89- ΕΑΝ ΑΜΕΛΗΣΗΣ. Μια χειμωνιάτικη μέρα, πάνω σ’ ένα κομμάτι από επιπλέοντα πάγο, ένα πτώμα παρασυρόταν απ’ τον καταρράκτη του Νιαγάρα. Ένας αετός το διέκρινε και ώρμησε, έχωσε τα νύχια του στη λεία του και άρχισε να τρώη άπληστος. Το ρεύμα όμως έσπρωχνε τον ογκόπαγο με τον φτερωτό επιβάτη και το γεύμα του προς τον καταρράκτη. Αυτό όμως δεν ενδιέφερε το βασιληά του αέρος. Πόσες φορές είχε κάνει τέτοια συμπόσια σε ταξίδι! Τα μεγάλα του φτερά ήσαν έτοιμα να τον ανεβάσουν σε μια στιγμή στα ύψη. Και η στιγμή αυτή ήρθε. Ο φοβερός καταρράκτης ήσαν μπροστά του, αλλ’ εις μάτην! Τα νύχια του, όπως είχαν χωθή βαθιά μέσα στο παγωμένο πτώμα, εκόλλησαν στον πάγο. Δεν μπορούσε να τα ξεκολλήση. Δεν είχε και τον καιρόν. Ο καταρράκτης τον παρέσυρε εις την άβυσσον. Είχε αργοπορήσει…Πόσοι πηγαίνουν έτσι στην αιώνια άβυσσο, διότι απορροφημένοι στις απολαύσεις τους αμελούν την έγκαιρο σωτηρία τους (Κ. Κούρκουλα: 500 Πετράδια, σελ. 188).
96- ΒΟΥΤΥΡΟ, ΑΥΓΑ ΚΑΙ ΟΜΕΛΕΤΤΑ. Ο πατήρ Λακορνταίρ, ο μεγάλος ιεροκήρυξ, βρέθηκε κάποτε σε γεύμα με κάποιον που του είπε:
-Πάτερ, εγώ πιστεύω μόνο αυτά που βλέπω. Εκείνη την ώρα ο υπηρέτης έφερε μπροστά τους μια ομελέττα με το βούτυρο. Ο άπιστος έκοψε μια καλή μερίδα. Και ο πατέρας Λακορνταίρ τον ρωτά , χαμογελώντας:
-Καταλαβαίνετε, κύριε, γιατί η φωτιά το μεν βούτυρο το λυώνει, το δε αυγό το σφίγγει;
-Δυστυχώς όχι.
-Και όμως, βλέπω ότι πιστεύετε στην ομελέττα!..
105- ΣΟΦΗ ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ. Μια νέα ζήτησε τη συμβουλή ενός περιοδικού. «Είμαι δώδεκα ετών, πηγαίνω στη Δευτέρα Γυμνασίου, είμαι χαριτωμένη, αλλά έχω ένα ελάττωμα: κάθε φορά που θα με κοιτάξη ένα αγόρι, κοκκινίζω. Θα ήθελα να ελευθερωθώ από αυτό το ελάττωμα».
Και η απάντησις ήλθε:
«Για όνομα του Θεού, μην κόψετε αυτό το ελάττωμα. Απεναντίας, αν κατορθώσετε να το διατηρήσετε επί πολύ ακόμη, αυτό το «σύμπλεγμα κατωτερότηρος» θα σας επιφέρη τον θαυμασμό πολλών».
118- ΛΟΓΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΡΔΙΑ. Ο Αλβέρτος Άϊνστάϊν, στην ερώτησι ενός δημοσιογράφου, ποιους συγραφείς προτιμά, απήντησε:
-Εκείνους, στους οποίους το λογικό δεν περιώρισε την καρδιά.
146- ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΧΩΝΕΨΗ. Ο εφημέριος μιας αστικής ενορίας εκλήθη επειγόντως στο προσκέφαλο ενός ετοιμοθάνατου.
Ο ιερεύς παρηγόρησε με κατάλληλα λόγια τους παρευρισκομένους, αρκετά αμαθείς σχετικά με τη θρησκεία, και στο τέλος πρόσθεσε:
-Νομίζω ότι είναι καιρός να του δώσωμε το Ευχέλαιο.
-Είναι περιττόν, πάτερ, του απάντησαν, ο ασθενής δεν μπορεί να χωνέψη τίποτε.
147- Η ΑΓΙΑ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ. Μια κυρία ακούγοντας να μιλούν για την Πεντηκοστή, ρώτησε με απορία:
-Μα, σας παρακαλώ, πείτε μου, τι αγία είναι αυτή η Πεντηκοστή; Πολύ περίεργο όνομα.
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 55-65, 77)