582- ΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ.
Ο Γάλλος ακαδημαϊκός Μπρουνετιέρ, έγραφε σχετικά με τους κατηγόρους της Εκκλησίας:
«Ποιοι κατηγορούν την Εκκλησία, ότι απαιτεί τυφλή υπακοή στα δόγματά της;
Εκείνοι που πιστεύουν στις χειρότερες εφημερίδες και συχνά στις πιο γελοίες δεισιδαιμονίες.
Ποιοι κατηγορούν την Εκκλησία πως υποβιβάζει τον άνθρωπο;
Εκείνοι που διεκδικούν τον πίθηκο για πατέρα, την τύχη για δάσκαλο, την ηδονή για κανόνα της ζωής, το μηδέν για τέλος.
Ποιοι κατηγορούν την Εκκλησία πως δεν είναι επιεικής;
Όσοι δεν επιτρέπουν σε κανένα να έχη άλλη γνώμη από τη δική των.
Ποιοι κατηγορούν την Εκκλησία πως είναι ο εχθρός της προόδου;
Όσοι, παρά την ελευθερία που διακηρύττουν, έκλεισαν τα σχολεία από φόβο συναγωνισμού.
Ποιοι κατηγορούν την Εκκλησία πως είναι ο εχθρός του λαού;
Οι ανιστόρητοι και κείνοι που καταδιώκουν τα φιλανθρωπικά της έργα.
Ποιοι διέσυραν την Εκκλησία και τη διδασκαλία της με μεγαλύτερη θρασύτητα;
Όσοι δε γνωρίζουν μια λέξη από τη θρησκεία ή εκείνοι που τους ενοχλεί η διδασκαλία της».
586- Η ΠΕΘΑΜΕΝΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.
Ζηλωτής εφημέριος ανέλαβε νέα ενορία. Κάθε Κυριακή, όμως, και εορτή, η εκκλησία του παρέμενε σχεδόν αδειανή. Παρ’ όλες τις συστάσεις και παροτρύνσεις τους ενορίτας του, δεν κατώρθωσε να τους κάνη να εκκλησιάζωνται.
Λυπημένος από αυτή την κατάστασι, μηχανεύθηκε το ακόλουθο τέχνασμα:
Ανήγγειλε σε όλη την ενορία ότι την επομένη Κυριακή θα γινόταν η κηδεία της εκκλησίας.
Η αγγελία δημοσιεύθηκε σε πολλά μέρη και κυκλοφόρησε σε πολλά αντίτυπα.
Ήρθε η Κυριακή. Ο εφημέριος στόλισε την εκκλησία και στη μέση έβαλε το φέρετρο. Η εκκλησία γέμισε από περιέργους. Ο εφημέριος μίλησε κατάλληλα στους ενορίτας του και στο τέλος προσεκάλεσε όλους να περάσουν να δουν το φέρετρο. Μέσα στο φέρετρο είχε βάλει ένα καθρέπτη κι όποιος πλησίαζε για να δη το νεκρό, έβλεπε τον εαυτό του.
588- Η ΕΥΛΑΒΕΙΑ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΙΚΡΗ.
Ένας πιστός παραπονιόταν στον εφημέριό του, γιατί η Λειτουργία της Κυριακής ήταν πολύ μεγάλη.
-Φίλε μου, του είπε εκείνος, η Λειτουργία δεν είναι μεγάλη, αλλά η ευλάβειά σου είναι μικρή.
(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 264-267)