Ο ΑΒΒΑΣ Ιωάννης ο Κολοβός προσέυχόταν χρόνια στον Θεό να τον απαλλάξει από τα πάθη που φώλιαζαν μεσα του κι απ’ όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες. Όταν επιτέλους πήρε αυτό το χάρισμα, έγινε αμέριμνος.
Στο βάθος όμως της ψυχής του υπήρχε κάποια ανησυχία. Πήγε λοιπόν να συμβουλευτεί τον Γέροντά του, τον Αββά Ποιμένα.
- Βλεπω τον εαυτό μου σε μεγάλη ανάπαυση, Αββά. Δεν έχω πια κανένα πολεμο.
- Πήγαινε αμέσως και παρακάλεσε τον Θεό να σου ξαναστείλει τους πειρασμούς που είχες πρώτα, του είπε αυστηρά ο Όσιος. Δεν έμαθες ακόμη πως με τον πνευματικό αγώνα προκόβει η ψυχή στην αρετή;
Ο Αββάς Ιωάννης έκανε όπως τον συμβούλεψε ο Πνευματικός του. Δεν προσευχήθηκε πια ν’ απαλλαγεί από κάθε πόλεμο, αλλά έλεγε στον Θεό με πολλή ταπείνωση:
- Κύριε, δος μου δύναμη την στιγμή του πειρασμού.
ΈΝΑΣ νέος υποτακτικός ρώτησε καποτε τον Όσιο Ποιμένα:
- Τί να κανω, Αββά, που οι δαίμονες δεν παύουν να με πολεμούν άγρια;
- Εσένα, παιδί μου, πολεμούν οι δαίμονες; είπε μ’ έκπληξη ο Όσιος. Να είσαι βέβαιος πως αυτοί δεν πολεμούν τον άνθρωπο, όσο κάνει τα θελήματά τους, αλλά αυτά γίνονται δαίμονες και τον πολεμούν καθημερινώς. Ξέρεις με ποιούς πολεμησαν οι δαίμονες; Με τον θεόπτη Μωυσή και τους ομοίους του Αγίους.
ΌΣΟ προκόβουν οι αγωνιστές, έλεγε η Οσία Συγκλητική, τόσο πολλαπλασιάζονται οι αντίπαλοί τους.
ΤΙ ΝΑ κάνω, Αββά, που με πειράζουν τα πάθη και οι δαίμονες; ρώτησε τον Όσιο Σισώη ένας νέος μοναχός.
- Μην λες πως πειράζεσαι από τους δαίμονες, παιδί μου, αποκρίθηκε ο Γέροντας, γιατί οι πιο πολλοί πειραζόμαστε από τις κακές μας επιθυμίες.
ΑΡΧΑΡΙΟΣ ακόμη στην μοναχική ζωή ο Μωυσής ο Αιθίοψ, πολεμήθηκε από σαρκική επιθυμία. Πήγε τότε ταραγμένος να εξομολογηθεί στον Αββά Ισίδωρο.
Ο Γέροντας τον άκουσε με συμπάθεια κι αφού του έδωσε τις συμβουλές που έπρεπε, του είπε να γυρίσει πίσω στο κελλί του. Επειδή όμως εκείνος δίσταζε ακόμη, μήπως επιστρέφοντας του ανάψει πάλι η φλόγα της κακής επιθυμίας, ο Αββάς Ισίδωρος τον πήρε από το χέρι και τον ανέβασε σ’ ένα μικρό δωμάτιο, που είχε πάνω από το κελλί του.
- Κοίταξε εδώ, του είπε, δείχνοντάς του προς την δύση.
Είδε τότε ο Μωυσής ένα ολόκληρο στράτευμα από πονηρά πνεύματα με τεντωμένα τόξα, έτοιμα για πολεμο, και τρόμαξε.
- Κοίταξε τώρα προς την ανατολή, είπε πάλι ο Γέροντας. Μυριάδες αγγέλων σε στρατιωτική παράταξη ήταν έτοιμοι ν’ αντιμετωπίσουν τον εχθρό.
Όλοι αυτοί, του είπε ο Αββάς Ισίδωρος, είναι σταλμένοι από τον Θεό να βοηθήσουν τον αγωνιστή. Βλέπεις πως οι υπερασπιστές μας είναι πολύ περισσότεροι και ασυγκρίτως ισχυρότεροι από τους εχθρούς μας;
Ο Μωυσής ευχαρίστησε με την καρδιά του τον Θεό γι’ αυτή την αποκάλυψη και παίρνοντας θάρρος γύρισε στο κελλί του να συνεχίσει τον αγώνα του.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 36-38 )