Ο αββάς Μακάριος και ο διάβολος
Ο αββάς Μακάριος ο Αιγύπτιος κατοικούσε στην βαθειά έρημο σαν ησυχαστής.
Πάρα κάτω απ’ αυτόν υπήρχε μια σκήτη με πολλούς αδελφούς.
Κάποτε, καθώς παρατηρούσε τον δρόμο, βλέπει τον διάβολο και τον ρωτά:
- Που πηγαίνεις;
- Πάω να πειράξω τους αδελφούς της σκήτης, απαντά εκείνος και απομακρύνεται.
Αργότερα τον βλέπει να επιστρέφει και του λέει:
- Είθε να σωθείς.
- Πώς να σωθώ; Αφού όλοι στη σκήτη μου φέρθηκαν άσχημα και κανείς δεν με ανέχεται, αποκρίνεται ο διάβολος,
- Ώστε δεν έχεις κανένα φίλο εκεί; τον ρωτά ο αββάς.
- Έχω έναν. Και αυτός τουλάχιστον με ακούει. .
- Και ποιό είναι το όνομα του φίλου σου;
- Θεόπεμπτος, λέει ο διάβολος και φεύγει.
Ο όσιος Μακάριος σηκώνεται τότε και ξεκινά για την σκήτη.
Οι αδελφοί, που έμαθαν ότι έρχεται, βγαίνουν με βάγια για να τον υποδεχθούν.
Εκείνος ζήτησε να μάθει ποιός είναι ο Θεόπεμπτος. Όταν τον βρήκε, πήγε στο κελλί του.
Ο αδελφός τον δέχθηκε με χαρά. Μόλις έφυγαν οι άλλοι, ο αββάς του λέει:
- Πώς είσαι, αδελφέ;
- Καλά με τις ευχές σου.
- Μήπως έχεις πόλεμο με τους λογισμούς;
- Καλά είμαι.
- Εγώ, τί να σου πω; Τόσα χρόνια ασκητεύω, κι όλοι με τιμούν,
και όμως παρά τα γεράματά μου δεν μ’ αφήνουν ήσυχο οι αισχροί Λογισμοί.
- Πίστεψε με, γέροντα, και σε μένα το ίδιο συμβαίνει.
Ο αββάς Μακάριος συνέχισε να υποκρίνεται ότι έχει πολέμους και από άλλους λογισμούς,
έως ότου ο μοναχός Θεόπεμπτος του απεκάλυψε όλες τις δυσκολίες του. Μετά τον συμβούλευσε και τον ευλόγησε.
Όταν γύρισε στην δική του έρημο, ξαναβλέπει τον διάβολο και του λέει:
- Πού πηγαίνεις πάλι;
- Πάω να ξαναπειράξω τους αδελφούς της σκήτης, άπαντά εκείνος και φεύγει.
Στον γυρισμό του λέει ο όσιος:
- Πώς τα πέρασες με τους αδελφούς;
- Άσχημα, άπαντά ο διάβολος. Και το χειρότερο είναι ότι κι αυτός ο φίλος μου ο Θεόπεμπτος,
που μέχρι τώρα με υπήκουε, δεν ξέρω πώς, χάλασε και δεν με ακούει, με πολεμά μάλιστα περισσότερο από τους άλλους.
Τόσο που ωρκίσθηκα για αρκετό καιρό να μην ξαναπατήσω στην σκήτη.
(Γεροντικόν)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος πρώτος, σελ.27-28)