"Κάποια μέρα πήρε (ο άγιος Νικόλαος Πλανάς) ένα αμαξάκι να τον πάει στον Άγιο Ιωάννη στην ενορία του. Εκεί κοντά στην Πύλη του Αδριανού κάτι του έφταιξε το άλογο του αμαξά και άρχισε θυμωμένες αλλεπάλληλες βλαστήμιες. Του λέει αμέσως ο ιερέας:
"Στάσου, στάσου παιδί μου, να κατέβω" και ταυτόχρονα τον πλήρωσε όσο τον είχε συμφωνήσει μέχρι την εκκλησία.
"Μα, του λέει ο αμαξάς, δεν σε πήγα ακόμα στην εκκλησία σου"! Του απαντά ο ιερέας:
"Το ξέρω, παιδί μου, αλλά δεν μπορώ να μείνω στο αμάξι σου, επειδή μου βλαστήμησες Εκείνον που λατρεύω". Δεν ήξερε τι να απολογηθεί ο αμαξάς. Έφυγε προσβεβλημένος και ποιος ξέρει αν θα ξαναβλαστήμησε.
(ο άγιος Παπα-Νικόλας Πλανάς, εκδ. Αστήρ, σ.32)
"Πλούσιος Γάλλος Κόμης προσκλήθηκε σε μία συγκέντρωση να γνωρίσει τον πολύ γνωστό, δυστυχώς, Ερνέστο Ρενάν που έγραψε την ιστορία του Ιησού Χριστού στην οποία ιερόσυλα βλασφημά τον Λυτρωτή. Ο Ρενάν του έτεινε το χέρι και ο κόμης τράβηξε το δικό του λέγοντας:
- Δεν θέλω ποτέ να πιάσω το χέρι που ράπισε τον Κύριό μου."
(Θησαυρός γνώσεων και Σοφίας, Νο 1366)