Η μόλυνσις του αίματος
Το 1884 η πριγκίπισσα Ζ. Ν. Γιουσούποβα έπαθε μόλυνσι αίματος μετά από έναν πρόωρο τοκετό. Την νοσήλευε ο καθηγητής Σ. Π. Μπότκιν. Σε μια από τις νύχτες που περνούσε άυπνη, επέμενε να κυριαρχή στην μνήμη της η μορφή του π. Ιωάννου της Κρονστάνδης. Το πρωί εξέφρασε την επιθυμία να τον δη. Ο πατέρας της είπε:
-Κι εγώ όλη νύχτα έβλεπα στον ύπνο μου τον π. Ιωάννη και θέλω να τον προσκαλέσω να έρθη εδώ να προσευχηθή…
Όταν ο μπάτουσκα έβαλε το χέρι στο κεφάλι της, η πριγκίπισσα ένιωσε αμέσως ένα ασυνήθιστο ελάφρωμα. Εκείνος τότε γονάτισε μπροστά σε μια εικόνα και άρχισε να προσεύχεται… Φεύγοντας δήλωσε « Δεν θα πεθάνη», παρ’ όλο που οι γιατροί δεν είχαν καμμιά ελπίδα να ζήση. Στην έξοδο ο π. Ιωάννης συναντήθηκε με τον καθηγητή, ο οποίος του είπε « Βοηθήστε μας», πράγμα που κατάπληξε όλους.
Η πρώτη επίσκεψις προκάλεσε ανακούφισι, δεν επηρέασε όμως την πορεία της ασθενείας. Στην δεύτερη επίσκεψι προσπάθησε να πείση την ασθενή να μεταλάβη. Την πλησίασε και της είπε:
-Η ζωή μας και ο θάνατος μας είναι υπόθεσις του Θεού. Εμείς όμως πρέπει να προετοιμαστούμε για μια νέα ζωή με την μετάληψι των Αχράντων Μυστηρίων.
Η πριγκίπισσα απήντησε ότι ετοιμαζόταν να κοινωνήση το Πάσχα. Τότε άρχισε πιο επίμονα να προσπαθή να την πείση πως δεν πρέπει ν’ αναβάλη, αν και το Πάσχα ήταν κοντά. Της δήλωσε μάλιστα πως ήταν έτοιμος να πάη αμέσως για να φέρη τα Τίμια Δώρα…
Η άρρωστη, αφού κοινώνησε με συναίσθησι και χαρά, κοιμήθηκε επί έξι ώρες. Όταν ξύπνησε ήταν εντελώς υγιής!
Ο καθηγητής Μπότκιν, βλέποντας τέτοια καταπληκτική αλλαγή, παρέμεινε πολλή ώρα σιωπηλός… Δύο δάκρυα κύλησαν στο πρόσωπο του.
-Δεν κατωρθώσαμε εμείς οι άνθρωποι την θεραπεία αυτή, ψιθύρισε.
Η πριγκίπισσα σε μία εβδομάδα σηκώθηκε και περπάτησε χωρίς την βοήθεια άλλων. Επί πολλές δεκαετηρίδες μετά παρέμειναν ανεξίτηλα στην μνήμη της τα βιώματα που τότε δοκίμασε. Άφησαν βαθειά ίχνη στην ψυχή της.
( Ιωάννης της Κρονστάνδης)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ. 175-176)