«Εξήνθησεν η έρημος»
Κάποτε ο όσιος επίσκοπος Ιωάννης ο Ησυχαστής πήρε ένα ξερό σύκο και λέει στους μαθητές του Θεόδωρο και Ιωάννη:
- Ακούστε με, παιδιά μου. Εάν η φιλανθρωπία του Θεού δωρήση σ’ αυτό το σύκο χάρι και σ’ αυτή την πέτρα δύναμι ώστε να βγάλη καρπό, μάθετε ότι μου χαρίζεται σαν δωρεά η βασιλεία των ουρανών.
Με τα λόγια αυτά το κόλλησε πάνω σε μια κατάξερη και συμπαγή πέτρα. Και ο Θεός που πρόσταξε τη ράβδο του Ααρών ν’ ανθήση, αυτός και τη συμπαγή και κατάξερη πέτρα πρόσταξε να βλαστήση, με σκοπό να δείξη στις ερχόμενες γενιές πόση χάρι είχε ο δούλος του.
Ο όσιος Ιωάννης μόλις είδε το βλαστάρι, ευχαρίστησε τον Θεό με δάκρυα. Αυτό το βλαστάρι μέσα στον χρόνο καρποφόρησε τρία σύκα! Τα πήρε ο άγιος και με δάκρυα τα φίλησε πολλές φορές. Κατόπιν τα έφαγε ευχαριστώντας τον Θεό που του έστειλε αυτή την πληροφορία, και μοίρασε κι από λίγο στους μαθητές του.
Όταν ο σύγχρονος του οσίου βιογράφος του Κύριλλος ο Σκυθοπολίτης πήγε να τον συναντήση και αντίκρυσε το καταπληκτικό θέαμα του βλασταριού, προσπάθησε μ’ επιμονή να μάθη πώς έπιασαν οι ρίζες και μήπως ο βράχος είχε κάποια σχισμή. Δεν μπόρεσε όμως τίποτα να βρη και με έκπληξι αναφώνησε: «Ω βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως Θεού, ως ανεξερεύνητα τα κρίματα αυτού και ανεξιχνίαστοι αι οδοί αυτού»!
Μάλιστα όσοι έχουν ζήσει στη λαύρα του μακαρίου Σάββα γνωρίζουν καλά πως ούτε σε κήπο ούτε στο ύπαιθρο φυτρώνει συκιά η άλλο δέντρο, γιατί οι άνεμοι εκεί είναι πολύ ζεστοί και ξεροί.
(Βίοι οσίων Ιωάννου…)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Β΄, σ. 122-123)