1. «Το απ’ αιώνος απόκρυφον και Αγγέλοις άγνωστον μυστήριον» (Π).
Ο πιστός, καθώς προχωρούν τα χρόνια της ζωής του μέσα στην Εκκλησία, αρχίζει να νοιώθει όλο και βαθύτερα το «μυστήριο της ευσεβείας» (Α' Τιμ. γ’ 16). Το μυστήριο αυτό ήταν μυστικό, απόκρυφο και προαιώνιο σχέδιο της Παναγίας Τριάδος και επομένως άγνωστο και στους Αγγέλους και τους ανθρώπους. Τώρα όμως που το θείο αυτό Σχέδιο εκπληρώθηκε, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, μπορούμε να διακρίνωμε καθαρά τις κύριες φάσεις του και να επισημάνουμε τα βασικά πρόσωπα που εκλήθησαν να παίξουν σημαντικό και πρωτεύοντα ρόλο στην εκπλήρωσι και την επιτυχία του.
Βλέποντας έτσι προς τα πίσω την όλη ιστορία της ανθρωπότητος και μάλιστα την ιερή ιστορία της σωτηρίας του ανθρώπου, διαπιστώνομε, ότι το πρόσωπο της Παρθένου Μαρίας κατέχει κεντρική θέσι στο «Μυστήριο της Ευσεβείας», στην εκπλήρωσι δηλαδή της «αρχαίας και αληθινής βουλής» του Θεού (Δ, 26). Διότι η Θεοτόκος, υπηρετώντας στην ενσάρκωσι του Θεού, απετέλεσε το βασικό κλειδί για τη φανέρωσι της προαιώνιας αυτής «Βουλής» (= αποφάσεως) του Θεού στους «επί γης» ανθρώπους και τους «εν ουρανοίς» αγίους Αγγέλους.
«Ο Θεός Πατήρ, λέγει ο Δαμασκηνός... είχε προγνωστικώς προορίσει την Θεοτόκο Μαρία ως μητέρα του Μονογενούς Υιού Του... Ο θείος αυτός ΄προορισμός΄ της Παναγίας είναι ασφαλώς ακατανόητος δι’ ημάς, ουχ ήττον όμως συμπίπτει εν τω Θεώ με την προαιώνιόν Του πρόγνωσιν της ελευθέρας προαιρέσεως και της αξίας και της προσωπικής αγιότητος της Παναγίας. ΄Σε προγνούς ο των όλων Θεός αξίαν ηγάπησε, και αγαπήσας προώρισε και επ’ εσχάτων των χρόνων εις το είναι παρήγαγε, και Θεοτόκον μητέρα και τιθηνόν (= τροφό) του οικείου Υιού και Λόγου ανέδειξε΄» (Ιεροδ. Αθανάσιος, Δ, 26).
Ο κάθε άνθρωπος, εφ΄ όσον είναι μέλος της Εκκλησίας, έχει κάποια θέσι μέσα στο προαιώνιο σχέδιο του Θεού. Ο Θεάνθρωπος Ιησούς είναι ο πρωταγωνιστής και ο Αρχηγός της θεϊκής αυτής εκστρατείας μέσα στην ιστορία για τη σωτηρία του ανθρώπου και η Θεοτόκος είναι η «πρώτη» της Εκκλησίας. Αλλά και το κάθε μέλος της Εκκλησίας, στενά ενωμένο με την Κεφαλή της, τον Χριστό και το πρώτο μέλος της, την Παναγία, έχει να παίξη σημαντικό ρόλο στη ζωή και την λειτουργία του σώματος της Εκκλησίας. Μέσα στο βασίλειο της Χάριτος κανείς δεν είναι «καταφρονημένος» (Ματθ. ιη' 10). Μέσα στον κατάλογο των αγγέλων, των ανθρώπων και των αψύχων κτισμάτων που εκλήθηκαν και έπαιξαν σημαντικούς ρόλους στο Σχέδιο της προαιωνίας βουλής του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου συγκαταλέγεται ακόμη και ένα... σκουλήκι! (βλ. Ιωνά δ' 7).
Ο πιστός, καθώς προχωρούν τα χρόνια της ζωής του μέσα στην Εκκλησία, αρχίζει να νοιώθει όλο και βαθύτερα το «μυστήριο της ευσεβείας» (Α' Τιμ. γ’ 16). Το μυστήριο αυτό ήταν μυστικό, απόκρυφο και προαιώνιο σχέδιο της Παναγίας Τριάδος και επομένως άγνωστο και στους Αγγέλους και τους ανθρώπους. Τώρα όμως που το θείο αυτό Σχέδιο εκπληρώθηκε, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, μπορούμε να διακρίνωμε καθαρά τις κύριες φάσεις του και να επισημάνουμε τα βασικά πρόσωπα που εκλήθησαν να παίξουν σημαντικό και πρωτεύοντα ρόλο στην εκπλήρωσι και την επιτυχία του.
Βλέποντας έτσι προς τα πίσω την όλη ιστορία της ανθρωπότητος και μάλιστα την ιερή ιστορία της σωτηρίας του ανθρώπου, διαπιστώνομε, ότι το πρόσωπο της Παρθένου Μαρίας κατέχει κεντρική θέσι στο «Μυστήριο της Ευσεβείας», στην εκπλήρωσι δηλαδή της «αρχαίας και αληθινής βουλής» του Θεού (Δ, 26). Διότι η Θεοτόκος, υπηρετώντας στην ενσάρκωσι του Θεού, απετέλεσε το βασικό κλειδί για τη φανέρωσι της προαιώνιας αυτής «Βουλής» (= αποφάσεως) του Θεού στους «επί γης» ανθρώπους και τους «εν ουρανοίς» αγίους Αγγέλους.
«Ο Θεός Πατήρ, λέγει ο Δαμασκηνός... είχε προγνωστικώς προορίσει την Θεοτόκο Μαρία ως μητέρα του Μονογενούς Υιού Του... Ο θείος αυτός ΄προορισμός΄ της Παναγίας είναι ασφαλώς ακατανόητος δι’ ημάς, ουχ ήττον όμως συμπίπτει εν τω Θεώ με την προαιώνιόν Του πρόγνωσιν της ελευθέρας προαιρέσεως και της αξίας και της προσωπικής αγιότητος της Παναγίας. ΄Σε προγνούς ο των όλων Θεός αξίαν ηγάπησε, και αγαπήσας προώρισε και επ’ εσχάτων των χρόνων εις το είναι παρήγαγε, και Θεοτόκον μητέρα και τιθηνόν (= τροφό) του οικείου Υιού και Λόγου ανέδειξε΄» (Ιεροδ. Αθανάσιος, Δ, 26).
Ο κάθε άνθρωπος, εφ΄ όσον είναι μέλος της Εκκλησίας, έχει κάποια θέσι μέσα στο προαιώνιο σχέδιο του Θεού. Ο Θεάνθρωπος Ιησούς είναι ο πρωταγωνιστής και ο Αρχηγός της θεϊκής αυτής εκστρατείας μέσα στην ιστορία για τη σωτηρία του ανθρώπου και η Θεοτόκος είναι η «πρώτη» της Εκκλησίας. Αλλά και το κάθε μέλος της Εκκλησίας, στενά ενωμένο με την Κεφαλή της, τον Χριστό και το πρώτο μέλος της, την Παναγία, έχει να παίξη σημαντικό ρόλο στη ζωή και την λειτουργία του σώματος της Εκκλησίας. Μέσα στο βασίλειο της Χάριτος κανείς δεν είναι «καταφρονημένος» (Ματθ. ιη' 10). Μέσα στον κατάλογο των αγγέλων, των ανθρώπων και των αψύχων κτισμάτων που εκλήθηκαν και έπαιξαν σημαντικούς ρόλους στο Σχέδιο της προαιωνίας βουλής του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου συγκαταλέγεται ακόμη και ένα... σκουλήκι! (βλ. Ιωνά δ' 7).
2. «Εφύτευσεν ο Θεός παράδεισον εν Εδέμ... και έθετο εκεί τον άνθρωπον» (Γέν. β' 8).
Ο Παράδεισος της Εδέμ είναι ο πρώτος βιβλικός τύπος της Παρθένου. Ο Θεός εδημιούργησε το Παρθένο δάσος και μέσα στην παρθενική ομορφιά του ετοποθέτησε το ωραιότερό του δημιούργημα, τον Άνθρωπο.
Η Εκκλησία, πολύ γρήγορα, είδε εδώ την πρώτη προτύπωσι της Θεοτόκου: Η Παρθένος είναι ο νέος παράδεισος που φύτευσε ο Δημιουργός μέσα στον χώρο και τον χρόνο της ιστορίας. Απ’ το δεύτερο αυτό παράδεισο πήγασαν όλες οι ευλογίες για την ανθρωπότητα. Και το σπουδαιότερο: Ενώ ο πρώτος Παράδεισος είχε για κάτοικό του τον χοϊκό Αδάμ, τον «μυστικό Παράδεισο» (ΜΣ) λαμπρίνει η παρουσία του νέου Αδάμ, του Ιησού".
«Συ, Παρθένε», λέγει ο Αγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, «υπήρξες η Εδέμ, πολύ περισσότερον ιερά και θεία από την παλαιάν. Διότι εις εκείνην μεν κατοικούσε ο Αδάμ ο χοϊκός, ο θνητός, εις Σε όμως ο Κύριος ο ουράνιος» (Χ,13). Στον πρώτο Παράδεισο βλάστησε το «δένδρο» που προξένησε στους πρωτοπλάστους τον θάνατο (Γεν. γ΄ 19). Ο δεύτερος, ο «νοητός Παράδεισος», ανάδειξε «το θείον φυτόν», τον Κύριο, που δίνει τη ζωή: «Παράδεισος και γαρ η Εκείνης γαστήρ εδείχθη νοητός, εν ω το θείον φυτόν· εξ ου φαγόντες ζήσομεν, ουχί δε ως ο Αδάμ τεθνηξόμεθα» (I.) .
Όσοι ζουν μέσα στον επίγειο παράδεισο, που είναι η Εκκλησία, «στον ουρανό αυτό επί γης» (Μπουλγκάκοφ) απολαμβάνουν τις ευλογίες της Θεοτόκου και μετέχουν στη ζωή και τη χαρά του Χριστού. Όποιος ζη μαζί με τον Ιησού και τη Θεοτόκο μέσα στην Εκκλησία απολαμβάνει τη χαρά και τις ευλογίες του Παραδείσου απ’ εδώ και από τώρα.