγκράτητος θυμός των Ιουδαίων και από μόνο το τόσο οικτρότατο και ατιμότατο θέαμα» (Κ).
Ο Ιησούς βγήκε έξω αναμφίβολα ασθενής και ωχρός μετά τη φραγγέλωση, φορώντας τα εμπαικτικά εμβλήματα του βασιλιά, τα οποία εξακολουθούσε πιθανώς να φέρει μέχρι τη στιγμή κατά την οποία ο Πιλάτος τον παρέδωσε να σταυρωθεί. Δες σ. 15 και Μάτθ. κζ 31 (β).
(2) «Ο άνθρωπος, είπε, από συμπάθεια, ώστε και αυτοί να δείξουν συμπάθεια» (Ζ). Στην έκφραση: Ίδε ο άνθρωπος κρύβεται ένα μίγμα σεβασμού και οίκτου για τον Ιησού και κάποιος πικρός σαρκασμός για τον παράλογο ρόλο, τον οποίο οι Ιουδαίοι τού απέδωσαν: Ιδού το άθλιο ον εναντίον του οποίου πέσατε με μανία (g).
Δες πώς το σώμα του καταπληγώθηκε από τη φραγγέλωση και τα πλήγματα των στρατιωτών. Δεν είναι αρκετή τιμωρία αυτή; Φοβάστε ακόμη την επιρροή του στο λαό μετά τον τέτοιο δημόσιο εξευτελισμό του; (ο).
Ίδε ο άνθρωπος. Στα χείλη του Πιλάτου οι λέξεις σημαίνουν: Δες το πτωχό πλάσμα. Και έτσι οι Ιουδαίοι αντιλήφθηκαν την έννοιά τους. Αλλά για μας ακούγοντας αυτές διαμέσου των αιώνων, παίρνουν άλλη σημασία. Δείτε στη ζωή του την τέλεια υπακοή και αγάπη που έχει μέσα του, δείτε το θάρρος με το οποίο υπομένει ό,τι χείριστο το μίσος μπορεί να διαπράξει εναντίον ασθενούς και ανυπεράσπιστου ανθρώπου. Δείτε με ποια αναμαρτησία δείχνεται ήρεμος. Σε αυτόν δείτε την αγάπη την αμείωτη από την εγκατάλειψη των φίλων και από την περιφρόνηση και τους κολαφισμούς των εχθρών. Δείτε τον άνθρωπο που εκπληρώνει τον αληθινό προορισμό του και που δείχνεται αήττητος ανάμεσα σε όλες τις δυσμενείς περιστάσεις, οι οποίες τον περικυκλώνουν.
Δείτε τον Ιησού που είναι λίγο κατώτερος από τους αγγέλους λόγω του παθήματος του θανάτου, να είναι στεφανωμένος με δόξα και τιμή. Όπως άλλοτε τα ζώα που οδηγούνταν προς τη θυσία στεφανώνονταν, έτσι και ο Ιησούς οδηγούμενος στο Σταυρό έχει στεφανωθεί με τα αγκάθια της δόξας και της τιμής (τ).

Ιω. 19,6 ὅτε οὖν εἶδον(1) αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ὑπηρέται(2), ἐκραύγασαν λέγοντες· σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν. λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος(3)· λάβετε αὐτὸν ὑμεῖς(4) καὶ σταυρώσατε(5)· ἐγὼ γὰρ οὐχ εὑρίσκω ἐν αὐτῷ αἰτίαν(6).
Όταν όμως τον είδαν έτσι οι αρχιερείς και οι φρουροί του ναού, άρχισαν να φωνάζουν και να λένε: «Σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον!» Τους λέει ο Πιλάτος: «Πάρτε τον εσείς και σταυρώστε τον· εγώ δεν του βρίσκω καμιά αιτία καταδίκης».
(1) «Σαν ανήμερα σκυλιά και μόνο που τον είδαν με μανία γαύγισαν εναντίον του· σαν άγρια θηρία σαρκοφάγα, όταν αισθάνθηκαν το θήραμα, έτρεξαν αμέσως πάνω του» (Ζ).
Ο Πιλάτος επιθυμούσε να κινήσει τη συμπάθειά τους, αλλά αντί για αυτό αυξάνει τη σκληρότητά τους (b).
(2) Δεν αναφέρεται εδώ ο λαός, αλλά της κατακραυγής είναι αρχηγοί οι αρχιερείς και οι υπηρέτες.
«Όταν το πλήθος που έμοιαζε με αγέλη έστω λοιπόν και μέτρια κοκκίνισε από ντροπή για αυτά που έγιναν εναντίον του Χριστού… αυτοί (οι αρχιερείς) και πρώτοι αρχίζουν την κατηγορία με φωνές και διεγείρουν ξανά το θυμό του λαού που διοικούσαν σε ασυνήθιστες αγριότητες» (Κ).
Με βιαιότητα και μανία κράζουν αυτοί Σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν. Δεν οφείλουμε άραγε αντίθετα και εμείς με ζήλο και αφοσίωση στο όνομά του ακολουθώντας σταθερά αυτόν να φωνάζουμε Στεφάνωσον, στεφάνωσον αυτόν; Αύξησαν εκείνοι αδιάλλακτο το μίσος τους εναντίον του. Δεν πρέπει και εμείς να θερμαίνουμε ολοένα την αγάπη μας προς αυτόν και προς την βασιλεία του;
(3) Μετά την ειδοποίηση της γυναίκας του στο Μάτθ. κζ 19, και μετά τις άλλες παρατηρήσεις, στις οποίες οδήγησε αυτόν η διεξαγωγή της δίκης, ο Πιλάτος επιθυμούσε να απαλλαγεί από κάθε ευθύνη ή συμμετοχή στην υπόθεση αυτή (ο).
(4) «Εσείς, λέει, οι άδικοι» (Ζ). Η έννοια των λόγων αυτών: Σταυρώστε τον, αφού το θέλετε. Σας αφήνω ελεύθερους. Εγώ όμως δεν μπορώ να συμμετέχω σε μία τέτοια θανατική εκτέλεση (g). Παραπάνω (ιη 31) λέγοντας σχεδόν τα ίδια αντέταξε ο Πιλάτος άρνηση αρκετά έντονη να επικυρώσει την απόφαση του Ιουδαϊκού συνεδρίου. Τώρα τα λόγια του έχουν μέσα τους μία ασθενή διαμαρτυρία. Πάντως δεν παραλείπει να μαρτυρήσει για την αθωότητα του Ιησού (F).
«Είναι μεν μαλθακός ο Πιλάτος, όχι όμως κακοήθης όπως οι Ιουδαίοι» (Θφ).
(5) «Παραχωρεί σε αυτούς την εξουσία, δυσανασχετώντας για τη βία και αναισχυντία τους» (Ζ). Παρόλο όμως που ο Πιλάτος τους άφησε ελεύθερους να τον σταυρώσουν, οι Ιουδαίοι δεν ήταν δυνατόν ούτε καν να σκεφτούν να χρησιμοποιήσουν αυτήν την ελευθερία. Διότι αν ο λαός απαλλασσόταν από το φόβο τον οποίο ενέπνεε σε αυτόν η Ρωμαϊκή εξουσία, ήταν επόμενο αιφνίδια να κινηθεί σε αντίδραση και οι οπαδοί του Ιησού να στραφούν βίαια εναντίον τους συμπαρασύροντας και τις μάζες του λαού (g).
(6) Η ίδια φράση και στο ιη 38 όπως και στο ιθ 4 με ελαφρές διαφορές. Ο Ιωάννης, όπως και ο Λουκάς (κγ 4,14,22) ιδιαιτέρως προσέχει, να αναφέρει, ότι ο Πιλάτος τρεις φορές διακήρυξε την πεποίθησή του για την αθωότητα του Ιησού (β).
«Δες όμως και τη θεία οικονομία, πώς εκείνοι μεν σε περισσότερα δικαστήρια παρέδιδαν τον Κύριο, ώστε να σπιλώσουν αυτόν και να καταστρέψουν τη δόξα του, η ύβρη όμως επιστρέφει στα κεφάλια τους. Διότι από εδώ αποδεικνύεται περισσότερο ακατηγόρητος, αφού εξεταζόταν το πράγμα ακριβέστερα. Πόσες φορές λοιπόν ο Πιλάτος ομολόγησε ότι δεν βρίσκει σε αυτόν τίποτα άξιο θανάτου!» (Θφ).
Ο Πιλάτος όμως όφειλε να προστατεύσει τον δέσμιο από τις ύβρεις και επιθέσεις τους. Για ποιον άλλο λόγο περιστοιχιζόταν από οπλισμένους στρατιώτες παρά για να προστατεύσει τον αδικούμενο; Οι φύλακες και φρουροί των κυβερνητών πρέπει να είναι φρουροί και φύλακες της δικαιοσύνης. Αλλά ο Πιλάτος δεν είχε το θάρρος να ενεργήσει σύμφωνα με τη συνείδησή του. Και η ανανδρία του τον έμπλεξε σε παγίδα.

Ιω. 19,7 ἀπεκρίθησαν αὐτῷ οἱ Ἰουδαῖοι(1)· ἡμεῖς νόμον ἔχομεν(2), καὶ κατὰ τὸν νόμον ἡμῶν ὀφείλει ἀποθανεῖν(3), ὅτι ἑαυτὸν Θεοῦ(4) υἱὸν ἐποίησεν(5).
7Του απάντησαν οι Ιουδαίοι: «Εμείς έχουμε νόμο, και σύμφωνα με το νόμο μας πρέπει να πεθάνει, γιατί ισχυρίστηκε πως είναι Υιός Θεού».
(1) Παίρνοντας θάρρος από την υποχωρητικότητα του Πιλάτου αντιτάσσουν στο δικό του «Εγώ» το «εμείς» (F).
«Επειδή αποδείχτηκε μη ισχύουσα η συκοφαντία που έφτιαξαν αυτοί στην αρχή και… αφού δεν αποδείχτηκε ουδεμία ανταρσία εναντίον της εξουσίας του Καίσαρα… και επειδή ο Πιλάτος ως προς αυτά δίκαζε με τρόπο κατάλληλο και αδέκαστο και έλεγε ξεκάθαρα ότι δεν βρίσκει καμία αιτία κατηγορίας σε αυτόν, μετακινούνται τελείως σε κάτι άλλο αυτοί που τα τολμούν όλα» (Κ), και «πήδηξαν σε άλλη κατηγορία από αδιέξοδο» (Ζ).
(2) Οι κατήγοροι του Ιησού υπενθυμίζουν στον Πιλάτο την πράξη της Ρώμης του να σέβεται τους νόμους και τις συνήθειες των λαών που κατακτά.
(3) «Και ποιός είναι ο νόμος; Αυτός που απείλησε τιμωρία σε αυτούς που βλασφημούν… όπου λέει ο Θεός καθαρά [στο Λευϊτ. κδ 15,16]. Άνθρωπος… που ονομάζει το όνομα του Κυρίου θα θανατώνεται» (Κ).
Η πρώτη κατηγορία είχε προσλάβει μορφή πολιτική, η δεύτερη αυτή έχει παρθεί από το θρησκευτικό πεδίο (F).
«Πιο πάνω τον κατηγορούσαν ότι έκανε τον εαυτό του βασιλιά· τώρα επειδή εκείνο ελέγχθηκε ως ψευδές, τον κατηγορούν ότι κάνει τον εαυτό του Υιό του Θεού» (Θφ).
Πάντως όμως σύμφωνα με το νόμο οι μάρτυρες όφειλαν να ρίξουν την πρώτη πέτρα (Δευτερ. ιζ 7), αυτοί όμως που μαρτύρησαν για τη βλασφημία του Ιησού δεν συμφωνούσαν μεταξύ τους (Μάρκ. ιδ 56). Γι αυτό το Συνέδριο στην εδώ ειδική περίπτωση επιζητούσε να έχει συνυπεύθυνο και τον Πιλάτο (β).
Επιμένουν ότι πρέπει να θανατωθεί με θάνατο σταυρικό και όχι με λιθοβολισμό, ο οποίος ήταν η από το νόμο επιβαλλόμενη ποινή κατά της βλασφημίας. Εφόσον όμως δεν επιτρεπόταν από το νόμο τους να επαγάγουν ως ποινή τη σταύρωση και εφόσον ο Πιλάτος δεν επέτρεπε να επιβάλουν την από το νόμο οριζόμενη ποινή, επιμένουν στην αίτησή τους, ο Πιλάτος να διατάξει και να εκτελέσει τον θάνατο του κατηγορουμένου (χ).
(4) «Υιό Θεού γνήσιο» (Ζ). Ο τίτλος αυτός πρέπει να θεωρηθεί με την κύρια έννοιά του. Δες Ιω. ε 18,ι 33,36 (F).
(5) Έδωσε αυτός στον εαυτό του τον τίτλο αυτόν· αξίωσε ότι είναι Υιός του Θεού (ο). Ήταν ψευδές ότι έκανε τον εαυτό του Υιό του Θεού, διότι πραγματικά και αληθινά ήταν Υιός του Θεού. Όφειλαν λοιπόν αυτοί να εξετάσουν τις αποδείξεις που έφερνε ο Ιησούς και να καταλήξουν σε αμερόληπτο συμπέρασμα. Εάν έλεγε, ότι είναι Υιός του Θεού και αποσκοπούσε να μην απομακρύνει το λαό από τον αληθινό Θεό, αλλά να οδηγήσει αυτόν σε αυτόν· και εάν βεβαίωνε την αποστολή του και τη διδασκαλία του με θαύματα αναντίλεκτα και αδιαμφισβήτητα, ήταν υποχρεωμένοι από το νόμο τους να υπακούσουν σε αυτόν κατά την ξεκάθαρη παραγγελία του Μωϋσή (Δευτερ. ιη 18,19).
Ό,τι θα ήταν για αυτούς τιμή και καύχημα και μπορούσε να συντελέσει στην ευτυχία τους, εάν αυτοί δεν ενέμεναν στο σκοτισμό τους, το θεωρούν ως έγκλημα, για το οποίο πρέπει να επιβληθεί θάνατος. Παρόλ’ αυτά εάν όφειλε να πεθάνει κατά το νόμο, δεν έπρεπε να σταυρωθεί, διότι ο σταυρικός θάνατος δεν επιβαλλόταν από το νόμο τους.

Ιω. 19,8 Ὅτε οὖν ἤκουσεν ὁ Πιλᾶτος τοῦτον τὸν λόγον(1), μᾶλλον(2) ἐφοβήθη(3),
8Ο Πιλάτος, όταν άκουσε αυτόν το λόγο, φοβήθηκε ακόμη περισσότερο.
(1) Δηλαδή ότι έκανε τον εαυτό του Υιό του Θεού.
«Επειδή δεν του φάνηκε απίστευτο… ότι ενώ είναι άνθρωπος, μπορεί να είναι γιος Θεού, δέχεται… την σχετικά με αυτό αντίληψη και πίστη όχι από τα ιερά γράμματα, αλλά από πλάνη Ελληνική. Διότι οι μύθοι των Ελλήνων αποκαλούν ημίθεους και παιδιά θεών πολλούς. Αλλά και οι Ρωμαίοι πάλι δείχνοντας πάντα μεγαλύτερη δεισιδαιμονία ως προς αυτά, χάριζαν την ονομασία του θεού στους πιο ένδοξους από τους βασιλιάδες τους» (Κ).
Ο Πιλάτος λίγο ή καθόλου σεβόταν τον Ιουδαϊκό νόμο, τον οποίο αναμφίβολα θεωρούσε, ως βάρβαρο κώδικα αξιοκαταφρόνητου έθνους. Αλλά όπως οι περισσότεροι από τους ειδωλολάτρες είχε δεισιδαίμονα φόβο του υπερφυσικού. Ο δέσμιος αυτός με την αδιατάρακτη γαλήνη του και τους λόγους του για βασιλεία της αλήθειας δεν μπορεί να είναι κάποιος φανατικός. Είναι όμως δυνατόν κάτι το υπερφυσικό και μυστηριώδες να τον περιβάλλει. Είναι δυνατόν να είναι υιός κάποιου θεού. Και ο Πιλάτος δεν είχε ανάγκη να κινήσει εναντίον του την εχθρότητα κάποιου τοπικού θεού (τ).
Οι εθνικοί είχαν κάποιες μυθικές παραδόσεις για ενσαρκώσεις θεοτήτων που εμφανίζονταν κάποιες φορές σε κοινά και συνηθισμένα περιστατικά, και έφερναν συμφορές σε μερικούς, οι οποίοι δεν απέδιδαν σε αυτές τον οφειλόμενο σεβασμό. Ο Πιλάτος λοιπόν φοβάται, μήπως βρίσκεται ήδη μπροστά σε κάποια τέτοια περίπτωση.
(2) Περισσότερο από όσο είχε φοβηθεί πριν (β). Ο Πιλάτος είχε ακούσει να γίνεται λόγος για τα θαύματα του Ιησού, για τον ανώτερο και μυστηριώδη χαρακτήρα του, για τη διδασκαλία του και τη διαγωγή του. Πριν λίγο είχε πάρει και το παράδοξο μήνυμα της συζύγου του. Αλλά και ο Ιησούς ο ίδιος προκαλούσε σε αυτόν εντύπωση, την οποία ουδέποτε άλλοτε από κάποιον άλλον είχε αποκομίσει ο Πιλάτος. Ακούγοντας λοιπόν τώρα ότι έκανε τον εαυτό του Υιό του Θεού, διερωτάται μήπως όλα αυτά εξηγούνται από τον τίτλο αυτόν (g).
«Φοβάται ακούγοντας ότι έκανε τον εαυτό του Υιό του Θεού και φοβάται μήπως είναι αλήθεια το λεγόμενο» (Χ), «μήπως αληθινά είναι Θεός και τον εξολοθρεύσει αφού υβρίζεται έτσι από αυτόν» (Ζ). «Ο Πιλάτος ακούγοντας έναν απλό λόγο μόνο, ότι είναι Υιός του Θεού, φοβάται. Αυτοί όμως αν και είδαν θεία έργα» (Θφ), «δεν έφριξαν, αλλά τον φονεύουν, για αυτά για τα οποία έπρεπε να τον προσκυνούν» (Χ).

Ιω. 19,9 καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ πραιτώριον πάλιν καὶ λέγει τῷ Ἰησοῦ· πόθεν εἶ σύ(1); ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπόκρισιν οὐκ ἔδωκεν αὐτῷ(2).
9Μπήκε πάλι μέσα στο πραιτώριο και λέει στον Ιησού: «Από πού είσαι εσύ;» Αλλά ο Ιησούς δεν του ’δωσε απόκριση.
(1) «Ρωτά αυτόν, όχι έτσι, όπως πριν· Τι έκανες, αλλά Ποιος είσαι εσύ; Διότι τότε μεν, επειδή κατηγορούνταν ότι κυνηγά τη βασιλεία, εύλογα ρωτά· Τι έκανες; Τώρα όμως επειδή τον συκοφαντούν ότι κάνει τον εαυτό του Υιό του Θεού, ρωτά από πού είσαι εσύ;» (Θφ). «Ταρασσόμενος από το φόβο, κάνει την εξέταση» (Χ).
Η ερώτηση δεν μπορεί να αναφέρεται στην επίγεια καταγωγή του Ιησού. Ο Πιλάτος γνωρίζει καλά ότι ο Ιησούς είναι Γαλιλαίος (Λουκ. κγ 6,7). Η έννοια είναι βεβαίως: Είσαι από τη γη ή από τον ουρανό; (g).
(2) «Διότι, αυτό που ζητούσε να μάθει, το έμαθε, όταν άκουσε ότι η βασιλεία η δική μου δεν είναι από αυτόν τον κόσμο. Και όπως ακριβώς τότε αφού έδειξε την εξουσία του με μαλακό τρόπο, τίποτα δεν ωφέλησε, έτσι ούτε τώρα επρόκειτο να ωφελήσει, αφού ήταν άνανδρος και φοβητσιάρης» (Ζ).
«Διότι αυτός που άκουσε ότι για αυτό γεννήθηκα και για αυτό ήλθα και ότι η βασιλεία μου δεν είναι από εδώ, και ενώ όφειλε να αντισταθεί και να τον ελευθερώσει, αυτό μεν δεν το έκανε, αλλά ακολούθησε την Ιουδαϊκή ορμή» (Χ).
«Φαίνεται τελείως ο Πιλάτος ότι δεν είναι κάποιος σταθερός, αλλά και πάρα πολύ ταράσσεται από τα τυχόντα φόβητρα. Διότι πράγματι και τους Ιουδαίους φοβόταν, και τον Ιησού ως Υιό του Θεού έφριττε» (Θφ).
Ο Πιλάτος γνώριζε ήδη αρκετά για τον Ιησού ώστε να απολύσει αυτόν. Τον είχε κηρύξει επανειλημμένως αθώο. Αυτό θα έπρεπε να είναι αρκετό για τον Πιλάτο. Ό,τι περισσότερο ήθελε να μάθει δεν υπαγόταν στη δικαιοδοσία του. Εάν δεν τον απελευθέρωνε ως άνθρωπο αθώο, άξιζε να τον σταυρώσει ως Υιό του Θεού. Άλλωστε η σιωπή του Ιησού ήταν απάντηση. Εάν η αξίωση, για την οποία οι Ιουδαίοι κατηγορούσαν τον Ιησού δεν ήταν βάσιμη, δεν θα παρέλειπε να διαψεύσει αυτήν (g).
«Συγκρίνοντας τις αφηγήσεις όλων των ευαγγελιστών βρίσκουμε, ότι η σιωπή αυτή εκ μέρους του Κυρίου μας Ιησού Χριστού σημειώθηκε περισσότερες από μία φορές τόσο ενώπιον των αρχιερέων, όσο και ενώπιον του Ηρώδη, στον οποίο κατά τον Λουκά ο Πιλάτος έστειλε αυτόν, όσο και ενώπιον του ίδιου του Πιλάτου [Ματθ. κστ 63,κζ 14,Μάρκ. ιδ 61,ιε 5, Λουκ. κγ 7-9,Ιω. ιθ 9]. Έτσι όχι μάταια προηγήθηκε από αυτόν η προφητεία: Σαν αμνός άφωνος εναντίον αυτού που τον κουρεύει, έτσι δεν ανοίγει το στόμα του [Ησ. νγ 7]… Δεν άνοιγε το στόμα του σαν αμνός… δηλαδή όχι σαν κάποιος που έχει συνείδηση που τον κατηγορεί, πεπεισμένος για τις αμαρτίες του, αλλά σαν κάποιος, ο οποίος μέσα στην πραότητά του θυσιάστηκε για τις αμαρτίες των άλλων» (Αυ).
Η σιωπή του Κυρίου δεν ήταν σιωπή περιφρόνησης προς το δικαστήριό του ούτε ήταν σιωπή από ανάγκη, επειδή ο Κύριος δεν είχε τι να πει. Ήταν σιωπή υπομονής, ώστε η Γραφή να εκπληρωθεί, που έλεγε «σαν αμνός ακηλίδωτος απέναντι σε αυτόν που τον κουρεύει άφωνος, έτσι δεν ανοίγει το στόμα του» (Ησ. νγ 7). Η σιωπή μιλούσε μεγαλόφωνα για την υποταγή του Κυρίου στον Πατέρα του, του οποίου η θέληση ήταν να υποστεί τον θάνατο που ερχόταν σε αυτόν.
Σιωπά διότι δεν ήθελε να αποτρέψει το πάθημά του. Εάν τώρα ομολογούσε ότι είναι Θεός, όπως ομολόγησε τον εαυτό του βασιλιά, ήταν πιθανόν ο Πιλάτος να αποτρέψει την καταδίκη του. Διότι οι Ρωμαίοι, παρόλο που έσυραν στους θριάμβους τους τούς βασιλιάδες των εθνών που κατακτούσαν, στέκονταν έντρομοι μπροστά στους θεούς τους. Όπως λέει και ο θείος Παύλος: «Διότι αν ήξεραν, δεν θα σταύρωναν τον Κύριο της δόξας» (Α΄ Κορ. β 8). Και τότε πώς θα σωζόταν η ανθρωπότητα;
Αλλά ήταν και σιωπή φρόνησης και σύνεσης. Όταν ο αρχιερέας τον ρώτησε: Είσαι γιος του Ευλογητού; Απάντησε: Εσύ το είπες, διότι αυτός και το συνέδριο κατείχαν τις Γραφές, οι οποίες μιλούσαν για τον Μεσσία. Αλλά όταν ο Πιλάτος απηύθυνε προς αυτόν το ίδιο ερώτημα, επειδή αυτός δεν είχε καμία ιδέα περί Μεσσίου και για το ποια θα ήταν η αληθινή έννοια της απάντησης στο ερώτημα, αποφεύγει να απαντήσει, αφού το κεφάλι του Πιλάτου ήταν γεμάτο από την ειδωλολατρική θεογονία και από τους μύθους για θεούς που παντρεύονται με γυναίκες. Πώς θα μπορούσε αυτός να καταλάβει τη σχέση του Ιησού με τον ουράνιο Πατέρα του;

Ιω. 19,10 λέγει οὖν αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· ἐμοὶ οὐ λαλεῖς(1); οὐκ οἶδας ὅτι ἐξουσίαν ἔχω(2) σταυρῶσαί σε καὶ ἐξουσίαν ἔχω(2) ἀπολῦσαί σε(3);
10Του λέει τότε ο Πιλάτος: «Σ’ εμένα δεν αποκρίνεσαι; Δεν ξέρεις πως έχω εξουσία να σε σταυρώσω, όπως έχω και εξουσία να σε αφήσω ελεύθερο;»
(1) Η αντωνυμία μπαίνει μπροστά με έμφαση. Αυτό ειπώθηκε με αυστηρότητα (b). «Νόμισε ο Πιλάτος ότι η σιωπή ήταν έργο αναίδειας… Τον κατηγορεί λοιπόν ως προσβεβλημένος με σιωπή ακατάλληλη» (Κ).
(2) Με έμφαση και η επανάληψη της φράσης. «Επειδή θύμωσε διότι ούτε σε αυτόν… απάντησε, απείλησε λοιπόν με την εξουσία του» (Ζ) και «σαν ακριβώς ένα ραβδί, σηκώνει απειλητικά εναντίον του την εξουσία από το αξίωμα» (Κ).
Το ότι ο Πιλάτος μιλά για εξουσία και όχι για δικαιοσύνη, υπονοεί, ότι θεωρούσε τον Ιησού αθώο (μ). Ο Πιλάτος ξεχωρίζει τον εαυτό του και καυχιέται για την εξουσία του. Αυτοί που διαχειρίζονται εξουσία υπόκεινται σε υπερηφάνεια και αλαζονεία, τόσο μεγαλύτερη, όσο περισσότερο ανεξέλεγκτη και αυθαίρετη μπορεί να είναι η χρήση της.
Ο Πιλάτος εδώ παρασυρόμενος από την υπερηφάνεια του αυτή καταντά σε παράλογη αδικία φρονώντας, ότι είχε εξουσία να σταυρώσει εκείνον, τον οποίο είχε κηρύξει δημόσια αθώο. Κανείς ηγεμόνας ή άρχοντας δεν έχει εξουσία να διαπράττει αδικίες χρησιμοποιώντας την δύναμη, την οποία το αξίωμά του παρέχει σε αυτόν. Εκείνο μόνο δικαιούμαστε να πράττουμε, το οποίο με δικαιοσύνη μπορούμε να πράττουμε.
(3) «Βλέπεις πώς προκαταδίκασε τον εαυτό του; Διότι, εάν από σένα [Πιλάτε] εξαρτάται το παν, για ποιο λόγο δεν τον ελευθερώνεις αφού δεν βρήκες καμία κατηγορία;» (Χ).
Αρκετοί κώδικες γράφουν πρώτα το ἀπολῦσαί σε και έπειτα το σταυρῶσαί σε.

Ιω. 19,11 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς(1)· οὐκ εἶχες ἐξουσίαν(2) οὐδεμίαν κατ᾿ ἐμοῦ, εἰ μὴ ἦν σοι δεδομένον ἄνωθεν(3)· διὰ τοῦτο(4) ὁ παραδιδούς μέ σοι(5) μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει(6).
11Ο Ιησούς του αποκρίθηκε: «Δε θα είχες καμία εξουσία πάνω μου, αν δε σου είχε δοθεί από το Θεό· γι’ αυτό, εκείνος που με παρέδωσε σ’ εσένα έχει μεγαλύτερο κρίμα από το δικό σου».
(1) «Εδώ, βλέπετε, απάντησε. Αλλά και οπουδήποτε δεν απάντησε, έπραξε αυτό όχι ως ένοχος, αλλά ως αμνός δηλαδή με απλότητα και αθωότητα δεν άνοιγε το στόμα του. Όπου λοιπόν δεν έδινε απόκριση, ήταν σιωπηλός σαν πρόβατο· όπου όμως απαντούσε, δίδασκε ως Ποιμένας» (Αυ).
(2) Υπάρχει και η γραφή Ουκ έχεις. «Χαμηλώνοντας το φρόνημά του και την αλαζονεία, λέει· Δεν θα είχες εξουσία…» (Χ). Ορθώνει ήδη το ανάστημά του και ο Ιησούς και βάζει τον εαυτό του κριτή του κριτή του ή μάλλον όλων των κριτών του και σαν να καθόταν ήδη και αυτός πάνω στο δικαστικό του βήμα ζυγίζει στην αλάνθαστη ζυγαριά του και τον Πιλάτο και το συνέδριο (g).
(3) Ή λέγεται γενικά και εκφράζεται και εδώ ή ίδια αλήθεια, η οποία με άλλες λέξεις ειπώθηκε και από τον Παύλο στο Ρωμ. ιγ 1-2 (β)· η μετοχή (δεδομένον) εκφέρεται σε ουδέτερο γένος για να δηλώσει γενικώς κάθε είδος δύναμης και εξουσίας (ο). Ήταν δοσμένο στον Πιλάτο να έχει εξουσία (b).
Ή, λέγεται ειδικά για την περίπτωση της καταδίκης και σταύρωσης του Κυρίου και δηλώνει ότι «πάσχει σύμφωνα με κάποιο πιο θεϊκό σχέδιο» (Ζ), «διότι το «δεδομένον» εδώ σημαίνει ότι έχει επιτραπεί» (Χ).
«Λέει ότι η εξουσία δόθηκε στον Πιλάτο από τον ουρανό, εννοώντας όχι ότι ο Θεός και Πατέρας προξένησε το σταυρικό πάθος στον υιό του χωρίς αυτός να το θέλει, αλλά εννοεί ότι ο ίδιος ο Μονογενής από τη μία παρέδωσε τον εαυτό του στο να πάθει για χάρη μας, ο Πατέρας από την άλλη άφησε να εκπληρωθεί το μυστήριο σχετικά με αυτόν. Επομένως λοιπόν δόσιμο σε αυτά τα λόγια σαφώς εννοείται και λέγεται η συμφωνία από τον Πατέρα και ότι αυτός το επέτρεψε, αλλά και η ίδια η θέληση του Υιού» (Κ). Και οι δύο εκδοχές σοβαρές.
Όταν ο Πιλάτος χρησιμοποιούσε την εξουσία του, ο Κύριος σιωπηλά υποτασσόταν σε αυτήν. Αλλά όταν ορθώθηκε υπερήφανος πάνω σε αυτήν, ο Κύριος τον ανακαλεί στην τάξη υπενθυμίζοντας σε αυτόν, ότι η εξουσία του έχει δοθεί σε αυτόν από ψηλά. Είναι λοιπόν και αυτού και κάθε άρχοντα η εξουσία περιορισμένη, διότι δεν μπορεί αυτός να χρησιμοποιεί αυτήν παρά μόνο σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.
Δεν μπορεί αυτός που έχει την εξουσία να προχωρεί πέρα από εκείνο, το οποίο ορίζεται από το νόμο του Θεού. Οι τύραννοι και οι εξουσιαστές ας μη λησμονούν, ότι υπάρχει άλλος υψηλότερος και δυνατότερος από αυτούς, προς τον οποίο πρόκειται να λογοδοτήσουν. Και οι καταπιεζόμενοι ας κατασιγάζουν τους γογγυσμούς τους μη λησμονώντας ότι υπάρχει Θεός· και ας παρηγορούνται σκεπτόμενοι, ότι οι διώκτες τους δεν μπορούν να πράξουν εναντίον τους παρά μόνο ό,τι η θεία Πρόνοια τούς επιτρέψει.
(4) Δηλαδή, επειδή η εξουσία σου πάνω μου είναι δοσμένη σε σένα από ψηλά, για αυτό…
(5) Δηλαδή τα μέλη του συνεδρίου (ιη 30,35, δες Ματθ. κζ 2, Πράξ. γ 13) μαζί με τον Καϊάφα ως αρχηγό τους (β). Υπάρχει και η γραφή παραδούς αντί για παραδιδούς.
(6) «Για να μη νομίσει, ακούγοντας, «Εάν δεν ήταν δοσμένο σε σένα», ότι απαλλάχτηκε από κάθε κατηγορία, για αυτό είπε· Μεγαλύτερη αμαρτία έχει αυτός που με παρέδωσε σε σένα» (Χ). «Δεν είσαι ελεύθερος από αμαρτία, αν και είναι μικρότερη η δική σου από αυτήν εκείνων που με παρέδωσαν σε σένα» (Ζ). Γιατί;
Ή «για αυτό» δηλαδή αυτός που με παρέδωσε σε σένα είναι περισσότερο ένοχος από τους δύο, διότι μεταχειρίζεται εγκληματικά και εκβιάζει την νόμιμή σου εξουσία (Καλβίνος).
Επειδή λοιπόν ο Πιλάτος έχει την εξουσία και δεν μπορεί να αποφύγει το να τον δικάσει, αυτό ακριβώς το οποίο τελείως επιθυμούσε να απομακρύνει από τον εαυτό του, ο όχλος των αρχιερέων και λοιπών Ιουδαίων που παρέδωσε τον Σωτήρα σε αυτόν για να τον θανατώσει… έχει μεγαλύτερη αμαρτία από αυτήν του Πιλάτου… Διότι η αμαρτία των κακούργων που διαστρέφουν και εκβιάζουν τους άρχοντες αυξάνει ανάλογα με την αδύναμή τους γνώμη και θέληση, ή μάλλον στη διανομή της κοινής αμαρτίας το μεγαλύτερο μερίδιο έχει ο ισχυρότερος στο νου και τη θέληση (δ).
Σχετική και η:
Η εξουσία δόθηκε σε σένα από το Θεό· «για αυτό» ο Καϊάφας είναι περισσότερο ένοχος από ό,τι θα ήταν εάν ήταν ανεύθυνος εκτελεστής, επειδή ήδη καταχράται την από το Θεό δοσμένη σε σένα εξουσία για τα πονηρά σχέδιά του (Wetstein). Οι ερμηνείες αυτές επειδή λαμβάνουν υπ’ όψη το «διὰ τοῦτο» που προηγήθηκε είναι πάρα πολύ σοβαρές.
Ή είναι μεγαλύτερη η αμαρτία αυτού που παραδίδει τον Κύριο, «διότι αυτός μεν (ο Καϊάφας) έγινε κατά κάποιο τρόπο αρχή και θύρα της ασέβειας προς αυτόν, ενώ ο δικαστής αναδεικνυόταν από άκαιρη δειλία υπηρέτης ξένων τολμημάτων και μοιράστηκε την ανοσιότητα των Ιουδαίων» (Κ).
«Αυτός πράγματι με παρέδωσε στην εξουσία σου από φθόνο, ενώ εσύ ασκείς την εξουσία σου πάνω μου υπό το κράτος του φόβου. Και παρόλο που δεν πρέπει κάποιος να φονεύει τον άλλον, και μάλιστα τον αθώο, υπό το κράτος του φόβου, όχι λιγότερο το να πράττει κάποιος αυτό με ολοφάνερο φθόνο είναι πολύ βαρύτερο παρά εάν το πράττει υπό το κράτος του φόβου» (Αυ).
Ο Πιλάτος όταν άκουσε να γίνεται οπωσδήποτε αναφορά περί Υιού του Θεού φοβήθηκε· ο Καϊάφας όταν άκουσε από τον ίδιο τον Κύριο, ότι ήταν Υιός του Θεού, αποκάλεσε αυτόν βλάσφημο και δικαστικά κήρυξε αυτόν ένοχο θανάτου (b).
Αξιοσημείωτη και η επόμενη: Ο Πιλάτος είχε εξουσία από το Θεό πάνω στους Ιουδαίους και πάνω στον Ιησού ως Ιουδαίο. Διαχειρίζεται αυτήν, για να αποδίδει δικαιοσύνη. Εάν χρησιμοποιεί αυτήν για αδικία, γίνεται ένοχος αμαρτίας. Η αμαρτία όμως του Καϊάφα είναι μεγαλύτερη διότι η εξουσία του Πιλάτου είναι από το Θεό. Και ήταν καθήκον του Καϊάφα να γνωρίζει και να διδάσκει αλλά και να πράττει το θέλημα του Θεού.
Αλλά ο Καϊάφας, ο επίσημος αντιπρόσωπος του λαού του Θεού, προσέφυγε σε έναν εθνικό, που έχει την εξουσία από Θεού, έτσι ώστε η εξουσία αυτή η οποία δόθηκε στον Πιλάτο για υποστήριξη και απόδοση της δικαιοσύνης, χρησιμοποιηθεί για διάπραξη της αδικίας. Είναι σαν να έλεγε ο Καϊάφας: Παρόλο που βρίσκεις αθώο τον κατηγορούμενο, πρέπει να τον καταδικάσεις σε θάνατο. Η πράξη αυτή του Καϊάφα είναι πολύ χειρότερη από αυτήν του ειδωλολάτρη Πιλάτου, ο οποίος για να αποφύγει στάση του λαού αποφάσιζε να παραδώσει σε θάνατο έναν φανατικό πλανεμένο (τ).
Είχε λοιπόν και ο Πιλάτος ενοχή και διέπραττε αμαρτία, και μεγάλη αμαρτία, παραδίνοντας τον Ιησού, και η πίεση που ασκούνταν σε αυτόν από τους Ιουδαίους δεν τον δικαιολογούσε. Ο Χριστός με τα όσα είπε προς αυτόν ζήτησε να αφυπνίσει τη συνείδησή του. Αλλά ο Πιλάτος μάλλον από φόβο ήταν κυριευμένος και όχι από τον πόθο της δικαιοσύνης. Κατά την ημέρα της κρίσης η ενοχή των άλλων δεν θα αμνηστεύσει εμάς, ούτε εάν οι άλλοι είναι χειρότεροί μας θα χρησιμεύσει αυτό σε δικαιολογία μας. «Διότι ο καθένας θα βαστάσει το δικό του φορτίο».

Ιω. 19,12 ἐκ τούτου(1) ἐζήτει(2) ὁ Πιλᾶτος ἀπολῦσαι(3) αὐτόν· οἱ δὲ Ἰουδαῖοι ἔκραζον λέγοντες(4)· ἐὰν τοῦτον ἀπολύσῃς, οὐκ εἶ φίλος τοῦ Καίσαρος(5). πᾶς ὁ βασιλέα ἑαυτὸν ποιῶν(6) ἀντιλέγει(7) τῷ Καίσαρι.
12Ο Πιλάτος, ακούγοντας αυτά τα λόγια, προσπάθησε για άλλη μια φορά να βρει τρόπο να τον αφήσει ελεύθερο· οι Ιουδαίοι όμως κραύγαζαν κι έλεγαν: «Αν ελευθερώσεις αυτόν, δεν μπορείς να είσαι φίλος του αυτοκράτορα· όποιος κάνει τον εαυτό του βασιλιά, είναι εχθρός του αυτοκράτορα».
(1) Ή, από τη στιγμή αυτή (έτσι λέει η Βουλγάτα (=λατινική μετάφραση)).
Ή, εξαιτίας αυτού «επειδή ένιωσε κατάπληξη από τα λόγια του» (Ζ). «Εάν διαβάσουμε τα προηγούμενα θα βρούμε, ότι είχε ζητήσει και προηγουμένως να απολύσει αυτόν. Με τη φράση λοιπόν που είναι στο πρωτότυπο κείμενο πρέπει να εννοήσουμε «λόγω αυτού» δηλαδή για τον λόγο αυτόν, για να μην διαπράξει μία τέτοια αμαρτία» (Αυ).
«Τον κατέπληξε με τα λόγια, και έδωσε σαφή την απολογία· γι αυτό και ζητούσε να τον ελευθερώσει εκείνος» (Χ).
Πιθανώς διότι αναφερόμενος ο Ιησούς σε πνευματικά («αν δεν σου ήταν δοσμένο από ψηλά») ενίσχυσε την πεποίθηση του Πιλάτου, ότι ήταν όχι κάποιος επαναστάτης, αλλά ακίνδυνος οπτασιαστής (μ). Άνθρωπος, ο οποίος αναγνώριζε ότι η ρωμαϊκή κυβέρνηση είχε την εξουσία από ψηλά, δεν ήταν δυνατόν να αναμιχθεί σε επανάσταση εναντίον της.
(2) Ο παρατατικός σημαίνει σειρά προσπαθειών και νέων αποπειρών στους Ιουδαίους (g). Το ζητούσε εκφράζει επιμονότερη προσπάθεια του ηγεμόνα από αυτήν που έως τώρα επέδειξε αυτός. Πώς εκδηλώθηκε η προσπάθεια αυτή αποσιωπά ο ιερός ευαγγελιστής και δεν μπορεί με κάποια πιθανότητα να προσδιοριστεί. Το βέβαιο πάντως είναι ότι αντιλήφθηκαν αυτήν σαφώς οι αρχιερείς μπροστά στο πραιτώριο και επειδή φοβήθηκαν… άρχισαν να κραυγάζουν (κ).
Προσπαθούσε να απολύσει τον Ιησού, χωρίς όμως και να προσκρούσει στους αρχιερείς. Αλλά όταν οι αποφάσεις μας να πράξουμε το καθήκον μας συνδυάζονται με σχέδια που τείνουν να επιτελέσουμε αυτό ακίνδυνα και με επιδοκιμασίες από όλους, είναι αδύνατο να ενεργήσουμε καλά και να μην αθετήσουμε αυτό.
(3) Απολύω= απαλλάσσω κάποιον από το έγκλημα, για το οποίο κατηγορείται και τον αφήνω ελεύθερο (G).
(4) «Επειδή δηλαδή δεν ωφελήθηκαν καθόλου με τις κατηγορίες που επινόησαν από το νόμο, με κακούργο τρόπο προσφεύγουν στους εκτός αυτών νόμους λέγοντας· όποιος κάνει τον εαυτό του βασιλιά…» (Χ).
(5) Φίλος του Καίσαρα= αυτός που ανήκει στη μερίδα του Καίσαρα και φροντίζει για τη σωτηρία του (G). Συγκεκαλυμμένη απειλή. Εάν ο Πιλάτος καταγγελλόταν στη Ρώμη, ότι είχε απολύσει άνθρωπο που διεκδίκησε τον τίτλο του βασιλιά των Ιουδαίων, ήταν επόμενο να εμπλακεί σε μεγάλο κίνδυνο (β).
Ο αυτοκράτορας του θρόνου Τιβέριος ήταν ο πιο καχύποπτος από τους δεσπότες. Η κατηγορία για εσχάτη προδοσία γινόταν πάντοτε με ευκολία δεκτή από τον τύραννο, ο οποίος σύμφωνα με τον Σουετώνιο atrocissime exercebat leges majestatis(=με σκληρότητα απεργαζόταν νόμους για εγκλήματα προδοσίας (καθοσιώσεως)) (g).
«Μόλις είδαν τον Πιλάτο να προσέχει μην αμαρτήσει καταδικάζοντας τον Ιησού ενώ ήταν Υιός Θεού, τον απειλούν με το φόβο του Καίσαρα και συκοφαντώντας τον Κύριο για τυραννία φοβίζουν τον Πιλάτο ότι πρόκειται να προσκρούσει στον Καίσαρα» (Θφ).
(6) «Πάλι μεταπηδούν στην κατηγορία της τυραννίας μιας και δεν θα την παρέβλεπε ο Πιλάτος αυτήν λόγω του φόβου από τον Καίσαρα» (Ζ).
Ο ύποπτης έννοιας τίτλος βασιλιάς των Ιουδαίων μαζί με τον πολιτικό χρωματισμό, τον οποίο θα έπαιρνε μπροστά στα μάτια του Τιβερίου, θα παρουσίαζε τον Πιλάτο ως μη πιστό επίτροπο, που επιχείρησε να γλυτώσει από την τιμωρία κατηγορούμενο που σφετερίστηκε την αυτοκρατορική εξουσία. Είναι αλήθεια, ότι καταφεύγοντας στο επιχείρημα αυτό οι Ιουδαίοι, αρνούνταν την ίδια ώρα τα εθνικά ιδανικά τους και αυτήν ακόμη την ιδέα και ελπίδα για το Μεσσία και ενσωματώνονταν στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Μία τέτοια νίκη ισοδυναμούσε με αυτοκτονία. Ακριβώς για αυτό κατέφυγαν στο επιχείρημα αυτό, φυλάγοντάς το τελευταίο ως χτύπημα απόγνωσης (g).
Πάντοτε υπήρχε τέχνασμα των εχθρών της θρησκείας να παρουσιάζουν αυτήν ως επιβλαβή στις επίγειες βασιλείες και αρχές, ενώ στην πραγματικότητα αυτή είναι τα μέγιστα ευεργετική και εξυπηρετική σε αυτές.
(7) «Δηλαδή αντιστέκεται» (Ζ). Αντιτίθεται (β). Επαναστατεί κατά του Καίσαρα και εκστομίζει λόγια προδοτικά εναντίον του (ο).
«Και πού φάνηκε αυτός ως τύραννος; Από πού μπορείτε να το αποδείξετε αυτό; Από την αλουργίδα (=πορφυρό ένδυμα βασιλικό); Από το στέμμα; Από την περιβολή; Από τους στρατιώτες; Δεν βάδισε μόνος πάντα μαζί με τους δώδεκα μαθητές του, χρησιμοποιώντας όλα με λιτότητα, και τροφή και στολή και κατοικία;» (Χ).

Ιω. 19,13 ὁ οὖν Πιλᾶτος ἀκούσας τοῦτον τὸν λόγον(1) ἤγαγεν(2) ἔξω(3) τὸν Ἰησοῦν, καὶ ἐκάθισεν ἐπὶ τοῦ βήματος(4) εἰς τόπον(5) λεγόμενον Λιθόστρωτον(6), ἑβραϊστὶ δὲ Γαββαθᾶ(7)·
13Ο Πιλάτος, όταν άκουσε αυτά τα λόγια, διέταξε να φέρουν έξω τον Ιησού κι ο ίδιος κάθισε στην έδρα του δικαστή, στον τόπο που ονομάζεται Λιθόστρωτο –στα εβραϊκά «Γαββαθά».
(1) Δηλαδή το «δεν είσαι φίλος του Καίσαρα».
«Ω, πόση ανανδρία και άκαιρη δειλία! Διότι ο Πιλάτος, νομίζοντας ότι κινδυνεύει πλέον, εάν παραβλέψει αυτά τα λόγια, βγαίνει για να εξετάσει το πράγμα» (Χ).
Υπάρχει και η γραφή «τούτων των λόγων» που μαρτυρείται σοβαρά= ο μεν πληθυντικός δηλώνει ότι ο στίχος 12 μόνο σε περίληψη αναφέρει αυτά που ειπώθηκαν από τους Ιουδαίους (g), ενώ η γενική πτώση σημαίνει, ότι ο Πιλάτος όχι μόνο άκουσε, αλλά και κατανόησε τη σημασία και δύναμη των λεχθέντων (β).
(2) Χωρίς πλέον να πει κάτι άλλο, «χωρίς να κάνει επίσης καμία εξέταση» (Χ) υποχωρεί στην απειλή. Πάντως όσοι εξαρτούν την ευτυχία τους από τις εύνοιες των ανθρώπων, κάνουν τους εαυτούς τους εύκολη λεία στους πειρασμούς του σατανά.
(3) Έξω δηλαδή από το Πραιτώριο, όπου ήταν κατά τη διάρκεια της ανάκρισης. Δες στον στίχο 9 (β). Μέχρι τη στιγμή αυτή τα πάντα ήταν προκαταρκτικά. Τώρα ο Πιλάτος ανεβαίνει στο δικαστικό βήμα (τ).
(4) «Ανεβαίνει στο συνηθισμένο βήμα, έτσι ώστε να βγάλει φονική πλέον την απόφαση εναντίον του Χριστού» (Κ). Πήρε τη θέση του ως δικαστής που πρόκειται να εκφέρει τελική απόφαση (ο). Αυτό συμφωνεί και με το Ματθ. κζ 19 («καθημένου δε αυτού επί του βήματος»). Υποκείμενο λοιπόν του εκάθισεν είναι ο Πιλάτος, αν και το ρήμα καθίζω έχει μάλλον μεταβατική έννοια (δες Α΄ Κορ. στ 4,Εφεσ. α 20). Είναι αξιοσημείωτο ότι κατά τον β΄ αιώνα, υπήρξε παράδοση, κατά την οποία οι Ιουδαίοι κάθισαν τον Ιησού σε βήμα (Ευαγγέλιο του Πέτρου 3, Ιουστίνου Απολογία Α 35). Ίσως προήλθε αυτή από παρανόηση αυτού εδώ του χωρίου (β).
(5) Πρόχειρα πιθανότατα τοποθετήθηκε εκεί το βήμα, αφού οι Ιουδαίοι δεν ήθελαν να μπουν στο Πραιτώριο και η δίκη έπρεπε να γίνει δημόσια.
(6) Η λέξη λιθόστρωτο λέγεται μοναδική φορά= έδαφος στρωμένο με λίθινες πλάκες· έτσι λεγόταν κάποιος τόπος δίπλα στο πραιτώριο στα Ιεροσόλυμα (G). Μπροστά από το πραιτώριο υπήρχε ένας χώρος από εκείνους, οι οποίοι ήταν στρωμένοι με μωσαϊκά και πάνω στα οποία οι Ρωμαίοι άρχοντες συνήθιζαν να τοποθετούν τις δικαστικές τους έδρες (g).
(7) Λέξη Αραμαϊκή. Δεν είναι μετάφραση της λέξης λιθόστρωτο. Σημαίνει: ύψωμα, λόφος (g). Αναμφίβολα η μεν Αραμαϊκή ονομασία δόθηκε στον τόπο από το σχήμα του, ενώ η ελληνική από τη φύση του δαπέδου (G).

Ιω. 19,14 ἦν δὲ(1) παρασκευὴ τοῦ πάσχα(2), ὥρα δὲ ὡσεὶ ἕκτη(3)· καὶ λέγει τοῖς Ἰουδαίοις· ἴδε ὁ βασιλεὺς ὑμῶν(4).
14Ήταν σχεδόν μεσημέρι, παραμονή του Πάσχα. Λέει λοιπόν ο Πιλάτος στους Ιουδαίους: «Να ο βασιλιάς σας!»
(1) Ο Ιωάννης παρεμβάλλει ένδειξη για την ημέρα και ώρα, κατά την οποία η απόφαση εκφωνήθηκε. Ή, λόγω της σπουδαιότητας την οποία η κρίσιμη αυτή στιγμή είχε για την τύχη της ανθρωπότητας ή διότι θέλει να εξηγήσει τη βιασύνη των Ιουδαίων που ανυπομονούσαν για το τέλος της δίκης και την εκτέλεση της ποινής πριν το τέλος της ημέρας (g).
(2) Ή, ημέρα Παρασκευή της εβδομάδας του Πάσχα (β, F), όπως ερμηνεύουν αυτοί που ισχυρίζονται, ότι το Πάσχα ήδη είχε εορταστεί και ο Κύριος κατά το απόγευμα της Πέμπτης έφαγε αυτό με τους μαθητές του,
ή, πιο σωστά, όπως στο σ. 31, όπου ολοφάνερα βρίσκεται με την έννοια της προετοιμασίας. Εάν επρόκειτο με τη λέξη αυτή να δηλωθεί όχι η παραμονή του Πάσχα, αλλά απλώς και μόνο η ημέρα Παρασκευή, γιατί να προστεθεί η λέξη του Πάσχα (με την έννοια της εβδομάδας του Πάσχα), αφού σύμφωνα με το Ιω. ιγ 1 ιη 28 κλπ. κανείς δεν αγνοούσε ότι κατά τη στιγμή αυτή δεν ήταν στη βδομάδα του Πάσχα; (g).
Το ότι η ημέρα ήταν αυτή της προετοιμασίας του Πάσχα επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την ενοχή των Ιουδαίων. Σε αυτήν όφειλαν να εξαγνιστούν, να απομακρύνουν την παλαιά ζύμη και να ετοιμαστούν για το Πάσχα. Αλλά αντί για αυτό κατά την ημέρα αυτή διέπραξαν αυτοί την χειρότερη πράξη.
(3) Υπάρχουν και οι γραφές: Ώρα δε ην ωσεί έκτη· ώρα ην ωσεί έκτη· ώρα δε ως έκτη. Επιπλέον για συμβιβασμό με το Μάρκου ιε 25, όπου ως ώρα της σταύρωσης καθορίζεται η τρίτη «ο Ευσέβιος Καισαρείας… λέει ότι αυτό είναι αντιγραφικό σφάλμα… αφού το μεν γράμμα γάμμα (το κεφαλαίο Γ) σημαίνει την τρίτη ώρα» (Σβ). «Ο καλλιγράφος αντί για το γράμμα Γάμμα… έγραψε το επίσημο, αυτό που ονομάζουν οι Αλεξανδρινοί Γαβέξ, το οποίο δηλώνει την έκτη ώρα» (αμ), και έτσι το «γράμμα που δηλώνει την τρίτη ώρα, επειδή κυρτώθηκε η απλωμένη σε μήκος ευθεία, μεταβλήθηκε στη σημασία του επισήμου, το οποίο δηλώνει την έκτη ώρα» (Σβ).
Με άλλα λόγια ο αντιγραφέας εξέλαβε το Γ΄(=τρίτη ώρα) που υπήρχε αρχικά αντί για ς΄ (= έκτη ώρα). Αλλά η γραφή έκτη μαρτυρείται αυθεντικότατα.
Κάποιοι από τους νεώτερους (ανάμεσα στους οποίους και οι Tholuck, Wieseler, Keil, Westcott) υπέθεσαν ότι ο ευαγγελιστής αριθμεί εδώ από τα μεσάνυχτα και συνεπώς πρόκειται για τη δική μας έκτη πρωινή. Είναι απίθανο όμως η διαδικασία ενώπιον του Πιλάτου, η παραπομπή του Ιησού στον Ηρώδη η φραγγέλωση και η έκδοση της απόφασης να σημειώθηκαν σε όρθρο βαθύ και σε τόσο σύντομο χρόνο ώστε πριν την ανατολή του ηλίου να έχουν συντελεστεί τα πάντα.
Πιο σωστό είναι ότι διαιρούσαν χονδρικά την ημέρα και τη νύχτα, σε 4 τμήματα, από τρεις ώρες το καθένα, το οποίο εξηγεί, γιατί σχεδόν πάντοτε στην Κ.Δ. γίνεται αναφορά των ωρών τρίτης, έκτης και ενάτης, (Δες Ματθ. κ 1-5) και γιατί οι λέξεις «ωσεί (=περίπου)», «περί» συναντιούνται συχνά στον καθορισμό των ωρών (Ματθ. κζ 46,Λουκ. κγ 44,Ιω. δ 6,Πράξ. ι 3,9). Και εδώ ο Ιωάννης προσθέτει το «ωσεί».
Ενδείκνυται λοιπόν να πάρουμε κάποιο μέσο όρο τόσο για την αφήγηση του Μάρκου, όσο και για αυτήν του Ιωάννου, και τόσο περισσότερο όσο οι απόστολοι δεν είχαν το ρολόι στα χέρια. Και όπως η τρίτη ώρα του Μάρκου, η δική μας ενάτη πρωινή, μπορεί να συμπεριλάβει όλο το χρόνο από την ογδόη μέχρι τη δεκάτη πρωινή, έτσι και η έκτη του Ιωάννη μπορεί να συμπεριλάβει τον χρόνο από την ενδεκάτη μέχρι τη δωδεκάτη μεσημβρινή. Επιπλέον πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη και μια σπουδαία λεπτομέρεια, δηλαδή ότι ο Μάρκος, και κατά δεύτερο λόγο και ο Ματθαίος, προσέδωσαν στη φραγγέλωση την έννοια, την οποία σε παρόμοια περίπτωση είχε, θεωρώντας αυτήν ως την έναρξη της τιμωρίας (g).
Σχετική και η:
«Ο μεν Μάρκος εκθέτει σαφώς και αναμφίβολα την ώρα της απόφασης τού να σταυρωθεί ο Κύριος… Ενώ ο Ιωάννης μιας και είπε ο Μάρκος τον καιρό της απόφασης, αυτός λέει την ώρα, στην οποία σταύρωσε τον Κύριο· διότι πρόσεξε, πόσα έγιναν στο μεταξύ μέχρι αυτήν την ώρα, κατά την οποία ανέβηκε ο Κύριος στο σταυρό. Αφού ελευθέρωσε τον Βαραββά φραγγέλωσε τον Ιησού και τον παρέδωσε οπωσδήποτε στο να σταυρωθεί… όλα αυτά ήταν ικανά να καταναλώσουν το χρόνο από την τρίτη ώρα μέχρι την έκτη… Μαζί όμως με όλα αυτά, πρόσεξε και τον Ιωάννη πώς είπε Ήταν ώρα περίπου έκτη… σαν να διστάζει και να αμφιταλαντεύεται» (Θφ).
(4) Ή, δεν λέει πλέον Ίδε ο άνθρωπος, όπως όταν ήθελε να διεγείρει τη συμπάθειά τους και να επιτύχει την απόλυσή του. Κάθε τρυφερή συγκίνηση, κάθε αρχή έντιμη και δίκαιη υποχώρησε μπροστά στον πόθο τού να δηλωθεί η νομιμοφροσύνη στον Καίσαρα. Ιδού ο βασιλιάς σας. Να η άθλια τύχη κάθε σφετεριστή της βασιλικής εξουσίας από τη διοίκηση της Ρώμης. Έτσι αποδεικνύω την πίστη μου προς τον Καίσαρα (ο).
Ο σαρκασμός του Πιλάτου απευθύνεται προς τους Ιουδαίους, όχι προς τον Ιησού (β). Ο Πιλάτος έχει ήδη λάβει απόφαση να επικυρώσει τη θανατική απόφαση και θέλει να εκδικηθεί του Ιουδαίους σαρκάζοντας αυτούς.
Ή, λιγότερο σωστά. «Πάλι άλλαξε με σκοπό να τους κάνει να ντραπούν» (Ζ). Επιχειρεί για τελευταία φορά να κινήσει αυτούς σε οίκτο.

Ιω. 19,15 οἱ δὲ ἐκραύγασαν· ἆρον ἆρον, σταύρωσον αὐτόν(1). λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· τὸν βασιλέα ὑμῶν σταυρώσω(2); ἀπεκρίθησαν οἱ ἀρχιερεῖς(3)· οὐκ ἔχομεν βασιλέα εἰ μὴ Καίσαρα(4).
15Τότε εκείνοι άρχισαν να φωνάζουν με κραυγές: «Θάνατος, θάνατος, σταύρωσέ τον!» Τους λέει ο Πιλάτος: «Το βασιλιά σας να σταυρώσω;» Αποκρίθηκαν οι αρχιερείς: «Δεν έχουμε άλλον βασιλιά, εκτός από τον αυτοκράτορα».
(1) «Ω, τι αξεπέραστη μανία» (Ζ). Οι τρεις προστακτικές σε αόριστο εκφράζουν την ανυπομονησία τους (g). «Λαός άτακτος, διεφθαρμένος από τους άρχοντες» (Χ). Πάρε τον, δεν είναι δικός μας. Αποκηρύττουμε αυτόν ως πολίτη μας, πολύ περισσότερο ως βασιλιά μας. Δεν τρέφουμε κανένα σεβασμό αλλά ούτε και συμπάθεια προς αυτόν. Υπάρχουν και οι γραφές: Οι δε εκραύγαζον· οι δε έλεγον· εκραύγασαν ουν εκείνοι.
(2) Ο Πιλάτος έχει ήδη την απόφαση να ενδώσει. Αλλά πρώτα θέλει να δώσει στον εαυτό του την ευχαρίστηση τού να μπήξει και πάλι το μαχαίρι στην πληγή: Τον βασιλιά σας να σταυρώσω; Εκδικείται έτσι για την πράξη της μικρότητας και δειλίας, στην οποία τον εξαναγκάζουν (g).
«Συγκεκαλυμμένα τους ειρωνεύεται και λέει· Δείτε ποιον άνθρωπο λέτε, ότι επιχειρούσε να βασιλεύσει σε σας, ασήμαντο δηλαδή και που δεν θα επιχειρούσε τέτοια πράγματα. Διότι ποιό γνώρισμα τυράννου έχει αυτός; Στρατιώτες; Πλούτο; Ευγένεια; Να ο βασιλιάς σας. Τι κέρδος θα έχετε εάν σκοτώσετε αυτόν, άνθρωπο που δεν μπορεί ούτε τα ελάχιστα να βλάψει;» (Θφ).
(3) «Δεν λέει ότι ο λαός άρχισε αυτόν τον τόσο δυσσεβέστατο λόγο, αλλά πάλι αυτοί που τους έλαχε να είναι αρχηγοί. Διότι κραύγασαν, λέει, οι αρχιερείς… Ευθύνονται λοιπόν οι αρχιερείς, επειδή καταστρέφουν όχι μόνο τις δικές τους ψυχές, αλλά έγιναν αυτοί αρχηγοί και στρατηγοί αυτού του καταστροφικού φόνου και στους λαούς που είχαν κάτω από την εξουσία τους» (Κ).
Οι αρχιερείς υπήρξαν οι πρώτοι υποκινητές της σύλληψης και καταδίκης του Ιησού δες σ. 6,21 και ιβ 10 (β).
(4) Και όμως θα παραμέριζαν τον Καίσαρα, εάν μπορούσαν. Αρνούνται τον Ιησού σε τέτοιο βαθμό ώστε να αρνηθούν εξ’ ολοκλήρου και το Χριστό (b). «Αποσκίρτησε ο Ισραήλ, αφιερώνοντας τον εαυτό του στην εξουσία του Καίσαρα και απέβαλλε την βασιλεία του Θεού» (Κ).
«Διότι αρνούμενοι τη βασιλεία του Χριστού, καλούσαν πάνω τους τη βασιλεία του Καίσαρα» (Χ). «Αφού λοιπόν απογυμνώθηκαν από τη θεία επίβλεψη, παραδόθηκαν στους Ρωμαίους για πανωλεθρία» (Ζ). Οι Ιουδαίοι με την ερώτηση του Πιλάτου εξωθούνται στην αξιομνημόνευτη διακήρυξη, με την οποία αυτοί οι ίδιοι διακήρυξαν την κατάργηση της θεοκρατίας και την απορρόφηση του Ισραήλ στον κόσμο των εθνών. Ενώ αυτοί τρέφονται με τη σκέψη του να ανατρέψουν το θρόνο του Καίσαρα με τον Μεσσία, αφήνουν τους εαυτούς τους να παρασυρθούν από το προς τον Ιησού μίσος μέχρι τού να κραυγάσουν μπροστά στον αντιπρόσωπο του αυτοκράτορα: Δεν έχουμε βασιλιά παρά μόνο τον Καίσαρα (g).
Αρνούνται έτσι την πρώτη αρχή της Ιουδαϊκής θεοκρατίας ότι ο Ιεχωβά ήταν βασιλιάς τους (Α΄ Βασ. ιβ 12) και εμμέσως αρνούνται το ιδανικό του Μεσσία βασιλιά και εγκαταλείπουν ό,τι υπήρξε κατεξοχήν το χαρακτηριστικό της Ιουδαϊκής θρησκείας (β).
Από το να αναγνωρίσουν τον Ιησού ως Μεσσία τους προτιμούν να αρνηθούν την ιστορία τους και όλες τις ιδιαίτερες σχέσεις του Ιεχωβά με το έθνος τους (F).
Αυτός, τον οποίο αναγνωρίζουν ήδη ως Καίσαρά τους, πρόκειται μετά από κάποια έτη να τους εξολοθρεύσει. Με δικαιοσύνη ο Θεός χρησιμοποιεί τιμωρό και εξολοθρευτή για αυτούς, αλλά και για εμάς εκείνον, τον οποίο προτιμούμε από το Χριστό. Και στο εξής οι Ιουδαίοι δεν θα έχουν πλέον δικό τους βασιλιά, αλλά οι βασιλιάδες των εθνών θα κυριαρχούν σε αυτούς. Αφού δεν θέλουν να έχουν βασιλιά παρά μόνο τον Καίσαρα, αυτό και θα επιβληθεί σε αυτούς από τη θεία Πρόνοια. Μόνοι τους αποφάσισαν αυτό.

Ιω. 19,16 τότε οὖν(1) παρέδωκεν(2) αὐτὸν αὐτοῖς(3) ἵνα σταυρωθῇ(4).
16Τότε κι ο Πιλάτος τούς τον παρέδωσε για να σταυρωθεί.
(1) Όταν δόθηκε η απάντηση αυτή από τους αρχιερείς ο Πιλάτος αισθάνθηκε ότι αφ’ ενός η ταπείνωση των Ιουδαίων, με την οποία ήθελε να τους εκδικηθεί, ήταν ήδη πλήρης, και αφ’ ετέρου ότι καμία δικαιολογία δεν έμεινε σε αυτόν, για να απολύσει τον Ιησού εκτός εάν εμφανιζόταν λιγότερο ζηλωτής υπέρ του αυτοκράτορα από όσο οι Ιουδαίοι (ο), για αυτό λοιπόν τότε παρέδωσε αυτόν σε αυτούς. Όταν λέχθηκαν αυτά, λέχθηκε το παν. Αρνούμενος την προσδοκία του Μεσσία ο Ισραήλ αρνήθηκε τον εαυτό του. Με το τίμημα αυτό πέτυχε, ώστε ο Ιησούς να παραδοθεί σε αυτόν (g).
Επιπλέον «θα παρείχε ο Πιλάτος όλα τα φαινόμενα ότι ενεργούσε εναντίον του Καίσαρα, εάν στη διακήρυξή τους, ότι δεν είχαν άλλο βασιλιά παρά μόνο τον Καίσαρα, επιθυμούσε αυτός να επιβάλλει σε αυτούς άλλο βασιλιά απολύοντας χωρίς ποινή έναν, τον οποίον για κάποιες τέτοιες απόπειρες παρέδωσαν σε αυτόν για να θανατωθεί» (Αυ).
(2) «Αυτός όμως αφού παρέδωσε όλο τον εαυτό του στα παρόντα πράγματα, δεν θέλησε να φιλοσοφήσει τίποτα το ανώτερο· αν και βέβαια το όνειρο της γυναίκας του ήταν ικανό να τον εκπλήξει. Αλλά με τίποτα από αυτά δεν έγινε καλύτερος, ούτε είδε προς τον ουρανό, αλλά τον παρέδωσε» (Χ), «χρησιμοποιώντας την κρίση άτολμα και άνανδρα» (Θφ).
Στην ασημαντότητα των Ιουδαίων ανταποκρίνεται η ασημαντότητα του Πιλάτου. Υποχώρησε από δειλία όπως και εκείνοι άφησαν τους εαυτούς τους να σέρνονται από το άγριο μίσος τους (F).
(3) «Νομίζω ότι εύλογα και σωστά θα μπορούσε κάποιος να αποδώσει λοιπόν στους Ιουδαίους το σύνολο του τολμήματος και να τους αφιερώσει την κατηγορία της αρχικής ενέργειας. Διότι αυτοί έγιναν η αρχή της ασέβειας εναντίον του Χριστού» (Κ).
Οι στρατιώτες θα εκτελούσαν τη σταύρωση, αλλά αυτοί δεν ήταν παρά τυφλά όργανα εκτέλεσης θανάτου, για τον οποίο κύριοι υπεύθυνοι ήταν οι Ιουδαίοι. Τον παρέδωσε σε αυτούς, όχι στους αξιωματικούς του, όπως γινόταν συνήθως. Έτσι δικαιολογούσε κακώς στη συνείδησή του την συντελούμενη αδικία, μην παίρνοντας αυτός την πρωτοβουλία της σταύρωσης, αλλά παραχωρώντας τον Ιησού σε αυτούς, οι οποίοι επέμεναν να τον σταυρώσουν.
Αλλά εκείνοι, οι οποίοι ωθούν και μας αναγκάζουν στο να αμαρτήσουμε και αποκλείουν από εμάς να πράξουμε ό,τι η συνείδησή μας μαρτυρεί ως δίκαιο, είναι οι χειρότεροι εχθροί των ψυχών μας. Και στα δίκτυα τέτοιων εχθρών έμπλεξε ο Πιλάτος.
(4) Σύμφωνα με τους συνοπτικούς ευαγγελιστές της σταύρωσης προηγήθηκε αμέσως η φραγγέλωση. Από αυτό υπέθεσαν κάποιοι από τους νεώτερους (Alford), ότι και για δεύτερη φορά ο Κύριος φραγγελώθηκε.
Αλλά όπως φαίνεται και από κάποια φράση του Λουκά («παιδεύσας ουν αυτόν απολύσω» Λουκ. κγ 22) ο Πιλάτος αναβάλλοντας για κάποιες στιγμές την έκδοση της απόφασης διέταξε να φραγγελωθεί, ελπίζοντας ότι έτσι θα ικανοποιούσε τους Ιουδαίους και θα πετύχαινε την απόλυση του Ιησού. Έτσι ο Κύριος φραγγελώθηκε μία φορά και ο Ιωάννης καθορίζει το χρόνο της φραγγέλωσης ακριβέστερα (ο,β).

Η σταύρωση και ο τίτλος του σταυρού
Ιω. 19,17 Παρέλαβον δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἤγαγον(1)· καὶ βαστάζων τὸν σταυρὸν αὐτοῦ(2) ἐξῆλθεν(3) εἰς τὸν λεγόμενον κρανίου τόπον(4), ὃς λέγεται ἑβραϊστὶ(5) Γολγοθᾶ,
Οι στρατιώτες, λοιπόν, παρέλαβαν τον Ιησού και ξεκίνησαν. Και βγήκε αυτός από την πόλη σηκώνοντας στους ώμους του το σταυρό, μέχρι τον λεγόμενο «Τόπο του Κρανίου» –στα εβραϊκά λέγεται «Γολγοθά».
(1) Υπάρχει και η γραφή· απήγαγον.
«Οι λέξεις αυτές μπορούν να αναφέρονται στους στρατιώτες, τους παραστάτες του Ρωμαίου επιτρόπου. Διότι παρακάτω σαφέστερα αναφέρεται «οι στρατιώτες λοιπόν όταν σταύρωσαν τον Ιησού», αν και ο ευαγγελιστής σωστά αποδίδει το παν στους Ιουδαίους, διότι αυτοί είχαν ήδη ό,τι ζήτησαν επίμονα και αυτοί έπραξαν το παν εξαναγκάζοντας να γίνει αυτό» (Αυ).
Υποκείμενο του παρέλαβον είναι οι Ιουδαίοι, διότι αυτοί εκτελούσαν την απόφαση με τα χέρια των στρατιωτών. Εάν όμως το ήγαγον θεωρηθεί ως αυθεντικό, τότε το υποκείμενο είναι οι στρατιώτες (g).
(2) Σύμφωνα με την επικρατούσα στους Ρωμαίους συνήθεια, κατά την οποία «Ο καθένας από τους κακούργους μεταφέρει τον δικό του σταυρό» (Πλούταρχος Περί των βραδέως υπό του θείου τιμωρουμένων 9) και «αυτός που πρόκειται να καρφωθεί σε σταυρό, προηγουμένως τον βαστάζει» (Αρτεμίδωρος, Όνειρο. ΙΙ 56).
Δεν αντιλέγουν σε αυτό οι συνοπτικοί, οι οποίοι αφηγούνται, ότι αγγαρεύτηκε ο Σίμωνας ο Κυρηναίος για να επιτελέσει το έργο αυτό. Διότι η μετοχή βαστάζων συνδέεται στενά με το ρήμα εξήλθε (=βγήκε). Κατά τη στιγμή της αναχώρησης ο Ιησούς υποβλήθηκε στην επικρατούσα συνήθεια. Αργότερα φοβήθηκαν βλέποντάς τον να υποκύπτει και επωφελήθηκαν από τη συνάντηση με το Σίμωνα, για να απαλλάξουν αυτόν από το φορτίο (g).
Ο Κύριος κουβαλά μόνος τον σταυρό και αυτό αποτελεί μέρος του παθήματός του. Ο σταυρός ήταν αρκετά βαρύς και το σώμα του Κυρίου ήταν λεπτό και τρυφερό, ασυνήθιστο σε τέτοια φορτία και βάρη. Επιπλέον πριν από λίγο είχε μαστιγωθεί. Οι ώμοι του πονούσαν ακόμη λόγω των πληγών της φραγγέλωσης και κάθε κίνηση του σταυρού διεύρυνε τις πληγές και έκανε οξύτερο τον πόνο. Και ο Κύριος κατέβαλλε μέχρι εξάντλησης όλες του τις δυνάμεις μεταφέροντας με υπομονή πολλή το όργανο του μαρτυρίου του στον τόπο της εκτέλεσης.
Άφησε έτσι παράδειγμα διδακτικό στους μαθητές και οπαδούς του να σηκώνουν και αυτοί το σταυρό τους και να ακολουθούν αυτόν. Οποιονδήποτε σταυρό και να μας καλεί κάθε φορά να σηκώσουμε, δεν πρέπει ποτέ να λησμονούμε, ότι πρώτος αυτός σήκωσε στον ώμο βαρύτατο σταυρό όχι για τον εαυτό του αλλά για μας. Και η ανάμνηση αυτή θα καθιστά σε εμάς ελαφρό τον σταυρό μας.
Ο Χριστός βαστάζει τον σταυρό του!
«Μέγα θέαμα! Αλλά εάν η ασέβεια βλέπει αυτό, μέγας περίγελως· εάν η ευσέβεια, μέγα μυστήριο. Εάν η ασέβεια είναι θεατής αυτού, μεγάλη επίδειξη ατιμίας· εάν η ευσέβεια ογκώδες έργο πίστεως. Η ασέβεια περιγελά τον βασιλιά που κουβαλά αντί για το βασιλικό του σκήπτρο το ξύλο της τιμωρίας του· η ευσέβεια βλέπει τον βασιλιά να κουβαλά το ξύλο για την σταύρωσή του, το οποίο όμως πρόκειται να τοποθετηθεί στα μέτωπα των βασιλιάδων· βλέπει αυτόν εκτεθειμένο στα βλέμματα των ασεβών μαζί με το ξύλο για το οποίο οι καρδιές των αγίων πρόκειται έπειτα να τον δοξάσουν» (Αυ).
«Πρόσεξε όμως που αυτό τελείται και σύμφωνα με την παλαιά προτύπωση. Διότι και εκεί ο Ισαάκ βαστάζοντας τα ξύλα πήγαινε να σφαχτεί· έτσι και εδώ ο Κύριος έχοντας το σταυρό πορεύεται, και σαν ακριβώς κάποιος στρατιώτης, κουβαλά το όπλο, με το οποίο νικά τον αντίπαλο» (Θφ).
«Αλλά τότε μεν (στον Ισαάκ) το πράγμα έφτασε μέχρι την απόφαση του πατέρα του. Διότι ήταν προτύπωση. Τώρα όμως προχώρησε το πράγμα και στην πράξη· διότι ήταν αλήθεια» (Χ).
Υπάρχει και η γραφή τον σταυρόν ἑαυτοῦ.
(3) Βγήκε δηλαδή έξω από τα τείχη της πόλης. Ο Μωϋσής είχε απαγορεύσει τις θανατικές εκτελέσεις μέσα στο στρατόπεδο (Λευϊτικ. κδ 14,Αριθμ. ιε 35), για αυτό και οι κατάδικοι εκτελούνταν έξω από τις πόλεις (Γ΄ Βασ. κ (κα) 13,Πράξ. ζ 58), και πάνω σε αυτό στηρίζεται και η προτροπή του χωρίου Εβρ. ιγ 12. Ο άγιος Τάφος βρίσκεται σήμερα σε αρκετή απόσταση στο εσωτερικό της Ιερουσαλήμ. Αλλά τα τείχη του περιβόλου είναι δυνατόν αργότερα να μετατέθηκαν. Ο γυμνός βράχος στο μέρος αυτό φαίνεται να αποδεικνύει ακόμη και σήμερα, ότι το μέρος αυτό της πόλης δεν κατοικούνταν άλλοτε (g).
(4) Η ονομασία αυτή δεν προέρχεται από τις εκτελέσεις, οι οποίες γίνονταν στο μέρος αυτό. Θα έπρεπε σε αυτήν την περίπτωση να είναι πληθυντικός: κρανίων τόπος. Άλλωστε στους Ιουδαίους τέτοια λείψανα δεν έμεναν ακάλυπτα. Η ονομασία προέρχεται από το στρογγυλό σχήμα και την αποψιλωμένη μορφή του λόφου (g). Εναντίον αυτού αντιλέγει το ότι δεν υπάρχει κάποια οποιαδήποτε παράδοση που να ευνοεί αυτήν την εκδοχή, ούτε υπάρχει στα ευαγγέλια κάποια ένδειξη για το ότι ο Γολγοθάς ήταν λόφος ή ύψωμα.
Για αυτό ο β βρίσκει πιθανή και την εκδοχή, σύμφωνα με την οποία, η παράδοση που για πρώτη φορά συναντιέται στον Ωριγένη (Υπόμνημα Ματθ. κζ 33), κατά την οποία «κάποιοι λένε ότι εκεί πέθανε και είναι θαμμένος ο Αδάμ, και ο Ιησούς, στον τόπο, όπου ο θάνατος βασίλεψε, εκεί έστησε και το τρόπαιο. Διότι πράγματι έβγαινε βαστάζοντας ως τρόπαιο τον σταυρό κατά της τυραννίας του θανάτου» (Χ), ενδέχεται να είναι προχριστιανική και από αυτήν να προήλθε η ονομασία.
(5) Η λέξη αυτή, η οποία συναντιέται 4 φορές στο κατά Ιωάννην, βρίσκεται και δύο φορές στην Αποκάλυψη, πουθενά όμως αλλού στην Κ.Δ. (g).

Ιω. 19,18 ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν(1), καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἄλλους δύο(2) ἐντεῦθεν καὶ ἐντεῦθεν(3), μέσον δὲ τὸν Ἰησοῦν(4).
18Εκεί σταύρωσαν τον Ιησού. Μαζί του σταύρωσαν άλλους δύο, τον ένα από τη μια μεριά και τον άλλο από την άλλη, και στη μέση τον Ιησού.
(1) Ο σταυρός είχε το σχήμα Τ. Ήταν λίγο υψωμένος (δες στιχ. 29). Μερικές φορές τον έριχναν κατά γης και αφού κάρφωναν πάνω του τον κατάδικο τον ανύψωναν πάλι. Συχνότερα όμως ήταν στηριγμένος στη γη και ο κατάδικος ανεβαζόταν σε αυτόν με σχοινιά, και μετά από αυτό τα χέρια του καρφώνονταν στο οριζόντιο ξύλο. Για να μην κατασχίζονται όμως αυτά από το βάρος του σώματος, στήριζαν αυτό σε χοντρό ξύλινο στέλεχος στηριγμένο στο κάθετο ξύλο του σταυρού και πάνω στο οποίο ο κατάδικος βρισκόταν σαν πάνω σε άλογο. Οι σταυρούμενοι ζούσαν συνήθως πάνω στο σταυρό γύρω στις δώδεκα ώρες, μερικές φορές όμως παρατεινόταν η ζωή τους και μέχρι την τρίτη ημέρα. Το είδος του θανάτου συνένωνε στον ύψιστο βαθμό τις οδύνες και την ατιμία όλων των άλλων τιμωριών.
Η αυξανόμενη φλόγωση των πληγών, η αφύσικη τοποθέτηση του σώματος, η από αυτό αναγκαστική ακινησία και ακαμψία των μελών, οι τοπικές συμφορήσεις, προ παντός μάλιστα στο κεφάλι, η ανείπωτη αγωνία, που προερχόταν από την διαταραχή της κυκλοφορίας, φλογερός πυρετός και δίψα βασάνιζαν τον κατάδικο χωρίς να τον φονεύουν (g).
(2) Ο Ματθαίος και ο Μάρκος ονομάζουν αυτούς ληστές, ο Λουκάς κακούργους. Οι Ιουδαίοι ζήτησαν την εκτέλεση των άλλων δύο καταδίκων, για να καταστήσουν πληρέστερο τον εξευτελισμό του Ιησού ή ο Πιλάτος για να επιρρίψει ύβρη κατά του ιουδαϊκού λαού με τους δύο αυτούς συντρόφους του βασιλιά τους; Είναι δύσκολο να πούμε (g).
Τρεις σταυροί στήθηκαν εκείνη την ημέρα, και μεταξύ δύο από αυτούς πρέπει και εμείς να διαλέξουμε τον δικό μας. Ο ένας είναι ο σταυρός του αναμάρτητου Λυτρωτή, και συνεπώς δεν μπορεί να είναι δικός μας. Οι άλλοι δύο σταυροί είναι της αμετανοησίας και της μετάνοιας. Μεταξύ αυτών των δύο μπορούμε και πρέπει αναγκαστικά να κάνουμε την εκλογή μας (τ).
Ο Κύριος δεν πεθαίνει πάνω στο θυσιαστήριο μεταξύ των θυμάτων, ούτε αναμιγνύεται το αίμα του με το αίμα ταύρων και τράγων· αλλά πέθανε μεταξύ των εγκληματιών και ανέμιξε το αίμα του μαζί με το αίμα εκείνων, οι οποίοι σφαγιάζονταν για ικανοποίηση της ανθρώπινης δικαιοσύνης.
(3) «Ένα από τα δεξιά και έναν από τα αριστερά του» σύμφωνα με τους συνοπτικούς.
«Και σταυρώνουν αυτόν μαζί με ληστές, εκπληρώνοντας και με τον τρόπο αυτόν χωρίς να το θέλουν την προφητεία. Διότι εκείνα που αυτοί έπρατταν υβρίζοντας, αυτά απέβαιναν υπέρ της αλήθειας, για να μάθεις πόση είναι η δύναμη αυτής· διότι και αυτό το προείπε αφού φωτίστηκε από τον ουρανό και ο προφήτης, ότι «ελογίσθη μετά των ανόμων» (Ησαΐου νγ 12). Ήθελε βέβαια ο δαίμονας να επισκιάσει αυτό που γινόταν, αλλά δεν μπόρεσε. Διότι σταυρώθηκαν μεν οι τρεις, έλαμψε όμως μόνος ο Ιησούς» (Χ).
«Δες όμως τη σοφία του Θεού, πώς και αυτό, το οποίο αυτοί έκαναν για να υβρίσουν τον Κύριο, απέβη σε δόξα του. Διότι και σε αυτόν τον ίδιο το σταυρό έσωσε τον ληστή, το οποίο είναι θαύμα από κανένα άλλο θαύμα μικρότερο» (Θφ).
(4) Για κοροϊδία μπήκε ο Ιησούς στη θέση της τιμής λόγω των βασιλικών του αξιώσεων (F). Υπήρξε καταφρόνηση και θλίψη άλλη όμοια με αυτήν του Ιησού; Αυτός, του οποίου ένδυμα υπήρξε η δόξα, αποστερήθηκε αυτήν ολοτελώς και ντύθηκε την αισχύνη. Αυτός ο οποίος υπήρξε ο αίνος των αγγέλων, κατέστη όνειδος και χλεύη των ανθρώπων. Αυτός ο οποίος υπήρξε η αιώνια χαρά και μακαριότητα στον κόλπο του Πατέρα του, ήδη βρίσκεται στον έσχατο βαθμό του πόνου και της αγωνίας. Δείτε αυτόν ματωμένο· δείτε τον να αγωνίζεται, δείτε τον να πεθαίνει και αγαπήστε τον και ζήστε για αυτόν και φροντίστε, τι θα ανταποδώσετε σε αυτόν.

Ιω. 19,19 ἔγραψε δὲ καὶ τίτλον(1) ὁ Πιλᾶτος καὶ ἔθηκεν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ(2)· ἦν δὲ γεγραμμένον· Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων(3).
19Ο Πιλάτος διέταξε επίσης κι έγραψαν μια επιγραφή, και την τοποθέτησαν πάνω στο σταυρό. Κι έγραφε: «Ιησούς ο Ναζωραίος, Βασιλιάς των Ιουδαίων».
(1) = Επιγραφή με την οποία δηλωνόταν το έγκλημα και η αιτία της ποινής (G). «Δηλαδή αιτία και επιγραφή και δήλωση» (Θφ). Όρος τεχνικός titulus, τίτλος, επιγραφή, σανίδα, αιτία. Κατά τη Ρωμαϊκή συνήθεια ο οδηγούμενος να σταυρωθεί κουβαλούσε αυτός ο ίδιος ή άλλοι κουβαλούσαν μπροστά από αυτόν επιγραφή, στην οποία παρέχονταν ενδείξεις για το έγκλημά του, και η οποία αναρτιόταν πάνω στο σταυρό. Ο Πιλάτος επωφελήθηκε από αυτήν τη συνήθεια για να στιγματίσει τους Ιουδαίους εξαγγέλλοντας ακόμη μία φορά ότι ο εγκληματίας αυτός ήταν βασιλιάς τους (g).
(2) Υπάρχει και η γραφή· επέθηκεν επί του σταυρού. Στο Ματθ. κζ 37 αναγράφεται: Τοποθέτησαν πάνω από το κεφάλι του, το οποίο υπαινίσσεται, ότι ο σταυρός είχε σχήμα που ονομαζόταν Crux immissa με ένα δεύτερο οριζόντιο ξύλο πάνω στο οποίο στήριζαν τους βραχίονες και το οποίο ήταν παράλληλο προς το άλλο στο οποίο καρφώνονταν τα χέρια (β).
(3) Περιλαμβάνει μέσα του ο τίτλος το όνομα (Ιησούς ο Ναζωραίος) και ένδειξη του εγκλήματος με λέξεις σαρκασμού (ο βασιλιάς των Ιουδαίων) (β).
Η προσθήκη της λέξης ο Ναζωραίος στη φράση ο βασιλιάς των Ιουδαίων κάνουν τον σαρκασμό οξύτερο και υβριστικότερο, εφ’ όσον στην ατίμωση του σταυρού προσθέτονταν και η ταπεινή καταγωγή του βασιλιά αυτού των Ιουδαίων (ο).
«Επειδή δηλαδή τον παρέδωσαν ως φαύλο και την απόφαση αυτή επιχειρούσαν να την επιβεβαιώσουν με την σταύρωσή του μαζί με τους ληστές, για να μην μπορεί λοιπόν κανείς να διατυπώσει πονηρές κατηγορίες και να τον κατηγορεί σαν κάποιο φαύλο και πονηρό, φράσσοντας ο Πιλάτος τα στόματα αυτών… και για να δείξει ότι επαναστάτησαν κατά του δικού τους βασιλιά, σαν ακριβώς σε κάποιο τρόπαιο, έτσι έθεσε την επιγραφή, που άφηνε περίλαμπρη φωνή και δήλωνε την νίκη και διακήρυττε την βασιλεία, αν και όχι ολόκληρη» (Χ).
Διότι η επιγραφή αυτή επιβεβαίωνε την αθωότητα του Κυρίου, διότι ανέγραφε κατηγορία, η οποία όπως ήταν διατυπωμένη, δεν εξέφραζε κάποιο έγκλημα. Εάν η όλη κατηγορία, την οποία του απέδιδαν ήταν αυτή, ασφαλώς δεν είχε πράξει τίποτα άξιο θανάτου ή φυλάκισης. Ήταν ο Ιησούς ο Ναζωραίος, ο ευλογημένος Ναζωραίος, ο αφιερωμένος εξ’ ολοκλήρου στο Θεό.
Ήταν ο βασιλιάς των Ιουδαίων, ο Μεσσίας, το άστρο και το σκήπτρο, το οποίο επρόκειτο να ανατείλει από το Ισραήλ, όπως ο Βαλαάμ είχε προείπε. Και πέθαινε για το καλό του λαού, όπως ο Καϊάφας είχε προφητεύσει. Έτσι και οι τρεις αυτοί πονηροί άνδρες ο Βαλαάμ, ο Καϊάφας, ο Πιλάτος, μαρτυρούσαν υπέρ του Χριστού, παρόλο που η πρόθεσή τους δεν ήταν τέτοια.

Ιω. 19,20 τοῦτον οὖν τὸν τίτλον(1) πολλοὶ ἀνέγνωσαν τῶν Ἰουδαίων, ὅτι(2) ἐγγὺς ἦν τῆς πόλεως ὁ τόπος(3) ὅπου ἐσταυρώθη ὁ Ἰησοῦς· καὶ ἦν γεγραμμένον ἑβραϊστί, ἑλληνιστί, ῥωμαϊστί(4).
20Αυτή την επιγραφή τη διάβασαν πολλοί από τους Ιουδαίους, γιατί ο τόπος όπου σταυρώθηκε ο Ιησούς ήταν κοντά στην πόλη, και η επιγραφή ήταν γραμμένη εβραϊκά, ελληνικά και λατινικά.
(1) «Ήταν δηλαδή τοποθετημένη μπροστά σε όλους, ομολογώντας ολοφάνερα τη βασιλεία του Σωτήρα μας με τρεις γλώσσες που ήταν οι πιο διάσημες από όλες έως τότε και προσφέροντας στον σταυρωμένο την έναρξη κατά κάποιο τρόπο της προφητείας που ειπώθηκε για αυτόν. Διότι είπε σε κάποιο σημείο ο Δανιήλ ο σοφότατος, ότι σε Αυτόν δόθηκε η τιμή και η βασιλεία και σε αυτόν θα δουλεύσουν όλες οι φυλές και οι γλώσσες» (Κ).
Έτσι ο Κύριος υψώθηκε (Ιω. ιβ 32) και άρχισε να ελκύει τα έθνη προς τον εαυτό του. Η βασιλεία του εγκαθιδρύθηκε. Ανεβάστηκε στο θρόνο του, θρόνο αισχύνης αλλά και δύναμης· το στέμμα της δόξας και των αγκαθιών είναι στο μέτωπό του. Και πάνω από το κεφάλι του είναι ο τίτλος του: ο βασιλιάς του Ισραήλ, ο βασιλιάς στη βασιλεία του Θεού. Διότι έτσι ήταν αναγκαίο να ιδρυθεί και πάνω στη γη η βασιλεία του Θεού, αφού αυτή πρέπει να κυριαρχεί στις καρδιές και τις θελήσεις των ανθρώπων. Ο υιός του ανθρώπου έπρεπε να πάθει. Και βασιλεύει από το Ξύλο (τ).
Διάβασαν τον τίτλο αυτόν πολλοί από τους Ιουδαίους, όχι μόνο από τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ, αλλά και από την υπόλοιπη χώρα της Παλαιστίνης, ξένοι και προσήλυτοι οι οποίοι είχαν έλθει στα Ιεροσόλυμα για τη γιορτή του Πάσχα. Πλήθη πολλά τη διάβασαν και έδωσε η επιγραφή αφορμή σε ποικίλες σκέψεις και θεωρίες, αναλόγως των διαθέσεων αυτών που την διάβαζαν.
(2) Ο λόγος για τον οποίο πολλοί από τους Ιουδαίους διάβασαν τον τίτλο.
(3) Το «τῆς» να το συντάξεις με το ἐγγὺς (b). Όχι ο τόπος της πόλης ήταν κοντά, αλλά ο τόπος, όπου σταυρώθηκε ο Ιησούς ήταν κοντά στην πόλη. Η πρώτη σύνταξη προϋποθέτει ότι ο Ιησούς σταυρώθηκε σε τόπο που βρισκόταν μέσα στην πόλη. Αλλά ο Ιησούς έπαθε έξω από την πύλη σύμφωνα με το Εβρ. ιγ 12, δες Ματθ. κζ 32, Πράξ. ζ 58 (β).
(4) «Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι πολύ έξυπνα βεβαίως και με ένα θεϊκό και ανέκφραστο σχέδιο τοποθετήθηκε ο τίτλος να έχει τριπλή την γραφή, στα Εβραϊκά, τα Ρωμαϊκά, τα Ελληνικά» (Κ). Με τις τρεις γλώσσες της επιγραφής δόθηκε στο περιεχόμενό της η μεγαλύτερη δυνατή δημοσιότητα. Ο Ιησούς στην κατώτατη βαθμίδα της ταπείνωσής του διακηρύχτηκε Βασιλιάς-Μεσσίας στις τρεις κυριότερες γλώσσες του τότε κόσμου (g).
«Διότι οι τρεις αυτές γλώσσες ήταν διαδεδομένες περισσότερο από τις άλλες στον τόπο εκείνο· η Εβραϊκή εξαιτίας των Ιουδαίων, οι οποίοι καυχιόντουσαν για το νόμο του Θεού· η Ελληνική εξαιτίας των σοφών μεταξύ των εθνών και η Λατινική εξαιτίας των Ρωμαίων, οι οποίοι τότε ασκούσαν κυριαρχική εξουσία σε πολλές και σχεδόν σε όλες τις χώρες» (Αυ).
Η Εβραϊκή ήταν η εθνική γλώσσα, η Ελληνική κατανοούνταν καθολικά σαν ένα είδος διεθνούς γλώσσας και η Ρωμαϊκή ήταν η επίσημη γλώσσα. Σε κάθε μία από τις γλώσσες αυτές ο Χριστός διακηρύχτηκε βασιλιάς, στον οποίο όλοι οι θησαυροί της αποκάλυψης, της σοφίας και της δύναμης είναι απόκρυφοι. Και με την αναγραφή της επιγραφής στις τρεις γλώσσες υποδηλωνόταν ότι ο Ιησούς Χριστός θα ήταν ο Σωτήρας όλων των εθνών και όχι μόνο των Ιουδαίων και ότι όλα τα έθνη θα άκουγαν στη δική τους διάλεκτο τα μεγαλεία του Λυτρωτή.

Ιω. 19,21 ἔλεγον οὖν τῷ Πιλάτῳ οἱ ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων(1)· μὴ γράφε(2), ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων, ἀλλ᾿ ὅτι ἐκεῖνος(3) εἶπε, βασιλεύς εἰμι τῶν Ἰουδαίων(4).
21Διαμαρτύρονταν, λοιπόν, οι αρχιερείς των Ιουδαίων στον Πιλάτο: «Μη γράφεις “Βασιλιάς των Ιουδαίων”, αλλά ότι “εκείνος είπε, Είμαι βασιλιάς των Ιουδαίων”».
(1) Η φράση αυτή που δεν συναντιέται κάπου αλλού είναι αξιοσημείωτη. Σημαίνει, ότι αυτοί ενεργούσαν εδώ ως υπερασπιστές των συμφερόντων του θεοκρατικού λαού (g).
(2) «Δεν αντέχουν τα γραφόμενα στην επιγραφή οι διδάσκαλοι των Ιουδαίων και εισέβαλλε μέσα τους δριμύς φθόνος και αρνούνται πάλι την βασιλεία του Χριστού και λένε ότι αυτός μεν δεν εξουσίασε αληθινά, ούτε βεβαίως τον παραδέχτηκαν ποτέ ως τώρα ως βασιλιά, αλλά λένε ότι αυτός χρησιμοποίησε έναν τέτοιο λόγο» (Κ).
Όπως ήταν η επιγραφή, δήλωνε, ότι «είναι απόφαση και κοινή γνώμη» των Ιουδαίων που τον ανακήρυξε βασιλιά, «αν όμως προστεθεί ότι «εκείνος είπε», αποδεικνύεται ότι η κατηγορία ήταν αποτέλεσμα της δικής του αυθάδειας και αλαζονείας» (Χ).
Ο σιναϊτικός κώδικας αποσιωπά τους στίχους 20 και 21 μέχρι το «ἀλλ᾿ ὅτι ἐκεῖνος» που δεν συμπεριλαμβάνεται.
(3) Χρησιμοποιούν ήδη ονομασία για αυτόν τέτοια, σαν για έναν, τον οποίον απομάκρυναν από αυτούς (b). Εκείνος είπε. Ελέγχονται και πάλι να είναι γεμάτοι από πείσμα και κακία εναντίον του Χριστού. Δεν ήταν αρκετό ότι είχαν σταυρώσει αυτόν, αλλά ήθελαν να συσταυρώσουν και το όνομά του. Ζητούν να αποδώσουν σε αυτόν κακό χαρακτηρισμό και να τον παρουσιάσουν ως σφετεριστή τιμών και εξουσιών, οι οποίες δεν του ανήκαν.
Αλλά ο Χριστός ούτε διεκδίκησε ποτέ βασιλικό στέμμα επίγειο, ούτε είχε πει ότι είμαι βασιλιάς των Ιουδαίων, με την έννοια που το εννοούσαν αυτό οι αρχιερείς. Λένε, ότι εκείνος είπε Είμαι Βασιλιάς των Ιουδαίων, χωρίς να αποδεικνύουν εάν και πού και πότε είπε αυτό.
(4) Αγνοούν «και αυτό, ότι δηλαδή δεν θα μπορούσε ποτέ να πει ψέματα η φύση της αλήθειας· και αλήθεια είναι ο Χριστός. Επομένως λοιπόν είναι βασιλιάς των Ιουδαίων, αφού αποδεικνύεται ότι έτσι αποκάλεσε τον εαυτό του, όπως και αυτοί οι ίδιοι το ενισχύουν αυτό με τα δικά τους λόγια» (Κ).
«Ο Χριστός λοιπόν είναι ο βασιλιάς των Ιουδαίων, αλλά εκείνων οι οποίοι είναι Ιουδαίοι με περιτομή καρδιάς, στο πνεύμα και όχι στο γράμμα· των οποίων ο έπαινος είναι όχι από τους ανθρώπους, αλλά από το Θεό· οι οποίοι ανήκουν στην ελεύθερη Ιερουσαλήμ, την στους ουρανούς αιώνια μητέρα μας, την πνευματική Σάρρα, η οποία έβγαλε την δούλη και τα τέκνα της από το σπίτι της ελευθερίας» (Αυ).

Ιω. 19,22 ἀπεκρίθη ὁ Πιλᾶτος(1)· ὃ γέγραφα, γέγραφα(2).
22Τότε ο Πιλάτος αποκρίθηκε: «Ό,τι έγραψα, έγραψα».
(1) Η απάντηση του Πιλάτου είναι απάντηση εξοργισμένου άντρα, που έχει την απόφαση να μην υποχωρήσει πλέον σε κάτι στους πανούργους και μοχθηρούς εχθρούς του Ιησού (ο).
(2) Ο παρακείμενος δηλώνει το συντελεσμένο ήδη γεγονός. Βρίσκουμε εδώ τον Πιλάτο, τέτοιον όπως ο Φίλων τον χαρακτηρίζει, δηλαδή με πεισματικό και άκαμπτο χαρακτήρα (g).
«Τους ξεφορτώνεται ο Πιλάτος που θέλουν να ζητήσουν να αλλάξει η επιγραφή και δεν επιτρέπει να αδικήσουν μέχρι τέλους την δόξα του Σωτήρα μας, και αυτό το έκανε εννοείται με ένα θείο και ανέκφραστο νεύμα (παρακίνηση). Διότι είναι μπηγμένη και ασυκοφάντητη η βασιλεία του Χριστού, έστω και αν δεν το θέλουν οι Ιουδαίοι, οι οποίοι επιχειρούν να παραχαράξουν την ομολογία της δόξας σε αυτόν» (Κ).
Είναι αξιοσημείωτο, ότι όταν οι Ιουδαίοι απορρίπτουν το Χριστό, και δεν θέλουν να έχουν αυτόν βασιλιά, ο Πιλάτος μολονότι εθνικός, επιμένει να μην διαγραφεί, ότι είναι βασιλιάς. Αυτό αποτελεί ένα προοίμιο εκείνου, το οποίο επρόκειτο να συμβεί μετά από λίγο, όταν τα έθνη θα υποτάσσονταν στη βασιλεία του Μεσσία, εναντίον της οποίας οι Ιουδαίοι που απίστησαν είχαν αποστατήσει.

Η διανομή των ιματίων
Ιω. 19,23 Οἱ οὖν στρατιῶται ὅτε ἐσταύρωσαν τὸν Ἰησοῦν(1), ἔλαβον τὰ ἱμάτια αὐτοῦ(2) καὶ ἐποίησαν τέσσαρα μέρη(3), ἑκάστῳ στρατιώτῃ μέρος, καὶ τὸν χιτῶνα(4)· ἦν δὲ ὁ χιτὼν ἄῤῥαφος(5), ἐκ τῶν ἄνωθεν(6) ὑφαντὸς δι᾿ ὅλου(7).
23Όταν, λοιπόν, οι στρατιώτες σταύρωσαν τον Ιησού, πήραν τα ρούχα του και τα μοίρασαν σε τέσσερα μερίδια, ένα μερίδιο για κάθε στρατιώτη. Πήραν επίσης και το χιτώνα, που ήταν χωρίς καμιά ραφή, υφαντός ολόκληρος από πάνω μέχρι κάτω.
(1) Δηλαδή κάρφωσαν αυτόν πάνω στο ξύλο και έστησαν το σταυρό στη θέση του (ο). Ο σιναϊτικός κώδικας γράφει: Οἱ οὖν στρατιῶται οι σταυρώσαντες τὸν Ἰησοῦν.
(2) Ο Ρωμαϊκός νόμος De bonis damnatorum (=περί των αγαθών ή της περιουσίας των καταδίκων) απέδιδε στους εκτελεστές τα ενδύματα των εκτελουμένων (g).
«Παρόλο που και οι τέσσερεις ευαγγελιστές αναφέρον αυτό, οι άλλοι όμως κάνουν αυτό συντομότερα από τον Ιωάννη και η σημείωσή τους για αυτό είναι ασαφής, ενώ του Ιωάννη γίνεται με τον σαφέστερο δυνατό τρόπο» (Αυ).
Ο Ιησούς λοιπόν πάνω στο σταυρό γυμνός. Τι ντροπή! Η ντροπή της γυμνότητας ήλθε μαζί με την αμαρτία. Εκείνος λοιπόν ο οποίος έγινε αμαρτία για μας, υπέστη και την αισχύνη αυτή, για να απαλλάξει εμάς από αυτήν. Γυμνώθηκε, για να ντυθούμε εμείς με ενδύματα λευκά (Αποκ. γ 18) και έτσι ώστε αφού γδυθούμε να μην βρεθούμε γυμνοί.
(3) «Ο Ιωάννης αφηγείται και πόσα μέρη έκαναν από τα ιμάτιά του, δηλαδή τέσσερα, για να μπορεί κάθε στρατιώτης να πάρει από ένα. Από αυτό φαίνεται, ότι ήταν τέσσερεις στρατιώτες, οι οποίοι εκτέλεσαν τις σχετικά με την σταύρωση διαταγές του επιτρόπου της Ρώμης» (Αυ).
Σύμφωνα με το Πράξ. ιβ 4 τα στρατιωτικά αποσπάσματα αποτελούνταν από τετράδες στρατιωτών.
(4) Το εσωτερικό ένδυμα, που κάλυπτε συνήθως το γυμνό σώμα (G) και αντιστοιχεί με το δικό μας πουκάμισο.
(5) Χωρίς κάποια ραφή, όπως ήταν το εφώδ ή ο ποδήρης (μέχρι τα πόδια) υποδύτης (ένδυμα κάτω από το θώρακα) του αρχιερέα των Ιουδαίων (Εξοδ. κη 27 και εξής, Ιωσήπου Ιουδ. Αρχαιολ. ΙΙΙ,VII 4), τον οποίο ο Ιώσηπος ονομάζει χιτώνα, μολονότι δεν μπορεί να ταυτιστεί με τον καθ’ αυτό χιτώνα, ο οποίος ήταν εσωτερικό ένδυμα (β). Ο χιτώνας αποτελούνταν συνήθως από δύο τεμάχια, τα οποία συρράπτονταν μεταξύ τους στους ώμους και στις πλευρές (ο).
(6) Με έννοια τοπική όπως στο Ματθ. κζ 51, Μάρκ. ιε 38 (C).
(7) Ήταν υφασμένος σε όλη την έκτασή του (g). Το ένδυμα άρχιζε από το ανώτερο μέρος και ήταν υφασμένο έως κάτω. Η λεπτομέρεια αυτή για την κατασκευή του δείχνει, ότι είχε υφανθεί με πολλή δεξιότητα. Ήταν πιθανώς αυτός δώρο κάποιου ή κάποιων από τις γυναίκες που τον ακολουθούσαν από τη Γαλιλαία και τον διακονούσαν σύμφωνα με το Λουκά η 3 (ο).
Λιγότερο πιθανώς: «Κάποιοι λένε ότι με αυτό δηλώνεται μία αλληγορία, ότι δεν ήταν απλώς άνθρωπος ο σταυρωμένος, αλλά και από πάνω (από τον ουρανό) είχε τη θεότητα» (Χ).
Ή «Αν κάποιος βεβαίως θα προτιμούσε, τον χιτώνα τον υφαντό από πάνω έως κάτω να του αλλάξει το νόημα, ώστε να δηλώνει το άγιο σώμα του Χριστού, επειδή έγινε αυτό χωρίς σαρκική μείξη και κάποια κατά κάποιο τρόπο ένωση άνδρα και γυναίκας, αλλά υφάνθηκε στη μορφή που του έπρεπε με την ενέργεια του Πνεύματος και την δύναμη από ψηλά, και αυτή η άποψη είναι αποδεχτή» (Κ).
Ο Κυπριανός χρησιμοποιεί τον χιτώνα ως σύμβολο της αδιαίρετης εκκλησίας. Άλλη αλληγορία· το εφώδ του αρχιερέα των Ιουδαίων ήταν υφαντό. Ο Χριστός λοιπόν πάνω στο Σταυρό είναι ο αρχιερέας του κόσμου (Εβρ. γ 1 και εξής) (μ).
Αξιόλογη και η επόμενη παρατήρηση: Όπως ο χιτώνας, τον οποίο ο Χριστός φορούσε κατευθείαν στο σώμα του ήταν άρραφος υφασμένος ολόκληρος από το επάνω μέρος, έτσι και ό,τι ο Ιησούς άφησε είναι μοναδικό, ενιαίο και αρμονικό.
Είτε κρίνουμε αυτόν κατά το θρησκευτικό σύστημα, το οποίο μας κληροδότησε· είτε τον κρίνουμε κατά τον κώδικα της ηθικής, τον οποίο μας παρέδωσε· είτε τον κρίνουμε κατά τον άσπιλο και απολύτως αναμάρτητο χαρακτήρα, τον οποίο μας άφησε ως ύψιστο πρότυπο και ιδεώδες, θα τον βρούμε μοναδικό, εκπληκτικό, ένα στην ιστορία του κόσμου όμοιο του οποίου σε όλα δεν παρουσίασαν αλλά ούτε θα παρουσιάσουν οι αιώνες.

Ιω. 19,24 εἶπον οὖν πρὸς ἀλλήλους· μὴ σχίσωμεν αὐτόν(1), ἀλλὰ λάχωμεν περὶ αὐτοῦ(2) τίνος ἔσται· ἵνα ἡ γραφὴ(3) πληρωθῇ ἡ λέγουσα· διεμερίσαντο τὰ ἱμάτιά μου ἑαυτοῖς, καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρον(4).
24Είπαν τότε μεταξύ τους: «Ας μην τον σκίσουμε, αλλά να ρίξουμε κλήρο για να δούμε ποιος θα τον πάρει». Έτσι εκπληρώθηκε η Γραφή, που έλεγε: Τα ρούχα μου μοιράσαν μεταξύ τους και το ιμάτιό μου το ’βαλαν στον κλήρο.
(1) «Μιλά έτσι, για να αντιληφθούμε, ότι δεν μπήκε λαχνός για τα άλλα ρούχα του· αλλά ο χιτώνας του, τον οποίον πήραν μαζί με τα άλλα ρούχα, δεν διαμοιράστηκε όπως εκείνα… Δεν μπορούσαν οι στρατιώτες να πάρουν μέρος από αυτόν χωρίς να τον σχίσουν, οπότε θα αποκτούσε ο καθένας από αυτούς άχρηστα τεμάχια αυτού. Για να προλάβουν λοιπόν αυτό προτίμησαν να πάει αυτός σε έναν με κλήρο» (Αυ).
(2) Ο Field επιμένει, ότι το ρήμα λαγχάνω με την έννοια του ρίχνω κλήρους είναι χωρίς προηγούμενο, αφού η συνηθισμένη του έννοια είναι επιτυγχάνω με κλήρο ή λαχνό. Ο Σύμμαχος όμως μεταφράζει το Ψαλμ. κα 19 με το ελάγχανον (β).
Υπάρχει και αλληγορική ερμηνεία: «Αφού μοίρασαν σε τέσσερα μέρη τα ρούχα του Σωτήρα, φυλάνε τον ένα αχώριστο… Διότι τα τέσσερα μέρη της οικουμένης μοιράστηκαν κατά κάποιο τρόπο αλλά έχουν και αχώριστο το άγιο όντως ένδυμα του Λόγου, δηλαδή το σώμα του. Διότι αν και κατακόβεται σε κομμάτια στον καθένα και αγιάζει την ψυχή του καθενός μαζί με το σώμα του, με τη δική του σάρκα ο Μονογενής, είναι ολόκληρος και αχώριστος σε όλους και είναι ένας παντού» (Κ).
Ή «τα ιμάτια του Κυρίου Ιησού Χριστού διανεμήθηκαν σε τέσσερα μέρη, που συμβολίζουν την τετραμερή του Εκκλησία, που διαδόθηκε σε όλο τον κόσμο, ο οποίος αποτελείται από τέσσερα μέρη… Αλλά ο χιτώνας, για τον οποίο ρίχτηκαν λαχνοί, σημαίνει την ενότητα των μερών αυτών που επιτυγχάνεται με τους δεσμούς της αγάπης» (Αυ).
(3) Στον Ψαλμό κα 19. Η παράθεση σύμφωνα με τους Ο΄.
(4) «Με αυτά με τα οποία ο διάβολος ενεργεί με πονηρία, με αυτά οι προφητείες εκπληρώνονται. Και δες την αλήθεια: Τρεις ήταν οι σταυρωμένοι. Και όμως, σε αυτόν μόνο εκπληρώνονται τα λόγια των προφητών. Και πρόσεξε την ακρίβεια της προφητείας» (Θφ).
«Ο προφήτης δεν λέει έβαλαν κλήρο αλλά διαμοίρασαν τα ιμάτιά μου. Ούτε λέει αφού έβαλαν κλήρο διαμοίρασαν, αλλά ενώ καμία αναφορά δεν κάνει για κλήρο ως προς τα υπόλοιπα ιμάτια, έπειτα λέει: και για τον ιματισμό μου έβαλαν κλήρο, αναφερόμενος μόνο στο χιτώνα» (Αυ).
«Διότι όχι μόνο ό,τι μοιράστηκαν, αλλά και ό,τι δεν μοιράστηκαν είπε ο προφήτης· διότι τα μεν τα μοίρασαν, τον χιτώνα όμως δεν τον μοίρασαν, αλλά το πράγμα το τακτοποίησαν με κλήρο» (Χ).
Η αχαλίνωτη κριτική ισχυρίζεται, ότι τα δύο μέλη του στίχου που παρατίθεται από τον ευαγγελιστή είναι εξ’ ολοκλήρου ταυτόσημα και ότι ο Ιωάννης παρασύρεται από τη φαντασία του, όταν θέλει να διακρίνει ανάμεσα στην έννοια του «διεμερίσαντο» και του «έβαλαν κλήρο» ή και μεταξύ των λέξεων «ιμάτια» και «ιματισμός».
Αλλά βαθύτερη μελέτη του παραλληλισμού στην εβραϊκή ποίηση δείχνει, ότι το δεύτερο μέλος προσθέτει πάντοτε υπαινιγμό ή ιδέα νέα στην ιδέα του πρώτου. Αλλιώς το δεύτερο μέλος θα ήταν ταυτολογία ανόητη. Δεν είναι επανάληψη, αλλά πρόοδος. Η πρώτη λέξη «ιμάτια» σημαίνει τα διάφορα τεμάχια της ενδυμασίας της εσωτερικής, η δεύτερη «ιματισμός», το καθ’ αυτό ένδυμα, το οποίο αφαιρούμενο αφήνει γυμνό το σώμα (g).

Ο Ιησούς αναθέτει τη μητέρα του στον αγαπημένο μαθητή
Ιω. 19,25 Οἱ μὲν οὖν στρατιῶται(1) ταῦτα ἐποίησαν(2). εἱστήκεισαν(3) δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ(4) τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ(5), Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ(6) καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή.
25Αυτά έκαναν οι στρατιώτες.Κοντά στο σταυρό του Ιησού στέκονταν η μητέρα του, η αδερφή της η Μαρία, γυναίκα του Κλωπά, και η Μαρία η Μαγδαληνή.
(1) Το «μεν» αντιτίθεται στο ακόλουθο «δε». Η άσπλαχνη και ιδιοτελής συμπεριφορά των στρατιωτών αντιτίθεται με την παρουσία των γυναικών από βαθειά συμπάθεια κοντά στο σταυρό (ο). Πολλοί από τους νεώτερους ερμηνευτές συνενώνουν την πρόταση αυτή με τον προηγούμενο στίχο (Webster και Wilkinson, Owen, Fillion, Godet, Bernard, Nestle).
(2) Οι Ρωμαίοι στρατιώτες χωρίς να το καταλαβαίνουν συντέλεσαν στην εκπλήρωση της προφητείας και κάνοντας αυτά σήμαναν την αληθινή έννοια των λόγων του Δαβίδ (g).
(3) «Και το ασθενέστερο φύλο, φάνηκε ανδρειότερο τότε· τόσο πολύ πλέον άλλαζαν τα πάντα» (Χ). «Τι ήταν λοιπόν αυτό που έπεισε τον μακάριο ευαγγελιστή να λεπτολογήσει εδώ ώστε να αναφέρει και την παραμονή των γυναικών στο σταυρό;» (Κ).
Ή, πιο σωστά, διότι ο ευαγγελιστής θέλει να εξιστορήσει επεισόδιο, στο οποίο ο Ιησούς «σταυρωμένος αναθέτει την μητέρα του στον μαθητή, διδάσκοντάς μας μέχρι την τελευταία μας αναπνοή να δείχνουμε κάθε φροντίδα για τους γονείς» (Χ) και στο οποίο η μητέρα του Ιησού θλιμμένη αλλά καρτερική και ανδρεία συμμετέχει στις οδύνες του Υιού της (F).
Ή, ελάχιστα πιθανώς «σκοπός του ευαγγελιστή ήταν να διδάξει και εκείνο, ότι δηλαδή και αυτήν… την μητέρα του Κυρίου την σκανδάλισε αυτό που έγινε τόσο απροσδόκητα… Αφού λοιπόν η μητέρα του έπεσε σε σκάνδαλο και αναμίχτηκε σε αταξία λογισμών, πώς δεν έπρεπε να προνοήσει ο Κύριος;… Γνωρίζοντας λοιπόν τους διαλογισμούς που είχε μέσα της, την παρέδωσε στο μαθητή σαν σε άριστο μυσταγωγό (=αυτός που μυεί και οδηγεί στα μυστήρια), ο οποίος μπορούσε καλά και με ικανότητα να διηγηθεί λεπτομερώς το βάθος του μυστηρίου» (Κ).
Δίκαια θαυμάζει κανείς την δύναμη της θείας χάρης, που ενισχύει τις γυναίκες αυτές και ιδιαίτερα την Παρθένο Μαρία κατά την δεινή αυτή δοκιμασία. Δεν βλέπουμε την μητέρα του Μονογενούς να χτυπά το στήθος της ή να ξεριζώνει τις τρίχες του κεφαλιού της ή να ξεσχίζει τα ρούχα της ή να βγάζει κραυγές γοερές. Αλλά την βλέπουμε με καρτερία να στέκεται κοντά στο σταυρό και τις φίλες της μαζί της. Ασφαλώς και αυτή και εκείνες ενδυναμώνονταν από θεία δύναμη για να δείχνουν τέτοια υπομονή.
(4) Η πρόθεση «παρά» δεν σημαίνει στα πόδια του σταυρού αλλά κοντά σε αυτόν (g).
(5) Διχάστηκαν εδώ οι γνώμες των ερμηνευτών.
Οι μεν υποστήριξαν, ότι πρόκειται εδώ για τρεις μόνο γυναίκες όπου ο Ιωάννης από μετριοφροσύνη δεν αναφέρει την μητέρα του Σαλώμη, η οποία επίσης στεκόταν κοντά στο σταυρό (b).
Συνεπώς εδώ αδελφή της μητέρας του Κυρίου είναι η Μαρία η του Κλωπά. «Και όμως η Θεοτόκος ήταν μονογενής· αλλά επειδή ο Ιωσήφ και ο Κλωπάς ήταν αδελφοί, και είναι συνήθεια στους Εβραίους να ονομάζονται αδελφές και οι γυναίκες των αδελφών… έτσι λοιπόν τη συννυφάδα της, τήν ονόμασε αδελφή. Αλλά ο Ιωσήφ μεν και ο Κλωπάς, οι άνδρες τους, ήταν φυσικοί αδελφοί· αυτές όμως, οι γυναίκες τους, εξ’ αγχιστείας αδελφές» (Ζ).
Άλλοι όμως από τους νεώτερους (Wieseler, Meyer, Luthardt, Weiss, Westcott, Owen, Bernard κλπ.), ενισχυόμενοι και από την διαφορετική γραφή της Πεσσιτώ και της Περσικής και Αιθιοπικής μετάφρασης, ( της μητρός αυτού «και» Μαρία η του Κλωπά) υποστήριξαν, ότι πρόκειται για τέσσερεις γυναίκες και ότι η αδελφή της Θεοτόκου ήταν η Σαλώμη, η μητέρα του ευαγγελιστή.
Έτσι απέφυγαν μεν τη δυσκολία, κατά την οποία δύο αδελφές είχαν το ίδιο όνομα Μαρία, (η οποία όμως και πάλι αποφεύγεται όταν δεχτούμε ότι η σύζυγος του Κλωπά ήταν συννυφάδα της Θεοτόκου), και βρήκαν περισσότερο καλή εξήγηση, το ότι ο Ιησούς εμπιστεύτηκε τη μητέρα του στον Ιωάννη, τον πρώτο ξάδερφό του, και όχι στους λεγόμενους αδελφούς του.
Αλλά εάν τόσο στενή συγγένεια συνέδεε τους γιους του Ζεβεδαίου με τον Ιησού, ρωτά ο g, πώς δεν βρίσκουμε κάποιο ίχνος αυτής στην ευαγγελική ιστορία;
(6) Ο Ηγήσιππος αναφέρει πρώτος, ότι ο αδελφός του μνήστορος Ιωσήφ τον οποίο και αποκαλεί θείο του Ιησού (ή του Ιακώβου) ονομαζόταν Κλωπάς (g).
Σύζυγος αυτού ήταν η Μαρία, η οποία είναι το ίδιο πρόσωπο με την Μαρία την μητέρα του Ιακώβου του μικρού και Ιωσή (Ματθ. κζ 56,Μάρκ. ιε 40,47,ιστ 1,Λουκ. κδ 10). Το όνομα Κλωπάς επίσης είναι Εβραϊκό και δεν πρέπει να συγχέεται με το όνομα Κλεόπας το οποίο προήλθε από συγκοπή από το ελληνικό Κλεόπατρος. Αυτοί που ταυτίζουν τον απόστολο Ιάκωβο του Αλφαίου με τον Ιάκωβο τον αδελφόθεο διακρίνουν τον Κλωπά από τον Αλφαίο (Δες και Plummer στο δικό μας Υπόμνημα στον Ματθαίο σελ. 515).
Ότι όμως ο Ιάκωβος του Αλφαίου πρέπει να διακρίνεται από τον Ιάκωβο τον αδελφόθεο δες στο δικό μας Υπόμνημα στον Μάρκο σελ. 62 και Υπόμνημα στην προς Εβραίους και τις επτά Καθολικές σελ. 171-172.

Ιω. 19,26 Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν(1) τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα(2), λέγει(1) τῇ μητρὶ αὐτοῦ· γύναι(3), ἴδε ὁ υἱός σου(4).
26Ο Ιησούς, όταν είδε τη μητέρα του και το μαθητή που αγαπούσε, να στέκεται πλάι της, λέει στη μητέρα του: «Αυτός τώρα είναι ο γιος σου».
(1) «Προνόησε για τη μητέρα του αδιαφορώντας κατά κάποιο τρόπο για την κορύφωση του δικού του παθήματος. Διότι ήταν χωρίς πάθος ακόμη και την ώρα που έπασχε» (Κ).
«Πρόσεχε σε παρακαλώ πώς, και ενώ ήταν σταυρωμένος, όλα τα έκανε ατάραχος, συνομιλώντας με τον μαθητή για την μητέρα του, εκπληρώνοντας προφητείες, και δίνοντας καλές ελπίδες στο ληστή· αν και βέβαια πριν σταυρωθεί φαίνεται να ιδρώνει, να αγωνιά, να φοβάται… Ας μην τρέμουμε λοιπόν τον θάνατο· βέβαια η ψυχή αγαπά μεν εκ φύσεως την ζωή, αλλά από εμάς εξαρτάται πλέον ή να απαλλαγούμε από τους δεσμούς της και να κάνουμε ανίσχυρη την επιθυμία, ή να δεθούμε στενότερα με αυτούς τους δεσμούς και να κάνουμε πιο τυραννική την επιθυμία.
Διότι όπως ακριβώς έχουμε την επιθυμία της σαρκικής μίξης, όταν όμως φιλοσοφούμε, κάνουμε ανίσχυρη αυτήν την τυραννία, έτσι συμβαίνει και με τη ζωή· όπως δηλαδή έβαλε μέσα μας την σαρκική επιθυμία χάριν της τεκνοποιίας, εξασφαλίζοντας έτσι ο Θεός την διαδοχή μας με τα τέκνα, χωρίς να εμποδίζει να βαδίζουμε την ανώτερη οδό της εγκράτειας, έτσι και έσπειρε μέσα μας τον πόθο της ζωής, εμποδίζοντάς μας να αφαιρούμε τη ζωή μας, μη εμποδίζοντας όμως να περιφρονούμε την παρούσα ζωή.
Και πρέπει γνωρίζοντας αυτά, να διατηρούμε το μέτρο, και ούτε ποτέ με τη θέλησή μας να καταφεύγουμε στο θάνατο, και αν ακόμη υποφέρουμε από αμέτρητα δεινά, ούτε συρόμενοι (στο μαρτύριο) χάριν εκείνων που αρέσουν στο Θεό να φοβόμαστε και να διστάζουμε, αλλά να αναλαμβάνουμε με θάρρος τον αγώνα, προτιμώντας την μέλλουσα ζωή από την παρούσα» (Χ).
Η θλίψη και ο πόνος του Κυρίου ήταν τόσο βαθύς και δριμύς, αλλά και τόσο καθαγιασμένος, ώστε οι ασθενείς μας καρδιές δεν μπορούν να τον κατανοήσουν. Οι εχθροί του τον περιγελούσαν και τον εξευτέλιζαν. Μερικοί μόνο από τους φίλους του στέκονταν κάτω από το Σταυρό του ανίκανοι να προσφέρουν σε αυτόν κάτι περισσότερο από τον φόρο της σιωπηλής τους συμπάθειας. Και ο Πατέρας φαινόταν να τον εγκαταλείπει.
Ήταν πάνω στο σταυρό μόνος, χωρίς κανείς να αντιλαμβάνεται τι αισθανόταν, χωρίς κανείς να μπορεί να τον βοηθήσει. Στη μόνωση του παθήματός του εκείνου λησμονεί και αυτός τον εαυτό του και στρέφει τις σκέψεις του υπέρ των άλλων, όχι υπέρ του εαυτού του. Όταν τον σταύρωσαν, μεσίτευε υπέρ των σταυρωτών· όταν τον περιγελούσαν, έδινε υπόσχεση στον ευγνώμονα ληστή· και ήδη όταν πρόκειται να παραδώσει το πνεύμα, λαμβάνει πρόνοια για τη μητέρα του. Λησμόνησε τη δική του οδύνη η οποία υπήρξε μεγαλύτερη από όσες ποτέ έθιξαν ανθρώπινες καρδιές, για να μπορέσει να ανακουφίσει την οδύνη των άλλων.
(2) «Πάλι κρύβει τον εαυτό του ο Ιωάννης από μετριοφροσύνη· διότι αν ήθελε να καυχηθεί, θα ανέφερε και την αιτία για την οποία αγαπιόταν· διότι φυσικό ήταν να είναι αυτή κάποια μεγάλη και θαυμαστή αιτία» (Χ).
(3) Δεν αποκαλεί αυτήν μητέρα και όταν ακόμη δείχνει τρυφερή μέριμνα για το μέλλον της. Το μητέρα ως τίτλος προσφώνησης από τον Ιησού είχε εγκαταλειφθεί προ πολλού και αντί για αυτόν υποκαταστάθηκε ως συνήθης τίτλος σεβασμού το Γυναίκα (β).
Ίσως απέφυγε το Μητέρα ο Ιησούς και για να μην τυχόν κατά τις σκληρές αυτές στιγμές με την τρυφερή προσφώνηση πληγώσει βαθύτερα την καρδιά της μητέρας, όπως άλλοτε ο Ισαάκ πλήγωσε την καρδιά του Αβραάμ με το Πατέρα μου. Μιλά σαν ένας, ο οποίος δεν θα υπήρχε πλέον σωματικά στον κόσμο αυτόν, όπως μέχρι τώρα, αλλά θα ήταν μετά από λίγο νεκρός για τους αγαπημένους του. Ασήμι και χρυσάφι, ούτε άλλα υπάρχοντα είχε για να αφήσει στη μητέρα του.
Και αυτά τα ρούχα του, τα οποία φορούσε μέχρι πριν λίγο, τα μοιράστηκαν οι σταυρωτές του. Δεν είχε λοιπόν κάποιον άλλον, για να προνοήσει για τη μητέρα του, παρά μόνο τον αγαπημένο του μαθητή, στον οποίο την εμπιστεύεται. Και μας παρέχει έτσι παράδειγμα στοργής γιου προς μάνα. Δίδαξε κατά τις τελευταίες του στιγμές τα παιδιά να προνοούν για τη συντήρηση και υποστήριξη των ηλικιωμένων γονέων τους.
(4) «Δηλαδή αυτός θα είναι για σένα αντί για εμένα» (Ζ).
«Πω, πω, μέγεθος τιμής! Με πόση τιμή τίμησε τον μαθητή! Επειδή δηλαδή αυτός έφευγε πλέον από αυτόν τον κόσμο, παρέδωσε τη φροντίδα της στο μαθητή του διότι, επειδή ήταν φυσικό, σαν μητέρα του που ήταν, να λυπάται και να ζητά την προστασία, πολύ εύλογα εμπιστεύεται αυτήν σε εκείνον που αγαπούσε» (Χ)· «την μητέρα στον μαθητή, την αγαπημένη στον αγαπημένο, την παρθένα στον παρθένο» (Ζ).

Ιω. 19,27 εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου(1). καὶ ἀπ᾿ ἐκείνης τῆς ὥρας(2) ἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια(3).
27Ύστερα λέει στο μαθητή: «Αυτή τώρα είναι η μητέρα σου». Από κείνη την ώρα ο μαθητής την πήρε στο σπίτι του.
(1) «Δηλαδή εσύ θα είσαι για αυτήν αντί για εμένα· οφείλεις να την φροντίζεις ως μητέρα σου» (Ζ).
«Αυτά τα έλεγε με σκοπό να τους ενώσει με την αγάπη» (Χ).
Ο Χριστός στο σταυρό του με την παραγγελία αυτή προς την μητέρα του και τον μαθητή του εγκαθιδρύει νέους δεσμούς, νέες συγγενικές σχέσεις. Δεσμοί οι οποίοι πριν δεν υπήρχαν, σφυρηλατούνται τώρα στο θάνατό του και όπου πριν υπήρχαν δεσμοί απλής συμπάθειας γίνονται στο σταυρό θερμότεροι και ισχυρότεροι.
Αυτοί που ελκύονται από το Χριστό που υψώθηκε στο σταυρό, άγνωστοι έως τώρα οι περισσότεροι από αυτούς, απλώς γνώριμοι μεταξύ τους μερικοί από αυτούς, συνδέονται στο σταυρό και μέσω του σταυρού με δεσμούς οικειότητας και αδελφοσύνης τόσο στενούς και αδιάσπαστους, όσο δεν είναι ούτε αυτοί οι δεσμοί του αίματος και οι δεσμοί από τη συμβίωση και γνωριμία από τη νηπιακή ηλικία.
(2) Μεγάλη ήταν η πίστη της Μαρίας για να στέκεται κοντά στο σταυρό του γιου της (b).
Κάποιοι σκέφτηκαν, ότι αμέσως από τη στιγμή εκείνη ο Ιωάννης απέσυρε την μητέρα του Ιησού από τη σκηνή του πάθους, για να μην παραστεί μάρτυρας και της έσχατής του αγωνίας. Αλλά το κείμενο δεν υπονοεί αυτό αναγκαστικά (ο).
Παρόλ’ αυτά ο g (ομοίως και ο τ) παρατηρεί ότι η Μαρία μη μπορώντας να υποφέρει πλέον το θέαμα αυτό, άφησε αναμφίβολα κατά τη στιγμή εκείνη τον τόπο αυτόν της θλίψης, και το ότι οι συνοπτικοί ευαγγελιστές δεν αναφέρουν ανάμεσα στις γυναίκες που ήταν κοντά στο Σταυρό και την μητέρα του Κυρίου οφείλεται πιθανότατα στο ότι αυτή έφυγε ήδη, και οι συνοπτικοί αναφέρουν τους παρόντες κοντά στο Σταυρό στο τέλος της όλης αφήγησης. Αντιθέτως ο χ., το «από εκείνη την ώρα» το ερμηνεύει από την ώρα, κατά την οποία η θυσία του Χριστού συντελέστηκε. Από αρκετό αριθμό χειρογράφων υποστηρίζεται και η γραφή: απ’ εκείνης της ημέρας.
(3) Αυτό δεν προϋποθέτει ότι ο Ιωάννης είχε και στα Ιεροσόλυμα κάποιο σπίτι, αλλά μόνο κάποιο κατάλυμα. Από τη στιγμή αυτή η Μαρία έμεινε μαζί με τη Σαλώμη.
Κατά τον Νικηφόρο Κάλλιστο (+1350) έζησε η Μαρία κοντά στον Ιωάννη στα Ιεροσόλυμα μέχρι το θάνατό της που συνέβη στο 59ο έτος της ηλικίας της. Δείχνεται ο τάφος της σε κάποιο σπήλαιο, που απέχει κάποια βήματα από τον κήπο της Γεθσημανή (g).
Ο Ιωάννης πρόθυμα παρέλαβε υπό τη φροντίδα του την μητέρα του Ιησού. Όσοι αληθινά αγαπούν το Χριστό και αγαπιούνται από αυτόν, θα σκιρτούν σε κάθε ευκαιρία, η οποία θα τους παρέχεται για να υπηρετήσουν αυτόν ή τους δικούς του.

Ο θάνατος του Ιησού
Ιω. 19,28 Μετὰ τοῦτο(1) εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς(2) ὅτι πάντα ἤδη τετέλεσται(3), ἵνα(4) τελειωθῇ(5) ἡ γραφή, λέγει(6)· διψῶ(7).
28Μετά απ’ αυτό, ο Ιησούς γνωρίζοντας πως όλα είχαν φτάσει πια στο καθορισμένο τέλος, για να εκπληρωθεί η προφητεία της Γραφής, λέει: «Διψώ».
(1) Η φράση αυτή δεν δηλώνει ότι το γεγονός στο στίχο 28-30 ακολούθησε αμέσως μετά από αυτό που εξιστορείται στους στίχους 25-27. Διότι στο μεταξύ παρεμβλήθηκε το σκοτάδι και το τρίωρο χρονικό διάστημα για το οποίο μιλούν οι Συνοπτικοί (Ματθ. κζ 45,Μάρκ. ιε 33,Λουκ. κγ 44). Αλλά σημαίνει, ότι το δεύτερο γεγονός συνέβη μετά το πρώτο.
(2) Υπάρχει και η γραφή: ιδών ο Ιησούς. Ο Ιωάννης δεν αφήνει ποτέ τους αναγνώστες του να λησμονήσουν ότι τα γεγονότα τα οποία αφηγείται, υπήρξαν αιωνίως προκαθορισμένα και ότι ο Ιησούς είχε συνείδηση αυτού (β).
(3) «Δηλαδή ότι τίποτα δεν λείπει από το σχέδιο της θείας οικονομίας… Γνωρίζοντας λοιπόν ότι όλα είχαν εκπληρωθεί» (Χ). Ήλθε σε πέρας ό,τι από απόφαση του πατέρα δηλωνόταν σαφώς στα ιερά βιβλία, ότι έπρεπε να γίνει και να υποφέρει αυτό ο Κύριος (G). Το τετέλεσται λοιπόν, όντας εντονότερη λέξη από τη λέξη εκπληρωθεί, που συνήθως χρησιμοποιείται με αυτήν την έννοια (ο) αναφέρεται στο έργο του Λυτρωτή, το οποίο μπορούσε αυτός να εκπληρώσει αυτό κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής του, ταυτόχρονα όμως και στην προφητική εικόνα, στην οποία το έργο αυτό είχε από πριν γραφτεί (g).
Οπότε σημαίνει και την τέλεια εκπλήρωση από τον Ιησού όλων των προφητειών, οι οποίες αναφέρονταν στη ζωή και στο πάθημά του (F). Σημαίνει την ολοκλήρωση του έργου εκείνου με το οποίο η Γραφή εκπληρώθηκε (C).
«Πάντα ήδη τετέλεσται». Όπως η αναμάρτητη ζωή του Κυρίου υπήρξε εξ’ ολοκλήρου ανόμοια με αυτήν των άλλων αμαρτωλών ανθρώπων, έτσι και ο θάνατός του. Δεν έζησε ο Κύριος για τον εαυτό του, όπως οποιοσδήποτε από τους πολλούς ανθρώπους. Αλλά ούτε και πέθανε, όπως πεθαίνουμε εμείς. Πέθανε, όπως και έζησε, εξ’ ολοκλήρου για την ανθρωπότητα, σύμφωνα με προκαθορισμένη βουλή του Πατέρα του. Εμείς πεθαίνουμε από φυσική ανάγκη. Αλλά ο Κύριος παρέδωσε τη ζωή του εκούσια για χάρη μας και δέχτηκε τον θάνατο, ο οποίος δεν είχε κανένα δικαίωμα πάνω του, για να ζήσουμε εμείς. Όταν λοιπόν λέει Τετέλεσται, αναφέρεται στο υπέρ της ανθρωπότητας έργο, το οποίο από αυτόν και μέσω αυτού έπρεπε να φθάσει σε αίσιο πέρας.
Ο μέγας αγώνας, τον οποίο ήλθε να διεξαγάγει υπέρ της ανθρωπότητας, συντελέστηκε· η αμαρτία του κόσμου συγχωρέθηκε ή τουλάχιστον η πύλη της άφεσης ανοίχτηκε ελεύθερη σε όλους που με πίστη μετανοούν. Και όπως η ανάπαυση του Θεού από τα έργα της δημιουργίας, ήταν κατάπαυση στην οποία ο Θεός δεν έπαυσε να εργάζεται αλλά εξακολουθεί να προνοεί και να κυβερνά τον κόσμο, έτσι τώρα και ο Χριστός θέτοντας τη ζωή του και τον εαυτό του θεμέλιο της καινής κτίσης και γενόμενος ακρογωνιαίος λίθος της εκκλησίας του από τον ουρανό πλέον θα εξακολουθεί να κυβερνά και να κατευθύνει στον ουρανό την επί γης στρατευομένη εκκλησία του.
(4) Το ἵνα εξαρτάται όχι από το τετέλεσται, όπως φρονεί ο b, και κάποιοι άλλοι από τους νεώτερους, αλλά από το λέγει. «Πάλι εδώ εκπληρώνοντας προφητεία, λέει Διψώ» (Χ).
Τι σεβασμό έδειχνε ο Χριστός στην Γραφή! Όταν τον μαστίγωναν και του έβαζαν αγκάθινο στεφάνι στο κεφάλι δεν φώναξε: Ω! το κεφάλι μου! Ω! η πλάτη μου! Αλλά τώρα λησμονώντας τους πόνους του και ενθυμούμενος, ότι και κατά το σημείο αυτό έπρεπε να εκπληρωθεί η Γραφή, φωνάζει: Διψώ.
Έτσι αποδεικνύεται μία ακόμη φορά ως ο αληθινός Μεσσίας, στον οποίο αφ’ ενός εκπληρωνόταν επακριβώς η Γραφή και επαληθεύονταν στο πρόσωπό του οι προφητείες· αφ’ ετέρου απέβλεπε αυτός με πολλή ακρίβεια στην εκπλήρωση της Γραφής. Πράγματι. Δεν ήρθε για να καταργήσει το νόμο ή τους προφήτες, αλλά για να συμπληρώσει.
(5) Σημαίνει ολόκληρη και τέλεια εκπλήρωση (ο). Δεν πρόκειται για την εκπλήρωση της ειδικής αυτής προφητείας μόνο, αλλά για εκπλήρωση λεπτομέρειας, με την οποία θα παρουσιάζονταν όλες οι προφητείες της Γραφής να εκπληρώνονται σε όλες τις λεπτομέρειές τους. Υπάρχει και η γραφή του σιναϊτικού και πολλών χειρογράφων πληρωθῇ αντί για τελειωθῇ.
(6) Λέγοντας ο Ιησούς Διψώ ήθελε πράγματι να προκαλέσει την εκπλήρωση της προφητείας στο Ψαλμ. ξη 22 «και εις την δίψαν μου επότισάν με όξος». Ο Ιησούς από πολλή ώρα βασανιζόταν από τη δίψα και θα μπορούσε μέχρι τέλους να αντισταθεί στο αίσθημα αυτό το βασανιστικό, όπως είχε πράξει μέχρι τη στιγμή αυτή. Δεν πράττει όμως αυτό, διότι γνώριζε, ότι απέμενε ακόμη για εκπλήρωση και η προφητεία αυτή, για την οποία ήθελε να εκπληρωθεί χωρίς κάποια αργοπορία (g).
Το πρώτο λοιπόν ελατήριο, που τον παρακίνησε στο να κράξει το Διψώ, ήταν η δίψα, από την οποία υπέφερε· το δεύτερο ήταν η υπακοή στις Γραφές και η επιθυμία του να εκπληρωθούν αυτές σε όλες τις λεπτομέρειές τους (ο).
(7) «Στις τελευταίες στιγμές παθαίνει πάλι η σάρκα κάτι δικό της και φυσικό. Δέχεται δηλαδή μέσα της το αίσθημα της δίψας επειδή είχε ξηραθεί από τις πολλών ειδών κακώσεις. Διότι ήταν φοβεροί οι πόνοι, ώστε να τον αναγκάσουν να διψάσει, πόνοι οι οποίοι με μία εσωτερική και ανέκφραστη θερμότητα δαπανούσαν την φυσική υγρασία που υπάρχει στο βάθος του σώματος και οι οποίοι με κάποιες καυτερές προσβολές έκαιγαν τελείως τα σπλάχνα αυτού που έπασχε. Δεν ήταν βεβαίως δύσκολο στον Θεό Λόγο που μπορεί τα πάντα, να απομακρύνει και αυτό (=τη δίψα) από τη σάρκα του. Αλλά όπως ακριβώς εκούσια (=με τη θέλησή του) άφησε να πάθει και τα άλλα, πάσχει και αυτό με εκούσια βούληση. Για αυτό λοιπόν ζητούσε να πιει» (Κ).
Αισθάνεται στο σταυρό την μέγιστη και φλογερότερη δίψα μετά τον ιδρώτα του, τις μεταβάσεις και επανόδους του μεταξύ Καϊάφα, Ηρώδου, Πιλάτου, τα λόγια του, την φραγγέλωσή του και τα καρφιά (b).
Η δίψα ήταν ένα από τα σκληρότερα μαρτύρια των σταυρωμένων, οι οποίοι κατακαίγονταν από σφοδρό πυρετό, που προξενούνταν από τα τραύματα σε χέρια και πόδια και από το αναγκαστικό τέντωμα του σώματος για ώρες ολόκληρες (F).
Οι τιμωρίες του Άδη παριστάνονται ως ανυπόφορη δίψα στο παράπονο του πλουσίου, ο οποίο ζητούσε σταγόνα ύδατος, για να δροσίσει τη γλώσσα του. Για απαλλαγή μας από την αιώνια αυτή δίψα, στην οποία είχαμε καταδικαστεί, υποφέρει τώρα ο Χριστός από δίψα, από την οποία φλογίζονται τα χείλη του.

Ιω. 19,29 σκεῦος οὖν ἔκειτο ὄξους μεστόν(1)· οἱ δὲ πλήσαντες σπόγγον ὄξους καὶ ὑσσώπῳ περιθέντες(2) προσήνεγκαν αὐτοῦ τῷ στόματι.
29Εκεί κοντά, βρισκόταν ένα σκεύος γεμάτο ξίδι. Οι στρατιώτες βούτηξαν ένα σφουγγάρι στο ξίδι, το στήριξαν στην άκρη ενός κλαδιού από ύσσωπο και το ’φεραν στο στόμα του Ιησού.
(1) Το ποτό που προσφέρθηκε ήδη στον Ιησού δεν είναι το ναρκωτικό, το οποίο αρνήθηκε αυτός να πιει κατά τη στιγμή της σταύρωσης και το οποίο ήταν κρασί εσμυρνισμένο (Μάρκ. ιε 23) ή κρασί αναμιγμένο με χολή (Ματθ. κζ 34). Ο Ιησούς το απέκρουσε, διότι ήθελε να διατηρήσει την τέλεια διαύγεια του πνεύματός του μέχρι τέλους (g).
Το ξύδι αυτό ή ήταν το ποτό posca, μίγμα νερού και ξυδιού, το οποίο συνήθιζαν να πίνουν οι Ρωμαίοι στρατιώτες (F,G), ή ήταν ξύδι ετοιμασμένο ειδικά για τους καταδίκους, όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από το ότι εκτός από το σκεύος, το οποίο περιείχε αυτό, υπήρχε εκεί και σπόγγος και στέλεχος υσσώπου (g).
(2) Ο ύσσωπος είναι θαμνοειδές φυτό, που χρησιμοποιούνταν στους Εβραίους σε λειτουργικούς ραντισμούς (όπως σε μας ο βασιλικός) και ταυτίζεται σήμερα από κάποιους μεν με το origanum Maru, από άλλους πάλι λιγότερο πιθανώς με την copparis pinosa ή με την thymbra spicata (κ).
Ο θάμνος αυτός είναι ύψους ενός μέχρι ενάμιση πόδι. Οπότε πρέπει να δεχτούμε ή ότι ο σταυρός δεν ήταν τόσο ψηλός όσο συνήθως παρουσιάζουν αυτόν αλλά ήταν δυνατόν με τη βοήθεια στελέχους υσσώπου να πλησιάσουν αυτοί που στέκονταν στο έδαφος στα χείλη αυτού που ήταν καρφωμένος σε αυτόν (g) ή ότι, αφού άλλωστε η δέσμη από ύσσωπο χρησιμοποιούνταν για ραντισμό (Εξόδου ιβ 22,Εβρ. θ 19), ο σπόγγος προσαρμόστηκε σε δέσμη από ύσσωπο, και χρειάστηκε και κάποιο ραβδί ή καλάμι για να ανεβαστεί αυτός μέχρι το ύψος του σταυρού. Οι συνοπτικοί δεν μιλούν για ύσσωπο αλλά και στους δύο (Ματθ. κζ 48 και Μάρκ. ιε 36) διαβάζουμε «σπόγγον όξους περιθείς καλάμω» (β).
Την περίπτωση όμως αυτήν ο g διακρίνει ως διαφορετική από αυτήν που αναφέρει ο Ιωάννης. Στα δύο πρώτα ευαγγέλια η κραυγή του Ιησού Ηλεί Ηλεί λιμά σαβαχθανεί προκάλεσε εκ μέρους κάποιου στρατιώτη πράξη ανάλογη, αλλά από αυτήν πέρασαν τρεις ολόκληρες ώρες (g).
Υπάρχει και η γραφή υσσώ περιθέντες= το στήριξαν σε ακόντιο, αλλά αυτή μαρτυρείται μόνο από έναν μικρογράμματο κώδικα του ια αιώνα. Ο σιναϊτικός, βατικανός και κάποια άλλα χειρόγραφα γράφουν: Σπόγγον ουν μεστόν όξους υσσώπω περιθέντες. Ο ύσσωπος χρησιμοποιούνταν για ραντισμό κατά τις εβραϊκές τελετουργικές καθάρσεις (Λευϊτ. ιδ 4,6, Αριθμ. ιθ 18, Ψαλμ. ν 7). Σπουδαιότερη ήταν η χρήση του υσσώπου για τον ραντισμό των θυρών των σπιτιών των Ιουδαίων κατά την περίοδο του Πάσχα σε ανάμνηση του Εξόδου ιβ 22.
Εφ’ όσον όμως ο Ιησούς κατά το τέταρτο ευαγγέλιο είναι ο αμνός του Θεού και η θύρα (Ιω. ι 7) η ενέργεια των στρατιωτών είναι ιδιαίτερα σημαντική υπενθυμίζοντας στον αναγνώστη ότι το ιουδαϊκό Πάσχα εκπληρώθηκε με τη θυσία του αληθινού πασχάλιου αμνού (χ).

Ιω. 19,30 ὅτε οὖν ἔλαβε τὸ ὄξος ὁ Ἰησοῦς εἶπε, τετέλεσται(1), καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν(2) παρέδωκε τὸ πνεῦμα(3).
30Εκείνος όταν γεύτηκε το ξίδι είπε: «Τετέλεσται».Έγειρε το κεφάλι και παρέδωσε το πνεύμα.
(1) Ο λόγος αυτός ήταν στην καρδιά του Ιησού σύμφωνα με τον στίχο 28 και τώρα βγήκε με λόγο από το στόμα του (b). «Τελείωσαν, ολοκληρώθηκαν, δεν λείπει τίποτα» (Ζ). Αυτό αποτελεί κραυγή νίκης. Η αποστολή του Λυτρωτή έχει ήδη συντελεστεί. Σύμφωνα με τους συνοπτικούς ο Ιησούς λίγο πριν το τέλος του έκραξε με φωνή μεγάλη. Η λέξη αυτή εκφωνήθηκε με κραυγή μεγάλη (β). Το διψώ υπήρξε ο πέμπτος λόγος του Κυρίου πάνω στο σταυρό και το Τετέλεσται ο έκτος.
Οι τρεις πρώτοι μεταξύ των επτά αναφέρονται στις προσωπικές σχέσεις· ήταν η προσευχή υπέρ των δημίων του («ἄφες αὐτοῖς…» Λουκάς), η υπόσχεση που δόθηκε στο ληστή («σήμερον μετ᾿ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ» Λουκάς), οι λόγοι προς την μητέρα και τον μαθητή (Ιωάννης).
Οι τρεις επόμενοι αναφέρονται στο σωτηριώδες έργο του· η κραυγή «Θεέ μου, Θεέ μου…» (Ματθ. Μάρκος) στις ηθικές θλίψεις της εξιλαστήριας θυσίας· ο στεναγμός Διψώ (Ιωάννης) στα φυσικά του παθήματα· ο θριαμβευτικός λόγος Τετέλεσται στην ολοκλήρωση αυτών και εκείνων.
Και ο έβδομος και τελευταίος λόγος, που ξεκάθαρα μεν αναφέρεται από τον Λουκά· Πατέρα, στα χέρια σου θα παραδώσω το πνεύμα μου, υποδηλώνεται όμως από τον Ιωάννη με τη φράση «παρέδωσε το πνεύμα» αναφέρεται στον εαυτό του, στο τέλος της επίγειας ζωής του (g).
Τετέλεσται· καθετί που οι προφήτες προείπαν· καθετί που ο Πατέρας ανέθεσε σε αυτόν να φέρει σε πέρας· η δύναμη της αμαρτίας συντρίφτηκε, ο κόσμος νικήθηκε τελείως (τ).
Τετέλεσται. Η κακία και η εχθρότητα των διωκτών του ολοκλήρωσε ό,τι χειρότερο είχε να πράξει εναντίον του. Το ξύδι ήταν το τελευταίο. Η βουλή και η εντολή του Πατέρα του σχετικά με το πάθος του συντελέστηκε. Είχε πει στην αρχή του παθήματός του· Πατέρα, ας γίνει το θέλημά σου. Και τώρα λέει με ικανοποίηση· Έγινε. Τροφή δική του ήταν να τελειώσει το έργο του Πατέρα (Ιω. δ 34).
Και όταν έδωσαν σε αυτόν το ξύδι, η τροφή αυτή χόρτασε αυτόν. Όλοι οι τύποι και οι προφητείες της Π.Δ., οι οποίες αναφέρονταν στο πάθημα του Μεσσία επαληθεύτηκαν και πραγματοποιήθηκαν. Τετέλεσται. Ο τελετουργικός νόμος καταργήθηκε και οι σκιές έφυγαν. Η αλήθεια των πραγμάτων ήλθε ήδη. Την μωσαϊκή οικονομία διαδέχτηκε η χάρη και καλύτερη ελπίδα. Τελείωσε και το πάθημά του, τόσο το της ψυχής του, όσο και το του σώματός του. Όλες οι αγωνίες του και όλοι οι πόνοι του πέρασαν.
Και η ζωή του τελείωσε, διότι ήδη ήλθε η στιγμή να παραδώσει το πνεύμα. Τελείωσε και το έργο της λύτρωσης του ανθρώπου και της σωτηρίας του. Πλήρης ικανοποίηση δόθηκε στη θεία δικαιοσύνη και θανάσιμο χτύπημα στο κράτος του σατανά, και άνοιξε πηγή χάρης, η οποία διαρκώς και ανεξάντλητα θα ρέει, πηγή ειρήνης και μακαριότητας.
(2) Αυτό υποδηλώνει ότι μέχρι τη στιγμή εκείνη είχε το κεφάλι όρθιο (g). «Αλλά τώρα, επειδή τίποτα πλέον δεν απέμενε να επιτελέσει προτού πεθάνει» (Αυ), «όταν όλα συντελέστηκαν, τότε παρέδωσε το πνεύμα» (Ζ).
(3) «Αν και βέβαια η τελευταία εκπνοή δεν συμβαίνει μετά την κλίση του κεφαλιού, εδώ όμως συνέβη το αντίθετο· διότι δεν έγυρε το κεφάλι επειδή εξέπνευσε, πράγμα που συμβαίνει με εμάς. Αλλά εξέπνευσε όταν έγυρε το κεφάλι» (Χ), «για να μάθουμε, ότι, όταν θέλησε, τότε πέθανε» (Ζ).
Το παραδίνω σημαίνει πράξη που έγινε εκούσια και το ρήμα διαλέχτηκε επίτηδες για να τονίσει τον μοναδικό τρόπο του θανάτου του Κυρίου που έγινε σύμφωνα με το Ιω. ι 18 «εξουσία έχω να θυσιάσω αυτήν και εξουσία έχω πάλι να πάρω αυτήν» (β).
Δεν ήταν μόνο το θύμα, αλλά και ο θύτης. Και οι διανοητικές του δυνάμεις ως θύτη ήταν όλες σε αυτόν σε όλη τη θυσία. Η ζωή του δεν πάρθηκε από αυτόν βίαια, αλλά δόθηκε αυτοπροαίρετα. Όσοι σταυρώνονταν σήκωναν μέχρι την τελευταία τους πνοή το κεφάλι για να πάρουν αναπνοή. Αλλά ο Χριστός δείχνοντας, ότι όταν θέλησε, τότε και πέθανε, έγυρε το κεφάλι πρώτα, ετοιμάζοντας τον εαυτό του σαν σε ύπνο. Έγυρε το κεφάλι με υπακοή προς το θέλημα του Πατέρα του.

Η σύντριψη των σκελών και η νύξη της πλευράς
Ιω. 19,31 Οἱ οὖν Ἰουδαῖοι(1), ἵνα μὴ μείνῃ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τὰ σώματα ἐν τῷ σαββάτῳ(2), ἐπεὶ παρασκευὴ(3) ἦν· ἦν γὰρ μεγάλη(4) ἡ ἡμέρα ἐκείνη τοῦ σαββάτου· ἠρώτησαν(5) τὸν Πιλᾶτον ἵνα κατεαγῶσιν αὐτῶν τὰ σκέλη(6), καὶ ἀρθῶσιν(7).
31Ήταν παραμονή του Πάσχα, και οι Ιουδαίοι δεν ήθελαν να μείνουν τα σώματα των σταυρωμένων πάνω στο σταυρό την ημέρα του Σαββάτου, γιατί η μέρα εκείνη ήταν πολύ μεγάλη γιορτή. Γι’ αυτό παρακάλεσαν τον Πιλάτο να διατάξει να σπάσουν τα σκέλη τους και να τους πάρουν από ’κει.
(1) «Οι Ιουδαίοι πάλι, που καταπίνουν την κάμηλο και διυλίζουν τον κώνωπα, ενώ διέπραξαν τόσο μεγάλο τόλμημα, εξετάζουν με λεπτομέρεια την ημέρα» (Χ).
«Διότι να, να! ενώ φόνευσαν το Χριστό φροντίζουν πολύ για το σεβασμό του σαββάτου, και ενώ εξύβρισαν το νομοθέτη με τα τολμήματα που ξεπερνούν κάθε λόγο, προσποιούνται την ευλάβεια προς τον νόμο» (Κ).
(2) Το Δευτερονόμιο (κα 23) θέσπιζε για τον σταυρωμένο ότι δεν θα μείνει νεκρό το σώμα του πάνω στο ξύλο, αλλά με ταφή θα θάψετε αυτόν εκείνη την ημέρα» (Ζ).
Δες και Ιησού Ναυή η 29,ι 26,Ιωσήπου Περί Ιουδ. Πολ. ΙV,5,2. Οι Ρωμαίοι συνήθως άφηναν τα σώματα των καταδίκων πάνω στο σταυρό και γίνονταν λεία των σαρκοφάγων πετεινών ή θηρίων ή και αποσυντίθενταν εκεί (g).
Δεν υπήρχε όμως και νόμος που να απαγορεύει την ταφή. Δες Quintiliani, Declam VI και Φίλωνος προς Φλάκκ. 10, όπου μαρτυρείται η παράδοση στους συγγενείς πτωμάτων που κατεβάστηκαν από το σταυρό και θάφτηκαν.
Για αυτό παρόλο που ο Πιλάτος μπορούσε σε συνηθισμένες περιστάσεις να αρνηθεί στα μέλη του συνεδρίου ό,τι ζητούσαν από αυτόν, δεν εμποδιζόταν όμως και από κάποιο νόμο να ενδώσει στην επιθυμία τους. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά την οποία η Ιερουσαλήμ πλημμυριζόταν από πλήθος προσκυνητών που ήλθαν για το Πάσχα, ήταν επιθυμητό να αποφευχθεί κάθε σύγκρουση μεταξύ Ιουδαίων και της Ρωμαϊκής εξουσίας (β).
(3) Αυτοί που υποστηρίζουν ότι και κατά τον Ιωάννη ο ιουδαϊκός λαός είχε ήδη γιορτάσει το Πάσχα κατά το προηγούμενο απόγευμα, δίνουν στη λέξη παρασκευή την σημασία που και σε μας επικρατεί, κατά την οποία δηλώνει την έκτη ημέρα της εβδομάδας Παρασκευή, και εξηγούν την ιδιαίτερη ιερότητα του Σαββάτου που ακολουθούσε με το γεγονός ότι το Σάββατο αυτό ανήκε στην πασχάλια εβδομάδα. Υπενθυμίζουν επίσης ότι στις 16 Νισάν γιορταζόταν η προσφορά του ιερού δράγματος, πράξη λατρείας γνωστότατη, με την οποία κάθε έτος άρχιζε ο θερισμός.
Αλλά η 16 του Νισάν ήταν τόσο λίγο ημέρα αργίας, ώστε το απόγευμα της 15 προς την 16 μετά την δύση του ηλίου γινόταν η κοπή των στάχυων. Επιπλέον η 16 του Νισάν στο Λευϊτικό κγ 11-14 ονομάζεται επαύριον της πρώτης και επαύριον των σαββάτων. Πώς ήταν λοιπόν δυνατόν αυτή να είναι επισημότερη από την 15 Νισάν; Όσον αφορά τώρα στη σημερινή έννοια της λέξης παρασκευή (=έκτη της εβδομάδας) αποκλείεται αυτή και από την έλλειψη του άρθρου.
Τέλος το «γαρ» που ακολουθεί («ἦν γὰρ μεγάλη…») θέτει σαφώς την ιδέα της προπαρασκευής σε λογική σχέση με αυτήν της έκτακτης αγιότητας του Σαββάτου, το οποίο επρόκειτο να αρχίσει από την 6η εσπερινή ώρα. Από αυτό έπεται ότι η στιγμή του θανάτου του Ιησού ήταν η εσπέρα της 14 και όχι αυτή της 15 Νισάν, διότι η ημέρα της αργίας επρόκειτο να αρχίσει και όχι να λήξει. Οι λέξεις «ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν» σημαίνουν συγχρόνως προπαρασκευή του Σαββάτου (ως Παρασκευή) και προπαρασκευή της μεγάλης ημέρας του Πάσχα (ως παραμονή της 15 Νισάν).
Υπήρχε λοιπόν διπλή προπαρασκευή κατά την ημέρα εκείνη, διότι η επομένη ήταν συγχρόνως σάββατο εβδομάδας και μέγα Σάββατο δηλαδή η πρώτη ημέρα της γιορτής. Με τις λέξεις «ἐπεὶ παρασκευὴ ἦν» ο ευαγγελιστής υπενθυμίζει, ότι η ουσιώδης πράξη της προπαρασκευής δηλαδή ο σφαγιασμός του αμνού είχε γίνει στο ναό κατά τη στιγμή εκείνη και μετά από κάποιες ώρες άρχισε το πασχάλιο δείπνο (g).
(4) «Λέει μεγάλη την ημέρα εκείνου του σαββάτου, διότι δεν είχε την ιερότητα μόνο ως σάββατο, αλλά επειδή σε αυτό έλαχε και η γιορτή των αζύμων· ήταν δηλαδή διπλή γιορτή. Αυτού του είδους τα σάββατα λοιπόν τα ονόμαζαν σάββατα σαββάτων, σαν να λέμε τίμια τιμίων, γιορτές γιορτών, για το διπλό της γιορτής» (Ζ).
(5) «Παρακάλεσαν, ζήτησαν» (Ζ).
(6) «Να συντριβούν τα σκέλη τους για να πεθάνουν γρηγορότερα» (Ζ). Υπήρχε στους Ρωμαίους η συνήθεια της σκελοκοπίας (crucifragium), με την οποία «προκαλούσαν, μέσω της αφόρητης πλέον κάκωσης, θερμότερη την έφοδο του θανάτου σε αυτούς που ήταν ήδη κουρασμένοι» (Κ).
Το μοιραίο ερχόταν πιθανώς με την αιφνίδια ένταση και υπερβολή του πόνου, τη στιγμή που ο πάσχων ήταν ήδη σε κατάσταση έσχατης εξάντλησης (ο). Οσοδήποτε όμως σκληρά και αν ήταν τα πλήγματα όταν δίνονταν σε υγιή και ισχυρό άνδρα, ήταν παρόλ’ αυτά ευεργετικά εάν συντελούσαν στο να επέλθει γρήγορα το τέλος του μαρτυρίου, το οποίο υφίστατο αυτός που αργά πέθαινε στο σταυρό (β).
(7) Ίσως δεν σημαίνει μόνο την απόσπαση από το σταυρό, αλλά και τον εξαφανισμό. Για τον τελευταίο αυτόν ενδιαφέρονταν κυρίως οι Ιουδαίοι (g).

Ιω. 19,32 ἦλθον(1) οὖν(2) οἱ στρατιῶται(1), καὶ τοῦ μὲν πρώτου κατέαξαν τὰ σκέλη καὶ τοῦ ἄλλου(3) τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ(4)·
32Έτσι, οι στρατιώτες ήρθαν κι έσπασαν τα σκέλη του πρώτου, έπειτα του άλλου, που είχαν σταυρωθεί μαζί με τον Ιησού·
(1) «Οι στρατιώτες που διατάχτηκαν αυτό από τον Πιλάτο» (Ζ). Η λέξη «ήλθαν» ερμηνεύεται φυσικότερα, εάν δεχτούμε ότι ανατέθηκε σε άλλους στρατιώτες το έργο της συντριβής των σκελών και όχι στους ίδιους, οι οποίοι είχαν διενεργήσει τη σταύρωση (g).
(2) Ως συνέπεια των διαταγών του Πιλάτου που εκδόθηκαν από την προς αυτόν παράκληση των Ιουδαίων (ο)· «εκπληρώνοντας το αίτημα των Ιουδαίων» (Κ).
(3) Άρα και του μετανοημένου ληστή. Πόνους συχνά δοκιμάζουν και αυτοί που επέστρεψαν και ίσο ποσό εξωτερικών σωματικών δεινών με τους κακούς (b).
Ο ένας από αυτούς τους ληστές είχε μετανοήσει και είχε λάβει από τον Χριστό βεβαίωση ότι μετά από λίγο θα ήταν μαζί του στον Παράδεισο. Και όμως πέθανε με τους ίδιους πόνους και με τον ίδιο οικτρό τρόπο, με τον οποίο και ο μη μετανοημένος ληστής. Πολλοί πηγαίνουν στον ουρανό, μολονότι έχουν αλυσίδες στα χέρια και πεθαίνουν με πίκρα και θλίψη. Οι σκληρές αγωνίες του θανάτου δεν εμποδίζουν τις ανείπωτες ανέσεις, οι οποίες αναμένουν τις άγιες ψυχές μετά θάνατον.
(4) «Με τον Χριστό δηλαδή» (Ζ)

Ιω. 19,33 ἐπὶ δὲ τὸν Ἰησοῦν ἐλθόντες(1) ὡς εἶδον αὐτὸν(2) ἤδη τεθνηκότα(3), οὐ κατέαξαν αὐτοῦ τὰ σκέλη(4),
33όταν όμως ήρθαν στον Ιησού, δεν του έσπασαν τα σκέλη, γιατί τον βρήκαν ήδη νεκρό.
(1) «Ήλθαν σε αυτόν τελευταίο, θέλοντας να τον εξευτελίσουν περισσότερο, για χαρά των Ιουδαίων» (Ζ)· για να προξενήσουν σε αυτόν περισσότερο παρατεταμένους πόνους (b). Ήλθαν με τέτοιες προθέσεις, αλλά η απόφαση του Θεού ήταν άλλη. Οποιεσδήποτε και αν είναι οι αποφάσεις των ανθρώπινων καρδιών, η απόφαση του Κυρίου θα κυριαρχήσει.
(2) Άλλη απόδειξη του πραγματικού θανάτου του Ιησού είναι ότι τα πεπειραμένα μάτια των στρατιωτών αυτών δεν ανακάλυψαν κάποιο σημάδι ζωής (ο). Ο σιναϊτικός κώδικας γράφει: εύρον αυτόν ήδη τεθνηκότα αντί για το ὡς εἶδον αὐτὸν ἤδη τεθνηκότα.
(3) Σύμφωνα με το Μάρκου ιε 44 ο Πιλάτος δοκίμασε έκπληξη διότι ο Ιησούς είχε πεθάνει τόσο γρήγορα· διότι στους σταυρωμένους υπήρχαν και περιπτώσεις κατά τις οποίες ο θάνατος αργούσε να έλθει για δύο ή και τρεις μέρες. Η εξαιρετικά λεπτή φύση μπορεί να αντέξει στη φυσική αγωνία λιγότερο από όσο η πιο βάναυση· ο Ιησούς όμως ήταν ο τέλειος άνθρωπος (β). Αλλά επιπλέον δειχνόταν ότι ο Ιησούς έδωσε τη ζωή του εκούσια και πέθανε όταν αυτός θέλησε.
(4) «Επειδή βρήκαν τον Ιησού να έχει γύρει το κεφάλι, και επειδή τον έπιασαν να έχει ήδη εκπνεύσει, νομίζουν μάταιο πλέον το να του συντρίψουν τα πόδια» (Κ).

Ιω. 19,34 ἀλλ᾿ εἷς τῶν στρατιωτῶν(1) λόγχῃ(2) αὐτοῦ τὴν πλευρὰν(3) ἔνυξε(4), καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ(5).
34Ένας από τους στρατιώτες τού τρύπησε την πλευρά με τη λόγχη, κι αμέσως βγήκε από την πληγή αίμα και νερό.
(1) «Επειδή λοιπόν για λίγο έδειξαν δυσπιστία για το αν είχε ήδη πεθάνει, τον χτυπούν με λόγχη στην πλευρά» (Κ). Η γλώσσα του κειμένου υπονοεί ότι ο στρατιώτης επιζητούσε να διαπιστώσει με βεβαιότητα ότι ο Ιησούς ήταν νεκρός (β). Αν και τα πεπειραμένα τους μάτια είδαν, ότι ήταν ήδη νεκρός, δεν προσπέρασαν, αλλά κατέστησαν το γεγονός του θανάτου του απολύτως βέβαιο με τον αναφερόμενο τρόπο (ο).
Ο Ωριγένης στο Ματθ. κζ 54 φαίνεται να λέει, ότι το τρύπημα με τη λόγχη δινόταν μερικές φορές αντί για τη δική μας χαριστική βολή, για να επισπεύσει το θάνατο των εσταυρωμένων.
(2) Λέγεται μία φορά. Δόρυ με σίδερο οπλισμένο (G). Μακρύ ελαφρύ ακόντιο όχι τόσο βαρύ όσο ο ύσσος (pilum), ο οποίος ήταν το συνηθισμένο όπλο των Ρωμαίων στρατιωτών (β). Τρύπησε με την αιχμή του όπλου δηλαδή με το τριγωνικό σιδερένιο κεφάλι της λόγχης (ο), η οποία δεν θα έθιγε τα οστά του Ιησού (b).
(3) Πιθανώς είχε σκοπό να πλήξει την καρδιά, διότι δεν μπορούμε να υποθέσουμε, ότι η θέση του τραύματος προήλθε από τυχαίο πλήγμα ή ότι τρύπησε την αριστερή πλευρά του Ιησού, διότι πλησίασε το σώμα από εκείνο το μέρος (ο). Η Αιθιοπική όμως μετάφραση (ΣΤ΄ αιώνας) λέει ότι τρυπήθηκε η δεξιά πλευρά, και αυτό ήταν ευρύτατα δεκτό κατά τους αρχαίους χρόνους (δες και Acta Pilati B XI).
Και στη λειτουργία του Χρυσοστόμου (στην Προσκομιδή) συναντιέται η διάταξη: νύττει αυτόν στο «δεξιό» μέρος με λόγχη (β). Μολονότι το δεξί του λειτουργού που νύττει αντιστοιχεί προς το αριστερό του νυττομένου αμνού. Τίποτα παρόλ’ αυτά δεν είναι βέβαιο ως προς το ποια πλευρά τρυπήθηκε.
(4) Λέγεται μία φορά. Συχνά λέγεται στον Όμηρο για βαρύτερα καθώς και για θανάσιμα τραύματα, τα οποία επιφέρονται εναντίον κάποιου (G). Γενικώς όμως χρησιμοποιείται για ελαφρά αγγίγματα. Δες Σοφία Σειράχ κβ 19 και Γ΄ Μακαβ. ε 14. Από το Ιω. κ 25 φαίνεται ότι το τραύμα υπήρξε ευρύ (β). Λιγότερο μαρτυρημένη γραφή, που συναντιέται και στη Βουλγάτα aperuit (=άνοιξε)=
«με την έννοια ότι η οδός της ζωής άνοιξε, από την οποία απέρρευσαν τα μυστήρια της εκκλησίας, χωρίς τα οποία δεν υπάρχει κάποια είσοδος στη ζωή, η οποία είναι η αληθινή ζωή» (Αυ).
Η γραφή προήλθε από παραφθορά (ήνυξε, ένοιξε) της αυθεντικής.
(5) «Είναι υπερφυσικό το πράγμα, και ξεκάθαρα διδάσκει, ότι αυτός που τρυπήθηκε είναι κάτι ανώτερο από άνθρωπος. Διότι από νεκρό άνθρωπο, και αν ακόμη μύριες φορές τρυπήσει κάποιος δεν θα βγει αίμα» (Ζ).
«Μυστήριο απόρρητο τελούνταν· διότι βγήκε νερό και αίμα» (Χ). «Των μεν άλλων λοιπόν νεκρών το αίμα πήζει και δεν τρέχει νερό καθαρό. Το παράδοξο όμως με το νεκρό σώμα του Ιησού ήταν ότι χύθηκε από τις πλευρές αίμα και νερό» (Ω).
Το αίμα εκείνο που έρευσε ήταν παράδοξο· αλλά και το νερό που βγήκε ακόμη περισσότερο παράδοξο. Ότι όμως και τα δύο βγήκαν κατά τον ίδιο χρόνο και όμως χωρισμένα μεταξύ τους υπήρξε το πιο καταπληκτικό από όλα. Από ποιό μέρος του σώματος το αίμα και το νερό βγήκε, από το στήθος ή από την καρδιά ή από κάποιο άλλο; Ποιός μπορεί να καθορίσει; Το νερό υπήρξε διαυγές και πραγματικό· όπως και το αίμα υπήρξε καθαρό και πραγματικό… Η διαβεβαίωση του ευαγγελιστή, ο οποίος υπήρξε συγχρόνως θεατής και μάρτυρας, δείχνει τόσο την αλήθεια, όσο και το μεγαλείο του θαύματος και του μυστηρίου (b).
Ότι το να εκρεύσει αίμα από νεκρό σώμα είναι αφύσικο αναγνωρίστηκε γενικά. Για αυτό το φαινόμενο προτάθηκαν διάφορες φυσικές εξηγήσεις από κάποιους από τους νεώτερους ερμηνευτές. Έτσι η λόγχη ίσως έπληξε διάφορα αιμοφόρα αγγεία, και ενδέχεται να ήλθε σε επαφή με σημεία, στα οποία από εσωτερική αιμορραγία είχε συσσωρευτεί αίμα, και όπου ο ορρός και ο πλακούντας ήταν σε κατάσταση χωρισμού· και κατ’ αρχάς μεν έρρευσε ο ορός μόνος, όταν όμως η λόγχη μπήκε βαθύτερα ίσως έθιξε και σημεία, όπου το αίμα ήταν ρευστό (Ebrard).
Αλλά όταν πληγεί ένα μεγάλο αιμοφόρο αγγείο κάποιου νεκρού, μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να εκρεύσει από το τραύμα αίμα μελανωπό καλυμμένο από στρώμα ορρού. Είναι όμως ελάχιστα πιθανό ότι κάτι τέτοιο θα χαρακτηριζόταν από τον Ιωάννη ως αίμα και νερό (g).
Ο W. Stroud εισηγήθηκε ότι ο θάνατος του Ιησού προήλθε από διάρρηξη της καρδιάς, το οποίο εξηγεί γιατί επήλθε ο θάνατος τόσο σύντομα, και ότι το αίμα και νερό ήταν τα χωρισμένα μεταξύ τους θρόμβος και ορρός της ποσότητας του αίματος που διέφυγε στον περικάρδιο σάκκο, τον οποίο η λόγχη τρύπησε. Αλλά αυτό προϋποθέτει, ότι το τραύμα δόθηκε στην αριστερή πλευρά, για το οποίο όμως δεν έχουμε καμία βέβαιη ένδειξη, αλλά τελείως αντίθετα η παράδοση μιλά για τη δεξιά πλευρά.
Επιπλέον ο C. Creighton παρατήρησε, ότι το αίμα που διέφυγε σε κάποια κοιλότητα εσωτερική από ρήγμα ενός μεγάλου οργάνου δεν εκδηλώνει τάση χωρισμού σε θρόμβο και ορρό αλλά μένει παχύ σκοτεινό κόκκινο αίμα (β). Οι εξηγήσεις αυτές παραμένουν αρκετά απίθανες.
Η φράση αίμα και νερό δηλώνει με τρόπο φυσικό δύο ουσίες που έρρευσαν συγχρόνως, αλλά χωριστές, για τα μάτια του θεατή. Δεν απομένει μπροστά μας παρά μία εξήγηση· να δεχτούμε, ότι το γεγονός αυτό το μυστηριώδες συνέβη παρά τους νόμους της κοινής φυσιολογίας και ότι σχετίζεται με την εξαιρετική φύση σώματος, το οποίο η αμαρτία δεν αλλοίωσε ποτέ, και το οποίο βάδιζε προς την ανάσταση, χωρίς να πρόκειται να διέλθει πρώτα από την αποσύνθεση.
Από τη στιγμή του θανάτου αρχίζει γενικώς η πρόοδος της αποσύνθεσης. Το σώμα του Ιησού έπρεπε από τη στιγμή αυτή να πάρει διαφορετικό δρόμο. Μπήκε στην οδό της δόξας. Εκείνος ο οποίος υπήρξε ο άγιος του Θεού, με την απόλυτη έννοια της λέξης, εξαιρέθηκε επίσης από την διαφθορά (Ψαλμ. ιε 10). Αυτή είναι η έννοια την οποία ο ευαγγελιστής θέλησε να προσδώσει στο μοναδικό αυτό και χωρίς κάποιο προηγούμενο φαινόμενο (g).
Έτσι νέα διαθήκη επικυρώθηκε. Η προς Εβραίους επιστολή υπενθυμίζει στους αναγνώστες της, ότι η πρώτη διαθήκη βεβαιώθηκε με αίμα και νερό και ύσσωπο (Εβρ. θ 19) (χ).
Ο θάνατος του Κυρίου υπήρξε τελείως διαφορετικός από το θάνατο όλων των υπόλοιπων ανθρώπων και φανέρωσε την καλυπτόμενη από την ανθρώπινη φύση θεία προσωπικότητά του με το γεγονός, ότι η διαφθορά και η σήψη, η οποία για μας αρχίζει αμέσως από την πρώτη στιγμή του θανάτου μας, υπήρξε ξένη με το άχραντο σώμα του. Υπήρχε θεία ζωή στο ανθρώπινο σώμα του Ιησού Χριστού, πάνω στην οποία ο θάνατος δεν είχε κάποια εξουσία ή δύναμη. Η νίκη του θανάτου πάνω του υπήρξε προσωρινή και σύντομη, όμοια με τις καλοκαιρινές νύχτες των βορείων περιοχών της γης, στις οποίες το λυκόφως δεν παύει να φωτίζει μέχρι τη στιγμή κατά την οποία το λυκαυγές διαδέχεται αυτό.
Εκτός από την εξήγηση αυτή υπάρχουν στους Πατέρες και συμβολικές εξηγήσεις του μυστηριώδους φαινομένου. Η επικρατούσα, την οποία κάποιοι από τους νεώτερους (χ,τ) θεωρούν ότι επιβεβαιώνεται και από τον ίδιο τον ευαγγελιστή (Α΄ Ιωάννου ε 16) είναι: «Αυτές οι πηγές δεν βγήκαν από το σώμα του απλώς και ως έτυχε, αλλά επειδή από αυτά τα δύο συστάθηκε η Εκκλησία. Και το γνωρίζουν αυτοί που μυούνται στα μυστήρια, που αναγεννιούνται μεν με νερό, τρέφονται δε με αίμα και σάρκα. Από εδώ λαμβάνουν αρχή τα μυστήρια, ώστε, όταν προσέρχεσαι στο φρικτό ποτήριο, να προσέρχεσαι έτσι, σαν να πίνεις από αυτήν την πλευρά» (Χ).
«Διότι το άγιο βάπτισμα είναι όντως του Χριστού και από το Χριστό και η δύναμη της μυστικής ευλογίας (=της Θείας Ευχαριστίας) γεννήθηκε ξανά σε εμάς από την αγία του σάρκα» (Κ).
«Εκείνο το αίμα χύθηκε για την άφεση των αμαρτιών· το νερό εκείνο… χορηγεί μία και μόνη φορά το λουτρό του βαπτίσματος» (Αυ).
Άλλη αλληγορία λιγότερο διαδεδομένη: «Αναβλύζει αίμα και νερό εγκαινιάζοντας δύο βαπτίσματα, αυτό του αίματος, του μαρτυρίου, και αυτό του νερού, της αναγέννησης» (Ζ).
Ερμηνεύεται αλληγορικά επίσης και το τρύπημα της πλευράς: «Τρυπιέται με τη λόγχη στην πλευρά ο Σωτήρας λόγω της τρυπημένης από την αμαρτία πλευρά του Αδάμ, δηλαδή την Εύα, θεραπεύοντας με την πληγή της πλευράς την πληγή της πλευράς» (Ζ).
«Ο δεύτερος αυτός Αδάμ έγυρε το κεφάλι και κοιμήθηκε πάνω στο σταυρό, έτσι ώστε μία σύζυγος [η εκκλησία] να φτιαχτεί για Αυτόν από εκείνο, το οποίο έρρευσε από την πλευρά αυτού που κοιμόταν. Ω θάνατε, μέσω του οποίου οι νεκροί αναστήθηκαν ξανά στη ζωή! Τι μπορεί να είναι καθαρότερο από το αίμα αυτό; Τι ιαματικότερο από το τραύμα αυτό;» (Αυ).

Ιω. 19,35 καὶ ὁ ἑωρακὼς(1) μεμαρτύρηκε(2), καὶ ἀληθινὴ(3) αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία, κἀκεῖνος οἶδεν(4) ὅτι ἀληθῆ λέγει, ἵνα καὶ ὑμεῖς(5) πιστεύσητε(6).
35Αυτός που αναφέρει το γεγονός, το είδε με τα μάτια του, κι αυτό που αναφέρει είναι αληθινό. Ξέρει κι ο ίδιος πως λέει την αλήθεια, ώστε κι εσείς να το πιστέψετε.
(1) «Και αυτός που το είδε»… Αυτοί που αμφισβήτησαν τη γνησιότητα του δ΄ ευαγγελίου παρατήρησαν εδώ ότι ο συγγραφέας του ευαγγελίου διακρίνεται ξεκάθαρα από τον απόστολο και παρουσιάζεται ως αυτός που διερμηνεύει την προφορική μαρτυρία του αποστόλου. Προβλήθηκε λοιπόν ως επιχείρημα υπέρ αυτής της εκδοχής, ότι το «και εκείνος» δηλώνει εδώ τον πραγματικό συγγραφέα, που είναι διαφορετικός από τον Ιωάννη.
Αλλά το εκείνος χρησιμοποιείται στο Ιω. θ 37 από αυτόν που μιλά για τον εαυτό του. Παράλληλο επίσης ομοιότατο βρίσκεται και στον Ιώσηπο (Ιουδ. Πολ. ΙΙΙ, 7,16) όπου χρησιμοποιείται από τον ίδιο τον Ιώσηπο που γράφει για τον εαυτό του η αντωνυμία εκείνος. Γραμματικά εδώ το εκείνος χρησιμοποιείται για έμφαση σε επανάληψη του «αὐτοῦ» που αμέσως προηγήθηκε (αληθινή «αὐτοῦ» εστίν η μαρτυρία) όπως και στο Ιω. ζ 29 (Εγώ γνωρίζω αυτόν διότι από αυτόν είμαι, και εκείνος με…». Δες και ι 1,6 (β).
Άλλωστε εάν ο συγγραφέας του δ΄ ευαγγελίου ήταν άλλος από τον Ιωάννη, με ποιο δικαίωμα θα μαρτυρούσε για τη συνείδηση, την οποία έχει ο Ιωάννης («εκείνος ξέρει ότι λέει την αλήθεια») για το ότι η μαρτυρία του είναι αληθινή; (g).
Ο ε ω ρ α κ ώ ς «αυτός που είδε αυτά… δεν τα άκουσε από άλλον» (Ζ). «Δεν άκουσα από άλλους, αλλά ο ίδιος ήμουν παρών και είδα» (Χ).
(2) Ό,τι είδε με την ιδιότητά του ως αποστόλου, το μαρτύρησε με την ιδιότητά του ως ευαγγελιστή (b). Ο παρακείμενος δηλώνει αυτό που σώζεται στο αποτέλεσμα. Αυτή η μαρτυρία του Ιωάννη βρίσκεται μπροστά μας πάντοτε παρούσα (κ).
(3) Ο σιναϊτικός κώδικας μόνο γράφει αληθής. Το αληθινή όμως δεν σημαίνει, όπως αλλού, αληθής, αλλά μαρτυρία πραγματική, που εκφράζει γεγονός, το οποίο πράγματι συνέβη μπροστά στα μάτια του μάρτυρα (g). Αξιόλογη και η επόμενη: Η λέξη σημαίνει όχι μόνο, ότι το συμβάν είναι ιστορικά αληθινό, αλλά και ότι η παρεχόμενη έκθεση αυτού εκπροσωπεί την πνευματική σημασία και πραγματικότητα των εξωτερικών γεγονότων (μ).
Ο αγαπημένος μαθητής μαρτυρεί ιδιαίτερα και για τη σημασία του συμβάντος. Θεώρησε δηλαδή ότι η κάθαρση (νερό) και η νέα ζωή (αίμα) έρρευσαν από τη συντελεσμένη ήδη θυσία του αμνού του Θεού (χ).
(4) «Με ακρίβεια ξέρει αυτό» (Ζ). Ο ευαγγελιστής εδώ επικαλείται τη συνείδησή του για την αλήθεια της μαρτυρίας του (ο).
«Λέει ότι ο μαθητής που έδωσε μαρτυρία για αυτά, αυτός ο ίδιος έγινε μάρτυρας και θεατής του πράγματος, και γνωρίζει αληθινά, ότι έδωσε μαρτυρία για αληθινά πράγματα, φανερώνοντας με αυτό που είπε τον εαυτό του και όχι βεβαίως κάποιον άλλον. Διότι αρνήθηκε να μιλήσει πιο ξεκάθαρα για τον εαυτό του, αποκρούοντας την εντύπωση της φιλοδοξίας ως ένα πράγμα ασεβές και ως τη χειρότερη ασθένεια» (Κ).
(5) Έτσι ώστε από το αναφερθέν γεγονός και από αυτά που θα αναφερθούν στη συνέχεια να στηριχτείτε στην πίστη, διότι τα γεγονότα αυτά άλλοτε είχαν στηρίξει την πίστη και του ίδιου του συγγραφέα (g).
(6) Με έννοια απόλυτη= όχι απλώς, ότι αυτά είναι αληθινά, αλλά ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός (b).
«Διαβεβαιώνει λοιπόν ο σοφότατος ευαγγελιστής από τα συμβάντα τους ακροατές, ότι ακριβώς αυτός είναι ο Χριστός, που από παλιά προφητευόταν από την Αγία Γραφή. Διότι η έκβαση των πραγμάτων έγινε σύμφωνα ακριβώς με αυτά που είχαν γραφτεί για αυτόν» (Κ). Ο σιναϊτικός και βατικανός κώδικας γράφουν· πιστεύητε αντί για το πιστεύσητε.

Ιω. 19,36 ἐγένετο γὰρ ταῦτα, ἵνα ἡ γραφὴ(1) πληρωθῇ, ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ(2).
36Μ’ αυτά που έγιναν εκπληρώθηκε ο λόγος της Γραφής: Κανένα κόκαλό του δεν θα συντριφθεί.
(1) Εδώ σημαίνει μέρος ή κάποια περικοπή της γραφής. Δες και Μάρκ. ιβ 10,Λουκά δ 21,Πράξ. α 16 (G).
(2) Γύρω στα 60 χειρόγραφα γράφουν απ’ αὐτοῦ αντί για «αὐτοῦ». Η προφητεία αυτή έχει παρθεί από το Εξόδου ιβ 46 και Αριθμοί θ 12, και όχι από το Ψαλμ. λγ 21, διότι το τελευταίο αυτό χωρίο αναφέρεται σε διατήρηση της ζωής του δικαίου, όχι όμως στη διατήρηση της ακεραιότητας του σώματός του (g).
«Διότι αν και αυτό ειπώθηκε για τον αμνό [τον πασχάλιο] των Ιουδαίων, αλλά χάριν της αλήθειας ο τύπος προηγήθηκε και βρήκε εφαρμογή περισσότερο σε αυτό το γεγονός» (Χ).
«Διότι εκείνος ο αμνός ήταν τύπος αυτού» (Θφ).
Ο πασχάλιος αμνός της Π.Δ. δεν σφαζόταν μόνο για ανάμνηση της εξόδου από την Αίγυπτο, αλλά ήταν και προσφορά (Αριθμ. θ 12) και δεν ήταν σωστό να ακρωτηριάζεται. Η προσφορά πρέπει να είναι τέλεια. Αυτό κατά τον Ιωάννη υπήρξε προφητική διάταξη και αναφερόταν στον τρόπο του θανάτου Εκείνου, ο οποίος ήταν ο αληθινός πασχάλιος αμνός, και σε αυτό συμφωνεί και ο Παύλος με όσα λέει στο Α΄Κορ. ε 7 (β).
Ο πασχάλιος αμνός ανήκε στο Θεό και εικόνιζε τον αμνό του Θεού. Να γιατί ο νόμος απαγόρευε ρητά κάθε βίαιη και σκληρή μεταχείρισή του. Για αυτό και τα υπολείμματα των σαρκών έπρεπε να κατακαούν αμέσως μετά το δείπνο (g).
Πολύ αξιόλογες και οι επόμενες παρατηρήσεις: Η εβραϊκή λέξη που αντιστοιχεί στη λέξη οστά σημαίνει και την δύναμη. Δεν έπρεπε λοιπόν κανένα οστό του Χριστού να συντριβεί, για να δειχτεί, ότι αν και ο Κύριος πέθανε με ασθένεια, η δύναμή του στο να σώζει παρέμεινε άθραυστη και ακέραιη. Η αμαρτία συντρίβει τα οστά μας, όπως συνέτριψε και του Δαβίδ τα οστά (Ψαλμ. ν 10 «θα αγαλλιάσουν οστά ταπεινωμένα»). Δεν συνέτριψε όμως και τα οστά του Χριστού, ο οποίος στάθηκε άθραυστος κάτω από το βάρος των αμαρτιών μας ώστε να μας σώζει για πάντα.

Ιω. 19,37 καὶ πάλιν ἑτέρα γραφὴ λέγει(1)· ὄψονται(2) εἰς ὃν ἐξεκέντησαν(3).
37Κι ένας άλλος λόγος της Γραφής λέει: Θα στρέψουν τα μάτια τους σ’ εκείνον που τον κέντησαν με τη λόγχη.
(1) Πρόκειται για το Ζαχαρίου ιβ 10. Εάν ο προφητικός τύπος του πασχαλινού αμνού εκπληρώθηκε «αρνητικά», διότι τα σκέλη του Ιησού «δεν» συντρίφτηκαν όπως συνηθιζόταν σε όσους εκτελούνταν με σταυρό, η προφητεία του Ζαχαρία εκπληρώθηκε «θετικά» με το λογχισμό της πλευράς (β).
(2) Η αντίστοιχη λέξη του εβραϊκού πρωτοτύπου έχει την έννοια της έντονης προσοχής και συνδέεται με μεσσιανική προφητεία, σύμφωνα με την οποία οι Ιουδαίοι υπό την επίδραση της χάρης θα στρέψουν τα βλέμματά τους προς τον Ιησού αναγνωρίζοντας αυτόν Μεσσία τους (ο). Οι Ο΄ μεταφράζουν: Επιβλέψονται πρός με. Πρόκειται για βλέμμα μετάνοιας, ικεσίας, πίστης, το οποίο θα ρίξουν οι Ιουδαίοι που επέστρεψαν σε εκείνον, τον οποίον τρύπησαν. Σκηνή συναρπαστική που περιγράφεται μεγαλοπρεπώς από τον Ζαχαρία στο ιβ 8-14 (g).
Ο Ζαχαρίας μιλά για μετάνοια της Ιερουσαλήμ. Έτσι το παρόν επεισόδιο αναφέρεται στο χρόνο, κατά τον οποίο ο Κύριος θα ελκύσει προς τον εαυτό του όλους, και αυτούς τους σταυρωτές του (τ).
Η προφητεία αυτή εκπληρώθηκε εν μέρει κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, όταν πολλοί από αυτούς που άκουσαν το κήρυγμα του Πέτρου «κατανύχτηκαν στην καρδιά». Θα εκπληρωθεί εξ’ ολοκλήρου όταν «όλος ο Ισραήλ θα σωθεί», αλλά και με οργή, όταν αυτοί που εμμένουν στην απιστία «θα δουν αυτόν αυτοί που τον τρύπησαν και θα θρηνήσουν για αυτόν» (Αποκ. α 7).
«Όταν δηλαδή θα έλθει να κρίνει, τότε θα δουν αυτόν με σώμα καλύτερο και πιο θεϊκό και θα γνωρίσουν αυτοί που τρύπησαν και θα κλάψουν» (Θφ).
(3) Οι Ο΄ βρίσκοντας ίσως ως πολύ έντονο και ανάρμοστο για τον Ιεχωβά το ρήμα που υπάρχει στο πρωτότυπο εβραϊκό, μεταφράζουν «ανθ’ ων κατωρχήσαντο»= ύβρισαν το Θεό με την ειδωλολατρεία (g). Η φυσική όμως μετάφραση της αντίστοιχης Εβραϊκής λέξης είναι εξεκέντησαν, η οποία ακολουθείται και από τους Θεοδοτίωνα και Ακύλα, ενώ ο Σύμμαχος μεταφράζει επεξεκέντησαν (β).
Για να καταλάβουμε καλά, τι ο Ιωάννης αισθάνθηκε κατά τη στιγμή, την οποία περιγράφει εδώ, ας φανταστούμε έναν πιστό Ιουδαίο, που γνωρίζει καλά την Π.Δ. και βλέπει να πλησιάζουν οι στρατιώτες, για να συντρίψουν τα σκέλη των τριών καταδίκων. Τι πρόκειται να συμβεί ως προς το σώμα του Μεσσία, το οποίο είναι ιερότερο από το σώμα του πασχάλιου αμνού; Και να που με συρροή περιστατικών ανέλπιστη το σώμα αυτό διαφεύγει κάθε σκληρή ενέργεια!
Το ίδιο πλήγμα της λόγχης, το οποίο προλαβαίνει την σύντριψη των οστών, εκπληρώνει κατά γράμμα αυτό που προφητεύτηκε από τον προφήτη! Τέτοια θαύματα δεν ήταν ικανά για να ενισχύσουν την πίστη του και την πίστη της Εκκλησίας; (g).

Η ταφή του Ιησού
Ιω. 19,38 Μετὰ δὲ ταῦτα(1) ἠρώτησε τὸν Πιλᾶτον Ἰωσὴφ(2) ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας(3), ὢν μαθητὴς τοῦ Ἰησοῦ, κεκρυμμένος δὲ διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων(4), ἵνα ἄρῃ τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ· καὶ ἐπέτρεψεν ὁ Πιλᾶτος(5). ἦλθεν οὖν καὶ ἦρε(6) τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ.
38Αφού έγιναν αυτά, ο Ιωσήφ από την πόλη Αριμαθαία παρακάλεσε τον Πιλάτο να του επιτρέψει να πάρει από το σταυρό το σώμα του Ιησού. Ο Ιωσήφ ήταν μαθητής του Ιησού, κρυφός όμως, γιατί φοβόταν τους Ιουδαίους. Ο Πιλάτος έδωσε την άδεια. Ήρθε, λοιπόν, ο Ιωσήφ και κατέβασε το σώμα του Ιησού.
(1) Είναι η φράση, με την οποία ο Ιωάννης εισάγει νέα τμήματα της αφήγησής του (β). Πρέπει λοιπόν να το πάρουμε αυτό γενικά και ότι αναφέρεται κυρίως στο γεγονός της άρσης και ταφής του σώματος του Ιησού. Και αυτό διότι κατά την αφήγηση του Μάρκου ο Πιλάτος με την αίτηση του Ιωσήφ εξέφρασε έκπληξη για τον πρόωρο θάνατο του Ιησού. Η αίτηση λοιπόν του Ιωσήφ έγινε πιθανότατα λίγο πριν εκδοθεί η διαταγή για συντριβή των σκελών (ο). Παρόλο που η συντριβή των σκελών δεν έφερνε αμέσως το θάνατο (g).
(2) Ήταν μέλος του συνεδρίου (ευσχήμων βουλευτής Μάρκ. ιε 43) και πλούσιος (Ματθ. κζ 57), και κατά την δίκη του Ιησού δεν είχε συμφωνήσει στην καταδίκη του (Λουκά κγ 51).
(3) Δηλώνει πιθανώς όχι την πόλη Ραμά, που βρίσκεται δύο λεύγες μακριά και βόρεια της Ιερουσαλήμ, ούτε την άλλη Ραμά που σήμερα ονομάζεται Ραμλέχ, που βρίσκεται κοντά στη Λύδδα και δέκα λεύγες βορειοδυτικά της Ιερουσαλήμ, αλλά την Ραμαθαΐμ στη γη του Εφραίμ, την πατρίδα του Σαμουήλ (Α΄Βασ. α 1).
Πάντως ο Ιωσήφ ήταν ήδη εγκαταστημένος στα Ιεροσόλυμα μαζί με την οικογένειά του, διότι κατείχε εκεί οικογενειακό τάφο. Όπως επίσης μπορούμε να συμπεράνουμε από το ότι ο τάφος δεν είχε ακόμη χρησιμοποιηθεί, η μετοίκηση του Ιωσήφ από Αριμαθαία στα Ιεροσόλυμα δεν είχε γίνει προ πολλού χρόνου (g).
(4) Αντιτίθεται η τωρινή τόλμη αυτού και του Νικοδήμου με την λόγω φόβου προηγούμενη επιφυλακτικότητά τους. Ό,τι φαινόταν ότι θα ολοκλήρωνε πλήρως τον φόβο τους, ο επονείδιστος θάνατος του Ιησού, γίνεται αιτία να λάμψει η πίστη των μελών αυτών της Ιουδαϊκής αριστοκρατίας και απελευθερώνει αυτούς από κάθε ανθρώπινο φόβο (g).
«Αυτοί που φοβούνταν να πλησιάσουν φανερά τον Ιησού, τώρα, ενώ βλέπουν οι Ιουδαίοι, ζητούν το σώμα» (αμ). Υπήρξε δειλός μαθητής, αλλά δεν μπορούσε να υποφέρει, το να ατιμαστεί το σώμα του Κυρίου. Όπως συμβαίνει σε πολλές δειλές φύσεις, ισχυρό και βαθύ συναίσθημα υπερίσχυσε, όπου η κλήση της αλήθειας ήταν ανίσχυρη (τ).
Ο Χριστός πάνω στο Σταυρό έχει δύναμη μεγαλύτερη από ότι ο Ιησούς ο Ραββί (Διδάσκαλος), να ελκύει τους ανθρώπους στον εαυτό του (Ιω. ιβ 32) (μ).
Μερικοί, οι οποίοι σε ασθενέστερες δοκιμασίες φαίνονται ανίσχυροι, σε μεγαλύτερες αποδεικνύονται θαρραλέοι. Πράγματι συμβαίνει ενίοτε κάποιο σπέρμα θαμμένο στα βάθη της γης να απαλλάσσεται από το χώμα που το καλύπτει, που εμποδίζει την καρποφορία του, από κάποια βίαιη θύελλα και κοντύτερα προς την επιφάνεια βρισκόμενο να αναφύεται και να καρποφορεί. Και ο χριστιανός ενίοτε είναι δυνατόν να μοιάζει με τέτοιο σπέρμα και να έχει ανάγκη από το τίναγμα, το οποίο η καταιγίδα της δοκιμασίας προκαλεί, για να αφυπνίσει την αγαθή πρόθεσή του και να παρακινήσει αυτόν σε πράξεις ηρωϊκές. Ο ηρωϊσμός του Ιωσήφ και του Νικοδήμου άρχισε, την ώρα που το σκοτάδι κάλυπτε τον Ήλιο της δικαιοσύνης που ήταν καρφωμένος πάνω στο σταυρό.
(5) «Πώς όμως κανείς από τους δώδεκα δεν προσήλθε;… Διότι αν θα ήθελε κάποιος να αναφέρει τον φόβο εκ μέρους των Ιουδαίων, και αυτοί [ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος] κατέχονταν από τον ίδιο φόβο…Για ποιά αιτία λοιπόν; Εγώ νομίζω επειδή ήταν από τους πάρα πολύ επισήμους (και αυτό γίνεται φανερό και από τα εντάφια), και επειδή ήταν και γνωστός του Πιλάτου· για αυτό λοιπόν πήρε και την χάρη» (Χ).
Εάν κανείς δεν παρουσιαζόταν, να ζητήσει το σώμα του Ιησού, οι Ιουδαίοι θα έθαβαν αυτό μαζί με τα σώματα των ληστών. Αλλά ο Θεός διεγείρει τον ευγενή Ιωσήφ. Όταν ο Θεός εργάζεται την βουλή του, μπορεί να βρει τα κατάλληλα πρόσωπα ως όργανά του. Παρατήρησε όμως ως παράδειγμα ταπείνωσης του Ιησού, ότι το τίμιο σώμα του βρίσκεται στην εξουσία ειδωλολάτρη ηγεμόνα και προτού ταφεί πρέπει να ζητηθεί αυτό από αυτόν τον ηγεμόνα. Αλλά και ο Ιωσήφ δεν θα έπαιρνε το σώμα του Χριστού, εάν δεν το ζητούσε από τον Πιλάτο.
Σε αυτά που αφορούν την εξουσία των αρχόντων της γης, οφείλουμε πάντοτε να αποδίδουμε σεβασμό στην εξουσία αυτή και ειρηνικά να υποτασσόμαστε σε αυτήν.
(6) Πριν, σύμφωνα με το στίχο 31, σηκωθούν τα σώματα των σταυρωμένων από τους στρατιώτες ή τους Ιουδαίους. Ο σιναϊτικός γράφει: ήλθαν και ήραν. Ο βατικανός και κάποιοι μεγαλογράμματοι γράφουν το σώμα αυτού, αντί το σώμα του Ιησού.

Ιω. 19,39 ἦλθε δὲ καὶ Νικόδημος(1) ὁ ἐλθὼν πρὸς τὸν Ἰησοῦν νυκτὸς(2) τὸ πρῶτον(3), φέρων μῖγμα σμύρνης(4) καὶ ἀλόης(5) ὡς λίτρας ἑκατόν(6).
39Ήρθε επίσης και ο Νικόδημος, αυτός που την πρώτη φορά είχε πάει νύχτα να συναντήσει τον Ιησού· αυτός έφερε ένα μίγμα από σμύρνα κι αλόη, εκατό περίπου λίτρες.
(1) Παρουσιάζεται πιθανότατο, ότι είχε προσυμφωνηθεί μεταξύ του Ιωσήφ και του Νικοδήμου, ώστε ο ένας να ενεργήσει, για να πετύχει από τον επίτροπο την άδεια να λάβει το σώμα, την ώρα που ο άλλος θα ετοίμαζε τα μύρα και γενικά τα σχετικά με την ταφή (ο).
(2) Αντίθεση μεταξύ της τωρινής θαρραλέας πράξης του Νικοδήμου με την λόγω δειλίας μυστικότητα, με την οποία για πρώτη φορά ήλθε στον Ιησού σύμφωνα με το Ιω. γ 1 (ο). Αναμφίβολα βλέποντας ήδη τον Κύριο κρεμασμένο πάνω στο Σταυρό, θα θυμήθηκε τον τύπο του χάλκινου φιδιού, στον οποίο ο Κύριος από πριν είχε επιστήσει την προσοχή του Νικοδήμου (g).
(3) Ή σημαίνει εδώ όπως και στο ι 40 την αρχή της δημόσιας δράσης του Κυρίου (g).
Ή, πιο σωστά, σημαίνει τον χρόνο, στον οποίο για πρώτη φορά πράττει κάποιος κάτι (G).
«Με την διήγηση λοιπόν αυτή δίνεται σε μας να καταλάβουμε, ότι ο Νικόδημος ήλθε στον Ιησού όχι τότε μόνο, αλλά τότε για πρώτη φορά· και ότι ήταν τακτικός επισκέπτης στη συνέχεια, ώστε μέσω της ακρόασης να αποβεί μαθητής» (Αυ).
(4) Πικρός χυμός, πολυτιμότατο άρωμα, το οποίο αποστάζει από κάποιο δέντρο ή θάμνο στην Αραβία και Αιθιοπία ή και λαμβάνεται με τομές στο φλοιό που γίνονται τεχνικά (G). Ο σιναϊτικός και βατικανός κώδικας γράφουν: έλιγμα σμύρνης, αντί μίγμα σμύρνης.
(5) Όνομα δέντρου αρωματικού, το οποίο φυτρώνει στις ανατολικές Ινδίες και Κοκιγκίνα, του οποίου το απαλό και πικρό ξύλο οι κάτοικοι της ανατολής το χρησιμοποιούσαν για θυμιάματα και για συντήρηση των πτωμάτων (G). Αφού έτριβαν τα αρώματα αυτά κατασκεύαζαν από αυτά ένα μίγμα, με το οποίο άλειφαν ολόκληρο τον επίδεσμο, μέσα στον οποίο θα περιτύλιγαν το σώμα (g). Η σμύρνα και αλόη αναφέρονται μαζί ως ευωδιαστό μίγμα σε πολλά σημεία στην Π.Δ. (Ψαλμ. μδ 8,Άσμα δ 14)(β).
(6) Η Ρωμαϊκή λίτρα αποτελούνταν από δώδεκα ουγκιές. Το βάρος λοιπόν του μίγματος ήταν περίπου 75 λίτρα σημερινά (ο), δηλαδή λίγο παραπάνω από 32 κιλά (F). Ο ευαγγελιστής αναφέρει το βάρος των αρωμάτων, σαν απόδειξη του πόσο μεγάλη ήταν η αγάπη τους προς τον Ιησού (Luthardt=Λούθηρος). Οι εκατό λίτρες υπενθυμίζουν την αφθονία με την οποία η Μαρία έχυσε το μύρο στα πόδια του Ιησού. Σεβασμός πράγματι, βασιλικός (g).
«Διότι δεν τον ενταφιάζουν ως κατάδικο, αλλά με πολυτέλεια» (Θφ). «Σαν κάποιον μεγάλο και θαυμαστό» (Χ). Επέδειξαν όχι μόνο τον από αγάπη σεβασμό, που δείχνουμε σε αγαπημένα ή αξιοσυμπάθητα θύματα, αλλά και τον από εκτίμηση σεβασμό ο οποίος οφείλεται σε μεγάλους άνδρες.

Ιω. 19,40 ἔλαβον οὖν τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἔδησαν(1) αὐτὸ ἐν ὀθονίοις(2) μετὰ τῶν ἀρωμάτων(3), καθὼς ἔθος ἐστὶ τοῖς Ἰουδαίοις(4) ἐνταφιάζειν(5).
40Πήραν το σώμα του Ιησού και το έδεσαν με πάνινες λουρίδες, βάζοντας και τα αρώματα, όπως συνηθίζουν οι Ιουδαίοι να ετοιμάζουν το σώμα για την ταφή.
(1) Πιθανώς έκοβαν το νεκρικό σεντόνι σε λωρίδες, ώστε με αυτές να τυλίξουν τα μέλη του νεκρού το καθένα χωριστά (g). Υπάρχει παρόλ’ αυτά και γνώμη, ότι εκτός από το περιτύλιγμα με τους επιδέσμους τύλιγαν τον νεκρό και με σεντόνι.
(2) Έδησαν εν οθονίοις=Περιτύλιξαν με οθόνια (G), Οθόνια είναι υποκοριστικό του οθόνη= μικρή οθόνη. Ο πληθυντικός σχετικά με τους εντάφιους επιδέσμους Λουκ. κδ 12,Ιω. ιθ 40, κ 5-7 (G).
(3) Οι συνοπτικοί μάς πληροφορούν, ότι οι άγιες γυναίκες είχαν πρόθεση να συμπληρώσουν τον προσωρινό αυτόν αρωματισμό, αλλά μετά το Σάββατο (g).
(4) Αντιτίθεται ο τρόπος αυτός του αρωματισμού με αυτόν των Αιγυπτίων, οι οποίοι αφαιρούσαν τα σπλάχνα και πετύχαιναν με μεθόδους μακρότερες και δυσκολότερες την διατήρηση του σώματος (g).
(5) Ενταφιάζω= επιμελούμαι και προετοιμάζω τα εντάφια, δηλαδή το πτώμα για ταφή με κάθε ετοιμασία και κοσμιότητα, δηλαδή ετοιμάζω για κηδεία με πλύσεις, ρούχα, άνθη, στεφάνια, χρίσεις και σπονδές (G).
Αξιόλογη και η παρατήρηση: Ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος «κάνουν μεν πολυτελή την ταφή, τίποτα όμως θεϊκό δεν φαντάζονται για αυτόν, αλλά συμπεριφέρονται σαν να πρόκειται για απλό άνθρωπο, αφού φέρνουν και τέτοιου είδους αρώματα, τα οποία κατεξοχήν είναι φτιαγμένα από τη φύση τους να διατηρούν για πολύ το σώμα και δεν του επιτρέπουν γρήγορα να παραδοθεί στη φθορά. Το οποίο ακριβώς φανέρωνε για αυτούς, ότι τίποτα το μεγάλο δεν φαντάζονταν» (Θφ).

Ιω. 19,41 ἦν δὲ ἐν τῷ τόπῳ ὅπου ἐσταυρώθη(1) κῆπος(2), καὶ ἐν τῷ κήπῳ μνημεῖον(3) καινόν, ἐν ᾧ οὐδέπω οὐδεὶς ἐτέθη(4)·
41Στο μέρος όπου σταυρώθηκε ο Ιησούς ήταν ένας κήπος, και μέσα στον κήπο ένα καινούριο μνήμα, όπου κανένας δεν είχε ακόμη ταφεί.
(1) Ο Κύριος ετάφη έξω από την πόλη, διότι τέτοια συνήθεια επικρατούσε στους Ιουδαίους, αφού άλλωστε υπήρχε και ειδικός λόγος για αυτό, διότι όταν άγγιζε κάποιος τάφο γινόταν τελετουργικά ακάθαρτος. Αλλά η ανάσταση του Χριστού μετέβαλε την ιδιότητα αυτή του τάφου και απομάκρυνε από τους πιστούς τον μολυσμό του έτσι ώστε αυτοί δεν αναγκάζονται τώρα να τηρούν τους εαυτούς τους σε απόσταση από αυτόν. Είναι τώρα ωφέλιμο να προσερχόμαστε στους τάφους των αγαπημένων μας και να κάνουμε λιγότερο τρομερό σε μας και τον δικό μας τάφο.
(2) Λεπτομέρεια που είναι χαρακτηριστική στον Ιωάννη. Κανείς από τους συνοπτικούς δεν αναφέρει, ότι κοντά στον τόπο της σταύρωσης ήταν κήπος. Στον κήπο της Εδέμ ο θάνατος και ο τάφος πήραν για πρώτη φορά τη δύναμή τους. Και τώρα σε κήπο κατανικιούνται και αφοπλίζονται. Σε κήπο άρχισε το πάθημα του Χριστού και από κήπο θα ανασταινόταν και θα άρχιζε η ανύψωσή του. Ο Χριστός έπεσε σαν κόκκος σταριού πάνω στο έδαφος (Ιω. ιβ 24) και από αυτόν παρήγαγε καρπό σωτηρίας σε όλο το ανθρώπινο γένος.
(3) Λαξευμένο μέσα σε βράχο σύμφωνα με τον Λουκά (κγ 53).
(4) Ο σιναϊτικός και βατικανός αντί για το ετέθη γράφουν ην τεθειμένος. Δες και Λουκ. κγ 53. Για τη λεπτομέρεια αυτή συμφωνούν ο Λουκάς και ο Ιωάννης.
«Όπως στην κοιλιά της Παρθένου Μαρίας κανείς πριν από Αυτόν δεν είχε συλληφθεί και κανείς μετά από αυτόν, έτσι και σε αυτόν τον τάφο, κανείς δεν είχε ταφεί πριν από αυτόν και κανείς μετά από αυτόν» (Αυ).
Τόσο στο μνημείο όσο και στο πουλάρι «πάνω στο οποίο κανείς από τους ανθρώπους έως τότε δεν κάθισε» (Λουκ. ιθ 30) και το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τη θριαμβευτική είσοδο του Ιησού στα Ιεροσόλυμα έχουμε γεγονότα της θείας πρόνοιας, που ανήκουν στη βασιλική δόξα του Ιησού. Όταν υποδέχονται κάποιον βασιλιά, θέτουν σε υπηρεσία του αντικείμενα, τα οποία για πρώτη φορά χρησιμοποιούνται (g).
Ακόμη «ρυθμίζεται από τη θεία οικονομία να τοποθετηθεί σε καινούργιο μνημείο, στο οποίο δεν είχε τοποθετηθεί κανείς, ώστε να μην νομιστεί ότι αναστήθηκε κάποιος άλλος νεκρός, που ήταν θαμμένος μαζί με τον Ιησού» (Χ).
Ούτε να θεωρηθεί, ότι όχι από δική του δύναμη αλλά από δύναμη κάποιου άλλου αναστήθηκε, όπως άλλοτε με την επαφή με τα οστά του Ελισαίου.

Ιω. 19,42 ἐκεῖ οὖν διὰ τὴν παρασκευὴν τῶν Ἰουδαίων(1), ὅτι ἐγγὺς ἦν τὸ μνημεῖον(2), ἔθηκαν τὸν Ἰησοῦν.
42Επειδή, λοιπόν, ήταν παραμονή της γιορτής των Ιουδαίων και το μνήμα ήταν κοντά, ενταφίασαν τον Ιησού εκεί.
(1) «Εξαιτίας της προπαρασκευής, την οποία οι Ιουδαίοι που βρίσκονται στον τόπο μας συνηθέστερα ονομάζουν στα Λατινικά coena pura(=δείπνο καθαρό)» (Αυ). Η φράση αυτή σύμφωνα με αυτούς που δέχονται ότι ο θάνατος του Ιησού έγινε όχι στις 14, αλλά στις 15 του Νισάν σημαίνει για την ημέρα της εβδομάδας Παρασκευή και δηλώνεται με αυτήν ότι και η επομένη ημέρα ήταν ημέρα αργίας και για αυτό η πριν από αυτήν ημέρα, μολονότι ήταν ημέρα αργίας και αυτή, γινόταν για την επομένη, ημέρα προπαρασκευής. Αλλά εάν η πρώτη των δύο αυτών ημερών ήταν ημέρα αργίας, όπως και η επομένη, η μεταφορά νεκρού, την οποία ήθελαν να προλάβουν για να μην γίνει την επομένη, δεν επιτρεπόταν να γίνει ούτε σε αυτήν την πρώτη ημέρα.
Η έννοια λοιπόν της φράσης απλούστατα είναι, ότι ήταν η ώρα, κατά την οποία οι Ιουδαίοι ετοίμαζαν το μεγάλο τους εθνικό και θρησκευτικό δείπνο θυσιάζοντας τον αμνό (g). Εφ’ όσον στο χωρίο αυτό προστίθενται οι λέξεις «των Ιουδαίων», προσθήκη την οποία ο Ιωάννης κάνει πάντοτε, όταν μιλά για τις γιορτές του Πάσχα (δες β 13,στ 4,ια 55) ίσως πρέπει να εννοήσουμε, ότι λέει εδώ η προπαρασκευή του Πάσχα (β).
(2) «Επειδή πιέζονταν από το χρόνο (διότι, αφού πέθανε γύρω στην ενάτη ώρα (=3 μ.μ.) και στη συνέχεια προσήλθαν στον Πιλάτο και κατέβασαν το σώμα από το σταυρό, φυσικό ήταν να τους βρει το απόγευμα, κατά το οποίο δεν επιτρεπόταν να εργάζεται κανείς), τοποθετούν αυτόν στο κοντινό μνημείο» (Χ).
«Ήθελαν μεν να τον βάλουν σε άλλο πιο αξιόλογο μνημείο, πιο μακριά από την πόλη· λόγω όμως της παρασκευής των Ιουδαίων… και πιο πολύ επειδή έπεσε και το πάσχα τότε, τον έβαλαν στο πιο κοντινό» (Ζ).
Σύμφωνα με τον Ματθαίο χρησιμοποιήθηκε το μνημείο αυτό, μάλλον διότι ανήκε στον Ιωσήφ. Σύμφωνα με τον Ιωάννη προτιμήθηκε λόγω της εγγύτητάς του με τον Γολγοθά, επειδή το Πάσχα επρόκειτο να αρχίσει. Οι δύο αυτοί λόγοι μακριά από το να αντιφάσκουν, συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον. Σε τι θα χρησίμευε η εγγύτητα του τάφου εάν αυτός δεν ανήκε σε έναν από τους φίλους του Κυρίου; (g).
Μπαίνει στο μνημείο αυτό πρόχειρα, σαν σε κάποιο πανδοχείο όπου διαβαίνοντας κάποιος και για λίγο διάστημα πρόκειται να παραμείνει. Έτσι και ο Χριστός δεν θα έμενε για πολύ στον τάφο εκείνο. Μάθε από το γεγονός αυτό να μην πολυπραγμονείς για τον τόπο της ταφής σου. Ο Χριστός θάφτηκε στον τάφο, ο οποίος ήταν κοντά και πρόχειρος για ταφή. Εάν οι πατριάρχες επιθυμούσαν να μεταφερθούν τα οστά τους στη γη της επαγγελίας, μη λησμονείς ότι καλύτερες υποσχέσεις δόθηκαν σε μας και συνεπώς τέτοιες επιθυμίες για τους Χριστιανούς δεν έχουν τον τόπο τους. «Δεν έχουμε εδώ μόνιμη πόλη, αλλά την μελλοντική επιζητούμε» (Εβρ. ιγ 14).

Εύρεση

Δημοφιλή Θέματα (Α-Ω)

αγάπη (605) Αγάπη Θεού (345) αγάπη σε Θεό (248) αγάπη σε Χριστό (167) άγγελοι (69) Αγγλικανισμός (1) Αγία Γραφή (231) Αγιασμός (10) Άγιο Πνεύμα (97) Άγιο Φως (1) άγιοι (179) άγιος (197) αγνότητα (42) άγχος (36) αγώνας (106) αγώνας πνευματικός (272) αδικία (6) Αθανασία (7) Αθανάσιος ο Μέγας (4) αθεΐα (127) αιρέσει (1) αιρέσεις (363) αιωνιότητα (14) ακηδία (4) ακτημοσὐνη (14) αλήθεια (117) αμαρτία (344) Αμβρόσιος άγιος (3) άμφια (1) Αμφιλόχιος της Πάτμου (4) Ανάληψη Χριστού (4) Ανάσταση (146) ανασταση νεκρών (31) ανθρώπινες σχέσεις (324) άνθρωπος (304) αντίχριστος (11) Αντώνιος, Μέγας (5) αξιώματα (15) απἀθεια (5) απελπισία (10) απιστία (21) απληστία (5) απλότητα (16) αποκάλυψη (8) απόκρυφα (17) Απολογητικά Θέματα (1) αργολογία (3) αρετή (201) Αρσένιος Όσιος (5) ασθένεια (109) άσκηση (63) αστρολογία (2) Αυγουστίνος άγιος (3) αυταπάρνηση (31) αυτεξούσιο (2) αυτογνωσία (149) αυτοθυσἰα (26) αυτοκτονία (10) αχαριστία (6) Β Παρουσία (10) Β' Παρουσία (11) βάπτιση (17) βάπτισμα (32) Βαρβάρα αγία (1) Βαρσανουφίου Οσίου (31) Βασιλεία Θεού (33) Βασίλειος ο Μέγας (32) Βελιμίροβιτς Νικόλαος Άγιος (41) βία (4) βιβλίο (31) βιοηθική (10) βίος (1) Βουδδισμός (5) γαλήνη (2) γάμος (125) Γένεση (5) Γέννηση Κυρίου (14) Γεροντικόν (195) Γερόντισσα Γαβριηλία (1) Γεώργιος Άγιος (1) γηρατειά (11) γιόγκα (4) γλώσσα (64) γνώση (25) Γνωστικισμός (3) γονείς (134) Γρηγόριος Νεοκαισαρείας άγιος (1) Γρηγόριος Νύσσης Άγιος (2) Γρηγόριος ο Θεολόγος (20) Γρηγόριος ο Παλαμάς όσιος (10) γυναίκα (36) δάκρυα (58) δάσκαλος (24) Δεύτερη Παρουσία (29) Δημήτριος Άγιος (1) Δημιουργία (62) διάβολος (235) Διάδοχος Φωτικής όσιος (13) διαίσθηση (1) διακονία (4) διάκριση (147) διάλογος (5) δικαιο (4) δικαιοσύνη (39) Διονύσιος Αρεοπαγίτης Άγιος (2) Διονύσιος Κορίνθου άγιος (1) Δογματικα Θέματα (205) Δογματική Τρεμπέλα (1) δύναμη (70) Δωρόθεος αββάς (10) εγκράτεια (19) εγωισμός (250) εικόνες (34) Ειρηναίος Λουγδούνου άγιος (4) ειρήνη (55) εκκλησία (239) Εκκλησιαστική Ιστορία (24) Εκκλησιαστική περιουσία (3) έκτρωση (5) έλεγχος (17) ελεημοσύνη (115) ελευθερία (62) Ελλάδα (19) ελπίδα (61) εμπιστοσὐνη (59) εντολές (12) Εξαήμερος (2) εξέλιξης θεωρία (16) Εξομολόγηση (168) εξωγήινοι (13) εξωσωματική γονιμοποίηση (5) Εορτή (3) επάγγελμα (17) επιείκεια (2) επιμονἠ (52) επιστήμη (108) εργασία (80) Ερμηνεία Αγίας Γραφής (185) έρωτας (19) έρωτας θείος (9) εσωστρέφεια (1) Ευαγγέλια (194) Ευαγγέλιο Ιωάννη Ερμηνεία (33) Ευαγγελισμός (2) ευγένεια (15) ευγνωμοσὐνη (42) ευλογία (5) Ευμένιος Όσιος γέροντας (7) ευσπλαχνία (34) ευτυχία (65) ευχαριστία (54) Εφραίμ Άγιος Νέας Μάκρης (1) Εφραίμ Κατουνακιώτης Όσιος (39) Εφραίμ ο Σύρος όσιος (6) εχεμύθεια (1) ζήλεια (15) ζώα (46) ζωή (37) ηθική (14) ησυχία (32) θάνατος (307) θάρρος (100) θαύμα (260) θέατρο (5) Θεία Κοινωνία (179) Θεία Λειτουργία (130) θεία Πρόνοια (14) θἐλημα (56) θέληση (38) θεογνωσία (2) Θεόδωρος Στουδίτης όσιος (36) θεολογία (29) Θεός (333) Θεοφάνεια (6) Θεοφάνους Εγκλείστου Αγίου (6) θέωση (6) θλίψεις (282) θρησκείες (43) θυμός (100) Ιάκωβος Αδελφόθεος Άγιος (1) Ιάκωβος Τσαλίκης Όσιος (14) ιατρική (13) Ιγνάτιος Θεοφόρος (9) Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ Άγιος (7) ιεραποστολή (49) ιερέας (177) ιερωσύνη (16) Ινδουισμός (14) Ιουδαίοι (1) Ιουλιανός Παραβάτης (2) Ιουστίνος άγιος (3) Ιουστίνος Πόποβιτς Άγιος (64) Ιππόλυτος άγιος (1) Ισαάκ ο Σύρος (5) Ισίδωρος Πηλουσιώτης όσιος (36) Ισλάμ (11) Ιστορία Ελληνική (12) Ιστορία Παγκόσμια (16) Ιστορικότης Χριστού (1) Ιωάννης Δαμασκηνός Άγιος (1) Ιωάννης Θεολόγος (3) Ιωάννης Κροστάνδης (331) Ιωάννης Χρυσόστομος (401) Ιωσήφ Ησυχαστής Άγιος (7) Καινή Διαθήκη Ερμηνεία (139) Καινή Διαθήκη κριτικό κείμενο NestleAland (5) Κανόνες Εκκλησίας (4) καρδιά (119) Κασσιανός Όσιος (4) κατάκριση (132) καταναλωτισμός (8) Κατηχητικό (4) καύση νεκρών (1) κενοδοξία (14) κήρυγμα (53) Κίνητρα (3) Κλήμης Αλεξανδρέας (1) Κλήμης Ρώμης άγιος (1) Κλίμακα (6) κλοπή (5) Κοίμησις Θεοτόκου (26) κοινωνία (167) κόλαση (50) Κόντογλου Φώτης (4) Κοσμάς Αιτωλός Άγιος (2) Κουάκεροι (1) ΚράτοςΕκκλησία (1) Κρίσις Μέλλουσα (49) Κυπριανός άγιος (1) Κύριλλος Άγιος (1) Κωνσταντίνος Άγιος (2) Λατρεία Θεία (75) λείψανα (9) λογική (1) λογισμοί (117) λόγος Θεού (22) Λουκάς Ευαγγελιστής Άγιος (1) Λουκάς Κριμαίας Άγιος (12) λύπη (60) μαγεία (19) μακροθυμία (5) Μανιχαϊσμός (1) Μάξιμος Ομολογητής (15) Μαρία Αιγυπτία Αγία (2) Μαρκίων αιρετικός (1) μάρτυρες (24) μεγαλοσὐνη (7) Μεθοδιστές (1) μελέτη (59) μετά θάνατον (44) μετά θάνατον ζωή (102) Μεταμόρφωση (11) μετάνοια (371) Μετάσταση (1) μετάφραση (13) Μετενσάρκωση (8) μητέρα (56) Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος (3) μίσος (12) ΜΜΕ (4) μνημόσυνα (9) μοναξιά (21) μοναχισμός (114) Μορμόνοι (1) μόρφωση (20) μουσική (8) Ναός (17) ναρκωτικά (4) Νέα ΕποχήNew Age (1) Νεκτάριος άγιος (27) νέοι (27) νεοπαγανισμός (11) νηστεία (67) νήψη (2) Νικηφόρος ο Λεπρός Άγιος (3) Νικόδημος Αγιορείτης Άγιος (3) Νικόλαος Άγιος (8) Νικόλαος Καβάσιλας Άγιος (3) Νικόλαος Πλανάς Άγιος (1) νους (55) οικονομία (2) Οικουμενισμός (4) ομολογία (3) ομορφιά (17) ομοφυλοφιλία (2) όνειρα (35) οραμα (25) οράματα (33) οργή (2) ορθοδο (1) Ορθοδοξία (293) όρκος (1) πάθη (270) πάθος (38) παιδεία (24) παιδιά (138) Παΐσιος Όσιος (380) Παλαιά Διαθήκη (7) Παλαιά Διαθήκη Ερμηνεία (10) παλαιοημερολογίτες (17) Παναγία (336) Παπαδόπουλος Στυλιανός (3) παράδειγμα (38) Παράδεισος (113) Παράδοση Ιερά (9) Παρασκευή Αγία (1) Παρθένιος ο Χίος Όσιος (2) Πάσχα (23) πατήρ Νικόλαος Πουλάδας (21) πατρίδα (9) Πατρολογία (19) Παύλος Απόστολος (4) πειρασμοί (28) Πεντηκοστή (12) περιέργεια (3) Πέτρος Απόστολος (1) πίστη (546) πλησἰον (69) πλούτος (75) Πνευματικές Νουθεσίες (93) πνευματική ζωή (280) πνευματικός πατέρας (121) πνευματισμός (10) ποίηση (21) πόλεμος (29) πολιτική (25) πολιτισμός (9) Πορφύριος Όσιος (272) πραότητα (7) προθυμἰα (28) Πρόνοια (5) Πρόνοια Θεία (91) προορισμός (16) προσευχή (814) προσοχή (51) προσπἀθεια (139) προτεσταντισμός (29) προφητείες (15) ραθυμία (18) Ρωμαιοκαθολικισμός (36) Σάββας Καλύμνου Άγιος (1) Σαρακοστή (12) σεβασμός (28) Σεραφείμ του Σαρώφ Όσιος (11) Σιλουανός Άγιος (3) σιωπή (14) σοφία (54) Σπυρίδων Άγιος (2) σταθερότητα (2) Σταυρός (86) Σταυροφορίες (4) Σταύρωση (53) συγχώρηση (95) συκοφαντία (3) Συμεών Νέος Θεολόγος όσιος (88) συμπὀνια (23) συναξάρι (2) συνείδηση (26) σχίσμα (34) σώμα (49) σωτηρία (54) Σωφρόνιος του Έσσεξ Άγιος (35) τάματα (2) ταπεινοφροσύνη (271) ταπείνωση (196) Τέλος Κόσμου (4) Τερτυλλιανός (1) Τεσσαρακοστή Μεγάλη (6) τέχνη (1) τιμωρία (21) Τριάδα Αγία (35) τύχη (2) υγεία (8) υλικά αγαθά (43) υπακοή (129) Υπαπαντή (2) υπαρξιακά (73) υπερηφἀνεια (55) υποκρισία (26) υπομονή (228) φανατισμός (5) φαντασία (5) φαντάσματα (3) φιλαργυρἰα (9) φιλαυτἰα (11) φιλία (31) φιλοσοφία (23) Φλωρόφσκυ Γεώργιος (3) φόβος (56) φὀβος Θεοὐ (26) φύση (1) φως (46) Φώτιος άγιος (1) χαρά (124) Χαράλαμπος Άγιος (1) χάρις θεία (122) χαρίσματα (39) Χειρόγραφα Καινής Διαθήκης (1) Χριστιανισμός (21) χριστιανός (101) Χριστός (365) Χριστούγεννα (69) χρόνος (36) ψαλμωδία (7) ψεύδος (24) ψυχαγωγία (10) ψυχή (275) ψυχολογία (25)