ΜΗ ΚΡΊΝΕΤΕ, ΊΝΑ ΜΗ ΚΡΙΘΗΤΕ
Όποιος κατακρίνει τους άλλους, πέφτει στα ίδια σφάλματα
- Γέροντα, πώς συμβαίνει, όταν κατακρίνω μια αδελφή για κάποιο σφάλμα της, σε λίγο να κάνω κι εγώ το ίδιο σφάλμα;
- Αν κατακρίνη κανείς τον άλλον για ένα σφάλμα του και δεν καταλάβη την πτώση του, ώστε να μετανοήση, συνήθως πέφτει στο ίδιο σφάλμα, για να το καταλάβη. Ο Θεός δηλαδή από αγάπη επιτρέπει να αντιγράφη ο άνθρωπος την κατάσταση αυτού τον οποίο κατέκρινε. Αν πής λ.χ. ότι κάποιος είναι πλεονέκτης και δεν καταλάβης ότι κατέκρινες, ο Θεός παίρνει την Χάρη Του και επιτρέπει να πέσης κι εσύ στην πλεονεξία· αρχίζεις τότε να μαζεύης. Μέχρι να καταλάβης την πτώση σου και να ζητήσης συγχώρεση από τον Θεό, θα λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι.
Για να σε βοηθήσω, θα σού πω κάτι από τον εαυτό μου. Όταν ήμουν στην Ιερά Μονή Στομίου, έμαθα για μια συμμαθήτριά μου από το Δημοτικό ότι είχε παραστρατήσει και έκανε ζημιά κάτω στην Κόνιτσα. Προσευχόμουν λοιπόν να την φωτίση ο Θεός να ανεβή στο μοναστήρι, για να της μιλήσω. Είχα ξεχωρίσει και μερικά κομμάτια περί μετανοίας από την Αγία Γραφή και από Πατερικά. Μια μέρα λοιπόν ήρθε με δυο άλλες γυναίκες. Μιλήσαμε και έδειξε ότι κατάλαβε. Στην συνέχεια ερχόταν συχνά με το παιδί της και έφερνε κεριά, λάδι, λιβάνι για τον ναό. Μια φορά κάποιοι γνωστοί προσκυνητές από την Κόνιτσα μου λένε: «Πάτερ, αυτή η γυναίκα υποκρίνεται. Εδώ φέρνει κεριά και λιβάνι και κάτω συνεχίζει με τους αξιωματικούς». Όταν ξαναήρθε, την βρήκα στην εκκλησία να ασπάζεται τις εικόνες, και της έβαλα τις φωνές: «Φύγε από δώ, της είπα, έχεις βρωμίσει όλη την περιοχή!...». Η καημένη έφυγε κλαίγοντας. Δεν πέρασε πολλή ώρα και αισθάνθηκα μεγάλο σαρκικό πόλεμο. «Τί είναι αυτό; λέω. Ποτέ μου δεν είχα τέτοιον πειρασμό. Τί συμβαίνει;». Δεν μπορούσα να βρώ την αιτία. Κάνω προσευχή, τα ίδια· οπότε παίρνω τον ανήφορο για την Γκαμήλα. «Καλύτερα να με φάνε οι αρκούδες», είπα. Προχώρησα αρκετά μέσα στο βουνό· ο πειρασμός δεν υποχωρούσε. Βγάζω τότε ένα τσεκουράκι που είχα κρεμασμένο στην μέση μου και δίνω τρεις τσεκουριές στο πόδι μου, μήπως και με τον πόνο φύγη ο πειρασμός. Το παπούτσι γέμισε αίμα, αλλά τίποτε. Σε μια στιγμή ήρθε στον νού μου εκείνη η γυναίκα και τα λόγια που της είχα πεί. «Θεέ μου, είπα τότε, εγώ για λίγο έζησα αυτήν την κόλαση και δεν μπορώ να την αντέξω, κι αυτή η ταλαίπωρη που ζη συνέχεια αυτήν την κόλαση!... Συγχώρεσέ με που την κατέκρινα». Αμέσως ένιωσα μια δροσιά θεϊκή και εξαφανίσθηκε ο πόλεμος. Βλέπεις τί κάνει η κατάκριση;
(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 104-106)