… τότε λοιπόν, τότε εδείξατε την άσβεστον δίψαν της ακροάσεως. Διότι επειδή ο λόγος επεξετάθη εις μήκος πολύ μεγάλο, όσον ουδέποτε, πολλοί εφοβούντο μήπως εκλείψη η προθυμία σας εξ αίτιας του πλήθους των λεγομένων, συνέβαινε όμως το αντίθετον, διότι περισσότερον εθερμαίνετο η καρδία σας και περισσότερον ηύξανεν ο πόθος. Από πού εφάνη αυτό; Τα κατά το τέλος της ομιλίας χειροκροτήματα ήσαν δυνατώτερα και εντονώτεραι αι φωναί σας και συνέβαινε το ίδιον που συμβαίνει με τας καμίνους. Όπως δηλαδή εκεί κατά την αρχήν δεν είναι πολύ φωτεινή η λάμψις της φωτιάς όταν όμως απλωθή εις όλα τα ξύλα που είναι μαζεμένα στη φωτιά, η λάμψις υψώνεται εις μέγα ύψος, έτσι ακριβώς συνέβη και τότε κατά την ημέραν εκείνην.
Εις την αρχήν μου εφαίνετο ότι η συνάθροισις αυτή δεν είχε συγκινηθή πολύ, όταν όμως ο λόγος παρετάθη και ανεφέρθη εις όλα τα θέματα και έγινε η διδασκαλία εκτενεστέρα, τότε λοιπόν, τότε άρχισε να αυξάνη η επιθυμία της ακροάσεως και εγίνοντο τα χειροκροτήματα δυνατώτερα. Δια τούτο, καίτοι είχα προετοιμασθή να ειπώ ολιγώτερα απ’ όσα ανέπτυξα, τότε υπερέβην το μέτρον, μάλλον δε εγώ ουδέποτε υπερέβην το μέτρον. Διότι συνηθίζω να μετρώ την ποσότητα της διδασκαλίας όχι από το πλήθος των λόγων, αλλά από την διάθεσιν των ακροατών.
Όταν κανείς έχη ακροατάς κατεχομένους από ναυτίαν, και αν ακόμα περιορίση την διδασκαλίαν φαίνεται ενοχλητικός, εκείνος όμως που απευθύνεται σε ακροατάς ενθέρμους και που έχει διεγερθή το ενδιαφέρον τους και είναι προσηλωμένοι εις τον ομιλητήν, και αν ακόμη παρατείνη την ομιλίαν ούτε τότε χορταίνει την επιθυμίαν των.
Επειδή όμως συμβαίνει μέσα εις τόσον πλήθος να είναι και μερικοί αδύνατοι, που δεν ημπορούν να παρακολουθούν τον μεγάλον αυτόν λόγον, θέλω να τους συμβουλεύσω το εξής, αφού ακούσουν όσα είναι εις θέσιν να δεχθούν και λάβουν αυτά που δι΄ αυτούς είναι αρκετά να αποχωρήσουν. Κανείς δεν τους εμποδίζει ούτε τους υποχρεώνει κανείς να παραμένουν πέραν της αντοχής των και ας μη μας αναγκάζουν να τελειώνωμεν τον λόγον πριν από την κατάλληλον στιγμήν και τον απαιτούμενον χρόνον. Συ εχόρτασες αλλά ο αδελφός σου πεινά ακόμη. Και συ μεν εμέθυσες από το πλήθος της διδασκαλίας, ο αδελφός σου όμως διψά ακόμη. Ούτε εκείνος να καταπιέζη την αδυναμίαν σου με το να σε αναγκάζη να ακούς περισσότερα από όσα ημπορείς, ούτε συ να επηρεάζης την επιθυμίαν εκείνου, εμποδίζων αυτόν να λάβη όλα όσα ημπορεί να δεχθή.
Το ίδιον συμβαίνει και με τα κοσμικά συμπόσια. Άλλοι χορταίνουν ενωρίτερον και άλλοι αργότερον και ούτε αυτοί κατηγορούν εκείνους ούτε εκείνοι καταδικάζουν τους άλλους, αλλά εις την περίπτωσιν των συμποσίων είναι επαινετόν να αποσυρθή κανείς το ταχύτερον, εις την περίπτωσίν μας όμως το να αποσυρθή κανείς το ταχύτερον δεν είναι επαινετόν αλλά άξιον συγγνώμης. Εκεί το να αποσυρθή κανείς αργότερον επισύρει κατηγορίαν και μομφήν, εδώ το να αποχωρήση κανείς βραδύτερον αποσπά τον έπαινον και την μεγίστην επιδοκιμασίαν. Διατί αυτό; Διότι εκεί μεν η βραδύτης προέρχεται εκ πολυφαγίας, ενώ εδώ η παραμονή και η καρτερία πηγάζει από πνευματικήν επιθυμίαν και θείαν όρεξιν. (ΕΠΕ,31,31-35)