Οκτώ Σαρακηνοί πεινώντες.
Αυτό τον άγιο γέροντα Γεώργιο, επισκέφτηκαν κάποτε οχτώ πεινασμένοι Σαρακηνοί. Κ εκείνος, μην έχοντας να τους προσφέρει τίποτε από τ’ αγαθά του αιώνος τούτου - γιατί η άγρια κάππαρη που εκείνος έτρωγε ωμή, θα μπορούσε με την πίκρα της ακόμη και καμήλα να σκοτώσει - και βλέποντας τους φοβερά πεινασμένους, λέγει σ’ έναν απ’ αυτούς:
-Πάρε το τόξο σου και πήγαινε πίσω απ΄ αυτό το βουνό εκεί θα βρεις ένα κοπάδι από άγρια γίδια. Σημάδεψε, λοιπόν, και σκότωσε ένα, όποιο θέλεις, απ΄ αυτά, αλλά μη δοκιμάσεις να σκοτώσεις και δεύτερο.
Εκείνος ο Σαρακηνός πήγε, κατά το λόγο του Γέροντα, πίσω απ΄ το βουνό και σκότωσε κ έσφαξε ένα. Όταν, όμως, δοκίμασε με το τόξο του να σημαδέψει και δεύτερο, αμέσως το τόξο του έγινε κομμάτια!
Επέστρεψε τότε, κουβαλώντας το κρέας στον ώμο του, και διηγήθηκε στους συντρόφους του όσα του συνέβησαν.
Φύλαξον το μικρόν κηπίον τούτο.
Ο αββάς Κυριακός μας διηγήθηκε κάποτε για τον αββά Στέφανο, το Γέροντα του, που έμενε στον τόπο, τον λεγόμενο Μαλωχάν.
Αυτός ο τόπος είν’ ένας χείμαρρος πολύ δύσβατος, σχεδόν αδύνατο να τον περάσει κανείς, αν δεν τον ξέρει. Εκεί είχα μείνει κ εγώ κάποτε, και απέχει από το άγιον όρος μας σαράντα μίλια κακοτράχαλο μονοπάτι, δυσκολοπέραστο.
Μια φορά είχε σπείρει ο Γέροντας λίγα ζαρζαβατικά για να ’χει πότε πότε να τρέφεται, γιατί δεν έτρωγε τίποτε άλλο. Ερχόταν, όμως, οι σκαντζόχοιροι και τα ’τρωγαν και ρημάζανε το μικρό κηπάκι του. Εκεί που καθόταν και συλλογιζόταν, πολύ λυπημένος, ο Γέροντας, βλέπει μια λεοπάρδαλη που περνούσε και τη φωνάζει. Μόλις ήρθε το θηρίο και κάθησε στα πόδια του, του λέει ο Γέροντας:
Σε παρακαλώ, κάνε μου τη χάρη και μη φύγεις από δώ, αλλά φύλαξε μου το μικρό τούτο κηπάκι. Κι αν έρθουν οι σκαντζόχοιροι, να τους πιάσεις και να τους φας.
Κ έμεινε εκεί κοντά η λεοπάρδαλη γι ’ αρκετά χρόνια, φυλάγοντας τα μικρά λάχανα, ώσπου ο Γέροντας εκοιμήθη εν Κυρίω.
Εφίλησε τα ίχνη του Γέροντος.
Ο αββάς Ιωάννης ο Ρωμαίος, ο μαθητής του φημισμένου Αββά Ιωάννου του Σαββαΐτου, μου διηγήθηκε το ακόλουθο περιστατικό.
-Καθόμασταν με τον Γέροντα μου στα μέρη Αρσελάου. Μια μέρα βλέπουμε να πλησιάζει μια σκαντζοχοιρίνα μεγάλη και να φέρνει το μικρό της που ήταν τυφλό κρατώντας το στο στόμα. Το έφερε και το άφησε μπρός στα πόδια του Γέροντα. Βλέποντας το τυφλό, ο Γέροντας, έφτυσε κατά γης, έκανε λάσπη και του άλειψε τα μάτια. Εκείνο άνοιξε αμέσως τα μάτια του, βρίσκοντας την όραση του. Τότε, πλησίασε η μάνα του κ' εφίλησε τα ίχνη από τις πατημασιές του Γέροντα, να δείξει την ευγνωμοσύνη της. Πήρε μετά το παιδί της που ήδη περπατούσε μόνο του κ έφυγε σκιρτώντας από χαρά.
Την άλλη μέρα, ιδού κ ’ έρχεται η σκαντζοχοιρίνα μάνα, μ ένα μεγάλο καρμπολάχανο στο στόμα, που το έσερνε με κόπο, και το αφήνει μπρός στο Γέροντα. Ο Γέροντας, μόλις την είδε, χαμογέλασε και της λέγει: - Από που το πήρες και το ’φερες εδώ αυτό; Οπωσδήποτε, από κάποιον κηπάκο των πατέρων θα το ’κλεψες. Ξέρεις, όμως, πως εγώ δεν τρώω από κλεμμένο. Πάρτο, λοιπόν, και πήγαινε το πάλι εκεί, απ΄ όπου το κλεψες.
Και το ζώο, καταντροπιασμένο, πήρε πάλι το καρμπολάχανο και το ξαναπήγε στον κήπο, απ΄ όπου το είχε κλέψει.
Τα ζώα εις τον ουρανόν εκραύγασαν.
Άλλοτε πάλι, όταν έπεσε μεγάλη αναβροχιά και στέγνωσαν όλες οι στέρνες της ερήμου, μαζεύτηκεν ένα μεγάλο κοπάδι από άγρια γίδια και τριγυρνούσαν όλα τα μέρη στην τοποθεσία Αρσελάου, αναζητώντας λίγο νερό να πιουν, αλλά δεν έβρισκαν, πουθενά. Ήτανε μήνας Αύγουστος.
Και καθώς έμελλαν να χαθούν από τη δίψα, όλ ’ αυτά τα γίδια, ανεβαίνουν στην πιο ακραία και ψηλή βουνοκορφή των βράχων της ερήμου κ’ εκεί, ατενίζοντας τον ουρανό όλα εκείνα τα ζώα, άρχισαν όλα μαζί να βελάζουν και να κραυγάζουν, σα να βοούν προς τον Κτίστη τους και Κύριο της δόξης. Και δεν κουνήθηκαν από κείνο τον τόπο, λένε, ώσπου σε λίγο ήρθε μεγάλη βροχή από τον ουρανό, και μάλιστα σε κείνη τη βουνοκορφή μονάχα. Κ’ έτσι, όλα κείνα τα γίδια ήπιαν, σύμφωνα με την προφητική φωνή που λέει για το Θεό: «Εκείνος δίνει στα ζώα την τροφή τους, καθώς και στα μικρά πουλιά των κοράκων, που τον επικαλούνται με τις φωνές τους» (Ψαλμ. 146, 9).
(Π.Β. Πάσχου, Μέλι το εκ πέτρας, εκδ. Ακρίτας σελ.163-167)