20. «Η ράβδος η μυστική, άνθος το αμάραντον η εξανθήσασα»(Ω).
Μέσα στην Κιβωτό της Διαθήκης ήταν και η Ράβδος του Ααρών, η βλαστήσασα, που ήταν το σύμβολο της λευϊτικής ιερωσύνης. Σύμφωνα με τη βιβλική διήγησι, ο Θεός, τη διαφωνία που υπήρχε μεταξύ των Εβραίων για την αποκλειστική ιερωσύνη της φυλής του Λευΐ, στην οποία ανήκε και ο Ααρών, ο αδελφός του Μωϋσή, την έλυσε, ως εξής: Έδωσε εντολή και κάθε αρχηγός από κάθε φυλή ετοίμασε ένα ραβδί, πάνω στο οποίο έγραψε το όνομά του. Τα ραβδιά αυτά τα τοποθέτησαν μέσα στη Σκηνή του Μαρτυρίου. Τον άνθρωπο που θα διάλεγε ο Θεός για την ιερωσύνη θα τον έδειχνε με το εξής θαυμαστό γεγονός: με το ότι το ξερό ραβδί του θα έβγαζε βλαστάρια. Πράγματι. Την επομένη, από τα ραβδιά των 12 αρχηγών βρήκαν το ραβδί του Ααρών με άνθη και καρπούς (Αριθ. ιζ' 16 – 25).
Η ορθόδοξη πνευματικότης είδε και στο θαυμαστό αυτό γεγονός προεικόνισι της Θεοτόκου. Η Παρθένος Μαρία ήταν το βλαστάρι που φύτρωσε από τη γέρικη ρίζα του γενεαλογικού δένδρου του Ιεσσαί και το οποίο ανθοφόρησε και έβγαλε «το αμάραντον άνθος», τον Ιησού, τον Αρχηγό της ιερωσύνης της Κ. Διαθήκης.
Όλες σχεδόν οι προτυπώσεις της Θεοτόκου σχετίζονται με το θαύμα, με την άμεση επέμβασι του Θεού και την αλλαγή των όρων της φυσικής τάξεως. Έτσι κι εδώ. Το ξερό ραβδί βλαστάνει, ανθοφορεί, καρποφορεί.
Όσοι μετέχουν μαζί με την Θεοτόκο στο μυστικό σώμα του Χριστού γίνονται και αυτοί μέτοχοι του θαύματος. Και το μεγαλύτερο θαύμα είναι το ότι οι ίδιοι, άνθρωποι αμαρτωλοί, ξεροί και νεκροί, ανθοφορούν και καρποφορούν μέσα στον Παράδεισο του Θεού, την Εκκλησία. Οι Χριστιανοί είναι τελικά κλάδοι της μυστικής Ράβδου, της Θεοτόκου και αποτελούν μαζί της τον πανέμορφο Παράδεισο του Θεού «επί της γης», την Εκκλησία.
21. «Χαίρε ο τόμος εν ω, δακτύλω εγγέγραπται, Πατρός ο Λόγος Αγνή» (Ω).
Στην Κιβωτό της Διαθήκης ήταν ακόμα και οι δύο πλάκες του Δεκαλόγου (Έξοδ. λδ') . Οι πλάκες αυτές, όπως μας πληροφορεί το ιερό κείμενο, ήταν «γεγραμμέναι τω δακτύλω του Θεού» (Έξοδ. λα' 18) . Σ’ αυτή την λεπτομέρεια η ορθόδοξη ευσέβεια είδε μια ακόμη προεικόνισι της Θεοτόκου. Η Παρθένος Μαρία ήταν η «σάρκινη» (Β' Κορ. γ' 3) πλάκα, πάνω στην οποία ο Θεός έγραψε με το δάχτυλό του τον ζωντανό και αιώνιο Λόγο του, τον Θεάνθρωπο Κύριο. Οι πλάκες του Μωϋσή περιείχαν δέκα βασικές εντολές του Θεού. Η Παρθένος ήταν ο «τόμος» (Ησ. η' 1) που περιέλαβε όχι απλώς όλο τον Νόμο του Θεού, αλλά τον Ίδιο το Νομοθέτη Χριστό.
Στις προτυπώσεις της Θεοτόκου κάνει ιδιαίτερη εντύπωσι ο βιβλικός χαρακτήρας. Η ορθόδοξη πνευματικότης είναι κατ’ εξοχήν βιβλική. Εμβαθύνει στο γραπτό λόγο του Θεού και οδηγείται απ’ αυτόν στην προσέγγισι του «μυστηρίου του Χριστού» (Κολ. δ’ 3), ότι δηλαδή «Θεός εφανερώθη εν σαρκί, εδικαιώθη εν Πνεύματι, ώφθη αγγέλοις, εκηρύχθη εν έθνεσιν, επιστεύθη εν κόσμω, ανελήφθη εν δόξη» (Α' Τιμ. γ' 16) .
Μέσα σ’ αυτό το μυστήριο του Χριστού προσπάθησε η ορθοδοξία να δη και να κατανοήση την μορφή και την κλήσι της Υπεραγίας Θεοτόκου. Στην Ορθοδοξία δεν υπάρχει ανεξάρτητη περί «Μαρίας» δογματική διδασκαλία (Μαριολογία). Ο περί της Θεοτόκου ορθόδοξος στοχασμός εντάσσεται μέσα στη Χριστολογία και τη Σωτηριολογία. Ο περί της Μαρίας ορθόδοξος λόγος είναι κατ' εξοχήν Χριστοκεντρικός.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 41-42 )