Το πύρινο στεφάνι
Ο ηγούμενος της μονής των Ακοιμήτων όσιος Μάρκελλος (Ε΄αιών) προστάτευε τους αδύνατους και δεν φοβόταν τις απειλές των τυράννων. Αυτό φαίνεται από το ακόλουθο περιστατικό:
Ζούσε στις ημέρες του ένας άρχοντας πολύ πλούσιος και ισχυρός. Έκανε όμως πολλές παρανομίες. Ο βασιλιάς τον φοβόταν και δεν τον ενωχλούσε, για να τον έχη βοηθό στους πολέμους. Το όνομα του ήταν Αρδαβούριος. Αυτός λοιπόν οργίσθηκε με κάποιον Ιωάννη και σκεπτόταν να τον σκοτώση. Ο Ιωάννης, επειδή δεν έλπιζε από πουθενά βοήθεια, έτρεξε στη μονή του οσίου Μαρκέλλου, ο οποίος τον δέχθηκε με χαρά.
Μόλις το έμαθε ο Αρδαβούριος παρακάλεσε στην αρχή τον όσιο να τον παραδώση με το καλό. Επειδή όμως εκείνος αρνήθηκε, έστειλε στρατιώτες να τον πάρουν με τη βία. Οι στρατιώτες πλησίασαν στη μονή και μήνυσαν του οσίου για τελευταία φορά να παραδώση τον Ιωάννη. Εκείνος όμως απάντησε ότι δεν τον παραδίνει, έστω κι αν καταστρέψουν το μοναστήρι. Οι μοναχοί παρακαλούσαν να τον παραδώση για να μην κινδυνεύσουν. Ο όσιος όμως πρόσταξε να προσευχηθούν όλοι στον Θεό για να τους βοηθήση.
Η νύχτα προχωρούσε… Την ώρα του όρθρου, ενώ οι στρατιώτες ετοιμάζονταν να εφορμήσουν, φάνηκε στον ουρανό ένα πύρινο στεφάνι μ’ ένα σταυρό στη μέση που έλαμπε σαν τον ήλιο. Το στεφάνι έζωσε τη μονή με τρόπο θαυμαστό και τόξευε φωτιές στους στρατιώτες. Εκείνοι τρομαγμένοι άρχισαν να φωνάζουν «Κύριε ελέησον». Έπεσαν μάλιστα στη γη και ζητούσαν συγχώρησι. Μόλις έμαθε το θαύμα αυτό ο Αρδαβούριος, δεν ενώχλησε πλέον τον Ιωάννη.
(Συναξαριστής ΙΒ΄)
("Χαρίσματα και Χαρισματούχοι", Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Β΄, σ. 120-121)