153. Δύο μικρά παιδιά, ο Παύλος και η Όλγα, χάρις στο άπειρο έλεος του Κυρίου, που ανταποκρίθηκε στις προσευχές της αναξιότητός μου, έγιναν καλά από την αρρώστια τους. Στην περίπτωσι του Παύλου, η αρρώστια έφυγε μες από ένα ήσυχο ύπνο. Και το προσωπάκι της Όλγας φωτίσθηκε από τη μια στιγμή στην άλλη με τη χαρά της υγείας. Εννέα φορές πήγα να προσευχηθώ με πίστι, ελπίζοντας ότι την πίστι μου δεν θα την απεδοκίμαζε ο Κύριος. Αρκεί να κρούη κανείς και η πόρτα θα του ανοιχθή. Μπορεί εγώ να ήμουν ανάξιος, αλλά ο Κύριος χάρις στο άπειρο του έλεος θα με άκουε. Ο άδικος κριτής λύγισε στο τέλος στις επίμονες παρακλήσεις της γυναικός που τον ενωχλούσε με το αίτημά της. Πολύ περισσότερο ο δίκαιος Κριτής δεν θα έμενε ασυγκίνητος στην προσευχή μου για τα αθώα εκείνα παιδάκια. Δεν θα παρέβλεπε τα λόγια μου, τις γονυκλισίες μου, την πεποίθησί μου στο έλεός του. Και, πράγματι, δεν με απεδοκίμασε, εμένα τον αμαρτωλό ικέτη. Πήγα για δεύτερη φορά στο σπίτι τους και τα μικρά ήσαν καλά. Ευχαρίστησα από τα βάθη της καρδιάς μου τον Κύριο και τη Γρηγορούσα Μητέρα του.
154. Η αγάπη προς τον Θεό αρχίζει να εκδηλώνεται όταν αρχίζουμε να αγαπάμε το πλησίον σαν τον εαυτό μας. Γιατί ο πλησίον μας, όπως και εμείς, είναι εικών του Θεού. Και δείχνουμε πραγματική αγάπη προς τον Θεό, όταν, επίσης, δεν ικανοποιούμε τις απαιτήσεις της σαρκός ούτε εκείνες στης σαρκικής σοφίας, που δεν υποτάσσεται στη σοφία του Θεού. «Εάν τις είπη ότι αγαπώ τον Θεόν, και τον αδελφόν αυτού μισή, ψεύστης εστίν· ο γάρ μη αγαπών τον αδελφόν ον εώρακε, τον Θεόν ον ουχ εώρακε πώς δύναται αγαπάν;» (Α’ Ιω. δ’ 20). «Οι δε του Χριστού την σάρκα εσταύρωσαν συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίας» (Γαλάτ. ε’ 24).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 82-83)