Η ΑΣΚΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Όταν βρισκόμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, όταν η καρδιά είναι πλημμυρισμένη από λατρευτική διάθεση, από ενδιαφέρον για τους άλλους, όταν, καθώς λέει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, «από το περίσσευμα της καρδιάς μιλάει το στόμα» (Λουκ. 6, 45), τότε δεν υπάρχει πρόβλημα προσευχής. Μιλάμε ελεύθερα στο Θεό, με λέξεις που μας ταιριάζουν περισσότερο. Αλλά, αν αφήναμε τη ζωή της προσευχής να γίνει έρμαιο των ψυχικών μας διαθέσεων, ίσως μερικές φορές να προσευχόμαστε θερμά και ειλικρινά, για μεγάλα όμως χρονικά διαστήματα θα χάναμε κάθε προσευχητική επαφή μας με το Θεό.
Είναι μεγάλος πειρασμός να αναβάλλουμε την προσευχή μέχρι τη στιγμή που θα νιώσουμε έντονα την παρουσία του Θεού, με τη σκέψη ότι κάθε προσευχή ή κάθε κίνηση προς το Θεό, στις συναισθηματικά άγονες περιόδους της ζωής μας, δεν είναι ειλικρινής. Όλοι γνωρίζουμε από την πείρα μας, ότι έχουμε ποικιλία συναισθημάτων, που δεν έρχονται στο προσκήνιο, σε κάθε στιγμή της ζωής μας. Μια αρρώστια ή μια μεγάλη στενοχώρια μπορεί να τα απομακρύνει από το συνειδητό χώρο της ψυχής μας.
Πολλές φορές, ακόμα και όταν αγαπάμε βαθιά κάποιον, δεν το αισθανόμαστε, παρόλο που ξέρουμε καλά ότι η αγάπη είναι ζωντανή μέσα μας. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στις σχέσεις μας με το Θεό. Εξαιτίας εσωτερικών ή εξωτερικών παραγόντων, δεν είμαστε σε θέση μερικές φορές, να ζήσουμε συνειδητά το γεγονός της πίστεως, της ελπίδας και της αγάπης μας προς το Θεό. Σ’ αυτές τις στιγμές πρέπει να ενεργούμε με βάση όχι αυτό που αισθανόμαστε, αλλά αυτό που γνωρίζουμε.
Πρέπει να πιστεύουμε σε ό,τι υπάρχει μέσα μας, έστω κι αν δεν το αντιλαμβανόμαστε σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Πρέπει να θυμόμαστε ότι η αγάπη μας υπάρχει, έστω κι αν δεν πλημμυρίζει την καρδιά μας με χαρά κι ενθουσιασμό.
Και πρέπει να στεκόμαστε ενώπιον του Θεού με το βίωμα ότι Αυτός πάντοτε αγαπάει και πάντοτε είναι παρών και τότε που πραγματικά εμείς δεν αισθανόμαστε την αγάπη και την παρουσία Του.
(Ζωντανή Προσευχή. Antony Bloom, σ. 112-113)