ΈΝΑΣ ΑΔΕΛΦΟΣ που αδικήθηκε πήγε στον Αββά Σισώη και του εξομολογήθηκε:
- Πάτερ, ο τάδε αδελφός με αδίκησε κι ο λογισμός μου με βασανίζει να τον εκδικηθώ.
- Όχι, παιδί μου, άρχισε να τον συμβουλεύει ο Όσιος. Άφησε την εκδίκηση στα χέρια του Θεού.
- Δεν Θα ησυχάσω, αν δεν τον κάνω να πονέσει, όπως πόνεσα κι εγώ, εξακολουθούσε να λέει συνεπαρμένος από το πάθος του ο νέος.
Αφού δεν έπαιρνε από λόγια, ο Όσιος τον φώναξε να κάνουν προσευχή μαζί, για να τον φωτίσει ο Θεός να καταλάβει ποιό ήταν το ψυχικό του συμφέρον. Γονάτισαν ο ένας δίπλα στον άλλον και ο Αββάς Σισώης, σηκώνοντας τα χέρια προς τον ουρανό, είπε αυτή την προσευχή:
- Κύριε και Θεέ μας, εμείς τα παιδιά Σου Σου δηλώνουμε σήμερα με τις πράξεις μας ότι δεν έχουμε πια ανάγκη να έχεις Συ την φροντίδα μας, γιατί μάθαμε μόνοι να φροντίζουμε για τον εαυτό μας και αυτοπροσώπως να εκδικούμαστε για λογαριασμό μας.
Ταράχτηκε ο αδελφός ακούγοντας τα λόγια της προσευχής, έστω και αν ήταν απολύτως σύμφωνα με την ψυχική του κατάσταση.
- Συγχώρεσέ με, Πάτερ, είπε μετανοημένος στον Άγιο Γέροντα. Δεν επιθυμώ πια να εκδικηθώ τον αδελφό μου.
ΚΑΠΟΙΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ πήγε να συμβουλευθεί τον Αββά Σιλουανό.
- Έχω έναν θανάσιμο εχθρό, Πάτερ, του εξομολογήθηκε. Τα κακά που μου έχει προξενήσει αυτός ο άνθρωπος είναι αναρίθμητα. Προ καιρού κέρδισε με απάτη ένα μεγάλο κομμάτι από το χωράφι μου. Με συκοφαντεί όπου βρεθεί, κακολογεί κι εμένα και την οικογένειά μου. Μου έχει κάνει τον βίο αβίωτο. Τώρα τελευταία μάλιστα επιβουλευεται και την ζωή μου. Πριν λίγες ημέρες έμαθα πως αποπειράθηκε να με δηλητηριάσει. Δεν παίρνει άλλο, λοιπόν. Είμαι αποφασισμένος να τον παραδώσω στην δικαιοσύνη.
- Κάνε όπως θέλεις, του είπε με αδιαφορία ο Αββάς Σιλουανός.
- Δεν νομίζεις, Πάτερ, πως όταν τιμωρηθεί και μάλιστα αυστηρά, όπως του πρέπει, θα σωθεί η ψυχή του; ρώτησε ο άνθρωπος, που τώρα άρχισε να ενδιαφέρεται και για την ψυχική ώφέλεια του εχθρού του.
- Κάνε ό,τι σε αναπαύει, εξακολουθούσε να λέει με το ίδιο ύφος ο Όσιος.
- Πηγαίνω λοιπόν στον δικαστή κατευθείαν, είπε ο χριστιανός και σηκώθηκε να φύγει.
- Μην βιάζεσαι τόσο, του είπε με ηρεμία ο Όσιος. Ας προσευχηθούμε πρώτα να κατευοδώσει ο Θεός την πράξη σου. Και άρχισε το «Πάτερ ημών».
«Και μη αφίης ημίν τα οφειλήματα ημών, ως ουδέ ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών», ακούστηκε να λέει μεγαλοφώνως ο Όσιος σαν έφτασε σ’ αυτόν τον στίχο.
- Λάθος, Αββά, δεν λέει έτσι η Κυριακή Προσευχή, έσπευσε vα διορθώσει ο Χριστιανός.
- Έτσι όμως είναι, αποκρίθηκε με όλη του την απάθεια ο Γέροντας. αφού αποφάσισες να παραδώσεις τον αδελφό σου στον δικαστή, ο Σιλουανός δεν κάνει άλλη προσευχή για σένα.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 57-58 )