Αν και μυστηριακά δεν μπορούμε να δεχτούμε τον Κύριό μας περισσότερο από μία φορά την ημέρα, ωστόσο πνευματικά και νοερά μπορούμε να τον δεχόμαστε κάθε ώρα και στιγμή μέσω της εργασίας όλων των αρετών και των εντολών, ειδικά όμως μέσω της θείας προσευχής και μάλιστα της νοερής (1). Ο Κύριος βρίσκεται κρυμμένος στις άγιες εντολές Του κι όποιος πράττει μια αρετή ή εντολή, δέχεται ταυτόχρονα στην ψυχή του και τον κρυμμένο μέσα σ’ αυτές Κύριο, ο οποίος υποσχέθηκε να κατοικήσει μαζί με τον Πατέρα Του, σε κείνον που θα τηρήσει τις εντολές Του, λέγοντας, «Εάν κάποιος με αγαπά, θα τηρήσει τα λόγια μου κι ο Πατέρας μου θα τον αγαπήσει και θα έλθουμε σ’ αυτόν και θα κατοικήσουμε σ’ αυτόν μαζί» (Ιωάν. 14,23) (2). Αυτή η κοινωνία και ένωση με το Θεό δεν μπορεί να μας αφαιρεθεί από κανένα άλλο δημιούργημα, παρά μόνο από δικιά μας αμέλεια ή από κανένα άλλο δικό μας σφάλμα. Και μερικές φορές αυτή η κοινωνία είναι τόσο καρποφόρα και ευάρεστη στο Θεό, όσο ίσως δεν είναι πολλές άλλες μυστηριακές κοινωνίες, εξαιτίας της έλλειψης προϋποθέσεων εκείνων που τις δέχονται (3). Λοιπόν, όσες φορές έχεις ανάλογη διάθεση και προετοιμαστείς για μία τέτοια νοερή κοινωνία, θα βρεις πρόθυμο και έτοιμο τον Υιό του Θεού, ο οποίος από μόνος Του σε τρέφει πνευματικά με τα ίδια Του τα χέρια.
Και για να προετοιμαστείς γι’ αυτή τη νοερή κοινωνία πράξε ως εξής. Στρέψε το νου σου στο Θεό και βλέποντας με ένα σύντομο βλέμμα από το ένα μέρος τις αμαρτίες σου κι από το άλλο το Θεό, λυπήσου για τη ζημιά (4) που του προξένησες και με κάθε ταπείνωση και πίστη παρακάλεσέ τον να καταδεχτεί να έρθει στη φτωχή σου ψυχή με νέα χάρη, για να την γιατρέψει και να τη δυναμώσει κατά των εχθρών.
Όταν πάλι πρόκειται ν’ ασκηθείς και να σκληραγωγηθείς εναντίον κάποιας επιθυμίας σου ή να κάνεις μια νέα πράξη αρετής ή να τηρήσεις κάποια εντολή, κάνε το όλο αυτό με σκοπό να προετοιμάσεις την καρδιά σου για το Θεό, ο οποίος τη ζητά παντοτινά. Στρεφόμενος ύστερα σ’ Αυτόν, φώναξέ τον με επιθυμία να έρθει με τη χάρη Του να σε γιατρέψει και να σε ελευθερώσει από τους εχθρούς, για να έχει μόνο Αυτός υπό την εξουσία Του την καρδιά σου.
Άλλοτε, ενθυμούμενος τις προαναφερόμενες προσευχές της μυστηριακής κοινωνίας, πες με καρδιά γεμάτη έξαψη: «Πότε, Κύριέ μου, να σε δεχτώ άλλη μία φορά; Πότε; Πότε; κ.λπ.» Κι αν θελήσεις να προετοιμαστείς για να κοινωνήσεις πνευματικά με ακόμη καλύτερο τρόπο, κατεύθυνε και βάλε από το προηγούμενο βράδυ όλες τις σκληραγωγίες και τις πράξεις των αρετών και κάθε άλλο έργο που έχεις να κάνεις, προς αυτόν το σκοπό, δηλαδή στο να δεχτείς πνευματικά τον Κύριό σου. Και το πρωί, όταν ξημερώσει, σκέψου: «Τι καλό! Τι ευτυχία! Τι μακαριότητα υπάρχει σε κείνη την ψυχή που άξια μεταλαβαίνει μυστηριακά το πανάγιο Μυστήριο της ευχαριστίας!» Μ’ αυτό τον τρόπο αποκτώνται πάλι οι χαμένες αρετές και μεταστρέφεται η ψυχή στην προηγούμενή της ωραιότητα και κοινωνούνται σ’ αυτήν τα δωρεάν χαρίσματα που απορρέουν από το πάθος του Αναστάντος Υιού του Θεού. Και από την ενθύμηση της μυστηριακής κοινωνίας πέρασε στην πνευματική κοινωνία και συλλογιζόμενος ότι απολαμβάνεις νοερά τα ίδια σχεδόν αγαθά μ’ αυτήν (δηλαδή τη μυστηριακή κοινωνία), φρόντισε ν’ ανάψεις στην καρδιά σου μία μεγάλη επιθυμία για να τον δεχτείς πνευματικά και νοερά. Αφού γεμίσεις απ’ αυτή την επιθυμία στην καρδιά σου, να στραφείς προς τον Κύριο και να του πεις: «Επειδή, Κύριέ μου, δεν μπορώ να σε δεχτώ αυτή τη μέρα μυστηριακά, κάνε εσύ, ω αγαθότητα και δύναμη άκτιστη, να σε δεχτώ άξια τώρα πνευματικά και κάθε ώρα και μέρα, δίνοντάς μου νέα χάρη και δύναμη κατά των εχθρών μου. Και, μάλιστα, εναντίον εκείνου του πάθους και του εχθρού, στον οποίο, για να αρέσω σε σένα και να κάνω το θέλημά Σου, εναντιώνομαι και κάνω πόλεμο με τη βοήθειά Σου». (5)
Υποσημειώσεις
(1). Γιατί όλες οι άλλες αρετές με την ομοιότητα που έχουν προς το Θεό κάνουν βέβαια τον ενάρετο άνθρωπο ικανό να ενωθεί με το Θεό, αλλά δεν τον ενώνουν. Ενώ η νοερή προσευχή έχει τέτοια δύναμη, ώστε να ενώνει με το Θεό. Κατά κάποιο τρόπο, οι άλλες αρετές μοιάζουν με τα όργανα που ισιώνουν και προσαρμόζουν δυο σανίδια, ενώ η προσευχή μοιάζει με την κόλλα, η οποία ενώνει επιπλέον τα ταιριασμένα σανίδια. Γι’ αυτό και ο μέγας Γρηγόριος της Θεσσαλονίκης είπε ότι «η δύναμη αυτή της προσευχής ιερουργεί την ανάταση και ένωση του ανθρώπου με το Θεό, καθώς είναι σύνδεσμος των λογικών δημιουργημάτων με το Δημιουργό» (Περί προσευχής και καθαρότητας καρδίας, κεφ.α΄, Φιλοκαλία).
(2). Από αυτά τα λόγια ο άγιος Μάξιμος συμπεραίνει πως όποιος τηρεί τις εντολές του Κυρίου, δε δέχεται μόνο στην ψυχή του τον Κύριο, αλλά μαζί με Αυτόν δέχεται και τον συνενωμένο με Αυτόν Πατέρα και το αχώριστο με Αυτόν Άγιο Πνεύμα, κι αυτό σημαίνει ότι δέχεται στον εαυτό του όλη την Αγία Τριάδα και γίνεται κατοικία Της (Περί Θεολογίας, εκατοντάδα 1, κεφ. 72, Φιλοκαλία).
(3). Για τη Θεία Κοινωνία υπάρχουν κανόνες που ορίζουν πότε κάποιος δεν πρέπει να προσέλθει στο μυστήριο. Τους κανόνες αυτούς τους έχουν θεσπίσει οι Απόστολοι και οι Πατέρες της Εκκλησίας. Έτσι, όσοι δεν έχουν προϋποθέσεις για να μετέχουν στη Θεία Κοινωνία, αν μεταλάβουν είναι ένοχοι κατά τον απόστολο Παύλο (Α΄ Κορ. 11,27). Όμως για τη νοερή Θεία Κοινωνία δεν έχει καθοριστεί κανένας περιοριστικός κανόνας.
(4). Η φθορά και βλάβη της ψυχοσωματικής οντότητας του ανθρώπου με την αμαρτία είναι στην ουσία φθορά και καταστροφή του ναού του Θεού. Ο Τριαδικός Θεός ζητά και θέλει να εγκατασταθεί στο δημιούργημά Του, να το κάνει κατοικία Του, ενώ εμείς με την αμαρτία κάνουμε ζημιά, βλάβη και καταστρέφουμε αυτόν το ναό του Θεού, την κατοικία Του.
(5). Αλλά και όσοι δεν μπορούν συχνά και όταν θέλουν να λάβουν τη μυστηριακή κοινωνία, δηλαδή να μεταλάβουν το Χριστό που βρίσκεται στα μυστήρια, είτε γιατί βρίσκονται σε έρημο μέρος, όπου δεν υπάρχει ιερέας ούτε θυσιαστήριο και εκκλησία, είτε γιατί, παρόλο που βρίσκονται στον κόσμο, εμποδίζονται από τους Πνευματικούς, όχι για κάποιο σφάλμα τους που σύμφωνα με τους κανόνες των Πατέρων είναι εμπόδιο για την Κοινωνία, αλλά από την επικρατούσα πονηρή και διεστραμμένη συνήθεια*, αυτοί λέω, επειδή έχουν επιθυμία και αγάπη να κοινωνήσουν μυστηριακά το Χριστό, αλλά λόγω αυτών των αιτιών που είπαμε, είτε λόγω άλλων αιτιών δεν μπορούν, όλοι αυτοί ας λαμβάνουν νοερά και πνευματικά το Χριστό στον εαυτό τους, όπως λέει ο ιερός Νικόλαος ο Καβάσιλας στην «ερμηνεία της Λειτουργίας» (κεφ.42). Γιατί «ο ευρισκόμενος στα μυστήρια Χριστός, νοερά, αφανώς και αόρατα μεταδίδει σ’ αυτούς τον αγιασμό από τα μυστήρια, με τον τρόπο που Αυτός ξέρει».
* [Σε αυτό το ζήτημα αναφέρεται εκτενέστερα ο άγιος Νικόδημος στο βιβλίο του «Περί συχνής Θείας Μεταλήψεως». Είναι μια άσχημη συνήθεια να μην κοινωνούν των αχράντων μυστηρίων πιστοί που δεν έχουν λόγους να κωλύονται της Μετάληψης].