Η αδιάκριτη υπερβολική αγάπη των γονέων
-Γέροντα, μπορεί μια μάνα από αδιάκριτη αγάπη να βλάψη το παιδί της;
-Και βέβαια μπορεί. Όταν λ.χ. κάποια μάνα βλέπη το παιδάκι να δυσκολεύεται
να περπατήση και λέη: «κρίμα το καημένο, δεν μπορεί να περπατήση», και το παίρνη συνέχεια αγκαλιά,
αντί να το κρατήση λίγο από το χεράκι, πώς θα μάθη το παιδί να περπατάη μόνο του;
Βέβαια από αγάπη κινείται, αλλά του κάνει ζημιά με το πολύ ενδιαφέρον της.
Γνώριζα έναν πατέρα που το παιδί του είχε τελειώσει το στρατιωτικό
και το έπαιρνε από το χέρι και το πήγαινε στον κουρέα. «Έφερα τον γιό μου να τον κουρέψης.
Πόσα θέλεις και πότε θα τελειώσης να έρθω να τον πάρω;». Το είχε σακατέψει το παιδί.
Η αγάπη χρειάζεται φρένο με διάκριση.
Η πραγματική αγάπη έχει ανιδιοτέλεια, δεν έχει μέσα τον εαυτό μας, και έχει σύνεση.
Η σύνεση είναι απαραίτητη στην πολλή αγάπη της γυναίκας, για να μη χαραμίζεται η αγάπη της.
Μια φορά ήρθε στο Καλύβι ένα παλληκάρι που ήταν αγανακτισμένο με τους γονείς του.
Οι καημένοι είχαν καλή διάθεση, αλλά δεν ήξεραν τον τρόπο να το βοηθήσουν.
Μου έλεγε λοιπόν ότι οι γονείς του το καταπιέζουν, ότι δεν το αγαπούν κ.λπ.
«Κοίταξε, του λέω, όταν ήσουν μικρός και σου έβαζε η μάνα σου ένα σωρό ρούχα, γιατί το έκανε;
Για να μην κρυώσης ή για να σε σκάση; Αυτό είχε πολλή αγάπη μέσα».
Όταν τελικά κατάλαβε πόσο το αγαπούσαν οι γονείς του, έβαλε τα κλάματα.
Είχε πολλή αγάπη η μάνα του, άσχετα αν δεν τον βοήθησε εκείνον,
γιατί με τον τρόπο που του φερόταν του προκαλούσε αντιδράσεις.
Η μάνα, όταν χρειάζεται, πρέπει να φερθή αυστηρά προς το παιδί.
Δεν το βοηθάει, όταν εύκολα παίρνη το μέρος του, δήθεν για να μη στενοχωριέται.
Στα Άδανα, μια χήρα γυναίκα είχε ένα μονάκριβο παιδί - Γιάννη το έλεγαν.
Όταν μεγάλωσε λίγο, το πήγε σε έναν μάστορα να μάθη τσαγκάρης.
Κάθησε μια εβδομάδα ο μικρός στην δουλειά και μετά είπε στην μητέρα του: «Μάνα, δεν χρειάζεται να πάω άλλο στην δουλειά,
έμαθα την τέχνη». «Πότε την έμαθες κιόλας;», τον ρωτάει εκείνη.
«Αν θέλης, να σου δείξω κι εσένα πώς φτιάχνουν παπούτσια, της λέει.
Να, έτσι κόβουν την σόλα, έτσι βάζουν το δέρμα, το τακούνι, έτσι τα καρφώνουν...».
Το αφεντικό του ήταν πολύ καλό και ήθελε να μάθη στον Γιάννη την τέχνη, γιατί ήταν ορφανός.
Όταν είδε πώς πέρασε μια εβδομάδα και ο Γιάννης δεν φάνηκε, ανησύχησε μήπως αρρώστησε βαριά
και πήγε στην μάνα του να ρωτήση τί κάνει το παιδί. «Τί έπαθε ο Γιάννης και δεν ξαναήρθε στην δουλειά; άρρωστος είναι;»,
ρωτάει την μάνα του. «Όχι, του απαντά εκείνη, καλά είναι». «Τότε γιατί δεν ήρθε στην δουλειά;».
«Έ, τί να κάνη να έρθη; του λέει εκείνη, ο Γιάννης έμαθε πια την τέχνη». «Μα πώς την έμαθε μέσα σε τόσο λίγες μέρες;»,
την ρωτάει το αφεντικό. «Να, του λέει η μάνα, παίρνει το δέρμα, το βάζει σε ένα καλούπι, το καρφώνει,
βάζει και το τακούνι και μετά το βγάζει, και αυτό είναι!». Γέλασε το αφεντικό, την χαιρέτησε και έφυγε.
Όταν γύρισε στο μαγαζί, τον ρώτησαν τα άλλα μαστορόπουλα: «Μάστορα, τί κάνει ο Γιάννης;».
«Μια χαρά είναι, τους είπε εκείνος. Δεν έμαθε μόνον ο Γιάννης τσαγκάρης, αλλά έμαθε και η μάνα του!»...
Αυτήν την συμπεριφορά την βλέπω σε πολλούς γονείς.
Νομίζουν ότι αγαπούν τα παιδιά τους, αλλά με τον τρόπο που φέρονται τα καταστρέφουν.
Όταν μια μάνα, ας υποθέσουμε, από την υπερβολική αγάπη της, φιλάη το παιδί
και λέη «δεν υπάρχει στον κόσμο τέτοιο παιδί σαν το δικό μου»,
τότε του καλλιεργεί την υπερηφάνεια και την αρρωστημένη αυτοπεποίθηση.
Ύστερα το παιδί δεν υπακούει στους γονείς, επειδή πιστεύει ότι τα ξέρει όλα.
Οι γονείς πρέπει να βοηθούν από την μικρή ηλικία τα παιδιά να μάθουν να αναλαμβάνουν την ευθύνη του εαυτού τους.
Να κάνουν μέσα στην οικογένεια κάποια δουλειά που μπορούν, να μην τα θέλουν όλα έτοιμα.
Διαφορετικά, θα δυσκολευτούν, όταν μεγαλώσουν. Ένας μάστορας δούλεψε σκληρά και μεγάλωσε τα παιδιά του.
Εκείνα όλη την ημέρα γύριζαν στο μεσοχώρι. Παντρεύτηκαν και τα περίμεναν όλα από τον πατέρα τους.
Όταν ο πατέρας τους είπε πώς είναι καιρός και αυτά να κοιτάξουν μόνα τους τα σπίτια τους,
του είπαν: «Καλά, πατέρα, εσύ δεν μας άφησες, όταν ήμασταν μικρά, τώρα που μεγαλώσαμε και έχουμε υποχρεώσεις θα μας αφήσης;»!
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 112-114)