- Η συνείδηση ως λυχνάρι
«Στο χέρι μας λοιπόν είναι τώρα πια ή να την καταχώσουμε πάλι (τη συνείδηση) ή να την αφήσουμε να λάμπει και να φωτίζει, εάν πειθόμαστε σ’ αυτήν. Διότι, όταν η συνείδησή μας μάς λέγει να κάνουμε τούτο το πράγμα κι εμείς καταφρονούμε, και πάλι λέει κάτι κι εμείς δε το κάνουμε, αλλά συνεχίζομε να την καταπατούμε, άρα την καταχώνουμε και από το βάρος που έχει τοποθετηθεί επάνω της δεν μπορεί πλέον να μας ομιλεί καθαρά• αλλά σαν λυχνάρι που φέγγει ανάμεσα από παραπετάσματα, έτσι αρχίζει να μας δείχνει αμαυρότερα, σχεδόν σκοτεινότερα, τα πράγματα, και, όπως στη περίπτωση νερού θολωμένου από πολλά χρώματα δεν μπορεί κανείς να ξεχωρίσει το πρόσωπό του, έτσι δεν αισθανόμαστε όσα μας λέει η συνείδησή μας, ώστε να νομίζουμε ότι σχεδόν δεν έχουμε καν συνείδηση.
Κανείς όμως δεν υπάρχει που να μη την έχει, διότι, όπως είπαμε ήδη, είναι κάτι θείο και ποτέ δε χάνεται, αλλά πάντοτε μας υπενθυμίζει το οφειλόμενο• απλώς εμείς δεν την αισθανόμαστε, επειδή, όπως είπα, την καταφρονούμε και την καταπατούμε».
(αββάς Δωρόθεος, ΕΠΕ σελ. 321-323)
- Οι θλίψεις και τα χρόνια φέρνουν αυτογνωσία…
«Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Σέρεν Κίρκεγκορ: «Μολονότι ο άνθρωπος είναι ικανός για απίστευτα κατορθώματα και για την απόκτηση ευρύτατων γνώσεων, δεν κατανοεί τον εαυτό του. Τα βάσανα όμως οδηγούν τον άνθρωπο να κοιτάξει μέσα του. Αν το επιτύχει, τότε εκεί, μέσα του, βρίσκεται η απαρχή της αυτό-γνωσίας του και αρχίζει να μαθαίνει».
(Σκοτ Πεκ,Πέρα από το δρόμο το λιγότερο ταξιδεμένο,σελ.104)
«Πηγή πολύτιμων πληροφοριών για τον εαυτό μας αποτελούν και τα αρνητικά μας συναισθήματα (άγχος, λύπη, θυμός, μίσος, ζήλεια). Αν τα ευχάριστα συναισθήματά μας χρειάζονται για την ευεξία μας και για την δημιουργικότητά μας, τα δυσάρεστα συναισθήματα μάς ωριμάζουν.
Για να μάθουμε, όμως, πτυχές του χαρακτήρα μας μέσω των δυσάρεστων συναισθημάτων απαιτείται θάρρος και ειλικρίνεια με τον εαυτό μας. Στην εκκλησιαστική γλώσσα αυτό ονομάζεται ταπείνωση»
(π.Βασίλειος Θερμός, Ανθρωπος στον Ορίζοντα, σελ. 73-74)
«Είχα δάσκαλο τη θλίψη και με έμαθε πολλά…!
«Ο Γέροντας Ευσέβιος, στο τέλος της ζωής του, έλεγε στα περιστοιχίζοντα αυτόν πνευματικά του τέκνα:
«Για μένα τώρα η ζωή είναι μεγάλο βάρος. Αν ζήσω ακόμα, δεν πρόκειται να κάνω πλέον τίποτα άλλο, παρά μόνο να γνωρίσω καλύτερα τον εαυτό μου. Προ ετών είχα την ιδέα ότι γνώριζα τον εαυτό μου, αλλά τα πράγματα με πείθουν ότι δεν τον έχω γνωρίσει καλά»
(Διδαχές Γερόντων, π. Διονυσίου Τάτση σελ.58)
«Ελεγε ο αββάς Ματώης: «Όταν ήμουν νεώτερος, έλεγα μέσα μου, ότι δήθεν κάτι καλό κάνω. Τώρα δε όπου γέρασα, βλέπω ότι δεν έχω κανένα καλό έργο στη ζωή μου»
(Γεροντικόν, Είπε γέρων σελ. 168)
«Ο διάσημος μουσικοσυνθέτης Γκουνώ –γνωστός στους πολλούς από τη σύνθεσή του «Χαίρε Μαρία»- έλεγε κάποτε:
- Όταν ήμουν νέος συνήθιζα να λέω: «Εγώ».
Όταν πέρασαν λίγα χρόνια, έλεγα: «Εγώ και ο Μόζαρτ».
Όταν ωρίμασα ως άνδρας έλεγα: «Ο Μόζαρτ και εγώ».
Τώρα όπως όλοι ξέρετε δεν λέω παρά μονάχα: «ο Μόζαρτ».
Η πείρα της ζωής, για όποιον δεν έχει πωρωμένη καρδιά, τον κάνει ολοένα και πιο ταπεινόφρονα».
«Καθώς γερνάει κανείς γίνεται πιο συγκαταβατικός:
Δεν βλέπω κανένα σφάλμα που δεν θα μπορούσα να το έκανα και εγώ» (Γκαίτε)
«Ο ονομαστός Πέρσης ποιητής και φιλόσοφος Σααδί (1184-1263) διηγούνταν πως κάποτε, όταν ήταν νέος θερμόαιμος και τού άρεσε να δείχνεται σκληρός, έκανε παρατήρηση σε κάποιον ηλικιωμένο συγγενή του, που ήταν γνωστός για τον μαλακό και ήπιο χαρακτήρα του.
Εκείνος τότε του αποκρίθηκε:
- Παιδί μου, κάποτε είχα και εγώ δόντια, που ήταν σκληρά και σταθερά. Μου έπεσαν όμως με τον καιρό. Ενώ η γλώσσα μου, που ήταν μαλακή και ευκίνητη, όπως βλέπεις, μου έμεινε και δεν έπαθε τίποτα»