ΚΕΦΑΛΑΙΟ 21
(*) Μετά το συμπέρασμα κ 30-31 το τεμάχιο αυτό προκαλεί την έκπληξη του αναγνώστη. Η συγγραφή του τεμαχίου αυτού πρέπει να είναι μεταγενέστερη από αυτήν του όλου ευαγγελίου, πρέπει όμως να έγινε και αυτή νωρίτατα και να προστέθηκε στο υπόλοιπο ευαγγέλιο πριν ακόμη δημοσιευτεί και κυκλοφορήσει αυτό, διότι διαφορετικά θα είχαμε δύο οικογένειες χειρογράφων, τη μία χωρίς το Παράρτημα και την άλλη με αυτό. Πρέπει λοιπόν να τοποθετήσουμε το χρόνο της συγγραφής του Παραρτήματος ανάμεσα στο χρόνο της συγγραφής των είκοσι πρώτων κεφαλαίων του κατά Ιωάννην και στο χρόνο της δημοσίευσής του (g).
Για τη γνησιότητά του θα μπορούσε κάποιος να παρατηρήσει μαζί με τον Stier, ότι ουδέποτε καμία δεν διατυπώθηκε αμφισβήτηση σε όλη την εκκλησία μέχρι τα χρόνια του Grotius, που πρώτος διατύπωσε μία τέτοια αμφιβολία όχι από κάποια άλλη αιτία, αλλά για το συμπέρασμα στο κ 30-31, με το οποίο φαίνεται να τελειώνει το όλο ευαγγέλιο. Ως προς τα εσωτερικά τεκμήρια θα σημείωνε κάποιος, ότι «σε κάθε μέρος του εμφανίζεται σαφώς και απαραγνώριστα το χέρι του Ιωάννου καθώς και ο χαρακτήρας του και το πνεύμα με τρόπο, ώστε και αυτοί οι περισσότερο προκατειλημμένοι να αναγνωρίζουν αυτά» (Alford). Ο Luthardt (Λούθηρος) θεωρεί μόνο τους δύο τελευταίους στίχους ότι προστέθηκαν από την εκκλησία της Εφέσου. Αλλά το επιχείρημα υπέρ αυτής της εκδοχής που αντλείται από το «οίδαμεν (γνωρίζουμε)» του στίχου 24, εξασθενεί από το ακόλουθο «οἶμαι (νομίζω)» του στίχου 25 (ο).
Ο λόγος, για τον οποίο σαν κάποιο υστερόγραφο προστέθηκε το κεφάλαιο αυτό, υπήρξε ώστε να ξεπεραστούν κάποιες παρεξηγήσεις των λόγων του Κυρίου. Μαράν αθά ήταν το σύνθημα της πρώτης χριστιανικής γενεάς (Α΄ Κορ. ιστ 22) και κατ’ αρχάς πάρα πολλοί χριστιανοί πίστευαν, ότι η Παρουσία ήταν κοντά (Ιω. ιδ 8 και Α΄ Ιω. β 28). Κατά το χρόνο όμως της συγγραφής του τετάρτου ευαγγελίου η ελπίδα της γρήγορης έλευσης του Χριστού σβηνόταν, αλλά υπήρχαν ακόμη αυτοί που πίστευαν, ότι ο Κύριος υποσχέθηκε είτε με τα λόγια στο Ιω. κα 22 είτε με λόγια όμοια με αυτά στο Μάρκ. θ 1, ότι θα επέστρεφε πριν ακόμη πεθάνουν όλοι οι απόστολοι. Συνεπώς, όταν ο τελευταίος επιζών απόστολος προσέγγιζε προφανώς στο τέλος της ζωής του, πρέπει να υπήρξαν κάποιοι, οι οποίοι βρίσκονταν σε κάποιο σκανδαλισμό και απορία (β). Ο Ιωάννης λοιπόν ήθελε να βάλει τέρμα στις πλανημένες φήμες, σύμφωνα με τις οποίες ο Κύριος είχε υποσχεθεί σε αυτόν, ότι δεν θα πέθαινε (F).
Ιω. 21,1 Μετὰ ταῦτα(1) ἐφανέρωσεν ἑαυτὸν(2) πάλιν ὁ Ἰησοῦς τοῖς μαθηταῖς ἐπὶ τῆς θαλάσσης τῆς Τιβεριάδος(3)· ἐφανέρωσε δὲ οὕτως(4).
1Αργότερα ο Ιησούς εμφανίστηκε πάλι στους μαθητές στην όχθη της λίμνης της Τιβεριάδας. Και να πώς εμφανίστηκε:
(1) Μετάβαση οικεία στον Ιωάννη (ε 1,στ 1, ζ 1 κλπ.). Χρησιμεύει, για να συνδέσει το παράρτημα με το ευαγγέλιο και ειδικά με την αφήγηση της δεύτερης εμφάνισης στους έντεκα (g).
(2) «Διότι δεν συναναστρεφόταν συνεχώς με αυτούς όπως πριν, αλλά με διαλείμματα. Τα ρήματα εφανέρωσε και εφάνη και ώφθη και τα σχετικά υποδηλώνουν, ότι σύμφωνα με τη φύση της αφθαρσίας του σώματος ήταν αόρατος σε φθαρτά μάτια, αλλά από συγκατάβαση και για να εκπληρώσει το θείο σχέδιο φανερωνόταν» (Ζ).
Προτίμησε το ἐφανέρωσεν ἑαυτὸν αντί για το φανερώθηκε, για να δείξει την εκούσια αποκάλυψη αυτού που έχει πνευματικό μεν και άφθαρτο και αμόλυντο σώμα, όχι όμως ακόμη θεωμένο και δοξασμένο, όπως όταν αποκαλύφθηκε στον Παύλο (δ), για να δηλωθεί η ελεύθερη και ενσυνείδητη θέληση, («ότι αν δεν ήθελε… δεν γινόταν ορατός» Θφ), με την οποία ο Ιησούς έβγαινε από τη σφαίρα της αορασίας, για να φανερώνει τον εαυτό του. Και η φράση αυτή συνηθισμένη στον Ιωάννη. Δες ζ 4 καθώς και η παράλληλη φράση ετάραξεν εαυτόν στο ια 33 (g).
(3) Στην Κ.Δ. είναι ονομασία καθαρά Ιωάννεια (στ 1). Οι συνοπτικοί λένε θάλασσα της Γαλιλαίας (Ματθ. δ 18) ή λίμνη της Γεννησαρέτ (Λουκ. ε 1). Η Π.Δ. καμμία από τις δύο ονομασίες δεν γνωρίζει, ενώ ο Ιώσηπος χρησιμοποιεί και τις δύο. Η εμφάνιση λοιπόν έγινε στη Γαλιλαία. Έτσι η αφήγηση του Ιωάννη συνδέει την αφήγηση του Ματθαίου, ο οποίος εκτός από την εμφάνιση στις Μυροφόρες στην Ιερουσαλήμ και στον τάφο, δεν αφηγείται παρά μία στη Γαλιλαία εμφάνιση του Ιησού, με αυτήν του Λουκά, η οποία αναφέρει μόνο τις εμφανίσεις στην Ιερουσαλήμ και Ιουδαία. Η αφήγηση του Ιωάννη αποδεικνύει, ότι εμφανίσεις του Ιησού έγιναν και στη Γαλιλαία και στην Ιουδαία. Οι απόστολοι μετά την εορτή του Πάσχα επέστρεψαν στη Γαλιλαία και ξαναέπιασαν εκεί προσωρινά το βιοτικό επάγγελμά τους. Γύρω στο τέλος όμως των σαράντα ημερών, αναμφίβολα με εντολή του Ιησού, γύρισαν στην Ιερουσαλήμ (g).
(4) «Όπως θα πει» (Ζ). Ο Λούθηρος σημειώνει ότι η φράση αυτή τονίζει τη σημασία της διήγησης που ακολουθεί (ο). Το σώμα του Κυρίου, αν και ήταν αληθινό και πραγματικό σώμα ήταν συγχρόνως και πνευματικό σώμα, όπως θα είναι μετά την καθολική ανάσταση και το δικό μας σώμα. Και ως πνευματικό σώμα ήταν ορατό μόνο όταν ο Κύριος ήθελε να εμφανίσει τον εαυτό του, ή και ερχόταν και απομακρυνόταν τόσο γρήγορα ώστε μπορούσε να είναι σε μια στιγμή, εν ριπή οφθαλμού, και εδώ και εκεί.
Ιω. 21,2 ἦσαν ὁμοῦ Σίμων Πέτρος, καὶ Θωμᾶς ὁ λεγόμενος Δίδυμος(1), καὶ Ναθαναὴλ ὁ ἀπὸ Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας(2), καὶ οἱ τοῦ Ζεβεδαίου(3), καὶ ἄλλοι ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ δύο(4_.
2Ήταν μαζί ο Σίμων Πέτρος, ο Θωμάς που λεγόταν Δίδυμος, ο Ναθαναήλ, που καταγόταν από την Κανά της Γαλιλαίας, οι δύο γιοι του Ζεβεδαίου κι άλλοι δύο από τους μαθητές του.
(1) Ο Θωμάς ήταν ένας από τους επτά αυτούς μαθητές και ονομάζεται αμέσως μετά τον Πέτρο, σαν να ήταν παρών τώρα στις συναντήσεις των αποστόλων πυκνότερα από ό,τι άλλοτε. Είναι καλό και αξιέπαινο, εάν οι ζημιές, τις οποίες υποστήκαμε λόγω της αμέλειάς μας, μάς κάνουν προσεκτικούς και επιμελείς, ώστε στο εξής να μην χάνουμε τις ευκαιρίες, όπως συμβαίνει τώρα και με το Θωμά. Απουσίαζε κατά την πρώτη εμφάνιση του Κυρίου στους δώδεκα, αλλά τώρα είναι παρών.
(2) Η εξήγηση αυτή για τον Ναθαναήλ δεν δόθηκε στο κεφάλαιο α. Ο συγγραφέας λοιπόν επανορθώνει την αποσιώπηση (g).
(3) Για πρώτη φορά στο ευαγγέλιο αναφέρονται οι υιοί Ζεβεδαίου (μ). Αναφέρονται όμως τελευταίοι ανάμεσα σε αυτούς που ονομάζονται. Είναι χαρακτηριστικό αυτό, διότι σε όλους τους αποστολικούς καταλόγους συνδέονται με τον Πέτρο στην πρώτη γραμμή. Η μόνη εξήγηση είναι, ότι ο συγγραφέας είναι ένας από τους γιους Ζεβεδαίου. Και όπως παντού αποφεύγει να ονομάσει τον εαυτό του, έτσι και εδώ υποδηλώνει απλώς, ότι ήταν παρών, χωρίς και να σημειώνει ξεκάθαρα το όνομα του εαυτού του ή του αδελφού του (g).
(4) Η φράση υποδηλώνει, ότι και οι επτά ήταν από τους δώδεκα, διότι με τη φράση «οι μαθητές του» γενικώς δηλώνονται οι Δώδεκα (β). Εάν τώρα ο ευαγγελιστής δεν κατονομάζει τους δύο τελευταίους, οφείλεται αυτό στο ότι δεν δόθηκε σε αυτόν αφορμή να μιλήσει για αυτούς στα προηγούμενα είκοσι κεφάλαια του ευαγγελίου (F).
Σοβαρή όμως και η γνώμη του g, σύμφωνα με την οποία οι δύο τελευταίοι ανήκαν στον αριθμό των μαθητών με την ευρεία έννοια της λέξης, με την οποία συναντιέται και στο τέταρτο ευαγγέλιο (στ 60,66,ζ 3,η 31 κλπ.), διότι διαφορετικά γιατί δεν κατονομάζονται ξεκάθαρα; Έτσι λοιπόν οι υιοί Ζεβεδαίου τοποθετούνται εδώ τελευταίοι ανάμεσα στους κυρίως αποστόλους. Είναι λοιπόν συνολικά μαζί επτά. Είναι καλό για τους μαθητές του Χριστού να είναι πολλοί μαζί. Όχι μόνο στις επίσημες και για λατρεία συνάξεις, αλλά και κατά τις άλλες ώρες και ευκαιρίες, καθώς και κατά τη διεξαγωγή κοινών έργων. Οι καλοί χριστιανοί με το μέσο αυτό εκδηλώνουν και επαυξάνουν την μεταξύ τους αγάπη, απολαμβάνουν την αγαλλίαση από τη μεταξύ τους επικοινωνία και οικοδομούν ο ένας τον άλλον και με τα λόγια τους και με το παράδειγμά τους. Ο Χριστός διάλεξε να εμφανίσει τον εαυτό του σε αυτούς, όταν ήταν και οι επτά μαζί, όχι μόνο επιδοκιμάζοντας και ευλογώντας την μεταξύ τους επικοινωνία των μαθητών και γενικά των Χριστιανών, αλλά και διότι εδώ ήθελε να συνυπάρχουν πολλές και σύμφωνες μαρτυρίες για τα σχετικά με την εμφάνιση αυτή.
Ιω. 21,3 λέγει αὐτοῖς Σίμων Πέτρος(1)· ὑπάγω ἁλιεύειν(2). λέγουσιν αὐτῷ· ἐρχόμεθα καὶ ἡμεῖς σὺν σοί(3). ἐξῆλθον(4) καὶ ἐνέβησαν εἰς τὸ πλοῖον(5) εὐθύς, καὶ ἐν ἐκείνῃ τῇ νυκτὶ(6) ἐπίασαν(7) οὐδέν.
3Τους λέει ο Σίμων Πέτρος: «Πηγαίνω να ψαρέψω». «Ερχόμαστε κι εμείς μαζί σου», του λένε εκείνοι. Βγήκαν έξω κι αμέσως ανέβηκαν στο πλοίο, αλλά όλη εκείνη τη νύχτα δεν έπιασαν τίποτα.
(1) Χαρακτηριστικά αναλαμβάνει την αρχηγία και πρωτοβουλία λέγοντας Πάω να ψαρέψω (β).
(2) «Επειδή ούτε ο Σωτήρας ήταν συνεχώς μαζί τους, ούτε ο άλλος παράκλητος είχε έλθει, ούτε το κήρυγμα τους ανατέθηκε εντελώς, αφού δεν είχαν τίποτα να πράττουν, ψάρευαν λοιπόν, ασχολούμενοι με την προηγούμενη τέχνη τους, αν και όχι για το κέρδος όπως πριν» (Ζ). Αξιοσημείωτο παράδειγμα αυτενέργειας, εργασίας με τα ίδια τα χέρια χωρίς θυσία του αποστολικού αξιώματος (b).
«Δεν απαγορευόταν να ζητούν τα αναγκαία για συντήρηση με το ιδιόχειρο επάγγελμά τους, εφ’ όσον αυτό ήταν νόμιμο και ασκούνταν σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην παρεμποδίζεται το αποστολικό τους έργο, και εφ’ όσον για κάποιο χρόνο δεν είχαν άλλο μέσο να κερδίσουν τα προς το ζην» (Αυ).
Οι μαθητές πιθανώς βρέθηκαν στην ανάγκη να μεριμνήσουν μερικώς ή πλήρως για την συντήρησή τους· ή πιθανότερο δεν ήθελαν να επιβαρύνουν εκείνους στους οποίους έμεναν ήδη. Το ίδιο έκανε και ο Παύλος εργαζόμενος με τα δικά του χέρια, για να μην επιβαρύνει κάποιον με την συντήρησή του (ο).
Ο Πέτρος και αυτοί που τον ακολούθησαν στο ψάρεμα χρησιμοποιούσαν το χρόνο τους, αποφεύγοντας την τεμπελιά. Δεν είχαν λάβει ακόμη εντολή, να βγουν στο κήρυγμα. Εν τω μεταξύ λοιπόν αντί να είναι σε αργία, μη εργαζόμενοι τίποτα, απασχολούνται με το ψάρεμα. Για όσο χρόνο αναμένουν την εντολή για εκπλήρωση της αποστολής τους, δεν θα ήθελαν ποτέ να παραμείνουν αργοί. Επί πλέον δεν ήθελαν να γίνουν βάρος σε κανέναν και πιθανώς επιζητούν με το έργο τους να προμηθευτούν τα προς συντήρησή τους. Και όπως έπειτα ο Παύλος έχει τα χέρια του να τον υπηρετούν στις ανάγκες του και σε αυτούς που ήταν μαζί του, έτσι και αυτοί τώρα ζητούν με τον προσωπικό τους κόπο να κερδίσουν το ψωμί τους.
(3) «Οι άλλοι μαθητές ακολουθούσαν επειδή είχαν πλέον συνδεθεί μεταξύ τους και συγχρόνως για να παρακολουθήσουν την αλιεία και να διαθέσουν καλά τον ελεύθερο χρόνο τους» (Χ).
Όσο περνούσε ο χρόνος δεν φοβόντουσαν πλέον τόσο πολύ (b).
«Τρέχουν μαζί με τον Πέτρο, και ίσως και με αυτά σχεδιάζει κάτι χρήσιμο ο Σωτήρας μας Χριστός. Διότι είπε μεν κάπου σε αυτούς… Ελάτε πίσω μου και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων. Για να τους πληροφορήσει λοιπόν πάλι σαν με τύπο παχυλό, ότι οπωσδήποτε θα γίνει αυτό που ειπώθηκε και ότι η υπόσχεση θα καταλήξει στη δύναμη της αλήθειας, τους πείθει με σαφήνεια από αυτό το ίδιο τους το χειρονακτικό επάγγελμα» (Κ).
(4) Τα ασύνδετα Λέγει αὐτοῖς… λέγουσιν αὐτῷ… ἐξῆλθον καὶ… είναι σύμφωνα με το ύφος του Ιωάννη (g).
(5) Υπάρχει και η γραφή ενέβησαν. Για την φράση δες στ 17. Στο πλοίο «του Πέτρου ή σε αυτό των γιων Ζεβεδαίου ή σε κάποιου από τους γνωστούς» (Ζ). Πιθανώς το πλοίο, το οποίο συνήθιζαν να χρησιμοποιούν, όταν έρχονταν με τον Ιησού στη λίμνη. Δες στ 1 (β). Ο σιναϊτικός, βατικανός και κάποιοι άλλοι μεγαλογράμματοι κώδικες αποσιωπούν το ευθύς.
(6) «Κατά θεία συγκατάβαση» (Ζ). Η Πρόνοια επέτρεψε αυτό, ώστε το θαύμα του επόμενου πρωινού να εμφανιστεί λαμπρότερο και τόσο πιο πολύ όσο κατά τη νύχτα η αλιεία σημειώνει τις μεγαλύτερες επιτυχίες (F). Ο άκαρπος για όλη τη νύχτα μόχθος επανέφερε αναμφίβολα στη μνήμη των αποστόλων τον άλλον εκείνον, αυτόν που προηγήθηκε της ημέρας, κατά την οποία κλήθηκαν από τον Ιησού στο αποστολικό αξίωμα (g).
Δες και εδώ την ματαιότητα αυτού του κόσμου. Τα χέρια αυτών που αγαπούν την εργασία επιστρέφουν συχνά κενά. Και αγαθοί άνδρες είναι δυνατόν να μην έχουν τις επιθυμητές επιτυχίες στις έντιμες επιχειρήσεις τους. Είναι δυνατόν να βρισκόμαστε στην οδό του καθήκοντος, και όμως να μην ευτυχούμε και ευδαιμονούμε. Ο Θεός εδώ οικονόμησε έτσι τα πράγματα, ώστε οι προς αλιεία κόποι της νύχτας να αποβούν άκαρποι, ώστε το θαύμα της επιτυχίας που ακολούθησε το πρωί να παρουσιαστεί θαυμαστότερο και πιο ευπρόσδεκτο. Σε εκείνες τις αποτυχίες, οι οποίες είναι πολύ θλιβερές σε εμάς, ο Θεός συχνά υποκρύπτει ανέλπιστες και πλούσιες χάριτες. Ο άνθρωπος πλάστηκε αναμφίβολα για να έχει κυριαρχία και πάνω στα ψάρια της θάλασσας. Αλλά τα ψάρια δεν υπακούουν πάντοτε στα νεύματά του. Ο Θεός μόνος γνωρίζει «τους δρόμους της θάλασσας» και διατάζει ό,τι περνά από αυτούς.
(7) Το πιάζω συναντιέται έξι φορές ακόμη στο τέταρτο ευαγγέλιο, χωρίς να συναντιέται πουθενά στους συνοπτικούς (Hengstenberg).
Ιω. 21,4 πρωΐας(1) δὲ ἤδη γενομένης ἔστη ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν αἰγιαλόν(2)· οὐ μέντοι(3) ᾔδεισαν οἱ μαθηταὶ ὅτι Ἰησοῦς ἐστι(4).
4Όταν πια ξημέρωσε, στάθηκε ο Ιησούς στο γιαλό· οι μαθητές όμως δεν ήξεραν ότι ήταν ο Ιησούς.
(1) Ο Ιωάννης ουδέποτε στο ευαγγέλιο χρησιμοποιεί τον τύπο πρωΐα (Ματθ. κζ 1), αλλά πρωΐ, δες ιη 28, κ 1 (β). Δηλώνεται ο χρόνος του λυκαυγούς ανάμεσα στην αυγή και την ανατολή του ήλιου (ο). «Άρχισε ήδη να απλώνεται το φως και οι ακτίνες του ήλιου» (Κ). Και η γραφή· Πρωΐας… γινομένης. Όταν έγινε πρωί, μετά από άκαρπο κόπο ολόκληρης νύχτας, ο Ιησούς στεκόταν στην ακτή. Ο χρόνος κατά τον οποίο ο Χριστός κάνει τον εαυτό του γνωστό στο λαό του, είναι όταν αυτός βρίσκεται σε αμηχανία. Όταν νομίζουν ότι χάθηκαν κοπιάζοντας, τότε θα γνωρίσει σε αυτούς, ότι δεν έχασαν αυτόν. Τα κλάματα είναι δυνατόν να διαρκέσουν για ολόκληρη νύχτα, αλλά επακολουθεί χαρά, εάν ο Χριστός έλθει το πρωί.
(2) Η θαλάσσια ακτή (Ματθ. ιγ 2, 48, Πράξ. κα 5, κζ 39,40). Παράγουν τη λέξη οι περισσότεροι από το άγνυμι και το αλς δηλαδή η ακτή, όπου τα κύματα σπάνε, άλλοι από το αιγες και αλς, και άλλοι από το αΐσκω και αλς (G). Και η γραφή: επί τον αιγιαλόν.
(3) Ιωάννεια λέξη· δες ιβ 42 (β). Και η γραφή: Ου μέντοι έγνωσαν.
(4) «Ίσως επειδή η μορφή του φαινόταν λαμπρότερη λόγω της αφθαρσίας ή κατά θεία συγκατάβαση αγνοούνταν από αυτούς» (Ζ). Δεν τον αναγνώρισαν ακόμη και όταν απηύθυνε σε αυτούς τα λόγια στους στίχους 5-6. Αυτό ίσως οφειλόταν στην απόσταση από τη μία η οποία χώριζε τους μαθητές από την ακτή και στο αμυδρό του φωτός του πρωινού από την άλλη. Αλλά το ότι και οι προς Εμμαούς οδοιπορήσαντες μαθητές δεν αναγνώρισαν αυτόν αμέσως (Λουκ. κδ 31), αλλά και η Μαρία η Μαγδαληνή δεν αντιλήφθηκε αυτόν (Ιω. κ 14) μπορεί να θεωρηθεί ως απόδειξη, ότι ο αναστημένος Κύριος δεν ήταν δυνατόν να αναγνωριστεί, εφ’ όσον ο ίδιος δεν φανέρωνε τον εαυτό του (β). Ο Χριστός είναι πολλές φορές πιο κοντά σε εμάς από όσο φανταζόμαστε και έτσι θα βρούμε αυτόν μετά από λίγο για παρηγοριά και ανακούφισή μας.
Ιω. 21,5 λέγει οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· παιδία(1), μή τι(2) προσφάγιον(3) ἔχετε; ἀπεκρίθησαν αὐτῷ· οὔ.
5Τους λέει τότε ο Ιησούς: «Παιδιά, μήπως έχετε κάτι για προσφάγι;» «Όχι», του αποκρίθηκαν.
(1) «Επειδή ήθελε να πιάσουν κουβέντα» (Σχ).
«Τους αποκάλεσε παιδιά χρησιμοποιώντας τη συνήθεια. Διότι συνηθίζεται σε αυτούς που εργάζονται έτσι να τους ονομάζουν επειδή είναι ακμαίοι και νεανικοί στους κόπους» (Ζ).
Ονομασία οικειότητας, την οποία κάποιος ξένος μπορούσε να χρησιμοποιήσει απευθυνόμενος προς ταπεινούς ψαράδες (F). Η λέξη δεν είναι τελείως ξένη με τη γλώσσα του Ιωάννη (δες Α΄ Ιω. β 13,18). Εάν τώρα ο Ιησούς δεν χρησιμοποιεί εδώ τον τρυφερότερο όρο τεκνία (όπως στο ιγ 33), αυτό οφείλεται διότι θέλει να αποφύγει κάθετί που θα συντελούσε στο να αναγνωριστεί από τους μαθητές (g).
(2) Η αρνητική έννοια της ερωτηματικής μορφής «μή τι» μπορεί όπως στο στ 67 να αποδοθεί έτσι: Δεν έχετε λοιπόν τίποτα…; (g). Αναμένεται απάντηση αρνητική.
(3) Λέγεται μία φορά = Ό,τι μαζί με το ψωμί παίρνεται για φαγητό. Και στην περίπτωση αυτή ψάρι (G). Ή, ο Ιησούς δεν αποβλέπει σε αλιεία όπως στο Λουκά ε, αλλά σε κάποιο πρωινό γεύμα (g).=Παιδιά, μήπως έχετε τίποτα να φάμε; Ή, «κατ’ αρχήν συνομιλεί μαζί τους με πιο ανθρώπινο τρόπο, σαν να επρόκειτο να αγοράσει κάτι από αυτούς» (Χ). Εμφανίζεται σαν να θέλει να αγοράσει κάποιο ψάρι (F).
Ιω. 21,6 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· βάλετε(1) εἰς τὰ δεξιὰ μέρη τοῦ πλοίου(2) τὸ δίκτυον, καὶ εὑρήσετε(3). ἔβαλον οὖν(4), καὶ οὐκέτι αὐτὸ ἑλκύσαι(5) ἴσχυσαν(6) ἀπὸ τοῦ πλήθους τῶν ἰχθύων(7).
6Εκείνος τότε τους λέει: «Ρίξτε το δίχτυ στη δεξιά μεριά του πλοίου και θα βρείτε ψάρια». Πραγματικά, έριξαν το δίχτυ, και τα ψάρια ήταν τόσα πολλά, που δεν μπορούσαν να τραβήξουν το δίχτυ.
(1) Μιλά προς αυτούς σαν φίλος δίνοντας σε αυτούς συμβουλή (F).
(2) «Τους διέταξε ξεκάθαρα να ρίξουν στα δεξιά για να μην νομιστεί η αλιεία ότι έγινε κατά τύχη» (Ζ). Εκείνος, από τον οποίο τίποτα δεν είναι κρυμμένο, ούτε αυτά που κατοικούν κάτω από τα νερά (Ιώβ κστ 5), γνώριζε σε ποια πλευρά του πλοίου υπήρχε το πλήθος των ψαριών και προς την πλευρά αυτή κατευθύνει τους μαθητές. Η Θεία Πρόνοια εκτείνεται και στα ελάχιστα. Και είναι ευτυχείς εκείνοι, οι οποίοι μπορούν να διακρίνουν τις νύξεις της, για να οδηγούνται από αυτές στη διεξαγωγή των υποθέσεών τους, και οι οποίοι αναγνωρίζουν αυτήν σε όλους τους δρόμους τους.
(3) Ο πειστικός τόνος, με τον οποίο υπόσχεται σε αυτούς την επιτυχία, δεν ήταν δυνατόν παρά να προκαλέσει σε αυτούς εντύπωση (F). Οι απόστολοι υποθέτουν κατ’ αρχάς, ότι ο ξένος αυτός έχει κάποια πείρα της αλιείας και ότι διέκρινε κάποιο σημάδι στα δεξιά του πλοίου που δικαιολογούσε τη συμβουλή που έδωσε (g).
(4) «Απλώς τον υπάκουσαν ή και υποπτεύθηκαν ότι από κάποιο τεκμήριο ήξερε ότι εκεί κολυμπούσαν κάποια ψάρια ή ότι και τα είδε που πήδηξαν από το νερό» (Ζ). Οι μαθητές δεν θεώρησαν τον νομιζόμενο ξένο ότι ακαίρως αναμιγνύεται στο έργο τους και δεν παραθεώρησαν τη συμβουλή του ως ασύστατη και μάταιη, αφού για νύχτα ολόκληρη κοπιάζοντας «δεν έπιασαν τίποτα». Υπακούοντας σε αυτήν πέτυχαν. Όσοι είναι ταπεινοί, επιμελείς και καρτερικοί, στο τέλος θα επιστεφθούν με επιτυχία. Μετά πολλούς αγώνες και άκαρπες απόπειρες επιζούν κάποιες φορές, για να δουν τις υποθέσεις τους να λαμβάνουν αίσιο πέρας. Όταν μάλιστα υπακούει κάποιος με υπομονή στο Χριστό, δεν χάνει ποτέ.
(5) Στο πλοίο (ο). Ο,τι γίνεται με υπακοή στο παράγγελμα του Κυρίου, ακόμη και όταν αυτός που δίνει το παράγγελμα δεν έχει αναγνωριστεί, καταλήγει σε καταπληκτική επιτυχία (τ).
(6) Υπάρχει και η γραφή ίσχυον, που μαρτυρείται αρκετά.
(7) «Όταν απουσίαζε μεν ο Σωτήρας δεν έπιασαν τίποτα· όταν όμως ήταν παρών μάζεψαν πλήθος, για να μάθουμε, ότι χωρίς μεν αυτόν, τίποτα ωφέλιμο δεν κατορθώνουμε· μαζί με αυτόν όμως, πολλά» (Ζ). Η θαυμάσια αυτή αλιεία συμβόλιζε, όπως και η πρώτη (στο Λουκ ε) τους άφθονους καρπούς της μελλοντικής διακονίας των αποστόλων (F).
«Οι μαθητές ψαρεύουν όχι με άλλο τρόπο, αλλά με τα λόγια του Σωτήρα μας και τα ευαγγελικά προστάγματα… Και είναι αναρίθμητοι αυτοί που ψαρεύτηκαν και πίστεψαν και το θαύμα σχετικά με αυτό, φαίνεται ότι είναι μεγαλύτερο και ανώτερο όντως από την δύναμη των αγίων αποστόλων. Διότι είναι του Χριστού η ενέργεια, ο οποίος συγκεντρώνει με τη δική του δύναμη το πλήθος αυτών που σώζονται σαν ακριβώς σε κάποιο δίχτυ αποστολικό την επι γης Εκκλησία» (Κ).
Ας μην αποθαρρύνονται οι λειτουργοί και διάκονοι του Χριστού. Είναι δυνατόν για πολύ να κοπιάζουν και να μην βλέπουν κανένα καρπό ως ανταμοιβή των κόπων τους. Ας εξακολουθούν με επιμέλεια το έργο τους. Μία τελικά επιτυχής ψαριά είναι αρκετή να αποδώσει στο ευαγγελικό δίχτυ πολλών ετών κόπους.
Ιω. 21,7 λέγει οὖν ὁ μαθητὴς ἐκεῖνος, ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς(1), τῷ Πέτρῳ· ὁ Κύριός ἐστι(2). Σίμων οὖν Πέτρος ἀκούσας ὅτι ὁ Κύριός ἐστι, τὸν ἐπενδύτην(3) διεζώσατο(4)· ἦν γὰρ γυμνός(5)· καὶ ἔβαλεν ἑαυτὸν εἰς τὴν θάλασσαν(6)·
7Λέει τότε στον Πέτρο ο μαθητής εκείνος που ο Ιησούς τον αγαπούσε: «Ο Κύριος είναι!» Μόλις άκουσε ο Σίμων Πέτρος πως είναι ο Κύριος, ζώστηκε το ιμάτιό του, επειδή ήταν γυμνός, και ρίχτηκε στο νερό.
(1) Έχουμε εδώ οπωσδήποτε σαφή ένδειξη, ότι ο μαθητής τον οποίο αγαπούσε ο Ιησούς είναι ο Ιωάννης, εφ’ όσον μεταξύ των παρόντων στην αλιεία αυτή σύμφωνα με το στίχο 2 ήταν και οι γιοι Ζεβεδαίου.
(2) «Μόλις τον αναγνώρισαν πάλι οι μαθητές Πέτρος και Ιωάννης δείχνουν τα ιδιαίτερα γνωρίσματα του χαρακτήρα τους» (Χ).
«Είναι πιο διορατικός μεν ο Ιωάννης λόγω της πολλής του καθαρότητας· ενώ πιο θερμός ο Πέτρος, από τη σφοδρότητα της αγάπης του» (Ζ).
«Για αυτό ο μεν Ιωάννης πρώτος αναγνώρισε τον Ιησού» (Χ), «επειδή είχε όπως φαίνεται μεγαλύτερη ετοιμότητα πνεύματος και καθαρότητα νου και οξύτητα των ματιών της καρδιάς» (Κ).
Η θερμή αγάπη έχει το πρώτο και βεβαιότατο ένστικτο του αντικειμένου που αγαπιέται (Stier). «Ο Πέτρος όμως πρώτος ήλθε σε αυτόν» (Χ), «και τρέχει πριν από τους άλλους… επειδή κατάλαβε ότι θα αργήσει κάπως η άφιξη με το σκάφος· διότι ήταν πάντα θερμός σε προθυμία και δραστήριος στην ευτολμία» (Κ).
(3) Λέγεται μία φορά. «Λένε ότι είναι ένας μικρός χιτώνας χωρίς χέρια, που καλύπτει το σώμα μέχρι τα γόνατα. Είναι συνηθισμένο αυτό σε αυτούς που είναι στη θάλασσα, αφού τους εξασφαλίζει ταυτόχρονα ευκινησία και σεμνότητα στο νερό» (Ζ). Ο επενδύτης ήταν ένα ένδυμα ανάμεσα στο χιτώνα, το εσωτερικό ένδυμα, και το ιμάτιο, το εξωτερικό αντίστοιχο ή μανδύα (g).
(4) «Μόλις λοιπόν τον αναγνώρισε, όλα τα έριξε, και τα ψάρια και τα δίχτυα και ζώστηκε ο Πέτρος. Βλέπεις και την ντροπή και τον πόθο του;»(Χ).
«Με το ότι ζώστηκε μεν, απέδειξε την ντροπή· ενώ με το ότι έριξε τον εαυτό του στη θάλασσα, φανέρωσε τον πόθο» (Θφ).
Το διεζώσατο σημαίνει ή «ήταν γυμνός μεν από την άλλη στολή του· αλλά φορούσε στο σώμα του μόνο αυτόν [τον επενδύτη] άζωστο… Ζώστηκε όμως αυτόν, από ντροπή προς τον Κύριο» (Ζ), ή, πιο σωστά, σημαίνοντας κατά γράμμα ζώστηκε, εμπερικλείει και τις δύο ιδέες και αυτήν του φόρεσε τον επενδύτη και αυτήν του έζωσε τον εαυτό του (g). Έσφιξε το ένδυμα γύρω του και το έδεσε με ζώνη, για να μην τον εμποδίζει την ώρα που θα διέσχιζε το νερό της θάλασσας (ο).
(5) Πρέπει να εκλάβουμε αυτό με σχετική έννοια. «Διότι είναι ανάρμοστο να είναι αυτός τελείως γυμνός, λόγω της ασχημοσύνης» (Ζ). Χωρίς τον επενδύτη ο Πέτρος ήταν πράγματι γυμνός, εκτός από κάποια ποδιά ή εσώρουχο που επιβάλλει η ευσχημοσύνη. Μπορούμε όμως να δεχτούμε, ότι ο Πέτρος φορούσε πριν από αυτό και τον χιτώνα, διότι η χρήση της ελληνικής λέξης γυμνός επιτρέπει την έννοια αυτή (g). Και στην καθομιλουμένη η λέξη χρησιμοποιείται και με ευρύτερη έννοια. Ο Πέτρος αισθάνθηκε ντροπή στην παρουσία του Διδασκάλου, ενώ πριν ασχολούνταν με τους συμμαθητές με οικειότερο τρόπο (b).
(6) «Αν και βρίσκονταν μακριά από την όχθη διακόσιους πήχεις, αλλά ούτε έτσι περίμενε να έλθει προς αυτόν με το πλοίο, αλλά έφθασε κολυμπώντας» (Χ). Η αγάπη του Ιησού τραβά μέσα από φωτιά και κύματα (b). Η Συριακή μετάφραση του Σινά προσθέτει «καί ἦλθε νηχόμενος (=κολυμπώντας)». Πρόκειται για γλώσσα (παρέμβλητο κείμενο). Και η παράφραση του Νόννου μιλά για τον Πέτρο να κολυμπά. Πιθανότερο όμως φαίνεται, ότι τα νερά ήταν μάλλον αβαθή και ο Πέτρος θα μπορούσε να βαδίζει πάνω στο βυθό. Αυτό συμβιβάζεται και με το «τὸν ἐπενδύτην διεζώσατο». Αλλιώς θα εμποδιζόταν από τον επενδύτη, εάν επρόκειτο να κολυμπά.
Ιω. 21,8 οἱ δὲ ἄλλοι μαθηταὶ τῷ πλοιαρίῳ(1) ἦλθον· οὐ γὰρ ἦσαν μακρὰν(2) ἀπὸ τῆς γῆς, ἀλλ᾿ ὡς ἀπὸ(3) πηχῶν διακοσίων(4)· σύροντες τὸ δίκτυον τῶν ἰχθύων.
8Οι άλλοι μαθητές ήρθαν με το πλοιάριο, σέρνοντας το δίχτυ με τα ψάρια, γιατί δεν απείχαν από τη στεριά παρά εκατό περίπου μέτρα.
(1) Δοτική του οργάνου. Πιθανώς δεν είναι αυτό το ίδιο με το πλοίο στο στίχο 3. Πρόκειται ίσως για βάρκα βοηθητικής που ακολουθούσε το πλοίο. Εφ’ όσον το πλοίο δεν μπορούσε να προχωρήσει στα αβαθή νερά, οι μαθητές χρησιμοποίησαν το πλοιάριο (β). Μεγάλη διαφορά μπορεί να σημειωθεί ανάμεσα σε αυτούς και εκείνους τους ευσεβείς στις εκδηλώσεις της τιμής τους και του σεβασμού τους προς τον Κύριο, οι οποίες όμως όλες είναι ευπρόσδεκτες σε αυτόν. Μερικοί υπηρετούν τον Κύριο με πράξεις αφοσίωσης και με έκτακτες εκφράσεις θρησκευτικού ζήλου. Ο Πέτρος δεν πρέπει να επικριθεί, διότι έριξε τον εαυτό του στη θάλασσα, αλλά αντίθετα πρέπει να επαινεθεί για τον ζήλο του και την δύναμη της αγάπης του. Αξιέπαινοι λοιπόν είναι και εκείνοι, οι οποίοι για την αγάπη του Χριστού εγκαταλείπουν τον κόσμο μαζί με τη Μαρία, για να κάτσουν δίπλα στα πόδια του. Άλλοι πάλι υπηρετούν τον Κύριο ανάμεσα στις εγκόσμιες υποθέσεις. Εξακολουθούν να παραμένουν στο πλοίο, να σύρουν το δίχτυ και να το φέρνουν στην ακτή, όπως εδώ οι άλλοι μαθητές. Αλλά και αυτοί δεν πρέπει να επικριθούν ως κοσμικοί, διότι υπηρετούν και αυτοί τον Κύριο «διακονώντας σε τραπέζια». Εάν και οι άλλοι μαθητές έκαναν ό,τι και ο Πέτρος, τι θα γίνονταν τα ψάρια που πιάστηκαν και το δίχτυ τους; Πολλοί δρόμοι οδηγούν τους μαθητές από τη θάλασσα του κόσμου αυτού κοντά στον Κύριο, που στέκεται στην ακτή. Άλλοι οδηγούνται προς αυτόν με βίαιο θάνατο, όπως οι μάρτυρες, οι οποίοι ρίχνονται στη θάλασσα από ζήλο προς τον Χριστό. Άλλοι οδηγούνται προς τον Ιησού με φυσικό θάνατο σέρνοντας το δίχτυ. Και αυτοί όμως και εκείνοι καταφθάνουν στην ήσυχη και ασφαλή ακτή, όπου αναμένει αυτούς ο Χριστός.
(2) Αιτιολογεί ή το γιατί χρησιμοποίησαν πλοιάριο (=τα νερά ήταν αβαθή, διότι η ακτή ήταν κοντά) (β). Ή (εάν το πλοιάριο το πάρουμε ως ταυτόσημο με το πλοίο) δικαιολογεί γιατί έσυραν το δίχτυ προς την ακτή και όχι πάνω στο πλοίο (ο).
(3) Σύμφωνα με μεταγενέστερη στους Ελληνες χρήση μπαίνει μπροστά από τα ονόματα που δηλώνουν τοπική απόσταση. Έτσι και στο ια 18 «ἦν ἐγγὺς ὡς ἀπὸ σταδίων δεκαπέντε» = απείχε δεκαπέντε στάδια (G).
(4) Δηλαδή 105 μέτρα, αφού ο πήχυς ισοδυναμεί με 0,525 του μέτρου (F).
Ιω. 21,9 ὡς οὖν ἀπέβησαν(1) εἰς τὴν γῆν, βλέπουσιν(2) ἀνθρακιὰν(3) κειμένην καὶ ὀψάριον(4) ἐπικείμενον καὶ ἄρτον(5).
9Όταν αποβιβάστηκαν στη στεριά, βλέπουν εκεί αναμμένη μια ανθρακιά κι ένα ψάρι πάνω στη φωτιά, και ψωμί.
(1) Εδώ μόνο συναντιέται στον Ιωάννη· με την ίδια έννοια όμως και στο Λουκ. ε 2, κατά την αφήγηση του ομοίου θαύματος που έγινε κατά το χρόνο της κλήσης των τεσσάρων μαθητών.
(2) Ανέλπιστα (b). Ο ενεστώτας εκφράζει την έκπληξη των μαθητών (F). Όταν αποβιβάστηκαν στην ξηρά μουσκεμένοι και παγωμένοι, κατάκοποι και πεινασμένοι βρήκαν εκεί ανθρακιά, η οποία θα τους θέρμαινε και θα στέγνωνε τα ρούχα τους, και ψάρι και ψωμί, τα οποία ήταν αρκετή προμήθεια για ένα καλό πρωινό φαγητό. Από την περίπτωση αυτή, στην οποία καταφαίνεται η ιδιαίτερη φροντίδα, την οποία ο Χριστός λαμβάνει για τους μαθητές του ενισχυόμαστε και γεμίζουμε από ελπίδα και εμείς. Θα προνοήσει και για μας ο Κύριος στις ανάγκες μας, διότι γνωρίζει ποιά πράγματα έχουμε ανάγκη.
(3) Δεν υπάρχει πουθενά αλλού στην Κ.Δ. και μόνο στον Ιωάννη εδώ και στο ιη 18. Ο Μάρκος και ο Λουκάς χρησιμοποιούν τις λέξεις πυρ και φως (g).
(4) Στο στίχο 10 τα ψάρια που μόλις πιάστηκαν τα αποκαλεί οψάριον. Η λέξη δηλώνει τα νωπά ή και αποξηραμένα ψάρια όπως πιθανότατα στο Ιω. στ 9 (β).
(5) «Που ήταν παραδίπλα σε ιδιαίτερο μέρος» (Ζ).
Από πού βρέθηκαν αυτά; Η μόνη λογική εξήγηση «Κατά τρόπο παράδοξο ο Χριστός και φωτιά άναψε και ψάρι έβαλε το οποίο έπιασε εννοείται με δύναμη που δεν μπορεί να εκφραστεί, «διότι δεν τα έκανε αυτά πλέον από ύλη που προϋπήρχε, όπως ακριβώς πριν στην έρημο από τα πέντε ψωμιά και τα δύο ψάρια» (Θφ), αλλά κατά τρόπο θαυμαστό και αυτό» (Κ)·
«τα έφτιαξε οπωσδήποτε όλα όχι από προϋπάρχοντα στοιχεία, ώστε και από εδώ να δείξει την δύναμή του, και επειδή ήταν κουρασμένοι να τους δυναμώσει με πολλή στοργή με τροφή» (Ζ).
Τι συμβόλιζε αυτό το πρωινό; Εάν αυτή εδώ η αλιεία είναι για τους μαθητές το σύμβολο και η εγγύηση της επιτυχίας του κηρύγματός τους, το πρωινό είναι αναμφίβολα το έμβλημα της πνευματικής επιστασίας και βοήθειας, πάνω στην οποία μπορούν αυτοί να υπολογίζουν εκ μέρους του δοξασμένου Κυρίου τους σε όλη τη διάρκεια αυτού του έργου τους (g). Η φωτιά και το ψάρι και ο άρτος δηλώνουν την από την Πρόνοια προμήθεια σε κάθετί που θα τους χρειαζόταν. Και η μεγάλη αλήθεια, που συμβολίζεται εδώ, επαναλήφθηκε και στην περιληπτική ευλογία: «Να, εγώ είμαι μαζί σας όλες τις ημέρες έως τη συντέλεια του αιώνος» (Ματθ. κη 20) (ο).
Ή, λιγότερο πιθανώς. «Τους διδάσκει δηλαδή, ότι μετά από τους κόπους και τους ιδρώτες χάριν αυτών που καλέστηκαν και σώθηκαν, θα καθίσουν πάλι μαζί με αυτόν… και θα είναι για πάντα μαζί του, και θα είναι δίπλα τους η ανέκφραστη απόλαυση, η οποία είναι εννοείται πνευματική και θεία και πάνω από το νου μας» (Κ).
Ιω. 21,10 λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ἐνέγκατε ἀπὸ τῶν ὀψαρίων ὧν ἐπιάσατε νῦν(1).
10Τους λέει ο Ιησούς: «Φέρτε από τα ψάρια που πιάσατε τώρα».
(1) «Σαν να ξέρει ότι έπιασαν, λέει… και για να μην φανεί το πράγμα ότι είναι φαντασία, και ώστε, αφού δουν και το πλήθος και το μέγεθος των ψαριών, και το πώς δεν σχίστηκε το δίχτυ, να θαυμάσουν περισσότερο» (Ζ).
Έτσι οι μαθητές θα μπορούσαν να καταλάβουν και ότι το ψάρι εκείνο ήταν πραγματικό όπως και τα άλλα ψάρια που έπιασαν (b). Επιπλέον τα από τον Ιησού προσφερόμενα τρόφιμα έπρεπε να συμπληρωθούν και από τα προϊόντα της αλιείας τους. Η λεπτομέρεια αυτή θα ήταν απολύτως ακατανόητη, εάν όλη αυτή η σκηνή δεν είχε συμβολικό χαρακτήρα. Ο Ιησούς θέλει να διδάξει αυτούς, ότι θα ασχολείται με τις ανάγκες τους, αλλά μαζί με την ευλογία και επιστασία του πρέπει να συντρέχει και η δική τους πιστή εργασία (g).
«Σχεδόν θέλει να σημάνει ο Χριστός αυτό που λέγεται στους Ψαλμούς (ρκζ 2), ότι· Τους καρπούς των κόπων σου θα φας» (Κ).
Το πρωινό λοιπόν, το οποίο τώρα προσφέρεται στους επτά μαθητές, αποτελείται μέρος μεν από εκείνο, το οποίο ο ίδιος ο Κύριος με θαυμαστό τρόπο παρουσίασε έτοιμο, και μέρος από τον καρπό του προσωπικού τους κόπου. Αυτό συμβολίζει, ότι ο Κύριος παρέχει σε μας αναψυχή για την διακονία, την οποία του προσφέρουμε, με δωρεές, οι οποίες προέρχονται μέρος μεν άμεσα από αυτόν, μέρος δε από τον δικό μας κόπο, που καταβάλλεται κάτω από την καθοδήγησή του. Όλα όμως είναι δικά του. Διότι και όλος ο καρπός του κόπου μας δεν είναι δικός μας, αλλά προέρχεται από την ευλογία του. Τότε λοιπόν θα απολαμβάνουμε αυτά δίκαια και σωστά, όταν δεχόμαστε αυτά με ευγνωμοσύνη σαν να παρέχονται από το χέρι του (τ).
Ιω. 21,11 ἀνέβη Σίμων Πέτρος(1) καὶ εἵλκυσε τὸ δίκτυον ἐπὶ τῆς γῆς(2), μεστὸν ἰχθύων μεγάλων ἑκατὸν πεντήκοντα τριῶν(3)· καὶ τοσούτων ὄντων οὐκ ἐσχίσθη τὸ δίκτυον(4).
11Ανέβηκε τότε στο πλοίο ο Σίμων Πέτρος και τράβηξε το δίχτυ στη στεριά, γεμάτο μεγάλα ψάρια, για την ακρίβεια εκατόν πενήντα τρία. Κι ενώ ήταν τόσα πολλά ψάρια, το δίχτυ δεν είχε σκιστεί.
(1) «Ανέβηκε στο πλοίο ως εμπειρότερος και τον ακολούθησαν εννοείται και οι άλλοι» (Ζ). Με τη βοήθεια μεν των συμμαθητών τράβηξε το δίχτυ, αυτός όμως διηύθυνε το έργο (g). Ο σιναϊτικός και ένας άλλος από τους μεγαλογράμματους κώδικες γράφουν Ενέβη.
(2) Αρκετά μαρτυρημένη γραφή: Εἰς τήν γῆν.
(3) Ερμηνεύτηκε αλληγορικά με διάφορους τρόπους: «Το μεν εκατό… σημαίνει το σύνολο των εθνών· διότι ο αριθμός εκατό είναι πληρέστατος αφού αποτελείται από δέκα δεκάδες· διότι και ο ίδιος ο Κύριος… άλλοτε μεν λέει ότι είναι εκατό τα πρόβατα που έχει, δηλώνοντας με αυτό ότι τα λογικά κτίσματα είναι τέλεια στον αριθμό, άλλοτε πάλι λέει ότι η άριστη γη θα καρποφορήσει εκατό φορές… Τον αριθμό πενήντα πάλι τον βάζει για να εννοήσουμε κατά κάποιο τρόπο το εκλεγμένο υπόλειμμα της χάριτος από τους Ισραηλίτες, διότι είναι το μισό του εκατό τα πενήντα, και υπολείπεται του τέλειου στον αριθμό. Τα τρία επίσης μπορούν να δηλώνουν την αγία… Τριάδα, στη δόξα της οποίας αφιερώνεται και θεωρείται συνδεδεμένη η ζωή αυτών που με την πίστη ψαρεύτηκαν» (Κ).
Ή, το ίδιο απίθανη: «Εάν ζητήσουμε αριθμό που δείχνει το νόμο, ποιόν άλλον θα καθορίζαμε παρά τον δέκα; Διότι έχουμε απόλυτη βεβαιότητα, ότι ο Δεκάλογος δηλαδή οι γνωστές σε όλους δέκα εντολές, γράφτηκαν πρώτα με το δάχτυλο του Θεού στις δύο πλάκες… Αλλά όταν η χάρη προστέθηκε στο νόμο, δηλαδή το πνεύμα στο γράμμα, κατά κάποιο τρόπο προστέθηκε στον αριθμό δέκα ο επτά. Διότι ο επτά διαπιστώνεται από τεκμήρια… σημαίνει το άγιο Πνεύμα… Ο Θεός αγίασε την έβδομη ημέρα, στην οποία κατέπαυσε από τα έργα του… Και ο προφήτης Ησαΐας… εφιστά την προσοχή μας στο επταδικό έργο ή τα επτά χαρίσματα του Πνεύματος [Ησ. Ια 2,3]… Και τι λέει η Αποκάλυψη; Δεν ονομάζονται και εκεί αυτά επτά Πνεύματα του Θεού [Αποκ. γ 1], ενώ είναι ένα μόνο και το αυτό Πνεύμα που διαιρεί στον καθένα διάφορα χαρίσματα, όπως θέλει… Συνεπώς, όταν στον αριθμό δέκα, που παριστάνει το νόμο, προσθέσουμε το άγιο Πνεύμα, που παριστάνεται από το επτά, έχουμε δέκα επτά. Και όταν χρησιμοποιήσουμε τον αριθμό αυτόν για να προσθέσουμε κάθε έναν από τους διάφορους αριθμούς, τους οποίους περιλαμβάνει, από τι 1 μέχρι το 17 [δηλαδή 1+2+3+4+5+6… +16=136] το άθροισμα θα είναι 136. Αν προσθέσουμε στο άθροισμα αυτό και τον 17 θα έχουμε τον αριθμό των ψαριών… Έτσι με το ζωοποιό Πνεύμα το γράμμα δεν σκοτώνει πλέον, αλλά ό,τι παραγγέλεται από το νόμο, εκπληρώνεται με τη βοήθεια του Πνεύματος και αν υπάρξει κάποια έλλειψη συγχωρείται. Όλοι λοιπόν όσοι συμμετέχουν σε τέτοια χάρη συμβολίζονται από τον αριθμό αυτόν. Ο αριθμός αυτός επιπλέον έχει 3 φορές τον αριθμό 50 και επιπροσθέτως τον αριθμό 3 σε αναφορά με το μυστήριο της Τριάδας· την ώρα που ο αριθμός 50 γίνεται με πολλαπλασιασμό του 7 επί 7 με προσθήκη του ένα… Και το ένα προστίθεται για να δηλώσει, ότι ένα είναι αυτό που εκφράζεται με την επταπλή ενέργειά του» δηλαδή το Πνεύμα (Αυ).
Ή και κάπως πιθανώς ο Ιερώνυμος σημειώνει: Εκείνοι οι οποίοι έγραψαν για τη φύση και ιδιότητα των ζώων, αυτοί που έμαθαν αλιευτικά… από τους οποίους ο Οππιανός… είναι ποιητής πολυμαθέστατος, βεβαιώνουν, ότι υπάρχουν συνολικά 153 είδη ψαριών, τα οποία όλα συνελήφθησαν από τους αποστόλους και κανένα δεν παρέμεινε ασύλληπτο. Έτσι όλοι τόσο οι ευγενείς και οι ταπεινοί στην καταγωγή, οι πλούσιοι και οι φτωχοί και κάθε τάξης άνθρωποι ανελκύονται από τη θάλασσα του κόσμου στη σωτηρία (b).
Ή, πιο σωστά, η απλούστερη εξήγηση του αριθμού 153 είναι ότι, όπως οι ψαράδες αναγκάζονται να κάνουν, επειδή τα πιασμένα ψάρια πρέπει να διαιρεθούν σε μερίδια, τα ψάρια μετρήθηκαν και ο αριθμός τους αναφέρθηκε ως αξιοσημείωτος (β). Έτσι σημειώνεται η αφθονία αυτής της αλιείας και το ζωηρό ενδιαφέρον, με το οποίο οι απόστολοι λογάριασαν τη λεία που έπιασαν (g). Η αρίθμηση έγινε από την επιθυμία τους να διατηρήσουν ακριβή ανάμνηση του μεγάλου θαύματος (ο).
(4) «Όχι επειδή ήταν ισχυρό, αλλά επειδή ο Κύριος δυνάμωσε αυτό» (Ζ). Η διατήρηση του διχτύου αναφέρθηκε ίσως σαν σύμβολο της ειδικής προστασίας του Κυρίου στη εκκλησία και σε όλους εκείνους, οι οποίοι είναι κλεισμένοι μέσα της (g).
Ιω. 21,12 λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· δεῦτε ἀριστήσατε(1). οὐδεὶς δὲ ἐτόλμα τῶν μαθητῶν ἐξετάσαι(2) αὐτὸν σὺ τίς εἶ(3), εἰδότες ὅτι ὁ Κύριός ἐστιν(4).
12«Ελάτε να φάτε», τους λέει ο Ιησούς. Και κανείς από τους μαθητές δεν τολμούσε να τον ρωτήσει, «εσύ ποιος είσαι;» γιατί ήξεραν πως είναι ο Κύριος.
(1) Αριστάω= παίρνω πρωινό, στους Αττικούς, έτσι και εδώ (G). Αν και κάποιος χρόνος πρέπει να καταναλώθηκε στο έργο της ανέλκυσης των ψαριών, όμως η πρωινή ώρα δεν είχε ακόμη περάσει (ο). «Ήδη είχε φτάσει η ώρα του πρωινού. Διότι επρόκειτο τους κόπους τους να τους διαδεχτεί η ανάπαυση» (Ζ).
(2) «Διότι δεν είχαν πλέον την ίδια παρρησία, ούτε το ίδιο θάρρος, ούτε τον πλησίαζαν πλέον μιλώντας προς αυτόν, αλλά με σιωπή και πολύ φόβο καθόντουσαν και τον πρόσεχαν» (Χ).
Δεν υπάρχουν πλέον οι προηγούμενες οικείες σχέσεις (g). Ο Θεάνθρωπος στεκόταν πλήρως αποκαλυμμένος μπροστά τους· και ενώ οι καρδιές τους υπερπληρούνταν από αγάπη και χαρά, προσέβλεπαν όμως προς αυτόν με φόβο και σεβασμό (ο). Το τολμώ και εξετάζω δεν συναντιούνται αλλού στο τέταρτο ευαγγέλιο (β). Εξετάζω= πληροφορούμαι από κάποιον με άμεση ερώτηση (G).
(3) «Επειδή έβλεπαν τη μορφή του αλλοιωμένη και να προξενεί μεγάλη έκπληξη, είχαν εκπλαγεί πάρα πολύ, και ήθελαν να τον ρωτήσουν για αυτήν, αλλά ο φόβος και το ότι γνώριζαν ότι δεν είναι κάποιος άλλος, αλλά ο ίδιος, τους έκανε να αποφεύγουν την ερώτηση» (Χ).
(4) Δεν συνέβη εδώ όπως στην Εμμαούς, όπου δεν αναγνωρίστηκε έως ότου ευλόγησε και έκοψε τον άρτο (Λουκ. κδ 30). Εδώ αναγνωρίστηκε πριν ακόμη αρχίσει το φαγητό (β).
Ιω. 21,13 ἔρχεται(1) οὖν(2) ὁ Ἰησοῦς καὶ λαμβάνει(3) τὸν ἄρτον(4) καὶ δίδωσιν αὐτοῖς(5) καὶ τὸ ὀψάριον(4) ὁμοίως.
13Έρχεται ο Ιησούς, παίρνει το ψωμί και τους το μοιράζει. Το ίδιο έκανε και με το ψάρι.
(1) Από τη θέση που στεκόταν, όταν κάλεσε τους μαθητές (ο).
(2) Κατόπιν της πρόσκλησης, την οποία απηύθυνε στους μαθητές και της προσέλευσής τους.
(3) Αφού πλησίασε τον τόπο, όπου βρισκόταν η τροφή ετοιμασμένη, ως διδάσκαλος και οικοδεσπότης διανέμει αυτήν στους μαθητές. Κανείς υπαινιγμός δεν υπάρχει εδώ ότι έλαβε χώρα κλάση του άρτου με ευχαριστία. «Εδώ δεν στρέφει πλέον το βλέμμα του στον ουρανό, ούτε κάνει εκείνα τα ανθρώπινα, δείχνοντας ότι και εκείνα έγιναν από συγκατάβαση» (Χ). Ο Θεάνθρωπος εμφανίζεται μάλλον με τη θεία του εξουσία.
(4) Φαίνεται πιθανόν ότι «λογικά έψησαν και κάποια από τα ψάρια που έπιασαν για να φάνε όλοι οι μαθητές» (Ζ).
Αξιόλογη η αλληγορία: «Ο Κύριος ετοίμασε το πρωινό για τους επτά αυτούς μαθητές του από το ψάρι, το οποίο είδαν πάνω στην ανθρακιά, αφού προστέθηκαν και κάποια από τα ψάρια που αυτοί έπιασαν, και από τον άρτο…, τον οποίο είδαν. Το ψάρι το ψημένο είναι ο Χριστός που πάσχει· και ο ίδιος επίσης είναι ο άρτος που κατέβηκε από τον ουρανό. Μαζί με αυτόν ενσωματώθηκε η εκκλησία, για να μετάσχει και της αιώνιας μακαριότητας» (Αυ).
(5) «Εδώ μεν δεν λέει ότι έφαγε μαζί τους, ενώ ο Λουκάς αλλού λέει ότι συναναστρεφόταν και συνέτρωγε μαζί τους (Πράξ. α 4). Το πώς γινόταν αυτό όμως εμείς δεν μπορούμε να το πούμε. Διότι αυτά γινόντουσαν με κάποιο παραδοξότερο τρόπο, όχι επειδή είχε η φύση του πλέον ανάγκη από τροφή, αλλά το έκανε από συγκατάβαση για απόδειξη της ανάστασης» (Χ). Το ότι ο Ιησούς πήρε και έδωσε σε αυτούς τον άρτο και το ψάρι όπως παλιά (δες Μάρκ. στ 41, η 6, Ματθ. ιδ 19, ιε 36, Λουκ. θ 16) σημαίνει μόνο, ότι προεξήρχε του φαγητού κατά την ανέκαθεν συνήθειά του.
Ιω. 21,14 Τοῦτο ἤδη τρίτον(1) ἐφανερώθη ὁ Ἰησοῦς τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν.
14Αυτή ήταν η τρίτη εμφάνιση του Ιησού στους μαθητές μετά την ανάστασή του.
(1) Δες τις σχετικές φράσεις «ταύτην τὴν ἀρχὴν» (β 11)· «τοῦτο πάλιν δεύτερον σημεῖον ἐποίησεν» (δ 54). Όπως και εκείνες, έτσι και η παρούσα αποβλέπει στο να συμπληρώσει σιωπηλά την διήγηση των συνοπτικών. Κατά τον Ματθαίο η πρώτη εμφάνιση του Ιησού στους μαθητές θα φαινόταν, ότι έγινε στη Γαλιλαία και όχι στην Ιουδαία. Καθόλου, λέει ο ευαγγελιστής. Όταν για πρώτη φορά εμφανίστηκε στη Γαλιλαία ήταν η τρίτη ήδη φορά, κατά την οποία φανερωνόταν στους μαθητές του (g).
«Πρώτη μεν φορά λοιπόν το απόγευμα της ημέρας εκείνης, κατά την οποία αναστήθηκε· δεύτερη μετά από οχτώ ημέρες· και τρίτη τώρα. Φαίνεται λοιπόν, ότι μετά από αυτό ανέβηκαν οι μαθητές στο όρος που τους παρήγγειλε... Φανερώθηκε μεν λοιπόν και στις μαθήτριες και… στον Πέτρο και στον Κλεόπα και σε αυτόν που ήταν μαζί του. Αλλά στους μαθητές μαζί, αυτή ήταν η τρίτη φορά που φανερώθηκε» (Ζ).
Μιλά για τις επισημότερες εμφανίσεις, δηλαδή για εκείνες οι οποίες έγιναν στους μαθητές συναθροισμένους (b). Και δεν ήταν μεν εδώ όλοι οι μαθητές παρόντες, ήταν όμως επτά κάτω από την ηγεσία του Πέτρου, άλλωστε και στο Ιω. κ 19 και εξής, δεν ήταν πάλι όλοι παρόντες (g).
Ή, λιγότερο πιθανώς «αριθμούνται οι εμφανίσεις σύμφωνα με τις ημέρες· διότι ως πρώτη πρέπει να αριθμηθούν όλες όσες έγιναν σε μία ημέρα, επειδή περικλείονται σε μία ημέρα οσοδήποτε πολλές φορές και αν εμφανίστηκε κατά την ημέρα της ανάστασής του· ως δεύτερη αυτή που έγινε μετά από οκτώ ημέρες, και αυτή εδώ ως τρίτη» (Αυ).
Ιω. 21,15 Ὅτε οὖν ἠρίστησαν(1), λέγει τῷ Σίμωνι Πέτρῳ ὁ Ἰησοῦς(2)· Σίμων Ἰωνᾶ(3), ἀγαπᾷς με(4) πλεῖον τούτων(5); λέγει αὐτῷ· ναί, Κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε(6). λέγει αὐτῷ· βόσκε(7) τὰ ἀρνία μου(8).
15Όταν, λοιπόν, έφαγαν, λέει ο Ιησούς στο Σίμωνα Πέτρο: «Σίμων, γιε του Ιωνά, μ’ αγαπάς περισσότερο απ’ όσο αυτοί εδώ;» «Ναι, Κύριε», του απαντάει ο Πέτρος, «εσύ ξέρεις πως σ’ αγαπώ». Του λέει τότε: «Βόσκε τ’ αρνιά μου».
(1) Όταν το πρωινό φαγητό τελείωσε. Είναι χαρακτηριστικά του Ιωάννη οι σημειώσεις και οι καθορισμοί αυτοί του χρόνου (β). Κατά τη διάρκεια του φαγητού τους επικρατούσε μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη σιωπή. Η σιγή στην αρχή κάποιου γεύματος δεν είναι μόνο σημάδι ευγένειας, αλλά και κοσμιότητας και αυτοκυριαρχίας (b).
Η αποστολική ευθύνη δεν εξαντλείται με την αποστολή σε αυτούς που δεν επέστρεψαν ακόμη. Καθήκον του αποστόλου είναι να λάβει και πρόνοια για αυτούς που επέστρεψαν. Η σκηνή για αυτό, στην οποία εξιστορείται η σύλληψη των ψαριών, συμπληρώνεται με περιγραφή της αποστολικής διακονίας με την εικόνα του ποιμένα και της ποίμνης των αρνιών και των προβάτων. Το αρνί παίρνει τη θέση του ψαριού, διότι, από τη στιγμή που το ψάρι πιαστεί, πεθαίνει και δεν παρέχει συνεπώς ανάλογο και επαρκές παράδειγμα της ζωής του χριστιανού μετά την επιστροφή του. Ο Πέτρος λοιπόν είναι συγχρόνως ψαράς και ποιμένας. Αλλά έχει ήδη αρνηθεί τρεις φορές τον Κύριο (χ).
Ο ακόλουθος διάλογος λοιπόν συμπληρώνει την προηγούμενη σκηνή (g). Αφού έφαγαν, τότε ο Κύριος απευθύνεται στον Πέτρο. Αποφεύγει να μιλήσει προηγουμένως στον Πέτρο, για να μην ταράξει τον όμιλο των επτά μαθητών κατά τη διάρκεια του φαγητού. Αλλά και στον Πέτρο τον ίδιο θα προκαλούσε δυσαρέσκεια και λύπη ό,τι ο Κύριος θα έλεγε προς αυτόν. Δεν θέλει λοιπόν να αναγκάσει αυτόν να διακόψει το φαγητό του.
(2) Δεν μέμφεται ο Ιησούς τον Πέτρο για την άρνηση, για την οποία είχε ήδη ο Πέτρος συγχωρεθεί· αλλά η ερώτησή του για την αγάπη του ήταν ευγενέστατος και στοργικότατος έλεγχος (Stier). «Επομένως με την τριπλή μεν ομολογία του μακάριου Πέτρου καταργήθηκε το αμάρτημα που έγινε με την τριπλή άρνηση. Και με το να πει ο Κύριος Βόσκε τα αρνία μου, εννοείται ότι έγινε μία ανανέωση κατά κάποιο τρόπο της αποστολής που ήδη δόθηκε σε αυτόν, η οποία σταματούσε την ντροπή για τα αμαρτήματα που συνέβη στο μεταξύ και η οποία εξαφάνιζε την μικροψυχία λόγω της ανθρώπινης ασθένειας» (Κ).
Όπως υπάρχει σχέση όχι τυχαία ανάμεσα στην εξωτερική τοποθεσία, στην οποία ο Πέτρος είχε κληθεί την πρώτη φορά στο να γίνει απόστολος και σε αυτήν, στην οποία σημειώθηκε η εμφάνιση του Ιησού, έτσι υπάρχει σχέση ανάμεσα στον τόπο στον οποίο ο Πέτρος εξέπεσε (δίπλα στην ανθρακιά της αυλής του αρχιερέα) με την άρνησή του, και στην ανθρακιά αυτή δίπλα στην οποία ξαναπαίρνει το αξίωμά του (g).
Στην τριπλή ερώτηση του Κυρίου προς τον Πέτρο κρύβεται γλυκός και στοργικός έλεγχος, ικανός όχι να πληγώσει και να πικράνει, αλλά να μαλάξει την καρδιά. Επιπλέον με αυτήν ο Πέτρος υποβάλλεται σε δοκιμή και εξέταση. Οι ερωτήσεις υποβάλλονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να φανεί καθαρά, εάν ο Πέτρος κατέχεται ακόμη από το πνεύμα εκείνο της καυχησιολογίας και αλαζονείας, το οποίο εκδήλωσε, όταν στο δείπνο διακήρυττε ότι «αν όλοι σκανδαλιστούν με σένα, εγώ ουδέποτε θα σκανδαλιστώ». Και πράγματι, στις απαντήσεις του Πέτρου βλέπουμε, πόσο από την άρνησή του διδάχτηκε αυτός και πόσο άλλαξε και μεταβλήθηκε.
(3) Υπάρχει και η γραφή Σίμων Ιωάννου. Η ονομασία αυτή, με την οποία υπενθυμίζεται στον Πέτρο η φυσική του καταγωγή δεν αντιτίθεται άσκοπα με αυτήν που χρησιμοποιεί ο ευαγγελιστής («λέει στον Σίμωνα Πέτρο») (g). Υπενθυμίζει σε αυτόν ολόκληρο το παρελθόν του, από τη φυσική γέννησή του, και ειδικότερα την αξιοθρήνητη πτώση, η οποία γεννήθηκε στον Σίμωνα και όχι στον Πέτρο (Stier). Υπενθυμίζεται η ασθένεια η οποία μεταδίδεται σε όλους μας με τη φυσική καταγωγή ή την επίγεια συγγένεια (ο).
(4) Σύμφωνα με κάποιους μεν υπάρχει διάκριση ανάμεσα στο αγαπώ και το φιλώ. Το αγαπώ λέγεται εδώ με την ανώτερη και πνευματική έννοια της λέξης –αγαπώ από σεβασμό· ενώ το φιλώ με την έννοια της προσωπικής αφοσίωσης (g). Για αυτό για τους ανθρώπους λέγεται ότι αγαπούν και όχι φιλούν το Θεό. Το αγαπώ επίσης ουδέποτε χρησιμοποιείται για την αγάπη από σαρκικό έρωτα. Το φιλώ χρησιμοποιείται για τους λάτρεις του Χριστού στο Ιω. ιστ 27 (G). Το φιλώ λέγεται για φυσική τρυφερότητα, το αγαπώ για αγάπη περισσότερο εξυψωμένη (F).
Σύμφωνα με τη διάκριση αυτή ο Πέτρος ερωτώμενος από τον Ιησού εάν αγαπά αυτόν, δεν απαντά με μεγαλύτερη έμφαση (b), αλλά χρησιμοποιεί, αποφεύγοντας την προηγούμενη αλαζονεία, το ρήμα φιλώ με πιο μέτρια διάθεση (g). Ο Ιησούς ρωτά: Με αγαπάς με την υψηλή και άγια αγάπη, η οποία οφείλεται σε μένα ως Υιό του Θεού και Σωτήρα των ανθρώπων; Και ο Πέτρος συναισθανόμενος ήδη την ασθένειά του απαντά· Ξέρεις, ότι σε αγαπώ όπως ένας φτωχός ασθενής θνητός μπορεί να αγαπά τους αρίστους του φίλους, αν και η αγάπη αυτή είναι πολύ πιο κάτω από την αγία αγάπη, που οφείλεται σε Σένα (ο). Σύμφωνα με άλλους όμως (β, Αυ), καμμία διάκριση δεν πρέπει να γίνεται ανάμεσα στα δύο ρήματα και από την τρίτη ερώτηση του Χριστού «έχουμε αποδεδειγμένο ότι αγαπώ και φιλώ είναι ένα και το αυτό. Διότι ο Κύριος στην τελευταία ερώτησή του δεν είπε με αγαπάς, αλλά φιλεις με» (Αυ). Και οι δύο εκδοχές σοβαρές.
(5) Δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία ότι το «τούτων» αναφέρεται στους μαθητές, διότι το να αναφέρουμε αυτό στα ψάρια ή στα σκεύη και όργανα της αλιείας (δες β) είναι πολύ ταπεινό και χονδροειδές σε σχέση με τα συμφραζόμενα (ο). «Με αγαπάς περισσότερο από όσο αυτοί;» (Ζ), δηλαδή οι συμμαθητές σου. Πριν ο Πέτρος είχε πει ότι θα δειχνόταν περισσότερο πιστός από αυτούς (Ματθ. κστ 33) (b). Και ο Ιησούς υπενθυμίζει σε αυτόν την υπεροχή την οποία αλαζονικά ο Πέτρος διεκδίκησε όταν είπε τα λόγια στο Ματθ. κστ 33 (g).
«Και ζητά να πει, εάν και περισσότερο από τους άλλους αγαπά… επειδή θα πάρει και περισσότερη από τους άλλους την άφεση… Διότι σύμφωνα με το λόγο του Σωτήρα, αυτός στον οποίο πολύ συγχωρείται, πολύ και θα αγαπήσει» (Κ).
(6) «Συμφωνεί ο Πέτρος, και ομολογεί ότι αγαπά, λέγοντας ότι αυτός ο ίδιος (ο Ιησούς) είναι μάρτυρας της διάθεσης που υπάρχει μέσα του» (Κ), «αυτός που ξέρει τα απόρρητα της καρδιάς» (Χ). Ο Πέτρος είχε δώσει απόδειξη του αντίθετου με την τελευταία άρνησή του· τώρα αντί για απόδειξη κάνει επίκληση της παντογνωσίας του Ιησού. Τώρα όμως λέει απλώς: σε αγαπώ. Δεν προσθέτει: περισσότερο από αυτούς (b). Από ταπεινοφροσύνη που υπαγορεύεται σε αυτόν από την πτώση του παραλείπει τις λέξεις αυτές στην απάντησή του (g).
Ο Πέτρος παρέλειψε το «περισσότερο από αυτούς», αποφεύγοντας να συγκρίνει τον εαυτό του με τους αδελφούς του, και πολύ περισσότερο να υπερτιμήσει τον εαυτό του από αυτούς. Μπορούμε και εμείς να πούμε, ότι Αγαπάμε το Χριστό, δεν επιτρέπεται όμως σε μας να λέμε, ότι αγαπάμε αυτόν περισσότερο από κάθε άλλον. Οφείλουμε μεν να προσπαθούμε να γίνουμε καλύτεροι από τους άλλους, συγχρόνως όμως έχουμε καθήκον, ώστε «με την ταπεινοφροσύνη να θεωρούμε τους άλλους ότι υπερέχουν από εμάς». Διότι γνωρίζουμε όλες τις δικές μας ελλείψεις και παραβάσεις, ενώ των αδελφών μας μόνο από τις εξωτερικές εκείνες, οι οποίες πέφτουν στην αντίληψή μας.
(7) Το ρήμα βόσκω σημαίνει την φροντίδα για ένα ποίμνιο από την άποψη της διατροφής. «Ζητά απόδειξη της αγάπης σε αυτόν, την φροντίδα αυτών» (Ζ). Εμπιστεύεται αυτούς που αγαπά σε αυτόν που τον αγαπά (Λούθηρος).
«Χειροτονήθηκε μεν ήδη για τη θεία αποστολή μαζί με τους άλλους μαθητές ο θεσπέσιος Πέτρος· διότι ο ίδιος ο Κύριος τους ονόμασε αποστόλους σύμφωνα με αυτό που έχει γραφτεί. Επειδή όμως… κυριευμένος από ασυγκράτητο φόβο ο θεσπέσιος Πέτρος αρνήθηκε τρεις φορές τον Κύριο, θεραπεύει αυτό που έπαθε και απαιτεί και αυτός με τη σειρά του την τριπλή ομολογία, θέτοντας αυτό σαν αντιστάθμισμα για εκείνο και ετοιμάζοντας την επανόρθωση ισοδύναμη με τα αμαρτήματα» (Κ). Ξεχώρισε κάτι στον Πέτρο ιδιαίτερα σε σύγκριση με τους άλλους μαθητές, αλλά τίποτα από το οποίο οι άλλοι επρόκειτο να αποκλειστούν· διότι αληθινά και εκείνοι αγαπούσαν τον Ιησού. Δες ιστ 27. Ας παύσει ο Πάπας, στο όνομα της αλήθειας, με την πρόφαση της διαδοχής του Πέτρου να διεκδικεί αυτό το προνόμιο για τον εαυτό του… Η Ρώμη δεν μπορεί να αξιώνει τον Πέτρο ως δικό της περισσότερο από όσο η Ιερουσαλήμ ή η Αντιόχεια ή οποιοσδήποτε άλλος τόπος, όπου ο Πέτρος ενήργησε ως απόστολος. Τι λέω; Η Ρώμη ως πρωτεύουσα των Εθνών, μπορεί λιγότερο από όλους να αξιώσει αυτόν. Διότι ο Πέτρος υπήρξε ένας από τους αποστόλους της περιτομής (b).
Ο Χριστός τόσο στοργικά αγαπά την ποίμνη του, ώστε δεν εμπιστεύεται αυτήν παρά μόνο σε εκείνους, οι οποίοι τον αγαπούν και για αυτό θα αγαπούν για αυτόν και κάθετί που είναι δικό του. Εκείνοι οι οποίοι δεν αγαπούν το Χριστό, ούτε τις ψυχές των ανθρώπων αγαπούν, και κατά φυσικό λόγο ούτε για την κατάσταση των ψυχών αυτών θα ενδιαφερθούν. Τίποτα άλλο παρά η αγάπη προς τον Χριστό δεν ενισχύει τους λειτουργούς και διακόνους του να βαδίζουν ακούραστοι δια μέσου των δυσκολιών και αποθαρρύνσεων, τις οποίες συναντούν συχνά στο έργο τους. Η αγάπη αυτή κάνει το έργο τους εύκολο και γεμίζει αυτούς με προθυμία σε αυτό. Πράγματι· η αγάπη αυτή κάνει υπομονετικό και μακρόθυμο τον διδάσκαλο του ευαγγελίου απέναντι στη δυστροπία, την απροσεξία, την αχαριστία, την βραδύνοια και τις ιδιοτροπίες αυτών τους οποίους διδάσκει. Και η αγάπη αυτή κατέστησε τον Παύλο τόσο προνοητικό, για να μην σκανδαλιστούν τα ασθενή πρόβατα του Χριστού, ώστε να υφίσταται για χάρη τους τόσες θυσίες, αναλαμβάνοντας τόσους σωματικούς κόπους και αγρυπνίες, ώστε να μην επιβαρύνει κάποιον από αυτούς με τη διατροφή του. Πόσα υπέμεινε από τους ψευδαδέλφους! Και πόσο στοργική δειχνόταν η καρδιά του, όταν έγραφε: Παιδάκια μου, τους οποίους πάλι κοιλοπονώ!
(8) Σημαίνουν σύμφωνα με τους περισσότερους από τους ερμηνευτές ειδική τάξη μελών της εκκλησίας δηλαδή τους αρχάριους. «Με το να πει Βόσκε τα αρνία μου, ονόμασε έτσι τους νεογέννητους στην πίστη» (Β). Στη δεύτερη ερώτηση σύμφωνα με τους κώδικες βατικανού και του Εφραίμ χρησιμοποιήθηκε η λέξη προβάτια και στην τρίτη πρόβατα. Οι διαφορές αυτές δείχνουν, όπως φαίνεται, ότι δύο ή τρεις Αραμαϊκές λέξεις υπάρχουν πίσω από τις αντίστοιχες λέξεις του ελληνικού πρωτοτύπου (β). Στις τρεις αυτές παραγγελίες, το ποίμνιο που εμπιστεύεται στον Πέτρο κατανέμεται σε τρεις ηλικίες· και το ποίμνιο της πρώτης ηλικίας δηλώνεται με την ονομασία αρνία, ενώ αυτό της τρίτης ηλικίας με την ονομασία πρόβατα· αυτό της δεύτερης λοιπόν περιλαμβάνεται στα πιο τρυφερά από τα πρόβατα (b).
«Αρνία μεν είναι οι πιο ατελείς, ενώ πρόβατα οι τελειότεροι» (Ζ).
«Εκείνοι οι οποίοι με το να βόσκουν το ποίμνιο του Χριστού αποβλέπουν στο να έχουν αυτό ως δικό τους και όχι ως ποίμνιο του Χριστού, ας είναι πεπεισμένοι ότι αγαπούν όχι το Χριστό, αλλά τους εαυτούς τους, από επιθυμία είτε να καυχηθούν, είτε να αποκτήσουν δύναμη ή κέρδη υλικά και όχι από αγάπη να υπακούσουν, να υπηρετήσουν και να αρέσουν στο Θεό. Διότι τι άλλο σημαίνουν τα λόγια Με αγαπάς; Βόσκε τα αρνία μου, παρά ότι και αν έλεγε Εάν με αγαπάς, μη σκέφτεσαι να βοσκήσεις τον εαυτό σου αλλά τα αρνία μου σαν δικά μου και όχι σαν δικά σου· να ζητάς τη δόξα μου σε αυτά και όχι τη δική σου· την κυριότητά μου και όχι τη δική σου» (Αυ).
Βόσκε τα αρνία μου δηλαδή τρέφε αυτά, δίδασκε αυτά, διότι η διδασκαλία του ευαγγελίου είναι πνευματική τροφή. Βόσκε τα αρνία μου δηλαδή να οδηγείς αυτά σε παχειά βοσκοτόπια, πρωτοστατώντας στις θρησκευτικές τους συναθροίσεις και διακονώντας αυτά σύμφωνα με όλα τα διατεταγμένα. Βόσκε αυτά με προσωπική προσαρμογή της διδασκαλίας στην κατάσταση και τις ανάγκες καθενός από αυτά. Όχι απλώς παράθετε σε αυτά την τροφή, αλλά βόσκε εσύ με αυτήν φροντίζοντας για τα ασθενή και αυτά που δεν έχουν όρεξη να δίνεις τροφή προσαρμοσμένη στην κατάστασή τους.
Ιω. 21,16 λέγει αὐτῷ πάλιν δεύτερον(1)· Σίμων Ἰωνᾶ, ἀγαπᾷς με(2); λέγει αὐτῷ· ναί, Κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ· ποίμαινε(3) τὰ πρόβατά μου(4).
16Τον ρωτάει πάλι για δεύτερη φορά: «Σίμων, γιε του Ιωνά, μ’ αγαπάς;» «Ναι, Κύριε», του αποκρίνεται εκείνος, «εσύ ξέρεις ότι σ’ αγαπώ». Του λέει τότε: «Ποίμαινε τα πρόβατά μου».
(1) Η επανάληψη αποσκοπεί να προσδώσει έμφαση στην εξέταση και να προκαλέσει βαθειά εντύπωση στον Πέτρο (ο). Ο Ιησούς ζητά να ωθήσει τον Πέτρο σε αυστηρότερη έρευνα του εαυτού του (Weiss).
(2) Εφ’ όσον με τη φράση «περισσότερο από αυτούς» επιτεύχθηκε ο σκοπός, για τον οποίο χρησιμοποίησε αυτήν ο Κύριος, δεν επαναλαμβάνεται τώρα αυτή. Αλλά επιμένει στη χρήση του ρήματος αγαπώ. Ο Πέτρος όμως δεν παίρνει θάρρος να εφαρμόσει στον εαυτό του ένα τέτοιο ρήμα και εξακολουθεί να διαβεβαιώνει με τη μετριότερη έννοια του ρήματος φιλώ την προς τον διδάσκαλο αγάπη του (g).
(3) Το ρήμα ποιμαίνω έχει ευρύτερη έννοια από το ρήμα βόσκω, διότι δεν εκφράζει μόνο την έννοια της φροντίδας για διατροφή του ποιμνίου, την οποία εκφράζει το βόσκω, αλλά και γενικώς όλα τα έργα του ποιμένα (F). Αντικαθιστά λοιπόν το βόσκω, το οποίο αναφερόταν προ παντός στην διδασκαλία με το λόγο, με το ποιμαίνω, το οποίο σημαίνει μάλλον την διοίκηση της εκκλησίας στο σύνολό της (g).
«Διότι τον μεν ποιμαίνω που λέει τώρα φανερώνει πιο σκληρή φροντίδα, ενώ το βόσκω την ηπιότερη» (Θφ).
Η προμήθεια της κατάλληλης και πρόσφορης τροφής στα πρόβατα δεν καλύπτει ολόκληρο το ποιμαντικό έργο. Μέρος του ποιμαντικού έργου είναι ο ποιμένας να βγάζει το ποίμνιό του και να προπορεύεται από αυτό. Όχι μόνο με το λόγο να διδάσκει και να τρέφει αυτό πνευματικά, αλλά να δίνει αυτός πρώτος το παράδειγμα της εφαρμογής και καρποφορίας των διδασκομένων αληθειών. Εκείνος είναι καλός ποιμένας στη διδασκαλία, ο οποίος δεν δείχνει μόνο στα πρόβατα την ευθεία οδό, αλλά βαδίζει πρώτος σε αυτήν, για να ακολουθεί η ποίμνη στα ίχνη του. Αυτό είναι το βόσκε τα αρνία μου. Αλλά ο καλός ποιμένας είναι και γεμάτος συμπάθεια και στοργή για το καθένα από τα πρόβατά του. Υποστηρίζει το συντετριμμένο, δένει τις πληγές του, ενισχύει το ασθενές και αισθάνεται ως ίδιο προσωπικό του πόνο την αστάθεια και παραπλάνηση οποιουδήποτε πιστού φωνάζοντας με καρδιά που πονά μαζί με τον Παύλο: Ποιός ασθενεί και δεν ασθενώ, ποιος σκανδαλίζεται και δεν καίγομαι εγώ; Ο καλός ποιμένας, όταν αντιληφθεί, ότι κάποιο πρόβατο απομακρύνθηκε από την ποίμνη, αφήνει τα πρόβατα που τρέφονται με ασφάλεια στη βοσκή, και αναζητά το χαμένο, το οποίο στοργικά αγκαλιάζει, όταν το ξαναβρεί, και χωρίς να κακομεταχειριστεί αυτό, το παίρνει πάνω στους ώμους του. Αυτό είναι το Ποίμαινε τα πρόβατά μου.
(4) Ο βατικανός κώδικας και ο του Βέζα γράφουν προβάτιά μου=προβατάκια μου. Η γραφή αυτή ίσως είναι η πιο σωστή. Διότι το υποκοριστικό αυτής εκφράζει κάποιο υπαινιγμό ασθένειας, όπως και η λέξη αρνία και συνεπώς δηλώνει κατάσταση προχωρημένη μεν από αυτήν των αρνίων, που υπολείπεται όμως από αυτήν των προβάτων και τάξη ενδιάμεση μεταξύ αυτών και εκείνων (g).
Ιω. 21,17 λέγει αὐτῷ τὸ τρίτον(1)· Σίμων Ἰωνᾶ, φιλεῖς με(2); ἐλυπήθη ὁ Πέτρος ὅτι εἶπεν αὐτῷ τὸ τρίτον(3), φιλεῖς με, καὶ εἶπεν αὐτῷ· Κύριε, σὺ πάντα οἶδας(4), σὺ γινώσκεις(5) ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· βόσκε(6) τὰ πρόβατά μου(7).
17Τον ρωτάει για τρίτη φορά: «Σίμων, γιε του Ιωνά, μ’ αγαπάς;» Στενοχωρήθηκε ο Πέτρος που τον ρώτησε για τρίτη φορά «μ’ αγαπάς;» και του απαντάει: «Κύριε, εσύ τα ξέρεις όλα· εσύ ξέρεις ότι σ’ αγαπώ». Του λέει τότε ο Ιησούς: «Βόσκε τα πρόβατά μου.
(1) «Η τριπλή ερώτηση του Κυρίου προς τον Πέτρο για την αγάπη δεν υπονοεί άγνοια του Δεσπότου… αλλά ο αγαθός ιατρός απομάκρυνε το τριπλό της άρνησης με το τριπλό της συμφωνίας» (Ι).
(2) Χρησιμοποιεί τώρα το ρήμα, το οποίο και ο Πέτρος, εκφράζοντας έτσι αμφιβολία και για το αν όντως εφίλει αυτόν ο μαθητής. Είναι σαν να έλεγε σε αυτόν: Είσαι βέβαιος ότι με αγαπάς έστω και με την προσωπική, με την ανθρώπινη εκείνη αγάπη, την οποία υποδηλώνεις με την λέξη, με την οποία απαντάς; Δεν ρωτώ πλέον τώρα, εάν έχεις τον υψηλότερο βαθμό της αγάπης, στον οποίο αναφέρονταν οι προηγούμενες δύο ερωτήσεις μου. Είσαι όμως βέβαιος για το αν όντως με φιλείς; (ο).
(3) «Ο Πέτρος επειδή φοβήθηκε με την τριπλή ερώτηση και υποπτεύτηκε μήπως νομίζει μεν ότι αγαπά, αλλά δεν αγαπά· διότι και προηγουμένως, νόμιζε μεν ότι ουδέποτε θα τον απαρνηθεί, αλλά τον απαρνήθηκε· και το πάθημα εκείνο τον έκανε πιο σώφρονα και καλύτερο· για αυτό λυπήθηκε, ταράχτηκε, θορυβήθηκε» (Ζ). Το τριπλό της ερώτησης του Ιησού φαινόταν όντως να εκφράζει δυσπιστία (F).
(4) «Επειδή πάλι φοβάται τα προηγούμενα (διότι και τότε επιμένοντας στη γνώμη του, αποδεικνυόταν στη συνέχεια ανίκανος να την πραγματοποιήσει) για αυτό πάλι καταφύγει σε αυτόν· διότι το να πει Εσύ τα ξέρεις όλα, σημαίνει τα παρόντα και τα μέλλοντα. Βλέπεις πώς έγινε καλύτερος και σωφρονέστερος, χωρίς πλέον να αυθαδιάζει και να αντιλέγει;» (Χ).
Βάζει τον εαυτό του κάτω από το μάτι της υπερφυσικής γνώσης του Ιησού λέγοντας κατά κάποιο τρόπο: Δες λοιπόν μόνος σου, εάν σε αγαπώ. Η επίκληση αυτή της ανώτερης γνώσης του Ιησού προέρχεται από το θλιβερό συναίσθημα των μεγάλων πλανών για τον εαυτό του, στις οποίες ο Πέτρος είχε παρασυρθεί (Weiss).
(5) Το γινώσκεις είναι πιο έντονο εδώ από το οἶδας, σημαίνοντας γνώση άμεση για κάποιο πράγμα ή πρόσωπο. Δείχνει με την απάντησή του ο Πέτρος σε κάποιο μέτρο την φυσική του ορμητικότητα. Διότι η χρήση των δύο ρημάτων Σὺ… οἶδας, Σὺ γινώσκεις… προσδίδουν ιδιαίτερο τόνο στη διαμαρτυρία της αγάπης του (ο).
(6) «Τρίτη φορά ρωτά και τρίτη φορά διατάζει τα ίδια, δείχνοντας πόση σημασια δίνει στην προστασία των προβάτων του και ότι αυτό είναι κατ’ εξοχήν δείγμα της αγάπης προς αυτόν» (Χ). «Αφού πρώτα μεν λοιπόν ξέπλυνε ο Πέτρος με τα πικρά εκείνα δάκρυα την κηλίδα της άρνησης, και αφού τώρα πάλι πρόσφερε αντί για την τριπλή άρνηση τριπλή ομολογία, και τότε μεν με έργο, ενώ τώρα με λόγο θεραπεύει το σφάλμα που έγινε με λόγο, τού αναθέτει την ποιμαντική φροντίδα της οικουμένης» (Ζ).
(7) Οι δύο προαναφερθέντες κώδικες μαζί με τον Αλεξανδρινό γράφουν πάλι προβάτια. Ίσως πρόκειται για λάθος των αντιγραφέων που δεν κατάλαβαν τη λεπτή διαφορά ανάμεσα στις λέξεις προβάτια και πρόβατα. Με το πρόβατα ο Κύριος δηλώνει πάλι το ποίμνιο πλήρες, θεωρούμενο όμως στην κανονική του κατάσταση. Ο Ιησούς ξαναπαίρνει το ρήμα βόσκω, με το οποίο δίνει στον Πέτρο να καταλάβει, ότι η γενική κυβέρνηση της εκκλησίας δεν πρέπει να εμποδίζει τον ποιμένα από το να ασχολείται και με τη διδασκαλία των προβάτων, και την κατ’ ιδίαν στο καθένα από αυτά και την ομαδική. Δες Πράξ. κ 31, όπου δείχνεται ότι οι απόστολοι είχαν κατανοήσει την έννοια του παραγγέλματος. Το χωρίο επίσης Α΄ Πέτρ. ε 1-4 φαίνεται ως ηχώ των λόγων αυτών του Κυρίου (g). Αξιόλογη και η ερμηνεία: Στο τέλος ζητείται από τον Πέτρο να βόσκει όχι τα αρνία, όπως στην πρώτη περίπτωση, ούτε τα προβάτια όπως στη δεύτερη, αλλά τα πρόβατα· δηλαδη να γίνει αυτός τελειότερος από τον εαυτό του, ώστε να μπορεί να κυβερνά τους τελειότερους (b).
Εάν ρωτήσεις τους υπερασπιστές του πρωτείου του Πάπα, θα σού πουν, ότι με την τριπλή αυτή ερώτηση ο Κύριος αποσκοπούσε να δώσει στον Πέτρο και μέσω αυτού στους διαδόχους του στη Ρώμη απόλυτη κυριαρχία και αρχηγία πάνω στην όλη χριστιανική εκκλησία. Λες και το καθήκον του να υπηρετεί τα πρόβατα, έδωσε δικαίωμα τού να κυριαρχεί πάνω σε όλους τους άλλους ποιμένες, ενώ είναι σαφές, ότι ούτε ο Πέτρος ο ίδιος αξίωσε ποτέ τέτοιο δικαίωμα, ούτε οι υπόλοιποι απόστολοι τού αναγνώρισαν αυτό. Η τριπλή αυτή ερώτηση του Κυρίου έγινε ολοφάνερα, για να αποκατασταθεί ο Πέτρος στο αποστολικό αξίωμα, το οποίο απαρνήθηκε με την τριπλή άρνηση και για να ανανεώσει σε αυτόν την αποστολή παρόντων και των υπόλοιπων συμμαθητών του. Εμείς για εκείνους, οι οποίοι μάς εξαπάτησαν και διέψευσαν τις ελπίδες μας που στηρίξαμε πάνω τους, λέμε: «Παρόλο που τους συγχωρούμε, δεν τους εμπιστευόμαστε πλέον». Ο Χριστός όμως, όταν συγχώρησε τον Πέτρο, εμπιστεύτηκε σε αυτόν τον πολυτιμότερο θησαυρό, τον οποίο είχε πάνω στη γη. Και με τον έλεγχό του αυτόν, με τον οποίο αποκαθιστούσε τον μαθητή στο αποστολικό αξίωμα, δείχνεται ο Κύριος, όπως ήδη είπαμε, γεμάτος συμπάθεια.
Από αυτό διδασκόμαστε, ότι και σε εμάς ο Ιησούς δεν υπάρχει φόβος να συμπεριφερθεί με λιγότερη συμπάθεια, εάν αμαρτάνοντας με οποιοδήποτε τρόπο προς αυτόν επιστρέψουμε με μετάνοια και ζητήσουμε το έλεός του. Ο όμοιός μας άνθρωπος είναι δυνατόν να μας μεμφθεί, να μας επικρίνει με λόγους πικρούς και να ευχαριστηθεί από την αγωνία μας. Αλλά ο Ιησούς ουδέποτε μέμφεται· και αν κάποτε τα λόγια του εμφανίζουν κάποια μομφή, είναι όμως πάντοτε γεμάτα αγάπη, όπως και οι τιμωρίες του είναι τιμωρίες στοργικής παιδαγωγίας. Ο όμοιός μας είναι δυνατόν να μας χτυπήσει άγρια και όταν μάλιστα πέσουμε κάτω από τα χτυπήματά του είναι δυνατόν να εξακολουθήσει να μάς χτυπά. Ο Κύριος Ιησούς όμως χτυπά ως ιατρός πάνσοφος αποβλέποντας στο να μάς θεραπεύσει.
Ιω. 21,18 ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι(1), ὅτε ἦς νεώτερος(2), ἐζώννυες σεαυτὸν(3) καὶ περιεπάτεις ὅπου ἤθελες· ὅταν δὲ γηράσῃς(2), ἐκτενεῖς τὰς χεῖράς σου, καὶ ἄλλος σε ζώσει(4), καὶ οἴσει(5) ὅπου οὐ θέλεις(6).
18Όταν ήσουν νεότερος, έδενες τη ζώνη στη μέση σου και πήγαινες όπου ήθελες εσύ· όταν όμως γεράσεις, σε βεβαιώνω πως θ’ απλώσεις τα χέρια σου, και κάποιος άλλος θα σε ζώσει και θα σε πάει εκεί που δε θέλεις».
(1) Ιωάννεια φράση που συναντιέται 25 φορές στο δ΄ευαγγέλιο (F). Με αυτήν τραβά με έμφαση την προσοχή του Πέτρου σε αυτά που θα ειπωθούν (ο). Όταν ο Ιησούς προανήγγειλε στον Πέτρο τα σχετικά με την άρνησή του με την ίδια φράση άρχισε να τού μιλά (β). Προλέγεται τώρα το μαρτύριο του Πέτρου. Η σχέση με τα προηγούμενα:
«Πολύ χρήσιμα… προανήγγειλε το τέλος του Πέτρου, έτσι ώστε με αυτά τα οποία επρόκειτο να πάθει να επισφραγίσει κατά κάποιο τρόπο και να αποδείξει αληθινό αυτό που του είπε: Ναι, Κύριε, εσύ γνωρίζεις ότι σε αγαπώ» (Κ). «Η αγάπη στο να βόσκουμε τα πρόβατα του Κυρίου πρέπει να αυξάνει σε τόσο μεγάλη πνευματική θερμότητα ώστε να υπερνικά και το φυσικό φόβο του θανάτου, ο οποίος μάς κάνει να μην θέλουμε να πεθάνουμε και όταν ακόμη επιθυμούμε να ζήσουμε μαζί με το Χριστό» (Αυ).
(2) Σε αυτό ανταποκρίνεται το «όταν όμως γεράσεις» που ακολουθεί· όπως και στο «έζωνες τον εαυτό σου» ανταποκρίνεται το «και άλλος θα σε ζώσει»· όπως και στο «όπου ήθελες» το «θα σε φέρει όπου δεν θέλεις» (g). Νεώτερος… γηράσῃς. «Αυτό δείχνει ότι δεν ήταν τότε νέος, (διότι πράγματι δεν ήταν) αλλά ούτε και γέρος, αλλά άνδρας τέλειος» (Χ). Ο Πέτρος έπρεπε να διάγει την μέση ηλικία. Αυτό συμφωνεί με το μαρτυρούμενο από τους συνοπτικούς γεγονός ότι ήταν ήδη έγγαμος (Λουκ. δ 38).
(3) Υπαινίσσεται την ζώνη, με την οποία οι κάτοικοι της Ανατολής περισφίγγουν και ανασηκώνουν τον μακρύ τους χιτώνα, όταν βαδίζουν ή εργάζονται (F). Αυτόματη, ελεύθερη, ανεμπόδιστη κίνηση δηλώνεται εδώ σε αντίθεση με τη στέρηση της προσωπικής ελευθερίας που σημαίνεται με την ακόλουθη φράση «και άλλος θα σε ζώσει» (ο).
«Για ποιό λόγο λοιπόν υπενθύμισε σε αυτόν την προηγούμενη ζωή του; Για να δείξει ότι έτσι έχουν τα πράγματα σε αυτόν (το Χριστό). Διότι στα μεν βιοτικά πράγματα ο μεν νέος είναι χρήσιμος, ενώ ο γέρος άχρηστος· ενώ στα πράγματα που έχουν σχέση με μένα, λέει, δεν είναι έτσι, αλλά όταν έλθουν τα γηρατειά, τότε η ανδρεία είναι λαμπρότερη, τότε η ανδραγαθία πιο περιφανής, χωρίς να εμποδίζεται σε τίποτα από την ηλικία» (Χ).
(4) Σύμφωνα με την επικρατούσα ερμηνεία η έννοια είναι: «θα απλώσεις τα χέρια σου στο σταυρό, και άλλος θα σε σφίξει με τα καρφιά [ή θα σε έχει δέσμιο με τις αλυσίδες] και θα σε οδηγήσει σε θάνατο τον οποίο… δεν θέλεις από τη φύση σου» (Ζ).
Θα απλώσεις τα χέρια σου όπως αυτοί που σταυρώνονται, ώστε να στερεωθούν αυτά στο οριζόντιο ξύλο του σταυρού (b). Το ἐκτενεῖς δηλώνει θεληματική ενέργεια, κατά διαταγή όμως των εκτελεστών. Εκφράζεται η ιδέα, ότι ο Πέτρος δεν θα έδειχνε κάποιο δισταγμό να πεθάνει για τον Κύριο. Θα άπλωνε θεληματικά τα χέρια του, κατανικώντας την φυσική του αποστροφή προς το θάνατο (ο). Το άπλωμα των χεριών του Μωϋσή (Εξοδ. ιζ 12) θεωρήθηκε από παλιά τύπος του σταυρού (Επιστολή Βαρνάβα 12, Ιουστίνου Διάλογος προς Τρύφωνα 90,91, Ειρηναίου κατά Αιρέσεων V,17,4)· ομοίως και η φράση στο Ησαΐου ξε «άπλωσα τα χέρια μου όλη την ημέρα σε λαό ανυπάκουο» (Βαρνάβα 12, Ιουστίνου Α΄ Απολογία 35).
Αξιολογότατη και η ερμηνεία: Το άπλωμα των χεριών δεν αναφέρεται στη σταύρωση. Διότι πώς το χαρακτηριστικό αυτό θα έμπαινε μπροστά από τα ακόλουθα («και άλλος θα σε ζώσει και θα σε οδηγήσει όπου δεν θέλεις»), τα οποία παρουσιάζουν τον απόστολο να οδηγείται στον τόπο της ποινής; Το άπλωμα των χεριών είναι μάλλον η χειρονομία της παθητικότητας απέναντι στη βία. Η ζώνη αυτή (δες Πράξ. κα 11) θα είναι η αλυσίδα του κακοποιού. Ο λόγος αυτός δηλώνει την εξουδετέρωση της προσωπικής θέλησης, η οποία αποτελούσε το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του φυσικού χαρακτήρα του Πέτρου (g). Υπάρχει και η γραφή: ἄλλοι ζώσουσι.
(5) Από το ρήμα φέρω, το οποίο είναι εδώ πιο έντονο και ενεργητικό από το άγω. Ο σιναϊτικός αντί για το «οἴσει ὅπου» γράφει «Ποιήσουσί σοι όσα»
(6) «Σε θάνατο τον οποίο, αν και θέλεις με την προαίρεσή σου, δεν τον θέλεις με τη φύση σου» (Ζ). «Διότι κανείς από τους αγίους δεν πάσχει επειδή το θέλει. Αλλά αν και είναι πικρός ο θάνατος, και τους έρχεται παρόλο που καθόλου δεν τον θέλουν αυτοί, αλλά βεβαίως επειδή ποθούν πάρα πολύ τη δόξα που δίνει ο Θεός, καταφρονούν την επίγεια ζωή» (Κ).
«Διότι κανείς δεν εγκαταλείπει το σώμα με απάθεια, διότι ο Θεός το ρύθμισε αυτό σύμφωνα με το συμφέρον μας, ώστε να μην συμβαίνουν πολλοί βίαιοι θάνατοι. Διότι αν ο διάβολος κατόρθωσε να το πετύχει αυτό, αν και τα πράγματα έχουν έτσι, και οδήγησε άπειρους σε γκρεμούς και βάραθρα, εάν δεν ήταν τόσο μεγάλη η επιθυμία του σώματος για την ψυχή, τότε από την τυχαία λύπη οι περισσότεροι θα ορμούσαν στο να πράξουν αυτό (=την αυτοκτονία). Το «όπου δεν θέλεις» λοιπόν φανερώνει τη φυσική συμπάθεια» (Χ).
Και ο Πέτρος «ακούσια μεν ήλθε στο θάνατο, αλλά εθελούσια κατέκτησε αυτόν και άφησε πίσω το αίσθημα αυτό της ασθένειας, το οποίο κάνει τον καθένα να μην θέλει να πεθάνει· αίσθημα τόσο επίμονα φυσικό, ώστε και αυτή η προχωρημένη ηλικία δεν μπόρεσε να ελευθερώσει από την επίδρασή της τον μακάριο Πέτρο… Αλλά οσοδήποτε μεγάλη και αν είναι η θλίψη του θανάτου, υπερνικάται από τη δύναμη της αγάπης εκείνης, την οποία αισθάνεται κάποιος προς αυτόν, ο οποίος ενώ είναι η ζωή μας, θέλησε να υποστεί τον θάνατο για χάρη μας» (Αυ).
Ιω. 21,19 τοῦτο δὲ εἶπε(1) σημαίνων ποίῳ θανάτῳ(2) δοξάσει τὸν Θεόν(3). καὶ τοῦτο εἰπὼν λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι(4).
19Αυτό το είπε για να δείξει με ποιον θάνατο θα δόξαζε το Θεό. Κι αφού το είπε αυτό, του λέει: «Ακολούθησέ με».
(1) Ιωάννεια φράση που εισάγει επεξήγηση. Δες ζ 39, ια 51, ιβ 6, 33, κλπ. (F).
(2) Με ποιο είδος θανάτου (ο). Αναφέρεται γενικώς στο μαρτύριο και όχι στο είδος του μαρτυρίου (g).
(3) «Δεν είπε θα πεθάνει, αλλά θα δοξάσει το Θεό, για να μάθεις ότι το να πάθει κάποιος για τον Χριστό είναι δόξα» (Χ), «όχι μόνο του μαθητή που πεθαίνει, αλλά και του Θεού… αυτού που πεθαίνει μεν, διότι πεθαίνει για το Θεό, ενώ του Θεού, διότι έχει τέτοιο μαθητή» (Ζ).
Και επιπλέον «αν δεν είχε πληροφορία η ψυχή, ότι είναι Θεός αληθινός, δεν θα πέθαινε για αυτόν. Επομένως ο θάνατος των αγίων είναι βεβαίωση της δόξας του Θεού» (Θφ). Η φράση που συναντιέται και στο Α΄ Πέτρου δ 16 έγινε συνηθισμένη στα μαρτυρολόγια (β). Από την όλη φράση έπεται, ότι ο Πέτρος είχε υποστεί ήδη το μαρτύριο (F), αλλά ο συγγραφέας δεν σταματά να πει ξεκάθαρα ότι ο Πέτρος πέθανε, διότι ο θάνατός του ήταν γνωστός σε όλη την εκκλησία (β).
(4) Ή, λιγότερο πιθανώς «ακολούθησέ με, με το να σταυρωθείς και συ ο ίδιος δηλαδή και να υποστείς τον ίσο θάνατο» (Ζ).
«Ελα στα χνάρια των δικών μου κινδύνων και βαδίζοντας τον ίδιο κατά κάποιο τρόπο δρόμο, αφού ωφελήσεις με έργα και λόγια τις ψυχές των καλεσμένων, μην διστάσεις καθόλου να προχωρήσεις και σε αυτόν τον θάνατο πάνω στο ξύλο» (Κ).
Ή, πιο σωστά, όπως φαίνεται από το στίχο 20 («αφού γύρισε πίσω ο Πέτρος βλέπει τον μαθητή… να ακολουθεί») το ακολούθησέ με πρέπει να το πάρουμε κατά γράμμα. Ο Ιησούς απομακρύνθηκε από τον όμιλο των μαθητών, και ο Πέτρος και μετά από αυτόν και ο Ιωάννης τον ακολουθούν. Αλλά οι λέξεις θα θύμισαν στον Πέτρο την πρόσκληση, που απηύθυνε την πρώτη φορά προς αυτόν ο Ιησούς («ελάτε πίσω μου…» (Ματθ. δ 19, Μάρκ. α 17), καθώς και την πρόσφατα εκδηλωμένη ένθερμα από τον ίδιο τον Πέτρο προσφορά να ακολουθήσει αυτόν όπου πάει (Ιω. ιγ 36), την οποία ο διδάσκαλος ανέβαλε να δεχτεί (β). Το ακολούθησέ με λοιπόν πρώτα μεν πρέπει να εννοηθεί κυριολεκτικά, και έπειτα και συμβολικά (F).
Στην ίδια λίμνη άκουσε ο Πέτρος τον ίδιο λόγο «Ακολούθησέ με», όταν την πρώτη φορά τον καλούσε ο Ιησούς να γίνει μαθητής του. Τα δίχτυα σύρονταν και τώρα γεμάτα ψάρια πάνω στην άμμο, όπως και τότε παρόμοια θαυμάσια αλιεία μετά από άκαρπο κόπο ολόκληρης της νύχτας, όπως και τώρα, γέμισε τα πλοιάρια με ψάρια, ώστε να βυθίζονται αυτά. Οι ίδιοι συνέταιροι, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης είναι και τώρα, όπως και τότε στο πλευρό του Πέτρου. Κατά την πρώτη εκείνη συνάντηση μετά από εξομολόγηση που έγινε στον Κύριο («βγες από μένα, διότι είμαι αμαρτωλός άνδρας») δείχνει την προς αυτόν αγάπη του ο Πέτρος αφήνοντας τα πάντα και ακολουθώντας τον. Παρόμοια λύπη συντριβής δοκιμάζει και τώρα ο Πέτρος («λυπήθηκε ο Πέτρος…») εκδηλώνει και τώρα στερεωμένη για πάντα την προς τον Κύριο αγάπη του, την οποία θα επισφράγιζε όχι με άρνηση πλέον, αλλά με αυτόν τον μαρτυρικό θάνατό του.
Ιω. 21,20 ἐπιστραφεὶς(1) δὲ ὁ Πέτρος βλέπει τὸν μαθητὴν ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς(2) ἀκολουθοῦντα, ὃς καὶ ἀνέπεσεν(2) ἐν τῷ δείπνῳ ἐπὶ τὸ στῆθος αὐτοῦ καὶ εἶπε· Κύριε, τίς ἐστιν ὁ παραδιδούς σε(3);
20Γυρίζει τότε ο Πέτρος και βλέπει να ακολουθεί κι ο μαθητής που ο Ιησούς τον αγαπούσε, εκείνος που στο δείπνο είχε γείρει στο στήθος του και του είχε πει: «Κύριε, ποιος είναι αυτός που θα σε παραδώσει;»
(1) Υπενθυμίζει το κ 14 και 16. Μορφή λόγου Ιωάννεια (g).
(2) «Ο θεσπέσιος ευαγγελιστής, φανερώνει πάλι τον εαυτό του, αφανέστερα μεν, αλλά τον φανερώνει πάντως» (Κ).
Με αυτά δηλώνεται η οικειότητα του Ιωάννη και με τον Ιησού και με τον Πέτρο, με προτροπή του οποίου έπεσε ο Ιωάννης στο δείπνο στο στήθος του Ιησού. Αυτά δικαιολογούν το θάρρος του Ιωάννη να ακολουθεί τώρα τον Ιησού και τον Πέτρο αν και δεν προσκλήθηκε. Η στενή σχέση που υφίσταται ανάμεσα στο Διδάσκαλο και σε αυτόν, κάνει ηθικά αδύνατον, ώστε ο ένας να αναχωρήσει και ο άλλος να μην τον ακολουθήσει (ο).
Ή, λιγότερο πιθανώς «Για ποιό λόγο μας υπενθύμισε τότε που έπεσε στο στήθος του; Όχι απλώς και ως έτυχε, αλλά για να δείξει πόση παρρησία είχε ο Πέτρος μετά την άρνηση. Διότι αυτός που τότε δεν τολμούσε να ρωτήσει αλλά ανέθετε αυτό σε άλλον, αυτός αναλάμβανε και την προστασία των αδελφών» (Χ), «αλλά και για τον αγαπημένο μαθητή θαρραλέα ρωτά» (Ζ).
(3) Η υπενθύμιση του ότι αυτός που ακολουθεί τώρα απρόσκλητος τον Ιησού είναι ο αγαπημένος μαθητής, που έπεσε στο στήθος του Διδασκάλου στο δείπνο, δικαιολογεί την πράξη αυτή του αγαπημένου. Δεν μπορεί κάποιος να μεμφθεί αυτόν, διότι δείχνει απληστία στο να ακούει τα γεμάτα χάρη λόγια του αγαπημένου Διδασκάλου κατά τις λίγες εκείνες και πολύτιμες στιγμές, κατά τις οποίες φανέρωσε τον εαυτό του στους μαθητές. Και στο δείπνο μεν ο Ιωάννης είχε την εξέχουσα και τιμητική θέση δίπλα στο Διδάσκαλο και άρπαξε την ευκαιρία να υποχρεώσει με την αγάπη του τον Πέτρο. Τώρα ο Πέτρος κατέχει την θέση αυτή και από αγάπη και αυτός θέτει στον Κύριο το ακόλουθο ερώτημα για τον Ιωάννη. Εφόσον έχουμε παρρησία στο θρόνο της χάριτος, ας χρησιμοποιούμε αυτήν για ωφέλεια μεταξύ μας. Εκείνοι οι οποίοι μάς βοηθούν με τις προσευχές τους αυτή την ώρα, πρέπει να βοηθιούνται και από τις δικές μας προσευχές την άλλη ώρα. Αυτή είναι η κοινωνία των αγίων.
Ιω. 21,21 τοῦτον ἰδὼν ὁ Πέτρος λέγει τῷ Ἰησοῦ· Κύριε, οὗτος δὲ τι(1);
21Όταν λοιπόν τον είδε ο Πέτρος, λέει στον Ιησού: «Κύριε, και μ’ αυτόν τι θα γίνει;»
(1) Τι θα τού συμβεί; (ο). Ποιά τύχη επιφυλάσσεται σε αυτόν; (F). Τι θα συμβεί μετά σε αυτόν; (g). Τι θα πάθει (δ). «Δεν θα σε ακολουθήσει; Δεν θα βαδίσει τον ίδιο με μας δρόμο του θανάτου; Δεν θα πεθάνει ομοίως;» (Ζ). Γεννήθηκε ζήτημα για το ελατήριο που ώθησε τον Πέτρο στην ερώτηση αυτή. Κάποιοι (Olshausen, Meyer κλπ.) απέδωσαν αυτήν σε ένα είδος ζήλειας του Πέτρου προς τον Ιωάννη. Είναι όμως δυνατόν να αποδώσουμε χαρακτήρα τόσο ελάχιστα ευγενικό σε άνθρωπο, στον οποίο ο Ιησούς εμπιστεύθηκε τα πρόβατά του; Ο Πέτρος μαζί με την ανδρική του φύση δοκίμαζε για τον Ιωάννη δειλότερα και πιο ευαίσθητα ό,τι και ένας μεγαλύτερος αδελφός αισθάνεται για τον τρυφερότερο και λεπτότερο νεώτερό του αδελφό. Η συμπάθεια λοιπόν εμπνέει στον Πέτρο το ερώτημα αυτό (g).
Ο Πέτρος «δείχνει και εδώ την αγάπη που είχε προς αυτόν· διότι πράγματι αγαπούσε πάρα πολύ τον Ιωάννη ο Πέτρος· και αυτό είναι φανερό και από αυτά που έγιναν μετά. Αλλά και σε όλο το ευαγγέλιο δείχνεται ο στενός δεσμός αυτών, και στις Πράξεις» (Χ).
Παρόλ’ αυτά δύσκολα θα δίσταζε κάποιος να αποδώσει τουλάχιστον εν μέρει την ερώτηση αυτή και σε περιέργεια (ο), της οποίας κάποιο ιδιαίτερο είδος βρίσκουμε σε ανθρώπους πολύ δραστήριας διάνοιας (Latham). Για αυτό και «η ερώτηση φαινόταν ότι ήταν έξω από τον πρέποντα λόγο, και ήταν έργο περιέργειας μάλλον παρά διάθεσης να μάθει κάτι ωφέλιμο, ενώ έμαθε αυτά που τον αφορούσαν, να ζητά αυτά που θα γίνουν στους άλλους. Για αυτήν λοιπόν την αιτία, νομίζω, ο Κύριος απάντησε μεν κάτι σε αυτό που ερωτήθηκε όχι όμως με ευθεία απάντηση» (Κ), «διδάσκοντας να μην πολυεξετάζει τίποτα παραπάνω» (Ζ).
Ιω. 21,22 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς(1)· ἐὰν αὐτὸν θέλω(2) μένειν(3) ἕως ἔρχομαι(4), τί πρὸς σε(5); σὺ ἀκολούθει μοι(6).
22Ο Ιησούς του λέει: «Κι αν εγώ θέλω αυτός να με περιμένει ώσπου να ξανάρθω, τι έχει να κάνει αυτό μ’ εσένα; Εσύ ακολούθησέ με».
(1) «Επειδή πάντα ο Πέτρος ήταν θερμός σε τέτοιου είδους ερωτήσεις και βιαζόταν να τις κάνει, κόβοντάς του πάλι την θερμότητα και διδάσκοντας αυτόν να μην ασχολείται με τίποτα παραπάνω… λέει» (Χ).
(2) Το θέλω εδώ είναι το θέλω της κυρίαρχης εξουσίας. Δες ιζ 24. Η έμφαση είναι στο ε ά ν θ έ λ ω. Ο Ιησούς δεν παρουσιάζεται να λέει, ότι η θέλησή του είναι να μένει ο αγαπημένος του μαθητής «έως ότου έρχομαι», αλλά ότι εάν αυτή ήταν η θέλησή του, αυτό δεν ήταν μέλημα του Πέτρου (β).
(3) «Ζωντανό» (Ζ)· «και αν θέλω αυτόν να μένει εδώ» (Χ)· «αν θα ήθελα να ζήσει μέχρις ότου έλθω» (Κ).
(4) Όσον αφορά στην έλευση αυτή του Χριστού, υπάρχουν τρεις τρόποι ερμηνείας ο καθένας από τους οποίους παρουσιάζεται να υποστηρίζεται από σοβαρούς ερμηνευτές. Οι τρόποι αυτοί της ερμηνείας στηρίζονται στις τρεις ελεύσεις του Κυρίου, δηλαδή στην έλευση του Κυρίου για τον καθένα κατά την ώρα του θανάτου του· στην έλευσή του κατά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και στην τρίτη κατά την έσχατη ημέρα, όταν θα έλθει να κρίνει τον κόσμο. Ο Αυγουστίνος, Βέδας, Γρότιος και άλλοι αναφέρουν το «έρχομαι» αυτό στην έλευση του Κυρίου κατά την ώρα του θανάτου. Αλλά με την έννοια αυτή δεν θα ερχόταν ο Χριστός και για τον Πέτρο και για τους υπόλοιπους αποστόλους; (ο). Ή, ο Κύριος θα ήθελε να πει, ότι δεν έρχεται παρά μόνο για εκείνους από τους δικούς του, οι οποίοι πεθαίνουν θάνατο φυσικό, και όχι και για εκείνους οι οποίοι πεθαίνουν μαρτυρικά; Αυτό θα ήταν ιδέα παράδοξη και παράλογη, με την οποία αντιτίθεται η αφήγηση για το θάνατο του Στεφάνου (g), η οποία παρουσιάζει τον Κύριο ότι εμφανίστηκε στον Στέφανο.
Δεύτερη ερμηνεία: «Κάποιοι έτσι εννόησαν το στίχο, έως ότου, λέει, έρχομαι εναντίον των Ιουδαίων που με σταύρωσαν, όταν πρόκειται να χτυπήσω αυτούς με την ράβδο των Ρωμαίων και να καταστρέψω την πόλη τους» (Θφ).
Ο Ιησούς με τα λόγια αυτά προανήγγειλε ότι ο Ιωάννης θα ζούσε μέχρι τη μεγάλη κρίση της καταστροφής των Ιεροσολύμων, η οποία μπορεί να ονομαστεί σαν η πρώτη πράξη της έλευσης του Χριστού. Δες Ματθ. ι 23, κστ 64. Ο Πέτρος δεν είδε την μεγάλη αυτή φανέρωση του δοξασμένου Χριστού. Ο Ιωάννης όμως επέζησε αυτής. Εάν όμως επέζησε μακρό χρόνο, δεν έχει κάποια σημασία το πόσο χρόνο έζησε μετά το γεγονός αυτό (g).
Εφ’ όσον παρόλ’ αυτά πολλοί πιστοί, που ήλθαν σε προσωπική γνωριμία με τον Ιησού, επέζησαν να δουν το γεγονός αυτό, και εφ’ όσον φαίνεται εδώ ότι ο Ιησούς υπονοούσε, ότι κάποια ιδιαίτερη εύνοια δόθηκε στον Ιωάννη, μπορεί κάποιος να δεχτεί μαζί με τον Stier, ότι οι αποκαλύψεις στην Πάτμο, το «ναι, έρχομαι γρήγορα» (Αποκ. κβ 20), οι οποίες βρίσκουν την πρώτη εκπλήρωσή τους στην έλευση του Χριστού για να πάρει εκδίκηση κατά των Ιουδαίων εχθρών του, περιλαμβάνονται στη φράση αυτή («έως έρχομαι» ) (ο). Την έλευση αυτή, [για την καταστροφή της Ιερουσαλήμ] ο Ιωάννης έλαβε το προνόμιο να περιγράψει στην Αποκάλυψη… Και ο μεν Πέτρος ακολουθεί τον Ιησού κατά την αναχώρησή του από τον κόσμο αυτόν, ο Ιωάννης όμως μένει στον κόσμο έως ότου ο Ιησούς έρχεται. Αληθινά η διακονία του Ιωάννη που έγραψε και έστειλε την Αποκάλυψη είναι ίση [από άποψη παθημάτων με υπομονή] με τον σταυρό, τον οποίο υπέμεινε ο Πέτρος, λόγω των σκληρών βασανιστικών δοκιμασιών, τις οποίες ο Ιωάννης επρόκειτο να υποστεί στο μεταξύ (b).
Τρίτη ερμηνεία: «έως ότου έρχομαι, κατά την δευτέρα μου παρουσία» (Ζ). «Να ζει μέχρι τη συντέλεια του κόσμου» (Θφ). Ο λόγος υποθετικός, όπου η έμφαση, όπως είπαμε, είναι στο «εάν θέλω» = «Διότι και αν ακόμη δεν πέθαινε καθόλου, άραγε αυτό σε τι θα παρηγορήσει την δική σου φροντίδα;» (Κ). Οι δύο τελευταίες εκδοχές σοβαρές.
(5) «Τι σχέση έχει με σένα;» (Ζ). «Δηλαδή άκουσες, Πέτρε, τα σχετικά με τον εαυτό σου, για ποιό λόγο αρέσκεσαι στο να ρωτάς τα των άλλων και ξεσκάβεις την γνώση των θείων κριμάτων όχι στον κατάλληλο καιρό;» (Κ).
(6) Εσύ συμμορφώσου σε ό,τι σου παρήγγειλα και άφησε στο Θεό τις μυστικές βουλές του (g). «Εσύ δες προσεχτικά και φρόντισε τα δικά σου» (Χ), «χωρίς να περιεργάζεσαι καθόλου το θάνατο εκείνου» (Ζ)
Ιω. 21,23 ἐξῆλθεν οὖν ὁ λόγος οὗτος(1) εἰς τοὺς ἀδελφοὺς(2) ὅτι ὁ μαθητὴς ἐκεῖνος οὐκ ἀποθνήσκει(3)· καὶ οὐκ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς ὅτι οὐκ ἀποθνήσκει(4), ἀλλ᾿ ἐὰν αὐτὸν θέλω μένειν ἕως ἔρχομαι, τί πρὸς σε(5);
23Διαδόθηκε, λοιπόν, αυτός ο λόγος στους αδερφούς, ότι δηλαδή ο μαθητής εκείνος δε θα πεθάνει. Ενώ ο Ιησούς δεν του είπε πως δε θα πεθάνει, αλλά «κι αν εγώ θέλω αυτός να με περιμένει ώσπου να ξανάρθω, τι έχει να κάνει αυτό μ’ εσένα;»
(1) «Διαφημίστηκε ο λόγος αυτός» (Ζ).
(2) Οι αδελφοί είναι οι Χριστιανοί, που αποτελούν τη χριστιανική κοινότητα οι οποίοι υπήρξαν μεταξύ τους αδελφοί. Η λέξη πρώτη και μόνη φορά χρησιμοποιείται με την έννοια αυτή στα ευαγγέλια, διότι η έννοια της χριστιανικής αδελφότητας πραγματοποιήθηκε μετά την ανάσταση. Χρησιμοποιείται όμως συχνά στις Πράξεις (α 16, θ 30, ι 23 κλπ.) και στις επιστολές (Εφεσ. στ 23, Α΄ Ιω. γ 14, 16, Γ΄ Ιω. 3,5) (β).
(3) Λείψανα της εσφαλμένης αυτής αντίληψης από την παρερμηνεία των λόγων του Κυρίου, υπήρξαν οι παραδόσεις που κυκλοφόρησαν και κατά τους μετέπειτα αιώνες ότι «ο Ιωάννης ζει ακόμη και κοιμάται μάλλον παρά είναι νεκρός στον τάφο του στην Εφεσο… Έχουμε επίσης την παράδοση, η οποία βρίσκεται σε κάποιες απόκρυφες γραφές, ότι ήταν παρών σε καλή υγεία όταν διέταξε να κατασκευαστεί για αυτόν ένας τάφος. Και όταν αυτός σκάφτηκε και ετοιμάστηκε με κάθε δυνατή φροντίδα, έριξε τον εαυτό του κάτω ο Ιωάννης σαν σε κρεβάτι και πέθανε αμέσως. Παρόλ’ αυτά, όπως νομίζουν αυτοί που παρανόησαν τα λόγια του Κυρίου, δεν πέθανε πράγματι, αλλά μοιάζει με πεθαμένο. Και ενώ νομίζεται νεκρός, μπήκε στον τάφο κοιμώμενος και θα μείνει έτσι εκεί μέχρι την έλευση του Χριστού. Στο μεταξύ γνωστοποιεί το γεγονός της ζωής του με παλμικές κινήσεις του χώματος του τάφου, που προκαλούνται από την αναπνοή αυτού που κοιμάται, η οποία ανεβαίνει από το βάθος στην επιφάνεια του τάφου. Νομίζω, ότι είναι τελείως περιττό να ασχοληθεί κανείς με μία τέτοια γνώμη» (Αυ).
(4) «Εσύ όμως, να σκεφτείς, σε παρακαλώ, και εδώ την έλλειψη υπερηφάνειας του ευαγγελιστή. Διότι αφού είπε την γνώμη των μαθητών, διορθώνει αυτήν» (Χ), «ότι πλανήθηκαν και δεν κατάλαβαν τον σκοπό του λόγου» (Ζ).
(5) Εδώ τελειώνουν και τα σχετικά με τον διάλογο του Κυρίου με τον Πέτρο, του οποίου η απόδοση γίνεται με τρόπο αξιοσημείωτα λεπτό, το οποίο συνηγορεί για το ότι αυτός που αφηγείται είναι αυτόπτης και αυτήκοος.
Ιω. 21,24 Οὗτός(1) ἐστιν ὁ μαθητὴς(2) ὁ μαρτυρῶν(3) περὶ τούτων(4) καὶ γράψας ταῦτα, καὶ οἴδαμεν(5) ὅτι ἀληθής ἐστιν ἡ μαρτυρία αὐτοῦ.
24Αυτός είναι ο μαθητής που επιβεβαιώνει αυτά τα γεγονότα και που τα έγραψε. Κι εμείς ξέρουμε πως λέει την αλήθεια.
(1) Για την προέλευση των δύο αυτών στίχων διατυπώθηκαν διάφορες γνώμες. Άλλοι (Hengstenberg, Weitzel, Hoelemann κλπ.) απέδωσαν αυτούς στον ίδιο συγγραφέα του όλου ευαγγελίου. Άλλοι (Lange, Scaff) αποδίδουν μόνο την φράση «ξέρουμε ότι είναι αληθινή η μαρτυρία του» ότι προέρχεται από άλλο χέρι. Άλλοι (Meyer, Tischendorf κλπ.) αποδίδουν τον στίχο 24 στον συγγραφέα του όλου ευαγγελίου, ενώ θεωρούν τον στίχο 25 ως παρεμβολή μεταγενέστερη.
Άλλοι (Tholuck, Luthardt, Keil) θεωρούν και τους δύο στίχους ότι προέρχονται από άλλο χέρι. Και άλλοι (De Wette,Lucke, Weiss) αποδίδουν αυτούς στον συγγραφέα του κεφαλαίου κα, τον οποίον δεν θεωρούν τον Ιωάννη (g). Κατά τον Δαμαλά αποτελούν αυτοί επίσημη μαρτυρία των μαθητών της Εφέσου και της εκκλησίας της Εφέσου για τη γνησιότητα του ευαγγελίου εδώ και στον επόμενο στίχο.
(2) Ο στίχος 24 αποτελεί επεξηγηματικό σχόλιο αυτών που προηγήθηκαν, και είναι ταιριαστό εξ’ ολοκλήρου στο Ιωάννειο ύφος. Ο Ιωάννης δηλαδή εξηγεί, ότι οι αναφερόμενες στο βιβλίο αυτό αφηγήσεις προέρχονται από τη μαρτυρία του αγαπημένου μαθητή (β).
(3) Ως επιζών ακόμη (b). Δεν αναφέρεται αυτό στην μαρτυρία που μένει στο σύγγραμμα αυτό, διότι σε αυτή την περίπτωση θα έπρεπε το γράψας να προηγηθεί: «αυτός που έγραψε αυτά και μαρτυρεί για αυτά». Το ότι μπαίνει πρώτα το μαρτυρῶν και μάλιστα σε ενεστώτα, ενώ η ακόλουθη μετοχή είναι σε αόριστο (γράψας) δεν επιτρέπουν άλλη έννοια από την: ο οποίος μαρτυρεί ήδη, ακόμη και κατά την ώρα αυτή. Η υποσημείωση λοιπόν αυτή (δηλαδή οι στίχοι 24-25) προστέθηκαν στο ευαγγέλιο ενώ ζούσε ο Ιωάννης (g). Αυτοί που συνέγραψαν τον βίο του Κυρίου έγραψαν από άμεση γνώση και αντίληψη αυτού, όχι από ακρόαση από άλλους και από μαρτυρία τρίτων, αλλά ό,τι αυτοί με τα δικά τους μάτια είδαν και ό,τι με τα ίδια τους τα αυτιά άκουσαν. Ο συγγραφέας του τετάρτου ευαγγελίου υπήρξε αγαπημένος μαθητής του Κυρίου, που έπεσε στο στήθος του, ο οποίος άκουσε από το στόμα του όσα δίδαξε και παρέστη μάρτυρας αυτόπτης των θαυμάτων του και των αποδείξεων της αναστάσεώς του. Αυτός είναι που μαρτυρεί για αυτά, ο οποίος και σχημάτισε απόλυτη βεβαιότητα για αυτά, για τα οποία παρέχει τη μαρτυρία του.
(4) Αναφέρεται στο όλο περιεχόμενο του ευαγγελίου.
(5) Ανήκει και αυτό στο ύφος του Ιωάννη. Δες Α΄ Ιω ε 18,19,20 και δ 14,16. Εφ’ όσον ακολουθείται από το «οἶμαι (νομίζω)» του στίχου 25 καμμία απόδειξη δεν παρέχει, ότι το υποκείμενο στο οποίο αναφέρεται είναι πολλά πρόσωπα και όχι ένα (ο). Ο Ιωάννης μπορούσε να χρησιμοποιήσει πληθυντικό. Μπορούσε ο ίδιος ο Ιωάννης να παραγγείλει την πρόταση αυτή στην εκκλησία, η οποία θα διαβαζόταν, όχι χωρίς τη θέλησή του, δημόσια και θα αναγνωριζόταν ότι υποχρεωτικά θα έπρεπε να πιστευθεί (b). Αξιόλογη και η γνώμη: «Γνωρίζουμε, αυτοί που γνωρίζουμε αυτά, ότι αληθινά μαρτυρεί. Φαίνεται δηλαδή ότι και άλλοι γνώριζαν αυτά» (Ζ).
Δεδομένου, ότι σύμφωνα με το απόσπασμα του Muratori ο Ιωάννης προτράπηκε σε συγγραφή του ευαγγελίου του από τους συναποστόλους του, και μάλιστα από τον Ανδρέα, που ήταν παρόντες τότε στην Ασία, και από τους επισκόπους του δηλαδή τους επισκόπους που εγκαταστάθηκαν από αυτόν κατά την Ασία, το «γνωρίζουμε» μπορεί να λέγεται και εξ’ ονόματος αυτών και να σημαίνει, εφ’ όσον μεν πρόκειται για τους συναποστόλους του Ιωάννη = γνωρίζουμε και εμείς οι ίδιοι τα γεγονότα που εξιστορήθηκαν και μαρτυρούμε για την ακρίβειά τους· εφ’ όσον πάλι πρόκειται για τους χριστιανούς της Εφέσου = ζήσαμε προσωπικά μαζί με τον Ιωάννη και γνωρίζουμε την ειλικρίνεια και φιλαλήθειά του (g).
Και αν λοιπόν υποθέσουμε, ότι «η εκκλησία πρόσθεσε αυτό» ζώντος ακόμη του Ιωάννου, «δεν αφαιρεί κάτι από το κύρος του έργου, όπως ούτε ο στίχος (Ρωμαίους ιστ 22) τον οποίο ο Τέρτιος συνύφανε στην προς Ρωμαίους επιστολή (b). Η αλήθεια του ευαγγελίου επιβεβαιώνεται από όλα τα τεκμήρια, τα οποία θα ζητούσε καθένας που κρίνει λογικά και απροκατάληπτα. Το ότι ο Ιησούς κήρυξε τέτοιες διδασκαλίες και έκανε τέτοια θαύματα και αναστήθηκε τελικά από τους νεκρούς αποδεικνύεται αναντίλεκτα από τέτοιες αποδείξεις, οι οποίες ικανοποιούν κάθε ειλικρινή και αμερόληπτο αναζητητή της αλήθειας. Ο ευαγγελιστής που έγραψε για αυτά ήταν πλήρως πεπεισμένος για την αλήθειά τους και ήταν εξ’ ολοκλήρου ικανοποιημένος από την αλήθεια αυτή, την οποία με τη συγγραφή του μεταβίβαζε σε εμάς. Δεν ζητά να πιστέψουμε κάτι, το οποίο αυτός δεν πίστευε. Γνώριζε ότι η μαρτυρία του είναι αληθινή, διότι διακινδύνευε κάθε ημέρα την ίδια τη ζωή του για τη μαρτυρία αυτή.
Ιω. 21,25 ἔστι δὲ(1) καὶ ἄλλα πολλὰ ὅσα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς(2), ἅτινα ἐὰν γράφηται καθ᾿ ἕν(3), οὐδὲ αὐτὸν(4) οἶμαι(5) τὸν κόσμον χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία(6). ἀμήν(7).
25Υπάρχουν κι άλλα πολλά που έκανε ο Ιησούς, που, αν γραφτούν ένα προς ένα, ούτε ο κόσμος ολόκληρος δε θα χωρούσε, νομίζω, τα βιβλία που θα ’πρεπε να γραφτούν. Αμήν.
(1) Ο στίχος αυτός επειδή δεν υπάρχει στο αρχικό κείμενο του Σιναϊτικού κώδικα, θεωρήθηκε από τον Tischendorf ως μη αυθεντικός, αλλά ό Tregelles και ο Gwynn απέδειξαν τη γνησιότητά του. Όλοι οι κώδικες περιλαμβάνουν τον στίχο αυτόν και μόνο στον 63 μικρογράμματο δεν συναντιέται, διότι του κώδικα αυτού έχει χαθεί το τελευταίο φύλλο (β).
Ο g θεωρεί αυτόν ότι γράφτηκε από εκείνον, ο οποίος αποτελώντας μέλος του ομίλου, στον οποίο αναφέρεται το «γνωρίζουμε» του προηγούμενου στίχου, έγραψε σε συμφωνία με αυτόν τον στίχο εκείνο. Ακολούθως αυτός πρόσθεσε από μόνος του και τον στίχο αυτόν, οπότε και η μεταβολή του πρώτου πληθυντικού προσώπου (γνωρίζουμε) σε πρώτο ενικό (νομίζω), το οποίο ακριβώς αποδεικνύει την καλή του πίστη. Για υποστήριξη της γνώμης του αυτής επικαλείται ο g και το ότι η γραμματική και συντακτική μορφή του στίχου πιο πολύπλοκη από αυτήν του στίχου 24 και ότι η μη απαλλαγμένη έμφασης υπερβολή, που χαρακτηρίζει τον στίχο αυτόν, αντιτίθεται με την απλή σοβαρότητα του στίχου 24. Πάντως δέχεται ο g ότι και ο στίχος προστέθηκε κατά τη στιγμή της δημοσίευσης του ευαγγελίου. Σύμφωνα με την παρατήρηση όμως του β δεν είναι αναγκαίο για εξήγηση του ενικού οἶμαι (νομίζω) να προσφύγουμε στην υπόθεση αυτή. Ο συγγραφέας του δ΄ ευαγγελίου στη μαρτυρία του στίχου 24 βάζει μαζί με τον εαυτό του και άλλους, αλλά στη συγγραφική σκέψη του στίχου 25 μιλά μόνο από τον εαυτό του. Ο ενικός λοιπόν δείχνει ότι και τον στίχο αυτόν συνέγραψε ο Ιωάννης (b).
Στον όλο στίχο εκφράζεται η έννοια, ότι το ευαγγέλιο του Ιωάννη, το οποίο ολόκληρο είναι αλήθεια (σ. 24), δεν περιέχει «όλη» την αλήθεια. Διότι πλήρης ευαγγελική εξιστόρηση αποτελεί έργο μη πραγματοποιήσιμο, λόγω του ότι το υλικό είναι εκτάκτως ευρύ (g).
(2) «Είναι πάρα πολύ μεγάλο μεν το πλήθος των θεϊκών θαυμάτων και θα φανεί εντελώς αναρίθμητος ο κατάλογος των κατορθωμάτων… Έγραψαν τουλάχιστον όμως οι κήρυκες των ευαγγελίων τα λαμπρότερα από τα γεγονότα… και αυτά με τα οποία κατεξοχήν θα μπορούσαν οι ακροατές να βεβαιωθούν στην αδιάφθορη πίστη και να έχουν διδασκαλία και ηθική και δογματική» (Κ).
Κάθετί που ο Κύριος είπε και έπραξε, ήταν άξιο να καταγραφεί. Ουδέποτε είπε κάποιο αργό λόγο, ούτε έπραξε κάτι μη σοβαρό και περιττό. Ουδέποτε είπε κάτι μικρό, το οποίο να μην είναι ανώτερο από ό,τι κάθε σοφός της γης θα μπορούσε να πει. Τα θαύματά του υπήρξαν αναρίθμητα, ποικίλα και επαναλήφθηκαν πολλές φορές τα ίδια, όπως οι περιστάσεις των διαφόρων ασθενών και αναπήρων ζητούσαν αυτά. Παρόλο που και ένα μόνο θαύμα θα επαρκούσε να αποδείξει την θεία του αποστολή, η επανάληψη των θαυμάτων σε διάφορα πρόσωπα, σε διάφορες περιστάσεις και μπροστά στα μάτια διάφορων μαρτύρων αποδείκνυαν την αλήθειά τους. Κάθε νέο θαύμα του έκανε περισσότερο αξιόπιστο κάθε προηγούμενο θαύμα του και το πλήθος αυτών έκανε την όλη για αυτά αφήγηση αδιαμφισβήτητη. Οι ευαγγελιστές σε πολλές περιπτώσεις παρέχουν γενική μαρτυρία για τη διδασκαλία και τις υπερφυσικές θεραπείες του Κυρίου, χωρίς να αφηγούνται αυτά λεπτομερώς, όπως π.χ. ο Ματθαίος στα δ 23, 24, θ 35, ια 1, ιδ 36, ιε 30, ιθ 2. Κάποια ελάχιστα από εκείνα, τα οποία είπε και ενήργησε, περισώθηκαν σε εμάς. Ο θείος Παύλος παραθέτει στο Πράξ. κ 35 κάποιο λόγο του Κυρίου, που δεν αναφέρεται από τους ευαγγελιστές. Και αναμφίβολα υπήρξαν και πολλοί άλλοι, οι οποίοι δεν γράφτηκαν. Παρόλ’ αυτά όσα γράφτηκαν είναι αρκετά να μας αποκαλύψουν τη διδασκαλία του Χριστού και περισώθηκε σε μας ό,τι απαραίτητο για τη σωτηρία μας είπε και ενήργησε ο Κύριος.
(3) Όσον αφορά στα γεγονότα και τα διάφορα περιστατικά τους (b).
(4) «Είναι υπερβολικός ο λόγος και φανερώνει την υπερβολή του πλήθους αυτών που έπραξε ο Κύριος. Και χρησιμοποιούν το λόγο της υπερβολής και αυτοί που γράφουν και αυτοί που μιλούν, όταν θελήσουν να παραστήσουν την υπερβολή κάποιου πράγματος» (Ζ).
«Διότι συνηθίζει η Γραφή να χρησιμοποιεί υπερβολές· όπως ακριβώς το Είδαμε πόλεις που έφθαναν μέχρι τον ουρανό (Δανιήλ δ 17)· και το Είδαμε άνδρες και ήμασταν μπροστά τους σαν ακρίδες (Ησαΐου μ 22), και όσα τέτοια παρόμοια» (Θφ).
(5) «Προσθέτοντας το «νομίζω» μετρίασε την υπερβολή και περιόρισε αυτό που φαινόταν απίθανο, υποδηλώνοντας, ότι λόγω του μεγάλου πλήθους τους μίλησε έτσι» (Ζ).
(6) «Διότι πράγματι, αν γραφόταν το κάθε ένα από αυτά που έγιναν χωρίς να παραληφθεί τίποτα, θα γέμιζε την οικουμένη το αχώρητο πλήθος των βιβλίων… Διότι μύρια όντως θα μπορούσε κάποιος να σκεφτεί θαύματα που συντελέστηκαν με τη δύναμη του Σωτήρα μας» (Κ).
«Διότι είναι πιο εύκολο σε αυτόν [τον Κύριο] το να πράττει από ότι σε μας το να λέμε» (Ζ).
Εάν γράφονταν όλα λεπτομερώς, θα απαρτιζόταν αφήγηση τόσο μεγάλη και εκτεταμένη, που ουδέποτε υπήρξε ούτε θα υπάρξει. Πόσοι τόμοι θα συγγράφονταν από τις προσευχές του Χριστού, ο οποίος νύχτες ολόκληρες αφιέρωνε επικοινωνώντας με τον Πατέρα του και προσευχόμενος χωρίς κάποια βαττολογία (πολυλογία) ή άκαιρες επαναλήψεις. Πάλι πόσο πολυπληθέστεροι τόμοι θα μαζεύονταν από τους λόγους του, τους οποίους είτε σε συνέχεια κήρυξε μπροστά στο πλήθος, είτε κατ’ ιδίαν είπε σε διάφορα πρόσωπα είτε στο δρόμο είτε σε πλοίο είτε σε σπίτια είτε κατά την ώρα του φαγητού.
Ή, «δεν χωρά αυτά… ο κόσμος… όχι λόγω του πλήθους των συγγραμμάτων, αλλά λόγω του μεγέθους των πραγμάτων· ούτε τοπικά, αλλά τροπικά» (Ζ).
Ο κόσμος θα περιερχόταν σε σύγχυση (b), διότι τα βιβλία αυτά «δεν θα ήταν δυνατόν να κατανοηθούν από την ικανότητα των αναγνωστών» (Αυ).
Ο Χριστός, όπως είπε στους μαθητές, είχε πολλά να πει σε αυτούς «αλλά δεν μπορούσαν να τα βαστάξουν τώρα». Για τον ίδιο λόγο και οι ευαγγελιστές έγραψαν μόνο μέρος από εκείνα, τα οποία ο Χριστός είπε και ενήργησε. Πόσα από αυτά τα λίγα, τα οποία έγραψαν οι ευαγγελιστές, λησμονούνται από εμάς! Πόσα παραβλέπονται και αγνοούνται! Πόσα γίνονται αντικείμενο αμφισβητήσεων και άκαιρων συζητήσεων! Αλλά και πόσα διαστρέφονται και συσκοτίζονται από το κοσμικό πνεύμα και τις παχυλές διάνοιες!
(7) Δεν είναι αυθεντικό. Το Αμήν πρόσθεσε κάποιος από τους μαθητές (ότι είναι αρχαίο και αυτό φαίνεται από το ότι υπάρχει ήδη στη συριακή Πεσιττώ) για βεβαίωση του περιεχομένου του στίχου, ότι εδώ = βεβαίως (δ)