683- ΤΑ ΑΔΕΙΑ ΧΕΡΙΑ ΤΙΜΩΡΟΥΝΤΑΙ.
Είδα στ’ όνειρο, έγραφε ένας πνευματικός, ένα άνθρωπο, που παρουσιάσθηκε στο δικαστήριο του Θεού. «Βλέπεις, Θεέ μου, του λέγει, ετήρησα το Νόμο σου. Δεν έπραξα καμιά ατιμία ή ασέβεια. Κύριε, τα χέρια μου είναι αγνά.
-Αναμφιβόλως, αναμφιβόλως, του απήντησε τότε ο καλός Θεός, αλλά είναι άδεια και γι’ αυτό σε καταδικάζω.
689- ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ.
Απ’ έξω από την εκκλησία γινόταν η συζήτησις:
-Έχω μοναδική επιθυμία να μ’ αξιώση ο Θεός να πάω κάποτε ν’ ανεβώ στο όρος Σινά και να διαβάσω από εκεί απάνω τις δέκα εντολές.
-Μπα, εγώ σου λέω καλύτερα να μείνης σπίτι σου και να προσπαθήσης να τις εκτελής.
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 313-314)