αγαπάς με; (Ιωάννου κα' 15).
Ο Ιησούς ανησυχεί για την αγάπη του μαθητού, που τον αρνήθηκε τρεις φορές: του Πέτρου. Γι’ αυτό και μετά τα θλιβερά γεγονότα, μετά την Ανάστασι, ένα απαλόχρωμο πρωινό, στην ακρογιαλιά τον ρωτάει γεμάτος ήρεμη ανησυχία: «Σίμων Ιωνά αγαπάς με;»
Ο Ιησούς ανησυχεί για την αγάπη μας. Κι’ όμως εμείς έπρεπε ν’ ανησυχούμε για την αγάπη του. Ιδίως κάθε φορά που αμαρτάνομε. Κάθε φορά που τον αρνούμεθα. Κάθε φορά που προτιμούμε κάτι περισσότερο απ’ Αυτόν. Κάθε φορά που τον εγκαταλείπομε. Τότε έπρεπε να τον ρωτάμε: «Κύριε, μας αγαπάς ακόμα;» Κι’ όμως ο Ιησούς μας προλαμβάνει. Διότι εκείνο, που κινδυνεύει δεν είναι η δική του αγάπη για μας, αλλά η δική μας αναιμική αγάπη. Η δική του αγάπη είναι αμετακίνητη. Πέλαγος ανεξάντλητο. Εκείνο, που σβήνει είναι η δική μας αγάπη. Γι’ αυτό και ο Ιησούς με πολλή λαχτάρα σπεύδει κοντά μας και μας ρωτάει διακριτικά: «Παιδί μου, με αγαπάς;» Ο Ιησούς δεν αφίνει τις φιλίες του να σβήσουν. Δεν είναι ψυχρός και αδιάφορος. Του κοστίζει κάθε μας απομάκρυνσις από κοντά του. Η καρδιά του χτυπάει δυνατά και στη σκέψι πώς θα τον εγκαταλείψωμε. Δεν υπάρχει στιγμή που ο Ιησούς δεν ανησυχεί. Ξέρει ότι ζούμε μέσα στον κόσμο. Ότι μας περιστοιχίζουν τόσες σειρήνες. Τόσοι πειρασμοί. Μήπως μας κέρδισαν την καρδιά; Μήπως μας πήραν την αγάπη; Μήπως «επροτιμήσαμεν τι του Χριστού;»
Κάθε φορά που θα μας συνάντηση ο Ιησούς σε στιγμές ήσυχες, σε στιγμές περισυλλογής και κατανύξεως θα μας ρωτήση διακριτικά «αγαπάς με;». Είναι η αγία ανησυχία του Ιησού. Πόση χαρά νοιώθει, όταν παίρνη από μας τη διαβεβαίωσι: «Ναι, Κύριε, συ οίδας ότι φιλώ σε»! Ο Ιησούς δεν θα παύση ν’ ανησυχή για την αγάπη μας μέχρις ότου τη σταθεροποιήση και μας κατακτήση απόλυτα.
«Φανερών εαυτόν τοις Μαθηταίς σου Σωτήρ, μετά την Ανάστασιν, Σίμωνι δέδωκας την των προβάτων νομήν εις αγάπης αντέκτισιν, την του ποιμαίνειν φροντίδα αιτών. Διο και έλεγε. Ει φιλείς με, Πέτρε, ποίμαινε τα αρνία μου, ποίμαινε τα πρόβατα μου. Ο δε ευθέως ενδεικνύμενος το φιλόστοργον, περί του άλλου Μαθητού επυνθάνετο. Ων ταις πρεσβείαις, Χριστέ, την ποίμνην σου διαφύλαττε, εκ λύκων λυμαινομένων αυτήν» (Παρακλητική, V 468). 308
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου, «Εκείνος», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, σελ.308)