…Η σχέση αυτή Σαρακοστής και βαπτίσματος δικαιώνεται και ιστορικά. Στην πρώτη Εκκλησία κατά την περίοδο αυτή προετοιμάζονταν όσοι επρόκειτο να βαπτιστούν. Λέγει σε συγκεκριμένο έργο για τη Μ. Σαρακοστή ο γνωστός μακαριστός θεολόγος π. Αλέξανδρος Σμέμαν:
“Στην αρχαία Εκκλησία ο βασικός σκοπός της Σαρακοστής ήταν να προετοιμαστούν οι “κατηχούμενοι”, δηλαδή οι νέοι υποψήφιοι χριστιανοί, για το βάπτισμα που, εκείνον τον καιρό, γίνονταν στη διάρκεια της αναστάσιμης θείας Λειτουργίας”. Και συνεχίζει: «Αλλά ακόμη και τώρα που η Εκκλησία δεν βαπτίζει πια τους χριστιανούς σε μεγάλη ηλικία και ο θεσμός της κατήχησης δεν υπάρχει πια, το βασικό νόημα της Σαρακοστής παραμένει το ίδιο. Γιατί, αν και είμαστε βαπτισμένοι, εκείνο που συνεχώς χάνουμε και προδίδουμε είναι ακριβώς αυτό που λάβαμε στο βάπτισμα. Έτσι το Πάσχα για μας είναι η επιστροφή που κάθε χρόνο κάνουμε στο βάπτισμά μας και επομένως η Σαρακοστή είναι η προετοιμασία μας γι’ αυτήν την επιστροφή - η αργή αλλά και επίμονη προσπάθεια να πραγματοποιήσουμε τελικά τη δική μας “διάβαση”, το “Πάσχα” μας στη νέα εν Χριστώ ζωή. Το ότι οι ακολουθίες στη σαρακοστιανή λατρεία διατηρούν ακόμα και σήμερα τον κατηχητικό και βαπτιστικό χαρακτήρα, δεν είναι γιατί διατηρούνται “αρχαιολογικά” απομεινάρια, αλλά είναι κάτι το ζωντανό και ουσιαστικό για μας.
Γι’ αυτό κάθε χρόνο η Μεγάλη Σαρακοστή και το Πάσχα είναι, μία ακόμη φορά, η ανακάλυψη και η συνειδητοποίηση του τι γίναμε με τον "δια βαπτίσματός” μας θάνατο και την ανάσταση.
Έτσι η περίοδος της Μ. Σαρακοστής είναι ένα σχολείο μετάνοιας στο οποίο κάθε χριστιανός οφείλει να μπαίνει κάθε χρόνο για να καταφέρει να εμβαθύνει στην πίστη του, να την επανεκτιμήσει και, αν είναι δυνατόν, ν’ αλλάξει τη ζωή του. Είναι μία υπέροχη προσκυνηματική πορεία προς τις πηγές της ορθόδοξης πίστης, είναι μία εκ νέου ανακάλυψη του ορθόδοξου τρόπου ζωής”.
("Του Πάθους και της Ανάστασης", π. Γ. Δορμπαράκη,απόσπασμα, σ. 20-21)