«Πάσχουμε δυστυχώς από βαριά πρεσβυωπία οι περισσότεροι. Βλέπουμε καλά μακριά και καθόλου κοντά μας. Η όρασή μας, στρεφόμενη προς τους άλλους, γίνεται, όσο τον δυνατόν πιο οξυδερκής, πιο αυστηρή, πιο αμείλικτη, ενώ για τον εαυτό μας διατηρούμε όλα τα αποθέματα των ελαφρυντικών, των δικαιολογιών και της επιείκειας»
(μοναχός Μωϋσής Αγιορείτης)
«Για αυτό οι πολλοί φωνάζουν και κρίνουν με τόση ευκολία, επειδή δεν εξετάζουν τα δικά τους αμαρτήματα προτού να εξετάσουν τα αμαρτήματα των άλλων, αλλά όλοι παραβλέπουμε τα δικά μας και ασχολούμαστε με τα αμαρτήματα των άλλων»
(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία,Χαρώνη Βασιλείου αριθμ. κειμ. 1375)
«Οι πιο πολλοί είναι υποκειμενικοί με τον εαυτό τους και αντικειμενικοί με τους άλλους, τρομακτικά αντικειμενικοί μερικές φορές. Όμως σκοπός είναι να είμαστε αντικειμενικοί με τον εαυτό μας και υποκειμενικοί με τους άλλους»
(Κιρκεγκορ)
«Μη κρίνετε κατ’ όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν κρίνατε»
(Ιω. 7,24)
«Εκείνοι που είναι αυστηροί και λεπτομερείς κριτές των παραπτωμάτων του πλησίον τους, διακατέχονται από αυτό το πάθος, επειδή ποτέ δεν επέδειξαν κάποια απερίσπαστη φροντίδα για τα δικά τους παραπτώματα ούτε και σκέφτηκαν ποτέ με λεπτομέρεια αυτά.
Γιατί, αν κάποιος, αφαιρώντας το περικάλυμμα της φιλαυτίας του, δει με ακρίβεια τα δικά του κακά, για κανένα άλλο πράγμα πλέον δεν θα φροντίσει στη ζωή του, σκεπτόμενος ότι ο χρόνος της ζωής του δεν του φτάνει ούτε για το πένθος των δικών του αμαρτιών, έστω και αν ζούσε εκατό χρόνια, και έβλεπε τον Ιορδάνη ποταμό ολόκληρο πλημμυρισμένο από τα δάκρυα των οφθαλμών του»
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτη, ΕΠΕ σελ. 241)
«Ενας αδελφός είπε στον αββά Ποιμένα: «Οι λογισμοί μου με ταράζουν, σπρώχνοντάς με να παραμερίσω τις αμαρτίες μου και να προσέχω στις ελλείψεις του αδελφού μου».
Και του λέει ο γέρων για τον αββά Διόσκορο, ότι έκλαιγε μέσα στο κελλί του, ο δε μαθητής του καθόταν σε άλλο κελλί. Όταν λοιπόν πήγε στον γέροντα, τον βρήκε να κλαίει και του είπε: «Τι κλαις, πάτερ;».
Και ο γέρων του αποκρίθηκε: «Τις αμαρτίες μου κλαίω».
Τού λέει λοιπόν ο μαθητής του: «Δεν έχεις αμαρτίες, πάτερ».
Και ο γέρων τού απαντά: «Μάθε, τέκνο μου, ότι, αν αφήσω τον εαυτό μου να δει τις αμαρτίες μου, δεν αρκούν άλλοι τρεις ή τέσσερις για να τις κλάψουν»
(Γεροντικόν, Είπε Γέρων σελ. 71)
«Σκύψε πάνω από όσα έχεις διαπράξει, πάνω από το πέλαγος των δικών σου αμαρτημάτων. Αν είσαι περίεργος και πολυπράγμων, να απαιτήσεις ευθύνες από τον εαυτό σου, ευθύνες για τα λόγια σου, για τις πράξεις σου, για όσα κακά είπες και για όσα κακά έπραξες»
(Ιωάννης Χρυσόστομος, ΕΠΕ 6,58)
«Δεν υπάρχει συνείδηση ανθρώπου, που να μην κάμπτεται κάτω από το βάρος της ενοχής. Ακόμη και οι πιο αγνές συνειδήσεις νιώθουν την ανάγκη της λύτρωσης.
Είναι χαρακτηριστικό, πώς όταν ο Κύριος έριξε κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου εκείνο, το «ένας από σας θα με παραδώσει», δεν ήταν του Ιούδα μονάχα η ένοχη συνείδηση που ταράχτηκε, αλλά και των υπόλοιπων έντεκα, οι οποίοι άρχισαν να αγωνιούν και να ρωτούν «μήπως είμαι εγώ Κύριε;». Γιατί όλοι τους, ποιος λίγο, ποιος πολύ, είχαν προδώσει κάποτε μέσα τους τον Διδάσκαλο»
(Κωνσταντίνος Κούρκουλας, Στάχυα τομ Β σελ. 206)
«Αλλά θα πει κανείς: και αν με θλίβει ο αδελφός και ερευνήσω τον εαυτό μου και βρω ότι δεν του έδωσα καμία αφορμή, πώς μπορώ να κατηγορήσω τον εαυτό μου;
Εάν ερευνήσει κανείς τον εαυτό του πραγματικά με φόβο Θεού, βρίσκει ότι πάντως έδωσε αιτία, είτε με έργο είτε με λόγο είτε με χειρονομία. Εάν όμως βλέπει ότι δεν του έδωσε τώρα καθόλου αιτία με κανέναν από αυτούς του τρόπους, προφανώς άλλοτε τον έθλιψε για το ίδιο πράγμα ή για άλλο, ή έθλιψε άλλον αδελφό και χρωστούσε να υποφέρει για αυτό ή πολλές φορές για άλλη αμαρτία.
Επομένως, αν ερευνήσει κανείς τον εαυτό του με φόβο Θεού και ψηλαφήσει τη συνείδησή του με ακρίβεια, θα βρει τον εαυτό του πάντως ένοχο»
(αββάς Δωρόθεος, ΕΠΕ σελ. 405)
- Η αυτογνωσία και η γλώσσα μας
«Εκείνος που γνωρίζει τα παραπτώματά του χαλιναγωγεί τη γλώσσα του, ενώ ο πολύλογος δεν γνώρισε ακόμη τον εαυτό του όπως πρέπει»
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτη, ΕΠΕ σελ. 245)
«Αδελφέ μου, αν φυλάξεις τη γλώσσα σου, θα σου δοθεί από το Θεό η χάρη της κατανύξεως της καρδιάς, ώστε να βλέπεις στην ίδια την ψυχή σου, κι έτσι εισέρχεσαι στη χαρά του Πνεύματος. Αν όμως η γλώσσα σου σε νικήσει, πίστευε σε ό,τι σου λέω, ότι ποτέ δεν θα μπορέσεις να βγεις από το σκοτάδι»
(άγιος Ισαάκ ο Σύρος, ΕΠΕ 8Γ σελ. 129)