...είτε πορνεύσεις, είτε μοιχεύσεις, είτε αρπάζεις, είτε είσαι πλεονέκτης, έλα στην εκκλησία, για να μάθεις να μην κάνεις πια τέτοια. Όλους τους τραβώ και τους προσελκύω, και άπλωσα παντού τα δίχτυα του λόγου επιθυμώντας να ψαρέψω εδώ όχι τους υγιείς αλλά τους αρρώστους.
Αυτά τα λέγω κάθε ημέρα. Έλα και θεραπεύσου μαζί με μένα, γιατί και εγώ που θεραπεύω έχω ανάγκη από φάρμακα, αφού είμαι άνθρωπος και υπόκειμαι στα ίδια με σένα πάθη και έχω ανάγκη από τα λόγια εκείνα που χαλιναγωγούν τον άτακτο δεσμό. Ούτε περνώ μια ζωή χωρίς φροντίδες και ήσυχη και ατάραχη, αλλά έχω και εγώ θορύβους επιθυμίας και ταραχές κυμάτων. Και γιατί πρέπει να μιλώ για μένα και για τον τάδε, όταν και ο Παύλος που άγγιξε τους ουρανούς είχε ανάγκη και αυτός από πολλή θεραπεία; Και αυτό ακριβώς μας το έκαμε φανερό, ότι δηλαδή είχε ανάγκη, και ούτε αυτός περνούσε μια ζωή χωρίς φροντίδες, αλλ’ είχε πολλούς αγώνες. Γι’ αυτό και έλεγε «σκληραγωγώ το σώμα μου και το μεταχειρίζομαι σαν δούλο μήπως, ενώ κήρυξα σ’ άλλους, εγώ ο ίδιος γίνω ανάξιος». Σκληραγωγούσε αυτό που ήθελε να επαναστατήσει και υποδούλωνε αυτό που ήθελε να παρεκτραπεί. Γι’ αυτό και συμβουλεύοντας άλλους έλεγε˙ «όποιος νομίζει πώς στέκεται, ας προσέχει μήπως πέσει» . Αν όμως ο Παύλος δεν απολάμβανε γαλήνη, αλλά σαν αυτούς που ταξιδεύουν στο πέλαγος έβλεπε από παντού να σηκώνονται πολλά κύματα, ποιός θα τολμήσει να πει, ότι δεν έχει ανάγκη από διόρθωση και θεραπεία και παντοτινή εγρήγορση;
Έλα λοιπόν για να θεραπευθείς μαζί με μένα το διδάσκαλο. Και αν είσαι υγιής, και γι’ αυτό να έρχεσαι, για να γίνεις υγιέστερος. Γιατί ο λόγος και αυτούς που έχουν νοσήματα τους θεραπεύει από την αρρώστια, και αυτούς που δεν έχουν τους καθιστά ασφαλέστερους, επειδή διορθώνει όσα έγιναν και προφυλάγει απ’ όσα δε συνέβηκαν ακόμη. Και αν δεν έχεις αυτό το αμάρτημα, έχεις όμως άλλο. «Ποιος μπορεί να καυχηθεί πως έχει αγνή την καρδιά του; ή ποιος μπορεί να πει με θάρρος πώς είναι καθαρός από αμαρτία;». Μην ντραπείς λοιπόν να έρθεις, γιατί αμάρτησες, αλλά γι’ αυτό ακριβώς να έρθεις. Γιατί κανείς δε λέγει, 'επειδή έχω πληγή, δε αναζητώ τον ιατρό, και ούτε δέχομαι φάρμακο’, αλλά γι’ αυτό ακριβώς πιο πολύ είναι αναγκαίο να αναζητάει τους ιατρούς και τη δύναμη των φαρμάκων.
Γνωρίζουμε βέβαια και μείς να συγχωρούμε, επειδή και οι ίδιοι είμαστε υπεύθυνοι για άλλα αμαρτήματα. Γι’ αυτό λοιπόν και ο Θεός δε μας έδωσε διδασκάλους τους αγγέλους, ούτε τον Γαβριήλ τον κατέβασε από τον ουρανό και τον όρισε να προστατεύει τα πρόβατά του, αλλ’ από το ίδιο το ποίμνιο παίρνει και κάνει ποιμένες, από τα ίδια τα πρόβατα κάνει τον ποιμενάρχη, για να είναι συγχωρητικός στους αρχομένους και κατανοώντας την αδυναμία του να μην υπερηφανεύεται σ’ αυτούς που ποιμένει, αλλά να έχει χαλινάρι και αφορμή για ταπεινοφροσύνη την αγάπη της δικής του συνείδησης. Και ότι δεν είναι σκέψεις αυτά τα λόγια, άκουσε τον Παύλο που γράφει και φιλοσοφεί αυτά. Γράφοντας λοιπόν στους Εβραίους έλεγε αυτά˙ «Γιατί κάθε αρχιερέας λαμβάνεται από ανθρώπους και παίρνει το αξίωμα του για τους ανθρώπους, για να προσφέρει δώρα και θυσίες, γιατί έχει τη δύναμη να είναι υπομονητικός σ’ εκείνους που βρίσκονται σε άγνοια και πλάνη, αφού και αυτός περιβάλλεται από αδυναμία˙ και εξ αίτιας αυτής είναι υποχρεωμένος να προσφέρει θυσίες για αμαρτίες και για τον εαυτό του, όπως κάνει για το λαό».
Είδες πως μας είπε πολύ καλά την αιτία, για την οποία ούτε άγγελοι ούτε αρχάγγελοι, αλλά άνθρωποι ορίσθηκαν προϊστάμενοι στις εκκλησίες, για να μπορούν να συμπονούν με τους συνανθρώπους τους, έχοντας τη συνείδηση των δικών τους αμαρτημάτων μέγιστη διδασκαλία ταπεινοφροσύνης; Γιατί πραγματικά και αυτός περιβάλλεται, λέγει, από αδυναμία και εξ αιτίας της είναι υποχρεωμένος να προσφέρει θυσίες για αμαρτίες και για τον εαυτό του, όπως για το λαό. Αυτό λοιπόν και τώρα γίνεται, γιατί στεκόμαστε κοντά στην ιερή αυτή τράπεζα και προσφέρουμε τη φοβερή θυσία και όπως για τα αμαρτήματα του λαού ζητούμε να συγχωρηθούν, έτσι και για τα δικά μας παρακαλούμε και προσευχόμαστε και ικετεύουμε και για όλους προσφέρουμε τη θυσία.(ΕΠΕ 33,197-201)