Η αγάπη μεταξύ των συζύγων
-Έγραψες, Γερόντισσα, ευχές στον Δημήτρη που παντρεύεται;
-Έγραψα, Γέροντα.
-Φέρε την κάρτα να συμπληρώσω κι εγώ: «Ο Χριστός και η Παναγία μαζί σας. Σου δίνω ευλογία, Δημήτρη, να μαλώνης με όλον τον κόσμο, εκτός από την Μαρία!
Το ίδιο και στην Μαρία!». Για να δώ, θα καταλάβουν τί εννοώ; Με ρώτησε κάποιος: «Γέροντα, τί ενώνει περισσότερο τον άνδρα με την γυναίκα;».
«Η ευγνωμοσύνη», του λέω. Ο ένας αγαπάει τον άλλον γι’ αυτό που του χαρίζει. Η γυναίκα δίνει στον άνδρα την εμπιστοσύνη, την αφοσίωση, την υπακοή.
Ο άνδρας δίνει στην γυναίκα την σιγουριά ότι μπορεί να την προστατέψη.
Η γυναίκα είναι η αρχόντισσα του σπιτιού, αλλά και η μεγάλη υπηρέτρια.
Ο άνδρας είναι ο κυβερνήτης του σπιτιού, αλλά και ο χαμάλης.
Μεταξύ τους τα ανδρόγυνα πρέπει να έχουν την εξαγνισμένη αγάπη, για να έχουν αλληλοπαρηγοριά και να μπορούν να κάνουν και τα πνευματικά τους καθήκοντα.
Για να ζήσουν αρμονικά, χρειάζεται να βάλουν εξαρχής ως θεμέλιο της ζωής τους την αγάπη, την ακριβή αγάπη, που βρίσκεται μέσα στην πνευματική αρχοντιά,
στην θυσία, και όχι την ψεύτικη, την κοσμική, την σαρκική. Αν υπάρχη αγάπη, θυσία, πάντα έρχεται ο ένας στην θέση του άλλου, τον καταλαβαίνει, τον πονάει.
Και όταν παίρνη κανείς τον πλησίον του στην πονεμένη του καρδιά, παίρνει τότε μέσα του τον Χριστό, ο οποίος τον γεμίζει και πάλι με την ανέκφραστη αγαλλίασή Του.
Όταν υπάρχη αγάπη, και μακριά να βρεθή ο ένας από τον άλλον, αν οι περιστάσεις το απαιτήσουν, κοντά θα βρίσκεται, γιατί την αγάπη του Χριστού δεν την χωρίζουν αποστάσεις.
Όταν όμως, Θεός φυλάξοι, τα ανδρόγυνα δεν έχουν αγάπη μεταξύ τους, μπορεί να βρίσκωνται κοντά, αλλά στην πραγματικότητα βρίσκονται μακριά.
Γι’ αυτό πρέπει να προσπαθήσουν να διατηρήσουν σε όλη την ζωή τους την αγάπη, να θυσιάζεται ο ένας για τον άλλον.
Η σαρκική αγάπη ενώνει εξωτερικά τους κοσμικούς ανθρώπους τόσο μόνον, όσο υπάρχουν κοσμικά προσόντα, και τους χωρίζει,
όταν αυτά χαθούν, οπότε και αυτοί οδηγούνται στην απώλεια.
Ενώ, όταν υπάρχη η πνευματική, η ακριβή αγάπη, αν τυχόν ο ένας από τους συζύγους χάση τα κοσμικά του προσόντα, αυτό όχι μόνο δεν τους χωρίζει,
αλλά τους ενώνει περισσότερο. Όταν υπάρχη μόνον η σαρκική αγάπη, τότε, αν λ.χ. η γυναίκα μάθη ότι ο σύντροφος της κοίταξε κάποια άλλη,
του πετάει βιτριόλι και τον τυφλώνει. Ενώ, όταν υπάρχη η αγνή αγάπη, τον πονάει πιο πολύ και κοιτάζει με τρόπο πώς να τον φέρη πάλι στον σωστό δρόμο.
Έτσι έρχεται η Χάρις του Θεού.
Μια φορά ήρθε στο Καλύβι κάποιος Ελληνοαμερικανός γιατρός. Είδα το πρόσωπό του που ήταν φωτεινό, γι’ αυτό με τρόπο τον ρώτησα για την ζωή του.
«Πάτερ, μου είπε, είμαι Ορθόδοξος, αλλά μέχρι τελευταία ούτε νηστείες κρατούσα ούτε στην εκκλησία πήγαινα συχνά.
Ένα βράδυ είχα γονατίσει στο δωμάτιό μου να παρακαλέσω τον Θεό για ένα θέμα που με απασχολούσε, οπότε γέμισε το δωμάτιο με ένα γλυκό φώς.
Για αρκετή ώρα δεν έβλεπα τίποτε άλλο παρά μόνο φως και ένιωθα μια ανέκφραστη ειρήνη μέσα μου».
Θαύμασα, γιατί κατάλαβα ότι ο άνθρωπος αυτός αξιώθηκε να δη το άκτιστο φώς, και του ζήτησα να μου πη τί είχε προηγηθή.
«Πάτερ, μου είπε, είμαι παντρεμένος και έχω τρία παιδιά. Στην αρχή περνούσαμε καλά στην οικογένεια.
Μετά όμως η γυναίκα μου δεν είχε την υπομονή να ασχολήται στο σπίτι με τα παιδιά και ζητούσε να βγαίνουμε έξω με τις φίλες της.
Της έκανα το χατίρι. Έπειτα από ένα διάστημα μου είπε ότι ήθελε να βγαίνη μόνη της με τις φίλες της. Το δέχθηκα και αυτό και κοίταζα εγώ τα παιδιά.
Ύστερα δεν ήθελε να κάνουμε μαζί διακοπές και μου ζητούσε χρήματα να πηγαίνη μόνη της.
Στην συνέχεια μου ζήτησε ένα διαμέρισμα, για να ζη μόνη της. Το έκανα και αυτό, αλλά εκείνη μάζευε εκεί τους φίλους της.
Όλο αυτό το διάστημα προσπαθούσα να την βοηθήσω με διάφορους τρόπους, με συμβουλές κ.λπ., ώστε να λυπηθή τα παιδιά μας, αλλά δεν δεχόταν κουβέντα.
Τελικά μου πήρε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό και εξαφανίσθηκε. Έψαχνα, ρωτούσα παντού, άδικα όμως. Είχα χάσει τελείως τα ίχνη της.
Κάποια μέρα πληροφορήθηκα ότι είχε έρθει εδώ στην Ελλάδα και έμενε σε κάποιον κακόφημο οίκο.
Η στενοχώρια μου για το κατάντημά της δεν περιγράφεται. Γονάτισα πάνω στην θλίψη μου να προσευχηθώ.
"Θεέ μου, είπα, βοήθησέ με να την βρώ και να κάνω ό,τι μπορώ, για να μη χάση την ψυχή της. Αυτήν την κατάντια της δεν μπορώ να την αντέξω".
Τότε με έλουσε εκείνο το φως και πλημμύρισε με ειρήνη η καρδιά μου».
«Ο Θεός, αδελφέ, του είπα, είδε την υπομονή, την ανεξικακία, την αγάπη σου και σε παρηγόρησε με αυτόν τον τρόπο».
Γι’ αυτό λέω ότι θα μας κρίνουν οι λαϊκοί. Βλέπετε; Γιατρός στην Αμερική, με τέτοια σύζυγο, με τί συνθήκες και σε τί περιβάλλον ζούσε, και όμως τί αξιώθηκε!
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 43-46)