Κακουχίες.
Η διλοχία που υπηρετούσε ο Γέροντας έκανε πολεμικές επιχειρήσεις και οι κακουχίες που πέρασαν μοιάζουν απίστευτες.
Διηγείτο ότι κάποτε τελείωσαν τα τρόφιμα και έτρωγαν σπυρωτό χιόνι. Άλλοτε έμειναν νηστικοί για δεκατρείς ημέρες και επέζησαν τρεφόμενοι μόνον με άγρια κάστανα. Συχνότερα υπέφεραν από την δίψα. Αναγκάζονταν τότε να πίνουν στάσιμο νερό από τις πατημασιές των ζώων. Ο μεγάλος εχθρός ήταν το κρύο. Κοιμόνταν στις σκηνές και το πρωί ξυπνούσαν θαμμένοι στα χιόνια· μετρούσαν τους κρυοπαγημένους. Ένα πρωινό έβγαλε είκοσι έξι κρυοπαγημένους σκάβοντας με τον κασμά τα χιόνια. Κάποτε έμεινε για τρεις ημέρες στα χιόνια και έστελνε σήματα στο Αρχηγείο. Έπαθε και ο ίδιος κρυοπαγήματα. Οι σάρκες των ποδιών του ξεφλουδίζονταν. Τον έστειλαν στο Νοσοκομείο, αλλά βοήθησε ο Θεός να μην ακρωτηριασθή. Άλλοτε τον κλώτσησε ένα μουλάρι. Το χτύπημα ήταν πολύ δυνατό. Μελάνιασε το στήθος του και φαίνονταν τα σημάδια από τα πέταλα. Λιποθύμησε και, όταν συνήλθε, συνέχισε την πορεία.
Χαιρόταν να βρέχεται, να κρυώνη, να κουράζεται ο ίδιος, για να μην ταλαιπωρούνται οι άλλοι.
Μερικοί στρατιώτες, όταν έκαναν ζημιά, για να δικαιολογηθούν την επέρριπταν στον Αρσένιο. Ο Αξιωματικός τον μάλωνε, και εκείνος, για να μην τους εκθέση, υπέμενε σιωπηλά τους ελέγχους.
Ο Διοικητής όμως τον εκτιμούσε και τον εμπιστευόταν. Στις δύσκολες αποστολές έστελνε τον Αρσένιο, γιατί γνώριζε ότι ήταν ικανώτατος και έφερνε σε πέρας ό,τι του ανέθεταν.
Μόνο μια φορά πήρε άδεια και πήγε στο σπίτι του. Εκεί αρρώστησε, έχασε πολύ αίμα και εισήχθη στο Νοσοκομείο για δεκαπέντε ημέρες. Όταν συνήλθε επέστρεψε στην Μονάδα του.
(Βίος Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου, ιερομ. Ισαάκ, σελ. 66-67).