478- ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑ.
Γνωρίζετε, έλεγε ένας ιεροκήρυκας, ποιο είναι το μεγάλο κατόρθωμα του διαβόλου στην εποχή μας;
-Το να κάνη τους ανθρώπους ν’ αρνούνται την ύπαρξί του.
480- ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΙ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ.
Κάποτε δυο κομψευόμενοι νεαροί άπιστοι, ταξιδεύοντας μ’ ένα ατμόπλοιο, είδαν στο κατάστρωμα ένα γέροντα, γνωστό για την πίστι και την άγια ζωή του, και θέλησαν να κάμουν πνεύμα εις βάρος του. Τον πλησίασαν λοιπόν και του είπαν:
-Δάσκαλε, έμαθες τα νέα;
-Τι νέα; Ρώτησε ο αγαθός γέροντας.
-Δεν έμαθες ότι ο διάβολος πέθανε;
Τότε ο ευσεβής γέροντας, χωρίς να πειραχθή από την αναίδεια των νέων εκείνων, έβαλε τα χέρια πάνω στους ώμους τους και τους είπε με γλυκύτητα:
-Αγαπητά μου παιδιά, απόδειξις ότι δεν πέθανε είναι η συμπεριφορά σας σ’ ένα γέροντα και τα λόγια σας, που είναι εμπνεύσεις δικές του!
481- ΤΑ ΤΕΧΝΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ.
Διηγείται κάποιος ευσεβής κληρικός ότι περιπατώντας κάποτε στο δρόμο είδε κάμποσους χοίρους να ακολουθούν έναν άνθρωπο. Από περιέργεια ακολούθησε μαζί και είδε τους χοίρους να ακολουθούν τον άνθρωπο μέσα στο σφαγείο!
-Φίλε μου, του είπε, πως κατώρθωσες να πείσης τους χοίρους να σε ακολουθήσουν σ’ αυτό το μέρος;
-Απλούστατα, του απήντησε εκείνος, κρατούσα ένα καλάθι με βελανίδια και καθώς προχωρούσα τους πετούσα από λίγα.
Το ίδιο συμβαίνει και με μας όταν ο Σατανάς μας πετά τα βελανίδια των διασκεδάσεων, των σαρκικών επιθυμιών. Πλήθη ανθρώπων τον ακολουθούν σ’ ένα σκοτεινό σφαγείο!
482- ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ.
Ένας άγιος είδε το ακόλουθο όραμα: Περνούσε από μια πόλι, φημισμένη για την ανηθικότητα των κατοίκων της και είδε στα τείχη της ένα διάβολο, που κοιμόταν. Εξακολούθησε την πορεία του και βγήκε έξω στην εξοχή. Εκεί στην ερημιά είδε ένα ασκητή, που γύρω του είχε στρατιά από διαβόλους, που δεν έπαυαν να του επιτίθενται. Παραξενεύθηκε και ζήτησε να μάθη γιατί αυτή η διαφορά. «Σε κείνη την πόλι, του είπε ένας από τους διαβόλους, όλοι είναι δικοί μας και ένας από μας φθάνει για να τους κρατή στην αμαρτία. Για τούτον εδώ υπάρχει δυσκολία. Και μεις ακόμη είμεθα λίγοι και δεν κατορθώνουμε να τον κατακτήσουμε».
484- ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ.
Ένας παπάς κι ένας υπάλληλος ταξίδευαν μαζί σ’ ένα όχημα του σιδηροδρόμου.
-Αιδεσιμώτατε, είπε ο υπάλληλος εμπιστευτικά στον παπά, θα μάθατε βέβαια και σεις τα μεγάλα νέα.
-Όχι, κύριε, δεν πήρα καμμιά πρωινή εφημερίδα, γιατί έπρεπε να φύγω πολύ νωρίς και…
-Πως; Δεν τα ξέρετε λοιπόν; Μα όλοι μιλούν γι’ αυτά!
-Κύριε, δεν ξεύρω απολύτως τίποτε.
-Είμαι ευτυχής λοιπόν να σας πληροφορήσω: Πέθανε ο διάβολος!
-Αλήθεια; Του αποκρίθηκε ο παπάς, προσποιούμενος μεγάλη λύπη και μεγάλο ενδιαφέρον. Πόσο με λυπεί αυτό! Και πόσο λυπούμαι τα ορφανά που άφησε. Πάρτε, παρακαλώ, αυτό το χιλιάρικο για τα ορφανά που άφησε.
Ο…έξυπνος υπάλληλος φρόντισε να κατέβη στον επόμενο σταθμό.
(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 214-216)