- Ευαίσθητη και αναίσθητη συνείδηση
«Σαν ήμουν μικρός, έλεγε κάποτε ο όσιος Μακάριος, έβοσκα βόδια μαζί με άλλα παιδιά. Μια μέρα πήγαν να κλέψουν σύκα και πήραν και μένα κοντά. Όταν γυρίζαμε στο κοπάδι, έπεσε ένα σύκο από το καλάθι κι εγώ το σήκωσα και το έφαγα. Τώρα που άσπρισαν πια τα μαλλιά μου θυμάμαι την αμαρτία εκείνη και θρηνώ»
(Γεροντικόν, Θοδώρας Χαμπάκη, σελ. 178)
«Ο Ιερομόναχος της Οπτινα π. Πλάτων που για ορισμένο χρονικό διάστημα χρημάτισε εξομολόγος του στάρετς Αμβροσίου, είχε πολλά να πει για την «συντετριμμένην καρδίαν» του». «Πόσο με δίδασκε η εξομολόγηση του π. Αμβροσίου! Με τι μεγάλη ταπείνωση και συντριβή εξαγόρευε τις αμαρτίες του!
Και τι αμαρτίες; Τέτοιες που εμείς ούτε τις υπολογίζουμε καθόλου. Κατέλυε π.χ. την Τετάρτη ή την Παρασκευή -έτρωγε δυο τρία κομματάκια ολλανδικής ρέγγας- εξαιτίας της στομαχικής του πάθησης, και για αυτήν του την πράξη οδυρόταν. Γονάτιζε μπροστά στην εικόνα του Κυρίου και σαν κατάδικος εκλιπαρούσε το θείο έλεος. Βλέποντάς τον να θρηνεί έτσι αναλυόμουν και εγώ σε δάκρυα…»
(Ο στάρετς Αμβρόσιος Ι.Μ. Παρακλήτου,1974, σελ.212)
«Όποιος εξομολογείται και δικαιολογεί τον εαυτό του, δεν έχει ανάπαυση εσωτερική, όσο ασυνείδητος και αν είναι. Τα ελαφρυντικά που χρησιμοποιεί στην εξομολόγηση του γίνονται επιβαρυντικά για τα συνείδησή του. Ενώ, όποιος υπερβάλλει τα σφάλματά του, γιατί έχει λεπτή συνείδηση, και δέχεται και μεγάλο κανόνα από τον πνευματικό, αυτός νιώθει ανέκφραστη αγαλλίαση.
Υπάρχουν άνθρωποι που αν κλέψουν λ.χ. μια ρώγα, νιώθουν σαν να πήραν πολλά καλάθια σταφύλια και σκέφτονται συνέχεια το σφάλμα τους. Δεν κοιμούνται όλη τη νύχτα, μέχρι να το εξομολογηθούν. Και άλλοι,ενώ έχουν κλέψει ολόκληρα καλάθια σταφύλια, δικαιολογούν τον εαυτό τους και λένε πως πήραν ένα τσαμπί.
Αυτοί όμως που όχι μόνο δεν δικαιολογούν τον εαυτό τους, αλλά μεγαλοποιούν το παραμικρό σφάλμα τους και στενοχωριούνται και υποφέρουν πολύ για μια μικρή τους αταξία, ξέρετε τι θεία παρηγοριά νιώθουν; Εδώ βλέπεις την θεία δικαιοσύνη, πώς ο Καλός Θεός ανταμείβει. (π. Παΐσιος Λόγοι Γ σελ. 263)
«Κάποια γυναίκα πήγε να εξομολογηθεί και άρχισε να κατηγορεί τη νύφη της. Ο π. Επιφάνιος τη σταματούσε και με αυστηρό ύφος της έλεγε:
- Αφησε τη νύφη σου! Τα δικά σου αμαρτήματα πες μου!
Εκείνη, λες και δεν άκουγε, συνέχιζε ακάθεκτη το κατηγορητήριο. Κάποτε τελείωσε. Σηκώνεται τότε ο γέροντας και της λέει:
- Να πεις στη νύφη σου να έλθει να της διαβάσω την ευχή!
- Οπότε εκείνη με απορία ρωτά:
- Κι εμένα;
- Σε σένα θα διαβάσω όταν εξομολογηθείς τα δικά σου αμαρτήματα!
(Υποθήκες Ζωής σελ. 115)
- Πώς αντιδρώ σε επαίνους και κατηγορίες;
«Οταν, αυτοί που μας επαινούν, ή καλύτερα που μας αποπλανούν, αρχίσουν να μας επαινούν, ας φέρουμε στη μνήμη μας αμέσως το πλήθος των ανομιών μας, και θα βρούμε τον εαυτό μας να είναι ανάξιος όλων αυτών που λέγονται ή γίνονται προς τιμήν μας»
«Κανένας δεν γνωρίζει τα του ανθρώπου, παρά μόνο το πνεύμα του ανθρώπου που υπάρχει μέσα του». Ας ντραπούν λοιπόν και ας κλείσουν το στόμα τους όσοι συνηθίζουν να επαινούν τους άλλους κατά πρόσωπο…
Είναι μεγάλο πράγμα να διώξει κανείς από την ψυχή του τον έπαινο τον ανθρώπων,μεγαλύτερο όμως το ν’ απωθεί τον έπαινο των δαιμόνων.
Για να ταπεινωνόμαστε και χωρίς να το θέλουμε ο Κύριος οικονόμησε και αυτό: κανένας δεν μπορεί να βλέπει τα τραύματά του έτσι, όπως τα βλέπει ο πλησίον του. Για αυτό πρέπει να μην αποδίδουμε την θεραπεία στον εαυτό μας, αλλά στον πλησίον μας και στο Θεό»
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτου εκδ. ΕΠΕ σελ. 349,341,393)
Η φωνή σου στο μαγνητόφωνο.
«Δοκίμασες ποτέ να ακούσεις τη φωνή σου στο μαγνητόφωνο; Όλοι οι άλλοι την αναγνωρίζουν εκτός από σένα. Μόνο όταν πεισθείς ότι είναι η φωνή σου, τότε μόνο αναγνωρίζεις τις παραφωνίες σου και την αστάθειά της. Το ίδιο συμβαίνει και αν κατορθώσεις να γνωρίσεις αντικειμενικά τον εαυτό σου».
«Να προσέχουμε τι λένε οι εχθροί μας, γιατί πρώτοι αυτοί αντιλαμβάνονται τα λάθη μας»
(Αντισθένης στο Σταλαγμοί αρχαίας σοφίας, Αγγελική Ζαχαριά σελ. 396))
« Ένας εχθρός του βασιλιά Μιθριδάτη είχε γράψει ένα βιβλίο εναντίον του, στο οποίο ανέφερε όλα τα ελαττώματά του με δηλητηριασμένη γλώσσα. Ο Μιθριδάτης προμηθεύτηκε εκείνο το βιβλίο και το διάβαζε προσεχτικά, χωρίς να εξανίσταται, αλλά απεναντίας φαινόταν να τον ενδιαφέρει όσο τίποτα άλλο στον κόσμο.
Ένας αυλικός του τόν ρώτησε τότε, χωρίς να ξέρει περί τίνος ακριβώς επρόκειτο:
- Το βιβλίο αυτό είναι τόσο σπουδαίο ώστε σού έγινε αχώριστος σύντροφος, του είπε.
- Βεβαίως, αποκρίθηκε ο βασιλιάς. Το βιβλίο αυτό είναι ο καλύτερός μου σύντροφος, γιατί μου λέει τα ελαττώματά μου, που κανείς από σας δεν μου είπε ποτέ».
«Ενώ καθόταν κάποτε μπροστά από την εκκλησία ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός, τον τριγύρισαν οι αδελφοί και του εξέθεταν τους λογισμούς τους. Βλέποντάς το αυτό ένας από τους γέροντες και κινημένος σε φθόνο, του λέει:
«Το κανάτι σου, Ιωάννη, είναι γεμάτο από φαρμάκι».
Του λέει ο αββάς Ιωάννης:
«Ετσι είναι, αββά. Και αυτό το είπες, βλέποντας μόνο τα έξω. Αν έβλεπες και τα μέσα, τί θα έλεγες;»
(Γεροντικόν,Είπε γέρων, Ιωάννη Κολοβού η΄ σελ. 106)
«Ένα πρώην πνευματικό του τέκνο, άστοχα φερόμενο και παρά την αντίθετη γνώμη του Γέροντα,χειροτονήθηκε. Ο π. Επιφάνιος εθλίβη βαθύτατα και του το διεμήνυσε. Η θλίψη βέβαια του γέροντα παρερμηνεύτηκε από το νέο εκείνο.
Έτσι μια μέρα ήλθε στο σπίτι του και έμπλεως θυμού, χωρίς να ελέγχει τον εαυτό του,αρχίζει να επιτιμά τον π. Επιφάνιο και να τον αποκαλεί εμπαθή, πικρόχολο,φθονερό, εγωιστή κλπ. Ο Γέροντας τον άκουε σκυφτός και αμίλητος. Και εκεί που περιμέναμε από στιγμή σε στιγμή να τον ανακόψει ως χείμαρρος και να τον συνεφέρει από την εκτροπή του, αυτός σήκωσε τα μάτια του και δακρυσμένος του είπε:
- Σε ευχαριστώ, παιδί μου,για όσα λες. Αν ανοίξεις μάλιστα την καρδιά μου, θα δεις ότι είμαι χειρότερος από ό,τι με ονομάζεις».
(Υποθήκες Ζωής σελ. 85)
- Και να γνωρίσω τον εαυτό μου και να τον αλλάξω…
«Το να μη βρίσκεις λάθη στον εαυτό σου
είναι ένα μεγάλο λάθος.
Και το να μην διορθώνεις τα λάθη
που βρίσκεις στον εαυτό σου
είναι ένα μεγαλύτερο δεύτερο λάθος»
(Κωνσταντίνος Κούρκουλας, Στάχυα τομ.Β σελ. 16)
«Δείτε και αναγνωρίστε τα πάθη σας, λένε οι ηθικιστές. Αλλά είναι αρκετό αυτό; Εάν ο άνθρωπος δεν φοβηθεί και δεν σιχαθεί τα πάθη του έτσι όπως φοβάται και σιχαίνεται κάποιες σωματικές ασθένειες, πράγματι δεν μπορεί να θεραπευτεί. Ας σκεφτεί ο καθένας μας τα πάθη ως σωματική αρρώστια. Αυτό είναι αποφασιστικής σημασίας.
Ας σκεφτούμε για παράδειγμα την φιλοδοξία ως πνευμονία, την πορνεία ως καρκίνο, τη φιλαργυρία ως φυματίωση, την εξάρτηση ως χολέρα, τη μέθη ως τύφο, τη λαιμαργία ως ερυθρά, την προκατάληψη ως ηλίαση, την αυταρέσκεια ως μούδιασμα από τέτανο.
Τότε ο άνθρωπος μπορεί να κραυγάσει όπως ο προφήτης Ησαϊας: «από τα πόδια ως το κεφάλι τίποτα δεν έχει γερό, παρά μονάχα τραύματα μώλωπες και ανοιχτές πληγές. Δεν είναι δυνατόν να μπει μαλακτικό, ούτε λάδι, ούτε επίδεσμοι» (Ησ. 1,6) ή όπως ο μετανοημένος απόστολος: «Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! Ποιός θα με σώσει από το σώμα αυτού του θανάτου;» (Ρωμ. 7,24)
(Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Δεν φτάνει μόνο η πίστη σελ. 224-225)