Η ανάστασις του παιδιού
Στα περίχωρα της Λαύρας της Αγ. Τριάδος, στο Ζαγκόρσκ της Μόσχας ζούσε κάποιος που έτρεφε βαθύ σεβασμό και πίστη στον ιδρυτή της όσιο Σέργιο. Ο μοναχογιός του έπασχε από μια ανίατη αρρώστια. Με την προσδοκία της θεραπείας ήρθε να τον παρακαλέση φέρνοντας τον άρρωστο μαζί του. Όμως από την ταλαιπωρία του δρόμου το παιδί του πέθανε! Χάνοντας έτσι κάθε ελπίδα, ο πατέρας άρχισε να θρηνή και να λέη στον όσιο:
— Αλλοίμονο σε μένα! Ήρθα εδώ με τη βεβαιότητα ότι θα με βοηθούσες, αλλά το μονάκριβο παιδί μου πέθανε στον δρόμο. Καλύτερα θα ήταν να μην ερχόμουν, γιατί έτσι δεν θα κλονιζόταν η πίστις μου σε σένα.
Με δάκρυα και στεναγμούς ο ταλαίπωρος πατέρας πήγε να φέρη το φέρετρο και τα σάβανα για την κηδεία. Ο άγιος τον λυπήθηκε πολύ και έπειτα από μια θερμή προσευχή ανέστησε το παιδί! Όταν ο συντετριμμένος από την θλίψι πατέρας ήρθε κουβαλώντας τα αναγκαία για την κηδεία, ο όσιος του λέει:
— Μην κουράζεσαι και μη στενάζης άδικα. Το παιδί σου δεν πέθανε, αλλά ζη!
Ο πατέρας, που είχε διαπιστώσει τον θάνατο του γιού του, δεν μπορούσε να πιστέψη τα λόγια αυτά. Πλησιάζοντας όμως πείσθηκε για το θαύμα και έξαλλος από χαρά ευγνωμονούσε τον άγιο.
— Μην απατάσαι, του είπε εκείνος. Ίσως το πολύ κρύο να πάγωσε το παιδί και το νόμισες πεθαμένο, ενώ εδώ στο ζεστό κελλί θερμάνθηκε και συνήλθε.
Ο χωρικός δεν πίστεψε αυτή την εκδοχή. Συνέχισε να ομολογή ότι ο όσιος ανέστησε με την προσευχή του το παιδί. Εκείνος τότε τον απείλησε:
— Εάν δεν σταματήσης να διηγήσαι στους άλλους το περιστατικό αυτό, θα χάσης τον γιό σου.
Ο πατέρας επέστρεψε στο σπίτι δοξάζοντας τον Θεό και τον δούλο του Σέργιο. Διηγήθηκε αργότερα το θαύμα σ’ ένα μαθητή του οσίου και αυτός το έκανε σε όλους γνωστό.
(Όσιος Σέργιος του Ραντονέζ)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Β΄, σ. 147-149)