Διότι ακούσας (ο τοπικός επίσκοπος) «ότι ο ποιμήν ο καλός θυσιάζει και την ζωήν του ακόμα δια να προφυλάξη τα πρόβατα από κάθε κίνδυνον» ανεχώρησε δια να θυσιάση την ψυχήν του υπέρ όλων ημών, καίτοι ήσαν πολλά τα εμπόδια που δεν τον επέτρεπαν να απομακρυνθή από εδώ και τον ηνάγκαζον να παραμείνη εδώ˙ και πρώτον η ηλικία του που έχει φθάσει εις βαθύ γήρας, έπειτα η ασθένεια του σώματός του, η ακατάλληλος εποχή του έτους και η ανάγκη να είναι μαζί μας κατά την αγίαν εορτήν˙, επί πλέον δε η μόνη του αδελφή, η οποία και ήτο ετοιμοθάνατος. Παρά ταύτα όμως παρέβλεψε και την συγγένειαν, και το γήρας, και την ασθένειαν και την δυσκολίαν της εποχής και την ταλαιπωρίαν του ταξιδιού, και προτιμήσας εξ όλων σας και την σωτηρίαν σας, έσπασεν όλα αυτά τα δεσμά˙ και όπως ο νέος, βαδίζει ο γέρων τον δρόμον, γενόμενος τώρα, εξ αιτίας της προθυμίας του, ελαφρότερος εις το βάδισμα.
Διότι εάν ο Χριστός, λέγει, εθυσιάσθη υπέρ ημών, ποίας απολογίας και συγγνώμης άξιοι θα είμεθα ημείς που μας έχει αναθέσει ο Θεός την προστασίαν τόσου λαού, αν δεν είμεθα πρόθυμοι να κάμωμεν τα πάντα και να πάθωμεν τα πάντα χάριν της ασφαλείας του εμπιστευθέντος εις ημάς λαού; Διότι, λέγει, εάν ο πατριάρχης Ιακώβ, αν και προΐστατο κτηνών και έβοσκε πρόβατα, και επρόκειτο να λογοδοτήση εις άνθρωπον, εν τούτοις επερνούσε νύκτας χωρίς ύπνον, και υπέφερε ζέστην και κρύο, και κάθε είδους ανωμαλίαν καιρικήν, ώστε να μη χαθή κανένα από τα πρόβατα εκείνα, πολύ περισσότερον ημείς, που δεν είμεθα επιστάται εις άλογα, αλλά εις πνευματικά πρόβατα, και που θα λογοδοτήσωμεν δια την επιστασίαν αυτήν όχι εις άνθρωπον αλλά εις τον Θεόν, δεν πρέπει να διστάζωμεν από τίποτε και να μετερχώμεθα κάθε μέσον που ημπορεί να ωφελήση το ποίμνιον. Και όσον καλυτέρα είναι η ποίμνη αυτή από την ποίμνην εκείνην, και οι άνθρωποι από τα ζώα, και όσον ανώτερος ο Θεός από τους ανθρώπους, τόσον μεγαλυτέραν και περισσοτέραν φροντίδα και προθυμίαν πρέπει να επιδεικνύωμεν ημείς. (ΕΠΕ,32,9-11)