ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ιστορία την διηγήθηκε ο Όσιος Αρσένιος στους μαθητές του. Εκείνοι την έγραψαν μαζί με άλλες που τους είχε πει. Έτσι έφτασε ως εμάς.
Κάποιος αναχωρητής, από αμάθεια πιο πολύ, δεν ήθελε να παραδεχτεί πως ο άγιος Άρτος, που μεταλαμβάνουμε, είναι αυτό το Σώμα του Κυρίου. Οι Γέροντες, που το έμαθαν, τον φώναξαν κι επιχείρησαν να του εξηγήσουν την ορθή άποψη της Εκκλησίας για τα Άχραντα Μυστήρια, ώστε να τον βγάλουν από την πλάνη του. Εκείνος όμως δεν ήθελε με κανέναν τρόπο να πειστεί. Οι Πατέρες τον άφησαν, αλλά έκαναν προσευχή να τον φωτίσει ο Θεός να καταλάβει την αλήθεια για να μην χάσει τους κόπους του.
Μια Κυριακή ο αναχωρητής παρακολούθησε την Θεία Λειτουργία μαζί με δυο από τους Γέροντες από το Άγιο Βήμα του ναού της σκήτης. Την στιγμή που ο Ιερέας πήρε στα χέρια του το πρόσφορο, για να προσκομίσει, είδαν κατάπληκτοι ένα Βρέφος ξαπλωμένο επάνω στην Αγία Τράπεζα. Κι όταν άρχισε να διαμελίζει τον Άρτο, φάνηκε Άγιος Άγγελος επάνω από το Θυσιαστήριο, κρατώντας μάχαιρα στα χέρια του. Διεμέλιζε κι αυτός, συγχρόνως με τον Ιερέα, το Θείο Βρέφος κι εχυνε το αίμα Του στο Άγιο Ποτήριο.
Ο πλανεμένος Αναχωρητής ταράχτηκε από το φοβερό εκείνο θέαμα. Η ταραχή του όμως μεταβλήθηκε σε τρόμο, που τον συγκλόνισε ολόκληρο, όταν υστέρα από λίγο, που πήγε να κοινωνήσει, είδε στο Άγιο Ποτήριο ανθρώπινη σάρκα βαμμένη στο αίμα. Κλαίγοντας τότε ομολόγησε την πλάνη του και παρακάλεσε τον Κύριο να σκεπάσει με την Χάρη Του τα Θεία Μυστήρια, για να τολμήσει να κοινωνήσει. Έτσι είδε πάλι Άρτο και Οίνο μέσα στο Άγιο Ποτήριο.
Ο ΙΣΑΑΚ, ο μαθητής του Αββά Απολλώ, ανάμεσα στις άλλες αρετές του, είχε και ξεχωριστή ευλάβεια για τα Άχραντα Μυστήρια.
Όταν επρόκειτο να κοινωνήσει, ετοιμαζόταν πολλές ημέρες πριν, με προσευχή ιδιαίτερη και πνευματική μελέτη. Όσο διαρκούσε η Θεία Λειτουργία, δεν άφηνε κανένα, οποιαδήποτε ανάγκη κι αν παρουσιαζόταν, να του μιλήσει μέσα στην εκκλησία. Ύστερα από την απόλυση έτρεχε στο κελλί του, σαν να τον κυνηγούσαν.
Είχε γίνει συνήθεια στην σκήτη να δίνουν στους αδελφούς, μετά την Λειτουργία, ένα κομμάτι από την προσφορά κι ένα ποτήρι κρασί. Ο Ισαάκ ποτέ δεν στάθηκε να πάρει, για να μην χρονοτριβήσει έξω από το κελλί του και σκορπιστεί ο νους του.
- Γιατί μας αποφεύγεις, Αββά, όταν έρχεσαι στην εκκλησία; τον ρώτησαν κάποτε οι νεώτεροι.
- Ο Θεός να σας πληροφορήσει, αδελφοί μου, αποκρίθηκε εκείνος, πως δεν αποφεύγω εσάς, αλλά την πονηριά του διαβόλου. Όταν κρατάς αναμμένη λαμπάδα και σταθείς πολλή ώρα στον αέρα, δίχως άλλο θα σου σβήσει. Το ίδιο παθαίνει κι ο νους. Φωτίζεται από την Χάρη των Μυστηρίων στην εκκλησία, μα όταν αργοπορήσουμε έξω από το κελλί μας, φυσά σ’ αυτόν ο άνεμος της πολυπραγμοσύνης και σβήνει ο ταλαίπωρος.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.138-139)