ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ (306-373)
«Αλλοίμονο σε εκείνους που μολύνουν την αγία πίστη με αιρέσεις ή συγκαταβαίνουν στους αιρετικούς» (Εφραίμ ο Σύρος τόμος Δ, σελ. 26)
«Όπως είναι το κεφάλι προτιμότερο από όλα τα μέλη του σώματός σου, και αν κατευθυνθεί εναντίον σου πέτρα ή ρόπαλο ή ξίφος, προβάλλεις τα άλλα μέλη του σώματος, θέλοντας να αποφύγεις το χτύπημα στο κεφάλι επειδή γνωρίζεις ότι χωρίς αυτό δεν είναι δυνατό να ζήσεις σε αυτή τη ζωή, έτσι να είναι σε σένα προτιμότερη από όλα η πίστη της Αγίας και ομοουσίου Τριάδος, διότι χωρίς αυτή είναι αδύνατο να ζήσει κανείς την πραγματική ζωή» (Εφραίμ Σύρος, τόμος Γ σελ. 23)
ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ (+387)
«Η λέξη ὅμως ἐκκλησία ἔχει πολλές χρήσεις, ὅπως π.χ. ἔχει χρησιμοποιηθεῖ στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν ᾿Αποστόλων, ὅπου ὁ συγγραφέας λέγοντας ἐκκλησία ἀναφέρεται στόν ὄχλο τῶν ᾿Εφεσίων, πού ἦταν συγκεντρωμένος στό θέατρο: «᾿Αφοῦ εἶπε αὐτά, ἀπέλυσε τήν ἐκκλησία» (Πράξ. 19, 41). Κατά κυριολεξία βέβαια θά μποροῦσε κανείς πραγματικά νά ὀνομάσει «ἐκκλησία πονηρευομένων» τίς συνάξεις τῶν αἱρετικῶν, ἐννοῶ τίς συγκεντρώσεις τῶν ὀπαδῶν τοῦ Μαρκίωνα, τοῦ Μάνη, καί ὅλων τῶν ἄλλων. Γι᾿ αὐτό καί τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, γιά νά εἶσαι σίγουρος ὅτι μιά ἀνθρώπινη συγκέντρωση εἶναι ἐκκλησία17, σοῦ παρέδωσε κι αὐτό πού ἀναφέρει τό ἴδιο ἄρθρο στή συνέχεια, δηλαδή τό «εἰς Μίαν ῾Αγίαν, Καθολικήν ᾿Εκκλησίαν», ὥστε νά ἀποφεύγεις τίς μιαρές συγκεντρώσεις τῶν αἱρετικῶν καί νά παραμένεις ἰσόβια μέλος τῆς ῾Αγίας, Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, στούς κόλπους τῆς ὁποίας ἀναγεννήθηκες. Κι ἄν καμιά φορά βρεθεῖς σέ ξένη πόλη, ὅποια καί ἄν εἶναι, νά μή ρωτᾶς ἁπλῶς ποῦ εἶναι ὁ Ναός -γιατί καί οἱ ἄλλοι ἀσεβεῖς αἱρετικοί τολμοῦν νά ἀποκαλοῦν τίς σπηλιές τους Ναούς- οὔτε νά ρωτᾶς ἁπλῶς ποῦ εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία, ἀλλά νά ζητᾶς νά μάθεις «ποῦ βρίσκεται ἡ Καθολική ᾿Εκκλησία»18. Γιατί αὐτό εἶναι τό ἰδιαίτερο ὄνομα πού χαρακτηρίζει αὐτήν τήν ῾Αγία Μητέρα ὅλων μας» (Κυρίλλου Ιεροσολύμων Κατήχηση 18,26 μετάφρ. Εκδ. Ετοιμασία)
ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΣΑΛΑΜΙΝΟΣ (310/320- 402)
«Όταν (μέσα στη φυλακή) είδε ο αρχιεπίσκοπος Πέτρος (ο Ορθόδοξος) ότι ο Μελήτιος (ο σχισματικός επίσκοπος) και οι οπαδοί του αντιστάθηκαν στην θέλησή του να υπάρξει φιλανθρωπία ανάμεσά τους, επειδή έδειχναν περισσότερο θεϊκό ζήλο, ο ίδιος ο Πέτρος έκανε παραπέτασμα (χώρισμα) στο μέσο της φυλακής, απλώνοντας ρούχο, κλινοσκέπασμα, δηλαδή ύφασμα και διακήρυξε μέσω διακόνου ότι, όσοι συμφωνούν με τη δική μου γνώμη ας έλθουν σε μένα και όσοι με του Μελητίου, ας πάνε με τον Μελήτιο. Και διαχωρίστηκε το μεν πλήθος, με τον Μελήτιο επίσκοποι και μοναχοί και πρεσβύτεροι και άλλα τάγματα και πολύ λίγοι με τον Πέτρο τον αρχιεπίσκοπο, επίσκοποι και άλλοι λίγοι. Και λοιπόν αυτοί προσεύχονταν μόνοι τους και οι άλλοι μόνοι τους και τις άλλες ιερουργίες επίσης ο καθένας τις τελούσε ξεχωριστά… Ούτε, μετά, στα καταναγκαστικά έργα των μεταλλείων είχαν κοινωνία μεταξύ τους, ούτε συμπροσεύχονταν» (Επιφανίου Κατά αιρέσεων 2,2,3 PG 42, 188B,189AB)
ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΜΕΔΙΟΛΑΝΩΝ (373-397 επίσκοπος)
«Αρνείται τον Χριστό εκείνος, ο οποίος δεν ομολογεί όλα τα του Χριστού» (Αμβρόσιος,PL 15,1611)
ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ (+430)
«Στους αιρετικούς εκείνους που αποκαλούν τους εαυτούς τους Χριστιανούς, ο Χριστός είναι παρών με το όνομα μόνο, στην πραγματικότητα όμως και αληθινά δεν είναι ανάμεσά τους» (Αυγουστίνος,PL 40,233)
«Θα μπορούσε κάποιος να επιτελεί οποιοδήποτε λειτούργημα και να ενεργεί οποιοδήποτε διακόνημα, ουδέποτε όμως θα μπορούσε να τύχει της σωτηρίας, παρά μόνο εντός της καθολικής εκκλησίας. Δηλαδή εκτός της Εκκλησίας είναι δυνατόν να έχει τα πάντα πλην της σωτηρίας» (Αυγουστίνος PL 43,695)