Κάποιος φιλομόναχος χριστιανός επισκεπτόταν τακτικά στους ασκητές και έβρισκε ωφέλεια από τη διδασκαλία τους. Μια φορά ανακάλυψε έναν πολύ ηλικιωμένο και άρρωστο ερημίτη. Τον λυπήθηκε και θέλησε να του αφήσει όσα χρήματα είχε μαζί του, για τις ανάγκες του.
- Κράτησέ τα, αββά, τον παρακάλεσε, είσαι γέρος και άρρωστος. Δεν μπορείς να εργάζεσαι πια. Θα σου χρειαστούν.
- Εξήντα ολόκληρα χρόνια υποφέρω από αυτή την αρρώστεια ,του απάντησε, και με τη βοήθεια του Θεού δεν μου έλειψε τίποτα. Εκείνος που έχει τη φροντίδα μου, αδιάκοπα μου στέλνει όλα τα αναγκαία! Θέλεις λοιπόν τώρα και εσύ, αδελφέ, να διώξεις τον Τροφέα μου;
Έτσι απέφυγε να δεχτεί τα χρήματα.
(Γεροντικό)
(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ. Παρακλήτου, τόμος γ’, σελ.62)