Παράδοξον πράγμα: Ο άνθρωπος αποστρέφεται τον αδελφόν αυτού, τον συνάνθρωπον αυτού, τον πτωχόν ή ακάθαρτον. Ο Κύριος όμως, ως η φιλόστοργος μήτηρ συγχωρεί τα τέκνα αυτής, συγχωρεί και εις ημάς τα πάντα και ουδένα αμαρτωλόν αποστρέφεται, μάλλον δε και δίδει εις αυτόν την δωρέαν του Αγίου Πνεύματος.
Εάν οι άνθρωποι εγνώριζον την αγάπην του Κυρίου προς ημάς, θα παρεδίδοντο τελείως εις το άγιον Αυτού θέλημα και θα έζων αναπεπαυμένοι εν τω Θεώ, ως τέκνα βασιλέως. Ο βασιλεύς μεριμνά περί πάντων: και δια το βασίλειον, και δια την οικογένειαν και δια τον υιόν, διάδοχον αυτού. Ο δε υιός ζη ησύχως εις τα ανάκτορα. Οι πάντες υπηρετούν αυτόν και ούτος αμέριμνος απολαύει των πάντων. Ομοίως, και όστις παρεδόθη εις το θέλημα του Θεού, ζη εν ειρήνη, ηυχαριστημένος δια την τύχην αυτού, έστω και εάν είναι άρρωστος ή πτωχός ή καταδεδιωγμένος. Είναι δε ήρεμος, διότι η γλυκεία χάρις του Αγίου Πνεύματος παρηγορεί αυτόν.
Ω! Πως πρέπει να ζώμεν επί της γης, ώστε η ψυχή να αισθάνηται πάντοτε ότι διαμένει εν τω Θεώ! Είπεν ο Κύριος «ουκ αφήσω υμάς ορφανούς», και έδωκεν εις ημάς το Πνεύμα το Άγιον και η ψυχή αισθάνεται ότι το Πνεύμα του Θεού ζη εντός ημών, αισθάνεται ότι ο Κύριος είναι ημέτερος και ημείς είμεθα του Κυρίου. Όστις όμως δεν αισθάνεται ούτως εν τη ψυχή αυτού, εκείνος απώλεσε την χάριν.
(Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, εκδ. Ι. Μονή Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας)