Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
30 Ιουλ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ-ΕΡΜΗΝΕΙΑ μέρος Α΄ κεφ. 1-6

Γράφτηκε από τον 

ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-

Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας

(παραλείπεται η Εισαγωγή (Προλεγόμενα) του Υπομνήματος)
Σημείωση:
Για τη μετάφραση των χωρίων των Πατέρων της Εκκλησίας χρησιμοποιήσαμε ως βοήθημα και τις Πατερικές Εκδόσεις Ε.Π.Ε (Εκδοτικός Οίκος Ελευθερίου Μερετάκη «Το Βυζάντιον»)
Προτιμήθηκε η μετάφραση της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρίας μόνο χάριν της συντομίας της.
Η παρούσα εργασία είναι εντελώς ανεξάρτητη των εκδόσεων
«ο Σωτήρ»
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας Θφ = Θεοφύλακτος
Β = Βασίλειος ο Μέγας Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Ε = Ευσέβιος Καισαρείας Σγ = Σεβηριανός
Ζ = Ζιγαβηνός Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Η = Ησύχιος Ω = Ωριγένης

(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
F. Godet, Commentaire sur l’ Evangile de S. Luc 1888 (σημειώνεται με το g).
M.J. Lagrange. Evangile selon s. Luc, Deuxieme edition Paris 1921 (σημειώνεται με το L).
Alf. Plummer. A critical and exegetical commentary on the Gospel according to S. Luc, Fifth edition (1928) (σημειώνεται με το p).
J.A. Bengel Gnomon of the N.T. Testament translated by A. Fausset. Τόμ. II (σημειώνεται με το b)
J. Owen, A Commentary on the Gospel of Luc, New York 1864 (σημειώνεται με το ο).
Ν. Δαμαλά Ερμηνεία εις την Κ.Δ. τόμ. Β και Γ. Αθηναι 1892. (σημειώνεται με το δ)


ΚΕΙΜΕΝΟ & ΕΡΜΗΝΕΙΑ.
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Στίχ. 1-4. Σκοπός της συγγραφής του Ευαγγελίου.
1.1 ᾽Επειδήπερ(1) πολλοὶ(2) ἐπεχείρησαν(3) ἀνατάξασθαι(4) διήγησιν(5) περὶ τῶν πεπληροφορημένων(6) ἐν ἡμῖν(7) πραγμάτων(8),
1 Πολλοί προσπάθησαν να συντάξουν μια διήγηση για τα γεγονότα, που είναι βεβαιωμένο ότι συνέβησαν ανάμεσά μας,
Το κλασικό ύφος του προοιμίου αυτού και η ομοιότητά του με αυτά του Ηροδότου, Θουκυδίδου και Πολυβίου δύσκολα θα θεωρούνταν ως απόδειξη, ότι ο Λουκάς είχε ασχοληθεί εις βάθος με την κλασσική γραμματεία και μιμήθηκε τους Έλληνες ιστορικούς, παρόλο που δεν παρουσιάζεται και τελείως απίθανη η υπόθεση αυτή. Ανάμεσα στις λέξεις του προοιμίου, οι οποίες θα χαρακτηρίζονταν μάλλον ως κλασσικές παρά ως βιβλικές, είναι οι επειδήπερ, επιχειρειν, ανατάσσεσθαι, διήγησις, καθεξής. Και η σύνταξη είναι ομοίως κλασσική και καθόλου με εβραϊκή μορφή (p). Μέσα στην απλότητα, μετριότητα και τραχύτητά του, αποτελεί το προοίμιο αυτό πρότυπο προοιμίου σε ιστορικό έργο (Ewald). Τα χαρακτηριστικά του φανερώνουν συγγραφέα που έζησε σε επαφή με τα έργα της κλασσικής γραμματείας (g).
(1) Συχνά συναντιέται η λέξη στους κλασσικούς, πουθενά όμως στη μετάφραση των Ο΄(70) ούτε αλλού στην Κ.Δ. (p). Το «επεί» στην κοινή ελληνική έχει αιτιολογική έννοια, η οποία και εδώ φαίνεται να επικρατεί, χωρίς να δηλώνεται τελική αιτία. Ο Λουκάς επειδή δεν ήταν αυτόπτης και μαθητής του Κυρίου δοκίμαζε δισταγμό να συγγράψει ευαγγέλιο. Αποφάσισε αυτό, επειδή δεν ήταν ο πρώτος, αλλά προηγήθηκαν από αυτόν πολλοί (L). Το «επεί» αναφέρεται στο γεγονός, πάνω στο οποίο στηρίχτηκε ο Λουκάς, το «δη» υπενθυμίζει το ευρέως γνωστό του γεγονότος αυτού και το «περ» τονίζει την ακρίβεια του συμπεράσματος που βγήκε, το οποίο δηλώνεται με τη φράση «ἔδοξε κἀμοὶ». Θα λέγαμε εμείς: Ε, λοιπόν και σε μένα φάνηκε καλό (g).
(2) Τα συμφραζόμενα φανερώνουν, ότι οι πολλοί αυτοί ήταν, όπως και ο Λουκάς, μη αυτόπτες. Συνεπώς αποκλείεται να υπονοεί εδώ τον αυτόπτη Ματθαίο, του οποίου το ευαγγέλιο δεν φαίνεται να γνώρισε ο Λουκάς (p). Όσον αφορά στο ευαγγέλιο του Μάρκου είναι ελάχιστα πιθανό, ότι ο Λουκάς θα χαρακτήριζε ως απλή απόπειρα σύγγραμμα που θεωρούνταν γενικώς ως συγγραφή των αφηγήσεων του Πέτρου (g).
(3) Σημαίνει κατά λέξη: βάζω το χέρι σε κάποιο έργο, ζητώ να διαπράξω κάποιο έργο· επιχείρησαν αλλά δεν κατόρθωσαν ό,τι ζητούσαν (δ).
«Επειδή ήταν υπέρογκο το εγχείρημα, ενώ δηλαδή ήταν άνθρωπος, να συγγράψει διδασκαλία και λόγια Θεού, εύλογα απολογείται στον πρόλογο. Όπως ακριβώς λοιπόν στον παλαιό λαό, πολλοί υπόσχονταν προφητεία, αλλά από αυτούς… κάποιοι ήταν αληθινά προφήτες… έτσι και τώρα στην Καινή Διαθήκη, πολλοί θέλησαν να γράψουν τα ευαγγέλια, αλλά οι ικανοί «τραπεζίτες» δεν τα ενέκριναν όλα, αλλά διάλεξαν κάποια από αυτά… Διότι ο Ματθαίος δεν επιχείρησε, αλλά έγραψε από το άγιο Πνεύμα, ομοίως και ο Μάρκος και ο Ιωάννης και παραπλήσια και ο Λουκάς» (Ω).
Οι πολλοί «επιχείρησαν μόνο, αλλά δεν τελείωσαν κιόλας» (Θ). Η μομφή την οποία εκφράζει το ρήμα περιορίζεται μόνο στο ότι δεν κατόρθωσαν να συντάξουν διήγηση (δ). Ελάχιστα πιθανή η εκδοχή: «Οι συγγραφείς όμως αποπειράθηκαν να γράψουν το ευαγγέλιο που έχει την επιγραφή «κατ’ Αιγυπτίους» και το ευαγγέλιο με την επιγραφή «των Δώδεκα». Ήδη μάλιστα τόλμησε και ο Βασιλείδης να γράψει κατά Βασιλείδην ευαγγέλιο. Πολλοί μεν λοιπόν αποπειράθηκαν· διότι υπάρχει και το κατά Θωμάν ευαγγέλιο και το κατά Ματθίαν και άλλα περισσότερα. Αυτά είναι αυτών που αποπειράθηκαν να γράψουν· μόνο όμως τα τέσσερα ξεχωρίζει η εκκλησία του Θεού» (Ω). Οι συγγραφείς όμως των άλλων «επειδή άρχισαν χωρίς τη θεία χάρη, για αυτό ούτε τελείωσαν» (Θφ). Είναι οι ερμηνείες αυτές σωστές μεν από μόνες τους, δεν ανταποκρίνονται όμως σε ό,τι ο Λουκάς θέλησε να εκφράσει. Διότι τα μεν απόκρυφα που αναφέρθηκαν, γράφτηκαν αργότερα, ενώ στους «πολλούς» αυτούς περιλαμβάνει και τον εαυτό του ο Λουκάς.
(4) «Να ευπρεπίσουν» (Η). Λέξη που λέγεται μοναδική φορά στην Κ.Δ.. Βάζω την όλη ύλη σε τάξη, όπου η πρόθεση «ανά» φανερώνει την έκταση, το από την αρχή μέχρι το τέλος (δ). Ίσως όμως ο Λουκάς να χρησιμοποίησε τη λέξη απλώς με την έννοια του συντάσσω. Δες Αθανασίου 39 επιστολή πασχάλ. Migne 24,143 (L).
(5) Λέγεται μοναδική φορά. Μπήκε σε ενικό για να δειχτεί η ενότητα, την οποία ήθελαν να προσδώσουν οι πολλοί αυτοί στις σχετικά με το Χριστό αποστολικές παραδόσεις, συναρμολογώντας αυτές με χρονολογική τάξη και σειρά (δ).
(6) Ή, «για αυτά που βεβαιώθηκαν» (Ζ)· «διότι τα σχετικά με το Χριστό, δεν είναι απλώς από μία σκέτη παράδοση, αλλά λέγονται με αλήθεια και αξιοπιστία και κάθε βεβαιότητα» (Θφ).
«Ο Λουκάς βεβαίως λέγοντας «για αυτά που με βεβαιότητα πληροφορηθήκαμε» φανερώνει τη διάθεσή του, ότι σε τίποτα δεν αμφιβάλλει ούτε κάνει εικασίες, αλλά όλα με θάρρος τα βεβαίωσε επειδή τα γνώρισε καλά. Διότι είχε πληροφορηθεί και σε τίποτα δεν δίσταζε, αν έχει έτσι ή όχι το πράγμα… Διότι δεν είπε απλώς «που μας εμπιστεύτηκαν» αλλά «που μας πληροφόρησαν με βεβαιότητα» δίνοντας μαρτυρία για την εγκυρότητα των λεγομένων» (Ω).
Ή, σύμφωνα με τους νεότερους ερμηνευτές, για πράγματα το ρήμα πληροφορώ σημαίνει καθιστώ πλήρη (Β΄Τιμ. δ 5,17). Εδώ λοιπόν μπορούμε να μεταφράσουμε «για αυτά που συντελέστηκαν» (p). Το ίδιο ερμηνεύουν και οι g. L. Και οι δύο εκδοχές σοβαρές. Θα εκθέσει όχι αμφιβαλλόμενα και αμφισβητούμενα γεγονότα, αλλά πράγματα πληροφορημένα, τα οποία ο Χριστός συντέλεσε, κάτω από τέτοιες μάλιστα περιστάσεις, ώστε να παρέχεται πλήρης βεβαιότητα για το ότι πράγματι έγιναν. Παρόλο που δεν αποτελεί το θεμέλιο της πίστης μας, είναι όμως στήριγμά της το ότι τα άρθρα του συμβόλου μας αναφέρονται σε πράγματα που με κάθε βεβαιότητα έγιναν δεκτά από τους παλαιότερούς μας. Τη διδασκαλία του Χριστού μας την εμπιστεύθηκαν αναρίθμητοι από τους σοφότερους και άριστους ανθρώπους, οι οποίοι και τη ζωή τους θα θυσίαζαν πρόθυμα για αυτήν.
(7) Ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία: στις μέρες μας· στη γενιά μας. Ή, πιο πιθανή, εφόσον το «ἡμῖν» που ακολουθεί στο σ. 2 αναφέρεται σε μόνους τους πιστούς, τότε και εδώ το «ἐν ἡμῖν» = «στους αληθινούς μαθητές του Κυρίου» (Ζ)· ανάμεσα σε μας τους χριστιανούς. Η χριστιανοσύνη είναι η σφαίρα στην οποία τα γεγονότα αυτά πληροφορήθηκαν (p)· οι πιστοί ήταν το περιβάλλον, μέσα στο οποίο η ευαγγελική ιστορία συντελέστηκε (Ιω. κ 30) (g).
(8) «Είναι λοιπόν αυτά, και οι πράξεις και τα λόγια του, τα θαύματα και τα διδάγματα, και για να μιλήσουμε γενικά, η ζωή που έζησε με το σώμα του» (Ζ), τα οποία ο Λουκάς περιγράφει και στα δύο του έργα (b). «Λέει όμως πράγματα (γεγονότα), επειδή ακριβώς ο Ιησούς την σωματική του παρουσία δεν την παρουσίασε με τρόπο φανταστικό όπως λένε οι αιρετικοί, αλλά όντας αλήθεια ο ίδιος, ενήργησε τα γεγονότα με τρόπο αληθινό» (Ω).

1.2 καθὼς(1) παρέδοσαν(2) ἡμῖν(3) οἱ ἀπ᾽ ἀρχῆς(4) αὐτόπται(5) καὶ ὑπηρέται γενόμενοι τοῦ λόγου(6),
2 όπως μας τα παρέδωσαν εκείνοι που από την αρχή ήταν αυτόπτες μάρτυρες και έγιναν κήρυκες αυτού του χαρμόσυνου μηνύματος.
(1) Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: «Πώς όμως είναι πληροφορημένα αυτά; Πες μας, Λουκά. Όπως μας τα παρέδωσαν οι από την αρχή αυτόπτες» (Θφ). Πιο σωστά: Το «καθώς» δεν αναφέρεται στο πεπληροφορημένων, αλλά στο επεχείρησαν, δηλώνοντας το με ποιο τρόπο, ποιες πηγές χρησιμοποιώντας οι πολλοί αυτοί, συνέταξαν τη διήγηση (δ).
(2) Μπορεί το ρήμα παραδίδω να το πάρουμε ότι αναφέρεται και σε γραπτή αφήγηση, στην Κ.Δ. όμως συνήθως λαμβάνεται για προφορική παράδοση (Πράξ. ιστ 4, Α΄Κορ. ια 2,23,ιε 3). Στα συμφραζόμενα το παρέδωσαν αντιτίθεται στο «συνέταξαν διήγηση» (g). Προφορικά και ζωντανά παρέδωσαν.
(3) Σε εμένα και τους υπόλοιπους συνοδούς και μαθητές των αποστόλων (b). «Από αυτό είναι φανερό, ότι δεν ήταν ο Λουκάς από την αρχή μαθητής, αλλά έγινε σε ύστερο χρόνο· διότι άλλοι ήταν οι από την αρχή μαθητές… οι οποίοι και παρέδωσαν σε αυτόν, όσα δεν είδε αυτός, ούτε άκουσε αυτοπροσώπως» (Θφ).
(4) «Από την αρχή των θαυμάτων και των διδασκαλιών» (Ζ). Το «από την αρχή» δηλώνει την αρχή της δημόσιας δράσης του Κυρίου. Δες Ιω. ιε 27 και ιστ 4 (g). Ο Λουκάς λοιπόν πήρε τις πληροφορίες του όχι μόνο από τον Παύλο, ο οποίος επέστρεψε στην πίστη μετά από την αρχή (b).
(5) «Εννοεί τους δώδεκα μαθητές, που ήταν πάντα μαζί με το Χριστό και έβλεπαν και άκουγαν το κάθε πράγμα» (Ζ). «Αυτό κατ’ εξοχήν κάνει την πίστη αξιόπιστη, το να μάθουμε δηλαδή από αυτόπτες» (Χ). Το αυτόπτες πρέπει να συνδεθεί με το «πραγμάτων». Η όλη φράση=οι αυτόπτες των πραγμάτων αυτών και υπηρέτες του κηρύγματος (δ). Οι αυτόπτες αυτοί, των από την αρχή γεγονότων, έγιναν μετά την αναχώρηση του Ιησού υπηρέτες του λόγου (g).
(6) Ο όρος «λόγος», για δήλωση του ενυπόστατου Λόγου του Θεού, μόνο στον Ιωάννη χρησιμοποιείται. Στον Λουκά σημαίνει την διδασκαλία (Πράξ. η 4,ι 44,ια 19,ιδ 25,ιστ 6,ιζ 11) και μπορεί άριστα να σημαίνει την διδασκαλία που κηρύχτηκε από τον Κύριο (Μάρκ. α 15,β 2,η 32)(L). «Του διδασκαλικού λόγου, τον οποίο παρέδιδε ο Σωτήρας» (Ω). «Ονόμασε λοιπόν αυτούς υπηρέτες… επειδή στάλθηκαν στο κήρυγμα της πίστης» (Ζ). Δεν υπήρξαν αυτοί οι δημιουργοί του ευαγγελίου, αλλά οι υπηρέτες προς διάδοσή του. Άκουσαν αυτοί τη διδασκαλία του Χριστού και είδαν τα θαύματά του, με τέτοιο τρόπο ώστε άμεσα και όχι από κάποια ενδιάμεση πηγή γνώρισαν αυτά. Συνεπώς ήταν σε θέση να μιλούν με τη μεγαλύτερη βεβαιότητα για τα πράγματα, «τα οποία είδαν και άκουσαν» (Πράξ. δ 20). Συνόδευσαν τον Ιησού «σε κάθε χρόνο κατά τον οποίο μπήκε και βγήκε σε αυτούς ο Κύριος» (Πράξ. α 21). Κατά συνέπεια όχι μόνο άκουσαν και είδαν καθετί που θα αρκούσε να βεβαιώσει την πίστη τους, αλλά και σε περίπτωση, κατά την οποία θα δημιουργούνταν κάποια αμφιβολία σε αυτούς, είχαν κάθε ευκαιρία να εξακριβώσουν και να διαλευκάνουν τα σχετικά με αυτήν.

1.3 ἔδοξε(1) κἀμοὶ(2) παρηκολουθηκότι(3) ἄνωθεν(4) πᾶσιν(5) ἀκριβῶς(6) καθεξῆς(7) σοι γράψαι, κράτιστε(8) Θεόφιλε(9),
3 Γι’ αυτό θεώρησα κι εγώ καλό, εντιμότατε Θεόφιλε, αφού ερεύνησα όλα τα γεγονότα από την αρχή και με ακρίβεια, να σου τα γράψω με τη σειρά,
(1) «Δηλαδή μου φάνηκε αρεστό» (Ζ).
(2) Συγκρίνει τον εαυτό του με τους πολλούς εκείνους που επιχείρησαν (δ). Δεν μέμφεται λοιπόν τους πολλούς, αλλά επιθυμεί να μιμηθεί αυτούς και να συμπληρώσει αυτούς (p). Το «φάνηκε και σε μένα» είναι πάρα πολύ μετριοπαθές και νηφάλιο. Δεν κάνει καμία επίκληση ειδικής θείας κλήσης ή θείας αποκάλυψης (g), μολονότι γράφει με την θεία έμπνευση, όχι όπως οι πολλοί.
(3) «Στο παρόν ρητό «παρακολούθηση» πρέπει να εννοήσουμε τη γνώση» (Ζ). Μιλά όχι για άμεση, αλλά έμμεση παρακολούθηση με πνευματική εργασία. Παρακολούθησε με το νου ερευνώντας και εξετάζοντας πώς έγιναν τα πράγματα (δ).
(4) «Αντί να πει «από την αρχή τους»» (Ζ). Προχώρησε ο ευαγγελιστής μέχρι την ίδια την πρώτη αρχή, δηλαδή την υπόσχεση για γέννηση του Προδρόμου (p). Η παράδοση για το βίο του Χριστού, η οποία διαμορφώθηκε σύμφωνα με τον πρακτικό σκοπό της κατήχησης, άρχιζε από τη δημόσια δράση του Προδρόμου. Ο Λουκάς αισθάνθηκε την ανάγκη να προχωρήσει και παραπέρα και να ρίξει φως στις ίδιες τις αρχές του μεσσιακού δράματος (g).
(5) Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: «όλους τους αυτόπτες και υπηρέτες» (Ω). Πιο σωστά: «όλα τα έργα και λόγια του Σωτήρα» (Ζ). Άρχισε από την αρχή και ερεύνησε τα πάντα (p). Σύμφωνα με τον Sabatier στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο στους 1310 στίχους, στους οποίους μετριέται η συνοπτική αφήγηση, 541 στίχοι είναι αποκλειστικοί του Λουκά. Έτσι περισσότερο από το 1/3 της ιστορίας του Ιησού, θα μας παρέμενε άγνωστο, εάν ο Λουκάς δεν επιδιδόταν σε αυτήν την ακριβή έρευνά του (g).
(6) Όλη την έρευνά του την έκανε με ακρίβεια (p). «Ακριβώς», δηλαδή με επιμέλεια, με προσοχή, έτσι ώστε να μην παραλείψει κάτι από τα γνωστά, αλλά να ερευνήσει και να εκθέσει όλα αυτά σωστά και όπως πρέπει (δ). Το γραπτό λοιπόν ευαγγέλιο, το οποίο έχουμε σήμερα στα χέρια μας, συμφωνεί σε όλα με το ευαγγέλιο που κηρύχτηκε κατά τις πρώτες ημέρες της εκκλησίας. Ο Λουκάς ερεύνησε επιμελώς και παρακολούθησε επακριβώς τα γεγονότα της ευαγγελικής ιστορίας και μπορεί να λεχθεί για αυτόν ό,τι και για τους προφήτες της Π.Δ. οι οποίοι «αναζήτησαν και εξερεύνησαν σχετικά με τη χάρη που έγινε σε εμάς» (Α΄Πέτρ. α 10). Δεν αποδέχτηκε εύκολα και επιπόλαια αυτά που γράφει, αλλά έκανε ειδικό του έργο να σχηματίσει βέβαιη αντίληψη για όλες τις λεπτομέρειες. «Γράφω, λοιπόν, λέει, όχι επειδή τα παρέλαβα ακούγοντάς τα απλώς, αλλά με ακρίβεια τα παρακολούθησα όλα από την αρχή. Επαινεί μάλιστα τον μακάριο Λουκά και ο απόστολος (Παύλος) λέγοντας· «ο οποίος επαινείται για το ευαγγέλιο»» (Ω). Από αυτά πληροφορούμαστε, ότι η θεοπνευστία δεν αναιρεί τη χρήση των διανοητικών δυνάμεων του θεόπνευστου συγγραφέα, αλλά τονίζει, φωτίζει και εξυψώνει αυτές, ασφαλίζοντας αυτές από κάθε πλάνη. Ο Λουκάς δεν ήταν ένας απλός αντιγραφέας ή ένας γραφέας που έγραφε με υπαγόρευση και κινούνταν τελείως παθητικά. Διότι μας λέει, ότι εξακρίβωσε από τις ίδιες τις πηγές τις αλήθειες που έγραφε. Στην έρευνα και εξακρίβωση αυτή βρισκόταν βεβαίως κάτω από την άμεση καθοδήγηση του Πνεύματος έτσι, ώστε έκανε τέτοια εκλογή και τακτοποίηση των γεγονότων, όπως εξυπηρετούσε άριστα τον σκοπό για τον οποίο έγραψε το ευαγγέλιό του. Το γενικότερο ύφος του, η εκλογή των λέξεων και το σχέδιο και η ταξιθέτηση του έργου υπήρξαν εξ’ ολοκλήρου δικά του. Ήταν όμως τόσο πολύ εμποτισμένος από το Άγιο Πνεύμα, ώστε πρέπει να λεχθεί και για αυτόν, ότι «εμπνευσμένοι από το άγιο Πνεύμα, μίλησαν άγιοι άνθρωποι του Θεού» Β΄Πέτρ. α 21 (ο).
(7) Η παράδοση είχε χαρακτήρα διήγησης με ανέκδοτα. Αναφερόταν σε γεγονότα μεμονωμένα και παραθεωρούνταν η χρονολογική σειρά (g). Ο Λουκάς δεν έχει πρόθεση να δώσει απλή συλλογή ανεκδότων και μεμονωμένων λόγων του Κυρίου, αλλά τακτική αφήγηση με συστηματική σειρά. Δεν υπονοείται αναγκαστικά με το «καθεξής» χρονολογική σειρά, αλλά απλώς ένα είδος συστηματικής διάταξης. Όχι λιγότερο όμως έχει υπ’ όψη και κάποια χρονολογική σειρά (p). Ο Λουκάς περιγράφει με σειρά τις Πράξεις του Χριστού, την σύλληψή του, την γέννησή του, την παιδική του ηλικία, το βάπτισμά του, τα γεμάτα χάρη έργα του, το κήρυγμά του, το πάθος του, την ανάσταση και ανάληψή του (b).
(8) «Το «κράτιστε» είναι όπως το «εκλαμπρότατε». Γιατί τότε στους εκλαμπρότατους απευθυνόταν αυτή η τιμητική προσφώνηση» (Χ). «Όπως και ο Παύλος λέει προς τον ηγεμόνα Φήστο, Κράτιστε Φήστε» (Ζ). Αφού το επίθετο κράτιστος συχνά αποδιδόταν σε πρόσωπα ανώτερης τάξης (Πράξ. κγ 26,κδ 3,κστ 25) έχουμε ισχυρή απόδειξη ότι το ακόλουθο όνομα Θεόφιλε είναι όνομα συγκεκριμένου προσώπου (p). Σημείωσε, ότι η θρησκεία δεν καταστρέφει την ευγένεια και τους καλούς τρόπους της συμπεριφοράς, αλλά μας διδάσκει σύμφωνα με τα έθιμα που επικρατούν στη χώρα μας να αποδίδουμε την τιμή σε αυτόν που του πρέπει η τιμή.
(9) «Είναι εύλογο να θεωρούν κάποιοι, ότι έγραψε το ευαγγέλιο σε κάποιον Θεόφιλο, ο οποίος ήταν ένας από αυτούς που πίστεψαν και ήταν φλογερός στο πνεύμα και είχε μεγάλη λαχτάρα για τις πράξεις και τα λόγια του Κυρίου» (Ω). Είναι εκπληκτικό το ότι ο Θεόφιλος αυτός παρέμεινε άγνωστος. Παρ’ όλα αυτά σε αυτόν αναμφίβολα αναφέρονται κάποιοι υπαινιγμοί των ψευδοκλημεντίων (Αναγνωρισμοί Χ,71), όταν μιλούν για το Θεόφιλο ως μεγάλο πρόσωπο της Αντιόχειας, που μετέβαλε την μεγάλη βασιλική του σπιτιού του σε εκκλησία. Αργότερα η παράδοση παρουσιάζει αυτόν και ως επίσκοπο Αντιοχείας (L).

1.4 ἵνα(1) ἐπιγνῷς(2) περὶ ὧν(3) κατηχήθης(4) λόγων(5) τὴν ἀσφάλειαν(6).
4 για να βεβαιωθείς ότι τα όσα διδάχθηκες είναι αυθεντικά.
(1) Εκφράζει τον σκοπό του όλου έργου (b).
(2) «Για να κατέχεις περισσότερο» (Ζ). «Δεν είπε γνώση, αλλά επίγνωση, δηλαδή να λάβεις περισσότερη γνώση» (Θφ)· να γνωρίσεις ακριβώς (δ). «Υπόσχεται λοιπόν τη βεβαιότητα της γνώσης, έτσι ώστε, αυτά ακριβώς που εκείνος παρέλαβε, αυτά, παίρνοντάς τα και γραπτά να τα κατέχει ασφαλέστερα και να διατηρεί την πίστη» (Ω).
(3) Ή, την ασφάλεια για τα λόγια σχετικά με τα οποία κατηχήθηκες (Πράξ. κα 21, 24, αλλά το περί αναφέρεται σε πρόσωπο) ή, πιο σωστά, την ασφάλεια σχετικά με τους λόγους τους οποίους κατηχήθηκες σύμφωνα με το Πράξ. ιη 25, Γαλ. στ 6 (g).
(4) Το κατηχώ= βάζω ήχο στο αυτί, και έπειτα, διδάσκω ζωντανά. Μόνο στον Λουκά και τον Παύλο συναντιέται η λέξη (p). Γεμίζω με ήχο τα αυτιά. Λέγεται για τη διδασκαλία των αληθειών της χριστιανικής πίστης, οι οποίες εξαιτίας του ύψους και μεγέθους τους, γεμίζουν τα αυτιά και τη διάνοια και καρδιά των διδασκομένων (δ). «Δεν θα συμβεί ώστε, ενώ άλλα κατηχήθηκες, άλλα τώρα να ακούσεις από αυτήν εδώ τη γραφή, αλλά αυτά που έχεις γνωρίσει, για αυτά θα έχεις τελειότερη την ασφάλεια» (Ω). Κατηχήθηκε ο Θεόφιλος από αποστολικούς άνδρες. Αν όχι από τους ίδιους τους Αποστόλους, πάντως όμως από ευαγγελιστές της πρώτης χριστιανικής γενιάς. Είχε παρ’ όλα αυτά ανάγκη για μεγαλύτερο στηριγμό στην πίστη να σκύψει και σε γραπτή πηγή, και αυτή υπήρξε το θεόπνευστο αυτό ευαγγέλιο και οι Πράξεις των Αποστόλων που ακολουθούν αυτό. Το κήρυγμα ανοίγει το δρόμο, την ώρα που η με ευλαβική διάθεση μελέτη της θεόπνευστης Βίβλου ξεχύνει άμεσα από τον ίδιο τον ουρανό το σωτήριο φως μπροστά μας, το οποίο διαφωτίζει πλήρως τον ανοιγμένο δρόμο και κάνει την πορεία μας σε αυτόν βέβαιη και ασφαλή. Με αυτήν μιλά ο ίδιος ο Θεός στις καρδιές μας και μεταδίδει σε μας την βεβαιότητα για εκείνα, τα οποία με ζωντανή φωνή διδαχτήκαμε από τους διακόνους του. Ας αποτελεί λοιπόν η Βίβλος τον αχώριστο σύντροφό σου. Και συμπλήρωνε πάντοτε την από το κήρυγμα διδασκαλία σου με την αχόρταγη εντρύφησή σου στις σελίδες της που αναβλύζουν χάρη.
(5) «Τα λόγια της πίστης» (Ζ). Πρέπει να εννοήσουμε με το «λόγοι» την διδασκαλία την ιστορική συγχρόνως και θρησκευτική, την οποία ο Παύλος ονόμαζε «ευαγγέλιό του» (g).
(6) =την ακλόνητη και ακράδαντη βεβαιότητα (δ). «Έτσι ώστε, αυτά που προφορικά κατηχήθηκες, να τα κατέχεις με περισσότερη ασφάλεια» (Θφ). Την χωρίς πλάνη βεβαιότητα, εφόσον στην εξακριβωμένη αυτή αφήγηση ούτε κάτι νόθο και ψευδές και αμφίβολο εισχώρησε, ούτε κάτι αναγκαίο και ουσιώδες παραλείφθηκε. Η προφορική διδασκαλία υπήρξε το μεγάλο όργανο για διάδοση της γνώσης του Χριστού κατά τις πρώτες ημέρες της χριστιανικής εκκλησίας. Αλλά εάν δεν ευδοκούσε ο Θεός να γραφτούν τα ευαγγέλια με την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος σαν άλλα μεγάλα και μόνιμα ορόσημα, η προφορική παράδοση θα διέτρεχε τον κίνδυνο να αλλοιωθεί με προσθήκες, όσο θα απομακρυνόμασταν από τα χρόνια που έζησε ο Χριστός (ο). Ας είναι ευλογημένος ο Θεός, ο οποίος δεν αρκέστηκε μόνο να εγκαθιδρύσει την εκκλησία του «στύλο και εδραίωμα της αλήθειας», αλλά ευαρεστήθηκε να μας χαρίσει και τα ευαγγέλια και ολόκληρη τη θεόπνευστη Βίβλο απλάνευτο και ασφαλή οδηγό για μεγαλύτερη βεβαίωση και πληροφορία μας στην αλήθεια που σώζει.
Στίχ. 5-25. Προαναγγελία της γεννήσεως του Προδρόμου.
1.5 ᾽Εγένετο(1) ἐν ταῖς ἡμέραις(2) ῾Ηρῴδου(3) του βασιλέως(4) τῆς ᾽Ιουδαίας(5) ἱερεύς(6) τις ὀνόματι Ζαχαρίας(7) ἐξ ἐφημερίας(8) ᾽Αβιά(9), καὶ η γυνὴ αὐτού(10) ἐκ τῶν θυγατέρων ᾽Ααρών(11), καὶ τὸ ὄνομα αὐτῆς ᾽Ελισάβετ(12).
5 Την εποχή που βασιλιάς στην Ιουδαία ήταν ο Ηρώδης, ζούσε κάποιος ιερέας από την ιερατική τάξη του Αβιά, που τον έλεγαν Ζαχαρία· η γυναίκα του λεγόταν Ελισάβετ, απόγονος του Ααρών.
«Αρχίζει από τον Ζαχαρία και τη γέννηση του Ιωάννη εύλογα. Επειδή δηλαδή πρόκειται να μιλήσει για τη γέννηση του Χριστού, Πρόδρομος όμως του Χριστού ήταν ο Ιωάννης, εύλογα πριν τη γέννηση του Χριστού διηγείται αυτήν του Ιωάννη, που ούτε αυτή ήταν χωρίς θαύμα» (Θφ). «Αφηγείται πρώτα τα παράδοξα κατά τη σύλληψη και γέννηση του Προδρόμου, φανερώνοντας ότι αμέσως από την αρχή της ζωής του (ο Ιωάννης), ήταν άξιος να πιστευτεί» (Ζ). Έχοντας πρόθεση ο ευαγγελιστής να εκθέσει λεπτομερέστερα τα σχετικά με τη σύλληψη και γέννηση του Σωτήρα, αποφασίζει να πράξει το ίδιο και για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, ο οποίος υπήρξε το αστέρι το πρωινό, που προανάγγελλε την έλευση του Ηλίου της δικαιοσύνης. Δικαιολογείται λοιπόν αυτό πλήρως, όχι μόνο από το ότι είναι άξιο κάθε λόγου να πληροφορείται κάποιος για τις πρώτες ημέρες των προσωπικοτήτων εκείνων, οι οποίες στη συνέχεια αναδεικνύονται μεγάλες και εξαιρετικές, αλλά και από το ότι κατά τις πρώτες αυτές ημέρες του Κυρίου και του Προδρόμου του, σημειώθηκαν πολλά γεγονότα θαυμαστά, που προοιώνιζαν τα όσα επρόκειτο εν καιρώ να επακολουθήσουν.
(1) Και το «Εγένετο» και το «ἐν ταῖς ἡμέραις» είναι εβραϊκοί τρόποι έκφρασης (p). Βρίσκεται εδώ με τη σημασία του «ήταν», δηλαδή υπήρξε ή ζούσε, και όχι με την έννοια του εμφανίστηκε στην ιστορία, όπως στα Ιω. α 6 και Α΄Ιω. β 18 και Β΄Πέτρ. β 1 (δ). Παρόλο που οι ενδείξεις του εκλεκτού ύφους του Λουκά παρουσιάζονται πλούσιες τόσο εδώ, όσο και σε οποιοδήποτε μέρος του ευαγγελίου, όμως η μορφή της διήγησης είναι έντονα εβραϊκή· τόσο, ώστε θα σχημάτιζε κάποιος την πεποίθηση, ότι ο Λουκάς είχε μπροστά του αραμαϊκή γραπτή πηγή, από την οποία μεταφράζει. Η παρθένος Μαρία πιθανότατα υπήρξε αυτή που παρείχε πολλές από τις πληροφορίες που περιέχονται στα δύο πρώτα κεφάλαια του ευαγγελίου αυτού και ενδέχεται αυτή να συνέγραψε την αραμαϊκή πηγή, από την οποία τώρα αντλεί ο Λουκάς (p).
(2) Εφαρμόζεται η λέξη στη βασιλεία μάλλον παρά στο πρόσωπο (L)= κατά τον καιρό, ενώ όταν λέγεται για βασιλιάδες και ηγεμόνες=στη βασιλεία, ή, όταν βασίλευε, όταν ήταν ηγεμόνας (δ).
(3) «Ηρώδη να εννοήσεις αυτόν που σκότωσε τα βρέφη, τον πατέρα του Ηρώδη που φόνευσε τον Πρόδρομο» (Ζ). Είναι αυτός ο Ηρώδης ο μέγας, τίτλος που δόθηκε σε αυτόν από τους συγχρόνους του, οι οποίοι πάρα πολύ υπέφεραν από αυτόν (p). Δύο ακόμη Ηρώδες αναφέρει η Κ.Δ. τον Ηρώδη Αντίπα, υιό του βρεφοκτόνου Ηρώδη και της Σαμαρείτιδας Μαρθάκης, και τον Ηρώδη τον Αγρίππα, εγγόνι του βρεφοκτόνου Ηρώδη από τον γιο του Αριστόβουλο. Ο Αντίπας αποκεφάλισε τον Πρόδρομο, ο Αγρίππας φόνευσε με μαχαίρι τον Ιάκωβο τον αδελφό του Ιωάννη (Πράξ. ιβ 1,4). Αυτού του Αγρίππα γιος υπήρξε ο αναφερόμενος στις Πράξεις (κεφ. κστ και κζ) Αγρίππας ο δεύτερος (δ). Ο βρεφοκτόνος Ηρώδης σύμφωνα με τον Ιώσηπο πέθανε την άνοιξη του 750 από κτίσεως Ρώμης. Ο Κύριος λοιπόν πρέπει να γεννήθηκε το αργότερο το 750 ή 749 από κτίσεως Ρώμης. Από πλάνη κατά τον Ε΄αιώνα, έτος γεννήσεως του Κυρίου ορίστηκε το 753 δηλαδή 3 ή 4 έτη αργότερα από την πραγματική χρονολογία (g).
(4) Ανακηρύχτηκε βασιλιάς από τη ρωμαϊκή σύγκλητο με τη σύσταση του Αντωνίου και με τη συμφωνία του Οκταβίου το 714 από κτίσεως Ρώμης δηλαδή το 40 π.Χ. (δ). Μετά το θάνατο λοιπόν αυτού του Ηρώδη, σταμάτησε να υπάρχει άρχοντας από τη φυλή του Ιούδα και συνεπώς έφτασε ο καιρός της έλευσης του Σηλώ, «στον οποίο ανήκει η βασιλεία και αυτός είναι η προσδοκία των εθνών» (Γεν. μθ 10). Ο οίκος Δαβίδ είχε ήδη παρακμάσει. Αλλά ακριβώς τώρα θα ανέθαλλε και θα λαμπρυνόταν πάλι στο πρόσωπο του Μεσσία. Ποτέ δεν πρέπει κάποιος να απελπίζεται για τη θρησκευτική αναζωογόνηση και ανόρθωση, και όταν ακόμη οι πολιτικές ελευθερίες χάθηκαν. Ο Ισραήλ ήταν τώρα υπόδουλος, και όμως μέσα στην κατάσταση αυτή ανατέλλει η δόξα του Ισραήλ, ο Χριστός. Όταν η νύχτα ήταν πυκνότατη, τότε άρχισε να φωτίζει η γλυκιά αυγή. Και οι πρώτες ακτίνες έλαμψαν με το αγγελικό μήνυμα προς τον Ζαχαρία. Μάθημα παρήγορο, ενισχυτικό και διαφωτιστικό για εμάς. Εμπιστέψου το μέλλον της εκκλησίας σου, της χώρας σου, της οικογένειάς σου στα χέρια του Θεού. Γνωρίζει αυτός τον κατάλληλο καιρό, κατά τον οποίο θα παρέμβει, ενεργώντας θαυμαστά και αποτελεσματικά. Η νύχτα έχει προχωρήσει πολύ πριν ακόμη ανατείλει η ημέρα. Ας πυκνώνουν οι σκιές. Εσύ να είσαι υπομονετικός. Και μην αμφιβάλλεις ότι η ώρα της θείας παρέμβασης πλησιάζει.
(5) Το «Ιουδαία» εδώ χρησιμοποιείται με ευρύτερη έννοια (g). Σημαίνει τη χώρα των Ιουδαίων, την Παλαιστίνη. Δες Λουκ. ζ 17, κγ 5, Πράξ. β 9, ι 37, ια 1,29). Εκτός από την Ιουδαία, με τη στενότερη έννοια της λέξης, περιλαμβάνονταν στη δικαιοδοσία του Ηρώδη και η Σαμάρεια, η Γαλιλαία, μεγάλο μέρος της Περαίας και η Κοίλη Συρία (p).
(6) Όχι ο αρχιερέας, αλλά ένας από τους ιερείς που λειτουργούσαν στο ναό (b). Στο λεγόμενο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου ο Ζαχαρίας ονομάζεται αρχιερέας (στο κεφ. VIII). Αυτό λοιπόν έγινε δεκτό από μεταγενέστερους συγγραφείς, οι οποίοι υπέθεσαν, ότι το γεγονός που εξιστορείται εδώ έλαβε χώρα κατά την ημέρα του εξιλασμού στα Άγια των Αγίων. Αλλά εάν επρόκειτο για αρχιερέα ο Λουκάς δεν θα έγραφε ούτε «κάποιος ιερέας» ούτε «του έλαχε να θυμιάσει» αν επρόκειτο για την ημέρα του εξιλασμού (p).
(7) Οι Ο΄ μεταφράζουν έτσι όνομα εβραϊκό που σημαίνει μνήμη ή δόξα Θεού=Θεομνημόνευτος, θεοδόξαστος (δ).
(8) Η λέξη εφημερία έχει δύο σημασίες α) υπηρεσία για ορισμένες ημέρες (Νεεμ. ιγ 30,Α΄Παραλ. κε 8,Β΄Παραλ. ιγ 10) και β) τάξη ιερέων που αναλάμβανε λειτουργία στο ναό σε καθορισμένες ημέρες, δηλαδή για μία βδομάδα (Α΄Παραλειπ. Κγ 6, κη 13, Α΄Έσδρα α 2,15), όπως εδώ. Οι τάξεις αυτές ονομάζονταν και διαιρέσεις και από τον Ιώσηπο πατριές και εφημερίδες (Αρχαιολ. VII,14,7)(p). Ο Ιώσηπος αναφέρει σε αυτό το σημείο παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Δαβίδ «μοίρασε αυτούς σε πατριές και αφού χώρισε από τη φυλή τους ιερείς, βρήκε 24 πατριές από αυτούς, και από μεν την οικία του Ελεαζάρου δεκαέξι, ενώ από του Ιθωμάρου οχτώ· διέταξε λοιπόν μία πατριά να διακονεί το Θεό για οχτώ ημέρες, από Σάββατο έως Σάββατο… και έμεινε αυτό το μοίρασμα μέχρι σήμερα». Κάθε τάξη ή εφημερία ιερέων λοιπόν λειτουργούσε στο ναό για μία εβδομάδα ή 2 φορές το χρόνο.
(9) Ο Αβιά καταγόταν από τον Ελεάζαρ και από το όνομά του ονομάστηκε η όγδοη από τις 24 τάξεις, στις οποίες ο Δαβίδ διαίρεσε τους ιερείς (Α΄Παραλειπ. κδ 10, Β΄Παραλειπ. η 14). Αλλά από τις 24 αυτές τάξεις μετά την αιχμαλωσία μόνο 4 επέστρεψαν· οι υιοί Ιεδαΐα, οι υιοί Ιμμήρ, οι υιοί Πασχώρ και οι υιοί Χαρήμ (Έσδρα β 36-39 σύμφωνα με το εβραϊκό κείμενο). Αλλά οι 4 αυτές εφημερίες διαιρέθηκαν πάλι σε 24 σύμφωνα με τα αρχαία τους ονόματα. Έτσι ο Ζαχαρίας δεν ανήκε στην αρχική εφημερία Αβιά, διότι αυτή δεν επέστρεψε (p).
(10) Υπάρχει και η γραφή: καὶ γυνὴ αὐτῷ. Η αλεξανδρινή γραφή «αὐτῷ» είναι τραχύτερη και περισσότερο εβραϊκή από τη βυζαντινή «αὐτοῦ». Πρέπει παρ’ όλα αυτά να προτιμηθεί (g), οπότε εξυπακούεται το ρήμα «ήταν (υπήρχε σε αυτόν)» (L).
(11) «Από τους απόγονους του Ααρών. Έδειξε λοιπόν ότι ο Πρόδρομος καταγόταν από την ιερατική φυλή, όχι από τη μεριά του πατέρα μόνο, αλλά και από της μητέρας και ήταν και από τις δύο μεριές ιερατικής καταγωγής» (Ζ). Θεωρούνταν στους Εβραίους η μέγιστη ευγένεια το να κατάγεται κάποιος από ιερατικό γένος και μάλιστα και από τους δύο γονείς, όπως λέει αυτό για τον εαυτό του ο Ιώσηπος στο Βίο του 5,1 (δ). Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: «Δεν επιτρεπόταν ο ιερέας να πάρει γυναίκα από άλλη φυλή, αλλά από την ίδια» (Θφ). Πιο σωστά, οι ιερείς όφειλαν να νυμφεύονται ή παρθένες ή χήρες, όχι όμως και χωρισμένες, πάντοτε όμως από καταγωγή ισραηλιτική (Ιωσήπου κατά Απίωνος Ι,7). Δεν ήταν σε αυτούς επιβεβλημένο να διαλέγουν συζύγους από ιερατική φυλή, αλλά η εκλογή αυτή θεωρούνταν η περισσότερο αρμόζουσα και τιμητική για αυτούς (L). Καμία άλλη οικογένεια στον κόσμο δεν τιμήθηκε τόσο από το Θεό, όσο οι οικογένειες του Ααρών και του Δαβίδ. Με την οικογένεια του Ααρών συνάφθηκε η διαθήκη της ιερωσύνης, ενώ με την οικογένεια του Δαβίδ η διαθήκη της βασιλείας. Στο μεταξύ και οι δύο οικογένειες αυτές αποξενώθηκαν από τις τιμές τους. Αλλά στις έσχατες ημέρες το ευαγγέλιο και πάλι τιμά αυτούς· την μεν οικογένεια Ααρών με τον Πρόδρομο και βαπτιστή Ιωάννη, ενώ την οικογένεια Δαβίδ με τον Μεσσία Ιησού. Και στη συνέχεια και οι δύο οικογένειες εξαφανίστηκαν.
(12) Στη μετάφραση των Ο΄ λέγεται Ελισάβεθ. Η ακριβής ετυμολογία του ονόματος δεν είναι πολύ σαφής=Ο Θεός μου είναι όρκος ή ο Θεός ορκίστηκε, δηλαδή να με προστατεύει (L), ή ο Θεός είναι όρκος μου (p,g).

1.6 ἦσαν δὲ δίκαιοι(1) ἀμφότεροι(2) ενώπιον τοῦ Θεοῦ(3), πορευόμενοι(4) ἐν πάσαις ταῖς ἐντολαῖς καὶ δικαιώμασι(5) τοῦ Κυρίου ἄμεμπτοι(6).
6 Ήταν και οι δύο άνθρωποι πιστοί στο Θεό, και η ζωή τους ήταν άμεμπτη, σύμφωνη με το νόμο και τις εντολές του Κυρίου.
(1) «Δίκαιους εδώ εννοεί τους ενάρετους» (Ζ). Με τη σημασία αυτού που έχει κάθε αρετή, όπως λέει ο Φαβωρίνος (δ).
(2) Ο Θεός φτιάχνει τα εκλεκτά του όργανα (όπως ο Ιωάννης) από ευσεβείς γονείς (b). Είναι εξαιρετική ευτυχία οι συνδεδεμένοι με το γάμο να είναι και οι δύο συνδεδεμένοι και με τον Κύριο. Ειδικότερα όμως είναι ζητούμενο για τους ιερείς, τους λειτουργούς του Κυρίου, να είναι μαζί με τις συζύγους τους δίκαιοι μπροστά στο Θεό, ώστε να γίνονται παράδειγμα και πρότυπο του ποιμνίου τους, γεμίζοντας με ευφροσύνη τις καρδιές των πιστών που το αποτελούν.
(3) Υπάρχει και η γραφή «εναντίον του Θεού». Η προσθήκη της εβραϊκής φράσης εναντίον του Θεού ή ενώπιον του Θεού (Πράξ. η 21, Γεν. στ 8,11,13,ζ 1,ι 9) προσδίδει στο «δίκαιοι» που προηγήθηκε, την πλήρη του έννοια (p). «Ήταν δίκαιοι όχι μπροστά στους ανθρώπους, αλλά μπροστά στο Θεό, αυτόν έχοντας να επιβλέπει τη δικαιοσύνη τους. Διότι αυτή είναι αληθινή δικαιοσύνη» (Ζ). «Τώρα όμως ήταν αναγκαία η προσθήκη της φράσης «μπροστά στο Θεό». Διότι όταν ένας άνθρωπος δεν έχει να πει τίποτα κακό για μένα, αλλά κατανοώντας αυτά που φαίνονται σε μένα, με επαινεί, τότε είμαι δίκαιος μπροστά στους ανθρώπους. Δεν γνωρίζουν όμως οι άνθρωποι το κρυφό μου, πότε αμάρτησα βλέποντας γυναίκα με σκοπό να την επιθυμήσω, ώστε να μου λογαριάσουν την μοιχεία της καρδιάς. Ναι, τέλειος έπαινος είναι το να είναι κάποιος δίκαιος μπροστά στο Θεό… διότι αυτός και μόνος αποκλειστικά γνωρίζει και τις καρδιές των ανθρώπων. Διότι είναι ενδεχόμενο φαινομενικά μεν να είναι δίκαιος κάποιος μπροστά στους ανθρώπους, ενώ κρυφά στη διάνοιά του να μην είναι τέτοιος, αφού έχει μέσα του να φωλιάζουν πονηροί λογισμοί» (Ω). Παρ’ όλα αυτά εδώ δεν πρόκειται για την δικαιοσύνη όπως την περιγράφει ο Παύλος. Χαρακτηρίζονται απλώς ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ, ως δύο καλοί Ισραηλίτες που τηρούν κατά τον καλύτερο, όσο μπορούσαν, τρόπο, τον μωσαϊκό νόμο (L). Η δικαιοσύνη τους αυτή δεν απέκλειε τελείως και κάθε αμαρτία, όπως δείχνει η συμπεριφορά του Ζαχαρία στην οπτασία που ακολουθεί (g).
(4) Άλλος εβραϊσμός (=εβραϊκός τρόπος γραφής και έκφρασης)· (Δευτ. κη 9,Α΄Βασ. η 3,5,Γ΄Βασιλ. Γ 14 κλπ)(p). Το πορεύομαι εδώ και σε πολλά σημεία στη Γραφή, όπως και το περπατώ, λέγονται μεταφορικά με ηθική σημασία με την έννοια του: ζω σύμφωνα με αυτά τα παραγγέλματα, εφαρμόζω και εκπληρώνω αυτά (δ).
(5) Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: εντολές είναι τα ηθικά παραγγέλματα, ενώ δικαιώματα οι τελετουργικές διατάξεις (b). Πιο σωστά: είναι λέξεις που συχνά συναντιούνται στην Π.Δ. μαζί και ενωμένα, για να δηλώσουν το σύνολο των θείων παραγγελμάτων, ηθικών ή τελετουργικών, που περιλαμβάνονται στο νόμο (g). «Τις εντολές του νόμου τις ονόμασε και δικαιώματα, διότι είναι γεμάτες από δικαιοσύνη και διότι κάνουν δίκαιους αυτούς που τις ακολουθούν» (Ζ), «ή μάλλον επειδή είναι και δικαίωμα του Θεού» (Θφ).
(6) Ο Παύλος λέει για τον εαυτό του «όσον αφορά τη δικαιοσύνη του νόμου, υπήρξα άμεμπτος» (Φιλιπ. β 15) δηλαδή οι άνθρωποι δεν είχαν τίποτα να τον κατηγορήσουν. Αυτή πρέπει να είναι η έννοια και εδώ. Η συμπεριφορά των δύο συζύγων ήταν σύμφωνη με ό,τι ζητούσε ο νόμος από κάθε καλό Ισραηλίτη, έτσι ώστε τίποτα δεν είχαν να τους κατηγορήσουν οι άνθρωποι (L). Αξιοσημείωτη και η επόμενη ερμηνεία: «Είναι δυνατόν να πορεύεται κάποιος με όλες τις εντολές και τα παραγγέλματα όχι άμεμπτα… Επειδή και το καλό δεν είναι καλό, όταν δεν γίνεται καλά. Εκείνος λοιπόν ενεργεί άμεμπτα, ο οποίος δεν κάνει τίποτα για επίδειξη, κυνηγώντας την δόξα των ανθρώπων, αλλά βλέπει μόνο προς το ένα και προς αυτό κατευθύνει στον σκοπό. Διότι όταν εκτελούμε τις εντολές με τρόπο που να έχουμε στη συνείδηση βρωμιά κενοδοξίας ή ανθρωπαρέσκειας ή κάποιου άλλου παρόμοιου πράγματος, έστω και αν φαινόμαστε ότι εκτελούμε την εντολή, δεν την εκτελούμε άμεμπτα» (Ω). Ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ δεν ήταν αναμάρτητοι, ήταν όμως άμεμπτοι. Κανείς δεν μπορούσε να τους κατηγορήσει για οποιαδήποτε παρεκτροπή, η οποία θα είχε φανεί στα μάτια του λαού. Ήταν δίκαιοι μπροστά στο Θεό, και δειχνόταν αυτό στην όλη συμπεριφορά τους, όχι μόνο με όσα έλεγαν, αλλά προ παντός και με όσα έπρατταν.

1.7 καὶ οὐκ ἦν αὐτοῖς τέκνον(1), καθότι(2) ἡ ᾽Ελισάβετ ἦν στεῖρα(3), καὶ ἀμφότεροι προβεβηκότες ἐν ταῖς ἡμέραις(4) αὐτῶν ἦσαν.
7 Δεν είχαν όμως παιδί, γιατί η Ελισάβετ ήταν στείρα, και ήταν κι οι δυο τους περασμένης ηλικίας.
(1) Ήταν μεγάλη θλίψη, ακόμη και ντροπή ένας Ισραηλίτης να μην αποκτήσει παιδί (g). Θεωρούνταν ως τιμωρία που ήλθε λόγω αμαρτίας (Λευϊτ. κ 20,21, Ιερεμ. κβ 30)(p).
(2) Συναντιέται και στους κλασσικούς συγγραφείς και σημαίνει καθώς. Εδώ=διότι. Δες και Λουκ. ιθ 9 και Πράξ. β 24. Στα χωρία όμως Πράξ. β 45 και δ 35=εφ’ όσον (δ).
(3) Πρέπει να βάλουμε τελεία μετά το στείρα=Δεν είχαν έως τότε παιδιά, διότι η Ελισάβετ ήταν στείρα. Δεν μπορούσαν όμως και να ελπίζουν για κανένα λόγο στην απόκτηση παιδιού, διότι ήταν προχωρημένης ηλικίας (L).
(4) Η φράση προβεβηκότες ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν είναι εβραϊκή (Γεν. ιη 11 κλπ)(g). Στους κλασικούς η φράση είναι προβεβηκότες τη ηλικία. Πολλά εξέχοντα πρόσωπα γεννήθηκαν από μητέρες, οι οποίες για πολύ παρέμειναν άτεκνες, όπως ο Ισαάκ, ο Ιακώβ, ο Ιωσήφ, ο Σαμψών, ο Σαμουήλ και ο Πρόδρομος Ιωάννης. Με αυτό η γέννησή τους γινόταν περισσότερο αξιοσημείωτη και πιο αισθητή στους γονείς τους η παρεχόμενη σε αυτούς ευλογία. Επιπλέον δείχνεται με τις περιπτώσεις αυτές, ότι ο Θεός αναβάλλει μερικές φορές να δείξει το έλεός του στο λαό του, αλλά ξεχύνει αφθονότερο αυτό, όταν φτάσει ο καθορισμένος από την Πρόνοια καιρός, κατά τον οποίο θα ανταμείψει την δοκιμασμένη υπομονή και καρτερία των εκλεκτών του.

1.8 ᾽Εγένετο δὲ ἐν τῷ(1) ἱερατεύειν(2) αὐτὸν ἐν τῇ τάξει τῆς ἐφημερίας(3) αὐτοῦ ἔναντι τοῦ θεοῦ(4),
8 Όταν ήρθε η σειρά να εφημερεύσει η τάξη του Ζαχαρία κι αυτός εκτελούσε τα ιερατικά του καθήκοντα προς το Θεό, συνέβη
(1) «Εγένετο ἐν τῷ» είναι καθαρά εβραϊκή αλλά όχι και αραμαϊκή σύνταξη (L). Το εγένετο… έλαχε=συνέβη να λάχει ή συνέβη και έλαχε (δ).
(2) =Την ώρα που λειτουργούσε ως ιερέας. Το ρήμα ιερατεύω συχνά συναντιέται στους Ο΄, αλλά πουθενά αλλού στην Κ.Δ. Δεν συναντιέται παλαιότερα από τους Ο΄, δεν είναι όμως σπάνιο στην μεταγενέστερη γραμματεία (p). Οι κλασσικοί αντί για αυτό χρησιμοποιούν το ιεράσθαι μαζί με δοτική του ονόματος του θεού, του οποίου τύχαινε να είναι ιερέας αυτός για τον οποίο γίνεται λόγος (δ). Τα ιερατικά έργα ήταν η προσφορά θυσιών υπέρ του λαού και θυμιαμάτων, πρωί και απόγευμα (g.
(3) =σύμφωνα με τη σειρά της πατριάς του (δ).
(4) Η ιερωσύνη ασκούνταν ενώπιον του Θεού, του οποίου η παρουσία ήταν περισσότερο αισθητή στο ναό (L). Η φράση κάνει πιο αισθητή την σοβαρότητα του έργου αυτού (g), δηλώνοντας το επίσημο του ιερατικού αξιώματος (δ).

1.9 κατὰ τὸ ἔθος(1) τῆς ἱερατείας(2) ἔλαχε τοῦ θυμιᾶσαι(3) εἰσελθὼν(4) εἰς τὸν ναὸν(5) τοῦ κυρίου(6),
9 να του ανατεθεί με κλήρο –όπως συνηθιζόταν να μοιράζονται τα ιερατικά καθήκοντα– να μπει στο ναό του Κυρίου και να προσφέρει θυμίαμα.
(1) =Σύμφωνα με τη συνήθεια που τηρούσαν οι ιερείς (δ). Η τάξη των 24 εφημεριών κανονιζόταν με κάποιο νόμο, καθιερωμένο από τη συνήθεια. Εάν λάβουμε υπ’ όψη ότι σύμφωνα με τον Ιώσηπο (Κατά Απίωνος ΙΙ,8) κάθε μία από τις 4 τάξεις των ιερέων αποτελούνταν από 5 χιλιάδες και εάν ακόμη οι 4 αυτές τάξεις είχαν διαιρεθεί σε 24, πάλι έχουμε σημαντικό αριθμό ιερέων για κάθε μία από τις τάξεις αυτές (L). Η συνήθεια λοιπόν ήταν να γίνεται κλήρωση, έτσι ώστε ο κλήρος να καθορίζει τον ιερέα, ο οποίος θα καλούνταν να επιτελέσει το πάρα πολύ τιμητικό αυτό έργο (g). Η κλήρωση αυτή γινόταν δύο φορές την ημέρα, πρωί και απόγευμα, κατά την ώρα της προσφοράς του θυμιάματος. Ο ιερέας που κληρωνόταν διάλεγε δύο άλλους ως βοηθούς του, αλλά όταν οι προετοιμασίες συντελούνταν, αυτοί αποχωρούσαν, αφήνοντας αυτόν μόνο στα άγια (p). Μόνο όμως μία φορά σε όλη την εβδομάδα, μπορούσε να πέσει ο κλήρος του να θυμιάσει στο ίδιο πρόσωπο σύμφωνα με τη Μίσχνα (Tamid 5,2 και Joma 2,4), διότι αυτοί που μία φορά κληρώθηκαν αποκλείονταν πλέον από την κλήρωση (δ). Το έργο του ιερέα ήταν: «και θα θυμιάσει πάνω σε αυτό (το θυσιαστήριο) ο Ααρών θυμίαμα σύνθετο λεπτό το πρωί, όταν ετοιμάζει τους λύχνους θα θυμιάσει σε αυτό» (Εξοδ. λ 7).
(2) Σημαίνει κυρίως το ιερατικό αξίωμα, την ιερατική λειτουργία, την ιερωσύνη, και με αυτήν την έννοια λέγεται και στο Εβρ. ζ 5. Εδώ σημαίνει όλους όσους έχουν το αξίωμα αυτό, την ιερατική τάξη, τους ιερείς (δ).
(3) Λέγεται μία μόνο φορά στην Κ.Δ.. Συνηθισμένο στους Ο΄. (δ). Το θυμιάζω δεν πρέπει να το πάρουμε ότι γινόταν με τον ίδιο τρόπο όπως και σε μας, με ταλάντευση του θυμιατηρίου. Το θυμίαμα ριχνόταν πάνω στο θυσιαστήριο των θυμιαμάτων, το οποίο βρισκόταν στα άγια, πριν το καταπέτασμα (βαριά κουρτίνα-χώρισμα) που χώριζε αυτά από τα άγια των αγίων. Ο Λουκάς δεν αναφέρει πότε ο Ζαχαρίας μπήκε να θυμιάσει. Η συρροή όμως του λαού δείχνει μάλλον ότι μπήκε το απόγευμα (L).
(4) Ρηματική μετοχή αντί για το απλό ρήμα μαζί με το και=και μπήκε στο ναό, για να θυμιάσει (δ). Στην ελληνική θα εκφραζόταν απλούστερα «και αφού του έλαχε, μπήκε» (L).
(5) Αντιτίθεται στο ιερό και ήταν το οικοδόμημα που περιλάμβανε τα άγια και τα άγια των αγίων. Οι ιερείς μπορούσαν να μπαίνουν στα άγια, όπου ήταν το θυσιαστήριο των θυμιαμάτων. Σύμφωνα με το Εξοδ. λ 7 ο Ααρών προσέφερε το θυμίαμα. Υπερίσχυσε όμως η συνήθεια την λειτουργία αυτή να επιτελεί απλός ιερέας (L).
(6) Η λέξη τονίζει την ιερότητα του τόπου (g).

1.10 καὶ πᾶν τὸ πλῆθος(1) ἦν(2) τοῦ λαοῦ προσευχόμενον(3) ἔξω(4) τῇ ὥρᾳ(3) τοῦ θυμιάματος(5)·
10 Όλο το πλήθος του λαού, την ώρα του θυμιάματος, προσευχόταν έξω.
(1) Από την συρροή του πλήθους θα μπορούσε κάποιος να συμπεράνει ότι ήταν ημέρα Σαββάτου. Η ένδειξη όμως δεν είναι βέβαιη.
(2) Η θέση της λέξης «του λαού» μεταξύ του ἦν και του προσευχόμενον, αντιτίθεται στο να θεωρήσουμε ότι το ἦν συνδέεται με το προσευχόμενον=προσευχόταν (p). Μάλλον πρέπει να πάρουμε το ἦν με την έννοια του βρισκόταν, υπήρχε εκεί (L).
(3) Σύμφωνα με το Ταλμούδ η ώρα του θυμιάματος ήταν εξόχως ιερή και αναμφίβολα σε αυτήν επικρατούσε σιγή (Αποκ. η 1,3,4)(L). Το θυμίαμα ήταν σύμβολο της θείας λατρείας της ευάρεστης στο Θεό (δ). Συνδέονταν λοιπόν οι δύο αυτές πράξεις, δηλαδή η προσφορά του θυμιάματος και η πράξη της προσευχής όπως η πραγματικότητα με το σύμβολο. Η προσφορά του θυμιάματος συμπλήρωνε τις ατέλειες της πραγματικής λατρείας, όπως και η τελευταία αυτή αποτελούσε την ψυχή του θυμιάματος, το οποίο ανέβαινε προς τον ουρανό (g). Δεν είναι λοιπόν αρκετό να στεκόμαστε απλώς στον τόπο όπου ο Θεός λατρεύεται, αλλά πρέπει και οι καρδιές μας να συνενώνονται στη λατρεία παρακολουθώντας τον λειτουργό σε όλα τα στάδιά της. Τι θα μας ωφελήσει η προσφορά του θυμιάματος, εάν δεν συμπέσει με αυτήν και η προσφορά των προσευχών μας;
(4) Έξω από το ναό, τα άγια, στα προαύλια των ανδρών και γυναικών (δ).
(5) Κυριολεκτικά σημαίνει την ύλη του θυμιάματος. Ήδη όμως και στους κλασσικούς σήμαινε την προσφορά του θυμιάματος στη φωτιά. Είναι η μόνη λέξη η οποία χρησιμοποιείται και από τους Ο΄ και όχι η λέξη θυμίαση, η οποία ακριβέστερα θα δήλωνε την πράξη (L). Όλες οι προσευχές τις οποίες προσφέρουμε στις αυλές του Κυρίου, γίνονται δεκτές από αυτόν χάρις στα θυμιάματα της μεσιτείας του Χριστού στο υπερουράνιο θυσιαστήριο. Αλλά όταν σύμφωνα με το βιβλίο της Αποκαλύψεως (η 3-4) ο άγγελος πρόσφερε θυμιάματα πάνω στο επουράνιο θυσιαστήριο, ο καπνός τους ανέβαινε συνοδευόμενος «από τις προσευχές των αγίων». Δεν είναι δυνατόν να αναμένουμε κάποια βοήθεια από τη μεσιτεία του Χριστού, εάν δεν προσευχόμαστε και εμείς από το βάθος του πνεύματός μας και με κάθε θερμότητα και επιμονή. Αλλά και πάλι τίποτα δεν μπορούμε να αναμένουμε και από αυτές τις θερμότερες προσευχές μας χωρίς τη μεσιτεία του Χριστού, ο οποίος πάντοτε ζει «για να προσεύχεται για χάρη μας».

1.11 ὤφθη(1) δὲ αὐτῷ(2) ἄγγελος κυρίου(3) ἑστὼς ἐκ δεξιῶν(4) τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος(5).
11 Τότε εμφανίστηκε στο Ζαχαρία ένας άγγελος Κυρίου, και στάθηκε στα δεξιά του θυσιαστηρίου του θυμιάματος.
(1) Παθητικός αόριστος από το άχρηστο θέμα όπτομαι. Σημαίνει φανερώθηκε και λέγεται συνήθως για φανέρωση που προκαλεί θαυμασμό λόγω του μεγαλείου και της λαμπρότητας του εμφανιζομένου. Δες Ματθ. ιζ 3,Πράξ. β 3 κλπ (δ).
(2) Εμφανίστηκε σε αυτόν άγγελος. Σύμφωνα με τη Γραφή περιβαλλόμαστε από τον ουρανό και τους κατοίκους του (Δ΄Βασ. στ 17,Ψαλμ. λγ 8). Ο Ιησούς διακηρύττει το γεγονός αυτό (Λουκ. ιε 7 και 10). Αλλά για να αντιληφθεί κάποιος την εμφάνιση των όντων αυτών του αοράτου κόσμου, δεν αρκούν οι σωματικές αισθήσεις, με τις οποίες επικοινωνούμε με τον ορατό κόσμο. Πιθανώς κάποιο πρόσωπο αδιάφορο που θα στεκόταν μαζί με τον Ζαχαρία στον τόπο τον άγιο, δεν θα αντιλαμβανόταν τίποτα το ιδιαίτερο ή θα δοκίμαζε απλώς κάποια αόριστη εντύπωση από πράγμα παράδοξο και ακατανόητο. Κάτι τέτοιο συνέβη στη σκηνή που εξιστορείται στο Ιωαν. ιβ 28, όπου ο Ιησούς ακούει λόγια συγκεκριμένα του Πατέρα, την ώρα που το πλήθος νομίζει ότι έγινε βροντή. Κάτι παρόμοιο συνέβη και στην οπτασία του Παύλου, όπου οι συνοδοί του άκουσαν θόρυβο και είδαν φως, αλλά δεν διέκριναν ούτε τη μορφή ούτε τα λόγια του Κυρίου (g). «Για να βλέπονται τα αισθητά, δεν χρειάζεται κάτι να ενεργήσει, αλλά το υγιές μάτι όταν ανοίξει, είτε θέλει να γίνει ορατό το αισθητό είτε όχι, το βλέπει… Δεν είναι έτσι όμως τα θεία… Πράγματι λοιπόν με τη θεία χάρη ο Θεός φανερώθηκε στον Αβραάμ ή σε κάποιον από τους αγίους και για να δει αυτός το Θεό, αίτιο δεν ήταν μόνο το μάτι της ψυχής του Αβραάμ, αλλά ο Θεός άφησε τον εαυτό του να εμφανιστεί στον δίκαιο, αφού έγινε άξιος της οπτασίας του. Αλλά και ένας άγγελος, όσο δεν θέλει να βλέπεται από εμάς, δε φαίνεται αν και είναι παρών… Αλλά και μετά τον παρόντα αιώνα… να ξέρεις, ότι δεν φαίνεται στον καθένα ο Θεός ή οι άγγελοι, αλλά ο καθένας από αυτούς που βλέπουν, θα δει το Θεό λόγω του ότι έχει καθαρή καρδιά και έχει ετοιμαστεί ώστε να δει το Θεό. Και στον ίδιο τόπο δύο άνθρωποι, ο ένας που έχει καθαρή καρδιά, ο άλλος που έχει ρυπαρή, ο μεν θα δει, διότι δεν βλέπεται τοπικά ο Θεός, αλλά μέσω της καθαρής καρδιάς, ο άλλος δεν θα τον δει. Έτσι πρέπει να εννοήσουμε και για το Χριστό. Μη νομίζεις δηλαδή, ότι όλοι όσοι έβλεπαν τον Χριστό, τον έβλεπαν. Έβλεπαν το σώμα του Χριστού, τον Χριστό όμως, όπως στην πραγματικότητα είναι, δεν τον έβλεπαν. Βλεπόταν όμως από μόνους όσοι ήταν άξιοι να βλέπουν το μέγεθός του… Από συγκατάβαση εμφανίστηκε ο άγγελος στον Ζαχαρία. Διότι δεν μπορεί κάποιος με μάτια φθαρτού σώματος, να δει άφθαρτο σώμα» (Ω). Εφόσον λοιπόν «φαίνεται ο Θεός ή οι άγγελοί του… σε αυτούς που έχουν καθαρή καρδιά, και ο Ζαχαρίας ήταν τέτοιος, για αυτό εμφανίστηκε σε αυτόν άγγελος Κυρίου» (Σχ).
(3) Το όνομα του οποίου ανακοινώθηκε μετά από λίγο στο Ζαχαρία. Δες σ. 19 (b).
(4) Η πόρτα του ναού έβλεπε προς την ανατολή. Ο Ζαχαρίας λοιπόν μπαίνοντας στο ναό είχε το πρόσωπο στραμμένο στη δύση. Μπροστά του ήταν το θυσιαστήριο των θυμιαμάτων, που βρισκόταν πριν το καταπέτασμα που χώριζε τα άγια από τα άγια των αγίων. Δεξιά του ήταν η τράπεζα της πρόθεσης κατά την βόρεια πλευρά και αριστερά του η χρυσή λυχνία. Ο άγγελος εμφανίστηκε στα δεξιά του θυσιαστηρίου (g), όχι στα δεξιά του Ζαχαρία, που στεκόταν μπροστά στο θυσιαστήριο. Το δεξί μέρος ήταν η νότια πλευρά και ο άγγελος ήταν μεταξύ του θυσιαστηρίου και της χρυσής λυχνίας (p). Γιατί εμφανίστηκε στα δεξιά; Λιγότερο πιθανή ερμηνεία «διότι επρόκειτο να του προαναγγείλει καλά νέα» (Ω). Πιο σωστά, στα δεξιά, στην τιμητική θέση (p), για να τονιστεί η αξία του αγγέλου. Το θυσιαστήριο θεωρείται σαν ένα πρόσωπο που έχει το δεξί του και το αριστερό του μέρος (L).
(5) «Είπε βεβαίως θυσιαστήριο του θυμιάματος, διότι υπήρχε και άλλο θυσιαστήριο, αυτό των ολοκαυτωμάτων» (Θφ). Και «μέσα μεν ήταν το θυσιαστήριο του θυμιάματος, ενώ έξω το θυσιαστήριο των ζώων που προσφέρονταν και των άλλων προσφορών» (Ζ).

1.12 καὶ ἐταράχθη(1) Ζαχαρίας ἰδών, καὶ φόβος ἐπέπεσεν ἐπ᾽ αὐτόν(2).
12 Ο Ζαχαρίας ταράχτηκε, όταν τον είδε, και τον κυρίεψε φόβος.
(1) «Ταράζεται μεν ο Ζαχαρίας. Διότι ένα ασυνήθιστο θέαμα, ταράζει και τους αγίους» (Θφ). Ιδιαίτερο γνώρισμα της εύθραυστης ανθρώπινης φύσης είναι να ταράζεται, όταν βλέπει την πνευματική δημιουργία (Βέδας). «Ταράχτηκε λοιπόν, λέει, ο Ζαχαρίας όταν είδε. Διότι ένας άνθρωπος δεν μπορεί να αντέξει να του εμφανιστεί μία παράξενη μορφή» (Ω). Από τότε που ο άνθρωπος αμάρτησε, η διάνοιά του έγινε αδύνατη να βαστάζει την δόξα τέτοιων αποκαλύψεων και η συνείδησή του κατατρομάζει λόγω της ενοχής του. Και ο ίδιος ο Δανιήλ δεν μπορούσε να βαστάξει μία τέτοια οπτασία (Δαν. ι 8). Και για αυτό ο Θεός εκλέγει συνήθως ανθρώπους όμοιους με εμάς και μέσω αυτών αποκαλύπτει σε μας τις βουλές του, ώστε να μην τρομάζουμε από την παρουσία σε εμάς των οργάνων του.
(2) Για αυτήν τη φράση δες Πράξ. ιθ 17,Εξ. ιε 16, Ιουδίθ ιε 2 (p). Όταν ο αόρατος κόσμος γίνεται ξαφνικά ορατός, ο άνθρωπος ταράζεται. Αφού η συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του αφυπνίζεται, η ταραχή μεταβάλλεται σε φόβο. Διότι αισθάνεται τον εαυτό του να απειλείται από κρίση (g). «Πρώτα μεν με τη μορφή φοβίζει τον ιερέα, έτσι ώστε αφού γίνει εκείνος πιο ευλαβής λόγω του φόβου, να δεχτεί με χαρά το μυστήριο» (σχ).

1.13 εἶπεν δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ἄγγελος, μὴ φοβοῦ(1), Ζαχαρία, διότι εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου(2), καὶ ἡ γυνή σου ᾽Ελισάβετ γεννήσει(3) υἱόν σοι, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα(4) αὐτοῦ ᾽Ιωάννην(5).
13 Ο άγγελος όμως του είπε: «Μη φοβάσαι, Ζαχαρία, γιατί η προσευχή σου εισακούστηκε: η γυναίκα σου η Ελισάβετ θα σου γεννήσει γιο, και θα του δώσεις το όνομα Ιωάννης.
(1) «Αλλά ο άγγελος μειώνει την ταραχή» (Θφ), «και τον επαναφέρει με το να του δώσει τη χαρμόσυνη αγγελία της γέννησης του Ιωάννη» (Ω). «Πρώτα όμως βγάζει τον φόβο από την ψυχή του, έτσι ώστε χωρίς ταραχή να ακούσει και να προσέξει τα λόγια του» (Ζ). «Διότι όπως ακριβώς σε ταραγμένο νερό, δεν μπορεί να καθρεπτιστεί με ακρίβεια η όψη, έτσι ψυχή που ταρακουνιέται από φόβο, δεν είναι ικανή να δεχτεί κάποια διδασκαλία, αν δεν καθαριστεί από το φόβο» (σχ). «Μη φοβάσαι». Αυτό είναι το πρώτο ουράνιο μήνυμα στο χάραμα της Κ.Δ. που αυγάζει, το οποίο τόσο ελκυστικά περιγράφεται από τον Λουκά. Μέσα από άγριους και πολύ στενούς δρόμους, οδηγηθήκαμε σε εξόχως χαρμόσυνη διέξοδο (b). «Μη φοβάσαι, δεν ήλθα να σου φέρω θλιβερή αναγγελία, ούτε να μεταφέρω απειλή εναντίον του έθνους, όχι όπως ο Σαμουήλ που μήνυε στον Ηλία την ανατροπή της ιερωσύνης» (σχ).
(2) Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: Η δέησή σου «για τη σωτηρία του λαού· διότι για αυτήν παρακαλούσαν κάθε μέρα οι ιερείς. Εισακούστηκε λοιπόν, διότι επρόκειτο ήδη να γίνει άνθρωπος ο Σωτήρας και να σώσει το λαό του από τις αμαρτίες του» (Ζ). «Λένε δηλαδή κάποιοι, ότι, επειδή προσευχόταν για τις αμαρτίες του λαού, και επρόκειτο να γεννήσει γιο που θα φώναζε: «Να, το πρόβατο του Θεού, το οποίο σηκώνει την αμαρτία του κόσμου», εύλογα λέει σε αυτόν ο άγγελος, ότι ακούστηκε η δέησή σου για την άφεση των αμαρτιών του λαού» (Θφ). Πιο πιθανή ερμηνεία: Είχε ζητήσει απόγονο σε προηγούμενο χρόνο (b). Δεχόμενοι όμως ότι, το «η δέησή σου» αναφέρεται σε ζήτηση απογόνου, δεν είμαστε αναγκασμένοι να θεωρήσουμε ότι η αίτηση αυτή υπήρξε το αντικείμενο της δέησης του Ζαχαρία και εκείνη τη στιγμή που ήλθε μπροστά στο θυσιαστήριο. Το «η δέησή σου» μπορεί να σημαίνει: η συνηθισμένη προσευχή σου, που έγινε πολλές φορές στο παρελθόν (g). Εναντίον τώρα της ένστασης, ότι δεν ήταν δυνατόν άνθρωποι προχωρημένοι σε ηλικία να εξακολουθούν να ζητούν από το Θεό παιδί, πρέπει να έχουμε υπ’ όψη, ότι το «προβεβηκότες» πρέπει να το πάρουμε με σχετική έννοια, αφού στους ιερείς δεν επιτρεπόταν να λειτουργούν μετά το πεντηκοστό έτος της ηλικίας τους (Αρ. η 25), ενώ η απελπισία για απόκτηση τέκνου, προερχόταν από το ότι μετά από μακρά συζυγία δεν απέκτησαν κανένα. Μαζί με αυτά, δεν υπάρχει καμία ανάγκη να δεχτούμε, ότι και μέχρι την εποχή εκείνη εξακολουθούσε να παρακαλεί ο Ζαχαρίας για απόκτηση παιδιού (δ). Δεήσεις που απευθύνονται με πίστη, μεταβιβάζονται στον ουρανό και δεν λησμονούνται ποτέ, έστω και αν τα αιτήματα που μέσω αυτών γίνονται, δεν μας παρέχονται προς το παρόν. Προσευχές, τις οποίες κάναμε όταν ήμασταν νέοι και μόλις μπήκαμε στον κόσμο, είναι δυνατόν να εισακουστούν, όταν είμαστε γέροντες και πλησιάζουμε να φύγουμε από τον κόσμο.
(3) Το γεννώ χρησιμοποιείται γενικά για άνδρα (Ματθ. α 1-16,Πράξ. ζ 8,29,Γεν. ε 3-30,ια 10-28 κλπ), μερικές όμως φορές χρησιμοποιείται και για γυναίκα (Λουκ. α 57,κγ 29,Ιω. ιστ 21,Γαλ. δ 24)(p). Στους μεταγενέστερους, Λουκιανό και Πλούταρχο, βρίσκεται το γεννώ και για γυναίκα (δ).
(4) Η έκφραση συναντιέται και στους κλασσικούς, βρίσκεται όμως πολλές φορές και στην Κ.Δ. και στους Ο΄(Γεν. ιστ 11,ιζ 19 κλπ.)(δ).
(5) Σύμφωνα με καλύτερες μαρτυρίες χειρογράφων και κώδικες η γραφή είναι: Ιωάνην. Στους Ο΄ έχουμε Ιωάνης (Β΄Παρ. κη 12) και Ιωανάν (Β΄Παρ. ιζ 15,Νεεμ. ιβ 13) και Ιωνάν (Νεεμ. στ 18) και Ιωνά (Δ΄Βασ. κε 23. Δες και Ιω. κα 15-17). Όλοι αυτοί οι τύποι της λέξης, είναι συντομεύσεις του Ιεχοχανάν= Δώρο του Ιεχωβά (p). Ιωάννης=Θεόφιλος ή Θεοδώρητος (δ).

1.14 καὶ ἔσται χαρά σοι(1) καὶ ἀγαλλίασις(2), καὶ πολλοὶ(3) ἐπὶ τῇ γεννήσει(4) αὐτοῦ χαρήσονται·
14 Θα νιώσεις χαρά και αγαλλίαση και θα χαρούν πολλοί για τη γέννησή του.
(1) «Επειδή θα γίνεις πατέρας ενός τέτοιου παιδιού» (Ζ). Θα είναι τέτοιος γιος, ώστε θα έχεις πάντα λόγο να χαίρεσαι για αυτόν. Πολλοί γονείς, εάν ήταν δυνατόν να προΐδουν τι θα γίνονταν τα παιδιά τους, αντί να χαίρονται για τη γέννησή τους, θα εύχονταν μάλλον να μην είχαν ποτέ γεννηθεί. Αλλά ο γιος σου αυτός, λέει ο άγγελος, θα αναδειχτεί τόσο λαμπρός, ώστε μπορείς να χαίρεσαι και να αγάλλεσαι θριαμβευτικά για το ότι θα είσαι ο πατέρας του.
(2) Η αγαλλίαση είναι ανώτερος βαθμός χαράς (δ).
(3) «Όχι μόνο οι συγγενείς και γνωστοί, αλλά και σε όσους αποκαλύφθηκε από το Θεό το τι υπηρεσία επρόκειτο να εκτελέσει» (Ζ). Αλλά και μετέπειτα κατά τα χρόνια της δράσης του η χαρά για την εμφάνιση προφήτη ολόκληρους αιώνες μετά από τον τελευταίο προφήτη, ήταν πολύ μεγάλη, έστω και αν δεν υπήρξε γενική (p). «Διότι έστω και αν όχι όλοι οι Ιουδαίοι, αλλά πολλοί χάρηκαν για την παρουσία του προδρόμου, που ανάγγειλε τον ερχομό του σωτήρα, ο οποίος έγινε πρόξενος σε μας όλων των αγαθών» (Ω). Θα συμμετείχαν στη χαρά του Ζαχαρία πολλοί, διότι άνδρας τέτοιας υπέροχης ευσέβειας και κοινωφελούς δράσης γεννήθηκε στη γη. Η χαρά αυτή έφτασε στο κατακόρυφο, όταν κατά μυριάδες ο λαός συνέρρεε στον Ιορδάνη για να ακούσει το περί μετανοίας κήρυγμά του και να βαπτιστεί από αυτόν (ο).
(4) Υπάρχει και η γραφή γενέσει, την οποία ο g βρίσκει προτιμότερη από τη βυζαντινή γραφή γεννήσει.

1.15 ἔσται γὰρ μέγας(1) ἐνώπιον τοῦ κυρίου(2), καὶ οἶνον καὶ σίκερα(3) οὐ μὴ πίῃ, καὶ πνεύματος ἁγίου πλησθήσεται(4) ἔτι ἐκ κοιλίας μητρὸς(5) αὐτοῦ,
15 Η προσφορά του θα είναι μεγάλη στο έργο του Κυρίου· κρασί και άλλα δυνατά ποτά δε θα πιει· θα είναι γεμάτος με Πνεύμα Άγιο ήδη από την κοιλιά της μάνας του
(1) «Το να πει «θα είναι μεγάλος», φανερώνει το μέγεθος της ψυχής του Ιωάννη και μέγεθος που βλέπεται από το Θεό. Διότι υπάρχει κάποιο μέγεθος ψυχής σε σχέση με την αρετή, το οποίο βλέπεται από τον Κύριο, και υπάρχει και μία μικρότητα ψυχής» (Ω).
(2) «Δεν είναι κάθε μεγάλος ένδοξος, αλλά αυτός που είναι μεγάλος μπροστά στον Κύριο, δηλαδή ο δίκαιος και πιστός» (Ω). «Υπόσχεται ο άγγελος ότι ο Ιωάννης θα είναι μεγάλος, αλλά μπροστά στον Κύριο. Διότι πολλοί λέγονται μεγάλοι μπροστά στους ανθρώπους και όχι στο Θεό… Ο Ιωάννης όμως ήταν μεγάλος στην ψυχή» (Θφ), «διότι ήταν μεγάλος στις αρετές» (Ζ). Δεν πρόκειται για μεγαλείο κοσμικής και παροδικής δόξας, αλλά για μεγαλείο, το οποίο ο Θεός αναγνωρίζει ως τέτοιο (g). Μεγάλος άνδρας στη γλώσσα της Γραφής λέγεται αυτός που με λόγια και έργα έγινε πρόξενος μεγάλης πνευματικής ωφέλειας στους αδελφούς του. Δες και Ματθ. ε 19 (δ). Τον μεγάλο μπροστά στους ανθρώπους τον αναδεικνύουν η ευγενική καταγωγή, το χρήμα και τα ταλέντα. Κανένα όμως από αυτά δεν είναι απαραίτητο για να γίνει κάποιος μεγάλος και μπροστά στο Θεό. Κάποιο πρόσωπο μπορεί να κατάγεται από τον ενδοξότερο μονάρχη και να κατέχει πλούτο ανυπολόγιστο, να διακρίνεται επίσης και για την εξαιρετική ιδιοφυΐα του, και όμως να μην είναι ποτέ μεγάλος μπροστά στο Θεό. Από την άλλη κάποιος άλλος μπορεί να γεννήθηκε σε καλύβα, στερημένος χρημάτων και ιδιοφυΐας, και όμως, ενώ παραμένει αφανής στα μάτια των ανθρώπων, να είναι μεγάλος μπροστά στο Θεό. Τι έκανε τον Ιωάννη μέγα; Η υπακοή. Δεν έπραττε τίποτα άλλο παρά πάντοτε εκείνο, το οποίο ο Θεός ήθελε και ζητούσε από αυτόν. Και εμείς, εάν υπακούμε στο Θεό, θα αποβούμε μεγάλοι μπροστά του. Αναντίρρητα βεβαίως το μεγαλείο μπροστά στο Θεό, είναι ασύγκριτα προτιμότερο από το μεγαλείο μπροστά στους ανθρώπους, όχι μόνο διότι είναι μόνιμο και αιώνιο, αλλά και διότι κάνει αυτόν που το έχει, χρησιμότερο και ανάμεσα στη γενιά του.
(3) Και οι δύο αυτές λέξεις βρίσκονται έτσι και στους Ο΄. Δες Λευϊτ. ι 9,Αρ. στ 3,Κριτ. ιγ 4,7, το σίκερα όμως οι Ο΄ μη βρίσκοντας αντίστοιχη λέξη στην ελληνική, το άφησαν έτσι εξελληνίζοντας τον τύπο αντί για σεκάρ σε σίκερα (δ). Η ίδια εβραϊκή λέξη μεταφράζεται άλλοτε μεν σίκερα, άλλοτε πάλι μέθυσμα και μερικές φορές σίκερα μέθυσμα (Λευϊτ. ι 9,Αρ. στ 3,Κριτ. ιγ 4,7,14). Ο Ευσέβιος (Ευαγγελ. Προπ. VΙ, 10,8) γράφει γενική πτώση σίκερος, και αλλού σικέρατος. Αλλά το σίκερα είναι συνήθως άκλιτο (p). Είναι από τις λέξεις που λέγονται μοναδική φορά στην Κ.Δ.. «Σίκερα λέγεται οτιδήποτε μπορεί να φέρει μέθη, αλλά δεν είναι από αμπέλι» (Θφ), «κάθε ποτό που φέρνει μέθη εκτός κρασιού, και κατεξοχήν το παρασκεύασμα από φοίνικες» (Ζ). Ο Ιωάννης συναριθμείται στην τάξη εκείνη των ανθρώπων, των ειδικά αφιερωμένων, οι οποίοι δεν είχαν μεν την ιερωσύνη, ζητούσαν όμως να πραγματοποιήσουν το ιδανικό της ισραηλιτικής αγιότητας. Ονομάζονταν Ναζιραίοι από το Ναζίρ=καθιερωμένος (=αφιερωμένος). Δες για αυτούς που ανήκαν σε αυτήν την τάξη Αρ. στ 1 και εξής. Η υποχρέωση που αναλαμβανόταν από την ευχή του Ναζιραίου ήταν συνήθως για ορισμένο χρονικό διάστημα. Έχουμε όμως και ισόβια Ναζιραίους τον Σαμψών και τον Σαμουήλ και τέτοιος έγινε και ο Ιωάννης (g). Όσοι πρόκειται να υπηρετήσουν τον Κύριο σε διακεκριμένες και ανώτερες διακονίες, πρέπει να μάθουν να ζουν ζωή αυταπάρνησης και εγκράτειας. Πρέπει να είναι νεκροί ως προς τις ηδονές των αισθήσεων και να φυλάνε τη διάνοιά τους από καθετί που σκοτίζει και ταράζει αυτήν.
(4) Μπήκε σε αντίθεση με το μεθύσι με κρασί και σίκερα. Δες Εφεσ. ε 18 (b). Αντί για τη φυσική διέγερση από τα οινοπνευματώδη, πρόκειται να έχει έμπνευση υπερφυσική από Πνεύμα Άγιο. Εκτός από το Ματθ. κβ 10,κζ 48 το ρήμα πίμπλημι χρησιμοποιείται από μόνο τον Λουκά 22 φορές (p). «Αφού προανάγγειλε με την αποχή του κρασιού και των ποτών, την αποχή από τα ευχάριστα και έδειξε από αυτό την σκληραγωγία της διατροφής του, λέει λοιπόν για πληροφορία και το ανώτερο, ότι δηλαδή από βρέφος θα ντυθεί την ουράνια δύναμη, αφού προγνώριζε ο Θεός τον τρόπο ζωής που θα ασκήσει και το τι σκεύος θα αποβεί» (Ζ). Θα γεμίσει από τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και μάλιστα το προφητικό (δ).
(5) Δηλαδή από την ώρα εκείνη, κατά την οποία θα είναι στην κοιλιά της μητέρας του. Δες και Ησ. μθ 1 (δ). Εβραϊκός τρόπος έκφρασης (Ψαλμ. κα 11,ο 6. Δες και Κριτ. ιγ 5.7,ιστ 17,Ιωβ λα 18 κλπ). Λέγεται η λέξη αντί για την πιο κλασσική «εκ γενετής» μαζί ή χωρίς το ευθύς (αμέσως)(p). «Ο μεν λαός λοιπόν, δεν γνώρισε τον Σωτήρα ήδη να κάνει θαύματα και υπερφυσικά σημεία. Ο Ιωάννης όμως, ενώ ήταν ακόμη στην κοιλιά της μητέρας, σκιρτά όταν ήλθε η μητέρα του Ιησού… Είχε λοιπόν Άγιο Πνεύμα ο Ιωάννης και από την κοιλιά ακόμη της μητέρας του» (Ω).

1.16 καὶ(1) πολλοὺς(2) τῶν υἱῶν ᾽Ισραὴλ ἐπιστρέψει(3) ἐπὶ κύριον τὸν θεὸν(4) αὐτῶν.
16 και θα κάνει πολλούς Ισραηλίτες να επιστρέψουν στον Κύριο το Θεό τους.
(1) Τα δύο προσωπικά χαρακτηριστικά του Ιωάννη που εκτέθηκαν ήδη –δηλαδή η υποταγή της σάρκας και η κυριαρχία του πνεύματος- θα εκδηλωθούν σε δύο εξωτερικά αποτελέσματα της δράσης του δηλαδή σε μεγάλη θρησκευτική αφύπνιση μεταξύ του λαού και στην προετοιμασία για την μεσσιανική βασιλεία (p). Πρωτίστως θα δημιουργήσει ο Ιωάννης ισχυρή θρησκευτική κίνηση (g).
(2) «Όσοι θα πειστούν από αυτόν» (Ζ). «Και ο μεν Ιωάννης πολλούς από τους υιούς (του Ισραήλ) επέστρεψε στον Κύριο… σύμφωνα με το λόγο του ευαγγελίου· ο Κύριός μας όμως Ιησούς Χριστός όλους τους φώτισε στην επίγνωση της αλήθειας» (Σχ).
(3) «Ο λόγος υπαινίσσεται, ότι σχεδόν όλοι οι Ιουδαίοι είχαν πλανηθεί από την οδό του νόμου και ασχολούνταν με εντολές και διδασκαλίες ανθρώπων, από τους οποίους πολλούς τους γύρισε η διδασκαλία του Ιωάννου στο Χριστό τον Κύριο και Θεό των όλων, ο οποίος είναι η αληθινή οδός» (Ω).
(4) Τον Χριστό «εδώ ονομάζει Κύριο και Θεό» (Ζ). Είναι λοιπόν ο Χριστός Θεός (b).

1.17 καὶ αὐτὸς προελεύσεται(1) ἐνώπιον αὐτοῦ(2) ἐν πνεύματι καὶ δυνάμει(3) ᾽Ηλιού, ἐπιστρέψαι καρδίας πατέρων ἐπὶ τέκνα(4) καὶ ἀπειθεῖς ἐν φρονήσει δικαίων(5), ἑτοιμάσαι κυρίῳ λαὸν κατεσκευασμένον(6).
17 Αυτός θα προπορευτεί στο έργο του Κυρίου με το πνεύμα και τη δύναμη του προφήτη Ηλία. Θα συμφιλιώσει πατέρες με παιδιά, και θα κάνει τους ασεβείς να αποκτήσουν τη φρόνηση των δικαίων. Έτσι θα ετοιμάσει το λαό να υποδεχτεί τον Κύριο».
(1) «Θα τρέξει μπροστά από αυτόν, κηρύσσοντας μετάνοια και αναγγέλλοντας την παρουσία του» (Ζ).
(2) Μπροστά στο Θεό, που έρχεται στο λαό του στο πρόσωπο του Μεσσία. Ησ. μ 1-11 και Μαλαχ. γ 1-5 (p). Το αὐτοῦ δεν είναι δυνατόν να αναφέρεται παρά μόνο στο προηγούμενο «ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν». Η εμφάνιση λοιπόν του Μεσσία είναι εμφάνιση του ίδιου του Ιεχωβά. Ο Μαλαχίας (γ 1) είχε διακηρύξει αυτό με σαφήνεια λέγοντας «Να εγώ θα στείλω… μπροστά από το πρόσωπό μ ο υ» (g).
(3) «Πνεύμα μεν ονόμασε το πνευματικό χάρισμα, ενώ δύναμη την ενέργεια. Λέει λοιπόν, ότι θα έχει και το χάρισμα και την ενέργεια του Ηλία» (Ζ). «Διότι δεν λέει «με την ψυχή του Ηλία»· δεν ήταν δηλαδή μετεμψύχωση. Αλλά «με το πνεύμα και τη δύναμη του Ηλία». Διότι υπήρχε στον Ηλία πνεύμα και δύναμη, δηλαδή πνευματικό χάρισμα. όπως ακριβώς και στον καθένα από τους προφήτες. Το πνεύμα λοιπόν, το οποίο ήταν στον Ηλία, ήλθε στον Ιωάννη… Λέγοντας «με το πνεύμα»… εννοεί με το προφητικό χάρισμα» (Ω). Το πνεύμα είναι η πηγή, η δύναμη, το αποτέλεσμα. Ο Ιωάννης θα είναι νέος ανακαινιστής, όμοιος με τον Ηλία (g). Όχι η ίδια δύναμη των θαυμάτων του Ηλία, διότι «ο Ιωάννης μεν δεν έκανε κανένα θαύμα» (Ιω. ι 41)(δ). Ο άγγελος υπαινίσσεται μάλλον την ατρόμητη ενέργεια για υπεράσπιση του δικαίου, η οποία έβαλε τον μεν Ηλία αντιμέτωπο της Ιεζάβελ, ενώ τον Ιωάννη αντιμέτωπο της Ηρωδιάδας (L). Και ο Ιωάννης μίλησε με θάρρος σε βασιλιάδες και ευθαρσώς μάλωσε και έλεγξε αυτούς (δ). «Ερημίτης ήταν και ο Ιωάννης και απέριττος (απλός) και ελεγκτικός όπως ο Ηλίας» (Θφ). Θα είναι τέτοιος όπως και ο Ηλίας και θα έχει δράση τέτοια όπως και ο Ηλίας. Θα φορά τρίχινο ρούχο και δερμάτινη ζώνη, όπως εκείνος και θα ζει μακριά από τον κόσμο. Θα κηρύττει όπως εκείνος την ανάγκη της μετάνοιας και της ανόρθωσης σε γενιά εξόχως διεφθαρμένη. Θα είναι όπως εκείνος θαρραλέος και ζηλωτής στον έλεγχο της αμαρτίας και στην μαρτυρία εναντίον της και απέναντι στους ισχυρότερους της γης. Και θα μισηθεί και θα διωχτεί για αυτό από τον Ηρώδη και την Ηρωδιάδα, όπως και ο Ηλίας από τον Αχαάβ και την Ιεζάβελ. Και θα ενισχύεται στο έργο του και θα εμπνέεται, όπως και ο Ηλίας, από το θείο πνεύμα και την θεία δύναμη, η οποία θα στέψει το έργο του με θαυμαστή επιτυχία.
(4) Η κατά γράμμα ερμηνεία είναι η μόνη φυσική (δ) και αποδίδει λαμπρή έννοια και ίσως στο σύνολο είναι και η άριστη. Στην ηθική κατάπτωση του λαού ακόμη και η πατρική στοργή είχε χαλαρώσει. Δες Σοφ. Σειράχ μη 10. Πραγματική ανακαίνιση των ηθών ισχυροποιεί τους οικογενειακούς δεσμούς. Ό,τι εξασθενίζει αυτούς, δεν αποτελεί αληθινή ανόρθωση και μεταρρύθμιση (p). Η έννοια της φράσης=θα επαναφέρει την αληθινή πατρική στοργή, την ομόνοια και την ειρήνη μεταξύ πατέρων και παιδιών (δ).
(5) =Και όσοι είναι ανυπάκουοι, για να επιστρέψει αυτούς στο φρόνημα των δικαίων, για να μεταβάλλει αυτούς σε δίκαιους (δ). Δεν πρέπει λοιπόν το «απειθείς» να σχετιστεί με το «τέκνα», διότι δεν εννοείται η ανυπακοή των παιδιών προς τους γονείς, αλλά των Ιουδαίων προς το Θεό (p). Εκείνους, οι οποίοι είχαν το νόμο του Θεού και απιστούσαν σε αυτόν, θα επιστρέψει ή θα οδηγήσει σε τέτοια κατάσταση, ώστε θα ενωθούν αυτοί με τον αριθμό των δικαίων, αποκτώντας την υπακοή και την σύνεση των τελευταίων αυτών. Όπως λοιπόν οι δίκαιοι είναι έτοιμοι, έτσι και οι ανυπάκουοι θα γίνουν έτοιμοι για τον Κύριο (b). Η φρόνηση σημαίνει τον τρόπο σκέψης, της εκτίμησης των πραγμάτων (g).
(6) Η ετοιμασία για την οποία γίνεται λόγος εδώ, είναι η συνέπεια της επιστροφής και ο τελικός σκοπός του «προελεύσεται» (p). Αποτέλεσμα της επιστροφής είναι το να ετοιμαστεί για τον Κύριο λαός προετοιμασμένος, δηλαδή θρησκευτικά και ηθικά διαμορφωμένος (δ)· «έτοιμο να υποδεχτεί το κήρυγμα… προετοιμασμένο για υποδοχή του Χριστού» (Θφ). Ο λαός πρέπει να είναι έτοιμος, μη τυχόν ο Κύριος βρίσκοντάς τον ανέτοιμο για τον εαυτό του, τόν χτυπήσει με την μεγαλοσύνη του (b). Ο Πρόδρομος λοιπόν «προλέγοντας πολλά θαυμαστά για τον Κύριο, προετοίμασε την πίστη του λαού προς αυτόν» (Σχ.). Αλλά και με το κήρυγμά του περί μετανοίας προετοίμασε τις ψυχές για υποδοχή του Κυρίου. Όταν κάποιος συναισθανθεί τις αμαρτίες του και συντριβεί για αυτές, τότε είναι προδιατεθειμένος να υποδεχτεί το Χριστό ως πολυτιμότατο σωτήρα.

1.18 Καὶ εἶπε Ζαχαρίας πρὸς τὸν ἄγγελον(1)· κατὰ τί γνώσομαι τοῦτο(2); ἐγὼ γάρ εἰμι(3) πρεσβύτης καὶ ἡ γυνή μου προβεβηκυῖα(4) ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῆς.
18 Ο Ζαχαρίας είπε στον άγγελο: «Πώς μπορώ να βεβαιωθώ γι’ αυτό; Εγώ είμαι πια γέρος και η γυναίκα μου περασμένης ηλικίας».
(1) «Επειδή είδε τα γηρατειά και την αδυναμία της φύσης και όχι τη δύναμη του Θεού, δεν δέχτηκε εύκολα της υπόσχεση της γέννησης» (Ζ).
(2) =με ποιο σημάδι θα γνωρίσω, με ποιο θαύμα θα γνωρίσω αυτό, ότι δηλαδή θα αποκτήσω γιο; (δ). Είναι ακριβώς το ίδιο με το ερώτημα που τέθηκε από τον Αβραάμ στον Κύριο (Γεν. ιε 8). Δες και τις περιπτώσεις του Γεδεών (Κριτ. στ 36-39) και του Εζεκία (Δ΄Βασ. κ 8), οι οποίοι ζήτησαν θαύματα. Ομοίως και του Μωϋσή (Εξόδ. δ 2-6) και του Άχαζ (Ησ. ζ 11) στους οποίους δόθηκαν σημάδια, χωρίς να ζητήσουν αυτά. Το πνεύμα, με το οποίο τέτοιες αιτήσεις έγιναν, μπορεί να ποικίλλει και να είναι πολύ διαφορετικό, παρόλο που η μορφή της αίτησης μπορεί να είναι η ίδια. Το γεγονός όμως ότι ο Ζαχαρίας είχε μπροστά του όλα αυτά τα παραδείγματα που προηγήθηκαν, τα οποία θα έπρεπε να διδάξουν αυτόν, έκανε την ολιγοπιστία του αδικαιολόγητη (p). Από την άλλη, η ιερότητα του τόπου, όπου του ανακοινωνόταν το μήνυμα αυτό το θείο και η ουράνια εμφάνιση, η οποία έφερνε αυτό, δεν έπρεπε να του αφήσουν την παραμικρή αμφιβολία για την προέλευσή του (g). Η ερώτηση του Ζαχαρία δεν υπήρξε μία ταπεινή αίτηση για βεβαίωση της πίστης του, αλλά αντίρρηση προσώπου που θεωρεί το μήνυμα απίστευτο. Σχεδόν είπε ο Ζαχαρίας: Είναι αυτό αδύνατο και πώς θα πιστέψω αυτό; Και όμως δεν είναι δυνατόν παρά να αντιλήφθηκε ότι αυτός που μιλά προς αυτόν ήταν άγγελος και μόνη η εμφάνιση αγγέλου, η τόσο ασυνήθιστη, που έγινε μάλιστα στο ναό, ο οποίος ήταν ο τόπος όπου ο Θεός αποκαλυπτόταν και φανέρωνε το θέλημά του, και σε ώρα θυμιάματος και προσευχής και λατρείας, ήταν σημάδι υπερεπαρκές να πείσει τον Ζαχαρία.
(3) Με αυτό ο Ζαχαρίας σχεδόν υπονοεί, ότι ο άγγελος πρέπει να αγνοούσε ή να είχε ξεχάσει, ότι αυτός και η γυναίκα του ήταν προχωρημένης ηλικίας (p).
(4) Θεωρούσε δύσκολη την απόκτηση παιδιού μετά από άκαρπη συμβίωση τόσων χρόνων (δ).

1.19 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῷ(1)· ᾽εγώ εἰμι(2) Γαβριὴλ(3) ὁ παρεστηκὼς ἐνώπιον τοῦ θεοῦ(4), καὶ ἀπεστάλην(5) λαλῆσαι πρὸς σὲ καὶ εὐαγγελίσασθαί(6) σοι ταῦτα·
19 Ο άγγελος του αποκρίθηκε: «Εγώ είμαι ο Γαβριήλ, που βρίσκομαι δίπλα στο Θεό. Με έστειλε να σου μιλήσω και να σου αναγγείλω αυτή την ευχάριστη είδηση.
(1) Τα λόγια στο σ. αυτόν υποβοηθούν τον Ζαχαρία να κατανοήσει την βαρύτητα του σφάλματός του. Παραγνώρισε και το αξίωμα αυτού που μετέφερε το μήνυμα και το έκτακτο και εξαιρετικό του μηνύματος (g).
(2) Στο λόγο του Ζαχαρία «Διότι εγώ είμαι», αντιτάσσεται το «εγώ είμαι» του αγγέλου=Είσαι γέρος και δεν βρίσκεις πιθανόν το να αποκτήσεις παιδί. Αλλά και εγώ είμαι άγγελος του οποίου ο λόγος πρέπει να πιστεύεται (p).
(3) =άνδρας Θεού (δ) ή, ο άνδρας ο ισχυρός του Θεού (g) ο άνθρωπος του Θεού (L,p). Ο Γαβριήλ παρουσιάζεται ως άγγελος των θελημάτων του Θεού (δ)· ο ισχυρός υπηρέτης ο εντεταλμένος να συντελεί στην πρόοδο του θείου έργου στη γη. Αυτός ανήγγειλε στον Δανιήλ την αποκατάσταση της Ιερουσαλήμ και αυτός ευαγγελίστηκε την Μαρία (g). Ο Μιχαήλ (=Ο οποίος είναι όμοιος με το Θεό) είναι αυτός που εκπροσωπεί την αγγελική αντίσταση εναντίον του Σατανά. Στη Γραφή ο Γαβριήλ είναι ο άγγελος του ελέους, ενώ ο Μιχαήλ ο άγγελος της κρίσης (p). Ο Μιχαήλ είναι ο εξολοθρευτής όποιου τολμά να εξισωθεί και άρα και να αντιταχθεί στο Θεό (g). Άλλων αγγέλων ονόματα συναντιούνται στα δευτεροκανονικά και απόκρυφα, το όνομα Ραφαήλ (=τον οποίο ο Θεός θεράπευσε) δες Τωβίτ ιβ 15, το Ουριήλ (=φλόγα Θεού) δες βιβλίο Ενώχ κεφ. 9, τον οποίο και αλλού (βιβλ. Ενώχ κεφ. 40) ονομάζει και Φανούλ (=όψη Θεού)(δ).
(4) Υπονοεί ότι και λειτουργεί υπηρετώντας το Θεό (p). Η ιδιαίτερη όμως σημασία της φράσης είναι ότι φανερώνει την τάξη και το διακεκριμένο αξίωμα του Γαβριήλ (δ). Οι άγγελοι είναι κατά κάποιο τρόπο η αυλή του μεγάλου βασιλιά. Δες Ιώβ α 6 (L). Ο τίτλος αυτός στην Αποκάλυψη (η 2) αποδίδεται στους αγγέλους που έχουν τις 7 σάλπιγγες (δ). Και στο Τωβίτ ιβ 15 γίνεται λόγος για τους 7 αγίους αγγέλους «οι οποίοι ανεβάζουν προς το Θεό τις προσευχές των αγίων και πορεύονται μπροστά στη δόξα του αγίου». Αν και τώρα μιλώ σε σένα εδώ, η θέση μου όμως είναι δίπλα στο θρόνο του Θεού. Γνωρίζω και συναισθάνομαι ότι το Μάτι του με παρακολουθεί και είναι πάνω μου. Δεν τολμώ για αυτό να πω κάτι περισσότερο σε σένα από εκείνο, το οποίο έχω εντολή να σου πω.
(5) Το απεστάλην φανερώνει πρόσκαιρη αποστολή που ο Θεός εμπιστεύθηκε στον Γαβριήλ (L). Επιπλέον αυτό υπενθυμίζει στο Ζαχαρία την έκτακτη εύνοια που εκδηλώθηκε προς αυτόν, την οποία αυτός τόσο ψυχρά υποδέχτηκε (p).
(6) Το δεύτερο αυτό ρήμα περιέχει τον σκοπό του πρώτου=να σου μιλήσω για να ευαγγελιστώ (δ). Ο άγγελος μιλά με καλοσύνη απαντώντας μάλλον στη σκέψη του Ζαχαρία παρά στο αίτημά του. Αυτοσυστήνεται δηλώνοντας το όνομά του, την λειτουργία του και το έργο για το οποίο στάλθηκε και τον χαρακτήρα της αποστολής του (L).

1.20 καὶ ἰδοὺ(1) ἔσῃ σιωπῶν(2) καὶ μὴ δυνάμενος λαλῆσαι(3) ἄχρι ἣς ἡμέρας(4) γένηται ταῦτα(5), ἀνθ᾽ ὧν(6) οὐκ ἐπίστευσας τοῖς λόγοις μου, οἵτινες πληρωθήσονται εἰς τὸν καιρὸν αὐτῶν(7).
20 Επειδή όμως δεν πίστεψες στα λόγια μου, τα οποία θα πραγματοποιηθούν στην ώρα τους, απ’ αυτή τη στιγμή θα χάσεις τη λαλιά σου. Δε θα μπορείς να μιλήσεις ως την ημέρα που όλα αυτά θα πραγματοποιηθούν».
(1) Με το ιδού αναγγέλλεται σαν κάποια έκπληξη η τιμωρία που έρχεται (g). Το ιδού είναι εβραϊσμός, μολονότι δεν είναι σπάνιο και στους κλασσικούς (p). Σημάδι παρέχεται σε αυτόν που ζητά τέτοιο, αν και όχι τέτοιο όπως θα προτιμούσε (b).
(2) Ο αναλυμένος τύπος του μέλλοντα φανερώνει το διαρκές της σιγής μέχρις ορισμένου χρόνου (p). «Δεν συγχωράει ο άγγελος τον Ζαχαρία που έδειξε απιστία, δίκαια· διότι είχε εκείνος για υπόδειγμα και άλλες στείρες που υπήρξαν πριν από αυτόν και γέννησαν, όπως διδάσκουν οι θείες Γραφές» (Α). «Έπρεπε αυτός να στραφεί στον Αβραάμ και τη Σάρρα, έπρεπε να θυμηθεί την Ρεβέκκα, έπρεπε να θυμηθεί τη μητέρα του Σαμψών, έπρεπε τον Ελκανά και την Άννα και τον Δαβίδ που ψάλλει· αυτός που εγκαθιστά στείρα στο σπίτι ως μητέρα που ευφραίνεται με παιδιά» (σχ). «Η γλώσσα σου, λέει, υπηρέτησε στην απιστία των λόγων και αυτή θα δεχτεί και την τιμωρία για την απιστία» (Χ). Πιο κάτω προστίθεται «και έμεινε κουφός». Έγινε λοιπόν κωφάλαλος. «Ήταν λογικό λοιπόν που έπαθε αυτά τα δύο, ούτε να ακούει δηλαδή, ούτε να μιλά. Επειδή, από τη μία, παράκουσε, καταδικάζεται σε κώφωση, επειδή, από την άλλη, αντιμίλησε, καταδικάζεται σε σιωπή» (Θφ).
(3) Αυτό προστίθεται για να δηλώσει ότι η σιωπή δεν θα ήταν πράξη και κατάσταση εκούσια (p).
(4) «Να καταλάβεις τη φιλανθρωπία του Δεσπότη. Απιστείς σε μένα, λέει· τώρα δέξου την τιμωρία, και όταν στην πράξη θα δώσω την απόδειξη, τότε θα σταματήσω την οργή· όταν μάθεις ότι δίκαια τιμωρήθηκες, τότε θα σε απαλλάξω από την τιμωρία» (Χ). Έτσι το αμαρτωλό αίτημα του Ζαχαρία εκπληρώθηκε με τρόπο, ο οποίος συγχρόνως είναι και κατηγορία και ευλογία. Διότι η απιστία θεραπεύτηκε με την τιμωρία (p). Έτσι ο Θεός επισκέπτεται με ραβδί τις ανομίες του λαού του και με μαστίγιο τις αδικίες του, δεν θα πάρει όμως το έλεός του από αυτόν και δεν θα αθετήσει τα λόγια που βγήκαν από τα χείλη του (ψαλμ. πη 33).
(5) «Ποια; Η γέννηση δηλαδή και η ονοματοδοσία» (Ζ).
(6) Το μόριο αυτό βρίσκεται και στα Λουκ. ιβ 3,ιθ 44,Πραξ. ιβ 23,Β΄Θεσ. β 10, όπως και στους Ο΄ και σημαίνει κυρίως για αντάλλαγμα, για ανταπόδοση, οπότε και=επειδή, διότι. Βρίσκεται η λέξη και στους εθνικούς συγγραφείς (δ).
(7) «Στον καιρό της γέννησης και της ονοματοδοσίας» (Ζ) ή της ανάδειξης του Προδρόμου. Η απιστία του ανθρώπου λοιπόν δεν καταργεί την αξιοπιστία του Θεού. Οι υποσχέσεις του Θεού θα εκπληρωθούν στον καιρό τους.

1.21 Καὶ ἦν ὁ λαὸς προσδοκῶν(1) τὸν Ζαχαρίαν, καὶ ἐθαύμαζον ἐν τῷ(2) χρονίζειν(3) αὐτόν ἐν τῷ ναῷ.
21 Ο λαός στο μεταξύ περίμενε το Ζαχαρία και απορούσε για την αργοπορία του μέσα στο ναό.
(1) Η ανάλυση αυτή του παρατατικού φανερώνει αυτό που γινόταν εξακολουθητικά (δ). Ένα χωρίο του Ταλμούδ (Hieros, Joma 43,2) λέει: «Ο μεγάλος θύτης (ο ιερέας που τελεί τη θυσία) κάνει σύντομη προσευχή στο άδυτο… Δεν παρατείνει την προσευχή του από φόβο, μήπως ανησυχήσει το λαό». Πράγματι ο λειτουργός ήταν δυνατόν να χτυπηθεί από το Θεό για κάποιο αμάρτημά του. Δες Λευϊτ. ιστ 13. Η ραββινική αυτή παρατήρηση ισχύει ειδικά για την είσοδο του μεγάλου αρχιερέα στα άγια των αγίων κατά την ημέρα του εξιλασμού. Μπορεί όμως να εφαρμοστεί και στην καθημερινή είσοδο των ιερέων στα άγια (g). Πάντως ο Ζαχαρίας εδώ παρέμεινε στο θυσιαστήριο περισσότερο από το συνηθισμένο (p).
(2) Ή, με την έννοια του «επί τῷ»=διότι καθυστερούσε (δ) ή αφού ο Λουκάς για να δηλώσει τον λόγο του θαυμασμού χρησιμοποιεί τη σύνταξη θαυμάζω επί τῷ (Λουκ. β 33,δ 22,θ 43,κ 26) θα ερμηνεύσουμε το ἐν τῷ χρονίζειν= την ώρα που καθυστερούσε (L).
(3) Χρησιμοποιείται και από τους εθνικούς συγγραφείς και σημαίνει βραδύνω, αργοπορώ (δ).

1.22 ἐξελθὼν δὲ οὐκ ηδύνατο λαλῆσαι αὐτοῖς(1), καὶ ἐπέγνωσαν(2) ὅτι ὀπτασίαν(3) ἑώρακεν ἐν τῷ ναῷ· καὶ αὐτὸς ἦν διανεύων(4) αὐτοῖς, καὶ διέμενε κωφός.
22 Όταν βγήκε δεν μπορούσε να τους μιλήσει, και κατάλαβαν ότι κάποιο όραμα είχε δει μέσα στο ναό. Εκείνος τους έκανε νοήματα και παρέμενε άλαλος.
(1) Σύμφωνα με τη Μίσχνα (Tamid VII,2) οι 5 ιερείς, οι οποίοι είχαν ετοιμάσει τη λυχνία και προσφέρει το θυμίαμα έβγαιναν μαζί από τα άγια και έδιναν την ευλογία στο λαό. Πολλοί από τους νεότερους ερμηνευτές νόμισαν ότι ο λαός διαπίστωσε το πάθημα του Ζαχαρία, από το ότι δεν μπορούσε να απαγγείλει τα λόγια της ευλογίας. Αλλά ο Λουκάς παρουσιάζει εδώ τον Ζαχαρία μόνο. Τον είχαν περιμένει και στις ερωτήσεις που του έκαναν για εξήγηση της αργοπορίας του, δεν μπορούσε να απαντήσει. Άλλωστε και η όλη στάση του πρόδιδε την συγκίνησή του (L).
(2) Το σύνθετο επέγνωσαν φανερώνει σαφή αναγνώριση και πλήρη γνώση. Δες Λουκ. ε 22,κδ 16,31 (p)
(3) Η λέξη έχει την ίδια έννοια με τις λέξεις όραμα και όραση. Χρησιμοποιείται από τους αλεξανδρινούς συγγραφείς για υπερφυσικά οράματα, τα οποία κάποιος ή ξύπνιος ή στον ύπνο βλέπει με τα εσωτερικά μάτια, τα οποία ο Θεός ανοίγει (δ).
(4) «Έκανε νεύματα στο λαό που ίσως ρωτούσε την αιτία της σιωπής. Επειδή δεν μπορούσε δηλαδή να μιλήσει, φανέρωνε αυτήν με νεύμα» (Θφ). ἦν διανεύων= εξακολουθούσε για κάποια ώρα ζητώντας να κάνει γνωστό με νεύματα αυτό που του συνέβη (δ).

1.23 καὶ ἐγένετο ὡς ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι(1) τῆς λειτουργίας(2) αὐτοῦ ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον(3) αὐτοῦ.
23 Όταν τελείωσαν οι μέρες της υπηρεσίας του στο ναό, πήγε στο σπίτι του.
(1) Όταν τελείωσε η εβδομάδα, κατά την οποία η εφημερία Αβιά υποχρεωνόταν να λειτουργεί στο ναό (p). «Αν και άκουσε από πριν ο Ζαχαρίας, ότι θα του συμβεί ευχάριστο πράγμα, δεν έσπευσε πριν τον κατάλληλο καιρό να δρομολογήσει την προφητεία, αλλά περίμενε να ολοκληρώσει την πνευματική λειτουργία και τότε να υπηρετήσει την προφητεία με τη σαρκική επαφή, διδάσκοντας, ότι πρέπει όλα να τα βάζουμε δεύτερα σε σχέση με την τιμή στο Θεό» (Ω). «Διότι πρέπει ο ιερέας να απέχει εντελώς από τη γυναίκα του στις μέρες της λειτουργίας του» (Ζ).
(2) Η λέξη σήμαινε κατ’ αρχήν δημόσια υπηρεσία που αναλαμβανόταν από ιδιώτη για κοινό συμφέρον. Από μόνη της η λέξη δεν εξέφραζε τίποτα το ιερό. Νωρίς όμως και στους μη Ιουδαίους συγγραφείς χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει τις λειτουργίες των θεών. Έτσι συναντιέται στον Αριστοτέλη, τον Διόδωρο και σε παπύρους (L).
(3) Το σπίτι του δεν ήταν στα Ιεροσόλυμα, στο τμήμα της πόλης που ονομαζόταν Όφελ, όπου πολλοί ιερείς διέμεναν, αλλά σε άγνωστο χωριό της ορεινής περιφέρειας που βρισκόταν στα νότια της Ιερουσαλήμ. Δες σ. 39. Είναι πιθανόν, ότι πολλοί από τους ιερείς δεν έμεναν στην πόλη, αλλά σε γειτονικά χωριά και κωμοπόλεις (p). «Απείχε λοιπόν κάποιο διάστημα η ορεινή περιοχή από την Ιερουσαλήμ. Αλλά ακόμη και αν είχε στα ίδια τα Ιεροσόλυμα το σπίτι του ο ιερέας, δεν επιτρεπόταν σε αυτόν να βγει έξω από την αυλή του ναού κατά τον καιρό της εφημερίας του» (Θφ).

1.24 Μετὰ δὲ ταύτας τὰς ἡμέρας(1) συνέλαβεν(2) ᾽Ελισάβετ ἡ γυνὴ αὐτοῦ· καὶ περιέκρυβεν(3) ἑαυτὴν μῆνας πέντε(4), λέγουσα(5)
24 Μερικές μέρες αργότερα, η γυναίκα του η Ελισάβετ έμεινε έγκυος. Έκρυβε όμως την εγκυμοσύνη της για πέντε μήνες
(1) Δηλαδή τις ημέρες της λειτουργίας του Ζαχαρία, που αναφέρθηκαν στο σ. 23 (b).
(2) Η λέξη συναντιέται 11 φορές στο Λουκά και 5 αλλού. Μόνος αυτός χρησιμοποιεί τη λέξη και για δήλωση της εγκυμοσύνης και μόνο στα δύο πρώτα κεφάλαια του ευαγγελίου του (και στο σ. 31 και 36 και β 21). Η έννοια αυτή είναι κοινή και στους ιατρούς συγγραφείς και στον Αριστοτέλη. Ο Hobart σημειώνει ότι ο αριθμός των λέξεων που χρησιμοποιούνται από τον Λουκά για δήλωση της εγκυμοσύνης είναι σχεδόν ο ίδιος με αυτόν που χρησιμοποιεί ο Ιπποκράτης. Δηλαδή εν γαστρί έχω (κα 23), έγκυος (β 5), στείρα (α 7), άτεκνος (κ 28). Με εξαίρεση τη φράση «εν γαστρί έχω» όλες οι υπόλοιπες είναι αποκλειστικά στην Κ.Δ. μόνο σε αυτόν (p). Οι αρχαίοι αντί για το συλλαμβάνω, στην περίπτωση της γυναίκας, έχουν το ρήμα κύω ή κυέω (δ).
(3) Η πρόθεση «περί» σημαίνει το από παντού· έκρυβε τον εαυτό της από όλους, όχι όμως μένοντας στο σπίτι και αποφεύγοντας την δημοσιότητα, αλλά έκρυβε τον εαυτό της ως έγγυο (δ). Υπάρχει στη συμπεριφορά αυτή της Ελισάβετ ένα μείγμα αξιοθαύμαστο σεβασμού προς τον εαυτό της και σεβασμού για το έργο του Θεού (g). Έκρυβε τον εαυτό της «επειδή ντρεπόταν για την κυοφορία στα γεράματα και σε χρόνο έξω από το συνηθισμένο» (Ζ), αλλά και χωρίς να λέει λόγια καύχησης για την τιμή που έγινε σε αυτήν από το Θεό.
(4) Μετά τους 5 μήνες η εγκυμοσύνη πλέον γινόταν σε όλους φανερή. Η Ελισάβετ λοιπόν «δεν έλεγε τίποτα, έως ότου σχεδόν όλοι, για να μιλήσουμε έτσι, την εξέταζαν ότι ήταν έγκυος, από αυτά που έβλεπαν, έστω και αν εκείνη έκρυβε το πράγμα» (Ω).
(5) Έλεγε σε αυτούς που συμμετείχαν στη χαρά της (b).

1.25 ὅτι οὕτω μοι πεποίηκεν(1) ο Κύριος ἐν ἡμέραις αἷς ἐπεῖδεν(2) ἀφελεῖν το ὄνειδός(3) μου ἐν ἀνθρώποις(4).
25 και έλεγε: «Ο Θεός είδε τη στενοχώρια μου και φρόντισε να με απαλλάξει από την ντροπή που ένιωθα μπροστά στους ανθρώπους για την ατεκνία μου».
(1) Το «κάνω» εδώ λέγεται με τη σημασία του ευεργετώ, ευλογώ (δ).
(2) Το αντικείμενο του ἐπεῖδεν δεν είναι ούτε το «εμένα» που εξυπακούεται, ούτε το ὄνειδός μου, αλλά το ἀφελεῖν=Επέβλεψε για να απομακρύνει· έλαβε φροντίδα, προνόησε να απομακρύνει (p). Η Ελισάβετ ιδιοποιείται τον θριαμβευτικό λόγο της Ραχήλ στο Γεν. λ 23 («Αφείλεν (αφαίρεσε) ο Θεός μου το όνειδος»)(g).
(3) «Διότι στους Εβραίους ήταν ντροπή η ακαρπία του σώματος» (Ζ), «όπως ακριβώς ήταν έπαινος και ευλογία η πολυτεκνία» (Σχ.). Η στειρότητα θεωρούνταν στην Π.Δ. ντροπή, σαν σημάδι θείας δυσμένειας (Ησ. δ 1, μζ 9,Ωσηέ θ 11,Ψαλμ. ριβ 9)(δ).
(4) «Την ντροπή μου στους ανθρώπους» (Ζ). Την ντροπή μου μεταξύ των ανθρώπων (δ). Μόλις και μετά βίας συναριθμούσε τον εαυτό της ανάμεσα στο ανθρώπινο γένος λόγω της στείρωσής της (b). Η Ελισάβετ κινείται με ευγνωμοσύνη σε ευχαριστία του Θεού για την απομάκρυνση της στείρωσής της και θεωρούνταν από αυτήν η εγκυμοσύνη της ως ουσιώδες χαρακτηριστικό θείας ευλογίας που δόθηκε σε αυτήν. Ο πνευματικός χαρακτήρας της Κ.Δ. εισήγαγε νέες αντιλήψεις και αποδίδει δευτερεύουσα σημασία σε τέτοιες πρόσκαιρες ευλογίες (ο).

Στίχ. 26-38. Ο ευαγγελισμός της Παρθένου Μαρίας .
1.26 ᾽Εν δὲ τῷ μηνὶ τῷ ἕκτῳ(1) ἀπεστάλη ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ υπὸ(2) τοῦ θεοῦ εἰς πόλιν(3) τῆς Γαλιλαίας(4) ᾗ ὄνομα Ναζαρὲτ(5)
26 Τον έκτο μήνα της εγκυμοσύνης της Ελισάβετ, ο Θεός έστειλε τον άγγελο Γαβριήλ στην πόλη της Γαλιλαίας Ναζαρέτ
Η γέννηση του Βαπτιστή υπήρξε όπως αυτή του Ισαάκ αποτέλεσμα επέμβασης ανώτερης. Παρέμεινε όμως εντός των ορίων της φυσικής τάξης. Η γέννηση του Ιησού έχει χαρακτήρα ενέργειας άμεσα δημιουργικής. Ο Ιησούς είναι ο δεύτερος Αδάμ. Παρ’ όλα αυτά η δημιουργική ενέργεια, στην οποία οφείλεται η γέννηση του Ιησού, δεν διασπά τη συνέχεια ανάμεσα στην παλιά και τη νέα ανθρωπότητα. Από τον κόλπο μήτρας ανθρώπινης ανελκύει ο Θεός το σπέρμα, από το οποίο θα προέλθει με την δημιουργική ενέργεια του Πνεύματος η ανθρώπινη φύση του δεύτερου Αδάμ. Χάρις όμως στην οργανική αυτή σύνδεση μπόρεσε ο Ιησούς να εξυψώσει την φυσική ανθρωπότητα, της οποίας έγινε μέλος, στο ύψος της θείας κατάστασης, η οποία αποτελεί τον αληθινό και ύψιστο προορισμό του ανθρώπου.
(1) «Μήνα έκτο εννοεί τον μήνα από τη σύλληψη του Ιωάννη» (Θφ).
(2) Υπάρχει και η γραφή: από του Θεού. Η πρόθεση «υπό» που εκφράζει την άμεση ποιητική αιτία, είναι προτιμότερη από την πρόθεση «από», η οποία δηλώνει απλώς το μέρος από όπου ήλθε, τον ουρανό (δ).
(3) Η περιγραφή την οποία κάνει ο Λουκάς καθορίζοντας όχι μόνο το όνομα της πόλης, αλλά και αυτό της περιφέρειας, στην οποία ανήκε η πόλη, υπονοεί ίσως ότι ο Λουκάς γράφοντας έχει υπ’ όψη του εκείνους, οι οποίοι δεν ήταν σχετικοί με τη γεωγραφία της Παλαιστίνης (p).
(4) Το όνομα σημαίνει κύκλος, έκταση γης (δ). Έτσι ονομαζόταν ο κύκλος ή η περιφέρεια της αγίας Γης, η γειτονική με τη Φοινίκη. Το πλήρες όνομα του τμήματος αυτού ήταν Κύκλος των εθνών, λόγω των πολυάριθμων εθνικών που προέρχονταν από τη Φοινίκη ή την παλαιά Χαναάν, οι οποίοι κατοικούσαν στο τμήμα αυτό (g).
(5) Ο τύπος του ονόματος ποικίλλει μεταξύ των Ναζαρέθ, Ναζαρέτ, Ναζαρά και Ναζαράτ. Ο τύπος Ναζαράθ συναντιέται συχνά στον κώδικα Δ. Η ονομασία Ναζαρά χρησιμοποιείται σύμφωνα με τους παλαιότερους κώδικες μία φορά από τον Ματθαίο (δ 13) και ίσως μία φορά από το Λουκά (δ 16). Η ονομασία Ναζαρέθ βρίσκεται μία φορά στον Ματθαίο (κα 11) και μία φορά στις Πράξεις (ι 38). Παντού έχουμε Ναζαρέτ. Η νεότερη πόλη ονομάζεται Εν-ναζιρά με 5000 κατοίκους, από τους οποίους οι περισσότεροι είναι Χριστιανοί και λίγοι Μωαμεθανοί (p). Όταν ο βασιλικός οίκος του Δαβίδ είχε τελείως ξεπέσει και λησμονηθεί και φαινόταν ο άρχοντας του κόσμου αυτού να κυριαρχεί και στο ίδιο το θυσιαστήριο του Θεού, τότε είχε φτάσει το πλήρωμα του χρόνου. Τότε ήταν καιρός να γεννηθεί το σκεύος της εκλογής, το οποίο θα δεχόταν τη θεία χάρη, η οποία θα αναδείκνυε αυτό κεχαριτωμένη και ευλογημένη ανάμεσα στις γυναίκες και να ανατραφεί όχι σε βασιλικά ανάκτορα αλλά σε αφανή φτώχεια. Σε φτώχεια όχι μόνο σωματική, αλλά «και στο πνεύμα», για να γίνει και δική της η βασιλεία των ουρανών· να πενθεί για την ερήμωση του βασιλικού οίκου της και του λαού της, για να παρηγορηθεί από τον Κύριο· να είναι καθαρή και αγνή στην καρδιά, για να είναι και άξια ώστε να δει το Θεό.

1.27 πρὸς παρθένον(1) μεμνηστευμένην(2) ἀνδρὶ ᾧ ὄνομα ᾽Ιωσὴφ ἐξ οἴκου Δαυίδ(3), καὶ τὸ ὄνομα τῆς παρθένου Μαριάμ(4).
27 σε μια παρθένο, που ήταν αρραβωνιασμένη με κάποιον που λεγόταν Ιωσήφ και προερχόταν από τη γενιά του Δαβίδ. Η παρθένος λεγόταν Μαριάμ.
(1) Του Χριστού η μητέρα υπήρξε παρθένος, διότι δεν έπρεπε να γεννηθεί με τον συνηθισμένο φυσικό τρόπο, αλλά υπερφυσικά. Ήταν αναγκαίο αυτό, για να μην κληρονομήσει και αυτός την μολυσμένη ανθρώπινη φύση, όπως διέφθειρε αυτήν η παράβαση του πρώτου Αδάμ, αλλά ώστε ως νέος Αδάμ να πάρει την υγιή ανθρώπινη φύση, όπως βγήκε αυτή από τα χέρια του Πλάστη και όπως είχε αυτήν και ο πρώτος Αδάμ πριν αμαρτήσει.
(2) Υπάρχει και η γραφή εμνηστευμένην. Στους Ο΄ έχουμε τη γραφή μεμνηστευμένην (Δευτ. κβ 23). Το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα μεταξύ αρραβώνα και γάμου ήταν συνήθως ένα έτος, κατά το οποίο η αρραβωνιασμένη ζούσε με τις φίλες της. Η περιουσία της όμως περιερχόταν στο μέλλοντα σύζυγό της και η εκ μέρους της απιστία τιμωρούνταν ως μοιχεία με λιθοβολισμό (Δευτ. κβ 23,24)(p). «Για ποιο λόγο τέλος πάντων, ενώ έκρινε ο Θεός να γεννηθεί ο σωτήρας από παρθένα, δεν διάλεξε παρθένα μη αρραβωνιασμένη; Μήπως λοιπόν ήταν θείο σχέδιο να συλλάβει αυτή έχοντας μνηστήρα, ώστε να μην φαίνεται ότι φέρνει ντροπή στο σώμα της αυτό που συλλήφθηκε;» (Ω). Οικονόμησε ο Θεός να αρραβωνιαστεί η παρθένος από τη μία για αποφυγή κάθε υπόνοιας αυτών που δεν γνώριζαν την υπερφυσική γέννηση, από την άλλη, για να έχει η Παρθένος τον δίκαιο Ιωσήφ βοηθό και στήριγμα (δ). Μικρότερης σημασία η επόμενη εκδοχή: «Σωστά σε μία από τις επιστολές κάποιου μάρτυρα έχει γραφτεί- τον Ιγνάτιο εννοώ… που έδωσε μάχη με τα θηρία στο διωγμό στη Ρώμη- ότι «διέφυγε από την προσοχή του άρχοντα αυτού του αιώνα η παρθενία της Μαρίας»» (Ω), έτσι ώστε «να μην στήσει γύρω της παγίδες με την κακή του τέχνη» (Ζ). «Δεν στάλθηκε όμως προς τον Ιωσήφ ο άγγελος, επειδή δεν είχε καμία σχέση ο Ιωσήφ με την γέννηση του Κυρίου». «Ονομάστηκε όμως άνδρας» της Παρθένου «για να υποπτευθεί από κάποιους, ότι από αυτόν έμεινε έγκυος η Μαρία και να μην λιθοβοληθεί επειδή έχασε τάχα από άλλον την παρθενία της» (Ω).
(3) «Το «από τον οίκο του Δαβίδ» θα το εννοήσουμε και για την Παρθένο και για τον Ιωσήφ. Διότι και αυτή και εκείνος κατάγονταν από το γένος του Δαβίδ» (Ζ). Κάποιοι νεότεροι ερμηνευτές αναφέρουν αυτό στον Ιωσήφ και ως ισχυρή ένδειξη για αυτό επικαλούνται την αμέσως ακόλουθη φράση «και το όνομα της παρθένου Μαριάμ», ενώ αν λεγόταν το «από τον οίκο Δαβίδ» για την Μαριάμ, θα ακολουθούσε το «και το όνομα αυτής…» ή «της οποίας το όνομα ήταν Μαριάμ» (δ). Παρ’ όλα αυτά οι Weiss και Schanz παρατήρησαν δικαιολογημένα, ότι η έκφραση αυτή μπορεί να εξηγηθεί από την επιθυμία του Λουκά να τονίσει την έννοια της παρθενίας. Εξάλλου το πρόσωπο του Ιωσήφ ενδιέφερε τον Λουκά εδώ λιγότερο από το πρόσωπο της Μαρίας, αφού στην αφήγηση αυτή η πατρότητα του Ιωσήφ αποκλείεται απολύτως. Έπειτα εάν εδώ καθόριζε ο Λουκάς ότι ο Ιωσήφ ήταν από τον οίκο Δαβίδ, ποιος ο λόγος παρακάτω να τονίζει και πάλι για τον Ιωσήφ «επειδή ήταν αυτός από τη γενιά και την οικογένεια του Δαβίδ» (β 4); Οι λόγοι λοιπόν αυτοί πείθουν μάλλον ότι το «από τον οίκο Δαβίδ» αναφέρεται σε μόνη την Παρθένο (g). Σύμφωνα με αυτά και ο Ω. «το συντακτικό υπερβατό σχήμα λοιπόν έχει ως εξής. Στάλθηκε ο άγγελος προς παρθένα από τον οίκο Δαβίδ, και το όνομα της παρθένου ήταν Μαριάμ, η οποία ήταν μνηστευμένη με άνδρα, του οποίου το όνομα ήταν Ιωσήφ». Από την άλλη από τους στίχους 32 και 69 μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Λουκάς θεωρούσε την Μαρία ότι καταγόταν από τον Δαβίδ. Ανεξάρτητα λοιπόν από τον παρόντα στίχο, μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι, όπως ακριβώς ο Ιωάννης καταγόταν από ιερατικό γένος και από πατέρα και από μητέρα, έτσι και ο Ιησούς είχε καταγωγή βασιλική και από την μητέρα του Μαρία και από τον μνηστήρα της Ιωσήφ. Ο τίτλος άλλωστε «υιός Δαβίδ» αποδόθηκε δημόσια στον Ιησού και ουδέποτε αρνήθηκε αυτόν (Ματθ. α 1,θ 27,ιβ 23,ιε 22,κ 30,31, Μάρκ. ι 47,48,Λουκ. ιη 38,39)(p).
(4) Στο όνομα Μαριάμ δίνουν διάφορες ετυμολογίες, ότι σημαίνει είτε την ισχυρή είτε την ένδοξη και αυτήν που υμνείται. Αυτές είναι οι δύο πιο πιθανές από τις ετυμολογίες που προτάθηκαν (δ).

1.28 καὶ εἰσελθὼν ο άγγελος πρὸς αὐτὴν εἶπεν(1), Χαῖρε(2), κεχαριτωμένη(3), ὁ Κύριος μετὰ σοῦ(4) ευλογημένη(5) συ εν γυναιξίν(6)
28 Παρουσιάστηκε, λοιπόν, σ’ αυτήν ο άγγελος και της είπε: «Χαίρε εσύ, η προικισμένη με τη χάρη του Θεού! Ο Κύριος είναι μαζί σου. Ευλογημένη απ’ το Θεό είσαι εσύ, περισσότερο απ’ όλες τις γυναίκες».
(1) «Είπε σε αυτήν έναν χαιρετισμό ασυνήθιστο, τον οποίο δεν βρήκα σε καμία γραφή. Το «χαίρε κεχαριτωμένη» δεν βρίσκεται πουθενά· αλλά ούτε σε άνδρα έχει ειπωθεί αυτό κάπου, αλλά για αυτήν φυλαγόταν αυτός ο χαιρετισμός» (Ω).
(2) «Επειδή δηλαδή είπε ο Θεός στην Εύα, με λύπες θα γεννάς παιδιά, καταργείται η λύπη της Εύας με αυτήν την χαρά» (Ω). «Με το «χαίρε» καταργεί τον δεσμό της λύπης. Να χαίρεσαι· ήλθε αυτός που καταργεί τη λύπη» (Σγ).
(3) «Την ονόμασε κεχαριτωμένη διότι αξιώθηκε υπερφυσικής χάριτος» (Ζ). «Να χαίρεσαι κεχαριτωμένη· επειδή μέχρι τώρα ήσουν καταραμένη» (Σγ). Κεχαριτωμένη όχι ως μητέρα της χάρης, αλλά ως κόρη της χάρης (b). Το ρήμα χαριτόω δεν συναντιέται στους κλασσικούς, αλλά μόνο στους Αλεξανδρινούς και μία ακόμη φορά στην Κ.Δ. (Εφεσ. α 6) και σημαίνει γεμίζω κάποιον με χάρη. Εδώ σημαίνει αυτήν που πήρε από το Θεό πολλές και μεγάλες χάρες και κατεξοχήν την μέγιστη χάρη να καταξιωθεί να γίνει μητέρα Θεού (δ).
(4) Λιγότερη πιθανή ερμηνεία: Μακάρι ο Κύριος να είναι μαζί σου (b). Πιο σωστά. «Αντί να πει: ο Θεός είναι μέσα σε σένα» (Ζ). «Πρέπει να ξέρουμε ότι με το που έγινε ο ευαγγελισμός, αμέσως συνέλαβε η παρθένος με τρόπο παράδοξο» (Ω)· ή μάλλον ο άγγελος γνωρίζει την εύνοια και ευαρέστηση του Θεού προς την Μαρία από το μήνυμα, το οποίο μεταφέρει σε αυτήν (g). Επειδή λοιπόν ο Κύριος είναι μαζί της, για αυτό η παρθένος είναι κεχαριτωμένη. Το «ο Κύριος μετὰ σοῦ» εξηγεί το κεχαριτωμένη (p). Αξιοσημείωτη ερμηνεία και η: «Επειδή μαζί με την Εύα ήταν το φίδι με λύπη, να χαίρεσαι επειδή μαζί με σένα είναι ο Θεός» (Σγ).
(5) Η όλη φράση ευλογημένη συ εν γυναιξί, μολονότι μαρτυρείται από τους περισσότερους μεγαλογράμματους κώδικες, και επίσης και από τους Τερτυλλιανό, Ευσέβιο κλπ., επειδή αποσιωπάται από τους κώδικες σιναϊτικό και βατικανό, θεωρήθηκε ως κείμενο που παρεμβλήθηκε από το στίχο 42. «Επειδή ήταν καταραμένη η Εύα, αυτή ακούει το «ευλογημένη»» (Θφ)=πήρες από το Θεό ευλογία και χάρη.
(6) Εβραϊκός τρόπος έκφρασης για να εκφραστεί ο υπερθετικός= η κατεξοχήν ευλογημένη, η υπερευλογημένη (δ).

1.29 ἡ δὲ ιδούσα(1) διεταράχθη(2) ἐπὶ τῷ λόγῳ(3) αυτού καὶ διελογίζετο(4) ποταπὸς(5) εἴη(6) ὁ ἀσπασμὸς(7) οὗτος.
29 Εκείνη μόλις τον είδε ταράχτηκε με τα λόγια του και προσπαθούσε να εξηγήσει τι σήμαινε ο χαιρετισμός αυτός.
(1) «Ταράχτηκε επειδή είδε την ασυνήθιστη όψη του αγγέλου» (Ω). Η ταραχή της προκλήθηκε από αυτήν την ίδια την εμφάνιση (b). Ο σιναϊτικός, ο βατικανός και κάποιοι άλλοι κώδικες (χειρόγραφα) αποσιωπούν το ιδούσα.
(2) Λέγεται μοναδική φορά η λέξη. Το σύνθετο διαταράσσομαι φανερώνει ταραχή βαθύτερη από αυτήν του Ζαχαρία (L).
(3) «Φοβήθηκε μήπως είναι με δόλο» (Ζ) ο λόγος. «Ήταν θαυμαστή η παρθένος και δείχνει την αρετή της ο Λουκάς λέγοντας ότι, όταν άκουσε τον χαιρετισμό, δεν ένιωσε αμέσως ευχαρίστηση, ούτε δέχτηκε αυτό που ειπώθηκε, αλλά ταράχτηκε και ζητούσε να μάθει τι σήμαινε ο χαιρετισμός» (Χ). Εάν ήταν κάποια υπερήφανη και ματαιόδοξη γυναίκα, θα κολακευόταν από τον χαιρετισμό και σκιρτώντας θα είχε έτοιμη την απάντηση που θα πρόδιδε τα φουσκωμένα με αλαζονεία συναισθήματά της. Αντί για αυτά όμως ταράζεται διότι έχει τη συνείδηση, ότι δεν είχε κάποια εξαιρετική αξία, για την οποία τόσο έκτακτες υποσχέσεις να δίνονται σε αυτήν. Οι ταπεινοί ταράσσονται, όταν ακούνε τους άλλους να τους επαινούν. Όσοι λοιπόν επιζητούν τους επαίνους ή και σκιρτούν, όταν ακούνε αυτούς, δεν έχουν στηριχτεί αρκετά στην ταπείνωση και κινδυνεύουν να βλαφτούν σοβαρά από αυτούς.
(4) Σκεφτόταν, συλλογιζόταν (δ). Η σκέψη αυτή αποδεικνύει, ότι η Παρθένος δεν υπέστη σύγχυση των διανοητικών της δυνάμεων. Ταράχτηκε αλλά δεν τρόμαξε (L).
(5) Μεταγενέστερος τύπος του ποδαπός=από ποιο μέρος, (και έπειτα) και ποιος=ποια έννοια μπορεί να έχει ο χαιρετισμός αυτός; (δ). «Τι από τα δύο είναι, θεϊκός ή δαιμονικός;» (Ζ). «Μήπως άραγε είναι κάποιος απρεπής σαν από άνδρα προς μία κοπέλα, ή είναι θείος· επειδή υπάρχει μαζί με τον χαιρετισμό και η αναφορά του Θεού, δηλαδή το «ο Κύριος είναι μαζί σου»» (Θφ).
(6) Η ευκτική πτώση σε ερώτηση απορρηματική είναι συνηθισμένη και στους κλασσικούς (δ).
(7) «Ασπασμό λέει τον τρόπο που την ονόμασε» (Ζ)· τον χαιρετισμό, με τον οποίο μπαίνοντας της απευθύνθηκε (δ).

1.30 καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος αὐτῇ· Μὴ φοβοῦ(1), Μαριάμ, εὗρες γὰρ(2) χάριν(3) παρὰ τῷ θεῷ·
30 Ο άγγελος της είπε: «Μη φοβάσαι, Μαριάμ, ο Θεός σού έδωσε τη χάρη του·
(1) «Επειδή ταράχτηκε, την γυρίζει από την ταραχή και την επαναφέρει λέγοντας· Μη φοβάσαι Μαριάμ» (Ω). «Πρώτα ηρεμεί την καρδιά της από την ταραχή, έτσι ώστε αφού έλθει σε αταραξία, να δεχτεί το θείο μήνυμα. Διότι ήταν ενδεχόμενο λόγω της ταραχής της, να μην ακούσει με ακρίβεια αυτά που θα συμβούν» (Θφ). Εάν συνεχιζόταν η ταραχή της Παρθένου θα μετατρεπόταν σε φόβο (g).
(2) Αιτιολογεί το Μη φοβάσαι. «Διότι βρήκες χάρη μπροστά στο Θεό. Για αυτό μη φοβάσαι» (Ω).
(3) «Ευνοϊκή διάθεση, οικειότητα» (Ζ). «Το «κεχαριτωμένη» που είπε παραπάνω, σαν ακριβώς να το ερμηνεύει, λέει· διότι βρήκες χάρη μπροστά στο Θεό· διότι αυτό σημαίνει το να είσαι κεχαριτωμένη, το να βρεις δηλαδή χάρη μπροστά στο Θεό, δηλαδή το να αρέσεις στο Θεό» (Θφ). Έτυχες εξαιρετικής εύνοιας από το Θεό (δ). Η φράση είναι εβραϊκή. «Ο Νώε βρήκε χάρη απέναντι στον Κύριο το Θεό» (Γεν. στ 8. Δες και Γεν. ιη 3,λθ 4)(p). Ο Θεός σε ευνοεί και βρήκες χάρη μπροστά του. Μη φοβάσαι, έστω και αν ο κόσμος ολόκληρος εξεγείρεται εναντίον σου. Αν ο Θεός είναι μαζί μας, ποιος είναι εναντίον μας;

1.31 καὶ ἰδοὺ(1) συλλήψῃ ἐν γαστρὶ καὶ τέξῃ υἱόν(2), καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ ᾽Ιησοῦν(3).
31 θα μείνεις έγκυος, θα γεννήσεις γιο και θα τον ονομάσεις Ιησού.
(1) Το άμεσο αποτέλεσμα της χάρης του Θεού θα είναι αυτό, ότι θα συλλάβεις κλπ. (δ). «Το ότι μεν βρήκες χάρη ήταν συνηθισμένο. Διότι και άλλες πριν από αυτήν βρήκαν χάρη. Το να πει όμως «θα συλλάβεις» δεν ήταν πλέον συνηθισμένο, αλλά ξεχωριστό ως υπόσχεση, ασυνήθιστο πράγμα για παρθένα» (Ω). «Να, θα συλλάβεις· αυτό είναι το εξαίσιο, το οποίο καμία άλλη δεν καταξιώθηκε» (Θφ). Στις λέξεις που ακολουθούν μετά το «ιδού» περιέχεται μία περίληψη του ευαγγελίου, η οποία επαναλαμβάνεται και στους σ. 50,51,68,69 και κεφ. β 10,11 (b).
(2) Τα λόγια αυτά βρίσκονται στο Γεν. ιστ 11 για τον Ισμαήλ και Ησ. ζ 14 για τον Εμμανουήλ. Δες και Γεν. ιζ 19 για τον Ισαάκ και Ματθ. α 21 για τον Ιησού (p). Είναι πιθανό, ότι ο Λουκάς, που τόνισε την παρθενία της Μαρίας (σ. 27), να είχε υπ’ όψη τώρα το χωρίο του Ησαΐου (L). «Είπε όμως «στην κοιλιά», για να δείξει ότι ο Κύριος πήρε την ουσία της ανθρώπινης φύσης από την ίδια την μήτρα της Παρθένου» (Θφ), «και πήρε τη σάρκα από τη δική μας ουσία» (Σχ.).
(3) Το όνομα Ιησούς εμφανίζεται με τους διάφορους τύπους Oshea, Χοσιέα, Γεχοσιούα, Γοσιούα, Γεσιούα και Ιησούς. Η έννοιά του είναι «Ο Ιεχωβά είναι βοήθεια» ή «Θεός, ο Σωτήρας» (p). «Δίκαια ονομάστηκε Ιησούς, αυτός που ήλθε για τη σωτηρία του γένους μας· διότι το όνομα αυτό αν μεταφραστεί στην ελληνική γλώσσα, σημαίνει Θεού σωτηρία. Το Ιησούς λοιπόν, ερμηνεύεται, Σωτήρας» (Θφ).

1.32 οὗτος ἔσται μέγας(1) καὶ υἱὸς ὑψίστου(2) κληθήσεται(3), καὶ δώσει(4) αὐτῷ Κύριος ὁ θεὸς τὸν θρόνον Δαυὶδ(5) τοῦ πατρὸς αὐτοῦ(6),
32 Αυτός θα γίνει μέγας και θα ονομαστεί Υιός του Υψίστου. Σ’ αυτόν θα δώσει ο Κύριος ο Θεός το θρόνο του Δαβίδ, του προπάτορά του.
(1) «Αυτό ειπώθηκε και για τον Ιωάννη. Αλλά όταν ήλθε ο αληθινά μεγάλος, εκείνος ήταν μικρός. Διότι εκείνος ήταν το λυχνάρι που καίγεται και φωτίζει. Είναι λοιπόν αληθινά μεγάλος, όχι όπως ο Ιωάννης ήταν μεγάλος, αλλά ως δεσπότης και κύριος και δημιουργός του παντός. Το μέγεθός του όμως δεν φανερωνόταν τότε τόσο πολύ, όσο τώρα φαίνεται. Διότι δες το μέγεθος της δύναμής του, διότι σε όλη τη γη βγήκε ο ήχος της διδασκαλίας του και στα πέρατα της οικουμένης τα λόγια του» (Ω).
(2) Το ύψιστος σημαίνει τον Ιεχωβά, επειδή είναι πάνω από όλα τα όντα και ιδιαίτερα τις ειδωλολατρικές θεότητες (g).
(3) «Οι λέξεις «θα γίνει» και «θα ονομαστεί» αρμόζουν στην παρουσία του στη γη με τη σάρκα» (Ω). «Έπρεπε δηλαδή μάλλον να πει, ότι είναι [και όχι απλώς ονομάζεται] Υιός Υψίστου αφού γεννήθηκε από τον Πατέρα πριν τους αιώνες. Αλλά θα πούμε, ότι, όπως ακριβώς, ενώ είναι από τη φύση του αληθινός Θεός ο Υιός, έλαβε σαν να ήταν δώρο λόγω της ανθρώπινης φύσης του το όνομα το ανώτερο από κάθε όνομα, δηλαδή το να ονομάζεται Θεός· και όπως ακριβώς, ενώ είναι Κύριος όλης της κτίσης, ως δημιουργός και πλάστης, παίρνει από δωρεά πατρική κληρονομία τα έθνη λόγω της ανθρώπινης φύσης του· διότι λέει (στον Ψαλμό), «ζήτησε από εμένα και θα σου δώσω ως κληρονομιά σου έθνη»· κατά τον ίδιο τρόπο, ενώ είναι [και όχι απλώς ονομάζεται] από τη φύση του και αληθινά Υιός και έλαμψε από την ουσία του Πατέρα πριν από όλους τους αιώνες, ονομάζεται κιόλας (από εμάς) Υιός Υψίστου λόγω της ανθρώπινης φύσης του» (Σχ.). «Ονομάζεται βεβαίως υιός υψίστου ο άνθρωπος που φαίνεται. Επειδή δηλαδή ήταν μία υπόσταση, όντως ήταν Υιός υψίστου ο άνθρωπος, ο υιός της παρθένου. Διότι ήταν μεν και προαιωνίως Υιός Υψίστου ο Λόγος, αλλά δεν ονομαζόταν, ούτε γνωριζόταν. Όταν όμως σαρκώθηκε και φανερώθηκε με σάρκα, τότε βεβαίως και ονομάστηκε υιός υψίστου, αυτός που φαινόταν και έκανε τα θαύματα» (Θφ). «Ήταν μεν υιός υψίστου· ονομάστηκε όμως έτσι και ύστερα από αυτούς που πίστεψαν σε αυτόν» (Ζ). Θα ονομαστεί ή θα αναγνωριστεί ως υιός υψίστου (δ).
(4) «Και το «θα δώσει σε αυτόν ο Κύριος» αρμόζει στην ανθρώπινη παρουσία (φύση) του Χριστού. Διότι έστω και αν λέγεται ότι «παίρνει», λόγω της ανθρώπινης φύσης του, τον θρόνο του Δαβίδ, αλλά είναι ο ίδιος και βασιλιάς αιώνιος με τρόπο που αρμόζει σε Θεό» (Ω).
(5) Και αυτό είναι χαρακτηριστικό του Μεσσία, διότι σύμφωνα με τον Ψαλμό ρλα 11,12 ο Κύριος ορκίστηκε στο Δαβίδ, ότι η γενιά του θα βασιλεύσει αιωνίως και ο Μεσσίας έγινε βασιλιάς και αρχιερέας στο διηνεκές. Δες Ψαλμ. ρθ (δ). «Ακούγοντας βεβαίως θρόνο του Δαβίδ, να μη νομίζεις ότι πρόκειται για αισθητή βασιλεία, αλλά για θεία, κατά την οποία βασίλεψε πάνω σε όλα τα έθνη με το θείο κήρυγμα» (Θφ). «Θρόνο… ο οποίος δεν έχει τίποτα το θνητό και πρόσκαιρο, αλλά ο οποίος λάμπει σε όλη την οικουμένη σαν φως και φωτίζει ψυχές νοερές με την ένθεη διδασκαλία» (Σχ).
(6) Η φράση αυτή υπονοεί την καταγωγή του Ιησού από τον Δαβίδ διαμέσου της Παρθένου (g).

1.33 καὶ βασιλεύσει ἐπὶ τὸν οἶκον ᾽Ιακὼβ(1) εἰς τοὺς αἰῶνας(2), καὶ τῆς βασιλείας(3) αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος(4).
33 Θα βασιλέψει για πάντα στους απογόνους του Ιακώβ και η βασιλεία του δε θα έχει τέλος».
(1) «Ο λαός του Θεού άλλοτε μεν ονομάζεται Ισραήλ και άλλοτε Ιακώβ. Διότι ο ίδιος ήταν και Ισραήλ και Ιακώβ. Και ως προς τη φύση μεν ήταν Ιακώβ ο παλιός λαός, διότι καταγόταν από τον Ιακώβ ως προς τη συγγένεια του αίματος· από την άποψη όμως της υιοθεσίας, Ιακώβ είναι ο νέος λαός όσον αφορά τη συγγένεια της αρετής· διότι μπήκε ο νέος στη θέση του παλαιού. Επομένως σε αυτόν τον λαό θα βασιλεύσει αιώνια» (Ζ). «Οίκο λοιπόν του Ιακώβ να μην νομίσουμε μόνο το έθνος των Ιουδαίων, αλλά και όλους όσους μέσω της κλήσης του Σωτήρα μας από όλα τα έθνη εισήλθαν στην υιοθεσία των αγίων» (Σχ.), «τους εθνικούς που μπολιάστηκαν στην οικογένεια του Ιακώβ» (σχ.).
(2) «Δηλαδή θα βασιλεύσει πάνω σε αυτόν τον οίκο που πάντα τον αναγνωρίζει από τα έργα και από τα λόγια και θεληματικά έχει υποταχτεί σε αυτόν» (Ζ).
(3) «Ο Χριστός ήταν βασιλιάς και ως άνθρωπος· διότι είχε έργα που ανήκουν σε βασιλιά, το να νομοθετεί στους υπηκόους του, το να ρυθμίζει, το να φροντίζει, το να πεθαίνει για χάρη τους, τα οποία κατεξοχήν χαρακτηρίζουν τον αληθινό βασιλιά» (Ζ), και εξακολουθεί να βασιλεύει στην εκκλησία του, της οποίας είναι η κεφαλή. «Σε κανέναν όμως δεν ανήκει το να βασιλεύει με μία βασιλεία που δεν έχει τέλος, παρά μόνο στον δημιουργό και δεσπότη των όλων Θεό» (Σχ.).
(4) Αυτό δεν αντιφάσκει στο Α΄Κορ. ιε 24-28 («… όταν θα παραδώσει την βασιλεία στο Θεό και πατέρα…»). Διότι η βασιλεία του Ιησού απορροφουμένη στη βασιλεία του Πατέρα δεν εκμηδενίζεται, αλλά τελειοποιείται (g). Και μετά από αυτό δεν θα παύσει ποτέ ο Χριστός να είναι βασιλιάς του λαού του, διότι πάντοτε θα λατρεύεται ως το Αρνίο του Θεού, το οποίο σφάχτηκε για απολύτρωση του λαού του (ο).

1.34 εἶπεν δὲ Μαριὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον· πῶς ἔσται τοῦτο(1), ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω(2);
34 Η Μαριάμ τότε ρώτησε τον άγγελο: «Πώς θα μου συμβεί αυτό, αφού εγώ δεν έχω συζυγικές σχέσεις με κανέναν άντρα;»
(1) Υπάρχει και η γραφή: Πώς έσται τούτο. «Πώς θα γίνει αυτό, δηλαδή το να συλλάβω στην κοιλιά μου και να γεννήσω γιο;» (Ζ). «Δεν είπε από απιστία η Παρθένος το «πώς θα γίνει αυτό σε μένα;». Αλλά το είπε σαν σοφή και συνετή, ζητώντας να μάθει τον τρόπο του πράγματος. Διότι δεν έγινε κάτι τέτοιο πιο πριν, ούτε θα γίνει στο μέλλον» (Θφ). Η Μαρία δεν εκφράζει αμφιβολία όπως ο Ζαχαρίας. Συναισθανόμενη την αγνότητά της, ζητά απλώς πώς θα γίνει δυνατή μία τέτοια γέννηση. Το ερώτημά της είναι η λογική και νόμιμη έκφραση έκπληξης που προέρχεται από συνείδηση αμόλυντη (g). Ο λόγος δεν είναι κάποιας που αμφιβάλλει, αλλά που θαυμάζει (Grotius). «Ο μεν λόγος σου είναι αξιόπιστος, ο τρόπος όμως αδιέξοδος· δεν γνωρίζει η φύση αυτά που λες» (σχ.).
(2) Δες Γεν. ιθ 8,Κριτ ια 39, Αριθμ. λα 17 (p). Η έκφραση λέγεται πιο κομψά αντί για το ζω σε γαμική σχέση, έρχομαι σε σαρκική σχέση με άνδρα (δ). Οι λέξεις αποτελούν ομολογία παρθένας που έχει συνείδηση της αγνότητάς της. Και αποσπάται αυτή από τα χείλη της από την παράδοξη διαβεβαίωση, ότι πρόκειται να αποκτήσει γιο πριν ακόμη παντρευτεί (p). Τα λόγια της παρθένου αποτελούν ξεχείλισμα παιδικού πνεύματος, που ζητά αποσαφηνίσεις για ζήτημα τόσο ξεκάθαρα σκοτεινό και μυστηριώδες. Έρευνα με πίστη, διαπνεόμενη από παιδικό πνεύμα, είναι ακατηγόρητη και σε όλα άψογη (ο)

1.35 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος(1) εἶπεν αὐτῇ· Πνεῦμα(2) ἅγιον(3) ἐπελεύσεται ἐπὶ σέ(4), καὶ δύναμις ὑψίστου(5) ἐπισκιάσει(6) σοι· διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἅγιον(7) κληθήσεται(8), υἱὸς θεοῦ.
35 Ο άγγελος της απάντησε: «Το Άγιο Πνεύμα θα έρθει επάνω σου και θα σε καλύψει η δύναμη του Θεού· γι’ αυτό και το άγιο παιδί που θα γεννήσεις θα ονομαστεί Υιός Θεού.
(1) «Ο άγγελος δεν την κατηγορεί όπως τον Ζαχαρία, αλλά μάλλον εξηγεί τον τρόπο. Διότι ο μεν Ζαχαρίας εύλογα καταδικάζεται» (Θφ). «Διότι είχε παραδείγματα πολλά τεκνογονίας στα γηρατειά, την Σάρρα, την Ρεβέκκα, την Ραχήλ, την Άννα· ενώ η Παρθένος ούτε ένα. Διότι καμία παρθένα μέχρι αυτήν την ίδια, δεν συνέλαβε και γέννησε χωρίς άνδρα» (Ζ).
(2) Ή, το Άγιο Πνεύμα στην Π.Δ. εισάγεται στη σκηνή όταν ο Θεός μεταδίδει ενέργεια ειδική ή δίνει ζωή (Ψαλμ. ργ 30 κλπ)· είναι λοιπόν θεία ενέργεια (L). Και η απουσία του άρθρου εδώ φανερώνει, ότι πρόκειται για το Άγιο Πνεύμα μάλλον ως πνοή δημιουργική παρά ως πρόσωπο θείο. Και η έννοια λοιπόν είναι: Άγια δύναμη δημιουργική. Δες το πνεύμα του Θεού (=την θεία πνοή) που περιφερόταν πάνω στο χάος (Γεν. α 3) και τη θεία πνοή ή το θείο φύσημα που έδωσε ζωή στο ανθρώπινο σώμα (g). Ανάμεσα στο «και Πνεύμα Θεού έπνεε πάνω από το νερό» (Γεν. α 2) και στο «Πνεύμα Άγιο θα έλθει σε σένα» υπάρχει καταπληκτική ομοιότητα, που καθιστά αναπόφευκτο το συμπέρασμα, ότι το πρώτο είναι προτύπωση του άλλου, ακριβώς όπως και η φυσική δημιουργία του ανθρώπου μπορεί να θεωρηθεί ως τύπος της νέας κτίσης εν Χριστώ Ιησού (ο). Ή, σημαίνει, όπως και πιο πάνω στο σ. 15 το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, το οποίο υπερφυσικά και παντοδύναμα ενήργησε την σύλληψη στην Παρθένο (δ). Η δεύτερη ερμηνεία πιο σοβαρή. «Μη ζητάς την ακολουθία της φύσης όταν αυτό που γίνεται είναι πάνω από τη φύση. Μην εξετάζεις γάμο και πόνους γέννας όταν ο τρόπος της γέννησης είναι ανώτερος από γάμο» (Χ). Ο σχηματισμός κάθε εμβρύου στη μήτρα και η είσοδος της πνοής ζωής σε αυτό είναι μυστήριο της φύσης. «Δεν υπάρχει αυτός που να γνωρίζει ποια είναι η οδός του πνεύματος», ούτε πώς διαμορφώνονται τα «οστά στην κοιλιά της εγκύου» (Εκκλ. ια 5). Πολύ περισσότερο ο σχηματισμός του παιδιού Ιησού στην κοιλιά της Παρθένου, αποτελεί μυστήριο. Χωρίς αντιλογία «είναι μέγα το μυστήριο της ευσέβειας, ο Θεός φανερώθηκε με σάρκα» (Α΄Τιμ. γ 16).
(3) «Πνεύμα Άγιο, που καθαρίζει ακόμη περισσότερο και αγιάζει» και «ενεργεί μυστικά και την χωρίς άνδρα σύλληψη και την υπερφυσική γέννηση» (Ζ). Και οι δύο λέξεις και το Πνεύμα και το Άγιο έχουν και μία ειδική έννοια. Είναι Πνεύμα και όχι σάρκα· είναι Άγιο και όχι αμαρτωλό αυτό που θα παράγει στην αγνή παρθένο το αποτέλεσμα αυτό (p). Το Πνεύμα κατά τρόπο που υπονοείται αντιτίθεται στην ιδέα της σάρκας και το επίθετο άγιος στην έννοια της αμαρτωλής σάρκας (Ρωμ. η 3) που σημαίνει τον κληρονομικό μολυσμό από το προπατορικό αμάρτημα (g).
(4) Για το ἐπελεύσεται ἐπὶ σέ δες Πράξ. α 8. Αν εξαιρέσουμε το Εφεσ. β 7 και Ιακ. ε 1 το ρήμα είναι αποκλειστικά στον Λουκά (p). Σημαίνει κατά γράμμα το να έλθω σε κάποιον, να κάτσω πάνω του. Εδώ λοιπόν σημαίνει μεταφορικά την υπερφυσική ενέργεια για να γίνει έργο η χωρίς άνδρα σύλληψη (δ). «Και πώς μεν θα έλθει, δεν θα δεις αυτό που έρχεται, θα ενεργήσει όμως δημιουργικά έστω και αν δεν φαίνεται» (Σχ.).
(5) «Δύναμη Θεού θα σε σκεπάσει, δυναμώνοντάς σε στο να υπηρετήσεις αυτού του είδους το πράγμα» (Ζ). Το δύναμη αναφέρεται στην αποτελεσματικότητα και δραστικότητα της θείας επέμβασης (g). Η επέλευση του Αγίου Πνεύματος στη Μαρία την έκανε ικανή να δεχτεί την επισκίαση της δύναμης του Υψίστου (b). Δύναμη δημιουργική του Υψίστου, δηλαδή του Θεού Πατέρα. Όλη δηλαδή η αγία Τριάδα, δηλαδή η δύναμη του Υψίστου Πατέρα, η συνεργασία του Υιού που σαρκωνόταν και η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, έκανε με τη θεία της παντοδυναμία παρούσα τη θαυμαστή σύλληψη (δ). Αξιοσημείωτη και η επόμενη: «Ο Γαβριήλ φανερώνοντας την ερμηνεία των τριών υποστάσεων, είναι σαν να έλεγε τα εξής. Είναι δηλαδή Ύψιστος ο Πατέρας, Δύναμη του Υψίστου είναι ο Υιός· διότι για το ότι ο Πατέρας είναι Ύψιστος, λέει: «Εσύ είσαι ο μόνος Ύψιστος σε όλη τη γη». Όλη, λέει, η Τριάδα είναι παρούσα σε σένα, Παρθένε, εργαζόμενη την επιστροφή της κτίσης, αυτή η Τριάδα που είπε παλιά: Ας δημιουργήσουμε άνθρωπο κατά την δική μας εικόνα και με σκοπό την ομοίωση με μας. Διότι δεν επρόκειτο να είναι παρούσα στον πρώτο Αδάμ, από τη μία, τον αχάριστο και να μην ενωθεί, από την άλλη, με τρόπο λαμπρό με τον δεύτερο (το Χριστό). Έπειτα αναφέρει ο άγγελος το άγιο Πνεύμα· να το Πνεύμα το Άγιο. Έπειτα λέει, δύναμη· να πάλι ο Υιός· διότι λέει (ο Παύλος) ότι ο Χριστός είναι Θεού δύναμη και Θεού σοφία. Έπειτα λέει, Ύψιστος· να πάλι, ο Πατέρας διακηρύσσεται με αυτόν το λόγο» (σχ.).
(6) «Τι σημαίνει θα σε επισκιάσει; Θα σε περιβάλλει και θα σε ντύσει και θα σε περιχαρακώσει και θα σε κυκλώσει» (Σχ.). Το ρήμα=κάνω σκιά και με αυτήν σκεπάζω ένα αντικείμενο. Χρησιμοποιείται στην Π.Δ. για το σύννεφο που επισκίαζε τη σκηνή του μαρτυρίου, με το οποίο σκεπαζόταν ή κάτω από το οποίο κρυβόταν η θεία δύναμη (Εξ. μ 34,Αρ. θ 15,Γ΄Βασ. η 10). Χρησιμοποιείται το ρήμα και στη φωτεινή νεφέλη στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα. Η δύναμη λοιπόν του Υψίστου παριστάνεται εδώ σαν να καλύπτει τον εαυτό της με νεφέλη. Αυτό βεβαίως για να δειχτεί καθαρά το αφανές και μυστηριώδες της θείας ενέργειας για τη σύλληψη του Υιού του Θεού (δ). Και πιο πετυχημένη ερμηνεία: Η νεφέλη της δόξας σήμαινε τη θεία παρουσία και δύναμη, και κάτω από αυτήν την επίδραση η Μαρία έγινε μητέρα (p). Η επισκίαση αυτή σημαίνει την ηπιότατη και γλυκύτατη επενέργεια της θείας δύναμης, και για αυτό η φωτιά της θεότητας που αφανίζει τα πάντα δεν κατέκαψε τη Μαρία, αλλά έκανε αυτήν γόνιμη (b). Όπως η σκιά ενός σύννεφου πέφτει και περιβάλλει από παντού την κορυφή κάποιου λόφου ή βουνού, έτσι η θεία δύναμη θα εκτεινόταν και θα αναπαυόταν στην Μαρία για να παραχθεί το σκοπούμενο αποτέλεσμα. Η εικόνα αυτή δεν υπονοεί κάτι γήινο ή υλικό, αλλά απλώς υπαινίσσεται την ενέργεια της θείας δύναμης στη σύλληψη του Χριστού. Γεννήθηκε όχι με το συνηθισμένο τρόπο, αλλά με άμεση και θαυμάσια επέμβαση του Θεού, με ειδική ενέργεια και επιρροή του αγίου Πνεύματος. Αυτό και μόνο αποκαλύφθηκε σε μας για την υπερφυσική και μυστηριώδη αυτή επενέργεια. Και σε αυτό πρέπει να αναπαυόμαστε, θεωρώντας κάθε περαιτέρω έρευνα από περιέργεια όχι μόνο μάταιη και ανωφελή, αλλά και αλαζονική και επικίνδυνη (ο). «Όπως ακριβώς ένας τεχνίτης που βρήκε πάρα πολύ χρήσιμη ύλη, φτιάχνει πάρα πολύ καλό σκεύος, έτσι και ο Χριστός βρίσκοντας στην Παρθένο άγιο και το σώμα και την ψυχή, καταστόλισε για τον εαυτό του έμψυχο ναό, πλάθοντας μέσα στην παρθένο τον άνθρωπο με τον τρόπο που θέλησε αυτός, και, αφού ντύθηκε αυτόν… βγήκε στον κόσμο…» (Χ).
(7) Ή «για αυτό και το άγιο βρέφος, που θα γεννηθεί από σένα» (Ζ). Ή «κάποιοι αφού διαβάσουν το γεννώμενον, βάζουν κόμμα λέγοντας ότι επειδή ήλθε πνεύμα άγιο και επισκίασε η δύναμη του Υψίστου, αυτό που θα γεννηθεί θα είναι άγιο… Έπειτα τα υπόλοιπα τα διαβάζουν ως απόλυτη πρόταση» (Ζ). Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή θα μεταφράσουμε: Για αυτό και το άγιο, το οποίο πρόκειται να γεννηθεί, θα ονομαστεί υιός Θεού (g). Σύμφωνα με τη δεύτερη: Για αυτό και αυτό το οποίο πρόκειται να γεννηθεί, θα είναι άγιο, θα ονομαστεί Υιός Θεού (L) ή θα ονομαστεί άγιο, υιός Θεού (p). Και οι δύο ερμηνείες σοβαρές. Αξιοσημείωτη και η παρατήρηση: «Πώς το σώμα του Κυρίου, το πανάγιο και πανίερο όντως, που ευαγγελίστηκε μεν από τον αρχάγγελο Γαβριήλ, πλάστηκε δε από το Άγιο Πνεύμα και έγινε ένδυμα του Λόγου, δεν είναι προσκυνητό;» (Α). Υπάρχει και η γραφή: διό και το γεννώμενον εκ σου= «Και ο Γαβριήλ με ασφαλή λόγια ευαγγελιζόταν σε αυτήν λέγοντας όχι απλώς «αυτό που γεννιέται μέσα σου», για να μη νομιστεί ότι εισέρχεται από έξω σε αυτήν το σώμα, αλλά «από σένα», ώστε να πιστευτεί ότι αυτό που γεννιέται, είναι κατά τρόπο φυσικό από αυτήν την ίδια» (Α). Ως προς τον ενεστώτα γεννώμενον παρουσιάζεται το γεγονός ως παρόν επειδή είναι βέβαιη και θετική η θεία ενέργεια που τάχιστα επίκειται (δ) =αυτό που είναι στην οδό της γέννησης (g). Αξιοσημείωτη και η: «Οι μεν λένε, ότι με το που ο Κύριος επισκίασε τη μήτρα της Παρθένου, αμέσως ήταν τέλειο το βρέφος· άλλοι όμως δεν παραδέχονται αυτό. Διότι άκουσε τι λέει· Για αυτό και το άγιο που γεννιέται, δηλαδή αυτό που σταδιακά αυξάνεται στη μήτρα σου και δεν υπήρξε αμέσως τέλειο» (Θφ).
(8) «Θα ονομαστεί από τους πιστούς, λόγω των θεϊκών έργων της θεότητας που είναι ενωμένη με αυτόν» (Ζ). «Θα ονομαστεί βεβαίως άγιο, όχι με την έννοια ότι θα έχει ένοικο τον Υιό του Θεού και θα αγιαστεί μετέχοντας στην αγιότητα αυτού, αλλά με την έννοια ότι είναι από τη φύση του άγιο, επειδή αυτός ο ίδιος είναι Υιός του Θεού και είναι ένα πρόσωπο» (Α). Ο Κύριος του ουρανού και της γης συνένωσε τη φύση μας με την δική του. Πήρε την ανθρώπινη φύση στη θεία. Μας σύνδεσε με τον εαυτό του χωρίς σύγχυση σε ένα αδιαίρετο πρόσωπο. Δεν συμμετείχε μόνο στη φτώχια και αδυναμία μας, αλλά και στη φύση και την ουσία μας. Πήρε από εμάς ανθρώπινη φύση για να μεταδώσει σε μας από τον πλούτο της θείας του φύσης. Όπως λοιπόν αιωνίως υπήρξε και θα υπάρχει ο Υιός του Θεού, έτσι από τη στιγμή αυτή, θα παραμένει αιώνια και ατελεύτητα ο Υιός του ανθρώπου. Η ευλογημένη αυτή ένωση δεν επιδέχεται διάλυση. Η αθανασία μας στην μακαριότητα του ουρανού εξαρτάται από αυτήν. Δεν θα ήταν δυνατόν να έχουμε ζωή αιώνια παρά μόνο εάν ο Θεός γινόταν και παρέμενε ατελεύτητα και ο αιώνιος άνθρωπος.

1.36 καὶ ἰδοὺ(1) ᾽Ελισάβετ ἡ συγγενής(2) σου(3) καὶ αὐτὴ συνειληφυία(4) υἱὸν(5) ἐν γήρει αὐτῆς, καὶ οὗτος μὴν ἕκτος ἐστὶν αὐτῇ τῇ καλουμένῃ(6) στείρᾳ·
36 Μάθε ακόμη ότι η συγγενής σου Ελισάβετ συνέλαβε γιο στα γηρατειά της· έτσι, αυτή που την αποκαλούσαν στείρα, τώρα βρίσκεται στον έκτο μήνα της εγκυμοσύνης.
(1) Στη Μαρία, επειδή πίστεψε, δόθηκε σημάδι, χωρίς αυτή να ζητήσει αυτό, πιο θετικό, παρά στον Ζαχαρία ο οποίος δεν πίστεψε (b). Και «για να βεβαιωθεί αυτή, αναφέρει ως παράδειγμα την Ελισάβετ, διδάσκοντας ότι αυτός που έδωσε καρπό στην άκαρπη κοιλιά της στείρας, αυτός θα κάνει και σε σένα, αυτό που μέσω εμού σου είπε» (Ζ). «Δεν της θύμισε την Σάρρα, ούτε την Ρεβέκκα ούτε την Ραχήλ. Για ποιο λόγο και γιατί; Διότι και αυτές ήταν στείρες και περασμένης ηλικίας και ήταν μεγάλο και σε αυτές το θαύμα. Αλλά επειδή όλες αυτές οι διηγήσεις ήταν παλιές, την πηγαίνει στο πρόσφατο, για να της διεγείρει το νου» (Χ).
(2) Υπάρχει και η γραφή (των παλαιοτέρων χειρογράφων) συγγενίς, που είναι λεκτικός τύπος της μεταγενέστερης γραφής συγγενής (g).
(3) «Θα μπορούσε να απορήσει κάποιος πώς ήταν συγγενής της Παρθένου η Ελισάβετ αφού βεβαίως η Παρθένος ήταν από τη φυλή του Ιούδα, ενώ η Ελισάβετ από τις κόρες [=γενιά] του Ααρών» (Θφ). «Έγιναν διάφορες επιγαμβρίες (γάμοι μεταξύ συγγενών) των δύο αυτών φυλών. Διότι ο Ααρών πρώτα και ο Ιωδαέ ύστερα, που ήταν και οι δύο αρχιερείς, έπαιρναν γυναίκες από την βασιλική φυλή, και μετά από αυτούς άλλοι. Επομένως λοιπόν από αυτού του είδους τους δεσμούς ήταν συγγενείς μεταξύ τους και αυτές» (Ζ). Οι ιερείς μπορούσαν να παντρευτούν γυναίκες από άλλη φυλή (g). Για αυτό η μητέρα της Ελισάβετ, που παντρεύτηκε ιερέα, καταγόταν από τη φυλή του Ιούδα (δ). Και η συγγένεια της Μαρίας με την Ελισάβετ μπορούσε να προέρχεται από το γάμο κάποιου απογόνου του Ααρών με γυναίκα από τη φυλή Ιούδα, από την οποία γυναίκα καταγόταν η Ελισάβετ, που είχε πατέρα από την οικογένεια του Ααρών (L).
(4) Γραφή των παλαιοτέρων χειρογράφων συνείληφε. Το συνειληφυία μαζί με το «εστί» που εξυπακούεται, είναι περισσότερο εβραϊκό παρά το συνείληφε (g) και σημαίνει το σύγχρονο και διαρκές του αποτελέσματος=συνέλαβε και έχει ακόμη στην κοιλιά της (δ).
(5) Της Ελισάβετ η εγκυμοσύνη ήταν άγνωστη στους πολλούς. Αλλά εδώ βρίσκουμε και το χρόνο και το φύλο του απογόνου να γνωστοποιούνται στη Μαρία με θεία ανακοίνωση, για στήριξη της πίστης της Μαρίας (b).
(6) Σημαίνει μάλλον=αυτήν που συνήθως ονόμαζαν στείρα (p). Υποδηλώνει όλες τις ταπεινώσεις, τις οποίες λόγω της στειρότητάς της είχε υποστεί η Ελισάβετ (g). «Για ποιο λόγο έλεγε: Στα γηρατειά της; Για ποιο λόγο πρόσθεσε, Την οποία ονομάζουν στείρα; Με όλα αυτά δηλαδή, την εισάγει στο να πιστέψει τον ευαγγελισμό. Για αυτό ανέφερε και την ηλικία και την αναπηρία της φύσης» (Χ).

1.37 ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει(1) παρὰ τω Θεώ πᾶν ρῆμα(2).
37 Για το Θεό τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο».
(1) Δεν λέγεται η λέξη όπως στους κλασσικούς συγγραφείς, με την έννοια του: είναι αδύνατον ή ανίσχυρο, αλλά όπως στους ελληνιστές με την έννοια: δεν θα είναι αδύνατον (g) δηλαδή όλα είναι δυνατά στο Θεό (δ) με την έννοια την οποία εκφράζει και το Ιώβ μβ 2 «ξέρω ότι όλα τα μπορείς και τίποτα δεν σου είναι αδύνατον». Λέγεται για πράγμα κατεξοχήν δύσκολο ή αδύνατο στους ανθρώπους, αλλά όχι και στο Θεό (p).
(2) Ή «με την έννοια του: καθετί που λέει, καθετί που υπόσχεται, ή οτιδήποτε λέει κάποιος» (Ζ). Ή, πιο σωστά, το ρήμα έχει την έννοια του πράγματος (g.L). Οι Ο΄ φαίνεται, ότι θεώρησαν ότι μπορούσαν να δώσουν τέτοια έννοια στη λέξη «ρῆμα» (L), διότι στο Θεό λόγος και έργο, κουβέντα και πράγμα συμπίπτουν (δ). Συνεπώς και κανείς λόγος του Θεού δεν πρέπει να φαίνεται απίστευτος σε μας, εφόσον κανένα πράγμα στο Θεό δεν είναι αδύνατον.

1.38 εἶπεν δὲ Μαριάμ(1), ᾽Ιδοὺ(2) ἡ δούλη κυρίου(3)· γένοιτό μοι(4) κατὰ τὸ ῥῆμά σου. καὶ ἀπῆλθεν ἀπ᾽ αὐτῆς ὁ ἄγγελος(5).
38 Η Μαριάμ τότε είπε: «Είμαι μια δούλη του Κυρίου· ας γίνει το θέλημά του σ’ εμένα όπως μου το είπες». Κι έφυγε από αυτήν ο άγγελος.
(1) «Επειδή ήταν άνθρωπος με ευγνωμοσύνη η Μαρία, είπε προς τον άγγελο· Να, η δούλη Κυρίου» (Ω). Ρόλος τέτοιος, σαν αυτόν για τον οποίο είχε προοριστεί η Μαρία, δεν επιβάλλεται. Η ελεύθερη συγκατάθεση της παρθένου έπρεπε να ανταποκριθεί στη θεία προσφορά. Παρέχει η Μαρία αυτήν με τρόπο εξαιρετικά απλό και υπέροχο (g).
(2) Δεν εκφράζει εδώ έκπληξη. Προσφέρει ολόκληρη την ύπαρξή της, όπως ο Αβραάμ άλλοτε απαντά στο Θεό κατά τη στιγμή της μέγιστης θυσίας, την οποία πρόσφερε «Να εγώ» (Γεν. κβ 1).
(3) «Να, λέει, είμαι δούλη του Κυρίου. Σαν να έλεγε· είμαι πίνακας που γράφεται· ό,τι θέλει αυτός που γράφει, ας γράψει. Ας κάνει ό,τι θέλει ο Κύριος του παντός» (Ω). Υπάρχουν πολλά είδη γυναικείων ηρωισμών. Ο ηρωισμός της Μαρίας τούς ξεπερνά όλους. Προσφέρει στο Θεό θυσία ό,τι πιο αγαπητό έχει μία αγνή παρθένα· προτιμότερο και από την ίδια τη ζωή· την τιμή της (g). Εάν λάβουμε υπ’ όψη, ότι η Μαρία μέσα στη σεμνότητά της απέφυγε να ανακοινώσει και στον μνηστήρα της τα του ευαγγελισμού και της υπερφυσικής σύλληψης και ότι και για τη σιγή της αυτή τόσο παρεξηγήθηκε και από τον Ιωσήφ, ώστε διανοήθηκε αυτός να την διώξει κρυφά, κατανοούμε το μέγεθος του ηρωισμού. Δεν προβάλλει τον κίνδυνο της διάλυσης του αρραβώνα της και του εξευτελισμού της, αλλά αφήνει την έκβαση στο Θεό και υποτάσσεται εξ’ ολοκλήρου στο θέλημά του.
(4) «Επομένως, όχι μόνο πίστεψε η Μαρία, αλλά και ευχήθηκε να γίνει σε αυτήν, όπως είπε ο άγγελος» (Ζ). «Άρα και αυτό που είπε πριν, «Πώς θα γίνει αυτό σε μένα;», δεν ήταν από απιστία, αλλά από επιθυμία να μάθει τον τρόπο. Διότι αν απιστούσε, δεν θα έλεγε, Να η δούλη Κυρίου, να γίνει όπως το είπες» (Θφ). Το «γένοιτο» εκφράζει την υποταγή (L). «Η Παρθένος Μαρία δείχνει υπακοή… Η Εύα όμως ήταν ανυπάκουη… και έγινε στον εαυτό της και σε όλο το ανθρώπινο γένος αιτία θανάτου· έτσι και η Μαρία… με το να υπακούσει, έγινε αιτία σωτηρίας στον εαυτό της και σε όλο το ανθρώπινο γένος» (Ειρηναίος ΙΙΙ,22,4). Η Σάρρα γέλασε για το παράδοξο του χαιρετισμού, ο οποίος προανήγγειλε σε αυτήν, ότι μετά από ένα χρόνο θα είχε αποκτήσει γιο. Αλλά η Μαρία έχοντας τέλεια πίστη, ταπείνωση και υπακοή, καμία έκπληξη δεν αισθάνεται, ούτε εκδηλώνει κάποιο δισταγμό, έχοντας πεποίθηση στη δύναμη και αγαθότητα του Θεού. Και η απάντηση την οποία δίνει προέρχεται από πνεύμα βαθιάς και ταπεινής υπακοής. Η Μαρία καλείται ήδη στη μέγιστη πρόσκληση από όσες ποτέ απευθύνθηκαν σε θνητό πλάσμα. Χωρίς να το περιμένει ή και να το ονειρευτεί ποτέ, καλείται να παραδώσει τον εαυτό της για να γίνει το όργανο της ύψιστης και καταπληκτικής βουλής του Θεού. Και ζητιέται τώρα από αυτήν ελεύθερα και με επίγνωση να ταυτίσει το θέλημά της με το θείο θέλημα και να βάλει τον εαυτό της στην υπηρεσία των σχεδίων του Θεού, όπως βάζουν τους εαυτούς τους σε ακαταπόνητη ενέργεια οι άνθρωποι για πραγμάτωση σχεδίων τα οποία έχουν αιχμαλωτίσει εξ’ ολοκλήρου τις καρδιές τους. Και η Παρθένος απαντά «να η δούλη Κυρίου». Πρόσκληση απευθύνει ο Θεός και στον καθένα μας, αν όχι τόσο σπουδαία όπως αυτή της Μαρίας, πάντως όμως το ίδιο θεία και που οδηγεί στον ουρανό. Απαντάμε άραγε και εμείς με την ίδια πρόθυμη και ταπεινή υπακοή, με την οποία και η Μαρία;
(5) «Ήδη συνέλαβε αμέσως με τον λόγο του» (Ζ). Τι αξιοπρέπεια, τι αγνότητα, τι απλότητα, τι λεπτότητα στον όλο αυτό διάλογο! Ούτε μία λέξη περιττή, ούτε μία λέξη πολύ μικρή και που να περισσεύει. Μία τέτοια αφήγηση δεν ήταν δυνατόν να απορρεύσει παρά από την άγια σφαίρα, στην οποία έλαβε χώρα το γεγονός (g).

Στίχ. 39-45. Η Θεοτόκος επισκέπτεται την Ελισάβετ.
1.39 ᾽Αναστᾶσα(1) δὲ Μαριὰμ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις(2) ἐπορεύθη(3) εἰς τὴν ὀρεινὴν(4) μετὰ σπουδῆς(5) εἰς πόλιν ᾽Ιούδα(6),
39 Αμέσως ύστερα, η Μαριάμ σηκώθηκε και πήγε γρήγορα σε μια πόλη της ορεινής Ιουδαίας·
(1) Πολύ αγαπημένη λέξη του Λουκά που χρησιμοποιεί αυτήν 60 φορές ενώ στην υπόλοιπη Κ.Δ. χρησιμοποιείται 22. Περίπου 100 φορές συναντιέται στους Ο΄ (p). Η μετοχή αυτή μπαίνει και πριν από τα ρήματα που φανερώνουν κίνηση και πρόοδο, όπως εδώ, για να δηλωθεί ο ερχομός με ορμή και βιασύνη (δ).
(2) Τις ημέρες μετά τον ευαγγελισμό.
(3) Στην τελευταία ανακοίνωση του αγγέλου προς την Μαρία, ενυπήρχε έμμεση πρόσκλησή του, να μεταβεί η Μαρία στην Ελισάβετ (g). «Η παρθένος αφού άκουσε από τον άγγελο, ότι συνέλαβε η Ελισάβετ, έτρεξε προς εκείνη, έχοντας χαρά, από τη μία, για το καλό της συγγενούς της, και επειδή ήταν πάρα πολύ συνετή, από την άλλη, θέλοντας να πληροφορηθεί τελείως… όχι από απιστία, αλλά επειδή επιθυμούσε να μάθει ακριβέστερα το πράγμα» (Θφ). Αρκετά σοβαρή και η επόμενη: «Πήγε εκεί, παρακινούμενη από θείο πνεύμα, έτσι ώστε, αφού σκιρτήσει, από τη μία, το βρέφος στην κοιλιά της Ελισάβετ και προφητεύσει, από την άλλη, και η Ελισάβετ, να βεβαιωθεί περισσότερο (η Παναγία)» (Ζ). Η Μαρία μετά τον ευαγγελισμό της δεν θα ανακοίνωσε τα σχετικά με αυτόν, σε καμία από τις γειτόνισσες ή φίλες της στη Ναζαρέτ. Αναμφίβολα όμως θα επιθυμούσε να συνομιλήσει για το σπουδαίο αυτό μήνυμα, που ανακοινώθηκε σε αυτήν από τον άγγελο, το οποίο θα είχε απασχολήσει τη σκέψη της για πολύ. Κανένα όμως άλλο πρόσωπο στον κόσμο δεν εύρισκε κατάλληλο για να συνομιλήσει μαζί του ελεύθερα για αυτό που της συνέβη, από τη συγγενή της Ελισάβετ, η οποία βρισκόταν σε παρόμοιες συνθήκες με αυτήν. Για αυτό σπεύδει προς αυτήν. Συμπεραίνουμε λοιπόν από εδώ ότι είναι ευεργετικό και ενισχυτικό για εκείνους, στις ψυχές των οποίων η χάρη άρχισε κάποιο αγαθό έργο, να συμβουλεύονται άλλους, οι οποίοι βρίσκονται υπό παρόμοιες συνθήκες και να γίνονται κοινωνοί της πείρας τους.
(4) Ορεινή ή σύμφωνα με άλλη γραφή ορινή σημαίνει το ορεινό τμήμα της Ιουδαίας σε διάκριση από το πεδινό. Δες σ. 65,Γεν. ιδ 10,Αριθ. ιγ 30,Ιησ.Ν. θ 1,ι 40 (p). Σημαίνει τα οροπέδια που βρίσκονταν δυτικά της Νεκράς θάλασσας (g).
(5) =Με σπουδή, γρήγορα, βάζοντας κάθε άλλο σε δεύτερη μοίρα (δ). Για να μη δείξει αμέλεια ως προς το σημάδι, το οποίο ο Θεός είχε δώσει για αύξηση της πίστης της (Grotius). «Με βιασύνη πορευόταν, οδηγούμενη από το άγιο Πνεύμα που ήλθε πάνω της και από τη δύναμη του Υψίστου η οποία την επισκίασε» (Ω).
(6) Χωρίς άρθρο=σε κάποια πόλη της περιοχής, στην οποία κατοικούσε η φυλή του Ιούδα. Παραλείπει το όνομα της πόλης είτε θεωρώντας περιττό να αναφέρει αυτό είτε και ως ελάχιστα γνωστό και στον ίδιο το Λουκά (δ) και σε αυτόν στον οποίο γράφει (L).

1.40 καὶ εἰσῆλθεν(1) εἰς τὸν οἶκον Ζαχαρίου(2) καὶ ἠσπάσατο(3) τὴν ᾽Ελισάβετ.
40 μπήκε στο σπίτι του Ζαχαρία και χαιρέτησε την Ελισάβετ.
(1) «Μπήκε στο σπίτι του Ζαχαρία, θέλοντας γρήγορα να μάθει τα σχετικά με την Ελισάβετ και να πιστοποιήσει με βεβαιότητα τον ευαγγελισμό που έγινε σε αυτήν» (Ω).
(2) «Επειδή ήταν σε όλα της ευγενική η παρθένος, όχι μόνο πήγε στην Ελισάβετ, χωρίς να υπερηφανευτεί από τα λόγια του αγγέλου, αλλά και προλαβαίνει στο χαιρετισμό την Ελισάβετ, αποδίδοντας τον σεβασμό σε αυτήν επειδή ήταν πιο μεγάλη και είχε τη θέση μητέρας. Διότι όχι η Ελισάβετ πρώτη, αλλά η Μαρία ασπάστηκε την Ελισάβετ» (Ω).
(3) «Της απηύθυνε χαιρετισμό, όπως ήταν συνήθεια» (Ζ). «Να γνωρίζουμε ότι την χαιρέτισε όχι με φίλημα, αλλά με φωνή· είναι φανερό ότι είπε τον συνηθισμένο στους φίλους χαιρετισμό, ευχόμενη την ειρήνη στη συγγενή της, όπως συνήθιζαν οι Εβραίοι ανέκαθεν, ή απηύθυνε κάποιο πιο χαριτωμένο λόγο, όπως ήταν συνήθεια να λένε οι γνωστοί φίλοι όταν βλέπονται» (Ω). Υπήρχαν πολλές μορφές χαιρετισμού μεταξύ των αρχαίων Εβραίων. «Ευλογημένοι είστε για τον Κύριο»· «Η ευλογία του Κυρίου να είναι σε σας», «Ο Κύριος να είναι μαζί σας», «Ειρήνη σε σένα», «μακάρι να σε ευλογήσει ο Κύριος» κλπ. (Ρουθ β 4,Κριτ. ιθ 20,Ψαλμ. ρκη 8 κλπ.)(ο).

1.41 καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσεν ἡ ᾽Ελισάβετ τὸν ἀσπασμὸν τῆς Μαρίας, ἐσκίρτησε(1) τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ αὐτῆς, καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος ἁγίου(2) ἡ ᾽Ελισάβετ(3),
41 Μόλις εκείνη άκουσε το χαιρετισμό της Μαρίας, το βρέφος που ήταν στα σπλάχνα της σκίρτησε. Η Ελισάβετ τότε πλημμύρισε με το Άγιο Πνεύμα
(1) Η λέξη στους κλασσικούς συγγραφείς σημαίνει πηδώ ή χορεύω· εδώ όμως όπως και στους Ο΄(Γεν. κε 22) λέγεται για το κούνημα των βρεφών στην κοιλιά της μητέρας τους (δ). «Ταυτόχρονα με τον λόγο του χαιρετισμού της Μαρίας,… άκουσε ο Πρόδρομος παρακινούμενος από την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος τον χαιρετισμό της Μαρίας και σκίρτησε με αγαλλίαση το βρέφος στην κοιλιά και κατά κάποιο τρόπο άρχισε από τότε ο Ιησούς να τον κάνει προφήτη» (Ω). Ο Ιωάννης λοιπόν «επειδή πήρε ένα εξαιρετικό χάρισμα σε σχέση με τους υπόλοιπους ανθρώπους, σκιρτά στην κοιλιά της μητέρας, για αυτό και είναι ο μεγαλύτερος από τους προφήτες. Διότι οι μεν άλλοι, προφήτευσαν μετά τη γέννησή τους, αυτός όμως, ενώ ήταν ακόμη στην κοιλιά της μητέρας, αξιώθηκε του χαρίσματος» (Θφ). Το σκίρτημα των βρεφών στις εγκυμονούσες είναι συνηθισμένο φαινόμενο κατά και μετά τον πέμπτο μήνα της εγκυμοσύνης. Εδώ όμως έγινε κατά τη στιγμή του χαιρετισμού της Θεοτόκου, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, το οποίο γέμισε και την Ελισάβετ και αποκάλυψε σε αυτήν τη σημασία αυτού του σκιρτήματος (δ).
(2) «Επομένως με τον χαιρετισμό λόγω του γιου της γέμισε από άγιο Πνεύμα η Ελισάβετ. Διότι δεν γέμισε η μητέρα πρώτα από άγιο Πνεύμα, αλλά αφού προηγουμένως γέμισε ο Ιωάννης, σε δεύτερο χρόνο (γέμισε) η μητέρα, διότι είχε μέσα της αυτόν που γέμισε από Άγιο Πνεύμα… Πρώτα λοιπόν το βρέφος γέμιζε με Πνεύμα και σκιρτούσε και έτσι μετέδιδε στην μητέρα και φώναζε προφητικά λόγια η Ελισάβετ, λόγω του βρέφους που κυοφορούσε» (Ω). «Διότι αν δεν σκιρτούσε το βρέφος, δεν θα προφήτευε αυτή» (Θφ).
(3) Στο Γεν. κε 22 γίνεται λόγος για τέτοιο σκίρτημα στην κοιλιά της Ρεβέκκας. Αλλά ενώ αυτή δεν μπορούσε να συμπεράνει τι σήμαιναν τα σκιρτήματα εκείνα, η Ελισάβετ φωτίστηκε από το άγιο Πνεύμα και εξήγησε το σκίρτημα αυτό ως ένα είδος αγαλλίασης. Εκπληρώνεται στο σκίρτημα αυτό ο λόγος του αγγέλου στο σ. 15. Το βρέφος σκίρτησε από κάποιο ένστικτο που του έβαλε το Άγιο Πνεύμα, μολονότι το λογικό του δεν είχε ακόμη αφυπνιστεί (L).

1.42 καὶ ἀνεφώνησε(1) φωνή μεγάλῃ(2) καὶ εἶπεν(3), Εὐλογημένη(4) σὺ ἐν γυναιξί(5), καὶ εὐλογημένος(6) ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου(7).
42 και φώναξε με δυνατή φωνή: «Ευλογημένη απ’ το Θεό είσαι εσύ, περισσότερο από όλες τις γυναίκες! Ευλογημένο και το παιδί που έχεις στα σπλάχνα σου!
(1) Η λέξη λέγεται μία φορά, εδώ μόνο. Η πρόθεση «ανά» που φανερώνει αύξηση, μπήκε παράλληλα με το «φωνή μεγάλη», το οποίο έχει λεχθεί για μεγαλύτερη έμφαση (δ).
(2) Υπάρχουν και οι διαφορετικές γραφές: ανεφώνησε κραυγή μεγάλη, και· ανεβόησε φωνή μεγάλη. Πρόκειται για κραυγή χαράς και αγαλλίασης ανάμικτης με θαυμασμό.
(3) Σύμφωνα με τον p τα λόγια της Ελισάβετ φαίνονται να έχουν σε κάποιο βαθμό τα χαρακτηριστικά της εβραϊκής ποίησης, αν και όχι τόσο πλήρως όσο το «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριο…», το «Ευλογητός Κύριος ο Θεός του Ισραήλ…» και το «Νυν απολύεις». Αποτελούνται από 2 στροφές με 4 στίχους η κάθε μία. Από την άλλη ο H. Grimme, ο οποίος μετέφρασε τα λόγια αυτά στο εβραϊκό δεν βρίσκει παρά 3 δίστιχα (42-43,44,45) με 5 τόνους σε κάθε στίχο. Μολονότι η μετάφραση αυτή είναι πολύ επιτυχής, παραμένει αναπόδεικτο, ότι τα λόγια της Ελισάβετ λέχθηκαν στα εβραϊκά και όχι στα αραμαϊκά (L).
(4) Πρέπει να μεταφράσουμε όχι με το «να είσαι» ή «μακάρι να είσαι ευλογημένη», αλλά «είσαι ευλογημένη». Πρόκειται για διαπίστωση του γεγονότος και όχι ευχή (g).
(5) Ανάμεσα στις γυναίκες είσαι η μόνη η οποία ειδικά ευλογήθηκες. Η όλη φράση είναι εβραϊκή περίφραση του υπερθετικού βαθμού (p). Δες σ. 28. «Είσαι ευλογημένη περισσότερο από όλες τις γυναίκες. Διότι καμία δεν έγινε μέτοχος αυτής της χάρης, ούτε μπορεί να γίνει. Διότι ένα είναι το θείο παιδί, ένας ο θείος τοκετός, και μία αυτή που γέννησε τον θεάνθρωπο. Γιατί λοιπόν με χαιρετάς πρώτη; Διότι μήπως είμαι εγώ αυτή που γεννά τον Σωτήρα; Εγώ έπρεπε να έλθω σε σένα. Διότι εσύ είσαι πάνω από όλες τις γυναίκες ευλογημένη, εσύ είσαι μητέρα του Κυρίου μου, εσύ είσαι η κυρία μου που βαστάζεις την κατάργηση της κατάρας» (Ω).
(6) Το ευλογημένος λέγεται για ανθρώπους, το ευλογητός για το Θεό (p). Δεύτερη φράση παράλληλη με την πρώτη, που συναποτελεί με αυτήν τα δύο μέρη ενός διστίχου (L). Αξιόλογη και η παρατήρηση: «Είσαι ευλογημένη πάνω από όλες τις γυναίκες. Έπειτα, σαν ακριβώς να ρώτησε κάποιος, γιατί; λέει την αιτία. Διότι είναι ευλογημένος ο καρπός της κοιλιάς σου» (Θφ).
(7) «Είπε «καρπό κοιλιάς» σύμφωνα με την υπόσχεση του Θεού προς τον Δαβίδ που έλεγε· Από καρπό της κοιλιάς σου, θα τοποθετήσω στο θρόνο σου. Σωστά όμως η Ελισάβετ ονόμασε καρπό κοιλιάς της παναγίας παρθένου, διότι το κυοφορούμενο δεν ήταν από άνδρα, αλλά από μόνη την Μαρία, λόγω του ότι κατοίκησε μέσα της το Άγιο Πνεύμα…· διότι αυτοί που έχουν τη γέννηση από τους πατέρες, είναι δικοί τους καρποί, όπως ειπώθηκε και στον Δαβίδ· Από καρπό της κοιλιάς σου» (Ω).

1.43 καὶ πόθεν μοι τοῦτο(1) ἵνα ἔλθῃ(2) ἡ μήτηρ(3) τοῦ Κυρίου μου(4) πρός με;
43 Αλλά πώς μου έγινε αυτή η τιμή να με επισκεφθεί η μητέρα του Κυρίου μου;
(1) Εξυπακούεται το: γέγονε· για ποια αξία ή αρετή δική μου έγινε αυτό; (δ). «Τι δηλαδή, λέει, τόσο σπουδαίο αγαθό έκανα, για να έλθει η μητέρα του Κυρίου μου προς εμένα; Από πού, από ποια αρετή ή πράξεις αγαθές πέτυχα αυτό;» (Ω).
(2) Αυτό. Ποιο; το να έλθει ή, το ότι ήλθε… Το ἵνα εδώ δεν είναι καθόλου τελικό (=να δηλώνει δηλ. σκοπό), αλλά άρχισε κατά την εποχή εκείνη η και σε εμάς χρήση του για ανάλυση απαρεμφάτου (δ). «Η Ελισάβετ συμφωνεί στα λόγια με τον γιο της· διότι και εκείνος έλεγε ότι είναι ανάξιος να στέκεται δίπλα στο Χριστό. Έτσι και αυτή λέει ότι είναι ανάξια της παρουσίας της παρθένου» (Ω). Όπως δηλαδή «όταν ήλθε έπειτα ο Χριστός να βαπτιστεί, ο Ιωάννης λόγω ευλάβειας τον εμπόδιζε λέγοντας· Δεν είμαι άξιος, έτσι και τώρα» (Θφ), «η μητέρα του ομολογεί τον εαυτό της ανάξιο αυτής της επίσκεψης της παρθένου» (Ζ).
(3) «Αποκαλεί μητέρα αυτήν που είναι ακόμη παρθένος, προλαβαίνοντας με προφητικό λόγο την πραγματοποίηση του γεγονότος» (Ω). «Διότι στις μεν άλλες γυναίκες, πριν ακόμη γεννήσουν, δεν πρέπει να τις ονομάζουμε μητέρες λόγω του φόβου της άμβλωσης, δηλαδή της αποβολής. Για την παρθένο όμως, τίποτα τέτοιο δεν υπήρχε ούτε ως υποψία» (Θφ).
(4) «Ονόμασε Κύριο αυτόν που πρόκειται να γεννηθεί από αυτήν, επικυρώνοντας τα λόγια του αγγέλου και παρέχοντας πιο βέβαιη πίστη σε αυτόν» (Ζ). Πράγματι· «θείο σχέδιο οδήγησε την Μαρία προς την Ελισάβετ, έτσι ώστε η μαρτυρία του Ιωάννη από τη μήτρα για τον Κύριο, να ολοκληρωθεί από την ίδια τη μητέρα του» (Ω). Η Ελισάβετ φαίνεται να υπήρξε η πρώτη, η οποία χρησιμοποίησε τον τίτλο αυτόν για τον Ιησού, ο οποίος έπειτα απέβη τόσο συνηθισμένος μεταξύ των χριστιανών. Ονομασία τέτοια, που αποδόθηκε από την Ελισάβετ σε έμβρυο ακόμη αγέννητο και κυοφορούμενο, μόνο από έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, από το οποίο αυτή ήταν τώρα γεμάτη, μπορούσε να ανέβει στα χείλη της (ο).

1.44 ἰδοὺ(1) γὰρ(2) ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου(3), ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει(4) ἐν τῇ κοιλίᾳ μου.
44 Μόλις έφτασε στ’ αυτιά μου η φωνή του χαιρετισμού σου, σκίρτησε από αγαλλίαση το παιδί στα σπλάχνα μου.
(1) Το ιδού προαναγγέλλει γεγονός απροσδόκητο και έκτακτο· το ίδιο το βρέφος φαίνεται να αναγνώρισε την παρουσία εκείνου, τον οποίο πρόκειται στο μέλλον να υπηρετήσει (g).
(2) Αιτιολογεί ολόκληρο το περιεχόμενο του προηγούμενου στίχου και ιδιαίτερα τη βεβαίωση της Ελισάβετ, ότι η Μαρία είναι μητέρα του Κυρίου.
(3) Αμέσως μόλις έφθασε η φωνή της Θεοτόκου στα αυτιά της Ελισάβετ, επακολούθησε το σκίρτημα του βρέφους. Η Μαρία λοιπόν δεν πρόλαβε να εξηγήσει τίποτα στην Ελισάβετ. Την Ελισάβετ την πρόλαβε το σκίρτημα του βρέφους της (L).
(4) «Όχι απλώς σκίρτησε, αλλά με αγαλλίαση» (Ω) σαν «να αισθανόταν ήδη την σωτηρία των ανθρώπων και να αγαλλόταν για αυτήν» (Ζ).

1.45 καὶ μακαρία(1) ἡ πιστεύσασα(2) ὅτι(3) ἔσται τελείωσις(4) τοῖς λελαλημένοις αὐτῇ παρὰ κυρίου.
45 Χαρά σ’ αυτήν που πίστεψε ότι θα εκπληρωθούν τα λόγια που της είπε ο Κύριος».
(1) Εφαρμόζεται στη Μαρία, μολονότι λέγεται γενικά όπως οι μακαρισμοί στην Π.Δ. (L). «Μακάρια είσαι εσύ, Μαρία» (Θφ).
(2) «Ο λόγος αυτός υπαινίσσεται την σιωπή του Ζαχαρία, ότι επειδή απίστησε σε αυτά που ειπώθηκαν σε αυτόν, πήρε την ποινή της σιγής. Μακάρια είσαι εσύ, διότι ξέφυγες από τέτοιο πάθημα» (Ω). Η μετοχή παρ’ όλα αυτά είναι ονομαστική=η οποία πίστεψες.
(3) Διχογνωμία υφίσταται για την έννοια του «ότι». Οι λατίνοι και οι κόπτες μεταφράζουν δ ι ό τ ι, το οποίο υποστηρίζουν και οι p. g. (L). Έτσι ερμηνεύει και ο Ω. «Είσαι μακάρια. Γιατί; Δ ι ό τ ι θα πραγματοποιηθούν με τρόπο τέλειο αυτά». Οι Έλληνες όμως και οι Σύροι δέχονται αυτό ως ειδικό «ότι», κατά αναλογία από παρόμοιες περιπτώσεις (Μάρκ. ια 23,Ιω. στ 69 και προ παντός Πράξ. κζ 25). Η πίστη της Μαρίας σύμφωνα με την τελευταία εκδοχή παρουσιάζεται ανάγλυφη και διακηρύττεται η Μαρία μακάρια, όχι διότι θα εκπληρωθούν αυτά που της ειπώθηκαν, αλλά για την πίστη της (L). Η δεύτερη εκδοχή είναι πιο σωστή.
(4) Η λέξη σημαίνει πραγματοποίηση όπως στο Ιουδ. ι 9 («θα έλθω σε πραγματοποίηση των λόγων»)(L). «Δεν λέχθηκαν μάταια από τον άγγελο» (Ω), αλλά θα εκπληρωθούν, θα λάβουν αυτά πλήρη πραγματοποίηση.

Στίχ. 46-56. Η ωδή της Θεοτόκου.
1.46 Καὶ εἶπε Μαριάμ(1), Μεγαλύνει(2) ἡ ψυχή(3) μου τὸν Κύριον(4),
46 Η Μαριάμ τότε είπε: «Η ψυχή μου δοξάζει τον Κύριο,
(1) Τρία χειρόγραφα της Ιτάλας (λατινική μετάφραση Κ.Δ.) αντί Μαριάμ γράφουν Ελισάβετ. Ομοίως και ο Ειρηναίος στη λατινική μετάφραση. Και ο Ω. μιλά στη λατινική μετάφραση της VII ομιλίας (Migne 13, 1817) για κάποια χειρόγραφα, στα οποία συναντιέται η ίδια γραφή. Για αυτό ο Harnack υποστήριξε ότι η ωδή είναι της Ελισάβετ και όχι της Παρθένου. Την ίδια επίσης ιδέα πριν τον Harnack εξέφρασαν και κάποιοι άλλοι. Όλα όμως τα ελληνικά, συριακά, κοπτικά χειρόγραφα και τα λατινικά από την Αφρική μαζί με τον Τερτυλλιανό γράφουν Μαριάμ. Η γραφή Ελισάβετ, φαίνεται να προήλθε από το ότι για μεγαλύτερη σαφήνεια στη λατινική μετάφραση προστέθηκε σε κάποια χειρόγραφα το Ελισάβετ μετά το Μαριάμ.=Είπε Μαριάμ (τῇ [στην]) Ελισάβετ. Κάποιοι λοιπόν αντιγραφείς είτε από παράβλεψη είτε σκόπιμα θεωρώντας ότι είναι πλεονασμός τα δύο ονόματα, έκοψαν το ένα και προτίμησαν το Ελισάβετ. Άλλωστε και εσωτερικοί λόγοι αποκλείουν αυτό. Δεν μπορούσε ποτέ η Ελισάβετ να πει για τον εαυτό της «θα με μακαρίζουν όλες οι γενιές» (L). Η ωδή αυτή από πολλές πλευρές μιμείται τους ψαλμούς, ιδιαίτερα μάλιστα απηχεί την ωδή της Άννας, μητέρας του Σαμουήλ (Α΄Βασ. β). Κάποιος κριτικός έθεσε το ερώτημα, εάν η Μαρία πριν μιλήσει είχε ξεφυλλίσει την Βίβλο της. Αυτό δεν ήταν καθόλου αναγκαίο. Όλες οι Ισραηλίτιδες εκτρέφονταν από την παιδική τους ηλικία με τους Ψαλμούς, όπως και με τις ωδές της Μαριάμ, της αδελφής του Μωϋσή, της Άννας και της Δεββώρας. Πώς τα λόγια αυτά τα ιερά, δεν θα έρχονταν από μόνα τους στα χείλη της Παρθένου κατά τη στιγμή εκείνη, κατά την οποία βρισκόταν σε θέση ανάλογη; Όχι λιγότερο όμως, είναι εύκολο να αντιληφθεί κάποιος και την διαφορά μεταξύ της ωδής της Μαρίας και των παλαιότερων ωδών (g). Επιπλέον δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η Μαρία βρίσκεται κάτω από θεία έμπνευση, διότι όπως «πριν τον Ιωάννη η Ελισάβετ προφητεύει», έτσι εδώ «πριν τη γέννηση του σωτήρα μας και η Μαρία προφητεύει. Και όπως ακριβώς άρχισε η αμαρτία από την γυναίκα και μετά από αυτό έφθασε στον άνδρα, έτσι και τα αγαθά άρχισαν από τις γυναίκες, για να προτραπούν οι γυναίκες… να μιμηθούν με ζήλο τις ζωές αυτών των μακάριων» (Ω). «Ότι είναι προφήτης η Μαρία… κανείς δεν θα το αρνηθεί, αν θυμηθεί τα λόγια της, τα οποία προφητικά είπε. Διότι τι λέει;… «Διότι να, από τώρα θα με μακαρίζουν όλες οι γενιές»» (Β). Μπορούμε να υποθέσουμε, ότι η Παρθένος ήταν ήδη κατάκοπη από το ταξίδι. Παρ’ όλα αυτά λησμονεί τώρα τον κόπο της και παίρνοντας νέα δυνάμεις από την βεβαίωση της πίστης της από τα λόγια της Ελισάβετ, σπεύδει να δοξολογήσει το Θεό πριν από κάθε ανάπαυση. Και όπως άλλοτε ο δούλος του Αβραάμ, που στάλθηκε «για να πάρει γυναίκα για τον Ισαάκ από τις κόρες των Χαναναίων», αρνήθηκε στον εαυτό του κάθε ξεκούραση λέγοντας «Δεν θα φάω, έως ότου πω τα λόγια μου» (Γεν. κδ 33) τα οποία είχε αναθέσει σε αυτόν ο Αβραάμ, έτσι τώρα και η Παρθένος, σπεύδει πρωτίστως να δοξολογήσει το Θεό. Ο ύμνος αυτός της Θεοτόκου διαιρείται σε 4 στροφές 46-48,49 και 50, 51-53,54 και 55 (p.g.).
(2) Κατά γράμμα σημαίνει κάνω κάποιον ή κάτι μεγάλο, έπειτα αυξάνω, και μαζί με αυτά, με λόγια κάνω κάποιον μεγάλο, δοξολογώ, υμνώ όπως εδώ και στα Πράξ. ι 46,Ψαλμ. λγ 4, ξη 31 (δ).
(3) Η ψυχή είναι κατά τη Γραφή η πνοή της ζωής, που ζωοποιεί το σώμα, άρα και η αρχή της ατομικότητας, η έδρα των ψυχικών ιδιοτήτων, όπως και όλων των εντυπώσεων, οι οποίες έχουν προσωπικό χαρακτήρα. Η λέξη ψυχή μου λοιπόν εδώ περιλαμβάνει όλες τις συγκινήσεις της γυναίκας και της μητέρας, οι οποίες κατακυριεύουν τώρα την καρδιά της Μαρίας και καταλήγουν όλες μαζί σε λατρεία και δοξολογία του Θεού (g).
(4) «Η Παρθένος δοξολογεί το Θεό, αποδίδοντας σε εκείνον το θαύμα, όχι στον εαυτό της» (Θφ). «Επειδή αξιώθηκα τέτοιας μεγάλης και θαυμάσιας χάρης από το Θεό, με άξιο χρέος μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριο. Διότι όσο υπηρετούμαι με μεγάλο θαύμα και κατόρθωμα, τόσο οφείλω πρώτη να δοξάζω αυτόν που ενεργεί μέσα μου τα παράδοξα» (Ω).

1.47 καὶ ἠγαλλίασε(1) τὸ πνεῦμά(2) μου ἐπὶ τῷ θεῷ(3) τῷ σωτῆρί μου(4),
47 και το πνεύμα μου νιώθει αγαλλίαση για το Θεό, το σωτήρα μου,
(1) Λέξη που σχηματίστηκε από τους ελληνιστές από το αγάλλομαι και συναντιέται συχνά στους Ο΄ (p). Μπαίνει σε αόριστο εδώ, για να δειχτεί ότι η αγαλλίαση αυτή άρχισε πριν, από τη στιγμή που ο άγγελος ευαγγελίστηκε αυτήν (δ).
(2) Ή «πνεύμα να εννοήσεις πάλι την ψυχή» (Ζ), ή, ψυχή και πνεύμα δεν είναι συνώνυμα. Σύμφωνα με τη Γραφή η ψυχή, η έδρα της ατομικότητας, με το σώμα μεν επικοινωνεί με τον γήινο κόσμο, ενώ με τις ανώτερες δυνάμεις της, τις κυρίως πνευματικές, με τον θείο κόσμο (g). Το πνεύμα χαρακτηρίζει την ψυχή αυτήν την ίδια ως την άυλη ουσία, την μόνη που μπορεί να καταλάβει και να συναισθανθεί πνευματικά (δ).
(3) «Χάρηκε, λέει, η ψυχή μου με τον Θεό που με έσωσε» (Ζ). «Ένιωσα τέρψη και γλυκύτητα με το Θεό τον Σωτήρα μου» (Σχ). Η σκέψη ότι ο Θεός σώζει, είναι πηγή χαράς. Δες Αβακ. γ 18: «θα χαρώ με τον Θεό τον σωτήρα μου» (L). Εκείνοι λοιπόν, οι οποίοι έχουν το Χριστό Θεό και Σωτήρα τους, έχουν σπουδαίο λόγο να χαίρονται και να χαίρονται εσωτερικά με χαρά πνευματική, με την οποία και ο ίδιος ο Χριστός χάρηκε (Λουκ. ι 21).
(4) Επομένως η σάρκωση του Θεού Λόγου ήταν και για την Θεοτόκο αναγκαία, διότι με αυτήν σώθηκε και εκείνη, όπως και όλο το ανθρώπινο γένος (δ). «Διότι είναι Σωτήρας μου και Θεός· αφού χαρίζει μέσω εμού σωτηρία στον κόσμο» (Σχ).

1.48 ὅτι(1) ἐπέβλεψεν(2) ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν(3) τῆς δούλης(4) αὐτοῦ. ἰδοὺ γὰρ(5) ἀπὸ τοῦ νῦν(6) μακαριοῦσίν με πᾶσαι αἱ γενεαί(7)·
48 γιατί έδειξε την ευμένειά του στην ταπεινή του δούλη. Από τώρα θα με καλοτυχίζουν όλες οι γενιές,
(1) «Έπειτα λέει και την αιτία για την οποία πρέπει να μεγαλύνει τον Κύριο και να αγάλλεται για αυτόν, προσθέτοντας στη συνέχεια, διότι έριψε το βλέμμα του…» (Ω).
(2) Στους κλασσικούς επιβλέπω= παρατηρώ με προσοχή. Στους Ο΄ και εδώ σημαίνει το: ο Θεός ατενίζει κάποιον με έλεος και συμπάθεια. Εδώ=διότι με αγαθή διάθεση έριξε τα μάτια του ο Θεός στην ταπείνωση της δούλης του (δ). Δες Α΄Βασ. α 11 τον λόγο που τοποθετήθηκε στο στόμα της Άννας, μητέρας του Σαμουήλ, ο οποίος όμως δεν περιέχεται στην ωδή: «εάν επιβλέποντας επιβλέψεις στην ταπείνωση της δούλης σου» (L).
(3) «Στην ασημαντότητα. Ταπεινώνει δηλαδή τον εαυτό της ότι είναι ανάξια τόσο μεγάλου πράγματος» (Ζ). «Διότι ποια είμαι εγώ μπροστά σε τόσο μεγάλο έργο; Αυτός επέβλεψε, δεν το περίμενα εγώ. Διότι ήμουν ταπεινή και απέριττη και τώρα μεταβαίνω από τη γη στον ουρανό και με τραβάει ο Θεός σε ανέκφραστο σχέδιο» (Ω). Η λέξη αυτή φανερώνει την κατάσταση της αφάνειας, στην οποία βρισκόταν η παρθένος, παρόλο που καταγόταν από τον Δαβίδ. Δεν είναι κόρη κάποιου από τους άρχοντες της Ιερουσαλήμ, ούτε κάποια ηγεμονίδα που τιμώνταν τότε σαν τέτοια, αλλά μνηστή κάποιου τεχνίτη (g). Παρ’ όλα αυτά η όλη γλώσσα της παρθένου αποπνέει και τη βαθιά της ταπεινοφροσύνη. Για αυτό και είναι σωστή και η παρατήρηση ότι «ο λόγος αυτός ειπώθηκε στην Μαρία όχι τυχαία ούτε χωρίς εξέταση, αλλά λόγω της υπερβολικής της ταπείνωσης, την οποία αγαπά ο Θεός και υπερυψώνει, διότι μιμείται αυτόν που ταπείνωσε τον εαυτό του και πήρε μορφή δούλου… Και στον Ησαΐα λέει· Σε ποιον να ρίψω το βλέμμα μου, παρά μόνο στον ταπεινό και ήσυχο και που τρέμει τα λόγια μου» (Ω).
(4) «Διότι είμαι δούλη του ως πλάσμα του, όπως και τα υπόλοιπα κτίσματα» (Ω).
(5) Αιτιολογεί το επέβλεψεν= «Επειδή επέβλεψε στην ταπείνωση της δούλης του» για αυτό «από τώρα θα με μακαρίζουν…» (Ω).
(6) Από τον τωρινό χρόνο, κατά τον οποίο πρώτη η Ελισάβετ με μακάρισε (δ).
(7) «Θα με μακαρίζουν όχι μόνη εσύ, η Ελισάβετ, αλλά όλες οι γενιές, εννοείται των πιστών. Διότι αν και στα χρόνια της Παναγίας ήταν δυσδιάκριτος ο λόγος της Θεοτόκου, αλλά τώρα όσο περνά ο καιρός, μιλά περισσότερο και φαίνεται η αλήθεια αυτών που προφήτευσε» (Ω). Ο λόγος αυτός, που τόσο επαληθεύεται στα μάτια μας, στο στόμα της Μαρίας ήταν προφητεία (L). Πράγματι λοιπόν «δεν λέει από τη δική της γλώσσα, ότι θα μακαριστεί, αλλά επειδή το Άγιο Πνεύμα ήλθε πάνω της. Προηγήθηκε λοιπόν η προφητεία, και επαληθεύτηκε η έκβαση του λόγου. Διότι ποια γενιά από τότε δεν μακαρίζει την Μαρία;» (Ω).

1.49 (1)ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεία(2) ὁ δυνατός, καὶ(3) ἅγιον(4) τὸ ὄνομα(5) αὐτοῦ,
49 γιατί ο δυνατός Θεός έκανε σ’ εμένα έργα θαυμαστά. Άγιο είναι τ’ όνομά του.
(1) Στη στροφή αυτή (σ. 49-50) η Μαρία περιγράφει την εκδήλωση των θείων ιδιοτήτων προς αυτήν, οι οποίες έγιναν πηγή της μακαριότητάς της. Και πρώτη στην απαρίθμηση αυτών των ιδιοτήτων αναφέρει την παντοδυναμία, υπαινισσόμενη τον λόγο του αγγέλου στο σ. 35 (g). «Επειδή ακριβώς θα μπορούσε κάποιος να απιστήσει στην ενέργεια της σύλληψης, ότι δηλαδή, ενώ ήταν παρθένα, θα μπορούσε να συλλάβει, με την ονομασία του «δυνατού» διώχνει την απιστία, έτσι ώστε κάποιος να αποδώσει το κατόρθωμα στη δύναμη αυτού που ενεργεί και να μην, εξετάζοντας την φυσική τάξη, ξεπέσει από την αληθινή αποδοχή αυτών που πράγματι συνέβησαν» (Ω).
(2) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα γράφουν: μεγάλα. Εδώ τα μεγάλα και θαυμαστά έργα είναι η αναγγελία της σύλληψης και η ίδια η υπερφυσική σύλληψη, η οποία είναι θαύμα θαυμάτων (δ). Η όλη πρόταση μπορεί να αποτελέσει νέα φράση (που εξαρτάται συντακτικά άμεσα από το Μεγαλύνει), πιο φυσικά όμως μπορεί να εξαρτηθεί από τα αμέσως προηγούμενα (L)=Θα με μακαρίσουν όλες οι γενιές, διότι, «έκανε σε μένα μεγάλα και υπερφυσικά θαύματα αυτός που είναι δυνατός να κάνει αυτά» (Ζ).
(3) Η ακόλουθη πρόταση ή αποτελεί νέα γενική αιτιολογία του «μεγαλύνει» και όχι προσδιορισμό του «δυνατός» (δ), οπότε πρέπει να χωρίσουμε αυτήν από τα προηγούμενα με τελεία, όπως έπραξε ο Nestle, ή, πιο πιθανή εκδοχή, στην εβραϊκή γλώσσα χρησιμοποιείται συχνότατα ο σύνδεσμος κ α ι αντί για αναφορική αντωνυμία=του οποίου το όνομα είναι άγιο (L). Σύμφωνα με την δεύτερη αυτή εκδοχή η παντοδυναμία του Θεού παρουσιάζεται ότι ενήργησε όχι απλώς και μόνο ως φυσική δύναμη, αλλά σε αρμονία με την αγιότητα του Θεού (g).
(4) Η αγιότητα είναι η ιδιότητα της απόλυτης καθαρότητας του Θεού, λόγω της οποίας αποκρούει και τιμωρεί το κακό (δ). Εκφράζει η λέξη την απόλυτη ηθική τελειότητα του Θεού (L). Αξιοσημείωτη και η επόμενη: «Είπε άγιο το όνομά του, φανερώνοντας, ότι σε τίποτα δεν μολύνεται ο καθαρότατος με το να συλλαμβάνεται σε μήτρα γυναίκας, αλλά μένει άγιος» (Θφ).
(5) Το όνομα του Θεού είναι η αποκάλυψη την οποία ο ίδιος παρέχει για τον εαυτό του, η οποία και καθιστά αυτόν γνωστόν ποιος είναι. Οι εκδηλώσεις αυτές, με τις οποίες αποκαλύπτει και φανερώνει τον εαυτό του, είναι όλες άγιες, όπως αυτός είναι άγιος. Το χαρακτηριστικό αυτό της αγιότητας διακρίνει κατά τρόπο εξαιρετικό την σάρκωση του Χριστού από τα αποκρουστικά και απεχθή αντίστοιχα της ειδωλολατρικής μυθολογίας (g).

1.50 καὶ τὸ ἔλεος(1) αὐτοῦ εἰς γενεὰς γενεών(2) τοῖς φοβουμένοις(3) αὐτόν.
50 και το έλεός του υπάρχει από γενιά σε γενιά, σ’ όσους με δέος τον υπακούνε.
(1) Τρίτη τελειότητα του Θεού είναι η ευσπλαχνία. Η Μαρία εξύμνησε τη θεία συγκατάβαση στο σ. 48 σε σχέση με την εκλογή του δικού της προσώπου. Μιλά εδώ για την ευσπλαχνία και το έλεος του Θεού γενικότερα, σε σχέση με όλους τους ευσεβείς Ισραηλίτες, που φοβούνται αυτόν (g). «Και το έλεός του δεν δείχτηκε σε μένα μόνη, αλλά και σε όλους όσους τον φοβούνται» (Θφ).
(2) Αυθεντική γραφή: εις γενεάς και γενεάς. Υπάρχει και η γραφή: εις γενεάν και γενεάν. «Το «εις γενεάν και γενεάν» και το «εις γενεάς γενεών» και τα παρόμοια, σημαίνουν στους Εβραίους το «πάντοτε». Λέει λοιπόν ότι και το έλεός του υπάρχει πάντα σε αυτούς που τον φοβούνται, λέγοντας παρόμοια με τον Δαβίδ που έλεγε (στον Ψαλμ. ρβ 17) «Το έλεος του Κυρίου από του αιώνος και έως του αιώνος σε αυτούς που τον φοβούνται»» (Ζ). Για τη φράση εις γενεάς και γενεάς, δες εις γενεάς γενεών (Ησ. λδ 17), εις γενεάν και γενεάν (Ψαλμ. πη 2) και κατά γενεάν και γενεάν (Α΄Μακ. β 61)(p). Στις γενιές. Μολονότι η εκπλήρωση της υπόσχεσης για έλεος φαινόταν να αργεί πολύ, παρ’ όλα αυτά εκπληρώθηκε και μάλιστα αιωνίως διαμέσου όλων των γενιών (b). Και φανέρωσε τώρα το έλεός του όσο ουδέποτε άλλοτε, στέλνοντας τον Υιό του που έφερε αιώνια δικαίωση και αιώνια σωτηρία που μεταβιβάζεται από τη μία γενιά στην άλλη, διότι τα ευαγγελικά προνόμια έγιναν από το Χριστό κληρονομικά στους πιστούς και ανανεώνονται παντοτινά.
(3) Οι οποίοι αποτελούν τον αληθινό Ισραήλ (g) και τις γενιές εκείνες, οι οποίες θα μακαρίζουν την Μαρία (b). Το να φοβάται κάποιος το Θεό, στην Π.Δ. εκφράζει την αληθινή ευσέβεια (p). Επιβλέπει με βλέμμα συμπάθειας και ελέους σε αυτούς που βλέπουν προς αυτόν με βλέμμα φόβου και ευλάβειας.

1.51 ᾽Εποίησε(1) κράτος ἐν βραχίονι αὐτοῦ(2), διεσκόρπισεν(3) ὑπερηφάνους διανοίᾳ καρδίας(4) αὐτῶν(5)·
51 Έδειξε έμπρακτα τη δύναμή του: διασκόρπισε τους περήφανους και χάλασε τα σχέδια που είχανε στο νου τους.
(1) Η αρχή της τρίτης στροφής. Οι αόριστοι σε αυτήν (σ. 51-53) εξηγήθηκαν με διάφορους τρόπους: 1) ότι σημαίνουν ό,τι ο Θεός έκανε στο παρελθόν, 2) ό,τι ο Θεός θα ενεργήσει το μέλλον, κατά τη στιγμή της μεγάλης μεσσιακής αναμόρφωσης, 3) ό,τι συνήθως ενεργεί, 4) ό,τι άρχισε να ενεργεί στη Μαρία σύμφωνα με το σχέδιό του. Πιο πιθανή είναι η τελευταία εκδοχή, η οποία εξηγεί τους αόριστους ως συνέχεια των προηγούμενων «επέβλεψε» και «εποίησε», έτσι ώστε η γενική ιδέα έχει αφετηρία το παρόν γεγονός. Ό,τι ο Θεός πράττει συνήθως, το ενήργησε ειδικά και στην παρούσα περίσταση, την οποία η Μαρία σωστά θεωρεί ως την αρχή της βασιλείας του Θεού (L). Η μητέρα του Μεσσία δεν κάνει εδώ αόριστες σκέψεις για τον τρόπο που ο Θεός κυβερνά τον κόσμο. Έχει μπροστά της γεγονός, το οποίο έχει απορροφήσει την σκέψη της και του οποίου περιγράφει με θαυμασμό τα αποτελέσματα που θα παραχθούν (g). Ο Θεός συνέλαβε το σχέδιο να φέρει εις πέρας όλα αυτά (στους σ. 51-53) μέσω του Μεσσία και η μητέρα του είχε ήδη λάβει πειραματική απόδειξη αυτού πάνω της (b).
(2) Και το «εποίησε κράτος» και το «εν βραχίονι αυτού» είναι εβραϊσμοί. Για την πρώτη φράση δες Ψαλμ. ριζ 15 («το δεξί χέρι του Κυρίου έδειξε δύναμη»). Για τη λέξη βραχίων με την έννοια της θείας δύναμης, δες Πράξ. ιγ 17,Ιω. ιβ 38,Ψαλμ. μγ 3, 97,1 κλπ. Η φράση «με χέρι δυνατό και με βραχίονα υψηλό» είναι συχνή στους Ο΄ (Δευτ. δ 34,ε 15,στ 21,κστ 8)(p). «Έκανε κάτι μεγαλειώδες, έκανε νίκη με τη δύναμή του. Διότι ο βραχίων εδώ σημαίνει την δύναμη. Διότι αυτοί που αγωνίζονται, έχουν τη δύναμη στον βραχίονα» (Ζ).
(3) Ο Θεός λέγεται ότι διασκορπίζει τους υπερήφανους, όταν ματαιώνει τα σχέδιά τους και εκμηδενίζει τις επινοήσεις των καρδιών τους. Δες και Ιώβ ε 13 («αυτός συλλαμβάνει τους σοφούς στην πανουργία τους και η απόφαση των δολίων ανατρέπεται»). Η εικόνα έχει παρθεί από τον διασκορπισμό και την φυγή ηττημένου στρατεύματος (ο).
(4) «Τους υπερήφανους μέσα στη διάνοια της καρδιάς τους, τους υπερήφανους μέσα στον ίδιο τους τον εαυτό» (Ζ). Τους υπερήφανους στις σκέψεις, τις ιδέες της καρδιάς, δηλαδή της ψυχής τους (δ). Η Μαρία τονίζει εδώ τις διανοητικές τους διαθέσεις. Υπερηφανεύονται με τις σκέψεις τους (L). Καρδιά εδώ είναι η εστία της αυτόματης ζωής, από την οποία απορρέουν οι ωθήσεις της θέλησης και οι κινήσεις που εμπνέουν τη σκέψη (g).
(5) Η Μαρία εννοεί εδώ όλους εκείνους, οι οποίοι υπερτιμούν τους εαυτούς τους και θεωρούν ότι είναι κάτι, είτε Ιουδαίοι είναι αυτοί είτε ειδωλολάτρες (g). Υπερήφανοι άνθρωποι φαντάζονται, ότι τα πάντα μπορούν να πετύχουν επιβάλλοντας τα σχέδιά τους και τις θελήσεις τους. Αλλά ο Θεός διασκορπίζει αυτούς ματαιώνοντας τις αλαζονικές συλλήψεις της διάνοιάς τους με τα ίδια μέσα και τις βουλές, με τα οποία εκείνοι φαντάζονταν ότι θα προωθούσαν και θα επέβαλλαν τους εαυτούς τους. Παράδειγμα αυτού είναι αυτοί που επιχείρησαν την ανέγερση του πύργου Βαβέλ, με τον οποίο επιζητούσαν να δημιουργήσουν δεσμό ένωσης και απέβη αυτός πηγή χωρισμού και διαίρεσης.

1.52 (1)καθεῖλε δυνάστας(2) ἀπὸ θρόνων(3) καὶ ὕψωσεν ταπεινούς(4),
52 Καθαίρεσε άρχοντες από τους θρόνους τους και ταπεινούς ανύψωσε.
(1) «Μοιάζουν αυτά με τα λόγια της Άννας, της μητέρας του Σαμουήλ που είπε· ο Κύριος φτωχαίνει και πλουτίζει, ταπεινώνει και ανυψώνει (Α΄Βασ. β 7)» (Ζ). Προ παντός όμως το παρόν χωρίο μοιάζει με το Σοφ. Σειράχ ι 14 «Θρόνους αρχόντων γκρέμισε ο Κύριος και έβαλε πράους να κάτσουν αντί για αυτούς». Η ίδια ιδέα εκφράζεται και στο Ψαλμ. ρμε 7 και Ιώβ ιβ 19,ε 11,Ιεζ. κα 26 (L).
(2) Η λέξη δυνάστες βγαίνει από το ρήμα δύναμαι· οι ισχυροί γενικά (δ). Οι άρχοντες που δεν δικαιούνται να λάβουν τον τίτλο του βασιλιά (L). Οι ισχυροί, που είναι την ίδια στιγμή και βίαιοι και διατεθειμένοι να καταχραστούν την εξουσία τους (g).
(3) Η αλαζονεία και υπερηφάνεια είναι χαρακτηριστικό των δυναστών.
(4) Πιθανώς ταπεινούς εννοεί εδώ πρωτίστως τους καταπιεζομένους φτωχούς σε αντίθεση με τους τυραννικούς άρχοντες (p). Ο Μεσσίας θα ανατρέψει την κατάσταση αυτή των πραγμάτων. Θα ταπεινώσει τους πρώτους και θα υψώσει τους δεύτερους. Εγγύηση για αυτό είναι η εκλογή της Μαρίας (g). Είναι δυνατόν οι σκέψεις αυτές να δημιουργήθηκαν στο πνεύμα της Μαρίας μετά την υπόσχεση του αγγέλου, ότι ο υιός της θα καθίσει στο θρόνο του Δαβίδ (L). Όταν οι υπερήφανοι Φαρισαίοι απορρίφθηκαν και οι τελώνες και αμαρτωλοί ήλθαν πριν από αυτούς στη βασιλεία των ουρανών· όταν οι Ιουδαίοι, οι οποίοι «επεδίωκαν τον νόμο της δικαιοσύνης», «δεν έφθασαν στο νόμο της δικαιοσύνης», ενώ τα έθνη «που δεν επεδίωκαν δικαιοσύνη, τα πρόφτασε η δικαιοσύνη» (Ρωμ. θ 30)· όταν ο Θεός δεν διάλεξε τους «σωματικά σοφούς και δυνατούς», «αλλά τα ανόητα του κόσμου διάλεξε ο Θεός και τα ασθενή του κόσμου και τα εξουθενημένα», τότε έριξε δυνάστες από θρόνους και ύψωσε ταπεινούς. Όταν καταρρίφθηκε η τυραννία των αρχιερέων και των πρεσβυτέρων, οι οποίοι για πολύ κυριάρχησαν στην κληρονομία του Θεού και ήλπιζαν ότι πάντοτε θα κυριαρχούσαν πάνω της, και οι μαθητές του Χριστού, οι οποίοι ήταν ένας όμιλος ψαράδων περιφρονημένων, ντύθηκαν δύναμη από ψηλά, για να καθίσουν σε 12 θρόνους κρίνοντας τις 12 φυλές του Ισραήλ· όταν η δύναμη των 4 μοναρχιών συντρίφτηκε και η βασιλεία του Μεσσία, η πέτρα που κόπηκε «από το βουνό χωρίς χέρι, έγινε μεγάλο βουνό και γέμισε όλη τη γη» (Δαν. β 35) τότε οι δυνάστες έπεσαν από τους θρόνους τους και οι ταπεινοί ανυψώθηκαν.

1.53 (1)πεινῶντας(2) ἐνέπλησεν ἀγαθῶν(3) καὶ πλουτοῦντας ἐξαπέστειλε(4) κενούς(5).
53 Ανθρώπους που πεινούσαν τους γέμισε με αγαθά και πλούσιους τους έδιωξε με χέρια αδειανά.
(1) Τις μετοχές πεινῶντας, πλουτοῦντας δεν πρέπει να τις πάρουμε ούτε αποκλειστικά με έννοια κοινωνική ούτε αποκλειστικά με έννοια πνευματική. Εκφράζονται με αυτές και οι δύο έννοιες, και η πνευματική και η πρόσκαιρη (g).
(2) Η Μαρία διακηρύσσει την αμοιβή και της πνευματικής πείνας. Εάν μία ζωντανή ύπαρξη πρόκειται να ωφεληθεί και να ενισχυθεί με τροφή, είτε στο σώμα είτε στο πνεύμα, πρέπει να υποδέχεται τη σωματική ή πνευματική τροφή με επιθυμία και όρεξη. Αυτό γίνεται ολοφάνερο στη λειτουργία του σώματος. Η τροφή δεν ωφελεί, πολλές φορές μάλιστα και βλάπτει τον ζωντανό οργανισμό, όταν δεν υπάρχει σε αυτόν όρεξη και πείνα για αυτήν. Το ίδιο συμβαίνει και στην πνευματική ζωή. Εάν η διάνοια δεν έχει πόθο να γνωρίσει την αλήθεια και εάν η καρδιά δεν διψά την απολύτρωσή της και τον εξαγιασμό της, διώχνεται άδεια από τον Σωτήρα. Με την βία δεν μπαίνουν οι σωτήριες αλήθειες στην ψυχή. Εάν όμως κάποιος επιχειρήσει να πράξει αυτό, θα προκαλέσει στα βάθη της καρδιάς που εξαναγκάζεται, μυστική και υποκρυπτόμενη ή και φανερή και απροκάλυπτη εχθρότητα προς την αλήθεια και τον Σωτήρα. Να γιατί ο προφήτης παρακαλούσε λέγοντας: «Φώτισε τα μάτια μου μήπως κοιμηθώ με αποτέλεσμα τον θάνατο». Και να γιατί και εμείς πρέπει διαρκώς να φωνάζουμε: «Με τον πόθο σου κέντησε τις ψυχές μας Κύριε».
(3) Τα αγαθά με τα οποία ο Θεός χορταίνει τους πεινασμένους, είναι προ παντός τα αγαθά της σωτηρίας, αλλά της σωτηρίας στην πληρότητά της, ως κατάστασης πνευματικής δηλαδή αιώνιας, αλλά και πρόσκαιρης. Μαζί με τη συγχώρηση και αγιότητα θα δώσει ο Θεός σε αυτούς την δόξα και την ευτυχία (g). Πολύ αξιόλογη και η επόμενη παρατήρηση: «Τους πεινασμένους από τη μία, δηλαδή τους εθνικούς που λιμοκτονούσαν από θεία λόγια και διδασκαλία, τους γέμισε με αγαθά, τα αγαθά της νέας διαθήκης. Τους Ιουδαίους, από την άλλη, που ήταν πλούσιοι λόγω του νόμου και χόρταιναν με τους προφήτες, τους έδιωξε άδειους, αφού δεν δέχτηκαν τον προβαλλόμενο από το νόμο και τους προφήτες Χριστό, τον Θεό μας» (Σχ.).
(4) Έστειλε έξω από τον εαυτό του, δηλαδή μακριά του. Εδώ έχει την έννοια του: διώχνω με περιφρόνηση. Οι Ο΄ χρησιμοποιούν το ρήμα για τους άνδρες που διώχνουν τις γυναίκες τους. Δευτ. κδ 1,2 (δ).
(5) Η φράση εξαποστέλλω κενούς βρίσκεται και στο Λουκ. κ 10 και Ιώβ κβ 9 («τις χήρες τις εξαπέστειλες κενές») και σημαίνει το διώχνω κάποιον από μπροστά μου, αφού προηγουμένως αφαιρέσω από αυτόν όλα τα υπάρχοντά του και τον αφήσω φτωχό (δ). Μπορεί όμως και να σημαίνει απλώς, ότι ο Θεός δεν θα δώσει σε αυτούς τα αγαθά του, αλλά θα διαψευστεί η ελπίδα που είχαν να πάρουν αγαθά. Με την έννοια αυτή συμφωνούν και τα Ιουδίθ α 11,Μάρκ. ιβ 3,Λουκ. κ 10 (L). Πολλοί οι οποίοι υπήρξαν φτωχότατοι, ώστε να στερούνται και του άρτου, με θαυμαστή υπέρ τους μεταστροφή της θείας Πρόνοιας γέμισαν με αγαθά, ενώ άλλοι πλουσιότατοι, οι οποίοι ελπίζοντας στον πλούτο τους φαντάζονταν ότι κάθονται σε βουνό αμετακίνητο και αδιάσειστο, φτώχυναν ανέλπιστα και διώχτηκαν κενοί από αγαθά. Αλλά και στον πνευματικό πλούτο όσοι αισθάνθηκαν την ανάγκη του Σωτήρα και πόθησαν την μέσω αυτού δικαίωση, γέμισαν με τα αγαθά της σωτηρίας και δόθηκαν σε αυτούς πλουσιοπάροχα οι χάρες και ευλογίες του Χριστού. Οι διψασμένοι και κουρασμένοι θα βρουν ανάπαυση στο Χριστό και θα κληθούν από αυτόν να έλθουν σε αυτόν και να πιούν. Διότι μόνο αυτοί γνωρίζουν την αξία των δωρεών του. Όσοι όμως λένε, όπως ο άγγελος της εκκλησίας της Λαοδικείας «είμαι πλούσιος και έχω πλουτίσει και δεν έχω ανάγκη κανέναν» (Αποκ. γ 17), είναι γεμάτοι από τον εαυτό τους και από την δικαιοσύνη τους και νομίζουν τους εαυτούς τους αυτάρκεις. Αλλά αυτοί θα διωχτούν από την πόρτα του, δεν θα γίνουν δεκτοί από τον Κύριο και θα διωχτούν άδειοι.

1.54 ἀντελάβετο(1) ᾽Ισραὴλ παιδὸς αὐτοῦ(2), μνησθῆναι(3) ἐλέους,
54 Βοήθησε το δούλο του, τον Ισραήλ, μην ξεχνώντας την υπόσχεση
(1) Η συνηθισμένη βιβλική σημασία του αντιλαμβάνομαι είναι: πιάνω στερεά κάτι για να στηρίξω ή να βοηθήσω αυτό (Πράξ. κ 35,Σοφ. Σειρ. β 6)· οπότε αντίληψη=βοήθεια (Α΄ Κορ. ιβ 28,Ψαλμ. κα 20,πγ 8) και αντιλήπτωρ= ο βοηθός (Ψαλμ. ιζ 3,νγ 6)(p).
(2) «Τον Ισραηλιτικό λαό, τον δούλο του. Διότι παιδί τώρα, εννοεί τον δούλο» (Ζ). «Εδώ ταιριάζει στον κατά σάρκα Ισραήλ, διότι πολλές μυριάδες από αυτούς αφού πίστεψαν στον Κύριο, σώθηκαν» (Ω). Τον όρο Ισραήλ δεν πρέπει να τον πάρουμε με έννοια πνευματική, σαν να επρόκειτο για την εκκλησία. Από την άλλη όμως δεν πρέπει να εννοήσουμε με την ονομασία αυτή το σύνολο του Ισραηλιτικού λαού, αλλά τον Ισραήλ ως δούλο του Θεού, τους αληθινούς Ισραηλίτες που φοβούνται τον Θεό (g).
(3) Ή είναι τελικό απαρέμφατο=για να θυμηθεί· για να μην ενεργήσει απέναντι στον Ισραήλ σαν να μην θυμόταν (g). Ή, το απαρέμφατο έχει έννοια συμπερασματική, σαν να υπήρχε πριν από αυτό το «ώστε» (L)=Ώστε να θυμηθεί το έλεος· δηλαδή για να αποδείξει, ότι δεν είχε λησμονήσει, όπως θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει (p). (Ο δ. εξαρτά το απαρέμφατο από το ελάλησεν, όπως θα δούμε αμέσως). Μάλλον η δεύτερη εκδοχή είναι πιο σωστή.

1.55 καθὼς ἐλάλησεν πρὸς τοὺς πατέρας ἡμῶν(1), τῷ ᾽Αβραὰμ καὶ τῷ σπέρματι αὐτοῦ(2) εἰς τὸν αἰῶνα(3).
55 που είχε δώσει στους προγόνους μας, ότι δηλαδή θα σπλαχνιστεί τον Αβραάμ και τους απογόνους του για παντοτινά».
(1) Ή, η πρόταση καθὼς ἐλάλησεν πρὸς τοὺς πατέρας ἡμῶν είναι προσδιοριστική του αντελάβετο και πρέπει να εξηγηθεί: βοήθησε τον δούλο του Ισραήλ, όπως είπε στους πατέρες μας υποσχόμενος να θυμηθεί να δώσει έλεος στον Αβραάμ (δ). Ή, πρέπει να θεωρήσουμε αυτήν ως παρενθετική πρόταση που αναφέρεται στο μνησθῆναι= Ο Θεός θυμήθηκε ό,τι είχε υποσχεθεί (L). «Θυμήθηκε το έλεός του όπως είπε και τα επόμενα της φράσης, εκπληρώνοντας αυτό ακριβώς που είχε πει σε αυτόν (τον Αβραάμ), ότι «θα ευλογηθούν με το σπέρμα σου όλες οι φυλές της γης»» (Σχ.). Για όσο η παροχή των ευλογιών αυτών αναβαλλόταν, αυτοί που τις ανέμεναν ήταν συχνά έτοιμοι να ρωτήσουν: λοιπόν λησμόνησε ο Θεός το έλεός του; Τώρα όμως έκανε φανερό, ότι δεν είχε λησμονήσει αλλά θυμόταν την σχετικά με το έλεος υπόσχεσή του και ανέβαλλε στον κατάλληλο χρόνο την εκπλήρωσή της. Θυμήθηκε το κατά τα προηγούμενα χρόνια έλεός του, όταν έβγαλε αυτούς από τη γη της Αιγύπτου και ανανέωσε αυτό χύνοντας στον νέο Ισραήλ πνευματικές ευλογίες και χάρες.
(2) Θα συνδεθεί με το μνησθῆναι ἐλέους=για να θυμηθεί το έλεός του προς τον Αβραάμ και το σπέρμα του (δ). Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: «Όπως είπε. Έπειτα λέει και σε ποιους είπε… ότι δηλαδή είπε στον Αβραάμ και στο σπέρμα του, δηλαδή τον Ισαάκ και τον Ιακώβ και περισσότερο από όλους στον Δαβίδ» (Ζ). Σύμφωνα με την εκδοχή όμως αυτή το «εἰς τὸν αἰῶνα» απομακρύνεται πολύ από τη λέξη στην οποία αναφέρεται= «να θυμηθεί έλεος αιώνιο, παντοτινό» (Ζ) το οποίο είναι τελείως απίθανο.
(3) Υπάρχει και η γραφή: έως αιώνος. Η φράση εις τον αιώνα είναι συνηθισμένη στους ψαλμούς, όπως και η «εις τον αιώνα του αιώνος» (Εβρ. α 8) και «εις αιώνα αιώνος» (p). Σημαίνει περίοδο χρονική, διάρκειας ατελείωτης (g). Είναι πιο φυσικό να συνδεθεί με το «καὶ τῷ σπέρματι αὐτοῦ» (δ). Ό,τι ο Θεός είπε και υποσχέθηκε, θα πραγματοποιηθεί. Ό,τι είπε στους πατέρες, θα το δουν να εκτελείται και να επαληθεύεται οι γιοι και οι γιοι των γιων με ευλογίες, οι οποίες θα είναι αιώνιες.

1.56 ῎Εμεινεν δὲ Μαριὰμ σὺν αὐτῇ(1) ὡσεί μῆνας τρεῖς(2), καὶ ὑπέστρεψεν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς.
56 Η Μαριάμ έμεινε με την Ελισάβετ περίπου τρεις μήνες και ύστερα γύρισε στο σπίτι της.
(1) «Με τη συμφωνία εννοείται και του αρραβωνιαστικού. Διότι ήξερε ο Ιωσήφ και τον Ζαχαρία και την Ελισάβετ ως αγίους ανθρώπους, και με μεγάλη χαρά εμπιστεύθηκε σε αυτούς την παρθένο, όχι μόνο επειδή ήταν συγγενείς της, αλλά και επειδή ήταν άψογοι ηθικά» (Ζ). Έμεινε λοιπόν στην Ελισάβετ «επειδή ήξερε το μυστήριο σχετικά με αυτήν και για αυτό την αγαπούσε και αγαπιόταν» (Ζ).
(2) «Να σχεδόν εννέα μήνες» (Θφ). Δηλαδή μέχρι το χρόνο κατά τον οποίο η Ελισάβετ θα γεννούσε. Παρέμεινε η παρθένος στον τοκετό; Σύμφωνα με τη γνώμη τη γενική των Ελλήνων ερμηνευτών, αντιθέτως με αυτήν των Λατίνων, δεν παρέμεινε. Οι νεότεροι (ανάμεσα στους οποίους και οι g.p.) θεωρούν απίθανο η Παρθένος να αρνήθηκε να προσφέρει τις υπηρεσίες της στην Ελισάβετ κατά την κρίσιμη αυτή στιγμή της ζωής της. Όπως σωστά όμως παρατηρεί ο L. από μόνο του το κείμενο του Λουκά υποδηλώνει μάλλον ότι η Μαρία αναχώρησε πριν από τα γεγονότα, των οποίων ακολουθεί αμέσως η αφήγηση. Οι Έλληνες επίσης ερμηνευτές από την άλλη, μιλούν με βάση την ευπρέπεια σύμφωνα με τα ανατολικά έθιμα, τα οποία αυτοί γνώριζαν καλά. «Η παρθένος φεύγει λόγω του πλήθους αυτών που επρόκειτο να βοηθήσουν στη γέννα» (Θφ), «δείχνοντας σεβασμό προς αυτούς που όφειλαν λόγω του μωρού να τρέξουν στο σπίτι του Ζαχαρία. Ήταν όμως και συνήθεια να φεύγουν οι παρθένες, όταν επρόκειτο να γεννήσει η έγκυος» (Ζ).

Στίχ. 57-66. Η γέννηση του Ιωάννη.
1.57 Τῇ δὲ ᾽Ελισάβετ ἐπλήσθη ὁ χρόνος(1) τοῦ τεκεῖν αὐτήν, καὶ ἐγέννησεν(2) υἱόν.
57 Όταν συμπληρώθηκε ο καιρός να γεννήσει, η Ελισάβετ έκανε γιο.
(1) Επλήσθη ο χρόνος=συμπληρώθηκε ο χρόνος. Δες και Λουκ. β 6,21,22. Και στους Ο΄ Γεν. κε 24 (δ). Δες και Γεν. κθ 21,Λευϊτ. ιβ 4,6,Αρ. στ 5 κλπ. Εβραϊκοί τρόποι έκφρασης (p). Παρόλο που με θαύμα συνέλαβε η Ελισάβετ, η κύηση του εμβρύου ακολούθησε τα στάδια και την χρονική διάρκεια όπως είναι φυσικά καθορισμένα. Οι σχετικά με το έλεος επαγγελίες και υποσχέσεις του Θεού θα πραγματοποιηθούν, όταν έλθει το πλήρωμα του χρόνου και ο καιρός ο κατάλληλος για εκπλήρωσή τους. Πρέπει λοιπόν να εγκαρτερούμε με ακράδαντη ελπίδα, ελεύθεροι από κάθε αγωνία ή ανυπομονησία.
(2) Κατά κυριολεξία άρμοζε το ρήμα έτεκε (δ).

1.58 καὶ ἤκουσαν οἱ περίοικοι(1) καὶ οἱ συγγενεῖς αὐτῆς ὅτι ἐμεγάλυνε κύριος τὸ ἔλεος(2) αὐτοῦ μετ᾽ αὐτῆς(3), καὶ συνέχαιρον(4) αὐτῇ.
58 Οι γείτονες και οι συγγενείς άκουσαν ότι ο Κύριος έδειξε μεγάλη ευσπλαχνία σ’ αυτήν και χαίρονταν μαζί της.
(1) Έτσι οι Ο΄ μετέφρασαν την εβραϊκή λέξη που σημαίνει τον γείτονα (Δευτ. α 7)(δ). Έρχονται πρώτα οι γείτονες επειδή κατοικούσαν κοντά και είχαν να διανύσουν λιγότερο δρόμο (g).
(2) Το ρήμα εμεγάλυνε δεν χρησιμοποιείται και εδώ με την έννοια, με την οποία και στο σ. 46, αλλά ούτε και τελείως με την κατά γράμμα έννοια όπως στο Ματθ. κγ 5, αλλά μάλλον με τη σημασία του: έδειξε ολοφάνερο έλεος. Δες Γεν. ιθ 19 (p). Σημαίνει η έκφραση αυτή ότι δείχνει ο Κύριος το μεγάλο του έλεος προς κάποιον. Εδώ λοιπόν η προς την στείρα ένδειξη του μεγάλου ελέους, ήταν το να καταξιωθεί αυτή να γίνει μητέρα (δ).
(3) Το μετ᾽ αὐτῆς δεν σημαίνει ότι συνεργάστηκε και αυτή με το Θεό, αλλά ότι ο Θεός ήλθε σε σχέση ελέους με αυτήν. Δες σ. 72,Λουκ. ι 37 και Α΄Βασ. ιβ 24 (p).
(4) Ή, λιγότερο πετυχημένη ερμηνεία, με την έννοια του προσφέρω συγχαρητηρίους ευχές, όπως και εμείς το χρησιμοποιούμε συνήθως (δ). Ή, έχουμε εδώ την πρώτη επαλήθευση των λόγων του αγγέλου στο σ. 14 (g). Και σημαίνει χαίρονταν μαζί της. Δες Λουκ. ιε 6,9 και Α΄Κορ. ιβ 26 (p). Προκαλεί η γέννηση των αγίων χαρά περισσότερων ανθρώπων, διότι αυτή είναι κοινό αγαθό (Αμβρόσιος).

1.59 Καὶ ἐγένετο ἐν τῇ ὀγδόῃ(1) ἡμέρᾳ ἦλθον(2) περιτεμεῖν(3) τὸ παιδίον, καὶ ἐκάλουν(4) αὐτὸ ἐπὶ τῷ ὀνόματι τοῦ πατρὸς αὐτοῦ Ζαχαρίαν(5).
59 Όταν το παιδί έγινε οχτώ ημερών, ήρθαν να του κάνουν περιτομή και ήθελαν να του δώσουν το όνομα Ζαχαρίας, όπως λεγόταν ο πατέρας του.
(1) Όγδοη από τη γέννηση συμπεριλαμβανομένης και της ημέρας της γέννησης (δ) «σύμφωνα με το νόμο» (Ζ). Δες Γεν. κα 4,Λευΐτ. ιβ 3 (δ).
(2) Υποκείμενο είναι αυτό του προηγούμενου στίχου, δηλαδή «οι περίοικοι και οι συγγενείς» (δ).
(3) Η περιτομή γινόταν είτε από τον πατέρα (Γεν. ιζ 23), είτε από οποιονδήποτε άλλον, ακόμη και γυναίκα (Εξ. δ 25), πάντοτε όμως από Εβραίο και όχι εθνικό. Αυτών όμως που είχαν κάποια ηλικία γινόταν συνήθως η περιτομή από γιατρό (Ιωσήπου Ιουδ. Αρχαιολ. ΧΧ,2,5)(δ).
(4) Όχι απλώς επιθυμούσαν να ονομάσουν, αλλά άρχισαν να τον ονομάζουν (p). Δείχνει απόπειρα που δεν ευοδώθηκε (g). Η συνήθεια του να συνδυάζουν την ονοματοδοσία με την περιτομή, ίσως προήλθε από το ότι ο Άβραμ άλλαξε το όνομα σε Αβραάμ όταν περιτμήθηκε (p).
(5) «Διότι πολλοί γιοι ονομάστηκαν με τα ονόματα των πατέρων τους» (Ζ). Υπήρχε τέτοια συνήθεια στους Εβραίους (Ιωσηπ. Βίος Ι,Αρχαιολ. XIV,1,13)(p). Σε αυτήν εδώ την περίπτωση βοηθούσε στην προτίμηση του ονόματος και το ότι αναμενόταν από τον Ιωάννη, ως μόνο αντιπρόσωπο και κληρονόμο του γένους του Ζαχαρία, να συνεχίσει την οικογένειά του (b).

1.60 καὶ ἀποκριθεῖσα(1) ἡ μήτηρ αὐτοῦ εἶπεν, Οὐχί, ἀλλὰ κληθήσεται ᾽Ιωάννης(2).
60 Η μητέρα του όμως είπε: «Όχι, Θα ονομαστεί Ιωάννης».
(1) Οι γείτονες και οι φίλοι περίμεναν την απάντηση και συμφωνία της μητέρας. Το ἀποκριθεῖσα λοιπόν λέγεται με την κύρια σημασία της λέξης.
(2) Ή, ο Ζαχαρίας είχε ήδη από πριν ανακοινώσει με γραφίδα το όνομα αυτό στην Ελισάβετ (L.g.p.). Ή «η Ελισάβετ επειδή ήταν προφήτης και παρακινούνταν από το άγιο Πνεύμα, παρόλο που δεν άκουσε την αποκάλυψη του ονόματος του παιδιού που έγινε στον άνδρα, μέσω του Πνεύματος έμαθε το όνομα που είπε ο άγγελος και είπε ότι το παιδί ονομάζεται Ιωάννης» (Ω). Έτσι ερμηνεύουν και οι Ζ.Θφ. δ.b. Η δεύτερη εκδοχή είναι πιο πιθανή. Διότι εάν η Ελισάβετ είχε μάθει το όνομα από τον Ζαχαρία με επιστολή, δεν θα υπήρχε ανάγκη να ρωτήσουν και πάλι τον Ζαχαρία για αυτό, όπως μας πληροφορεί ο σ. 62 (b). Μαζί με αυτά και ο θαυμασμός των οικείων, όταν ο Ζαχαρίας έγραψε το ίδιο όνομα δείχνει σαφώς, ότι την συμφωνία του με την σύζυγο, την απέδιδαν σε ενέργεια υπερφυσική (δ).

1.61 καὶ εἶπον πρὸς αὐτὴν ὅτι οὐδείς ἐστιν εν τῆ συγγενεία σου(1) ὃς καλεῖται τῷ ὀνόματι τούτῳ(2).
61 Τότε της είπαν: «Μα δεν υπάρχει κανένας απ’ τους συγγενείς σου που να έχει το όνομα αυτό».
(1) Υπέθεσαν κατ’ αρχήν, ότι η Ελισάβετ μη συμφωνώντας στο όνομα Ζαχαρίας, έπραξε αυτό διότι, προτιμούσε να βάλει όνομα από τη δική της οικογένεια (b).
(2) Υπήρχε στους Εβραίους η συνήθεια να παίρνει το παιδί το όνομα του πατέρα ή κάποιου συγγενούς (Τωβίτ α 9,Ιωσήπου Αρχαιολ. XIV 1,3). Τέτοια συνήθεια επικρατούσε και στους αρχαίους Έλληνες, όπως και σε μας τώρα (δ).

1.62 ἐνένευον(1) δὲ τῷ πατρὶ αὐτοῦ τὸ τί ἂν θέλοι(2) καλεῖσθαι αὐτόν.
62 Με νοήματα ρώτησαν τον πατέρα του τι όνομα θα ήθελε να δώσει στο παιδί·
(1) Λέγεται μοναδική φορά η λέξη. Συναντιέται και στους Ο΄ (Παροιμ. στ 13,ι 10) και σημαίνει ρωτώ με νεύματα (δ). Ο Ζαχαρίας λοιπόν ήταν συγχρόνως και κουφός και άλαλος ή τουλάχιστον παρείχε τέτοια εντύπωση (L). Για αυτό «ρωτούσαν με νοήματα, διότι δεν μπορούσε ούτε να ακούει» (Ζ). Έτσι λέει και ο Ω.
(2) Αυτή ήταν η ερώτηση· το άρθρο (το) μπαίνει σε περίπτωση έμμεσης ερώτησης για πρόκληση της προσοχής του αναγνώστη (δ). Η ευκτική πτώση μαζί με το «αν» δεν συναντιέται στην Κ.Δ. παρά μόνο στο Λουκά (Λουκ. α 62,στ 11,θ 46,ιη 36,Πράξ. ε 24,η 31,ι 17,ιζ 18,κστ 29). Είναι λοιπόν ένα από τα χαρακτηριστικά του ύφους του Λουκά. Το «ἂν» μαζί με την δυνητική ευκτική προσδίδει στην ερώτηση κάτι το ευλαβές (L)=Ποιο όνομα θα ήθελε ο Ζαχαρίας να δώσει στο παιδί (g).

1.63 καὶ αἰτήσας(1) πινακίδιον(2) ἔγραψεν λέγων(3), ᾽Ιωάννης ἐστὶν(4) το ὄνομα αὐτοῦ. καὶ ἐθαύμασαν(5) πάντες.
63 αυτός ζήτησε μια μικρή πλάκα και έγραψε: «Ιωάννης είναι το όνομά του»· κι όλοι απόρησαν.
(1) «Ζήτησε όχι με φωνή, αλλά παρόμοια με νεύμα» (Ζ).
(2) =μικρός πίνακας. Η λέξη πίναξ που παράγεται από το δένδρο πίνο (πίτυος ή πεύκης) σημαίνει σανίδα τετράγωνη ή ορθογώνια, την οποία κάλυπταν με κερί και χρησιμοποιούσαν για γραφή (δ).
(3) Ή «με το που έγραψε ο Ζαχαρίας στον πίνακα ότι Ιωάννης είναι το όνομά του, αμέσως με τη χάρη του Θεού άνοιξε το στόμα του» (Ω) =την ώρα που έγραψε φώναξε και το όνομα. Ή, όπως λένε όλοι σχεδόν οι νεότεροι, πρόκειται για εβραϊκό τρόπο έκφρασης, σύμφωνα με την οποία η λέξη «λέγων» που ανταποκρίνεται στην εβραϊκή λέξη λεμώρ, λέγεται κυριολεκτικά και για αυτό που λέγεται με γραφή και όχι με φωνή (g). Επομένως εδώ πρέπει να ερμηνεύσουμε: έγραψε με τις ίδιες τις λέξεις τα εξής (δ).
(4) Με το «ἐστὶν (=είναι)» ο Ζαχαρίας δείχνει ότι το όνομα αυτό, τού είχε ήδη δοθεί από το Θεό και ο πατέρας μαρτυρεί μόνο αυτό που έχει συντελεστεί (δ).
(5) Λιγότερο πιθανή ερμηνεία· θαύμασαν λόγω της εκλογής ονόματος τελείως ξένου με την οικογένεια και το οποίο εξέφραζε έννοια εξόχως σημαντική (g). Πιο σωστά «θαύμασαν πώς αφού ούτε άκουσε αυτό από την Ελισάβετ, ούτε μπορούσε να πει αυτό ο ίδιος σε αυτήν, συμφώνησε. Διότι ήταν φυσικό η Ελισάβετ να τους πληροφόρησε ότι, το όνομα αυτό δεν το είπε στον Ζαχαρία με γραφή ούτε το άκουσε αυτός» (Ζ).

1.64 ἀνεῴχθη δὲ τὸ στόμα(1) αὐτοῦ παραχρῆμα καὶ ἡ γλῶσσα(2) αὐτοῦ, καὶ ἐλάλει εὐλογῶν(3) τὸν θεόν(4).
64 Αμέσως το στόμα του άνοιξε, λύθηκε η γλώσσα του και άρχισε να μιλάει δοξάζοντας το Θεό.
(1) Λέγεται με εβραϊκό τρόπο έκφρασης, με την έννοια του: πήρε πίσω την χρήση του πιο κύριου από τα φωνητικά όργανα. Δες και Αρ. κβ 28 (δ). «Άνοιξε, με την έννοια του ελευθερώθηκε ώστε να μιλήσει. Είναι φανερό βεβαίως ότι και η ακοή ελευθερώθηκε μαζί. Διότι όπως ακριβώς κρατήθηκε μαζί, έτσι επομένως και ελευθερώθηκε μαζί» (Ζ). Η αιτία όμως, για την οποία δεν γίνεται εδώ λόγος και για τα ακουστικά όργανα, είναι ότι ο ευαγγελιστής αναφέρει εκείνο το όργανο, το οποίο χρησιμοποίησε αμέσως ο Ζαχαρίας ευλογώντας το Θεό (δ).
(2) Το ρήμα άνοιξε λέγεται κυριολεκτικά μόνο για το στόμα, μπήκε όμως και για τη γλώσσα επειδή αυτά τα δύο πάνε μαζί. Θα έπρεπε για αυτήν να προστεθεί και το ρήμα λύθηκε, όπως στο Μάρκ. ζ 35 (δ).
(3) Το ότι η πρώτη χρήση της αποκατεστημένης ομιλίας εκδηλώθηκε με δοξολογία προς το Θεό και όχι με παράπονο για το πάθημα που διήρκεσε 9 μήνες, αποτελεί απόδειξη, ότι η τιμωρία απέβη πραγματική ευλογία για αυτόν (p). Όταν ο Θεός ανοίγει τα χείλη μας, το στόμα μας πρέπει να αναγγέλλει την δοξολογία του. Δεν υπάρχει άλλο καλύτερο να λέει το στόμα μας, από τον έπαινο του Κυρίου. Τότε οι γλώσσες μας αποβαίνουν σε δόξα μας, όταν χρησιμοποιούνται για δόξα του Θεού. Έχουμε βεβαίως πολλούς λόγους για να δοξάζουμε και να ευχαριστούμε τον Κύριο. Να κάποιοι από αυτούς: 1) Τα έργα του Κυρίου, τα οποία παρακίνησαν τη γλώσσα του ψαλμωδού να πει: «πόσο μεγάλα αποδείχτηκαν τα έργα σου Κύριε, όλα με σοφία τα έκανες». 2) Την πρόνοια και κυβέρνηση του Θεού. 3) Την γνώση της αλήθειας και την επίγνωση του θελήματός του, την οποία μας χάρισε. 4) Την μέχρι σε εμάς συγκατάβαση και κένωσή του. 5) Την τόση αγάπη που μας έδειξε και μάλιστα τον σταυρικό θάνατο τον οποίο για μας δέχτηκε. 6) Το ύψος στο οποίο μας ανέβασε και την υιοθεσία την οποία μας δώρισε. 7) Τους τόσους πόθους μας και τις τόσες ανάγκες μας, τις οποίες μάς εκπλήρωσε. 8) Τους τόσους κινδύνους από τους οποίους μας έσωσε. Και με λίγες λέξεις πρέπει να τον δοξάζουμε και να τον ευχαριστούμε «για όλα όσα ξέρουμε και όσα δεν ξέρουμε, για τις φανερές και αφανείς ευεργεσίες που έγιναν σε μας».
(4) Τέθηκε ζήτημα, εάν η ευλογία σε αυτόν τον σ. είναι η ίδια με αυτήν που περιέχεται στην ωδή που ακολουθεί από το σ. 67, η οποία αρχίζει με το Ευλογητός ο Θεός, το οποίο υπενθυμίζει το «ευλογώντας το Θεό» που λέγεται σε αυτόν τον σ.. Ο g κλίνει υπέρ της εκδοχής, ότι τη στιγμή αυτή λέχθηκε αυτή η ωδή, παρόλο που για αυτήν λέγεται ότι «προφήτευσε» ο Ζαχαρίας, διότι το ευλογώ και προφητεύω δεν εκφράζουν τόσο διαφορετικές πράξεις ώστε να μην μπορούν και τα δύο να εφαρμοστούν σε έναν και τον ίδιο λόγο (g). «Μιλούσε ευλογώντας το Θεό και προφητεύοντας τα γραμμένα, πρώτον μεν τα σχετικά με το Χριστό, ότι ήδη ήλθε στη ζωή και ύστερα και τα σχετικά με τον Ιωάννη» (Σχ.). Άλλοι διακρίνουν την ευλογία που αναφέρει ο παραπάνω στίχος από την ωδή που ακολούθησε σε άλλη ώρα. Πιο σωστή εκδοχή· παραμένει αμφίβολο, εάν το «ἐλάλει εὐλογῶν» αναφέρεται στην ωδή «Ευλογητός ο Θεός» ή σε κάποια άλλη ευλογία που προηγήθηκε (p).

1.65 καὶ ἐγένετο ἐπὶ πάντας φόβος(1) τοὺς περιοικοῦντας αὐτούς, καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ὀρεινῇ τῆς ᾽Ιουδαίας διελαλεῖτο(2) πάντα τὰ ῥήματα(3) ταῦτα,
65 Όλοι οι κάτοικοι της γύρω περιοχής κυριεύτηκαν από δέος, και τα γεγονότα αυτά διαδόθηκαν σ’ ολόκληρη την ορεινή περιοχή της Ιουδαίας.
(1) «Από τον θαυμασμό» (Ζ). «Όπως ακριβώς δηλαδή ένιωσε έκπληξη ο λαός για τη σιωπή του, έτσι και όταν μίλησε» (Θφ). Αιτία βεβαίως του φόβου ήταν, ότι έβλεπαν το δάχτυλο του Θεού σε αυτά τα συμβάντα και αισθανόμενοι κοντά το χέρι του, φοβούνταν για την αμαρτωλή κατάστασή τους (δ).
(2) Κυριολεκτικά σημαίνει: μιλώ υπερβολικά, φλυαρώ· έπειτα σημαίνει, διασπείρω, διαφημίζω κάποιο γεγονός (δ) ή και συζητιόταν από πολλούς· ήταν αντικείμενο συζήτησης (L).
(3) Όχι τα λόγια που ειπώθηκαν κατά την περιτομή, για τα οποία έγινε λόγος στους σ. 59-64, αλλά σύμφωνα με εβραϊκό τρόπο έκφρασης (g)=όλα τα πράγματα, τα συμβάντα αυτά (δ) ή τα λόγια «τα σχετικά με τα θαύματα που έγιναν κατά την ονομασία του παιδιού, πώς δηλαδή με παράδοξο τρόπο συμφώνησαν οι γονείς σχετικά με αυτήν και πώς με θαυμαστό τρόπο ελευθερώθηκε από την αφωνία ο Ζαχαρίας» (Ζ).

1.66 καὶ ἔθεντο(1) πάντες οἱ ἀκούσαντες ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῶν, λέγοντες(2), Τί ἄρα(3) τὸ παιδίον τοῦτο(4) ἔσται; καὶ(5) γὰρ χεὶρ(6) κυρίου ἦν μετ᾽ αὐτοῦ.
66 Όσοι τα άκουσαν τα κρατούσαν μέσα τους και σκέφτονταν: «Τι θα γίνει άραγε το παιδί αυτό;» γιατί πραγματικά τον προστάτευε ο Θεός.
(1) Έβαλαν στην καρδιά, δηλαδή, τα λόγια αυτά. Εβραϊσμός (Α΄Βασ. κα 12) ανάλογος με το ομηρικό «βάζω στο νου, στο στήθος» και σημαίνει: εντύπωναν αυτά στη μνήμη και φύλαγαν, μέχρις ότου δουν την πραγματοποίηση αυτών των σημαδιών (δ). «Έβαλαν αυτά» στην καρδιά τους (Ζ).
(2) «Λέγοντας με απορία ή συλλογιζόμενοι μέσα τους» (Ζ).
(3) Το άρα σημαίνει: Ύστερα λοιπόν από όλα αυτά που σημειώθηκαν κατά τη γέννηση αυτή, τι ως συνέπεια και κατάληξη πρόκειται να επακολουθήσει ως προς το παιδί αυτό; (g). Μπορεί όμως το άρα να μπαίνει και για αύξηση της απορίας (δ).
(4) Τι λοιπόν θα γίνει το παιδί αυτό; Ποιος θα γίνει στο μέλλον; (δ).
(5) Υπάρχει και η γραφή: Και γαρ=Ή, θα το συνδέσουμε αμέσως με τα παραπάνω ως συνέχεια της προηγούμενης ερώτησης (Τι θα γίνει το μικρό αυτό παιδί; Διότι χέρι του Κυρίου ήταν μαζί του) ή, πιο σωστά, η φράση αυτή αποτελεί παρατήρηση του ευαγγελιστή (=Ρωτούσαν, εκφράζοντας απορία με αυτόν τον τρόπο, διότι χέρι…)(g). Χωρίς το γαρ, αποτελεί ολοφάνερα προσθήκη του ευαγγελιστή που δείχνει, ότι το παιδί βρισκόταν κάτω από την άμεση προστασία του Θεού.
(6) «Δύναμη, χάρη Θεού» (Ζ). Σημαίνει, όταν ακολουθείται από την πρόθεση «μετά», την θεία δύναμη που παρεμβάλλεται για προστασία, καθοδήγηση και ευλογία (p). Δες και Πράξ. ια 21. Μαζί με την πρόθεση «επί» όμως σημαίνει τιμωρία (L). Δες Εξ. θ 3,Δευτ. β 15,Κριτ. β 15 κλπ. (δ).

Στίχ. 67-80. Η ωδή του Ζαχαρία.
1.67 Καὶ Ζαχαρίας ὁ πατὴρ αὐτοῦ ἐπλήσθη πνεύματος ἁγίου καὶ προεφήτευσε(1) λέγων(2),
67 Ο Ζαχαρίας, ο πατέρας του παιδιού, πλημμύρισε από Πνεύμα Άγιο, και είπε τα ακόλουθα προφητικά λόγια:
(1) «Δύο γενικές προφητείες προφητεύει ο Ζαχαρίας, την πρώτη σχετικά με το Χριστό και αυτήν που ακολουθεί σχετικά με τον Ιωάννη. Και μπορούμε από τις λέξεις να προσέξουμε ως προς τα πρώτα, ότι μιλά για τον Χριστό σαν για κάποιον που είναι ήδη παρών και έχει έλθει στη ζωή, έπειτα ύστερα λέει για τον Ιωάννη σαν για παρόντα» (Ω). Το «προφητεύω» παρ’ όλα αυτά δεν πρέπει να περιοριστεί στην έννοια του προλέγω τα μέλλοντα. Σημαίνει και ανακοινώνω θείο μήνυμα, ή μιλώ με την έμπνευση του Θεού και εξ’ ονόματός του (p). Ο Θεός όχι μόνο συγχώρησε την ολιγοπιστία και τον δισταγμό που εκδήλωσε ο Ζαχαρίας, όπως φαίνεται από την άρση της ποινής που επιβλήθηκε σε αυτόν από τον άγγελο, αλλά και γέμισε αυτόν με Πνεύμα Άγιο και τίμησε αυτόν, έτσι ώστε και ο Ζαχαρίας με το να γίνει συγχρόνως και παράδειγμα του θείου ελέους, να ευλογήσει με τη λυμένη του γλώσσα τον Κύριο.
(2) Όπως το Μεγαλύνει η ψυχή μου, διαμορφώθηκε με πρότυπο τους ψαλμούς, έτσι και το Ευλογητός Κύριος, εμφανίζεται να έχει ως πρότυπο τις προφητείες. Για αυτό και ονομάστηκε η τελευταία προφητεία της Π.Δ. και η πρώτη της Κ.Δ. Και ενώ ο τόνος του Μεγαλύνει είναι βασιλικός, ο τόνος του Ευλογητός Κύριος είναι ιερατικός. Το Μεγαλύνει ταιριάζει στην κόρη του Δαβίδ. Το Ευλογητός Κύριος στον γιο του Ααρών (p). Όπως το λιωμένο μέταλλο βγαίνει από τη χοάνη, όταν του ανοιχτεί η διέξοδος, έτσι και τα συναισθήματα και οι σκέψεις, από τα οποία η καρδιά του Ζαχαρία είχε γεμίσει κατά τη διάρκεια της εννεάμηνης περισυλλογής, ταπείνωσης και ευγνωμοσύνης, ξέσπασαν σε κύματα ρυθμικά και εμπνευσμένα. Η ευλογία και ο ύμνος αυτός ονομάστηκε σωστά προφητεία, ως προϊόν έξαρσης άγιας κάτω από την έκτακτη επενέργεια του Αγίου Πνεύματος (g). Η ωδή αυτή κόβεται εμφανώς σε δύο μέρη στο τέλος του σ. 75. Το πρώτο από τα δύο αυτά τμήματα διαιρείται σε 3 στροφές (68,69, 70-72,73-75) και το δεύτερο σε 2 (76,77· 78,79)(p). Η φράση και η σύνταξη αυτού του ύμνου είναι τόσο πολύ εβραϊκή, ώστε σύμφωνα με τον Olshausen θα μπορούσε λέξη προς λέξη να μεταφραστεί στο εβραϊκό (δ).

1.68 (1)Εὐλογητὸς(2) κύριος ὁ θεὸς τοῦ ᾽Ισραήλ(3), ὅτι ἐπεσκέψατο(4) καὶ ἐποίησεν λύτρωσιν(5) τῷ λαῷ αὐτοῦ,
68 «Ας είναι ευλογημένος ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, γιατί ήρθε και λύτρωσε το λαό του!
(1) Το περιεχόμενο του στίχου: «Για την ενανθρώπηση του Χριστού προφήτευσε αυτά. Διότι με αυτήν επισκέφτηκε και λύτρωσε το λαό του από την τυραννία όχι μόνο των αόρατων εχθρών, αλλά και των ορατών» (Ζ). Δεν λέγεται τίποτα στην ωδή το ιδιωτικό και που να αναφέρεται σε μόνη την οικογένεια του Ζαχαρία και στην τιμή και φήμη την οποία θα αποκτούσε αυτή από τη γέννηση του παιδιού. Η ωδή αναφέρεται σχεδόν εξολοκλήρου στη βασιλεία του Μεσσία και στις ευλογίες, οι οποίες θα μεταδίδονταν μέσω αυτής.
(2) Όχι «είναι» αλλά «είθε να είναι». Η φράση Ευλογητός Κύριος ο Θεός του Ισραήλ κατά λέξη όπως στο Ψαλμ. μ 14,οα 18,ρε 48. Στην Κ.Δ. το ευλογητός χρησιμοποιείται μόνο για το Θεό και ουδέποτε για ανθρώπους. Στους Ο΄ υπάρχουν κάποιες λίγες εξαιρέσεις (Δευτ. ζ 14,Ρουθ β 20,Α΄Βασ. ιε 13,κε 33)(p)
(3) «Αλλά πώς λέγεται Θεός του Ισραήλ μόνο; Διότι δεν είναι Θεός μόνο των Ισραηλιτών, αλλά και όλων των ανθρώπων, ως δημιουργός όλων. Διότι των μεν άλλων όλων ανθρώπων, είναι ακούσια Θεός· ενώ των Ισραηλιτών μόνο είναι εκούσια και με επίγνωση» (Ζ). Θεός του Ισραήλ λόγω της ιδιαίτερης σχέσης, στην οποία με τη διαθήκη του Θεού προς τον Αβραάμ και τον μωσαϊκό νόμο βρίσκονται με το Θεό οι Ισραηλίτες, αφού μόνοι από όλα τα έθνη γνωρίζουν και λατρεύουν αυτόν (δ). Στον Ισραήλ μέχρι τώρα είχαν δοθεί οι προφητείες, οι υποσχέσεις και οι προεικονίσεις της απολύτρωσης και σε αυτόν πρώτα προσφέρονται τώρα οι ευλογίες του Μεσσία. Αλλά ο Ισραήλ, ως εκλεγμένος από τον Κύριο λαός, υπήρξε το σύμβολο των εκλεκτών του Θεού από όλα τα έθνη, στους οποίους ιδιαιτέρως ο Θεός επέβλεψε στέλνοντας τον Υιό του. Για αυτό λοιπόν και ονομάζεται Κύριος ο Θεός του Ισραήλ.
(4) Το επισκέπτομαι είναι μετάφραση του εβραϊκού πακάδ, το οποίο σημαίνει θεία παρέμβαση που ακολουθεί σε χρόνο μίας φαινομενικής αδιαφορίας ή λησμοσύνης, ανεξάρτητα από το σκοπό αυτής της παρέμβασης, είτε για χάρη είτε για τιμωρία (g). Ο Θεός επισκέπτεται είτε για να βοηθήσει, είτε για να κρίνει (L). Το αντικείμενο του επισκέφτηκε εδώ είναι το «τον λαό του», το οποίο πρέπει να πάρουμε από τη φράση στη συνέχεια (δ.g. p.). «Και πράγματι, ήλθε στα χαμένα πρόβατα του οίκου Ισραήλ, αλλά δεν θέλησαν οι περισσότεροι από αυτούς να δεχτούν τη χάρη, για αυτό και επισκέφτηκε τους αληθινά Ισραηλίτες, οι οποίοι είναι αυτοί που πίστεψαν» (Θφ). Στέλνοντας τον Μεσσία ο Θεός έκανε επίσκεψη γεμάτη χάρες στο λαό του, τον οποίο φαινόταν προς καιρόν ότι είχε παραμελήσει και αποξενώσει από τον εαυτό του. Επισκέφτηκε όμως τώρα αυτόν ως φίλος με ενδιαφέρον έκτακτο γνωρίζοντας τις ανάγκες του και ικανοποιώντας αυτές. Λέγεται για το Θεό ότι επισκέφτηκε το λαό του στην ταλαιπωρία της δουλείας και ελευθέρωσε αυτόν (Εξοδ. γ 16,δ 31), επισκέφτηκε το λαό του στην πείνα για να «δώσε σε αυτούς άρτους» (Ρουθ α 6). Επισκέφτηκε αυτόν συχνά με τους προφήτες του και επικοινώνησε μέσω αυτών με αυτούς. Τώρα όμως αυτός ο ίδιος αφού έγινε άνθρωπος, επισκέφτηκε αυτόν.
(5) Λύτρωση είναι η με λύτρα και εξαγορά απελευθέρωση. Η απελευθέρωση την οποία αναμένει ο Ζαχαρίας είναι βεβαίως η πολιτική απελευθέρωση του λαού του Θεού, που βασίζεται όμως στην πνευματική μεταμόρφωση, την οποία πρόκειται να συντελέσει ο Μεσσίας. Δες σ. 75 και 77 (g). Είναι η απελευθέρωση από τους εχθρούς, σε κάποιο μέτρο, η οποία τόσες φορές συντελέστηκε από το Θεό δια μέσου των αιώνων, έτσι ώστε ο λαός του Θεού να μπορέσει να υπηρετήσει και να λατρέψει το Θεό πληρέστερα και τελειότερα (L). Ο σκοπός για τον οποίο επισκέφτηκε ο Κύριος το λαό του υπήρξε να εξαγοράσει εκείνους, οι οποίοι ήταν πουλημένοι στην αμαρτία και κάτω από την αμαρτία. Και αυτός ο λαός του Θεού, ο Ισραήλ του Θεού, ο γιος του ο πρωτότοκος, είχε ανάγκη εξαγοράς και απολύτρωσης. Και ο Χριστός μας εξαγόρασε. Μας εξαγόρασε με το λύτρο του αίματός του από τα χέρια της θείας δικαιοσύνης· μας εξαγόρασε με τη δύναμη και την κραταιή ισχύ του από τα χέρια και την τυραννία του Σατανά, όπως άλλοτε τον Ισραήλ από τα χέρια του Φαραώ.

1.69 καὶ(1) ἤγειρε(2) κέρας(3) σωτηρίας ἡμῖν ἐν οἴκῳ(4) Δαυὶδ του παιδὸς(5) αὐτοῦ,
69 Για χάρη μας έστειλε ένα δυνατό σωτήρα από τη γενιά του Δαβίδ, του δούλου του,
(1) «Αφού εξέτασε προσεκτικά ο Θεός και επειδή ήθελε να λυτρώσει το λαό του, ανάδειξε δύναμη σωτηρίας σε μας από τη γενιά του Δαβίδ» (Ω).
(2) Το εγείρω αντιστοιχεί με εβραϊκή λέξη, την οποία οι Ο΄ μετέφρασαν και εξανατέλλω ή ανατέλλω (Γεν. β 9,Ψαλμ. ρλα 17,ρμστ 8,Ησ. με 8,ξα 11)(δ). Αρμόζει σε παραγωγή οργανική και ζωντανή (g).
(3) «Κέρατο στη θεία Γραφή είναι η δύναμη, από μεταφορά των ζώων που είναι οπλισμένα με κέρατα και αμύνονται με αυτά» (Σουΐδας). ἤγειρεν κέρας σωτηρίας=έκανε να βγει δύναμη που μας σώζει (δ). Αξιόλογη και η επόμενη: «Το «κέρατο» λέγεται ή αντί για τη βασιλεία ή αντί για τη δύναμη· και τα δύο όμως είναι ο Χριστός. Διότι αυτός είναι βασιλιάς των βασιλευόντων και κύριος των κυριευόντων» (Ω). Αξιοσημείωτη ερμηνεία και αυτή που συνδυάζει και τις δύο: Το κέρατο σημαίνει περίσσεια και βασιλική δύναμη (b). «Βασιλεία λοιπόν και δύναμη σωτήρια εννοεί το Χριστό, επειδή είναι βασιλιάς αυτών που βασιλεύουν και δύναμη του Πατέρα και σωτήρας αυτών που πιστεύουν σε αυτόν» (Ζ). Αυτός είναι «η ακαταμάχητη δύναμη του Πατέρα και το δεξί του (χέρι), που κατατρόπωσε όλους τους εχθρούς μας» (Ω). Κέρατο σωτηρίας, διότι παρέχεται σε μας σωτηρία βασιλική και εξόχως τιμητική, που υψώνεται πάνω από κάθε άλλη σωτηρία, με την οποία καμία άλλη σωτηρία δεν είναι δυνατόν να συγκριθεί. Με αυτήν η δόξα του Λυτρωτή και των λυτρωμένων από αυτόν κορυφώνεται αστράφτοντας χωρίς να δύει και η δύναμή τους υψώνεται με τιμή ανυπέρβλητη. Κέρατο σωτηρίας, διότι η σωτηρία που παρέχεται σε μας είναι ισχυρή και ασυναγώνιστη. Η δύναμη των ζώων βρίσκεται στα κέρατά τους. Και ο Κύριος που ενανθρώπησε έφερε τέτοια σωτηρία με την οποία νικιούνται όλοι οι πνευματικοί εχθροί μας και προστατευόμαστε ανίκητα από αυτούς. Κέρατο σωτηρίας, διότι είναι πλούσια και άφθονη σωτηρία· κέρατο απόλαυσης και αφθονίας· σωτηρία με την οποία ευλογούμαστε με ευλογίες πνευματικές και με αφθονία αγαθών ουρανίων. Κέρατο σωτηρίας. Με τα άρματα της σωτηρίας αυτής ο Λυτρωτής βγήκε νικητής και για να νικήσει.
(4) Ο προσδιορισμός αυτός σημαίνει τον τόπο, στον οποίο ο Θεός έφερε το κέρας του (δ). «Με τη λέξη «οίκος» να εννοήσεις τη γενιά του Δαβίδ. Λέει λοιπόν ότι γέννησε σε μας, στο λαό του… δύναμη σωτήρια από το γένος του Δαβίδ, του δούλου του· διότι από το σπέρμα του Δαβίδ καταγόταν η Παρθένος, από την οποία γεννήθηκε ο Χριστός» (Ζ).
(5) Ο Δαβίδ ονομάζεται παιδί, δηλαδή δούλος του Θεού όπως στο Πράξ. δ 25 (L), για τη μεγάλη του πίστη και ευσέβεια, λόγω της οποίας έλκυσε την ευαρέσκεια και αγάπη του Θεού (δ).

1.70 καθὼς(1) ἐλάλησε(2) διὰ στόματος(3) τῶν ἁγίων(4), τῶν(5) ἀπ᾽ αἰῶνος(6) προφητῶν(7) αὐτοῦ,
70 όπως ακριβώς είχε πει αιώνες πριν με το στόμα των άγιων προφητών του.
(1) Παράλληλη πρόταση με αυτήν στο σ. 55 (δ). Δεν είναι παρένθεση, αλλά καθορίζει ακριβέστερα αυτά που λέχθηκαν προηγουμένως (p). Όπως μίλησε έτσι και επισκέφτηκε (δ) και ανέδειξε κέρας.
(2) «Το έκανε λοιπόν αυτό, όπως υποσχέθηκε με το στόμα των αγίων, δηλαδή των παλαιών προφητών. Διότι μέσω αυτών υποσχέθηκε να αναδείξει βασιλιά δυνατό στον οίκο Δαβίδ, σωτήρα του κόσμου» (Ζ).
(3) Αγαπητή περίφραση του Λουκά. Δες Πράξ. α 16,γ 18,21 δ 25 (p). Μπαίνει πλεοναστικά (δ).
(4) Επίθετο των προφητών, όπως στο Σοφ. Σολ. ια 1, διότι ήταν καθιερωμένοι στην υπηρεσία του Θεού (L). Δες και Β΄Πέτρ. α 21,Εβρ. ια 32,33. Πόσο ιερές υπήρξαν οι προφητείες αυτής της σωτηρίας! Οι προφήτες που τις εξήγγειλαν, ήταν άγιοι, τους οποίους η αμαρτία δεν εξαπατούσε, αλλά οι οποίοι απέβλεπαν στο να διαδώσουν την αγιότητα μεταξύ των ανθρώπων. Ο άγιος Θεός μιλούσε μέσω αυτών. Αλλά και τι αρμονική συμφωνία, καταπληκτική όντως και θαυμαστή, παρατηρείται μεταξύ τους! Ο Θεός μίλησε μέσω όλων αυτών για το ίδιο σωτήριο θέλημά του και για αυτό ειπώθηκε ότι «με το στόμα» και όχι «με τα στόματα» των προφητών μίλησε, διότι όλοι μιλούν για το Χριστό σαν με ένα στόμα.
(5) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν το άρθρο «των», οπότε θα ερμηνεύσουμε: μέσω των από παλιά αγίων προφητών. Μαζί με το άρθρο= «με το στόμα των αγίων, δηλαδή των από παλιά προφητών» (Ζ).
(6) Αυτό μας ανεβάζει μέχρι τον Σαμουήλ, από τον οποίο άρχισε η συνεχής σειρά των προφητών (g). Χρησιμοποιείται αόριστα για δήλωση απομακρυσμένου χρόνου (p).
(7) Ιερέας, όπως ο Ζαχαρίας, εμποτισμένος από την παιδική του ηλικία με την Π.Δ., γνώριζε καλά τις προφητείες αυτές (g).

1.71 σωτηρίαν(1) ἐξ ἐχθρῶν(2) ἡμῶν καὶ ἐκ χειρὸς(3) πάντων τῶν μισούντων(4) ἡμᾶς·
71 Μ’ αυτόν θα μας σώσει από τους εχθρούς μας και από την εξουσία όλων όσοι μας μισούν.
(1) Ή, το «σωτηρία» είναι αντικείμενο του ελάλησε (δ). Ή, πιθανότερη εκδοχή, είναι προσδιορισμός του κέρας σωτηρίας και το επεξηγεί (p). «Ανάδειξε το κέρατο (δύναμη) αυτό σωτηρία σε μας από τους εχθρούς μας» (Ζ). Ίσως όμως αποδίδεται επιτυχέστερα, αν θεωρήσουμε ότι εξυπακούεται το λέγω. Η ιδέα που εμπεριέχεται στο κέρας σωτηρίας επαναλαμβάνεται σύντομα. Κέρας σωτηρίας, εννοώ λοιπόν τη σωτηρία από τους εχθρούς μας (b).
(2) «εχθρών αόρατων και ορατών» (Ζ).
(3) Από τη δύναμη, την εξουσία αυτών που μας μισούν. Δες Εξ. ιη 9,Α΄Βασ. ιζ 37 κλπ. (δ).
(4) Το μισούντων δεν έχει εδώ εξ’ ολοκλήρου την ίδια σημασία με τους εχθρούς. Το «όλων» που προηγήθηκε από αυτό, προστέθηκε με το σκοπό να διευρύνει τον κύκλο των αντιτιθεμένων (g). Εχθροί βεβαίως ορατοί και που μας μισούν, εννοούνται οι εθνικοί. Η κυριαρχία των ειδωλολατρών παρεμποδίζει την πρόοδο της βασιλείας του Θεού και ο Μεσσίας θα βάλει τέλος στο εμπόδιο αυτό (p).

1.72 ποιῆσαι(1) ἔλεος μετὰ τῶν πατέρων(2) ἡμῶν καὶ μνησθῆναι(3) διαθήκης(4) ἁγίας(5) αὐτοῦ,
72 Έδειξε την ευσπλαχνία του στους προγόνους μας κι εκπλήρωσε την άγια διαθήκη του·
(1) Ή, τα απαρέμφατα ποιῆσαι… μνησθῆναι εξαρτώνται από το ελάλησε και αποτελούν συνέχεια του ελάλησε σωτηρίαν=επιπλέον μίλησε ώστε να κάνει και να θυμηθεί (δ). Ή, «έφερε σωτηρία… με το να δείξει έλεος στους πατέρες μας» (Ζ). Ή, πιο σωστά, το ποιῆσαι ἔλεος αποτελεί το σκοπό του ήγειρε κέρας (p). Έφερε δύναμη για να δείξει έλεος (Meyer)· απελευθερώνοντάς μας ο Θεός αποσκοπούσε να δείξει έλεος… (p).
(2) Αυτό φαίνεται να υπονοεί, ότι οι πατέρες έχουν γνώση και συνείδηση αυτού που ήδη γίνεται (p). Ο Θεός απελευθερώνοντας τους ζωντανούς, ασκεί το έλεός του στους νεκρούς (g). «Η φράση «να δείξει έλεος στους πατέρες μας» νομίζω ότι φανερώνει το εξής, ότι ίσως δηλαδή με τον ερχομό του Χριστού και οι πατέρες μας Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ και όλος ο λαός των αγίων του προφητών και δικαίων, απόλαυσαν το έλεος του Θεού… Διότι με τον ερχομό του Χριστού ο Θεός έριξε το βλέμμα του και προς τους πατέρες και σε αυτό αποσκοπούσε η άφιξή (κάθοδος) του στον άδη» (Ω). «Και με άλλο επίσης τρόπο έδειξε έλεος στους πατέρες, με το ότι εκπλήρωσε τις ελπίδες. Διότι όσα προσδοκούσαν, με τον Χριστό τα είδαν να πραγματοποιούνται. Αλλά βεβαίως οι πατέρες βλέποντας και τα παιδιά τους να απολαμβάνουν τόσα αγαθά, χαίρονται και με το να γίνουν μέτοχοι στην ευφροσύνη παίρνουν και οι ίδιοι το έλεος» (Θφ).
(3) Οι πατέρες βλέποντας να αργεί πολύ η εκπλήρωση των υποσχέσεων, μπορούσαν να νομίσουν, ότι αυτές ξεχάστηκαν από το Θεό (g). Για την έννοια του μνησθῆναι δες σ. 54. «Μνήμη εννοεί την εκπλήρωση της διαθήκης (υπόσχεσης)» (Ζ).
(4) «Διαθήκη εννοεί την υπόσχεση» (Ζ). Η λέξη κυρίως σημαίνει την συνθήκη. Δες Ησ. κη 15 όπου μπαίνουν παράλληλα οι λέξεις διαθήκη και συνθήκη. Για τη διαθήκη αυτή δες Ψαλμ. πη 35,Γεν. ιε και ιζ,Εξ. κδ 7,8,Λευΐτ. κστ 42 (δ).
(5) Ονομάζεται έτσι διότι και αυτός που έδωσε αυτήν είναι ο άγιος Θεός και το περιεχόμενό της είναι άγιο.

1.73 ὅρκον(1) ὃν ὤμοσε(2) πρὸς ᾽Αβραὰμ τὸν πατέρα ἡμῶν, τοῦ δοῦναι(3) ἡμῖν
73 τήρησε τον όρκο που έδωσε στον πατέρα μας τον Αβραάμ,
(1) Η αιτιατική όρκον δεν εξαρτάται ούτε από το ελάλησεν, το οποίο είναι πολύ μακριά από τη λέξη, ούτε από το μνησθῆναι («να θυμηθεί τον όρκο τον οποίο ορκίστηκε»(Ζ)), αλλά είναι παράθεση της φράσης: διαθήκης αγίας=της αγίας διαθήκης, η οποία επικυρώθηκε με όρκο. Στην περίπτωση όμως αυτή το ουσιαστικό μπαίνει με έλξη με την πτώση της αντωνυμίας (ον), ενώ συνήθως η συντακτική έλξη γίνεται αντίστροφα (g). Η πρόταση πρέπει να εξηγηθεί= για να θυμηθεί και να τηρήσει την διαθήκη του, τον όρκο που ορκίστηκε. Σύμφωνα με την εξήγηση αυτή διαθήκη και όρκος είναι ένα σε δύο=ένορκη διαθήκη (δ).
(2) «Ποιος όρκος έγινε στον Αβραάμ; Οπωσδήποτε το «Με ευλογία θα σε ευλογήσω και θα σε πληθύνω (Γεν. κβ 16)». Διότι πλήθυνε όντως τώρα ο Αβραάμ, αφού υιοθέτησε μέσω της πίστης όλα τα έθνη» (Θφ).
(3) Πιο πιθανή εκδοχή: Το «να δώσει» δηλώνει το περιεχόμενο του θείου όρκου και τον σκοπό που είχε ο Θεός με την ένορκη υπόσχεσή του (g). Από το δοῦναι εξαρτάται το ῥυσθέντας λατρεύειν , δηλαδή να δώσει, έτσι ώστε αφού σωθούμε να λατρέψουμε (b). «Η σύνταξη λοιπόν στα ρητά αυτά γίνεται με υπερβατό σχήμα, δηλαδή· για να μας δώσει να τον λατρεύουμε άφοβα με οσιότητα και δικαιοσύνη, μπροστά του, όλες τις ημέρες της ζωής μας· έπειτα το ενδιάμεσο· αφού σωθήκαμε από τους εχθρούς μας» (Ζ).

1.74 ἀφόβως(1) ἐκ χειρὸς των ἐχθρῶν ημών ῥυσθέντας, λατρεύειν αὐτῷ
74 να μας αξιώσει, αφού γλιτώσουμε απ’ τα χέρια των εχθρών μας,
να τον λατρεύουμε άφοβα
(1) Λιγότερο πιθανή ερμηνεία· «πολλές φορές σώζονται κάποιοι από το χέρι εχθρών, αλλά με φόβο. Τώρα όμως ο ερχομός του Χριστού, μάς έκανε να σωθούμε άφοβα από το χέρι των εχθρών. Διότι δεν αισθανθήκαμε την επιβουλή των εχθρών, αλλά μας ήρθε κατά κάποιο τρόπο αιφνίδια, χωρίς να νιώσουμε την επιβουλή των εχθρών» (Ω). Πιο σωστά «να τον λατρεύουμε άφοβα» (Ζ)=για να τον λατρεύουμε άφοβα, δηλαδή χωρίς φόβο για τους εχθρούς του Θεού, από τους οποίους σωθήκαμε (δ). Όταν ο Πιλάτος αναμίγνυε το αίμα των Γαλιλαίων με το αίμα των θυσιών, δεν μπορούσαν οι Ισραηλίτες άφοβα να λατρεύουν το Θεό στο ναό του. Μαζί με τον Μεσσία το παν θα αλλάξει (g). Ελεύθεροι από τον φόβο των εχθρών, όχι όμως και από το φόβο του ιδίου του Κυρίου, ο οποίος είναι φόβος παιδιού προς πατέρα (b). Το μεγάλο σχέδιο του ευαγγελίου της χάρης είναι όχι να μας απαλλάξει, αλλά να μας οδηγήσει περισσότερο και να μας ενθαρρύνει στη λατρεία και υπηρεσία του Θεού. Μας ελευθερώνει από τον σιδερένιο ζυγό της αμαρτίας, για να βάλει τον τράχηλό μας κάτω από τον γλυκό και εύκολο ζυγό του Κυρίου Ιησού. Κάτω λοιπόν από τον ζυγό αυτόν, λατρεύουμε το Θεό άφοβα, σε κατάσταση αγίας ασφάλειας και διανοητικής γαλήνης και ηρεμίας, ελεύθεροι από τους φόβους του πονηρού. Ο Θεός δηλαδή πρέπει να λατρεύεται με φόβο παιδιού, φόβο ευλαβικό, φόβο που αφυπνίζει, ενθαρρύνει, θερμαίνει σε υπακοή του Κυρίου, όχι φόβο δουλικό, όμοιο με το φόβο του πονηρού και τεμπέλη εκείνου δούλου, ο οποίος θεωρούσε τον Κύριο «σκληρό, ο οποίος θερίζει εκεί που δεν έσπειρε και μαζεύει εκεί από όπου δεν διασκόρπισε»· όχι με το φόβο του νομικού πνεύματος, το οποίο ήταν πνεύμα δουλείας, αλλά με το θάρρος του ευαγγελικού πνεύματος, το οποίο είναι πνεύμα υιοθεσίας.

1.75 ἐν ὁσιότητι καὶ δικαιοσύνῃ(1) ἐνώπιον αὐτοῦ(2) πάσας τας ἡμέρας(3) της ζωής ἡμῶν.
75 σαν άνθρωποι που του ανήκουμε και πράττουμε το σωστό ενώπιόν του σ’ όλη μας τη ζωή.
(1) Και οι δύο λέξεις βρίσκονται έτσι και στους εθνικούς συγγραφείς, ο Πολύβιος μάλιστα (κγ 10,8) ερμηνεύει τη διαφορά τους έτσι· «όσα αφορούν τους ανθρώπους τα λέμε δίκαια, ενώ όσα αφορούν το Θεό τα λέμε όσια» (δ). Έτσι και ο Θφ. «Είναι λοιπόν η μεν οσιότητα το δίκαιο σε σχέση με το Θεό· ενώ δικαιοσύνη είναι το δίκαιο σε σχέση με τους ανθρώπους». Στην αγία Γραφή όμως το δικαιοσύνη λέγεται με πολύ πλατιά έννοια και για τη σχέση του ανθρώπου με το Θεό (δ). Από άποψη βιβλική, η δικαιοσύνη αναφέρεται στο Θεό όχι λιγότερο από την οσιότητα (g). Πιο σωστά λοιπόν: «Οσιότητα από τη μία λοιπόν, ονομάζει την ευσέβεια, ενώ δικαιοσύνη την τελειότητα των άλλων αρετών» (Ζ). Το να λατρεύει όμως κάποιος αυτόν «με οσιότητα και δικαιοσύνη… γίνεται με την εκπλήρωση όλων των αγίων του εντολών» (Ω).
(2) Ή, «να τον λατρεύουμε μπροστά του, όχι μπροστά στους ανθρώπους, όπως οι ανθρωπάρεσκοι και υποκριτές» (Θφ). Ή, η φράση είναι προσδιορισμός του «οσιότητα και δικαιοσύνη» και σημαίνει αυτές στα μάτια του Θεού κριτή, δηλαδή την αληθινή οσιότητα και δικαιοσύνη (δ). Με τη φράση όμως «μπροστά στο Θεό» χαρακτηρίζεται συνήθως η λειτουργία των ιερέων στο ναό. Το αποτέλεσμα του μεσσιακού έργου θα είναι η δημιουργία ενός λαού του Θεού, που θα ζει όλες τις μέρες της ζωής του βίο, ο οποίος με την οσιότητα και αγιότητά του, θα στέλνεται προς τον ουρανό σαν συνεχής λατρεία (g). Πιο σωστό παρ’ όλα αυτά είναι η φράση «ενώπιον» να συνδεθεί με το οσιότητα και δικαιοσύνη, διότι η λέξη λατρεύειν ακολουθείται από το «αὐτῷ» (δ).
(3) Υπάρχει και η γραφή πάσαις ταις ημέραις ημων, ή, πάσας τας ημέρας ημων. «Όχι για λίγο μόνο, αλλά όλες τις ημέρες της ζωής μας» (Ω). «Όχι μία φορά, ούτε δύο ημέρες, αλλά όλες τις ημέρες» (Θφ).

1.76 Καὶ σὺ(1), παιδίον(2), προφήτης(3) ὑψίστου κληθήσῃ(4), προπορεύσῃ γὰρ(5) προ προσώπου κυρίου(6) ἑτοιμάσαι ὁδοὺς(7) αὐτοῦ,
76 Κι εσύ, παιδί μου, θα ονομαστείς προφήτης του ύψιστου Θεού, γιατί θα προπορευτείς πριν από τον Κύριο για να ετοιμάσεις το δρόμο του
(1) Υπάρχει και η γραφή: Και συ δε παιδίον=Το «δε», προσθέτει στην ιδέα της ομοιότητας (και) και την ιδέα της αντίθεσης (g).
(2) Δεν ονομάζει αυτό παιδί μου. Η προσωπική σχέση και συγγένεια χάθηκε με την υψηλή κλήση (p). Μιλά ως προφήτης, όχι ως πατέρας (b).
(3) «Και πράγματι, όλοι τον ονόμαζαν προφήτη (τον Ιωάννη)»(Ζ). Ο άγγελος δεν είχε πει ότι ο Ιωάννης θα ήταν προφήτης. Αλλά ο δεύτερος Ηλίας πώς δεν θα ήταν προφήτης; Το παιδί λοιπόν θα ήταν προφήτης, σε εποχή μάλιστα, κατά την οποία για πολύ καιρό δεν είχε εμφανιστεί προφήτης (L). Ο Ζαχαρίας λοιπόν μιλά γεμάτος από άγιο Πνεύμα.
(4) Θα αναγνωριστείς. Δες σ. 32,37 (δ). Όχι μόνο θα είναι, αλλά και θα αναγνωριστεί προφήτης (p). Και ο τίτλος του προφήτη θα είναι ο νόμιμος τίτλος του (g).
(5) Εκτίθεται ο λόγος της αναγνώρισής του ως προφήτη (δ).
(6) «Κύριο εδώ ονομάζει το Χριστό, μπροστά από τον οποίο τρέχοντας ο Ιωάννης ως πρόδρομος και κήρυκάς του… ετοίμαζε τους δρόμους του» (Ζ).
(7) =δρόμους μέσω των οποίων ο Κύριος θα έλθει προς τον καθένα· έτσι ώστε να έλθει μέχρι τον καθένα η σωτηρία του Θεού. Και για αυτό λέγεται σε πληθυντικό: οδούς Κυρίου (δ).

1.77 τοῦ δοῦναι(1) γνῶσιν(2) σωτηρίας τῷ λαῷ αὐτοῦ ἐν ἀφέσει ἁμαρτιῶν(3) αὐτῶν,
77 κάνοντας γνωστή στο λαό του τη σωτηρία με τη συγχώρηση των αμαρτιών τους,
(1) «Πώς λοιπόν θα ετοιμάσει τους δρόμους του, το λέει. Με το να κάνει να γνωρίσουν οι άνθρωποι ότι ήλθε αυτός που συγχωρεί στους πιστούς τα αμαρτήματα» (Ω). Το να δώσει γνώση σωτηρίας… είναι ο σκοπός και το τέλος του έργου του Ιωάννη (p). Το «να δώσει» λοιπόν εξαρτάται από το «να ετοιμάσει τους δρόμους του (δ).
(2) Ο βαπτιστής θα κάνει γνωστό στο λαό, ότι η σωτηρία δεν συνίσταται σε κάποια πολιτική και εθνική επιτυχία, αλλά στην άφεση των αμαρτιών (L). Ένας αλαζονικός και ματαιόδοξος φανατισμός είχε κυριεύσει τότε τον Ισραήλ και η προσδοκία κάποιας εξωτερικής και εθνικής απελευθέρωσης είχε υποκαταστήσει την ελπίδα για ηθική σωτηρία, όπως την περιέγραψε αυτήν ο Ζαχαρίας στο σ. 74 και 75. Έπρεπε λοιπόν να γίνει γνωστό, ποια σωτηρία θα έφερνε ο Μεσσίας και ποιο θα ήταν το καθαρά πνευματικό του έργο (g).
(3) Το «εν αφέσει» συνδέεται με το «σωτηρίας» και εξηγεί τον τρόπο της (δ). «Σωτηρίας λοιπόν με την άφεση των αμαρτιών τους· δηλαδή που θα γίνει με το να αφεθούν και να συγχωρεθούν οι αμαρτίες τους» (Ζ). Η άφεση είναι το θεμέλιο της σωτηρίας (b). Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός ήλθε στον κόσμο, όχι απλώς για να μας διδάξει πώς να ζούμε, ούτε απλώς για να μας διαφωτίσει στα σκοτεινά προβλήματα της ύπαρξής μας και του προορισμού μας, αλλά και για να μας απαλλάξει από την αμαρτία. Εκτός από αυτό υπήρξε πρωτίστως ανάμεσά μας ο απόλυτα αναμάρτητος, ο μόνος σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας, ο οποίος «αμαρτία δεν έκανε ούτε βρέθηκε δόλος στο στόμα του». Η παραμικρή κηλίδα στην ψυχή του και την καρδιά του θα έκανε αυτόν ανίκανο να εξασφαλίσει το έλεος στον αμαρτωλό κόσμο. Επιπλέον ήλθε στη γη ως ο υιός του ανθρώπου, ως ο ιδεώδης αντιπρόσωπος ολόκληρης της ανθρωπότητας. Δεν ήταν απλώς ένας διακεκριμένος άνθρωπος. Αλλά ήταν η ανθρώπινη φύση, την οποία το πρόσωπο του Υιού του Θεού πήρε, για να είναι ο Ιησούς όχι ένας μεταξύ των πολλών ανθρώπων, αλλά ο φυσικός αντιπρόσωπος όλων. Οι πράξεις του και τα λόγια του υπήρξαν πράξεις και λόγια του αντιπρόσωπου όλου του ανθρώπινου γένους. Η εξαγνισμένη, η ανορθωμένη, η αναμάρτητη ανθρωπότητα ενεργεί και μιλά στο πρόσωπο του Ιησού. Για το έργο επίσης της σωτηρίας μας πρόσφερε τον εαυτό του θυσία λογική, με πλήρη υποταγή προς τον Πατέρα του. Δεν οδηγήθηκε στο θάνατο αναγκαστικά, όπως άλλοτε τα ζώα που θυσιάζονταν, αλλά θεληματικά αναδέχτηκε το θάνατο. Και τη θυσία του αυτή πρόσφερε όχι ως κάποιος απλός άνθρωπος, αλλά ως θεάνθρωπος. Η δύναμη και αξία του θανάτου του Χριστού εκτείνεται σε όλες τις γενεές των ανθρώπων και σε όλες τις εποχές, διότι το αίμα που χύθηκε για τη σωτηρία όλων είναι το αίμα του Υιού του ανθρώπου, ο οποίος συγχρόνως ήταν και υιός του Θεού.

1.78 διὰ(1) σπλάγχνα(2) ἐλέους θεοῦ ἡμῶν, ἐν οἷς(3) ἐπεσκέψατο(4) ἡμᾶς ἀνατολὴ ἐξ ὕψους(5),
78 γιατί ο Θεός μας είναι γεμάτος ευσπλαχνία. Έκανε ν’ ανατείλει για μας ένα φως από ψηλά,
(1) Ή «με την άφεση των αμαρτιών, που γίνεται από τα σπλάχνα του ελέους του Θεού μας, η οποία άφεση δηλαδή δίνεται λόγω της συμπάθειας του ελέους του, και όχι για τα έργα τους» (Ζ). Το «δια» λοιπόν αναφέρεται στην έννοια της άφεσης των αμαρτιών και εμμέσως στο όλο περιεχόμενο των στίχων 76 και 77, διότι η έλευση του Ιωάννου προορισμό είχε την προετοιμασία αυτής της άφεσης (g). Ή, η τελευταία αυτή στροφή αναφέρεται σε αυτά που προηγήθηκαν από το στίχο 76 και στη συνέχεια=Εξαιτίας των σπλάχνων του ελέους του Θεού, το παιδί θα γίνει ικανό να εκπληρώσει όλα αυτά (p). Ή, πρέπει να συνδεθεί με το «σωτηρίας»=για να γνωρίσεις σε αυτούς την σωτηρία που γίνεται λόγω της ευσπλαχνίας του Θεού (δ). Η πρώτη εκδοχή είναι πιο επιτυχής.
(2) Σπλάχνα «είναι ο σπλήνας, η καρδιά και το συκώτι» (Ευστάθιος), τα οποία θεωρούνταν ως η έδρα των τρυφερών ιδίως ψυχικών συγκινήσεων αγάπης, στοργής, ελέους. Για αυτό κατέληξε η λέξη να δηλώνει ιδίως τη συμπάθεια, τον οίκτο, το έλεος. Σπλάχνα ελέους κατά πλεονασμό όπως και στο Κολοσ. γ 12 σπλάγχνα οικτιρμών=σπλάγχνα οικτίρμονα (δ), ή λέγεται η λέξη για την οικτίρμονα και γεμάτη έλεος καρδιά του Θεού (p).
(3) «Με τα οποία σπλάγχνα ελέους, λόγω των οποίων σπλάγχνων ελέους» (Ζ).
(4) «Έφθασε» (Ζ), ήλθε προς εμάς (δ). Υπάρχει και η γραφή επισκέψεται, την οποία προτιμούν πολλοί νεότεροι. Είναι προτιμότερη η γραφή επεσκέψατο. Διότι, αφού ο Ζαχαρίας μίλησε ήδη (σ. 68 και 69) για την έλευση του Μεσσία ότι έχει γίνει, πώς θα τοποθετούσε απότομα αυτήν στο μέλλον (g).
(5) «Ανατολή του νοητού ηλίου από το ύψος της θεότητας» (Ζ). «Μας επισκέφτηκε από το ύψος ανατολή… Διότι είναι Ήλιος δικαιοσύνης» (Θφ). Μετωνυμία, διότι το αφηρημένο (ανατολή) μπαίνει αντί για το συγκεκριμένο (ήλιος που ανατέλλει)(b). Άστρο που ανατέλλει από ψηλά, μάς επισκέφτηκε (g). Η λέξη ανατολή λέγεται κυριολεκτικά για τον ήλιο και τα αστέρια. Αλλά το ανατέλλω χρησιμοποιείται και για τα φυτά που φυτρώνουν και φαίνονται από τη γη, και ονομάζεται μερικές φορές ο Μεσσίας βλαστός ή ανατολή δίκαιη (Ιερεμ. κγ 5,λγ 15,Ζαχ. στ 12). Στα χωρία αυτά οι Ο΄ μεταφράζουν την εβραϊκή λέξη που σημαίνει βλαστός με τη λέξη ανατολή. Κάποιοι λοιπόν από τους ερμηνευτές δέχτηκαν και εδώ την τελευταία αυτή εκδοχή. Αλλά τα «ύψους», «ἐπιφᾶναι» και «κατευθῦναι» στον επόμενο στίχο, αποκλείουν αυτήν την εκδοχή (p). Η σωτηρία του ευαγγελίου δεν μας παρέχει μόνο τη βέβαιη ελπίδα, ότι τα σκοτεινά έργα της αμαρτίας συγχωρέθηκαν σε μας, αλλά και διαχύνει μπροστά μας άπλετο φως, με το οποίο μπορούμε να κατευθύνουμε ορθά τα βήματά μας. Ανατολή από ψηλά μας επισκέφτηκε. Η ανατολή αυτή είναι ο Χριστός, το αστέρι το λαμπρό, το πρωινό (Αποκ. κβ 16), ο ήλιος της δικαιοσύνης που ανατέλλει (Μαλ. δ 2). Το ευαγγέλιό του φέρνει φως (Ιω. γ 19), το οποίο δεν μας αφήνει να πλανιόμαστε στο σκοτάδι της ειδωλολατρικής άγνοιας ή στο σεληνόφως των τύπων και εικόνων της Π.Δ., αλλά με αυτό λάμπει η ημέρα. Αλλά ο ήλιος της δικαιοσύνης σκόρπισε παντού και τη χαρά. Και ο προφήτης Ησαΐας μιλά για το Χριστό ως αυτόν που ευαγγελίζεται τη χαρά στο λαό του. Χαρά σε όλο το λαό ευαγγελίστηκε ο άγγελος στους βοσκούς, όταν γεννήθηκε. Και τώρα όταν ο Ιησούς έρχεται σε κάποια καρδιά ή σε κάποιο σπίτι, φέρνει πάντοτε τη χαρά. Αλλά η ανατολή της ημέρας, μάς ανακαλεί από την αδράνεια του ύπνου στην δράση και ενεργητικότητα. Και ο ήλιος της δικαιοσύνης ήλθε για να αφυπνίσει τους ανθρώπους από τον πνευματικό τους ύπνο και να τους ενισχύσει στο έργο της σωτηρίας των ψυχών τους και της κατάκτησης του ουρανού. Όταν ο Ιησούς έλθει στις ψυχές μας, ανατέλλει σε αυτές χαρμόσυνη ημέρα που διαδέχεται νύχτα μακρά. Τότε βλέπουμε, τι ο Ιησούς έκανε για μας. Βλέπουμε την άπειρη αγάπη του και η σκέψη του πόσο αυτός μας αγάπησε, προθυμοποιεί τις καρδιές μας και τις ψυχές μας στο να είναι ακούραστες στη διακονία του.

1.79 ἐπιφᾶναι(1) τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου(2) καθημένοις(3), τοῦ κατευθῦναι(4) τοὺς πόδας(5) ἡμῶν εἰς ὁδὸν εἰρήνης(6).
79 για να φωτίσει αυτούς που ζούνε στο σκοτάδι και κάτω απ’ του θανάτου τη σκιά, και να οδηγήσει τα βήματά μας στο δρόμο της ειρήνης».
(1) «Μας επισκέφτηκε για να φανερωθεί, δηλαδή για να λάμψει φως αλήθειας» (Ζ)· «έτσι ώστε και αυτούς που κάθονταν στο σκοτάδι να τους φωτίσει» (Θφ). Φανερώνει το σκοπό της έλευσης=ήλθε ο Θεός μας ανατολή από ψηλά, για να ανατείλει και να φωτίσει αυτούς που κάθονταν στο σκοτάδι (δ).
(2) «Σε αυτούς που είναι στο σκοτάδι, δηλαδή στην άγνοια και σε αυτούς που είναι στη σκιά του θανάτου, δηλαδή στην αμαρτία… Η αμαρτία βεβαίως είναι σκιά του θανάτου, σύμφωνα με την εξής, όπως νομίζω, αιτία· όπως ακριβώς η σκιά ακολουθεί το σώμα, έτσι και όπου είναι ο θάνατος, εκεί και η αμαρτία… Επομένως εύλογα λέγεται ότι η αμαρτία είναι σκιά του θανάτου, διότι πάντοτε τον ακολουθεί» (Θφ). To σκοτάδι είναι το σύμβολο της απομάκρυνσης από το Θεό και της κατάστασης της αθλιότητας και άγνοιας, η οποία προέρχεται από αυτήν (g). Σκιά λοιπόν θανάτου είναι η πυκνότατη σκιά που περικυκλώνει το θάνατο, το πυκνότατο σκοτάδι της αμαρτίας, το οποίο όταν διαλυθεί και χαθεί, χάνεται μαζί και ο θάνατος (δ). Αξιοσημείωτη και η επόμενη: «Υπάρχει και σκοτάδι που είναι το σκοτάδι της κακίας. Αυτούς που κάθονται, λέει, στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου… Όπως ακριβώς όσοι είναι στο σκοτάδι δεν γνωρίζουν τη φύση των πραγμάτων, έτσι και αυτοί που ζουν στις αμαρτίες έχουν τυφλωθεί και δεν αναγνωρίζουν αυτά που φαίνονται, αλλά τρέχουν προς τις σκιές σαν να είναι αλήθειες… και αγνοούν εχθρούς και αγνοούν φίλους και στους μεν εχθρούς δείχνουν θάρρος σαν να ήταν φίλοι, από δε τους φίλους διαχωρίζονται σαν να ήταν πολέμιοι» (Χ). Σκιά και θάνατος συχνά βρίσκονται συνενωμένα, όπως και τα αντίθετά τους φως και ζωή. Δες Ησ. θ 1 και Ματθ. δ 16 (ο).
(3) Η λέξη υπαινίσσεται την κατάσταση της κατάπτωσης και απελπισίας, στην οποία είχε περιέλθει η ανθρωπότητα. Όμοια με καραβάνι που πλανήθηκε από το δρόμο και κυριεύτηκε από το σκοτάδι στην έρημο, καθόταν απελπισμένη, αναμένοντας το θάνατο. Όταν ξαφνικά στον ορίζοντα φάνηκε άστρο λαμπρό και φεγγοβόλο (g).
(4) Τέλος και σκοπός του ἐπιφᾶναι (να φωτίσει) (δ). Το φως που φάνηκε φωτίζει τώρα τους οδοιπόρους οι οποίοι παίρνουν πάλι θάρρος και ξαναβρίσκουν το δρόμο (g). Το «να κατευθύνει» φανερώνει ότι ήδη εισέρχονται σε ορθή κατεύθυνση. Αυτό υπονοεί, ότι οι άνθρωποι με την ανυπακοή τους προς το θείο νόμο απομακρύνονται από την οδό της ειρήνης και της ασφάλειας, και με σκοπό να ξαναοδηγήσει τα βήματά τους στην οδό της ζωής, ήλθε ο Ιησούς οδηγός και φωτιστής στον κόσμο αυτόν της αμαρτίας και του θανάτου (ο).
(5) Η θέληση είναι τα ηθικά πόδια του ανθρώπου, που τον οδηγούν στην οδό του θεοφιλούς και ενάρετου βίου (δ).
(6) «Ειρήνης προς τον Θεό» (Ζ). «Οδός ειρήνης είναι ο τρόπος ζωής της δικαιοσύνης, προς τον οποίο κατεύθυνε τα πόδια των ψυχών μας ο Χριστός που ανέτειλε από ψηλά» (Θφ). Η οδός που οδηγεί προς την ειρήνη και σωτηρία (g). Ειρήνη λοιπόν εννοεί ειδικά αυτήν μεταξύ Θεού και του λαού του (Ψαλμ. κη 11,πδ 9,ριη 165)(p). Οδός ειρήνης είναι εικονική έκφραση που σημαίνει τον τρόπο εκείνο της ζωής και συμπεριφοράς, ο οποίος εξασφαλίζει στον άνθρωπο την εσωτερική ειρήνη και τελικά την αιώνια σωτηρία (ο).

1.80 Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε(1) καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι(2), καὶ ἦν ἐν ταῖς ἐρήμοις(3) ἕως ἡμέρας ἀναδείξεως(4) αὐτοῦ πρὸς τὸν ᾽Ισραήλ.
80 Το παιδί μεγάλωνε και το πνεύμα του δυνάμωνε. Ζούσε στις ερημιές, ως την ημέρα που εμφανίστηκε στο λαό Ισραήλ.
(1) «Αύξανε το παιδί κατά τη σωματική ηλικία» (Θφ). Στους Ο΄ το αυξάνω δεν είναι ποτέ αμετάβατο, όπως εδώ. Έτσι λέγεται: θα σε αυξάνω πάρα πολύ (Γεν. ιζ 6)· αυξήθηκε το παιδί (Γεν. κα 8). Στην Κ.Δ. χρησιμοποιείται για φυσική αύξηση (β 40,ιβ 27,ιγ 19) και για τη διάδοση του ευαγγελίου (Πράξ. στ 7,ιβ 24,ιθ 20)(p).
(2) «Επειδή σύμφωνα με την αναλογία της ηλικίας, αξιωνόταν και πνευματικής χάρης ο πρόδρομος, για αυτό λέει ο ευαγγελιστής «το παιδί αύξανε και δυνάμωνε πνευματικά»» (Σχ). Δυνάμωνε πνευματικά κατά τον εσωτερικό άνθρωπο. Δες Εφ. γ 16 (δ). Πνεύμα εδώ εννοεί το πνεύμα του Ιωάννη, πρέπει όμως να θυμόμαστε ότι το πνεύμα, οι ανώτερες δυνάμεις της ψυχής, το θρησκευτικό όργανο, με το οποίο είναι προικισμένος ο άνθρωπος, δεν αναπτύσσεται παρά με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, όπως και το μάτι αναπτύσσεται με την επαφή με το φως (g). «Οι αθλητές του Θεού δυναμώνονται πνευματικά και… γίνονται ισχυροί απέναντι στο φρόνημα της σάρκας· όταν δηλαδή παλεύει το πνεύμα με τη σάρκα, νικά το πνεύμα σε εκείνον, στον οποίο γίνεται η ενίσχυση του πνεύματος» (Ω). Κραταίωση λοιπόν είναι η ηθική δύναμη και κυριαρχία του πνεύματος πάνω στα ένστικτα του σώματος και τις φυσικές κλίσεις (g). Η ενδυνάμωση αυτή συνίστατο στην αύξηση της πίστης και την ισχυροποίηση της θέλησης (δ).
(3) Πρόκειται για την έρημο του Ιούδα, δυτικά της Νεκράς θάλασσας. Πλούσια σε σπήλαια η έκταση αυτή παρείχε ανέκαθεν άσυλο σε αναχωρητές (g). Δεν καθορίζεται ακριβώς το μέρος ή το σημείο της ερήμου, διότι εκείνο το οποίο τονίζεται κυρίως εδώ είναι η ερημική ζωή του Ιωάννου (p). «Αναχώρησε αποφεύγοντας τον θόρυβο των πόλεων και την αηδία που προκαλούν οι όχλοι, έτσι ώστε με το να είναι στις ερήμους… να περνά το χρόνο του με προσευχές ανατρεφόμενος με παράδοξο τρόπο» (Ω), «για να ζει έξω από την κακία των πολλών και έτσι ώστε, αφού δεν θα ντρέπεται κανέναν, να ελέγχει με θάρρος· διότι αν ήταν στον κόσμο, θα μολυνόταν ίσως από τις φιλίες και τις συνήθειες των ανθρώπων· ταυτόχρονα όμως και για να είναι αξιόπιστος όταν επρόκειτο να κηρύξει για το Χριστό, αφού βεβαίως ήταν ερημίτης και ανώτερος από τους πολλούς» (Θφ). Κατά το χρόνο αυτόν στην έρημο διαβίωναν πολυάριθμες κοινότητες Εσσαίων. Ότι διδάχτηκε από αυτούς ο Ιωάννης όχι μόνο αποκλείεται από τον ευαγγελιστή που αποδίδει σε μόνον το Θεό και τη σχέση μαζί του, την ανάπτυξη του βαπτιστή, αλλά διαψεύδεται και από τα γεγονότα. Οι Εσσαίοι δεν ανέμεναν τον Μεσσία, του οποίου πρόδρομο κήρυξε τον εαυτό του ο Ιωάννης. Οι Εσσαίοι θεωρούσαν την ύλη ως αρχή του κακού. Αυτήν όμως ο Ιωάννης τοποθετούσε στη θέληση του ανθρώπου και όχι στην ύλη. Οι Εσσαίοι απαρνήθηκαν κάθε συμμετοχή στην εθνική ζωή, στην οποία όμως ο Ιωάννης όταν έφτασε ο καιρός της δράσης του, αναμίχθηκε ενεργότατα (g).
(4) «Της ανάδειξής του στους Ισραηλίτες» (Ζ). «Δεν άρχισε να συναναστρέφεται με τους ανθρώπους των πόλεων πιο πριν, παρά μόνο όταν το πνεύμα που ήταν μέσα του, τον προέτρεψε να εμφανίσει τον εαυτό του δημόσια» (Ω).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Στίχ. 1-7 Η γέννηση του Σωτήρος Στίχ. 8-14. Το χαρμόσυνο μήνυμα στους ποιμένες. Οι άγγελοι δοξολογούν. Στίχ.15-20. Οι ποιμένες βρίσκουν το θείο Βρέφος.
2.1 ᾽Εγένετο(1) δὲ ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις(2) ἐξῆλθεν(3) δόγμα(4) παρὰ Καίσαρος Αὐγούστου(5) ἀπογράφεσθαι(6) πᾶσαν τὴν οἰκουμένην(7).
1 Τις ημέρες εκείνες ο Καίσαρας Αύγουστος έβγαλε διάταγμα να απογραφτεί όλη η οικουμένη.
(1) Ἐγένετο… ἐξῆλθε, αλλού συναντιέται μαζί με το «και» πριν το δεύτερο ρήμα. Εβραϊκή σύνταξη που πρέπει να εξηγηθεί: συνέβη να βγει (δ)
(2) Το «εκείναις» μας μεταφέρει στο α 65, 66 δηλαδή κατά το χρόνο που επακολούθησε στη γέννηση του Ιωάννη (g).
(3) Το ρήμα εξέρχομαι εδώ όπως και στο Δανιήλ β 13 λέγεται για έκδοση ή δημοσίευση βασιλικών γραμμάτων (δ).
(4) Στους κλασσικούς συγγραφείς σημαίνει απόφαση ή διάταγμα που εκδόθηκε από την αρμόδια αρχή (g)· κυριαρχική απόφαση της νόμιμης αρχής (δ).
(5) Ο Αύγουστος βασίλευσε από το 31 π.Χ. μέχρι το 14 μ.Χ. (g). «Χρήσιμα και αναγκαία επεσήμανε ο ευαγγελιστής τον καιρό της γέννησης του Σωτήρα μας. Για να μάθουμε δηλαδή ότι δεν υπήρχε στους Ισραηλίτες βασιλιάς από τη φυλή Δαβίδ, αλλά είχαν εκλείψει οι άρχοντες οι προερχόμενοι από αυτούς, δικαιολογημένα λοιπόν υπενθυμίζει τα θεσπίσματα του Καίσαρα, επειδή μαζί με τις άλλες χώρες είχε υπό την εξουσία του την Ιουδαία. Έτσι λοιπόν διέταξε να γίνει η απογραφή» (Κ).
(6) Το ρήμα δηλώνει την, με φροντίδα των αρχών, γινομένη εγγραφή των πολιτών σε δημόσιους καταλόγους που περιείχαν εκτός από την κατοικία το όνομα, επάγγελμα, ηλικία, οικογένεια και περιουσία του καθενός (δ). Κυρίως «για να πληρώσουν το νόμισμα, για να παρέχουν φόρο» (Ζ). Ο ενεστώτας μπαίνει εδώ για τη συνεχή απογραφή του πλήθους, ενώ στο σ. 5 μπαίνει αόριστος για να δηλώσει την απογραφή ενός προσώπου (p).
(7) Λείπει στη φράση η λέξη γη… (δ). Το όνομα του Καίσαρος Αυγούστου μας οδηγεί να πάρουμε τη λέξη με έννοια γενική = ο κόσμος, στο μέτρο που αποτελούσε μέρος του ρωμαϊκού κράτους. Οι αυτοκράτορες της Ρώμης στις επιγραφές συχνά τιτλοφορούνται κύριοι της οικουμένης (g).
Γεννήθηκε λοιπόν ο Κύριος στα χρόνια κατά τα οποία η από τον Δανιήλ προφητευόμενη τέταρτη μοναρχία ήταν στο ύψος της ακμής της, ακριβώς όταν περισσότερο από κάθε άλλη εποχή πριν από αυτήν είχε καταστεί οικουμενική και παγκόσμια μοναρχία.
Επί των ημερών του Αυγούστου το ρωμαϊκό κράτος εκτεινόταν μέχρι την Παρθία από τη μία και μέχρι τη Βρεταννία από την άλλη, έχοντας την ονομασία: η αυτοκρατορία όλης της οικουμένης. Αλλά αυτός ήταν ο κατάλληλος χρόνος να γεννηθεί ο Μεσσίας, σύμφωνα με την προφητεία του Δανιήλ (Δαν. β 44). «Στις ημέρες των βασιλέων εκείνων (της μοναρχίας αυτής) θα αναστήσει ο Θεός του ουρανού, βασιλεία, η οποία στους αιώνες δεν θα καταστραφεί».

2.2 αὕτη η ἀπογραφὴ(1) πρώτη ἐγένετο ἡγεμονεύοντος(2) τῆς Συρίας Κυρηνίου.
2 Η απογραφή αυτή ήταν η πρώτη που έγινε όταν έπαρχος της Συρίας ήταν ο Κυρήνιος.
(1) Αυθεντική γραφή μπορεί να θεωρηθεί η: Αὕτη ἀπογραφὴ πρώτη ἐγένετο = Αυτή έγινε πρώτη απογραφή, όταν ο Κυρήνιος ήταν ηγεμόνας της Συρίας. Αποσκοπείται δηλαδή να διακριθεί η απογραφή, στην οποία ο Ιωσήφ με τη Μαρία γράφτηκαν στους δημόσιους καταλόγους, από την άλλη απογραφή η οποία έγινε από τον ίδιο Κυρήνιο το 6-7 μ.Χ., όταν μαρτυρημένα ο Κυρήνιος ηγεμόνευσε της Συρίας. Αλλά ήταν ο Κυρήνιος ηγεμόνας της Συρίας και προηγουμένως, πριν δηλαδή πεθάνει ο Ηρώδης, δηλαδή το 3-4 π.Χ., όταν γεννήθηκε ο Χριστός;
Από το 9-6 π.Χ. ηγεμόνας της Συρίας υπήρξε ο Sentius Σατουρνίνος και από το 6-4 π.Χ. ο Κουϊνκτίλιος Βάρος. Είναι δυνατόν, όπως ο Zumpt και άλλοι απέδειξαν, ο Κυρήνιος να ηγεμόνευσε και πάλι της Συρίας κατά το διάστημα από 4 π.Χ. μέχρι το 6 μ.Χ., γύρω στο 3-2 π.Χ. Θεωρήθηκε παρόλ’ αυτά ως απίθανο και πολύ δύσκολο να βρούμε θέση για άλλη ηγεμονία αυτού στη Συρία ανάμεσα στο 9 π.Χ. και στο θάνατο του Ηρώδη. Ότι όμως ο Λουκάς έκανε σύγχυση της απογραφής αυτής, την οποία αποκαλεί πρώτη, με αυτήν που έγινε το έτος 6-7 μ.Χ., την οποία αναφέρει ο ίδιος στο Πράξ. ε 37, είναι τελείως απίθανο. Εξάλλου ότι έγινε απογραφή στην Ιουδαία κατά το χρόνο αυτόν, στον οποίο συνέπεσε η γέννηση του Κυρίου, μπορεί να συναχθεί με κάποια βεβαιότητα και από αλλού. Δεν είναι επίσης αδύνατο ο Κυρήνιος, μολονότι δεν ήταν ηγεμόνας ακόμη της Συρίας, να έλαβε κάποιο επίσημο μέρος στην απογραφή αυτή. Η ακρίβεια του Λουκά σε τέτοιες πληροφορίες, έχει διαπιστωθεί επανειλημμένα με τρόπο θαυμαστό (p).
Ως προς τη σχέση του Κυρηνίου με την απογραφή αυτή ο μεν Mommsen φρονεί, ότι αυτός υπήρξε εν ενεργεία legatus της Συρίας το 3-1 π.Χ.. ενώ ο Ramsay κλίνει υπέρ της γνώμης, ότι ο Κυρήνιος έλαβε έκτακτη εντολή και εξουσιοδότηση από τον Varus να ενεργήσει αυτήν στην Ιουδαία, όπως έγινε και για τον Corbulo από τον Quadratus και για τον Βεσπεσιανό από τον Mucianus.
(2) Ηγεμονεύοντος. Λέξη που έχει έννοια γενική και δηλώνει το αξίωμα οποιουδήποτε άρχοντα. Δεν καθορίζει ότι ο Κυρήνιος ήταν τότε legatus, όπως υπήρξε το 6 μ.Χ. Ο Ιουστίνος (Α΄Απολογία 34) αναφέρει ότι ο Κυρήνιος κατά την πρώτη αυτή απογραφή ήταν επίτροπος (procurator).
Ο Λουκάς επίσης χρησιμοποιώντας μία ακόμη φορά (κεφ. γ 1) το ρήμα ηγεμονεύω, χρησιμοποιεί αυτό πάλι για επίτροπο. Αυτό ενισχύει την εκδοχή, ότι κατά την πρώτη απογραφή ήταν μεν legatus της Συρίας ο Βάρος (Varus), αλλά και ο Κυρήνιος είχε κάποιο αξίωμα, λόγω του οποίου έλαβε μέρος στη διενέργεια της απογραφής (p).

2.3 καὶ ἐπορεύοντο ἀπογράφεσθαι, ἕκαστος εἰς τὴν ιδίαν πόλιν(1).
3 Όλοι πήγαιναν, λοιπόν, να απογραφτούν, καθένας στον τόπο της καταγωγής του.
(1) ἰδίαν πόλιν ονομάζει όχι αυτήν στην οποία γεννήθηκε, αλλά αυτήν από την οποία καταγόταν ο οίκος και η πατριά του (δ). Μία καθαρά ρωμαϊκή απογραφή δεν θα απαιτούσε τίποτα τέτοιο. Εάν όμως ο Ηρώδης καθόριζε τα της απογραφής, θα ακολουθούνταν οι ιουδαϊκές συνήθειες (p). Η απογραφή αυτή έγινε λοιπόν κατά την ιουδαϊκή συνήθεια με την κατά πατριά απαρίθμηση, για αυτό και διεξάχθηκε με ησυχία. Η δεύτερη όμως επειδή έγινε από Ρωμαίους υπαλλήλους και με ρωμαϊκό τρόπο και επειδή ήταν αποτίμηση των περιουσιών με σκοπό τη φορολογία, επόμενο ήταν να ξεσηκώσει τις στάσεις εκείνες, τις οποίες αναφέρει ο Ιώσηπος στην αρχή του ΙΗ΄ βιβλίου της αρχαιολογίας του (δ).
Η δεύτερη αυτή απογραφή, εφ’ όσον συνοδεύτηκε από τρομερό εμφύλιο πόλεμο, δεν θα έκανε δυνατό το ταξίδι του Ιωσήφ και της Μαρίας στην Ιουδαία. Επιπλέον η δεύτερη αυτή απογραφή, επειδή έγινε από την ρωμαϊκή εξουσία, δεν θα ήταν δυνατόν να επεκταθεί και στους κατοίκους της Γαλιλαίας, η οποία ανήκε στη δικαιοδοσία του Ηρώδη Αντίπα, τετράρχου της Γαλιλαίας, αλλά περιορίστηκε στην Ιουδαία που οριστικά προσαρτήθηκε στη Ρώμη (g).
Αυτά αποτελούν νέες ενδείξεις για το ότι η πρώτη αυτή απογραφή, την οποία αναφέρει εδώ ο Λουκάς, πρέπει να διακρίνεται από τη δεύτερη απογραφή που έγινε το έτος 6 μ.Χ.

2.4 ᾽Ανέβη δὲ καὶ ᾽Ιωσὴφ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐκ πόλεως Ναζαρὲτ εἰς τὴν ᾽Ιουδαίαν εἰς πόλιν Δαυὶδ(1) ἥτις καλεῖται Βηθλέεμ, διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν ἐξ οἴκου καὶ πατριᾶς(2) Δαυίδ,
4 Ανέβηκε κι ο Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ, πόλη της Γαλιλαίας, στην Ιουδαία, για να απογραφτεί στην πόλη Δαβίδ, που ονομάζεται Βηθλεέμ, γιατί καταγόταν από την οικογένεια και τη γενιά του Δαβίδ.
(1) Πόλη Δαβίδ στην Π.Δ. ονομάζεται η ακρόπολη της Ιερουσαλήμ, το όρος Σιών, όπου υπήρχε και ο τάφος αυτού (Γ΄ Βασ. γ 1,η 1,θ 9). Αλλά και η Βηθλεέμ, ως τόπος της γέννησής του δικαιούνταν αυτό το όνομα (L). Για το ότι η Βηθλεέμ ήταν τόπος της γέννησης του Δαβίδ αναφέρεται στο Α΄ Βασ. ιζ 12 και ιζ 58 σύμφωνα με το εβραϊκό, και τα δύο όμως αυτά χωρία παραλείπονται από τους Ο΄ (p). Ονομάζεται Βηθλεέμ της Ιουδαίας για να διακρίνεται από τη Βηθλεέμ που ήταν στη φυλή Ζαβουλών (Ιησ. Ναυή ιθ 15) σύμφωνα με το Εβραϊκό, και ονομάζεται και Εφραθά (Γεν. λε 16,19).
Βρισκόταν δύο περίπου ώρες (έξι μίλια) μακριά από την Ιερουσαλήμ και σήμερα ονομάζεται στα αραβικά Βαΐτ λάχμ (δ).
(2) Συνήθως το πατριά είναι όρος γενικότερος (p). Για να μπαίνει όμως εδώ ο όρος οίκος πρώτος πρέπει αυτός να εκφράζει τη γενικότερη έννοια, σημαίνοντας όλους τους συγγενείς του Δαβίδ, συμπεριλαμβανομένων και των αδελφών του, καθώς και των απογόνων του. Ενώ ο όρος πατριά εδώ περιλαμβάνει μόνο όσους κατάγονται άμεσα από τον Δαβίδ, τους γιους του δηλαδή και τους απογόνους των γιων του (g).
«Το μεν βιβλίο των ιερών ευαγγελίων κατεβάζοντας τη γενεαλογία στον Ιωσήφ, ο οποίος είχε τη γενεαλογία του από τη γενεά του Δαβίδ, έδειξε με αυτό, ότι και η Παρθένος ανήκε στη φυλή του Δαβίδ… Αλλά και ο εξάγγελος των ουράνιων δογμάτων, ο μέγας απόστολος Παύλος, ξεκάθαρα διασαφηνίζει την αλήθεια, μαρτυρώντας ότι ο Κύριος ανέτειλε από τη φυλή του Ιούδα» (Κ). Είναι αξιοσημείωτος ο τόπος, όπου γεννήθηκε ο Κύριος Ιησούς. Γεννήθηκε στη Βηθλεέμ. Ετσι είχε προφητευτεί (Μιχαίου ε 2), και οι γραμματείς έτσι είχαν αντιληφθεί την προφητεία (Ματθ. β 5,6) και έτσι φρονούσε και το πλήθος του λαού (Ιω. ζ 42).
Το όνομα Βηθλεέμ από την άλλη σημαίνει οίκος άρτων. Κατάλληλος τόπος γέννησης για εκείνον, ο οποίος είναι ο άρτος της ζωής, ο άρτος που κατέβηκε από τον ουρανό. Αλλά η Βηθλεέμ ήταν και η πόλη Δαβίδ, όπου αυτός είχε γεννηθεί και εκεί έπρεπε να γεννηθεί και εκείνος, ο οποίος θα ονομαζόταν Υιός Δαβίδ. Πόλη Δαβίδ ονομαζόταν και η Σιών.
Ο Κύριος όμως δεν γεννήθηκε στη Σιών, αλλά στη Βηθλεέμ, η οποία ήταν η πόλη, όπου ο Δαβίδ είχε γεννηθεί σε αφάνεια, για να είναι ένας ποιμένας της υπαίθρου. Και την πόλη αυτή διάλεξε ως τόπο της γέννησής του και ο Κύριος, όταν ταπείνωσε τον εαυτό του και πτώχευσε για μας. Δεν προτίμησε τη Σιών, στην οποία ο Δαβίδ βασίλευσε ένδοξα και την οποία άφησε ο Κύριος να είναι τύπος της εκκλησίας του, το όρος αυτό της Σιών, που παραμένει αιώνια.

2.5 ἀπογράψασθαι σὺν Μαριὰμ(1) τῇ μεμνηστευμένῃ(2) αὐτῷ γυναικί, οὔσῃ ἐγκύῳ(3).
5 Είχε μαζί του και τη Μαριάμ, τη μνηστή του, η οποία ήταν έγκυος.
(1) Ή δεν πρέπει να συνδέσουμε το συν Μαριάμ με το απογράψασθαι, αλλά με το ανέβη. Στη ρωμαϊκή απογραφή οι γυναίκες πλήρωναν τον κεφαλικό φόρο, αλλά δεν υποχρεούνταν να προσέλθουν αυτοπροσώπως (p). Ανέβηκε ο Ιωσήφ με τη Μαρία, διότι αυτή ήταν έγκυος και δεν ήθελε κατά την κρίσιμη στιγμή του επικειμένου τοκετού να την αφήσει μόνη (g). Ή, όπως στην Αίγυπτο υποχρεώνονταν και οι γυναίκες να παρίστανται κατά την απογραφή, έτσι φαίνεται επικράτησε από εκεί και στους Ιουδαίους (L). Προστίθεται εδώ και το «που ήταν έγκυος», διότι έτσι έπρεπε να καταγραφεί και στον κατάλογο (b).
Ετσι φαίνεται καθαρά, ότι μπήκε κάτω από το νόμο. Διότι έγινε και υπήκοος του ρωμαϊκού κράτους αμέσως μόλις γεννήθηκε. Πολλοί υποθέτουν, ότι με το να γεννηθεί ο Κύριος την ώρα που διεξαγόταν η απογραφή, καταγράφηκε και αυτός, όπως και ο Ιωσήφ και η Μαρία, για να φανεί καθαρά πως έγινε και αυτός φόρου υποτελής, αφού πήρε μορφή δούλου. Αντί να έχει τους βασιλιάδες φορολογούμενους από αυτόν, όταν ήλθε στον κόσμο έγινε αυτός φορολογούμενος.
«Ο λόγος θέλει να φανερώσει ένα μεγάλο μυστήριο, ότι δηλαδή στην απογραφή όλης της οικουμένης έπρεπε να καταγραφεί ο Ιησούς Χριστός, έτσι ώστε καταγραφόμενος και αυτός μαζί με αυτούς που ήταν στην οικουμένη να αγιάσει την οικουμένη και να μεταφέρει την απογραφή αυτή στο βιβλίο των ζώντων, έτσι ώστε τα ονόματα αυτών που γράφτηκαν μαζί του και πίστεψαν σε αυτόν, να γραφτούν στους ουρανούς» (Ω).
«Απογράφτηκε ο Κύριος και πλήρωσε φόρο στον Καίσαρα, νομοθετώντας να υποτασσόμαστε στο κράτος, όταν δεν βλάπτει σε τίποτα την ευσέβεια» (Ισιδ. Πηλουσ.).
(2) «Ο ιερός ευαγγελιστής λέει ότι ο Ιωσήφ ήταν αρραβωνιασμένος με την Μαρία, δείχνοντας ότι μόνο με τον αρραβώνα έγινε η σύλληψη και η παράδοξη γέννηση του Εμμανουήλ, και δεν ακολούθησε τους νόμους της ανθρώπινης φύσης» (Κ).
(3) Αναφορική μετοχή = η οποία ήταν έγκυος· και όχι αιτιολογική = επειδή ήταν έγκυος (δ). Απλώς αναφέρεται ως λεπτομέρεια προπαρασκευαστική του συμβάντος που θα επακολουθήσει, και όχι ως λόγος, για τον οποίο πήρε αυτήν μαζί του ο Ιωσήφ (L).

2.6 ἐγένετο δὲ ἐν τῷ εἶναι αὐτοὺς ἐκεῖ(1) ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ τεκεῖν αὐτήν,
6 Τον καιρό που αυτοί ήταν εκεί, ήρθε η ώρα της Μαριάμ να γεννήσει,
(1) Το ταξίδι από τη Ναζαρέτ στη Βηθλεέμ μπορούσε να γίνει άνετα σε τέσσερεις μέρες διαμέσου της Σαμάρειας, που βρισκόταν και αυτή κάτω από την εξουσία του Ηρώδη, όπως και η Ιουδαία (L). Η Μαρία δεν φαίνεται να είχε γνώση, ότι σύμφωνα με την προφητεία επρόκειτο να γεννήσει στη Βηθλεέμ. Η Θεία Πρόνοια όμως οικονόμησε τα πάντα, για να γίνει έτσι (b). «Για αυτό γίνεται απογραφή, για να… ανέβει και η Παρθένος στη Βηθλεέμ επειδή ήταν η πατρίδα της, και έτσι να γεννηθεί ο Κύριος στη Βηθλεέμ και να εκπληρωθεί η προφητεία» (Θφ).
Οι άνθρωποι καθορίζουν σκοπούς αλλά ο Θεός τακτοποιεί τα πράγματα ώστε να κατευθύνονται τα πάντα σύμφωνα με τη βουλή και τα σχέδιά του. Δες πως η θεία Πρόνοια κανονίζει τα πάντα για εκπλήρωση των προφητειών και χρησιμοποιεί τα σχέδια των ανθρώπων που ενεργούν για δικούς τους σκοπούς, για πραγματοποίηση των βουλών της.

2.7 καὶ ἔτεκεν τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον(1)· καὶ ἐσπαργάνωσεν(2) αὐτὸν καὶ ἀνέκλινεν(3) αὐτὸν ἐν τη φάτνῃ(4), διότι οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος(5) ἐν τῷ καταλύματι(6).
7 και γέννησε τον γιο της τον πρωτότοκο. Τον σπαργάνωσε και τον ξάπλωσε σ’ ένα παχνί, γιατί δε βρήκαν μέρος στο πανδοχείο.
(1) «Πρωτότοκο ονομάζει εδώ, όχι αυτόν που είναι πρώτος μεταξύ αδελφών, αλλά αυτόν που είναι και πρώτος και μόνος. Γιατί υπάρχει και κάποιο τέτοιο είδος με τη σημασία του πρωτότοκου. Διότι μερικές φορές η Γραφή ονομάζει πρώτο τον μόνο, όπως το «Εγώ είμαι Θεός πρώτος, και μαζί με μένα δεν υπάρχει άλλος» (Κ). «Πρωτότοκος λοιπόν λέγεται αυτός που γεννήθηκε πρώτος, έστω και αν δεν γεννήθηκε δεύτερος στη συνέχεια» (Θφ).
Η λέξη μπορεί βεβαίως να χρησιμοποιηθεί χωρίς να υπονοεί παιδιά που ακολούθησαν (p). Αξιόλογη και η επόμενη ερμηνεία: «Λόγω της σάρκωσης έγινε αδελφός μας και για αυτό το λόγο ονομάστηκε πρωτότοκος, επειδή είναι πρώτος μεταξύ όλων αυτός» (Σχ).
(2) Σπαργανώνω= περιτυλίγω με σπάργανα (δ).
(3) = τον ξάπλωσε (δ).
(4) Σημαίνει το ξύλο, που έχει βαθύ κοίλωμα, στο οποίο βάζουν την τροφή των ζώων. Ξάπλωσε αυτό στη φάτνη αντί για λίκνο, την κούνια που λέμε στην καθομιλουμένη (δ). Με άρθρο, για να δηλώσει την συγκεκριμένη φάτνη του καταλύματος (L).
Εξυπνη η παρατήρηση: «Βρήκε τον άνθρωπο αποκτηνωμένο, για αυτό τοποθετήθηκε στη φάτνη αντί τροφής, ώστε, μεταβάλλοντας την κτηνώδη ζωή μας, να επανέλθουμε στη φρόνηση που ταιριάζει στον άνθρωπο, και όσοι είμαστε κτηνώδεις στην ψυχή, αφού προσέλθουμε στη δική μας τράπεζα, δηλαδή στη φάτνη, να μη βρούμε πια χόρτο, αλλά τον ουράνιο άρτο, το σώμα της ζωής» (Κ). Ακόμη πιο αξιόλογη η επόμενη: Ο Σωτήρας είχε φάτνη αντί για κρεβάτι. Ως νήπιο στερήθηκε την άνεση αιωρούμενης κούνιας. Παρά τούτο όμως ήταν ελεύθερος από τον μολυσμό της ανυπομονησίας (b).
(5) Και μέχρι σήμερα ακόμη ο Ιησούς έρχεται στον κόσμο και «δεν υπάρχει τόπος» για αυτόν. Και ο λόγος για τον οποίο ο Ιησούς δεν μπορεί να βρει και σήμερα τόπο για το ευαγγέλιό του, είναι ανάλογος και πολύ σχετικός με ό,τι είχε συμβεί στη Βηθλεέμ κατά τη γέννησή του. Τα οικήματα είχαν τότε γεμίσει όλα από το πλήθος αυτών που μαζεύτηκαν για απογραφή.
Και σήμερα οι καρδιές των ανθρώπων, όπου ο Χριστός ζητά τόπο για το ευαγγέλιό του, είναι γεμάτες από άλλους επισκέπτες. Ισως πολλοί δεν έχουν πρόθεση να περιφρονήσουν τον Ιησού. Είναι όμως απορροφημένες οι καρδιές τους από σκέψεις, επιθυμίες και φροντίδες της ματαιότητας και δεν μένει σε αυτές ούτε ο ελάχιστος χώρος για τον Ιησού και το ευαγγέλιό του.
Οσον αφορά πάλι στον κόσμο και τα ανά την οικουμένη έθνη, τα περισσότερο πολιτισμένα από αυτά λέγονται χριστιανικά, αλλά εκτός του ότι τα απομένοντα, τα οποία είναι και πιο πολυάριθμα, είναι ξένα τελείως με το Χριστό, αγνοούν τελείως αυτόν και κανένα τόπο δεν φυλάσσουν για αυτόν, και μεταξύ αυτών των χριστιανικών εθνών πόσο λίγοι είναι εκείνοι, οι οποίοι παρέχουν τις ψυχές και τις καρδιές τους τόπο, για να ξαπλώσει και να αναπαυτεί ο Χριστός σε αυτές. Οι πολλοί παρέχουν σε αυτόν τη φάτνη, ενώ θα έπρεπε να αδειάσουν πλήρως το πανδοχείο για να κυριεύσει αυτό ολόκληρο ο Ιησούς.
(6) Η λέξη σημαίνει τόπο όπου ξεφορτώνονται τα υποζύγια και αποτίθενται οι αποσκευές του ταξιδιώτη, για ανάπαυση (p). Αν και ο Λουκάς χρησιμοποιεί αλλού τη λέξη πανδοχείο, κάτι τέτοιο φαίνεται να υπονοεί εδώ. Ο Ιωσήφ και η Μαρία δεν βρήκαν τόπο, τουλάχιστον κατάλληλο. Εάν όμως εγκαταστάθηκαν σε κάποιο σταύλο, πολύ φυσικό θα ήταν, ο σταύλος αυτός να βρισκόταν σε σπήλαιο, διότι όταν λείπουν πανδοχεία σπήλαια κατοικούνται κοινά από ανθρώπους και κτήνη.
Το πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου κατέστησε την εκδοχή αυτή πιθανότερη με την υπόθεση, ότι τη Μαρία την έπιασε αιφνίδια ο τοκετός και για αυτό αναγκάστηκε ο Ιωσήφ μαζί της να καταφύγει σε κάποιο σπήλαιο (κεφ. ιη). Το σπήλαιο αυτό «κοντά στο χωριό» μνημονεύεται από τον Ιουστίνο (Διάλογος προς Τρύφωνα 78) και από τον Ωριγένη (κατά Κέλσου Ι 51), στις μέρες του οποίου έδειχναν αυτό (L).
Υποτέθηκε ότι η παράδοση αυτή για σπήλαιο προήλθε από το Ησαΐου λγ 16 «αυτός θα μείνει σε υψηλό σπήλαιο πέτρας οχυρής», με μετατροπή της προφητείας σε ιστορία (p). Αλλά στο χωρίο του Ησαΐα γίνεται λόγος για σπήλαιο υψηλό που χρησιμεύει αντί για φρούριο και χωρίς κάποιο υπαινιγμό μεσσιακό. Ο Ιουστίνος λοιπόν πρέπει να στηρίχτηκε σε παράδοση που ήδη υπήρχε (L).
Ο Κύριος γεννήθηκε σε πανδοχείο και σε σπήλαιο που χρησιμοποιούνταν ως σταύλος. Ο Υιός του Δαβίδ, ο οποίος θα ήταν η δόξα και το καύχημα του οίκου του πατέρα του, δεν είχε ούτε στην πόλη Δαβίδ κάποια καλύβα σαν κληρονομιά του στη διάθεσή του, ούτε ένα φίλο διατεθειμένο να παράσχει την απαραίτητη κατά τη στιγμή εκείνη άνεση στη μητέρα του. Και γεννήθηκε σε πανδοχείο, για να σημάνει και με αυτό, ότι ήλθε στον κόσμο ως ταξιδιώτης, για να παραμείνει σε αυτόν για λίγο σαν σε πανδοχείο και για να διδάξει και εμάς έτσι να συμπεριφερόμαστε, ως πάροικοι και διαβάτες στη γη αυτή. Το ότι επίσης ξάπλωσαν αυτόν στη φάτνη, υπήρξε δείγμα της πτωχείας των γονέων του, αλλά και της καταπτώσεως των συγχρόνων του, οι οποίοι ανέχτηκαν γυναίκα που γεννούσε να παραμείνει σε σπήλαιο, χωρίς καμιά εκδήλωση συμπάθειας εκ μέρους εκείνων, οι οποίοι θα υπήρξαν μάρτυρες των δύσκολων στιγμών της.

2.8 Καὶ ποιμένες ἦσαν ἐν τῇ χώρᾳ τῇ αὐτῇ(1) ἀγραυλοῦντες(2) καὶ φυλάσσοντες φυλακὰς(3) τῆς νυκτὸς(4) ἐπὶ(5) τὴν ποίμνην αὐτῶν.
8 Στην περιοχή εκείνη βρίσκονταν βοσκοί που έμεναν στο ύπαιθρο και φύλαγαν βάρδιες τη νύχτα για το κοπάδι τους.
(1) Μόλις βγει κάποιος από τη Βηθλεέμ από την ανατολική πλευρά βρίσκεται μπροστά σε λιβάδια κατάλληλα για βοσκή και η φύση του εδάφους δείχνει, ότι πάντοτε η έκταση αυτή ήταν τέτοια (L). Ίσως στα ίδια λιβάδια νεαρός ποιμένας ο προφητάνακτας και ψαλμωδός, φυλάσσοντας τα πρόβατα του πατέρα του εμπνεύστηκε τον 22ο ψαλμό και τους άλλους ποιμενικούς και ευλαβικούς λυρικούς ύμνους (ο).
(2) «Δηλαδή έπαιζαν με τον αυλό τους αγροτική μουσική, ή διέμεναν και περνούσαν το χρόνο τους στον αγρό» (Θφ). Έμεναν στην ύπαιθρο και φύλασσαν το ποίμνιο (δ). Εάν τα ποίμνια ανήκαν σε κατοίκους του χωριού, κατά τη διάρκεια του χειμώνα τα οδηγούσαν στους σταύλους. Αλλά οι Βεδουίνοι ποιμένες -και αυτοί είναι οι πιο πολυάριθμοι- παραμένουν σε σκηνές και τα ποίμνιά τους είναι πάντοτε στο ύπαιθρο (L).
Επειδή σε κάποιο χωρίο του Ταλμούδ λέγεται ότι τα ποίμνια παραμένουν στο ύπαιθρο κατά το διάστημα μεταξύ του Πάσχα και των πρώτων βροχών του φθινοπώρου, συμπέραναν κάποιοι, ότι η γέννηση του Κυρίου έγινε το καλοκαίρι. Παρόλ’ αυτά ο Wieseler διαπίστωσε, ότι ο ορισμός αυτός του Ταλμούδ αφορά στα ποίμνια που ζουν σε στέππες, μακριά από τους συνοικισμούς. Αυτά όμως για τα οποία γίνεται λόγος εδώ δεν ανήκουν στην κατηγορία αυτή (g).
Έπειτα είναι σαφές, ότι η βροχή δεν υπακούει επακριβώς στους ραββινικούς αυτούς καθορισμούς, οι οποίοι υποδηλώνουν τις αρχές Νοεμβρίου. Συνήθως η πρώτη σοβαρή βροχή στα μέρη εκείνα πέφτει γύρω στις 15 Νοεμβρίου. Παρόλ’ αυτά κατά το έτος 1910-1911 έπεσε αυτή γύρω στα μέσα Ιανουαρίου. Και σε ένα άλλο έτος το εκατοντάβαθμο θερμόμετρο σημείωσε θερμοκρασία 26 βαθμών την 27 Δεκεμβρίου (L).
Το αγραυλούντες λοιπόν για κανένα λόγο δεν αποκλείει ότι η εποχή, στην οποία σημειώθηκε το γεγονός ήταν Δεκέμβριος. Ο καιρός μπορούσε να είναι ήπιος, και επιπλέον δεν είναι βέβαιο, ότι όλα τα πρόβατα στεγάζονταν κατά τις νύχτες του χειμώνα.
Ως προς την ημερομηνία παρόλ’ αυτά της γέννησης του Κυρίου θα μπορούσε να σημειωθεί, ότι η παλαιότερη απόπειρα για καθορισμό της είναι αυτή που αναφέρεται και όπως φαίνεται αποκηρύττεται ως βέβηλη περιέργεια από τον Κλήμη τον Αλεξανδρέα (Στρωματείς Ι 21). Στα χρόνια του κάποιοι όριζαν την 21 Απριλίου, άλλοι την 22 Απριλίου και άλλοι την 20 Μαΐου ως ημέρα της γεννήσεως του Κυρίου. Η 25 Δεκεμβρίου καθορίστηκε όχι παλαιότερα από τον Δ΄ αιώνα και φαίνεται να επικράτησε για πρώτη φορά στη Δύση (p).
(3) Η φράση συναντιέται και στα Αριθμ. γ 7,8,28,32,38 κλπ. (p), και δηλώνει ότι οι ποιμένες αγρυπνούσαν όλη τη νύχτα εναλλάξ, διαιρώντας πιθανώς τη νύχτα σε ίσα μέρη και με σειρά διαδέχονταν ο ένας τον άλλο στη φύλαξη. Ο πληθυντικός (φυλακάς) μπήκε για αυτό ακριβώς, για να δηλώσει τα διάφορα αυτά ισόχρονα διαστήματα και όχι γιατί η φύλαξη γινόταν συγχρόνως σε πολλούς τόπους (δ).
(4) Ορίζει το χρόνο, για να δείξει ότι έγινε νύχτα η γέννηση του Σωτήρα και η εμφάνιση των αγγέλων και όχι για να δηλώσει ότι υπήρχαν και φυλακές της ημέρας (δ).
(5) Η πρόθεση επί = πάνω στην ποίμνη. Δηλώνει την παρατήρηση και επίβλεψη της ποίμνης (δ). Ο άγγελος, για τον οποίο μιλά ο επόμενος σ. δεν στάλθηκε στους αρχιερείς ή τους πρεσβυτέρους, οι οποίοι δεν ήταν προετοιμασμένοι να δεχτούν το μήνυμα αυτό, αλλά σε ένα όμιλο ποιμένων φτωχών, οι οποίοι όπως ο Ιακώβ ήταν απλοϊκοί άνθρωποι που έμεναν σε σκηνές. Οι πατριάρχες ήταν ποιμένες, ιδιαιτέρως μάλιστα ο Μωϋσής και ο Δαβίδ την ώρα που έβοσκαν τα ποίμνιά τους κλήθηκαν να κυβερνήσουν το λαό του Θεού.
Στον Μωϋσή το μήνυμα της απελευθέρωσης του Ισραήλ από την Αίγυπτο κομίστηκε, την ώρα που φύλαγε πρόβατα. Και στους ποιμένες αυτούς, οι οποίοι πιθανότατα ήταν ευσεβείς, κομίστηκαν μηνύματα ασυγκρίτως μεγαλύτερης απελευθέρωσης. Σημείωσε, ότι δεν κοιμούνταν αυτοί στα κρεβάτια τους, όταν οι χαρμόσυνες ειδήσεις κομίστηκαν σε αυτούς, αλλά παρέμεναν στους αγρούς αγρυπνώντας. Ήταν ξύπνιοι και για αυτό δεν ήταν δυνατόν να εξαπατηθούν για όσα έβλεπαν και άκουγαν, όπως είναι εύκολο να πάθουν αυτό οι μισοκοιμισμένοι.
Εκείνοι, οι οποίοι πρόκειται να δεχτούν μηνύματα από το Θεό είτε εξωτερικά και τα οποία γίνονται αντιληπτά στις αισθήσεις του σώματος, είτε εσωτερικά με παρηγοριά των καρδιών από το Πνεύμα, πρέπει να ξαγρυπνούν έχοντας το μάτι της ψυχής άγρυπνο. Οι ποιμένες ακόμη, όταν ο άγγελος κόμισε σε αυτούς το χαρμόσυνο μήνυμα, δεν προσεύχονταν, αλλά ασκούσαν τα έργα του επαγγέλματός τους. Φύλαγαν τη νύχτα την ποίμνη τους, για να ασφαλίσουν αυτήν από τους κλέπτες και από την επιδρομή θηρίων. Δεν είμαστε λοιπόν έξω από την οδό των θείων επισκέψεων, όταν ασκούμε ευσυνείδητα και με φόβο Θεού κάποιο έντιμο επάγγελμα.

2.9 καὶ ιδού ἄγγελος κυρίου(1) ἐπέστη(2) αὐτοῖς(3) καὶ δόξα Κυρίου(4) περιέλαμψεν(5) αὐτούς(6), καὶ ἐφοβήθησαν φόβον(7) μέγαν.
9 Σ’ αυτούς παρουσιάστηκε ένας άγγελος Κυρίου και τους περιέβαλε θεϊκή λαμπρότητα. Εκείνοι κατατρόμαξαν,
(1) Σε κάθε περίπτωση ταπείνωσης του Χριστού ελήφθησαν μέτρα από κάποιου είδους επίκαιρης διαμαρτυρίας, που εξασφάλιζαν την αναγνώριση της θεότητάς του. Στο χωρίο αυτό συντελέστηκε αυτό με τον ευαγγελισμό του αγγέλου· στην περιτομή του με το όνομα που δόθηκε σε αυτόν, το Ιησούς = Θεός Σωτήρας· στην παρουσίασή του στο ναό με την υπαπαντή (υποδοχή) και μαρτυρία του Συμεών· στο βάπτισμά του με την άρνηση που αντιτάχτηκε σε αυτόν από τον Ιωάννη· και στο πάθος του με σημάδια περισσότερα από ότι στις υπόλοιπες περιπτώσεις (b).
Όταν δούμε τον υιό της Παρθένου τυλιγμένο σε σπάργανα και ξαπλωμένο σε φάτνη, μπαίνουμε στον πειρασμό να πούμε: Ασφαλώς το νήπιο αυτό δεν είναι δυνατόν να είναι ο Υιός του Θεού. Αλλά όταν βλέπουμε και χορό αγγέλων να παρίσταται στη γέννησή του, οδηγούμαστε να φωνάξουμε: Ασφαλώς δεν μπορεί να είναι κάποιος άλλος ο νεογέννητος αυτός παρά ο Υιός του Θεού, για τον οποίο λέχθηκε, «όταν εισαγάγει τον πρωτότοκον στην οικουμένη λέει: Και θα προσκυνήσουν αυτόν όλοι οι άγγελοι του Θεού» (Εβρ. α 6).
(2) Η έννοια της αιφνίδιας έλευσης δεν εκφράζεται αναγκαστικά από το ρήμα, συμπεραίνεται όμως συχνά από τα συμφραζόμενα. Το ρήμα στην Κ.Δ. είναι αποκλειστικό σχεδόν στον Λουκά. Και στους κλασσικούς συγγραφείς χρησιμοποιείται για εμφάνιση ουράνιων όντων, ονείρων, οπτασιών κλπ. Δες Λουκ. κδ 4,Πράξ. ιβ 7 κγ 11 (p). Η πρόθεση «επί» σημαίνει το «πάνω από αυτούς», σε τόπο δηλαδή υψηλότερο μπροστά τους (δ).
(3) «Για ποιο λόγο τέλος πάντων ο άγγελος δεν πήγε στα Ιεροσόλυμα, δεν ζήτησε τους γραμματείς και τους Φαρισαίους, δεν μπήκε στην ιουδαϊκή συναγωγή, αλλά βρήκε ποιμένες που έμεναν έξω στους αγρούς και φύλαγαν τις φυλακές της νύχτας την ποίμνη τους και σε εκείνους έφερε το χαρμόσυνο μήνυμα; Διότι εκείνοι μεν ήταν διεφθαρμένοι και επρόκειτο να τρίζουν τα δόντια τους από το φθόνο, ενώ αυτοί ήταν άπλαστοι (ανυπόκριτοι), και μιμούνταν με ζήλο τον παλαιό τρόπο ζωής των πατριαρχών και του ίδιου του Μωϋσή· διότι ποιμένες ήταν και αυτοί» (Ω).
Ούτε σοφοί, ούτε διακεκριμένοι με οποιονδήποτε τρόπο, ούτε άνθρωποι επιρροής ήταν οι ποιμένες αυτοί. Επιλέχτηκαν μάλλον για την πτωχεία τους και την αφάνειά τους. Ο παντοδύναμος Θεός επιβλέπει με ιδιαίτερη εύνοια τους χαμηλούς και άσημους. Ο άγγελος εμφανίστηκε στους ποιμένες, σαν να δείχνει, ότι ο Θεός τους πτωχούς του κόσμου αυτού που με καρτερία και ελπίδα προς αυτόν υπομένουν την πτωχεία τους, διάλεξε ως κληρονόμους της βασιλείας του και για αυτό και τώρα τιμά αυτούς.
Αλλά προ παντός έγινε τώρα φανερό, ότι ο Θεός δεν προσβλέπει μεροληπτικά σε πρόσωπα. Μπροστά του αυτοί που κατέχουν τα υψηλά στρώματα της κοινωνίας και αυτοί που ζουν στα ταπεινά με αφάνεια είναι όλοι ίσοι και στη συμμετοχή των αιώνιων ευλογιών του ευαγγελίου δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο μονάρχη που κάθεται σε θρόνο λαμπρό και στο ζητιάνο που ζει σε φτωχή καλύβα.
(4) «Δόξα Κυρίου να εννοήσεις εδώ το θείο φως» (Ζ)· φωτεινή λάμψη, λαμπρό και αστραφτερό φως (δ), το οποίο είναι σημείο της παρουσίας του Θεού ή κάποιου ουράνιου όντος (Β΄ Κορ. γ 18. Δες Λουκ. θ 31,32) (p)
(5) Το ρήμα περιλάμπω = σημαίνει την λάμψη του θαυμαστού εκείνου φωτός που από παντού ερχόταν και τους περικύκλωνε (δ).
(6) Η λάμψη από τον άγγελο περικύκλωσε τους ποιμένες, οι οποίοι, μαζεμένοι καθώς ήταν, βρέθηκαν αιφνίδια κάτω από υπερφυσικό φως που διέλυε το νυχτερινό σκοτάδι.
(7) Για το φόβο εξ’ αιτίας αυτού του είδους των εμφανίσεων δες Λουκ. α 12 (δ). «Ο φόβος εκείνων (των ποιμένων) είναι όχι από δειλία της ψυχής, αλλά από επίγνωση της παρουσίας ανώτερων όντων» (Α).

2.10 καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ ἄγγελος, Μὴ φοβεῖσθε, ἰδοὺ γὰρ(1) εὐαγγελίζομαι(2) ὑμῖν χαρὰν μεγάλην(3) ἥτις(4) ἔσται παντὶ τῷ λαῷ(5),
10 αλλά ο άγγελος τους είπε: «Μην τρομάζετε! Σας φέρνω ένα χαρμόσυνο άγγελμα, που θα γεμίσει με χαρά μεγάλη όλο τον κόσμο:
(1) Για να καθησυχάσει τους ποιμένες ο άγγελος αρχίζει να τους διαβεβαιώνει, ότι το κομιζόμενο από αυτόν μήνυμα είναι χαρμόσυνο (g).
(2) Το ρήμα συναντιέται συχνά στο Λουκά και στον Παύλο και σπανίως αλλού. Αν εξαιρέσουμε το Ματθ. ια 5, όπου πρόκειται για παράθεση, πουθενά στα άλλα ευαγγέλια δεν βρίσκεται (p). Εδώ σημαίνει αναγγέλλω αγαθή είδηση (δ).
(3) Μπαίνει εδώ το αποτέλεσμα αντί για το αίτιο = γεγονός αίτιο μεγάλης χαράς (δ). Ο πρώτος λόγος για τον οποίο ο Χριστιανισμός είναι το αληθινό ευαγγέλιο και η περισσότερο από κάθε άλλη χαρμόσυνη είδηση, είναι ότι αποκάλυψε το Θεό στον άνθρωπο, και ο δεύτερος και εξόχως εμφαντικός λόγος είναι ότι αποκάλυψε τον άνθρωπο στον εαυτό του.
Ουδέποτε άλλοτε μέχρι την εποχή, κατά την οποία γεννήθηκε και αναλήφθηκε ο Χριστός, γνώρισε ο άνθρωπος την ευγένεια του γένους του. Ουδέποτε μέχρι την εποχή, κατά την οποία ο Θεός πήρε σάρκα ανθρώπινη, μπόρεσε να αντιληφθεί ο άνθρωπος, τι μπορεί να αποβεί η σάρκα και η φύση του. Μέχρι την εποχή, κατά την οποία το πλήρωμα της θεότητας κατοίκησε σωματικά στον Ιησού, δεν είχε αντιληφθεί ο άνθρωπος, ότι μπορεί να γίνει κοινωνός θείας φύσης και να ενωθεί με τον ίδιο το Θεό.
Από τη στιγμή που ο Ιησούς γεννήθηκε, η ανθρωπότητα μπήκε σε νέο ξεκίνημα, δόθηκε νέα σημασία και έννοια στις γεννήσεις των ανθρώπων, η μητρότητα εξυψώθηκε σε ορίζοντες ουράνιους και η πατρότητα πήρε ευρύτατη αγιότητα. Ο Χριστός έδειξε, τι μπορεί να γίνει ο άνθρωπος και συνεπώς καθόρισε μόνιμα την υψηλή αξία του.
(4) Η οποία είναι τόσο μεγάλη, ώστε δεν θα χαροποιήσει μόνον εσάς, αλλά ολόκληρο το λαό (g).
(5) «Τον κυρίως λαό του Θεού. Διότι δεν είναι όλοι οι Ιουδαίοι λαός του Θεού. Αλλά και σε όλο το λαό των ανθρώπων, που δεν είναι κυρίως Ιουδαίοι, έγινε χαρά η σάρκωση του Θεού» (Θφ). Για όλους μας ο Χριστός πέτυχε την απολύτρωση από την αμαρτία και την ενοχή. Υπάρχει πιο χαρμόσυνο γεγονός από αυτό; Η μεγαλύτερη πληγή των ανθρώπων είναι η μάστιγα της ένοχης συνείδησης. Πολλές άλλες αθλιότητες και δυστυχίες είναι δυνατόν με το χρόνο και με την ικανότητα να απομακρυνθούν και όλες βρίσκουν το τέλος τους στον τάφο.
Αλλά η ένοχη συνείδηση είναι κάτι το οποίο κανείς δεν μπορεί να απομακρύνει ούτε από τον εαυτό του ούτε από τους άλλους. Το ότι και μετά θάνατον μας τύπτει και μας καταδιώκει μέχρι το ίδιο το βήμα του παγκόσμιου Κριτή και θα μας βασανίζει στον τόπο της απόγνωσης και του εξωτέρου σκότους, κάνει το κεντρί της φοβερό και εξόχως οδυνηρό.
Αλλά ο Χριστός μάς ελευθέρωσε από τη μάστιγα αυτή. Αφού κατανίκησε τον σκληρό και κακεντρεχή εχθρό, ο οποίος είναι συγχρόνως εχθρός και του Θεού και του ανθρώπου, δηλαδή τον διάβολο, εξασφάλισε και ετοίμασε σε εμάς τόπο στους ουρανούς και παραμένει πάντοτε μαζί μας. Στην παρούσα ζωή η παρουσία του μας γεμίζει χαρά μέχρι τις τελευταίες μας στιγμές, αλλά και τότε δεν μας αφήνει, διότι η καθοδήγησή του και η χαροποιός παρουσία του μας συντροφεύει και όταν θα μπούμε στη σκοτεινή εκείνη κοιλάδα, η οποία χωρίζει την επίγεια σκηνή από την αιώνια κατοικία του ουρανού.

2.11 ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν(1) σήμερον σωτὴρ(2) ὅς ἐστιν Χριστὸς Κύριος(3) ἐν πόλει Δαυίδ(4)·
11 Σήμερα, στην πόλη Δαβίδ γεννήθηκε για χάρη σας σωτήρας –κι αυτός είναι ο Χριστός, ο Κύριος.
(1) Ή για σας τους ποιμένες ως τμήμα και ίσως ειδικά ως τμήμα περιφρονημένο του λαού του Ισραήλ (p). Ή, πιο σωστά, το «για σας» αναφέρεται στο, «σε όλο το λαό» = για σωτηρία όλων σας (δ). Για σας γεννήθηκε. Για σας τους Ιουδαίους κατά πρώτον. Αλλά και για σας τους ποιμένες, παρόλο που είστε φτωχοί και αφανείς κατά κόσμον. Γεννήθηκε για σας τους ανθρώπους, όχι για μας τους αγγέλους. Δεν πήρε τη δική μας αγγελική φύση, αλλά τη δική σας ανθρώπινη φύση, για να εκπληρωθεί ο λόγος του Ησαΐου (θ 6): Παιδί γεννήθηκε για μας, και γιος δόθηκε σε μας.
(2) Μόνο εδώ και στο α 47 στο Λουκά και μία φορά στον Ιωάννη (δ 42), δύο στις Πράξεις (ε 31,ιγ 23) και συχνά στην προς Τίτον και Β΄ Πέτρου (p), και επιπλέον και στα Εφεσ. ε 23,Φιλιπ. γ 20 και Α΄ Ιω. δ 14. Στην Π.Δ. αποδίδεται στο Θεό και μερικές φορές και σε εκείνους, τους οποίους ο Θεός στέλνει για απελευθέρωση του λαού του από τους εχθρούς τους. Ανταποκρινόταν προς την χρήση των Ελλήνων δυναστών, οι οποίοι έπαιρναν τον τίτλο που συνόδευε την αποθέωσή τους (π.χ. Πτολεμαίου του σωτήρος και θεού). Οι ελληνιστικές πόλεις της Ασίας μαζί με την Έφεσο χαιρέτησαν τον Ιούλιο Καίσαρα ως «θεό ένδοξο και κοινό σωτήρα του ανθρώπινου βίου» (L).
(3) «Είναι Χριστός από τη μία επειδή η ανθρώπινή του φύση χρίστηκε με τη θεότητα και είναι Κύριος από την άλλη επειδή είναι Θεός» (Ζ). Είναι Χριστός ο Μεσσίας στον οποίο κατοικεί όλο το πλήρωμα της θεότητας και των θείων χαρισμάτων (δ). Στο Λουκά πάντως η απουσία του άρθρου, η τόσο συχνή στα δύο πρώτα κεφάλαια, δεν εμποδίζει το άναρθρο Χριστός να σημαίνει ο Μεσσίας. Το Κύριος χρησιμοποιούνταν ως επίθετο και στους ειδωλολατρικούς θεούς ή τους θεοποιημένους αυτοκράτορες, έμπαινε όμως μπροστά από το όνομα (π.χ. στον κύριο Σέραπι). Ο Λουκάς βάζει αυτό μετά το όνομα Μεσσίας, ίσως για να σημάνει ότι ο Χριστός είναι ο μόνος Κύριος (L).
Ο τίτλος Χριστός βρίσκεται σε ειδική σχέση με τον ιουδαϊκό λαό, ο οποίος μόνος ανέμενε τον Μεσσία, τον Χριστό του Θεού. Ο τίτλος Κύριος εκφράζει τη σχέση του Ιησού με ολόκληρο τον κόσμο και με αυτούς ακόμη τους αγγέλους (g).
Ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Μεσσίας, ο Χρισμένος από τον Πατέρα. Αλλά είναι και ο Κύριος, ο Κύριος όλων. Είναι ο Θεός, διότι στην Π.Δ. το όνομα Κύριος ανταποκρίνεται προς το όνομα Ιεχωβά. Είναι και Σωτήρας, και θα είναι τέτοιος σε εκείνους, οι οποίοι δέχονται αυτόν ως Κύριό τους.
(4) Συντάσσεται με το ετέχθη (b) και δείχνει, ότι ο σωτήρας αυτός είναι ο βασιλιάς του Ισραήλ που υποσχέθηκαν οι προφήτες (p).

2.12 καὶ τοῦτο ὑμῖν τὸ σημεῖον(1), εὑρήσετε βρέφος ἐσπαργανωμένον, κείμενον(2) ἐν φάτνῃ.
12 Και τούτο είναι το σημάδι για να τον αναγνωρίσετε: Θα βρείτε ένα βρέφος σπαργανωμένο και ξαπλωμένο μέσα σ’ ένα παχνί».
(1) «Αυτό ας είναι σε σας το τεκμήριο για το ότι λέω αλήθεια» (Ζ), το σημείο που επιβεβαιώνει την υπερφυσική αναγγελία, για την οποία θα μπορούσαν να υποπτεύσουν, ότι επρόκειτο για κάποια πλάνη της φαντασίας (L). Ή το σημάδι με το οποίο θα αναγνωρίσετε το παιδί που γεννήθηκε. Δεν ήταν δυνατόν να υπάρχουν πολλά νεογέννητα βρέφη τη νύχτα εκείνη στη Βηθλεέμ, και αν είχαν γεννηθεί και κάποια άλλα πάντως κανένα από αυτά δεν θα ήταν ξαπλωμένο σε φάτνη (g).
Αξιόλογη και η παρατήρηση: Και η ίδια η ταπεινή φάτνη είναι μέχρι σήμερα σημάδι σε αυτούς που πιστεύουν (b). Η πίστη των ποιμένων υποβλήθηκε με το λόγο αυτό του αγγέλου σε δοκιμασία. Διότι ο λόγος αυτός συγκρουόταν με όλες τις σχετικά με το Μεσσία προκαταλήψεις τους, τον οποίο για κανένα λόγο δεν θα ανέμεναν ως νήπιο ασθενές και κάτω από τέτοιες συνθήκες βρισκόμενο.
(2) Υπάρχει και η γραφή εσπαργανωμένον και κείμενον εν φάτνη. Και τα δύο αποτελούν το σημάδι επειδή είναι εκ πρώτης όψεως αντιφατικά. Ένα βρέφος ήταν δυνατόν να απορριφθεί σε φάτνη αφρόντιστο και ως ανεπιθύμητο από τους γονείς του. Το εκπληκτικό όμως εδώ είναι, ότι επιδείχτηκε επιμελής φροντίδα για αυτό και σπαργανωμένο μπήκε στη φάτνη, πράγμα το οποίο από καμιά μητέρα που θα διέμενε μόνιμα στη Βηθλεέμ δεν θα γινόταν (L).
Ίσως θα ανέμεναν να τούς λεχθεί: Θα βρείτε αυτόν νήπιο μεν αλλά τυλιγμένο σε λαμπρά και πολυτελή σπάργανα, στην καλύτερη οικία της πόλης μέσα σε κούνια μεγαλοπρεπή κυκλωμένη από συνοδεία τιμητική με στολές επίσημες. Αλλά όχι· λέγεται σε αυτούς το αντίθετο. Θα τον βρείτε τυλιγμένο σε σπάργανα και τοποθετημένο μέσα σε φάτνη.
Όταν ο Χριστός ήταν στη γη, διακρίθηκε, και διακρίθηκε αισθητά, όχι με κάτι άλλο τόσο, όσο με την ταπείνωσή του. Αλλά και μέχρι σήμερα ο Θεός υποκρύπτεται πολλές φορές κάτω από φαινόμενα κοινά και τα οποία συνήθως πέφτουν στα μάτια μας. Ό,τι έγινε τότε με τον σαρκωθέντα Λόγο, το ίδιο μπορεί να παρατηρηθεί και μέχρι σήμερα στην αγία Βίβλο, την οποία ο Θεός μας παρέδωσε.
Τι είναι αυτή; Μία δέσμη φύλλων, γραμμένων από χέρι και μελάνι, που πολλαπλασιάζονται από τον τύπο και μεταφέρονται εδώ και εκεί με τα συνήθη μέσα της μεταφοράς, που πωλούνται και αγοράζονται στα βιβλιοπωλεία, που φθείρονται στα χέρια των ανθρώπων και σχίζονται πολλές φορές και διασκορπίζονται από αγροίκους και αμαθή πρόσωπα. Και όμως στο Βιβλίο των βιβλίων, το τόσο υλικό, γήινο και ανθρώπινο κατά την εξωτερική του εμφάνιση, βρίσκεται κρυμμένη η ίδια η πνοή και η χάρη του παντοδύναμου Θεού, που αφυπνίζει και εξυψώνει τις καρδιές και αναγεννά τις ψυχές.

2.13 καὶ ἐξαίφνης(1) ἐγένετο σὺν τῷ ἀγγέλῳ(2) πλῆθος(3) στρατιᾶς(4) οὐρανίου αἰνούντων τὸν θεὸν καὶ λεγόντων(5),
13 Ξαφνικά, κοντά στον άγγελο, παρουσιάστηκε ένα πλήθος απ’ την ουράνια στρατιά των αγγέλων, οι οποίοι υμνούσαν το Θεό και έλεγαν:
(1) Η εμφάνιση στο σ. 9 δεν ήταν λιγότερο αιφνίδια, το έκτακτο όμως εδώ είναι, ότι ολόκληρο πλήθος αγγέλων εμφανίζεται συγχρόνως (L).
(2) «Δηλαδή ήλθε μαζί με τον άγγελο εκείνο» (Ζ). Γίνεσθαι συν τινί = προστίθενται σε κάποιον, έρχονται και συνενώνουν τους εαυτούς τους με εκείνον (δ). Αξιοσημείωτη η παρατήρηση: «Μπορούμε να σκεφτούμε ότι ήταν αρχάγγελος εκείνος που έφερε το ευχάριστο μήνυμα στους ποιμένες, κατεβαίνοντας μαζί με την κάτω από την εξουσία του στρατιά, για να φέρει την ευχάριστη είδηση της σωτηρίας των ανθρώπων, έστω και αν τότε συνομιλούσε με αυτούς εντελώς μόνος, χωρίς να φαίνεται με τα μάτια τους η υφισταμένη του στρατιά, επειδή από τη φύση της είναι αόρατη» (Κ).
(3) Πλήθος που βγήκε από τα βάθη του αόρατου αυτού κόσμου, που μας κυκλώνει από παντού (g). Δηλώνει μεγάλο αριθμό, χωρίς όμως και να εξαντλείται το αναρίθμητο πλήθος της ουράνιας στρατιάς. Δες Δανιήλ ζ 10 (L).
(4) Ενδοξη ονομασία. Εδώ όμως η στρατιά αυτή διακηρύσσει ειρήνη (b) ανόμοια με τις άλλες στρατιές που κηρύσσουν πόλεμο. Το στρατιάς μπορεί να είναι γενική διαιρετική= πλήθος που αποτελεί μέρος του ουράνιου εκείνου πλήθους, το οποίο αποτελεί τη στρατιά του Θεού (g). Οπότε το αἰνούντων που ακολουθεί= Η όλη ουράνια στρατιά δοξολογούσε το Θεό, και όχι απλώς το τμήμα εκείνο που ήταν ορατό από τους ποιμένες τη στιγμή εκείνη (p).
(5) Η σύνταξη είναι με σχήμα κατά το νοούμενον = ουράνια στρατιά αγγέλων που αινούσαν το Θεό (δ). Οι άγγελοι αινούν τον Κύριο για τα έργα του (Ψαλμ. ρμη 2 και εξής) (L). Δοξολογούν τώρα «την μία θεότητα για τη σωτηρία που οικονόμησε (σχεδίασε)» (Ζ). Οι ουράνιοι άγγελοι δοξολόγησαν με φωνή μεγάλη τον Κύριο «όταν έγιναν τα άστρα» (Ιωβ λη 7) και διακόνησαν στην παράδοση του νόμου (Δευτερον. λγ 2, Πραξ. ζ 38, Γαλατ. γ 19), ουδέποτε όμως άλλοτε είχαν να επιτελέσουν πιο χαρμόσυνο έργο από το να αναπέμψουν ύμνους στο Θεό για τη σάρκωση του Υιού του (ο).

2.14 (1)Δόξα ἐν ὑψίστοις(2) θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς(3) εἰρήνη(4) ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία(5).
14 «Δόξα στον ύψιστο Θεόκαι ειρήνη στη γη, αγάπη και σωτηρία για τους ανθρώπους!»
(1) Υπάρχουν δύο κύριοι τρόποι σύνταξης και διαίρεσης αυτού του ύμνου. Μπορεί να διαιρεθεί ή σε δύο ή σε τρεις προτάσεις και η διαφορά αυτή της σύνταξης συνδέεται με κάποια διαφορετική γραφή, που έγινε δεχτή από πολλούς νεώτερους ερμηνευτές. Αυτή η γραφή είναι «ευδοκίας» αντί για «ευδοκία». Εάν δεχτούμε τη γραφή αυτή, τότε ο ύμνος αποτελείται από δύο και όχι από τρεις προτάσεις (g) = Δόξα (είναι ή ας είναι) στον ουράνιο Θεό και πάνω στη γη ειρήνη στους ανθρώπους, στους οποίους ευδόκησε ο Θεός. Έτσι λοιπόν σύμφωνα με τους ερμηνευτές αυτούς προκύπτει ακριβής παραλληλισμός του δόξα και ειρήνη, του εν υψίστοις και επί γης, του Θεού και του εν ανθρώποις (δ).
Οι περισσότεροι από τους νεώτερους ερμηνευτές δέχονται τη σύνταξη και διαίρεση αυτή πρώτον μεν για την γενική προτίμηση των γραφών των αλεξανδρινών μεγαλογράμματων κωδίκων και δεύτερον, για τον επιτυγχανόμενο παραλληλισμό μεταξύ των δύο ημιστιχίων που προκύπτουν έτσι.
Αλλά η γραφή «ευδοκία» στηρίζεται σε 15 μεγαλογράμματους κώδικες, μεταξύ των οποίων και δύο, οι οποίοι συνήθως ακολουθούν τα αλεξανδρινά χειρόγραφα. Από την άλλη η φράση «άνθρωποι ευδοκίας» τι σημαίνει; Σημαίνει άνθρωποι που εμπνέονται από αγαθή θέληση και εμψυχώνονται από την αγάπη του καλού; Η έννοια αυτή ελάχιστα ταιριάζει με τα συμφραζόμενα, με τα οποία μόνος ο Θεός και η ευσπλαχνία του δοξάζεται.
Αναγκαστικά λοιπόν πρέπει να εκλάβουμε τη φράση ότι σημαίνει ανθρώπους, στους οποίους ο Θεός δείχνει την αγαθή θέλησή του. Αλλά όταν η λέξη άνθρωπος η άνδρας συνδέεται έτσι με γενική πτώση, το αντικείμενο ή η γενική σημαίνει πάντοτε ιδιότητα αυτού του ίδιου του ανθρώπου. Δες άνδρας ελέους (Σοφ. Σειρ. μδ 10), άνθρωπος αμαρτίας (Β΄ Θεσ. β 3), τέκνο απωλείας, υιός οργής κλπ. (g). Η έννοια του όλου ύμνου αποδόθηκε από διαφόρους με διάφορους τρόπους.
Πρώτη εκδοχή: «Δόξα [θα είναι ή ας είναι] στο Θεό, διότι πάνω στη γη έγινε τώρα ειρήνη… και στους ανθρώπους ευδοκία [έγινε] δηλαδή επανάπαυση του Θεού. Επαναπαύτηκε δηλαδή ο Θεός τώρα και ευαρεστήθηκε με τους ανθρώπους, ο οποίος προηγουμένως βεβαίως, δεν ευδοκούσε ούτε αρεσκόταν με τους ανθρώπους» (Θφ). «Για να μάθεις, ότι για αυτό δοξάζουν το Θεό, επειδή πήρε πίσω η γη τα αγαθά, πρόσθεσαν οι άγγελοι και την αιτία, λέγοντας: και πάνω στη γη ειρήνη, στους ανθρώπους ευδοκία, τους ανθρώπους του βρίσκονταν σε πόλεμο με το Θεό, που ήταν αχάριστοι» (Χ).
Σχετική και η: «Ύμνος στους ουρανούς στο Θεό… διότι και πάνω στη γη έγινε ειρήνη, η οποία πολιτεύεται στους ουρανούς, επειδή ειρηνεύουν τώρα και οι άνθρωποι με το Θεό. Ή διότι και πάνω στη γη φανερώθηκε ο υιός του Θεού, ο οποίος είναι ειρήνη του κόσμου» (Ζ).
Δεύτερη εκδοχή: Δόξα ας είναι στο Θεό στα ύψιστα μέρη και πάνω στη γη είθε να είναι ειρήνη· αφού υπάρχει η ευαρέσκεια και αγαθή θέληση του Θεού μεταξύ των ανθρώπων (b). Για τις δύο πρώτες προτάσεις φυσικότερο φαίνεται να υπονοήσουμε την ευκτική εἴη (=είθε να είναι). Οι άγγελοι ζητούν ώστε από ουρανό σε ουρανό μέχρι το θρόνο του Θεού τα μακάρια πνεύματα να τονίσουν ύμνο δοξολογίας προς το Θεό και πάνω στη γη την ταραγμένη από την αμαρτία και τόσους αγώνες να κατεβεί επί τέλους η θεία ειρήνη. Τέλος στην τρίτη πρόταση παρέχεται η δικαιολόγηση των δύο ευχών που προηγήθηκαν. Παρέχεται ο λόγος για τον οποίο οφείλεται ύμνος στο Θεό στους ουρανούς και ο λόγος της ειρήνης πάνω στη γη: Ο Θεός εκδήλωσε λαμπρά την αγαθή του θέληση και διάθεση, την οποία έχει για τους ανθρώπους (g).
Τρίτη εκδοχή: Οι άγγελοι απευθύνονται προς τον γεννημένο Μεσσία λέγοντας: Δόξα δηλαδή αιτία δόξας είσαι εσύ για τον ύψιστο Θεό, και στη γη ειρήνη, στους ανθρώπους ευδοκία. Δηλαδή για σένα θα δοξαστεί στους ουρανούς ο Θεός, για σένα θα ειρηνεύσει η γη, για σένα θα ευδοκήσει ο Θεός στους ανθρώπους (δ). Η δεύτερη εκδοχή πιο εύστοχη.
(2) στους ύψιστους τόπους ή μέρη. Η λέξη ισοδυναμεί με το «στους ουρανούς» (δ). «Ύμνος στους ουρανούς» (Ζ)· δόξα που αποδίδεται στο Θεό στους ουρανούς από τους αγγέλους (Meyer). «Διότι κανείς από αυτούς που είναι στη γη δεν μπορεί να αναπέμψει τη δοξολογία [που αρμόζει και είναι αντάξια] για την κατάβαση του Υψίστου, αλλά μόλις που μπορούν οι ουράνιες δυνάμεις, οι οποίες με το να ανυμνούν τον ύψιστο υψώνονται περισσότερο. Διότι με το να πουν με έμφαση «στα ύψιστα μέρη», φανέρωσαν την υψηλότερη απ’ όλες δόξα που οφείλεται να αναπέμπεται στο Χριστό και ότι οι πιο υψηλές από όλες τις ουράνιες δυνάμεις, μπορούν σε κάποιο βαθμό να υμνολογήσουν το Χριστό» (Ω).
Οι ουράνιοι άγγελοι, μολονότι η γέννηση του Μεσσία δεν τους ενδιέφερε άμεσα, θα αναπέμψουν δόξα προς το Θεό. Δες Αποκ. ε 11,12. Δόξα στο Θεό του οποίου η εύνοια και η αγάπη συνέλαβε ως σχέδιο και έφερε εις πέρας αυτήν την χάρη· και του οποίου η σοφία οικονόμησε έτσι τα πράγματα, ώστε κανένα από τα θεία ιδιώματα να μην δοξάζεται εις βάρος του άλλου, αλλά η δόξα να αναφέρεται σε όλες τις θείες ιδιότητες, και στην αγαθότητα και στην αγιότητα και στη δικαιοσύνη και στη σοφία του Θεού. Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ. Βεβαίως και αδιαμφισβήτητα η δόξα του Θεού ούτε να αυξηθεί ούτε να μειωθεί είναι δυνατόν.
Αλλά όσο τα πλάσματά του γνωρίζουν περισσότερο αυτόν, τόσο περισσότερο κινούνται σε θαυμασμό και αίνο των απείρων τελειοτήτων του. Έτσι και οι άγγελοι τώρα με τη δοξολογία τους αυτή, διακηρύττουν, ότι η σάρκωση του Υιού του Θεού υπήρξε νέα αποκάλυψη σε αυτούς, νέα φανέρωση σε αυτούς του θεϊκού ανεξερεύνητου πλούτου της σοφίας, της δύναμης, της αγάπης.
Η άπειρη συγκατάβαση του Υιού του Θεού, ο οποίος ήδη έγινε και άνθρωπος, όπως υπήρχε αιωνίως και Θεός, και ταπείνωσε τον εαυτό του με την κένωση και συγκατέβη μέχρι του να πάρει ως δική του τη φύση μας, ήταν μέχρι τη στιγμή αυτή το άγνωστο στους αγγέλους μυστήριο, το οποίο ανακαλυπτόμενο τώρα κινεί αυτούς σε δοξολογία και αίνο του πανάγαθου και πάνσοφου Θεού.
(3) Όχι απλώς στην Ιουδαία, αλλά ούτε πλέον μόνο στους ουρανούς (b).
(4) «Εμείς όμως οι ταλαίπωροι, προβάλλοντας στα θελήματα του Κυρίου τις δικές μας επιθυμίες, καταντήσαμε στη θέση των εχθρών του. Αυτό όμως έχει καταργηθεί με το Χριστό, γιατί αυτός είναι η ειρήνη μας, και μας ένωσε μέσω του εαυτού του με το Θεό και Πατέρα, βγάζοντας από τη μέση την αμαρτία που μάς κάνει εχθρούς του και δικαιώνοντάς μας με την πίστη, αλλά και καλώντας κοντά του αυτούς που βρίσκονται μακριά. Και με άλλο τρόπο, ένωσε τους δύο λαούς σε ένα καινούργιο άνθρωπο, κάνοντας ειρήνη και συμφιλιώνοντας και τους δύο σε ένα σώμα με τον Πατέρα. Γιατί θέλησε ο Θεός να συνάψει τα πάντα στον εαυτό του, ενώνοντας τα κάτω με τα ουράνια, και να κάνει ένα ποίμνιο αυτούς που είναι στον ουρανό και στη γη» (Κ).
Πράγματι «με τη φράση «πάνω στη γη ειρήνη» παρουσιάζεται το γεγονός ότι ειρηνοποιήθηκαν με την έλευση του Χριστού και τα γήινα και τα ουράνια. Επειδή δηλαδή ζητούσαν οι άγγελοι του Θεού, βλέποντας τους ανθρώπους να είναι εχθροί λόγω των αμαρτιών τους, να τους κάνουν φίλους και έκαναν ό,τι περνούσε από αυτούς, για να τους θεραπεύσουν, οι άνθρωποι όμως παρόλ΄αυτά δεν θεραπεύτηκαν, βλέποντας οι άγγελοι αυτόν που θα τους θεραπεύσει (το Χριστό) δοξάζουν και λένε το «επί γης ειρήνη» » (Ω).
Ο Χριστός ειρήνευσε τον άνθρωπο με το Θεό. Ο άνθρωπος λόγω των κακών έργων του είχε αποξενωθεί από το Θεό και επειδή έβλεπε, ότι με τα έργα του δεν αγαπούσε το Θεό, φοβόταν, ότι ο Θεός τον μισούσε. Αλλά τώρα γεννήθηκε παιδί, το οποίο επρόκειτο να «σκοτώσει την έχθρα» η οποία υπήρχε μέσα στην καρδιά του ανθρώπου και θα προσείλκυε και πάλι με την εξιλαστήρια θυσία του το ρεύμα της θείας αγάπης στον αμαρτωλό. Αλλά ο άνθρωπος δεν βρισκόταν σε ειρήνη ούτε με τους αδελφούς του.
Η ιδιοτέλεια και φιλαυτία είναι η ρίζα όλων των διαιρέσεων στη γη, από τους ασήμαντους διαπληκτισμούς, οι οποίοι διαταράσσουν την ειρήνη των χωριών μέχρι τους καταστρεπτικούς πολέμους, οι οποίοι ερημώνουν τη γη. Αλλά το βρέφος της Βηθλεέμ ήλθε να ξεριζώσει την ιδιοτέλεια από τις καρδιές των ανθρώπων και αντί για αυτήν να εμφυτεύσει σε αυτές το φυτό της αγάπης. Οσοδήποτε και αν είναι μακριά η ημέρα, θα έλθει όμως αυτή ασφαλώς, οπότε τα έθνη δεν θα γνωρίσουν στο εξής τον πόλεμο, και οι άνθρωποι βαθμιαία θα συναδελφώνονται με Πατέρα και προστάτη το Θεό.
(5) Σύμφωνα με τη γραφή ευδοκίας: «Το «ἐν ἀνθρώποις εὐδοκίας» το λένε οι άγγελοι, αντί να πουν· επιθύμησε ο Θεός να ευεργετήσει τους ανθρώπους. Διότι ευδοκώ σημαίνει το να επιθυμώ πάρα πολύ κάτι» (Ω). Ανθρωποι ευδοκίας= άνθρωποι, τους οποίους η θεία εύνοια ευλόγησε (p). Η γραφή ευδοκία = η ειρήνη στη γη προέρχεται από την αγαθή θέληση του Θεού (L).
Ο όρος ευδοκία μπαίνει για να δηλώσει τη θεία εύνοια προς τους ανθρώπους, που προβάλλεται όχι ως το αποτέλεσμα, αλλά ως η αιτία της σωτηρίας των ανθρώπων (g). Όχι μόνο ειρήνη πάνω στη γη αλλά και χάρη. Όχι μόνο συγχώρεση, αλλά και κάθε ευλογία, που απορρέει από την αγαθή θέληση και εύνοια του Θεού προς τους ανθρώπους. Δεν μπορεί κάποιος να ελπίζει κάτι άλλο τόσο αγαθό, τόσο μεγάλο, τόσο υψηλό, από το να είναι αδελφός του αιωνίου Υιού και παιδί του αιωνίου Πατέρα και από το να έχει μέσα του το αιώνιο Πνεύμα που ενσωματώνει και συνενώνει αυτόν με το Χριστό ως αληθινό μέλος του Υιού.

2.15 Καὶ ἐγένετο ὡς ἀπῆλθον ἀπ᾽ αὐτῶν εἰς τὸν οὐρανὸν οἱ ἄγγελοι, και οι άνθρωποι(1) οἱ ποιμένες(2) είπον πρὸς ἀλλήλους, Διέλθωμεν(3) δὴ(4) ἕως(5) Βηθλέεμ καὶ ἴδωμεν τὸ ῥῆμα τοῦτο(6) τὸ γεγονὸς(7) ὃ ὁ κύριος ἐγνώρισεν ἡμῖν.
15 Όταν οι άγγελοι έφυγαν στον ουρανό, οι βοσκοί είπαν μεταξύ τους: «Ας πάμε λοιπόν ως τη Βηθλεέμ να δούμε αυτά που έγιναν και που μας έκανε γνωστά ο Κύριος».
(1) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν το «οι άνθρωποι». Η αποσιώπηση αυτή οφείλεται αναμφίβολα στο εκ πρώτης όψης παράδοξο της έκφρασης. Η λέξη αποδίδει τελείως την εντύπωση των ποιμένων, όταν μετά την εξαφάνιση των αγγέλων, βρέθηκαν μόνοι μεταξύ των ανθρώπων. Κανείς δεν θα σκεπτόταν να επινοήσει εδώ μία τέτοια γλωσσική έκφραση (g). Λέγεται σε αντίθεση με το «οι άγγελοι». Άνθρωποι ήλθαν προς τον Ιησού, την ώρα που άγγελοι επιτελούσαν το έργο τους εξ’ αποστάσεως (b).
(2) Το «οι ποιμένες», είναι προσδιορισμός αυτού. Ποιοί δηλαδή άνθρωποι ήταν αυτοί; Οι ποιμένες (δ). Όταν δεν αναμένουμε πλέον έκτακτα μηνύματα από τον ουράνιο κόσμο, πρέπει να φροντίζουμε να επωφεληθούμε από τα πλεονεκτήματα, τα οποία η χάρη του Θεού ευδόκησε να μας παράσχει, και να στηρίξουμε ακόμη περισσότερο την πίστη μας, και να διατηρήσουμε και την επικοινωνία μας με το Θεό στον κατώτερο αυτόν κόσμο. Αυτό έπραξαν εδώ οι ποιμένες.
(3) Η πρόθεση «δια» στο διέλθωμεν σημαίνει το διαμέσου της πεδιάδας, η οποία τους χώριζε από την πόλη (g) = Ας περάσουμε όλο το ενδιάμεσο διάστημα. Το διέλθωμεν έως, συνηθίζεται από το Λουκά (Πράξ. θ 38,ια 19) αντί για τον κλασσικό τύπο διέρχομαι εις, το οποίο επίσης βρίσκεται στο Πράξ. ιη 27 (δ).
(4) Το «δη» προσδίδει χαρακτήρα εσπευσμένο στο διέλθωμεν (g). Μετά από προστακτική μάλιστα σημαίνει ό,τι και το οὖν ή λοιπόν (L).
(5) Συνυπονοεί κάποια απόσταση (L).
(6) Λιγότερο πιθανώς: «ας δούμε αυτόν το λόγο, δηλαδή ας εξετάσουμε το λόγο σχετικά με το ότι γεννήθηκε σήμερα Σωτήρας σε μας. Και ας τον εξετάσουμε αυτόν με το σημάδι που μάς δόθηκε» (Ζ) ή, πιο σωστά, δεν είναι ανάγκη η λέξη να περιοριστεί στο λόγο του αγγέλου. Μάλλον πρόκειται για το πράγμα, για το οποίο αυτός μίλησε (p). Το ρήμα λοιπόν= το πράγμα (δ), μάλιστα όταν βρίσκεται σε συνδυασμό με το ίδωμεν (g).
(7) Οι ποιμένες πιστεύουν, ότι αυτό που ειπώθηκε σε αυτούς από τον άγγελο συντελέστηκε ήδη (b). Δεν μιλούν με αμφιβολία: Ας πάμε να δούμε εάν πράγματι έγινε αυτό, όπως μάς ειπώθηκε. Αλλά εκφράζονται με βεβαιότητα: Ας πάμε να δούμε αυτό που έγινε, για να μάθουμε περισσότερα για αυτό που μάς αναγγέλθηκε.

2.16 καὶ ἦλθον σπεύσαντες καὶ ἀνεῦρον(1) τήν τε Μαριὰμ(2) καὶ τὸν ᾽Ιωσὴφ καὶ τὸ βρέφος κείμενον ἐν τῇ φάτνῃ(3)·
16 Τρέχοντας ήρθαν και βρήκαν τη Μαριάμ και τον Ιωσήφ, και το βρέφος ξαπλωμένο στο παχνί.
(1) Η πρόθεση «ανά» δηλώνει εξέταση και έρευνα που προηγήθηκε από την επίτευξη του σκοπού = κατόρθωσαν μετά από αναζήτηση να βρουν. Μία ακόμη φορά στην Κ.Δ. συναντιέται να χρησιμοποιείται με την ίδια έννοια από τον Λουκά στο Πράξ. ια 25 (δ).
(2) Η Μαρία μπαίνει μπροστά από τον Ιωσήφ, διότι πάντοτε αυτήν έχει υπ’ όψιν ο Λουκάς (L).
(3) Με άρθρο = τη φάτνη που από τον άγγελο αναφέρθηκε ως σημάδι αναγνώρισης (δ). Η πτωχεία και αφάνεια στην οποία βρήκαν το Χριστό και Κύριο, δεν υπήρξε πέτρα σκανδάλου για την πίστη τους. Ήταν και αυτοί φτωχοί, ήξεραν όμως από την ευλαβή πείρα τους, τι αξίζει να ζει κανείς ζωή άνετης επικοινωνίας με το Θεό κάτω από περιστάσεις φτώχειας και αφάνειας. Είναι πολύ πιθανό, αν όχι και εξ’ ολοκλήρου βέβαιο, ότι οι ποιμένες ανακοίνωσαν στη Μαρία και τον Ιωσήφ τα σχετικά με την οπτασία των αγγέλων και για τον ύμνο τον οποίο άκουσαν.
Και αυτό θα υπήρξε ενίσχυση στη μητέρα και τον κηδεμόνα του παιδιού ασυγκρίτως μεγαλύτερη, από όσο αν γινόταν η επίσκεψη αυτή σε αυτούς από τις κυρίες της ανώτερης τάξης της Βηθλεέμ. Πιθανώς και η Μαρία και ο Ιωσήφ θα ανακοίνωσαν στους ποιμένες τις υπερφυσικές οπτασίες και ανακοινώσεις, τις οποίες είχαν πάρει για το παιδί. Και έτσι με την αναμεταξύ τους ανακοίνωση της πείρας την οποία είχαν και οι δύο, πολύ στηρίχτηκαν και τα δυο μέρη στην πίστη τους.

2.17 ἰδόντες δὲ διεγνώρισαν(1) περὶ τοῦ ῥήματος(2) τοῦ λαληθέντος αὐτοῖς περὶ τοῦ παιδίου τούτου.
17 Όταν τους είδαν, τους διηγήθηκαν τα λόγια που τους είπε ο άγγελος γι’ αυτό το παιδί.
(1) Από τα αλεξανδρινά μεγαλογράμματα χειρόγραφα υποστηρίζεται η γραφή εγνώρισαν = έκαναν γνωστό. Το διαγνωρίζω είναι λέξη που συναντιέται μία μόνο φορά. Στους εθνικούς συγγραφείς = ακριβώς διακρίνω. Εδώ = ακριβώς, λεπτομερώς έκαναν γνωστό, όπως δείχνουν τα συμφραζόμενα (δ).
(2) Εδώ το ρήμα = το λόγο των αγγέλων που ειπώθηκε για το παιδί (δ), «ότι γεννήθηκε για το λαό Σωτήρας» (Ζ).

2.18 καὶ πάντες(1) οἱ ἀκούσαντες ἐθαύμασαν(2) περὶ(3) τῶν λαληθέντων ὑπὸ τῶν ποιμένων πρὸς αὐτούς·
18 Όλοι όσοι τα άκουσαν έμειναν κατάπληκτοι μ’ αυτά που τους είπαν οι βοσκοί.
(1) Πρόκειται απλώς και μόνο για αυτούς που έτυχε να είναι εκεί κοντά στη φάτνη μαζί με τη Μαρία και τον Ιωσήφ ή και για αφήγηση των ποιμένων σε άλλους, τους οποίους συνάντησαν μετά την έξοδό τους από το κατάλυμα; Μάλλον είναι πιθανόν από το «όλοι» ότι και σε άλλους ανακοίνωσαν το γεγονός οι ποιμένες, οπότε η από το κατάλυμα αναχώρησή τους πρέπει να τοποθετηθεί ανάμεσα στο στίχο 16 και τον στίχο 17 (g).
(2) Οι ποιμένες προφανώς ήταν απλοί και ειλικρινείς άνθρωποι και κανείς δεν μπορούσε να υποπτευθεί αυτούς ως ένοχους αγυρτείας ή ιδιοτέλειας. Και τα λόγια τους παρουσιάστηκαν αξιόπιστα και αληθινά σε όσους τούς άκουγαν. Για αυτό θαύμαζαν αυτοί για το ότι ο Μεσσίας γεννήθηκε και ξάπλωσε στη φάτνη και όχι σε ανάκτορο και άγγελοι έφεραν το μήνυμα της γέννησης, σε απλούς όμως ποιμένες και όχι σε πρεσβύτερους και αρχιερείς.
Το περίεργο όμως είναι, ότι περιορίστηκαν στο να θαυμάσουν μόνο και δεν ζήτησαν να μάθουν ποια καθήκοντα τούς επιβάλλονταν απέναντι στο θείο βρέφος και ποια πλεονεκτήματα και οφέλη έφερνε σε αυτούς ο γεννημένος Μεσσίας. Ω της ανοησίας των ανθρώπων της γενεάς εκείνης που εκπλήσσεται και θαυμάζει! Τα σχετικά με την ειρήνη τους παρέμεναν καλυμμένα στα μάτια τους!
(3) Πρέπει να αποδοθεί όχι στο ακούσαντες, αλλά στο εθαύμασαν, αν και μόνο εδώ το θαυμάζω συντάσσεται με γενική και την πρόθεση περί, ενώ συνηθέστερα συντάσσεται με δοτική μαζί με την πρόθεση επί (δ).

2.19 ἡ δὲ(1) Μαριὰμ πάντα συνετήρει(2) τὰ ῥήματα ταῦτα(3) συμβάλλουσα(4) ἐν τῇ καρδίᾳ(5) αὐτῆς.
19 Η Μαριάμ διατηρούσε όλα αυτά τα λόγια στην καρδιά της και τα σκεφτόταν συνεχώς.
(1) Οι πολλοί που άκουσαν τις αφηγήσεις των ποιμένων δοκίμασαν κάποιο θαυμασμό γενικό και αόριστο. Η Μαριάμ όμως (=δε) δεν ήταν δυνατόν να δοκιμάσει μία τέτοια έκπληξη, ούτε εκδήλωσε όπως οι άλλοι τις εντυπώσεις της. Οι αποκαλύψεις που από πριν είχαν γίνει σε αυτήν και στον Ιωσήφ απέκλειαν αυτό. Της Μαριάμ η εντύπωση ήταν βαθύτερη και διαρκέστερη, ήταν μία εργασία μελέτης και σύγκρισης των παλαιότερων κάπως με τα νεώτερα γεγονότα (g p).
(2) = φύλαγε, διατηρούσε στη μνήμη της (δ).
(3) «Αυτά που ειπώθηκαν από τους ποιμένες» (Ζ).
(4) Συγκρίνοντας τα λόγια αυτά των ποιμένων με όσα ήδη εξ αρχής γνώριζε για το παιδί (δ). «Σύγκρινε αυτά μέσα της και με τον ευαγγελισμό του Γαβριήλ που έγινε στην αρχή και με την χωρίς σπέρμα σύλληψη και με την χωρίς πόνους γέννα… και βεβαιωνόταν σιγά σιγά με τρόπο τελειότερο» (Ζ).
Καθένα από τα γεγονότα αυτά είχε από μόνο του μια πειστική σαφήνεια, αλλά συνενούμενα όλα διαφώτιζαν περισσότερο το μυστήριο, το οποίο ο Θεός συντέλεσε σε αυτήν και κάτω από τα μάτια της (L).
(5) Αυτό μπορεί να αποδοθεί και στο συμβάλλουσα και στο συνετήρει. Λοιπόν ή συγκρίνοντας μόνη της στο νου της ή διατηρώντας στο βάθος της καρδιάς της (δ). Από πού έμαθε αυτό ο Λουκάς; (p). Υποδηλώνει εδώ την πηγή από την οποία άντλησε τα γεγονότα. Για να εξακριβώσει την όλη σειρά τους απευθύνθηκε προς τη Μαρία, που διατηρούσε πιστά την ανάμνησή τους (L).
Η Παρθένος Μαρία έκανε αυτά αντικείμενο ιδιαίτερης μελέτης. Και όπως με σιγή άφησε στο Θεό να αποκαλύψει την αθωότητά της και αγνότητα κατά την εγκυμοσύνη της και με σιγή πάλι συγκάλυψε την τιμή, που της είχε κάνει ο Θεός, χωρίς να πει τίποτα για το μυστήριο και όταν ακόμη αυτό αποκαλύφθηκε στην Ελισάβετ και στον Ιωσήφ, έτσι και τώρα με σιγή διατηρεί τα όσα άκουσε από τους ποιμένες. Και παραμένει ικανοποιημένη πλήρως, εάν μόνο οι άγγελοι και κανείς άλλος δεν γνώριζε τη γέννηση του θείου βρέφους της.
Οι σχετικά με το Χριστό αλήθειες είναι άξιες να φυλάγονται στα βάθη της ψυχής μας αλησμόνητες. Και ο τρόπος του να φυλάξουμε αυτές με ασφάλεια, είναι να μελετούμε αυτές με σιγή. Η μελέτη και η συγκέντρωση του νου σε αυτές είναι το καλύτερο βοήθημα για τη μνήμη μας ώστε να διατηρεί αυτές ζωηρές.

2.20 καὶ ὑπέστρεψαν(1) οἱ ποιμένες δοξάζοντες καὶ αἰνοῦντες τὸν θεὸν ἐπὶ πᾶσιν(2) οἷς ἤκουσαν καὶ εἶδον(3) καθὼς ἐλαλήθη(4) πρὸς αὐτούς.
20 Οι βοσκοί γύρισαν πίσω δοξάζοντας και υμνώντας το Θεό για όλα όσα άκουσαν και είδαν· ήταν όλα όπως τους είχαν ειπωθεί.
(1) «Επέστρεψαν στην ποίμνη τους» (Ζ).
(2) = όλα τα λόγια και τα πράγματα (δ).
(3) Ή άκουσαν εξιστορούμενα από τη Μαρία και τον Ιωσήφ και είδαν με τα ίδια τους τα μάτια όταν πληροφορήθηκαν για το βρέφος. Δεν αποκλείεται και η εκδοχή αυτή από την όλη αφήγηση. Ή, το άκουσαν αναφέρεται πιο φυσικά στα λεχθέντα σε αυτούς από τον άγγελο και το είδαν που άμεσα συνδέεται με το άκουσαν, αναφέρεται στην με τα ίδια τους τα μάτια επαλήθευση, που με ακρίβεια συμφωνούσε με το μήνυμα του αγγέλου (g).
(4) Είδαν αυτά να είναι έτσι, όπως ειπώθηκε σε αυτούς από τον άγγελο (g). Ευχαρίστησαν το Θεό, διότι είχαν δει το Χριστό, παρόλο που ήταν στο βάθος της ταπείνωσής του. Όπως έπειτα ο σταυρός του Χριστού, έτσι και τώρα η φάτνη του, αν και σε μερικούς φάνηκε ανοησία και σκάνδαλο, στους πιστούς παρείχαν και παρέχουν αφορμή θαυμασμού και δοξολογίας και αίνου του Θεού, διότι για αυτούς είναι Θεού δύναμη και Θεού σοφία.

Στίχ.21-24. Η περιτομή του Ιησού και η παρουσίασή του στο Ναό.Στίχ. 25-40. Ο Συμεών και η Άννα.
2.21 Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν(1) αι ἡμέραι ὀκτὼ τοῦ περιτεμεῖν(2) το παιδίον, καὶ ἐκλήθη(3) τὸ ὄνομα αὐτοῦ ᾽Ιησοῦς(4), τὸ κληθὲν ὑπὸ τοῦ ἀγγέλου πρὸ τοῦ συλληφθῆναι αὐτὸν(5) ἐν τῇ κοιλίᾳ.
21 Όταν συμπληρώθηκαν οχτώ μέρες, έκαναν στο παιδί περιτομή και του έδωσαν το όνομα Ιησούς, όπως δηλαδή το είχε ονομάσει ο άγγελος προτού ακόμα συλληφθεί στην κοιλιά της μάνας του.
(1) =Έγιναν πλήρεις, συμπληρώθηκαν 8 ημέρες (δ).
(2) Εάν δεχτούμε τη γραφή ημέραι (χωρίς άρθρο), δεν μπορούμε να εξαρτήσουμε τη γενική «τοῦ περιτεμεῖν» από τη λέξη ημέραι (p). Εφόσον λοιπόν έχουμε τη γραφή «αι ημέραι», η γενική πτώση φανερώνει το σκοπό=για να κάνουν περιτομή στο παιδί. «Περιτέμνεται στις οχτώ ημέρες μαζί με τους Ιουδαίους, για να βεβαιώσει τη συγγένεια, ώστε να μην τον αρνηθούν· διότι ο Χριστός αναμενόταν από το σπέρμα του Δαβίδ. Και έδειξε το τεκμήριο της συγγένειας. Διότι αν, παρόλο που υπερτιμήθηκε, έλεγαν· «Αυτόν δεν τον ξέρουμε από πού είναι»· αν δεν περιτεμνόταν στη σάρκα και δεν φύλαγε το νόμο, θα είχε εύλογη πρόφαση η άρνησή τους» (Κ)· «ούτε θα πίστευε κάποιος, ότι αυτός είναι ο προσδοκώμενος Χριστός από το σπέρμα του Αβραάμ. Διότι όλοι οι καταγόμενοι από τον Αβραάμ είχαν ως σφραγίδα και σημάδι την περιτομή που τους ξεχώριζε από τα άλλα έθνη. Περιτμήθηκε λοιπόν για αυτό, εκπληρώνοντας δηλαδή και εδώ το νόμο, όπως ακριβώς και στα άλλα νομικά παραγγέλματα, για να μη φανεί ότι είναι παραβάτης του νόμου» (Ζ). «Διότι αυτοί που παρέβαιναν τις εντολές του νόμου, ήταν κάτω από κατάρα. Ο Κύριος λοιπόν περιτέμνεται, έτσι ώστε, αφού ακόμη και σε αυτό εκπλήρωσε το νόμο και δεν παρέλειψε τίποτα από όσα εκείνος διέταξε, να μας γλιτώσει από την κατάρα» (Θφ). Εφόσον ο Ιησούς στάλθηκε «με ομοίωμα σάρκας αμαρτωλής» (Ρωμ. η 3) και «όφειλε σε όλα να μοιάσει με τους αδελφούς» (Εβρ. β 17) υποβλήθηκε και στην περιτομή. Υποτάχτηκε στο νόμο (Γαλ. δ 4) και εκπλήρωσε το νόμο, ως γνήσιος απόγονος του Αβραάμ. Εάν δεν περιτεμνόταν, «δεν θα γινόταν καθόλου αποδεκτός ως διδάσκαλος, αλλά θα διωχνόταν ως αλλόφυλος» (Ζ). Ως προς εμάς επίσης που πιστέψαμε σε αυτόν «όπως ακριβώς πεθάναμε μαζί με αυτόν τότε που πέθανε, έτσι περιτμηθήκαμε μαζί με αυτόν τότε που περιτμήθηκε… Για αυτό εμείς δεν περιτεμνόμαστε πλέον, διότι η περιτομή η δική του έγινε για μας» (Ω). Με την περιτομή έγινε ο Κύριος μέλος της θεοκρατικής εκκλησίας της Π.Δ. για να ανυψώσει την εκκλησία αυτή στην υψηλότερη βαθμίδα της εσωτερικής δικαιοσύνης, την βαθμίδα του χριστιανικού βίου (δ). Με την περιτομή επίσης «ντρέπονται αυτοί που λένε, ότι κατά φαντασίαν πήρε σάρκα. Διότι πώς περιτμήθηκε, εάν κατά φαντασίαν σαρκώθηκε;» (Θφ). «Εμείς όμως αυτούς που πολυεξετάζουν με περιέργεια για το τι έγινε το κομμάτι σάρκας από το γεννητικό όργανο που περιτμήθηκε, εννοώ βεβαίως την ακροβυστία (=το άκρο του δέρματος του ανδρικού μορίου), θα τους αποκρούσουμε διότι εξετάζουν με περιέργεια τα ανέφικτα και αφανέρωτα· διότι δεν έχει γραφτεί κάτι για αυτό. Εάν όμως θα λέγαμε ότι, όπως ακριβώς το άχραντό του αίμα μαζί με το νερό στον καιρό του σταυρού αγίασε τη γη στάζοντας σε αυτήν, έτσι και η ακροβυστία, αγγίζοντας τη γη αγίασε αυτήν, δεν θα σφάλλαμε» (Σχ.). Κατά την περιτομή έχυσε κάποιες σταγόνες του αίματός του, το οποίο μετά από κάποια έτη κατά το πάθος του θα έρρεε άφθονα. Με το να δεχτεί επίσης την περιτομή δέχτηκε συγχρόνως να θεωρηθεί σαν κάποιος ξένος, ο οποίος με την περιτομή έγινε δεκτός στη διαθήκη του Θεού αυτός, ο οποίος πάντοτε υπήρξε ο αγαπημένος υιός του Θεού. Δέχτηκε να θεωρηθεί αμαρτωλός, έχοντας ανάγκη να αποβάλλει από πάνω του τον ρύπο με την περιτομή, την ώρα που ήταν ξένος προς κάθε ακαθαρσία. Με το να περιτμηθεί επίσης έκανε τον εαυτό του οφειλέτη να εκτελέσει όλο το νόμο (Γαλ. ε 3) και έγινε έτσι υποταγμένος στο νόμο, επειδή πήρε δούλου μορφή, παρόλο που αυτός ήταν ο υιός, που μας ελευθερώνει (Ιω. η 36).
(3) Η αφήγηση της περιτομής του Κυρίου είναι αξιοσημείωτα σύντομη, μάλιστα όταν συγκρίνει κάποιος αυτήν με την αφήγηση της περιτομής του Προδρόμου. Ο λόγος της αντίθεσης αυτής είναι ευνόητος. Η τελετή της περιτομής είχε στη ζωή του τελευταίου αντιπροσώπου της εποχής του νόμου τελείως διαφορετική σοβαρότητα παρά στη ζωή του Ιησού, ο οποίος ερχόταν να καταργήσει τα παλαιά και να κάνει τα πάντα καινούργια. Επίσης το βάρος της αφήγησης πέφτει εδώ όχι στην περιτομή, αλλά στο δόσιμο του ονόματος, που δινόταν με ευκαιρία την περιτομή (g).
(4) Το χωρίο αυτό μαζί με το παράλληλο που αφορά τον Ιωάννη, είναι η κύρια βιβλική ένδειξη για το ότι το όνομα δινόταν κατά την περιτομή. Δες Γεν. ιζ 5,10 (p). Το «και» πριν το εκλήθη, που μπήκε σύμφωνα με τον εβραϊκό τρόπο έκφρασης, αποτελεί σημείο απόδοσης της πρότασης και έχει σχεδόν την ίδια σημασία με το «τότε» (g).
(5) «Πρέπει να σημειωθεί εδώ, ότι ο Κύριος δεν συλλήφθηκε αμέσως με το που είπε ο άγγελος «Να θα συλλάβεις γιο», αλλά μετά από αυτά… Διότι πρόσεξε τι λέει εδώ, Το οποίο ονομάστηκε από τον άγγελο προτού να συλληφθεί στην κοιλιά» (Θφ).

2.22 Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ(1) αὐτῶν(2) κατὰ τὸν νόμον(3) Μωϋσέως(4), ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς ῾Ιεροσόλυμα(5) παραστῆσαι(6) τῷ κυρίῳ(7),
22 Όταν, σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο, συμπληρώθηκαν και οι μέρες για τον καθαρισμό τους, έφεραν το παιδί στα Ιεροσόλυμα, για να το αφιερώσουν στο Θεό.
(1) Όταν συμπληρώθηκαν οι ημέρες που απαιτούνταν από το νόμο για τον καθαρισμό. Σύμφωνα με το κεφ. ΙΒ του Λευϊτ. οι ημέρες αυτές ήταν 40 μεν στη γέννηση αγοριού, ενώ 80 στη γέννηση θηλυκού (δ). «Αλλά η Θεοτόκος δεν ήταν μεν κάτω από την εξουσία αυτού του νόμου» διότι με υπερφυσικό τρόπο συνέλαβε τον σαρκωμένο Λόγο, «πειθάρχησε όμως σε αυτόν (το νόμο), για να μη φανεί ότι παραβαίνει το νόμο» (Ζ).
(2) Υπάρχει και η γραφή «αυτής», που προήλθε προφανώς από διόρθωση της γραφής «αυτών». Η αντωνυμία αυτών μπορεί να σημαίνει «της μητέρας, του παιδιού και του αρραβωνιαστικού· διότι έκαναν και δικό τους οι άνδρες τον καθαρισμό των γυναικών» (Ζ). Πιο σωστό όμως είναι να αναφέρεται στο υποκείμενο του ρήματος «ανήγαγον», δηλαδή στην Μαρία και τον Ιωσήφ (g). Η επαφή με ακάθαρτα πρόσωπα έκανε και αυτούς ήλθαν σε αυτήν την επαφή ακάθαρτους (p). Ούτε ο Ιησούς ούτε η μητέρα του είχαν ανάγκη καθαρισμού. Αλλά ο Λουκάς αναφέρει τον καθαρισμό ως θείο θεσμό (b). Αλλά και αν δεχτεί κάποιος, ότι ο καθαρισμός αναφερόταν στο παιδί, ας έχει υπ’ όψη του, ότι ο Ιησούς, παρόλο που ήταν ακηλίδωτος και καθαρός από κάθε ακαθαρσία, όμως υποβλήθηκε και στον καθαρισμό αυτόν, όπως και στην περιτομή, επειδή αυτός που δεν γνώρισε αμαρτία, έγινε για μας αμαρτία. Όπως λοιπόν περιτμήθηκε ο Χριστός, έτσι ώστε με την περιτομή του να αποκτήσουμε εμείς περιτομή αχειροποίητη μέσω της σχέσης με αυτόν (Κολ. β 11), έτσι και στον καθαρισμό του Χριστού· υποβάλλεται σε αυτόν, για να καθαριστούμε και εμείς από τον ρύπο και την διαφθορά, την οποία φέραμε στον κόσμο μαζί μας.
(3) «Ο νόμος ήταν του Θεού μεν, επειδή αυτός τον δίδαξε, λεγόταν όμως νόμος και του Μωϋσή, επειδή γράφτηκε από αυτόν» (Ζ).
(4) Το τρισύλλαβο Μωϋσής είναι πιο σωστό από το δισύλλαβο Μωσής. Το όνομα ετυμολογούνταν από δύο αιγυπτιακές λέξεις, mo=νερό και υγιαί=αυτός που πρέπει να διασωθεί. Για αυτό η μετάφραση των Ο΄ που έγινε στην Αίγυπτο, διατήρησε το υ (p).
(5) Και στα δύο του βιβλία ο Λουκάς συχνότερα χρησιμοποιεί τον τύπο Ιερουσαλήμ. Στο ευαγγέλιο συναντιέται 4 φορές ο ελληνικός τύπος Ιεροσόλυμα και 26 ο τύπος Ιερουσαλήμ. Μπορεί κάποιος να διακρίνει στη χρήση αυτή τάση προς αρχαϊσμό (L). Θα έμπαινε τώρα στο ναό, αλλά όχι με τη δόξα του, όπως παλιά όταν το φωτεινό σύννεφο, το σημάδι της θείας παρουσίας, γέμισε τον νεόκτιστο ναό στην εποχή του Σολομώντα. Έρχεται τώρα κουβαλώντας τη σάρκα μας, με μορφή αδύνατου βρέφους. Διότι, αν και τώρα ακόμη εξακολουθεί να είναι ο Κύριος του παντός που εισέρχεται στο ναό του με τη συνοδεία των αγγέλων του, ποιος όμως θα μπορούσε με σαρκικά μάτια να ατενίσει το απρόσιτο μεγαλείο του; Η θεία του δόξα κρύβεται κάτω από τα φτωχικά σπάργανά του και δύο απλά πρόσωπα συνηθισμένης και πενιχρής εμφάνισης τον φέρνουν στο ναό σαν το πρωτότοκο παιδί τους, όπως θα νόμιζαν όλοι. Τι συγκατάβαση!
(6) Για το παραστῆσαι με την έννοια της προσφοράς και θυσίας προς το Θεό δες Ρωμ. ιβ 1. Η παρουσίαση στον Κύριο είναι τελείως ξεχωριστή πράξη από τον καθαρισμό, ο οποίος αφορούσε την μητέρα, ενώ η παρουσίαση αφορούσε τον πρωτότοκο γιο. Είναι προφανές, ότι η παρουσίαση είναι το κύριο γεγονός εδώ (p). Η τελετή της παρουσίασης και της εξαγοράς του πρωτοτόκου εξηγείται στο Εξ. ιγ 2. Κάθε πρωτότοκο του Ισραήλ ανήκε στο Θεό και έπρεπε να αφιερωθεί στην υπηρεσία του. Αργότερα όμως, σύμφωνα με το Αρ. ιη 13-18 εκλέχτηκαν οι Λευΐτες για την υπηρεσία του ναού και ο Θεός για να διατηρήσει ζωντανή στην καρδιά του λαού την έννοια του δικαιώματός του, όρισε να πληρώνεται ένα ποσό για εξαγορά κάθε πρωτοτόκου. Το ποσό αυτό ήταν 5 σίκλοι δηλαδή περίπου 15 χρυσές δραχμές (g). Η χρήση του ρήματος παραστῆσαι στηρίζει επαρκώς την παρατήρηση, ότι η παρουσίασή του αυτή στο ναό ήταν προαναγγελία ή μάλλον αρχή της θυσίας εκείνης, την οποία πρόσφερε πάνω στο Σταυρό, σαν πάνω σε θυσιαστήριο, όπου παρουσίασε τον εαυτό του στον Πατέρα του θυσία για αμαρτία, με την οποία παρείχε πλήρη ικανοποίηση στη δικαιοσύνη του για τις αμαρτίες όλου του κόσμου.
(7) Η διαμονή λοιπόν στην Βηθλεέμ παρατάθηκε αναμφίβολα μέχρι αυτήν την 40η ημέρα (L). Αλλά και παρουσιάζεται ως πιθανό, ότι η προσαγωγή στο ναό προηγήθηκε από την επίσκεψη των Μάγων, μετά την οποία ο Ιωσήφ και η Μαρία δεν θα ριψοκινδύνευαν να φέρουν τον Ιησού στα Ιεροσόλυμα (p).

2.23 καθὼς γέγραπται(1) ἐν νόμῳ κυρίου ὅτι Πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν(2) ἅγιον τῷ κυρίῳ(3) κληθήσεται,
23 –Σύμφωνα με το νόμο του Κυρίου, αν το πρώτο παιδί που φέρνει μια γυναίκα στον κόσμο είναι αγόρι, πρέπει να θεωρείται αφιερωμένο στον Κύριο.–
(1) Το ρητό εδώ αναφέρεται με την έννοια που του έδωσε ο ευαγγελιστής ο οποίος συναρμολόγησε αυτό από μνήμης από τα Εξ. ιγ 2,12 (δ). Το «θα ονομαστεί άγιο» ίσως προέρχεται από το Εξ. ιβ 16 (p).
(2) «Που σημαίνει πρώτο, δηλαδή πρωτότοκο» (Ζ).
(3) «Δηλαδή να ονομαστεί ξεχωρισμένο για το Θεό» (Ζ)· αφιερωμένο στο Θεό. Δες Λευϊτ. κζ 9 και τη συνέχεια (L). Ο Χριστός ήταν πρωτότοκος ανάμεσα σε πολλά αδέλφια και ονομάστηκε άγιος για τον Κύριο, όσο ουδέποτε κανείς άλλος. Παρουσιάστηκε όμως στον Κύριο όπως και οι υπόλοιποι πρωτότοκοι με τα χέρια ιερέα, σαν να ήταν κάποιος ξένος προς τον Κύριο και είχε ανάγκη να συστηθεί σε αυτόν από κάποιον άλλον. Και εξαγοράστηκε σύμφωνα με το νόμο (Αρ. ιη 15), με την αξία, η οποία έπρεπε να πληρωθεί για την εξαγορά κάθε πρωτότοκου, που ήταν 5 σίκλοι (Λευϊτ. κζ 6,Αρ. ιη 16). Αλλά πιθανώς, εάν οι γονείς ήταν φτωχοί, ο ιερέας ήταν εξουσιοδοτημένος να παίρνει λιγότερα, ίσως επίσης και τίποτα, αφού εδώ τίποτα δεν αναφέρεται για τέτοια πληρωμή χρημάτων. Αλλά ο Χριστός αφιερώθηκε στο Θεό για πάντα και μολονότι δεν τον άφησαν στο ναό όπως άλλοτε τον Σαμουήλ, για να δουλεύει στον Κύριο, όμως ασύγκριτα περισσότερο από εκείνον δόθηκε στον Κύριο ισόβια να λειτουργεί για αυτόν αιωνίως στα αχειροποίητα άγια.

2.24 καὶ τοῦ δοῦναι(1) θυσίαν κατὰ τὸ εἰρημένον ἐν τῷ νόμῳ κυρίου, ζεῦγος τρυγόνων ἢ δύο νοσσοὺς περιστερῶν.
24 Επίσης θα πρόσφεραν θυσία ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια, όπως λέει ο νόμος του Κυρίου.
(1) «Ανέβασαν αυτόν, λέει, για να τον παρουσιάσουν στον Κύριο, όπως ειπώθηκε, και για να δώσουν θυσία» (Ζ). Επαναλαμβάνεται η σειρά του λόγου που διακόπηκε από το σ. που παρεμβλήθηκε. Η σύνταξη παρ’ όλα αυτά εδώ είναι κατά το νοούμενο. Έφεραν δηλαδή το παιδί, για να το παρουσιάσουν μπροστά στον Κύριο, όχι όμως και έφεραν αυτό, για να δώσουν θυσία· αλλά από το έφεραν, πρέπει να υπονοήσουμε ότι και ήλθαν για να δώσουν θυσία (δ). Η θυσία δεν προσφερόταν για το παιδί αλλά για τον καθαρισμό της μητέρας. Συνίστατο κυρίως σε αμνό που προσφερόταν ως ολοκαύτωμα και σε νεογέννητο περιστέρι σαν θυσία για αμαρτία. Αλλά εάν οι γονείς ήταν φτωχοί, προσφέρονταν ζευγάρι τρυγόνων ή δύο νεογέννητα περιστέρια (Λευΐτ. ιβ 6-8). Οι γονείς του Ιησού λοιπόν πρόσφεραν τη θυσία των φτωχών (g)
2.25 Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος(1) ἐν ᾽Ιεροσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεών(2), καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβής(3), προσδεχόμενος παράκλησιν(4) τοῦ ᾽Ισραήλ, καὶ πνεῦμα ἦν ἅγιον(5) ἐπ᾽ αὐτόν·
25 Στα Ιεροσόλυμα βρισκόταν ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Συμεών. Ήταν πιστός και ευλαβής, περίμενε τη σωτηρία του Ισραήλ και τον καθοδηγούσε το Πνεύμα το Άγιο.
(1) Γενικώς κάποιος άνθρωπος. «Δεν ήταν λοιπόν ιερέας ο Συμεών… διότι αν ήταν, θα το δήλωνε και αυτό οπωσδήποτε ο ευαγγελιστής, ως αξίωμα του άνδρα» (Ζ). Δεν βρίσκεται στο ναό για επιτέλεση κάποιας ιερατικής λειτουργίας, αλλά οδηγήθηκε από το Άγιο Πνεύμα να έλθει κατά την ώρα εκείνη (L). Για να μην σκανδαλιστούμε με την αφανή και άσημη γέννησή του, άγγελοι απέδωσαν τιμή σε αυτόν. Και τώρα για να μην σκανδαλιστούμε διότι οδηγήθηκε στο ναό όπως τα άλλα παιδιά, που γεννήθηκαν με αμαρτίες, και χωρίς κάποια επισημότητα, όπως θα του άρμοζε, ο Συμεών και η Άννα αποδίδουν σε αυτόν τις τιμές με έμπνευση του Αγίου Πνεύματος.
(2) Όνομα συνηθέστατο και κοινότατο μεταξύ των Ιουδαίων (δ). Υπέθεσαν κάποιοι ότι ο Συμεών θα μπορούσε να είναι ο ραββίνος, ο γιος του περίφημου Χιλλέλ και πατέρας του Γαμαλιήλ, ο οποίος έγινε και πρόεδρος του Συνεδρίου γύρω στο 13 μ.Χ. (g). Ό,τι όμως γνωρίζουμε για το Συνέδριο κατά την εποχή αυτή, δεν μας ενθαρρύνει να υποθέσουμε, ότι υπήρχαν μεταξύ των προϊσταμένων του άνδρες άγιοι (p).
(3) Δίκαιος μεν είναι ο άμεμπτος κατά την δικαιοσύνη του νόμου· ευλαβής, από την άλλη, είναι αυτός που αναλαμβάνει καλά τα πράγματα, αυτός που δεν κάνει κάτι πρόχειρα (Σουΐδας)· με θρησκευτική όμως έννοια σημαίνει αυτόν που πλησιάζει τα θεία με φόβο Θεού (δ)· αυτός που έχει φόβο Θεού με άγρυπνη προσοχή απέναντι στο κακό (g). Δίκαιος ως προς τα καθήκοντα απέναντι στους ανθρώπους και ευλαβής απέναντι στο Θεό. Τα δύο αυτά συμβαδίζουν πάντοτε και το ένα βοηθά και υποστηρίζει το άλλο. Κανένα όμως από τα δύο αυτά δεν αμνηστεύει και δεν εξιλεώνει τον άνθρωπο για την έλλειψη ή απουσία του άλλου.
(4) Η λέξη παράκληση σημαίνει α) επίκληση βοήθειας, β) ενθάρρυνση και γ) παρηγοριά. Με την τελευταία αυτή σημασία βρίσκεται εδώ. Η παρηγοριά την οποία επρόκειτο να φέρει ο Μεσσίας ονομαζόταν παράκληση από τους Ιουδαίους. Δες Ησ. μ 1,μθ 13,να 3,ξα 2,ξστ 13. Επικρατούσε η ιδέα ότι θα προηγούνταν από την έλευση του Μεσσία περίοδος μεγάλης θλίψης και για αυτό ο Μεσσίας ονομαζόταν ο Παράκλητος ή η παράκληση (p). Ο Συμεών λοιπόν «προσδοκούσε ότι θα έλθει ο Χριστός να παρηγορήσει τους Εβραίους και να ελευθερώσει από την δουλεία της αμαρτίας και ίσως και από τη δουλεία στους Ρωμαίους και τον Ηρώδη» (Θφ). Ο Ισραήλ ήταν ο εκλεκτός του Θεού λαός. Παρ’ όλα αυτά, παρ’ όλες τις ευλογίες τις οποίες είχε πάρει, με βάση και τις ανανεώσεις των υποσχέσεων και της διαθήκης εκ μέρους του Θεού ο Ισραήλ απέβλεπε στο μέλλον, προσδοκώντας σε αυτό κάποια νέα παρηγοριά, μεγαλύτερη από όλες εκείνες τις οποίες είχε απολαύσει. Ο λαός του Θεού διέφερε και σε αυτό από κάθε άλλο έθνος πάνω στη γη. Η λαμπρότητα και η δόξα κάθε ειδωλολατρικού έθνους, εξαρτιόταν από το παρελθόν του. Του Ισραήλ η δόξα πάντοτε τοποθετούνταν στο μέλλον. Απέβλεπαν σε αυτό αναμένοντας τον ελευθερωτή, εκείνον στον οποίον αναφέρονταν οι υποσχέσεις και για τον οποίο μιλούσαν οι προφητείες, τον οποίον όλες οι θυσίες τους και οι διατάξεις του νόμου τους προτύπωναν. Όταν λοιπόν διαβάζουμε τη φράση «παράκληση του Ισραήλ», πρέπει να σκεφτόμαστε το Χριστό στο σύνολο των αξιωμάτων του ως παράκλητο του λαού του. Παρηγορεί βεβαίως ο Χριστός το λαό του, εξαιτίας του ότι ελευθερώνει αυτόν από τα δεσμά της αμαρτίας, αλλά ακόμη και εξαιτίας του ότι με τη διδασκαλία του και τη χάρη του ανακουφίζει κάθε συντετριμμένη από οποιαδήποτε θλίψη καρδιά και χαρίζει σε αυτήν την ελπίδα και τη χαρά.
(5) «Πνεύμα Άγιο προφητείας» (Ζ). Ο Συμεών ήταν ο πρώτος προφήτης που διακήρυξε ότι ο Χριστός ήλθε (b). Υπήρχε πνεύμα προφητικό σε αυτόν, που τον έκανε ικανό να λέει πράγματα που ξεπερνούσαν την ανθρώπινη αντίληψη. Το παράδειγμα του Συμεών και στη συνέχεια της Άννας εμφανίζει σε μας την εικόνα γηρατειών θεοφιλών και σε όλα σεβαστών, τα οποία πρέπει και εμείς να επιθυμούμε για τον εαυτό μας, εάν ο Θεός θελήσει να ζήσουμε για πολύ. Και οι δύο είναι ελεύθεροι από κοσμικές επιθυμίες και πόθους και είναι εξ’ ολοκλήρου στραμμένοι στα υψηλότερα. Απασχολούνται από την φροντίδα για την ψυχή τους, αναμένουν ειρηνικά την υποσχημένη μεγάλη μεταβολή της κατάστασης του Ισραήλ, είναι απορροφημένοι από τη θρησκευτική μελέτη και προσευχή, αδιάφοροι σε εκείνα τα οποία παρέχει ο κόσμος και όλο τους το ενδιαφέρον είναι στραμμένο προς τον Σωτήρα, ο οποίος πρόκειται να έλθει και τον οποίο ετοιμάζονται να υποδεχτούν, επιζητώντας πάντοτε να είναι δίκαιοι και ευλαβείς μπροστά στο Θεό. Τέτοια άγια γηρατειά δεν συναντιούνται συχνά. Ως επί το πλείστον, όσο οι άνθρωποι προχωρούν στα χρόνια, αυξάνουν στην κοσμικότητα. Αντί να αφήσουν στην άκρη τις φροντίδες και τις απολαύσεις και τα ενδιαφέροντα της νεότητας και της μέσης ηλικίας, προσκολλώνται σε αυτά με ανόητη επιμονή. Ο Παύλος με λίγες λέξεις απαριθμεί τις αρετές, οι οποίες πρέπει να κοσμούν τη γεροντική ηλικία. «Οι γέροντες πρέπει να είναι νηφάλιοι, σεμνοί, αγνοί, να είναι υγιείς στην πίστη, την αγάπη, την υπομονή» (Τιτ. β 2). Όταν ο γέροντας έχει τις αρετές αυτές, γίνεται παράδειγμα και οδηγός της νεότητας στα έργα της αρετής και στην οδό της αγιότητας. Σε τέτοιους γέροντες αποβλέπουν όλοι οι συνετοί για να πάρουν συμβουλές και βοήθεια τόσο στη χριστιανική ζωή, όσο και στις περιπέτειες και δύσκολες περιστάσεις του βίου. Τέτοια γηρατειά όμως δεν έρχονται τυχαία και χωρίς αγώνες. Αγνή νεότητα, βίος που διανύθηκε με υπομονή κάτω από το φως και το χαλινάρι των εντολών του Κυρίου, θρησκευτική πείρα που εμπλουτίζεται ολοένα στον αγώνα κατά της αμαρτίας, στεφανώνονται τελικά από γηρατειά χρυσά και λαμπερά και σε όλα ιερά.

2.26 καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον(1) ὑπὸ τοῦ πνεύματος τοῦ ἁγίου(2) μὴ ἰδεῖν θάνατον(3) πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν κυρίου(4).
26 Του είχε φανερώσει, λοιπόν, το Άγιο Πνεύμα ότι δε θα πεθάνει προτού να δει το Μεσσία.
(1) Σημαίνει πρώτα ενεργώ ή διεξάγω κάποια υπόθεση και έπειτα όταν λέγεται αναφορικά με θεούς και χρησμούς, έχει τη σημασία του μεταδίδω διαταγές, εντολές, οδηγίες και στην Π.Δ. αποκαλύψεις. Χρηματίζομαι λοιπόν=παίρνω οδηγίες ή αποκαλύψεις (δ). «Χρηματισμό ονομάζει την προφητεία» (Χ). Ερευνούσε «σε ποιον (προφήτη) ή ποιον καιρό φανέρωνε το πνεύμα» (Α Πέτρ. α 11) στους προφήτες της Π.Δ. ότι θα ερχόταν ο Μεσσίας και εξέταζε μήπως έφτασαν οι καιροί αυτοί της έλευσης του Χριστού. Είχε λοιπόν αποκαλυφθεί σε αυτόν από το Θεό, ότι δεν θα έβλεπε θάνατο πριν δει τον Χριστό.
(2) «Βλέπεις το ισότιμο του Πνεύματος;» (Χ). Εφόσον ο χρηματισμός γίνεται από το Θεό, άρα είναι Θεός το Πνεύμα.
(3) Εβραϊσμός. Δες Ψαλμ. πη 49. Ίσως η έκφραση προήλθε από την προσωποποίηση του θανάτου ως αγγέλου που έρχεται να πάρει την ψυχή αυτού που πεθαίνει (δ). Βλέπω θάνατο λοιπόν=λαμβάνω πείρα θανάτου (L).
(4) Εκείνον, τον οποίο ο Κύριος έχρισε (b) και απέστειλε ως Μεσσία (p). «Είπε «τον Χριστόν Κυρίου» λόγω της συγγένειας με τον πατέρα. Διότι Κύριο να εννοήσεις τον πατέρα» (Ζ).

2.27 καὶ ἦλθεν ἐν τῷ πνεύματι(1) εἰς τὸ ἱερόν(2)· καὶ ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς(3) τὸ παιδίον ᾽Ιησοῦν τοῦ ποιῆσαι αὐτοὺς κατὰ τὸ εἰθισμένον τοῦ νόμου περὶ αὐτοῦ(4)
27 Τότε το Άγιο Πνεύμα του υπέδειξε να πάει στο ναό. Μόλις οι γονείς έφεραν εκεί το παιδί, τον Ιησού, για να κάνουν γι’ αυτό τα έθιμα του νόμου,
(1) «Παρακινούμενος από το άγιο Πνεύμα» (Ζ). Όχι σε κατάσταση έκστασης, όπως στη φράση «εγενόμην εν πνεύματι» (Αποκ. α 10), αλλά με την ώθηση και επίδραση του Πνεύματος (p).
(2) Ιερό είναι το σύνολο των κτισμάτων και των αυλών που περιλαμβάνονταν μέσα στον ιερό περίβολο (L). Και το εσωτερικό μεν αυτού δηλαδή ο πρόναος, τα άγια και τα άγια των αγίων αποτελούσαν το ναό, ενώ τα εξωτερικά μέρη ονομάζονταν κυρίως το ιερό (δ). Εδώ πιθανώς σημαίνεται η αυλή των γυναικών (p).
(3) Από τη χρήση της λέξεις «γονείς» δεν μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι είτε εδώ είτε στο στίχο 41 ο Λουκάς χρησιμοποιεί πηγή, της οποίας ο συγγραφέας αγνοούσε την υπερφυσική γέννηση του Ιησού. Λογικότερο φαίνεται ότι το όλο ευαγγέλιο της παιδικής ηλικίας του Κυρίου προέρχεται από μία πηγή, δηλαδή το σπίτι της Μαρίας και ότι στα χωρία αυτά ο αφηγητής χρησιμοποιεί τη συνηθισμένη έκφραση. Ο Ιωσήφ (δ 22) και η Μαρία ονομάζονταν συνήθως γονείς του (p). Με την ιδιότητα άλλωστε αυτή εμφανίζονταν και ενεργούσαν και οι δύο κατά τη στιγμή αυτή στο ναό (g).
(4) Είναι δυνατόν να συνδεθεί αυτό είτε με το ειθισμένον (=σύμφωνα με το συνηθισμένο για το παιδί) είτε με το ποιῆσαι (=να κάνουν για το παιδί). Η δεύτερη εκδοχή είναι πιο πιθανή (δ).

2.28 καὶ(1) αὐτὸς ἐδέξατο αὐτὸ εἰς τὰς ἀγκάλας(2) καὶ εὐλόγησεν τὸν θεὸν(3) καὶ εἶπεν,
28 τον πήρε στην αγκαλιά του, δόξασε το Θεό και είπε:
(1) Ο σύνδεσμος «και» ή φανερώνει το ταυτόχρονο=όταν έφεραν αυτόν στο ιερό την ίδια ώρα συγχρόνως πήρε αυτόν στην αγκαλιά του (δ) ή απλώς εισάγει την απόδοση της πρότασης μετά το «ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν». Το καθένα από τα δύο μέρη έπραξε το έργο του. Οι γονείς φέρνουν αυτόν σύμφωνα με το θείο νόμο και ο Συμεών υποδέχεται αυτόν σύμφωνα με τη θεία έμπνευση (p).
(2) Αγκαλιά είναι το κυρτό μπράτσο· συνήθως σε πληθυντικό=τα κυρτά μπράτσα, με τα οποία αγκαλιάζει κάποιος στο στήθος έναν άλλον (δ). Αγκάλιασε αυτόν με την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη στοργή και έφερε αυτόν στο στήθος του, όσο το δυνατόν πλησιέστερα στην καρδιά του, η οποία ήταν γεμάτη από χαρά, με όλο το μέτρο το οποίο μπορούσε να χωρέσει.
(3) Με την ωδή που ακολουθεί ο Συμεών δοξολογεί το Θεό πρώτον μεν για τον εαυτό του, διότι έφτασε αίσια στο τέρμα της αποστολής του βλέποντας τον λυτρωτή του κόσμου (σ. 29,30) έπειτα για τον κόσμο, στον οποίο δόθηκε το παιδί σωτήρας, ικανοποιώντας τις ανάγκες και των εθνικών και των Ιουδαίων (σ. 31,32)(g).

2.29 (1)Νῦν(2) ἀπολύεις(3) τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα(4), κατὰ τὸ ῥῆμά σου(5) ἐν εἰρήνῃ(6)·
29 «Τώρα, Κύριε, μπορείς ν’ αφήσεις το δούλο σου να πεθάνει ειρηνικά, όπως του υποσχέθηκες,
(1) Η ωδή αυτή, ως προς την έξαρσή της που υποκρύπτεται και τη ζωηρή ορμή της, εξισώνεται με τους ωραιότερους Ψαλμούς. Από τον Ε΄ αιώνα χρησιμοποιείται στους εσπερινούς της εκκλησίας (Αποστ. Διαταγ. 7,48) και συχνά υπήρξε ο ύμνος των αγίων όταν πέθαιναν. Είναι η γλυκύτερη και πιο πανηγυρική ωδή (p).
(2) =Τώρα που είδα τον λυτρωτή του κόσμου (δ). Ο Συμεών δέχτηκε διπλή ταυτόχρονα ευεργεσία σύμφωνα με τη θεία υπόσχεση, δηλαδή αξιώθηκε και της θέας του λυτρωτή και ενός ευτυχισμένου και ειρηνικού τέλους (b). Εκείνοι και μόνον εκείνοι μπορούν με ψυχραιμία και θάρρος να αντικρύζουν το θάνατο και να τον βλέπουν χωρίς τρόμο, όσοι με την πίστη αισθάνθηκαν και είδαν τον Κύριο. Πόσο φτωχός και πενιχρός είναι ο κόσμος με όλα τα θέλγητρά του για εκείνον ο οποίος αγκάλιασε τον Κύριο και απόλαυσε τις χάρες του και τη σωτηρία του. Τώρα, λέει ο Συμεών, ας ακούσουν το ύστατο μου χαίρε όλοι οι φίλοι μου και οι συγγενείς μου, όλες οι εδώ απολαύσεις μου και οι απασχολήσεις μου και αυτός ακόμη ο ναός, εφόσον απόλαυσα τον Κύριο.
(3) «Από πού να ελευθερώσεις; Από το σκάμμα αυτής της ζωής» (Ω). «Μίλησε για τη σωματική ζωή» (Σχ). Και η λέξη αυτή και οι ακόλουθες «δούλος» «δέσποτα» δείχνουν ότι η εικόνα έχει παρθεί από την ελευθέρωση ή απαλλαγή δούλου από μακρό έργο. Ο θάνατος είναι το όργανο της ελευθέρωσης. Το ίδιο ρήμα απολύω χρησιμοποιείται και για το θάνατο του Αβραάμ (Γεν. ιε 2), του Ααρών (Αρ. κ 29) του Τωβίτ (Τωβ. γ 6) και ενός μάρτυρα (Β΄Μακ. ζ 9)(p). Αρκετά σοβαρή και η εκδοχή: Η μεταφορά του «απολύω» για δήλωση του θανάτου, είναι παρμένη από ένα πλοίο, το οποίο αποσπούν από την παραλία και το αφήνουν ελεύθερο να πλεύσει (L). «Τώρα ελευθέρωσέ με, σαν από δεσμό. Δες λοιπόν πώς οι άγιοι, θεωρούν δεσμό το σώμα» (Θφ). «Διότι πράγματι είναι δεσμωτήριο η ζωή» (Ω). Ο θάνατος είναι ελευθέρωση και αναχώρηση· ελευθέρωση και αναχώρηση της ψυχής από το σώμα, από τον κόσμο των αισθήσεων στον κόσμο των πνευμάτων. Δεν πρέπει όμως να επισπεύδουμε εμείς την αναχώρησή μας, αλλά να αναμένουμε την ώρα κατά την οποία ο Κύριος θα μας ελευθερώσει. Διότι είμαστε δούλοι του και δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε την υπηρεσία, στην οποία αυτός μας έβαλε, παρά μόνο όταν συμπληρωθεί ο καιρός μας.
(4) Η λέξη δέσποτα συσχετίζεται με το «τον δούλο σου» που προηγήθηκε. Ο Συμεών αναγνωρίζει στο Θεό το δικαίωμα να διαθέσει το άτομό του είτε για ζωή είτε για θάνατο όπως ένας κύριος τον δούλο του (g).
(5) «Είπε «σύμφωνα με τον λόγο σου» λόγω του χρησμού που πήρε, ότι δεν θα πεθάνει έως ότου δει τον Χριστό» (Θφ). Είναι αξιοσημείωτη η πλήρης ανταπόκριση ανάμεσα στους 2 πρώτους σ. της ωδής και στην υπόσχεση που έγινε στο Συμεών σύμφωνα με τον σ. 26: ελευθερώσεις=να δει θάνατο· είδα=να δει· την σωτηρία σου=τον Χριστόν Κυρίου (p,b).
(6) Ο γέροντας αντιλαμβάνεται ήδη ότι το τέλος του έφτασε, αφού δεν ανέμενε παρά μόνο αυτό το σημάδι που δόθηκε ήδη σε αυτόν. Φεύγει τώρα με ειρήνη, όπως ο Αβραάμ (Γεν. ιε 15), χωρίς να ανησυχεί πλέον λόγω της άθλιας και απαίσιας κατάστασης του λαού του (L). «Διότι πριν μεν δω, λέει, τον Κύριο, δεν ειρήνευα στους λογισμούς, αφού τον προσδοκούσα και πάντοτε ενδιαφερόμουν πότε θα έρθει. Τώρα όμως που τον είδα και ειρήνευσα και μου ΄φυγε η φροντίδα, για να το πω έτσι, ελευθερώνομαι» (Θφ) «με ειρήνη χαράς χωρίς να λυπάμαι πλέον για την ελευθερία του Ισραήλ» (Ζ). Δες πόσο ειρηνικός είναι ο θάνατος του δίκαιου και ευλαβή. Αναχωρεί ως δούλος του Θεού από τον τόπο του έργου του στον τόπο της ανάπαυσής του. Αναχωρεί όμως με ειρήνη· με ειρήνη με το Θεό και τη συνείδησή του· με ειρήνη απέναντι στο θάνατο, με τον οποίο έχει εξοικειωθεί και στον οποίο δεν χρωστά τίποτα, ώστε να τον φοβάται.

2.30 ὅτι εἶδον(1) οἱ ὀφθαλμοί(2) μου τὸ σωτήριόν(3) σου
30 γιατί τα μάτια μου είδαν το σωτήρα
(1) «Διότι προηγουμένως μεν, λέει, πίστευα με το μυαλό, γνώριζα με τη σκέψη, τώρα όμως έχω δει και με τα μάτια του σώματος» (Ω).
(2) Είδαν τα μάτια μου. Εβραϊκός τρόπος έκφρασης. Δες Ιώβ ιθ 27,μβ 5. Και τα χέρια του ψηλάφησαν (Α΄ Ιω. α 1). Αλλά αναφέρει περισσότερο την όραση παρά την ψηλάφηση, διότι σύμφωνα με το σ. 26 δόθηκε σε αυτόν η υπόσχεση ότι θα δει (p).
(3) «Τη σωτηρία σου που είναι ο Χριστός» (Ω). «Σωτηρία είπε την σάρκωση του Μονογενούς» (Θφ), «διότι έγινε για τη σωτηρία των ανθρώπων» (Ζ). «Διότι συνηθίζει η Γραφή να ονομάζει σωτηρία, τον Χριστό του Θεού» (Β) και «δείχνει ότι η σωματική του παρουσία είναι σωτήρια» (Α). Επίθετο που λαμβάνεται αντί για ουσιαστικό. Από μόνο του έχει την ίδια σημασία με το: σωτηρία. Η λέξη είναι δανεισμένη από το Ησ. μ 5, από χωρίο που παρατίθεται αυτολεξεί στο Λουκ. γ 6. Εδώ αποτελεί προσωποποίηση και μπαίνει αντί για το πρόσωπο του Σωτήρα, το οποίο ο Συμεών με τα ίδια του τα μάτια είδε (L). Η σωτηρία είναι αυτό το ίδιο το παιδί, ως μέσο σωτηρίας, και όχι το σωτήριο έργο, το οποίο πρόκειται να συντελέσει (g). Το προφητικό χάρισμα του Συμεών τον έκανε ικανό τη στιγμή αυτή να προΐδει ότι το παιδί αυτό θα αναδεικνυόταν Σωτήρας ολόκληρου του κόσμου. Και είδε σε μία στιγμή τον Ήλιο της απολύτρωσης όχι μόνο να υψώνεται με δόξα πάνω από τον Ισραήλ, αλλά να στέλνει το φως του και στα έθνη. Κατά αναλογία μπορούμε να συμπεράνουμε και τη δόξα των χριστιανικών γηρατειών, τα οποία δεν εμπνέουν μεν το Πνεύμα της προφητείας, φωτίζονται όμως από το φως της αρετής και της αγιότητας. Διακρίνει ένας τέτοιος γέροντας με ζωηρότητα τις πνευματικές αλήθειες. Βλέπει με μεγαλύτερη διαύγεια τη ζωή και την πραγματικότητα. Είναι στερεωμένος στην πίστη και ελπίδα και όσον αφορά στην πρόοδο των ατόμων και της κοινωνίας παρέχει συμβουλές κάτω από το φως των σχεδίων της θείας Πρόνοιας, τα οποία αναγνωρίζει με σαφήνεια και θαυμάζει αυτά με ευλάβεια και ευγνωμοσύνη.

2.31 ὃ ἡτοίμασας(1) κατὰ πρόσωπον(2) πάντων τῶν λαῶν(3),
31 που ετοίμασες για όλους τους λαούς,
(1) «Διότι το μυστήριο του Χριστού είχε προετοιμαστεί και πριν από την ίδια τη δημιουργία του κόσμου, αλλά φανερώθηκε στους τελευταίους καιρούς του αιώνα» (Κ). Όταν το ρήμα αυτό χρησιμοποιείται για το Θεό σημαίνει ορίζω, διατάζω. Δες Ματθ. κ 23,κε 34,Μάρκ. ι 40,Α΄Κορ. β 9,Εβρ. ια 16, όπου, όπως εδώ, χρησιμοποιείται για ορισμό ευλογιών. Μία μόνο φορά χρησιμοποιείται για τιμωρία (Ματθ. κε 41)(p).
(2) «Την οποία σωτηρία την εκπλήρωσες ως σχέδιο μπροστά σε όλους, για να είναι φανερή σε όλους» (Ζ). Με τη φράση κατά πρόσωπον δείχνει τη σωτηρία ως κάτι που φαίνεται ή σαν ορατό αντικείμενο που προβάλλεται στα μάτια όλων (L). Δεν θα παραμείνει κρυμμένο σε κάποια γωνιά της γης, αλλά θα γίνει παγκόσμια γνωστό.
(3) «Αυτό το οποίο είδα, είναι σωτηρία όχι μόνο των Ιουδαίων, αλλά και όλου του κόσμου… Μπροστά όχι σε έναν λαό, ούτε στον Ισραήλ μόνο, ούτε στους Ιουδαίους, αλλά μπροστά σε όλους τους λαούς» (Ω). Η καθολικότητα της σωτηρίας, την οποία εκφράζουν οι λέξεις αυτές δεν ξεπερνά τον ορίζοντα των παλαιών προφητών και ιδιαίτερα του Ησαΐου (ιθ 23-25,μβ 6,ξ 3 κλπ)(g). Δες ειδικά το Ησ. νβ 10: «θα αποκαλύψει ο Κύριος το χέρι του το άγιο μπροστά σε όλα τα έθνη και θα δουν όλα τα άκρα της γης την σωτηρία από το Θεό μας» (p).

2.32 (1)φῶς(2) εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν(3) καὶ δόξαν λαοῦ σου ᾽Ισραήλ(4).
32 φως που θα φωτίσει τα έθνη και θα δοξάσει το λαό σου τον Ισραήλ».
(1) Στο στίχο αυτόν αναλύεται το μεν «σωτήριον» σε φως και δόξα, ενώ το «λαών» σε εθνών και Ισραήλ (p). Ο γέροντας Συμεών παρουσιάζεται εδώ απαλλαγμένος από την αποκλειστικότητα και τον φανατισμό των συγχρόνων του. Η φράση «φως εις αποκάλυψιν εθνών» θα παρουσιαζόταν εξόχως παράδοξη στα χείλη Ιουδαίου. Και όσοι θα άκουγαν τον Συμεών θα χαρακτήριζαν αυτόν ως επικίνδυνο ελευθερόφρονα. Η καλώς εννοουμένη ελευθεροφροσύνη γηρατειών που διαδέχτηκαν αγνή νεότητα, δεν είναι κάτι αδιάφορο. Έχει αποκτηθεί με την είσοδο της ψυχής στο ευρύ πεδίο της αγάπης του Θεού, με την βαθύτερη και στενότερη κοινωνία με την ποικίλη γνώση του χαρακτήρα του Χριστού.
(2) «Είναι φως εθνών ο Χριστός, επειδή επρόκειτο να φωτίσει τα σκοτισμένα έθνη με την διδασκαλία. Διότι τώρα δέχτηκε ο Πατέρας τους εθνικούς δίνοντας σε αυτούς σύνθημα ειρήνης, την σωτηρία που φέρνει η πίστη στο Χριστό» (Ω). «Έγινε φως σε αυτούς που ήταν στο σκοτάδι και είχαν πλανηθεί και έπεσαν στα χέρια του διαβόλου» (Κ). Ο Χριστός είναι φως. Κανείς δεν μπορεί να αντιληφθεί τη σημασία και τη δύναμη αυτού, εάν προηγουμένως δεν δοκίμασε με την πείρα, τι είναι ο σκοτισμός της διάνοιας. Ρώτησε ακόμη και τον άνθρωπο, ο οποίος αισθάνθηκε κάποτε την βαθιά θλίψη, η οποία άπλωσε μπροστά του την πυκνή νύχτα της απογοήτευσης, που δεν φωτίζεται από καμία ακτίνα. Άκουσε και την ψυχή εκείνη, η οποία πιέζεται κάτω από το βάρος ένοχης συνείδησης και είναι βυθισμένη στο μαύρο σκοτάδι της απελπισίας. Αυτοί ασφαλώς αισθάνθηκαν και με την πείρα γνώρισαν την σημασία των λόγων: Ο Χριστός είναι φως.
(3) Οι εθνικοί ήταν βυθισμένοι στην άγνοια. Δεν είχαν λάβει όπως οι Ιουδαίοι την αποκάλυψη της αλήθειας για το Θεό και τις σχέσεις του ανθρώπου με το Θεό. Για αυτό και βρίσκονταν σε βαθύ σκοτάδι. Το παιδί αυτό είναι προορισμένο να γίνει για τους εθνικούς ήλιος, που διασκορπίζει τα σκοτάδια της πλάνης και αποκαλύπτει σε αυτούς ό,τι έως τότε ήταν κρυμμένο από τα μάτια τους (g). Η φράσης εις αποκάλυψιν εθνών μπορεί να μεταφραστεί με διάφορους τρόπους· ή α) αποκάλυψη που ανήκει στα έθνη· ή β) φως για διδασκαλία των εθνικών· ή γ) για απομάκρυνση από τα έθνη του πυκνού σκοταδιού που τα καλύπτει· ή δ) φως εθνών για αποκάλυψη (p), δηλαδή το οποίο πρόκειται να αποκαλυφθεί (δ). Η πρώτη ερμηνεία είναι πιο σοβαρή, δηλαδή: φως για να είναι αποκάλυψη που ανήκει στους εθνικούς (p). Ο Χριστός πρόκειται να είναι το ηθικό φως, δηλαδή ο ουράνιος διδάσκαλος των εθνών, που αποκαλύπτει σε αυτά τους δρόμους του αληθινού Θεού και το αληθινό μέσο της σωτηρίας με το αίμα του (ο). Η ιδέα πάντως που εκφράζεται είναι: φως το οποίο διαλύει τα σκοτάδια και το οποίο φωτίζει τα έθνη (L). Αυτό αναφέρεται στο Ησαΐου μθ 6 «να, σε έδωσα… με σκοπό να είσαι φως εθνών για να φέρεις σωτηρία έως τα έσχατα της γης». Διότι ο Χριστός ήλθε, για να είναι το φως του κόσμου, όχι ένα λυχνάρι στον ιουδαϊκό λυχνοστάτη, αλλά ο Ήλιος της δικαιοσύνης.
(4) «Εδώ δόξα, εκεί αποκάλυψη» (Ω). Ή «δόξασε τους Ιουδαίους επειδή τους αξίωσε να γίνει συγγενής τους» (Ζ). Ή, η σωτηρία αφού εμφανιστεί αρχικά στον Ισραήλ θα λάμψει πρώτα σε αυτόν· ενώ τα έθνη που θα βλέπουν με αυτό το φως θα δουν συγχρόνως τον Ισραήλ σε αυτήν την δόξα (L). «Και παρόλο που κάποιοι από τους Ιουδαίους έγιναν και υβριστές και ανυπάκουοι και είχαν τη διάνοια γεμάτη από ανοησία, αλλά όμως έχει σωθεί το υπόλειμμα (του Ισραήλ) και έχει δοξαστεί μέσω του Χριστού. Και απαρχή αυτών έγιναν οι θεσπέσιοι μαθητές, των οποίων η λάμψη της δόξας αστράφτει σε όλη τη γη» (Κ). Ήταν δόξα του Ιουδαϊκού έθνους, ότι ο Χριστός ανέτειλε από μία από τις φυλές του και γεννήθηκε, έζησε και πέθανε ανάμεσά του. Και για εκείνους οι οποίοι υπήρξαν αληθινοί Ισραηλίτες, που συγκαταλέγονται στον πνευματικό Ισραήλ, ο Χριστός υπήρξε «φως αιώνιο και δόξα τους» (Ησ. ξ 19). Αυτοί «θα δικαιωθούν από τον Κύριο και από το Θεό θα δοξαστούν όλοι οι απόγονοι των Ισραηλιτών» (Ησ. με 25). Όταν ο Κύριος παράγγειλε στους αποστόλους του να κηρύξουν το ευαγγέλιο σε όλα τα έθνη, απέδειξε τον εαυτό του φως όλων των εθνών· και όταν πρόσθεσε «αρχίζοντας από την Ιερουσαλήμ» (Λουκ. κδ 47) έκανε τον εαυτό του δόξα του λαού του Ισραήλ (Henry). Ή, τα έθνη αναφέρονται πρώτα εδώ, διότι ο Συμεών προαισθανόταν ότι το έργο του Μεσσία θα συντελεστεί στους εθνικούς πριν ακόμη οι Ιουδαίοι ως σύνολο κατακτηθούν από αυτόν. Αφού λοιπόν φέρει τους καρπούς του ανάμεσα στα έθνη, τότε θα δοξάσει ο Μεσσίας και τον λαό του με την επιστροφή του στο ευαγγέλιο σύμφωνα με το Ρωμ. ια 30-32 (g). Η δεύτερη εκδοχή είναι πιο σοβαρή.

2.33 καὶ ἦν Ιωσήφ(1) καὶ ἡ μήτηρ αυτού θαυμάζοντες ἐπὶ τοῖς λαλουμένοις(2) περὶ αὐτοῦ.
33 Ο Ιωσήφ και η μητέρα του θαύμαζαν για όσα λέγονταν γι’ αυτό.
(1) Υπάρχει γραφή των αλεξανδρινών χειρογράφων «ο πατήρ». Παρ’ όλα αυτά την γραφή Ιωσήφ δεν μπορούμε να την θεωρήσουμε ότι προήλθε από διόρθωση λόγω δογματικών λόγων, διότι και σε άλλα χωρία υπάρχει η έκφραση «πατέρας» για τον Ιωσήφ και σε κανένα αντίγραφο δεν μεταβλήθηκε. Δες σ. 41 και 48 (δ). Για τη γραφή πατήρ: «Ο μακάριος Λουκάς, που με σαφήνεια μας παρουσίασε ότι ο σωτήρας ήταν γιος παρθένου, όχι από άνδρα, αυτός τώρα ονόμασε πατέρα του τον Ιωσήφ. Για ποιο λόγο λοιπόν είπε πατέρα αυτόν που δεν έσπειρε ούτε έγινε αίτιος της γέννησής του; Θα μπορούσαμε απλούστερα μεν να πούμε ότι, το ίδιο το άγιο Πνεύμα τον τίμησε με την ονομασία του πατέρα, επειδή ακριβώς τον ανέθρεψε. Αν όμως πρέπει να πούμε και κάτι βαθύτερο, θα το πούμε». Εφόσον ο σύμφωνα με το νόμο πατέρας του Κυρίου ήταν ο Ιωσήφ και οι γενεαλογίες στους Εβραίους βασίζονταν στην καταγωγή του πατέρα «επειδή η γενεαλογία γενεολόγησε τον Ιωσήφ από τον Δαβίδ… για να έχει η γενεαλογία λόγο κατάλληλο, ονομάστηκε πατέρας του Κυρίου» (Ω).
(2) «Θαύμαζαν όχι επειδή τότε για πρώτη φορά μάθαιναν για αυτόν, αλλά επειδή, μαζί με αυτά που είχαν μάθει από πριν, άκουγαν επιπλέον ακόμη πιο παράδοξα» (Ζ). Θαύμαζαν «για αυτά που ειπώθηκαν από τους βοσκούς και από τον Συμεών σχετικά με αυτόν, για το ότι είπε: Τώρα ας ελευθερώσεις…, το οποίο ήταν το αποκορύφωμα από αυτά που λέγονταν για αυτόν» (Ω). Του Συμεών άλλωστε η διακήρυξη για τα έθνη εκτεινόταν πέρα από αυτά που ευαγγελίστηκε ο άγγελος (p). Και επιπλέον οι γονείς του παιδιού κατανοούσαν τώρα όλο και περισσότερο, πόσο ένδοξα ήταν τα όσα είχαν ειπωθεί για τον Ιησού πριν τη γέννησή του. Άκουγαν λοιπόν και τώρα παρόμοια από τον Συμεών και από άλλους οι οποίοι δεν είχαν γνώση της υπερφυσικής σύλληψης και της εμφάνισης των αγγέλων κατά τη γέννηση (b).

2.34 καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς(1) Συμεὼν καὶ εἶπεν πρὸς Μαριὰμ(2) τὴν μητέρα αὐτοῦ(3), ᾽Ιδοὺ(4) οὗτος(5) κεῖται(6) εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν(7) ἐν τῷ ᾽Ισραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον(8)
34 Ο Συμεών τους ευλόγησε και είπε στη Μαριάμ, τη μητέρα του Ιησού: «Αυτός θα γίνει αιτία να καταστραφούν ή να σωθούν πολλοί Ισραηλίτες. Θα είναι σημείο αντιλεγόμενο,
(1) Συνέδεσε τον αποχαιρετισμό, τον οποίο τους απηύθυνε, με ευλογία (b), η οποία συνίστατο στην επίκληση για αυτούς της θείας χάρης και του ελέους του Κυρίου (δ). Το προνόμιο αυτό άλλωστε παρεχόταν σε αυτόν από την ηλικία του (L).
(2) «Ευλόγησε μεν και τους δύο ο Συμεών· αφήνοντας όμως τον νομιζόμενο πατέρα, μιλούσε προς την αληθινά μητέρα» (Θφ), οδηγούμενος σε αυτό από κάποιο προφητικό ένστικτο, αφού άλλωστε οι δοκιμασίες των παιδιών περισσότερο από κάθε άλλον αγγίζουν τις μητρικές καρδιές (L).
(3) Η προφητεία για μέλλουσες αντιξοότητες ακολουθεί μετά από τον χαρμόσυνο θαυμασμό τους και ενεργεί ως αντίδοτο εναντίον κάθε κατάχρησής του (b).
(4) Εισάγεται με αυτή τη λέξη η αποκάλυψη αλήθειας απροσδόκητης (g). Πράγματι· για πρώτη φορά στην Κ.Δ. γίνεται λόγος για το πάθος του Σωτήρα (ο).
(5) Αυτός για τον οποίο τα λόγια που ειπώθηκαν, σας προκάλεσαν τόσο θαυμασμό (b).
(6) Έχει προοριστεί όπως στο Φιλιπ. α 17,Α Θεσ. γ 3 (δ,L). Η έννοια της όλης φράσης: «Τοποθετήθηκε από τον Θεό και Πατέρα ο Εμμανουήλ στα θεμέλια της Σιών, ο οποίος είναι πέτρα εκλεκτή, ακρογωνιαία, τίμια. Αλλά αυτοί μεν που πίστεψαν σε αυτόν, δεν ντροπιάστηκαν· οι άπιστοι όμως και αυτοί που δεν μπόρεσαν να δουν το μυστήριο σχετικά με το πρόσωπό του, αφού έπεσαν συντρίφτηκαν. Διότι είπε κάπου πάλι ο Θεός και Πατέρας «Να τοποθετώ στη Σιών πέτρα στην οποία σκοντάφτει κάποιος και πέτρα σκανδάλου· και αυτός που πιστεύει σε αυτόν δεν θα ντροπιαστεί· σε όποιον όμως πέσει πάνω αυτή η πέτρα, θα τον θρυμματίσει (Ησ. κη 16). Αλλά ασφάλισε τους Ισραηλίτες ο προφήτης λέγοντας, Αγιάστε αυτόν ως Κύριο, και αυτός θα είναι φόβος σου· και εάν στηρίξεις την πεποίθησή σου σε αυτόν, θα σου γίνει αγιασμός και δεν θα τον συναντήσετε σαν πέτρα στην οποία σκοντάφτει κάποιος, ούτε σαν πέτρα στην οποία πέφτει (Ησ. η 13,14). Επειδή ακριβώς λοιπόν ο Ισραήλ δεν αγίασε τον Εμμανουήλ ως Κύριο και Θεό, ούτε όμως θέλησε και να πιστέψει σε αυτόν, αφού έπεσε πάνω του σαν σε πέτρα λόγω της απιστίας, συντρίφτηκε και έπεσε· σηκώθηκαν όμως πολλοί, δηλαδή αυτοί που αποδέχτηκαν την πίστη σε αυτόν» (Κ). Η έλευση του Χριστού στον κόσμο δεν είχε ομοιόμορφο αποτέλεσμα για όλους. Με άλλο τρόπο ενεργεί ο Κύριος σε αυτήν την ψυχή και με άλλο σε εκείνην. Αλλά και στην ίδια ψυχή διαφορετικά επιδρά κατά τις διάφορες εποχές της ιστορίας της. Του Θεού η αγαθή θέληση περιορίζεται από την ελεύθερη ενέργεια των ανθρώπων. Οι άνθρωποι μπορούν να αντιταχτούν σε αυτήν και να ματαιώσουν τα σωτηριώδη σχέδιά της, οπότε ο Χριστός γίνεται για αυτούς πέτρα σκανδάλου και λίθος που σκοντάφτει κάποιος. Συμβαίνει όμως ώστε άνθρωποι που άρχισαν με κακό τρόπο να οδηγηθούν με τα σοφά μέσα και τις μεθόδους της θείας Πρόνοιας σε ανάνηψη, οπότε η για αυτούς πέτρα του σκανδάλου μεταβάλλεται αμέσως σε λίθο θεμέλιο και ακρογωνιαίο, πάνω στον οποίο οικοδομούνται για σωτηρία.
(7) «Αυτό το ρητό είναι όμοιο με αυτό στο κατά Ιωάννην ευαγγέλιο «Εγώ ήλθα στον κόσμο αυτόν για καταδίκη, έτσι ώστε αυτοί που δεν βλέπουν να βλέπουν και αυτοί που βλέπουν να γίνουν τυφλοί». Όπως ακριβώς λοιπόν αυτοί που δεν έβλεπαν από τα έθνη, βλέπουν, και οι από τον Ισραήλ γίνονται τυφλοί, έτσι ήλθε για πτώση και ανάσταση δική μας. Διότι αυτοί που στέκονταν, έπεσαν· και οι πεσμένοι σηκώθηκαν όταν ήρθε ο Χριστός» (Ω). Η έλευση του Μεσσία αναγκαστικά συνεπάγεται κρίση και χωρισμό. Μερικοί υποδέχονται το φως· άλλοι όμως αγάπησαν το σκοτάδι μάλλον παρά το φως, διότι ήταν πονηρά τα έργα τους (Ιω. γ 19) και καταδικάστηκαν από την ίδια τους τη συμπεριφορά. Ο Ιούδας οδηγείται σε απόγνωση και ο Πέτρος μετανοεί· ο ένας ληστής βλασφημεί και ο άλλος ομολογεί. Έτσι η πτώση πολλών είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της φανέρωσης του Μεσσία. Παρ’ όλα αυτά ο σκοπός της έλευσής του δεν είναι η πτώση, αλλά η ανάσταση και σωτηρία (Δες Ρωμ. ια 11,12)(p). Όπως είναι χαρμόσυνο να σκέφτεται κάποιος το πλήθος των ανθρώπων, στους οποίους ο Χριστός και το ευαγγέλιό του είναι οσμή ζωής που φέρνει ζωή, έτσι είναι θλιβερό να αναλογίζεται και πόσοι είναι, στους οποίους το ευαγγέλιο είναι οσμή θανάτου που φέρνει θάνατο.
(8) Οξύμωρο. Τα θαύματα σε άλλες περιπτώσεις απομακρύνουν κάθε αντιλογία, αλλά το θαύμα αυτό θα είναι εμπόδιο αντιλογίας, παρόλο που αν το δει κάποιος από μόνο του, είναι ολοφάνερο θαύμα που οδηγεί σε πίστη (b). «Θαύμα που θα αντιλέγεται από τους άπιστους, δηλαδή θα προκαλεί αντιλογία. Διότι ήταν θαύμα το ότι δεν ήταν, ούτε άνθρωπος μόνο, ούτε Θεός μόνο, αλλά θεάνθρωπος. Για αυτό και επειδή είναι υπερφυσικό, αντιλέγουν, επειδή όλα τα εξετάζουν με τρόπο φυσικό και μη μπορώντας να καταλάβουν τίποτα το υπερφυσικό» (Ζ). Όταν ο Ιησούς οδηγήθηκε στο ναό την πρώτη φορά, αντιλογίες προφητεύτηκαν ότι τον αναμένουν. Όταν για τελευταία φορά εμφανίστηκε στο ιερό, είπε αυτός ο ίδιος λόγια παρόμοια με αυτά του Συμεών. Δες Ματθ. κγ 37 (b) και κα 42-45. Τοποθετήθηκε ο Κύριος ως θαύμα που θαυμάζεται μεν από αυτούς, επικρίνεται όμως και αποκηρύττεται από εκείνους. Πολλών τα μάτια ήταν στραμμένα πάνω του κατά τη διάρκεια της δημόσιας δράσης του. Και ήταν θαύμα το οποίο όμως υπέμενε την αντιλογία των ασεβών σε αυτόν, οι οποίοι δεν έπαυαν να τον διαβάλλουν και να τον συκοφαντούν.

2.35 καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ῥομφαία(1), ὅπως(2) ἂν(3) ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν(4) διαλογισμοί(5).
35 για να φανερωθούν οι πραγματικές διαθέσεις πολλών. Όσο για σένα, ο πόνος για το παιδί σου θα διαπεράσει την καρδιά σου σαν δίκοπο μαχαίρι».
(1) Ελάχιστα πιθανή η εκδοχή του Ω τον οποίο ακολουθούν οι Αμφιλόχιος, Τίτος και σχεδόν και οι Χρυσόστομος και Βασίλειος, Κύριλλος Αλεξ. (L) και Θφ. «Μαχαίρι λέει τον λόγο που προκαλεί πειρασμό… που εισχωρεί βαθιά, ως εκεί που χωρίζει την ψυχή από το πνεύμα» (Ω), «τον πειρασμό που μοιάζει σαν μαχαίρι» (Κ), «τον σκανδαλισμό, με τον οποίο σκανδαλίστηκε (η Μαρία) βλέποντας τον Κύριο σταυρωμένο» (Θφ). «Προφητεύει λοιπόν ο Συμεών και για την ίδια την αγία Παρθένο Μαρία ότι, όταν θα στέκεται στο σταυρό και θα βλέπει αυτά που γίνονται και θα ακούει τις φωνές των φονευτών, μετά την μαρτυρία του Γαβριήλ, μετά την απόρρητη γνώση της θείας σύλληψης, μετά την μεγάλη παρουσίαση των θαυμάτων, θα σαλευτεί κάπως, της λέει, η ψυχή σου αδυνατώντας να διακρίνει» (Ω). Η μόνη ορθή ερμηνεία: «Σπαθί ονόμασε την πάρα πολύ κοφτερή και έντονη οδύνη, η οποία διαπέρασε την καρδιά της μητέρας του Θεού, όταν ο γιος της καρφώθηκε στο σταυρό. Για αυτόν τον πόνο, δηλαδή, προφήτευσε τώρα» (Ζ). «Διότι σχεδόν σφαζόταν από μαχαίρι η αγία παρθένος, βλέποντας να σταυρώνεται αυτός που γεννήθηκε από αυτήν, σωματικά βεβαίως» (Κ). Οι καρδιές πολλών θα ταραχτούν από διαλογισμούς. Η καρδιά της Μαρίας θα δοκιμαστεί από μόνο το μαχαίρι (b).
(2) Από το «καὶ σοῦ» μέχρι το «ρομφαία» δεν είναι παρένθεση. Δεν υπάρχει στη σύνταξη καμία ένδειξη για αυτό και μία τέτοια προφητεία σε μία τέτοια στιγμή, δεν θα μπορούσε να γίνει παρενθετικά. Αυτό που εκφράζεται από την πρόταση «καὶ σοῦ… ρομφαία» είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της αντιλογίας: Η καρδιά της μητέρας πληγώθηκε φοβερά με την απόρριψη και σταύρωση του γιου της. Το «όπως αν…» εξαρτάται από ολόκληρη την πρόταση από το «Ιδοὺ οὗτος…» μέχρι το «… ρομφαία». Δεν εξαρτάται από την τελευταία πρόταση μόνο. Εξαρτάται από το κ ε ῖ τ α ι και όχι από το διελεύσεται (p). Το κεῖται εις… φανερώνει θεία οικονομία και διάταξη, η οποία θα κατέληγε σε κρίση, διαχωρισμό και αγώνα. Ο τελικός σκοπός του διαχωρισμού αυτού και του αγώνα δηλώνεται με το «όπως». Οι απόκρυφες σκέψεις των καρδιών πρέπει αναγκαστικά να αποκαλυφθούν (δες Λουκ. ιβ 2) και η εμφάνιση του Χριστού στον Ισραήλ είναι το μέσο, με το οποίο θα συντελεστεί η φανέρωση αυτή (g). «Έτσι ώστε όλων οι διαλογισμοί, να γίνει φανεροί και σαφείς στους ανθρώπους· ποιος, από τη μία, είναι που αγαπά αυτόν και δείχνει μέχρι θανάτου την αγάπη σε αυτόν· ποιος, από την άλλη, έχει επίπλαστη την πίστη σε αυτόν» (Σχ.). «Αποκαλύφθηκαν πολλών καρδιών οι διαλογισμοί, όταν φάνηκε ο προδότης, όταν φάνηκαν αυτοί που τον αγαπούσαν· όπως ήταν ο Ιωσήφ, ο οποίος ήλθε στον Πιλάτο» (Θφ).
(3) Το «ἂν» σημαίνει, ότι σε κάθε περίπτωση επαφής με το Χριστό και γνωριμίας του, θα συμβεί αυτό (g).
(4) Ή από πολλές καρδιές (δ) ή από τις καρδιές πολλών ανθρώπων (g). Η πρώτη ερμηνεία είναι πιο φυσική.
(5) Ή, η λέξη διαλογισμοί λέγεται πάντοτε στην Κ.Δ. με κακή έννοια=είναι το προϊόν ενός πνεύματος που εργάζεται στην υπηρεσία μιας διεφθαρμένης καρδιάς (g). Ή, διαλογισμοί αγαθοί ή πονηροί που προέρχονται από καρδιές κακές ή αγαθές, από όπου και προέρχεται η αντιλογία. Και η πίστη και η απιστία εδρεύουν στην καρδιά και από αυτήν εκδηλώνονται με το στόμα (b). Η δεύτερη ερμηνεία είναι πιο πιθανή. Οι μυστικές αγαθές διαθέσεις και κλίσεις των διανοιών και καρδιών μερικών, θα φανερωθούν με την εγκόλπωση του Χριστού από αυτούς και τον στενό σύνδεσμό τους με αυτόν. Η απόκρυφη διαφθορά και οι πονηρές διαθέσεις άλλων, οι οποίες εάν δεν εμφανιζόταν ο Χριστός σε αυτούς, θα παρέμεναν καλυμμένες και άγνωστες στους πολλούς, θα γίνουν ολοφάνερες με την εχθρότητά τους εναντίον του Ιησού και την ασυγκράτητη μανία τους απέναντί του.

2.36 Καὶ(1) ἦν(2) ῞Αννα προφῆτις(3), θυγάτηρ Φανουήλ(4), ἐκ φυλῆς ᾽Ασήρ(5)· αὕτη προβεβηκυῖα ἐν ἡμέραις πολλαῖς(6), ζήσασα μετὰ ἀνδρὸς ἔτη ἑπτὰ ἀπὸ τῆς παρθενίας αὐτῆς(7),
36 Στα Ιεροσόλυμα ζούσε μια γυναίκα που προφήτευε και την έλεγαν Άννα· ήταν θυγατέρα του Φανουήλ από τη φυλή Ασήρ. Αυτή ήταν πολύ ηλικιωμένη. Έζησε εφτά χρόνια με τον άντρα της μετά το γάμο
(1) «Επειδή ο ευαγγελιστής υποσχέθηκε να τα πει όλα χωρίς παράλειψη, δεν αποσιώπησε ούτε της Άννας το πρόσωπο, στηρίζοντας σε δύο προφήτες [τον Συμεών και την Άννα] την αλήθεια αυτών που ειπώθηκαν για το Χριστό· διότι πράγματι και αυτή ως προφήτης έλεγε σε όλους, ότι αυτός είναι ο Χριστός, ο οποίος πρόκειται να λυτρώσει την Ιερουσαλήμ» (Ω).
(2) Ή, ήταν παρούσα, όπως στο Μάρκ. ιε 40, ή, υπήρχε, το οποίο είναι και καλύτερο (p)· υπήρχε στα Ιεροσόλυμα, όπως στο σ. 25 (δ.L).
(3) Όπως η Μαρία, αδελφή του Μωϋσή (Εξ. ιε 20) ή η Δεββώρα (Κριτ. δ 4) ή η Όλδα (Δ΄ Βασ. κβ 14)(L). Το πνεύμα της προφητείας άρχισε ήδη να αναβιώνει μετά από διάλειμμα και σταμάτημα αυτού για 300 χρόνια. Παρόλο που επρόκειτο για γενιά πονηρή και μοιχαλίδα, ο Θεός δεν άφησε τον εαυτό του χωρίς μαρτυρία.
(4) Ο πατέρας της αναφέρεται μάλλον παρά ο σύζυγος (b).
(5) Ο Ασήρ ήταν ο όγδοος γιος του Ιακώβ και της Λείας (δ). «Επιμένει ο ευαγγελιστής στην αφήγηση για την Άννα, αναφέροντας και τον πατέρα και την φυλή… σαν να προσκαλεί πολλούς μάρτυρες, που ήξεραν και τον πατέρα και την φυλή» (Θφ).
(6) Δες α 7 και 18 όπου η φράση «στις ημέρες» είναι προσδιορισμός του «ως προς κάτι». Εδώ το ἐν ἡμέραις πολλαῖς, σημαίνει το ποσό, το μέγεθος της περασμένης ηλικίας (δ). Το «πολλές» αυξάνει την έννοια της όλης έκφρασης και φανερώνει το εξαιρετικά προχωρημένο της ηλικίας (g).
(7) Οι λεπτομέρειες αυτές, μαζί με αυτές που ακολουθούν στον επόμενο στίχο αναφέρονται στον ηθικό και θρησκευτικό χαρακτήρα της Άννας. Οι χήρες, οι οποίες είχαν ζήσει χωρίς να έλθουν σε δεύτερο γάμο, ήταν σε μεγάλη τιμή στην αρχαιότητα (g). Ο Trollope παραθέτει το Ιωσήπου Αρχ. XVΙΙΙ,6,6 για απόδειξη σχετικά με το ότι η χηρεία, ειδικά στις γυναίκες των οποίων οι σύζυγοι πέθαναν, όταν αυτές ήταν νέες, τιμώνταν πολύ μεταξύ των Ιουδαίων (ο). «Φαίνεται βεβαίως ότι δίκαια έγινε προφήτης, διότι το Άγιο Πνεύμα μπόρεσε να βρει χώρο μέσα της λόγω της αγνότητας και της καθαρότητας. Επειδή δηλαδή είχε ζήσει παντρεμένη με άνδρα επτά χρόνια από την παρθενία της, για αυτό έγινε προφήτης. Διότι δεν κατοίκησε τυχαία το άγιο Πνεύμα μέσα της» (Ω).

2.37 καὶ αὐτὴ(1) χήρα ἕως ἐτῶν ὀγδοήκοντα τεσσάρων(2), ἣ οὐκ ἀφίστατο τοῦ ἱεροῦ(3) νηστείαις(4) καὶ δεήσεσιν λατρεύουσα(5) νύκτα καὶ ἡμέραν(6).
37 και τώρα χήρα, ηλικίας ογδόντα τεσσάρων χρονών, δεν έφευγε από το ναό, αλλά λάτρευε το Θεό νύχτα και μέρα με νηστείες και προσευχές.
(1) Τα πάντα προχωρούν με λογική σειρά. Πρώτα παρουσιάζεται η ύπαρξη της Άννας, έπειτα η ηλικία της και ο χαρακτήρας της και η γενικότερη ευσέβειά της και τέλος η παρουσία της στο ιερό (p). «Αλλά και η σειρά είναι άψογη· διότι δεν παρουσιάζεται στη διήγηση πρώτη η γυναίκα, αλλά πρώτος ο Συμεών» (Ω).
(2) Ή, δεν πρόκειται για την όλη ηλικία της Άννας, διότι εάν δεχτούμε ότι στα 84 έτη περιλαμβάνεται ο όλος βίος της Άννας, τότε τίποτα με το νέο αυτό καθορισμό δεν προστίθεται στην προηγούμενη έκφραση «προβεβηκυῖα ἐν ἡμέραις πολλαῖς». Γιατί λοιπόν μία τόσο λεπτομερής αρίθμηση, σαν να επρόκειτο για περίπτωση εξαιρετική; Το να είναι κάποιος 80 χρονών ήταν τόσο σπάνιο στον Ισραήλ; Πρόκειται λοιπόν για τη διάρκεια της χηρείας της Άννας, η οποία ήταν δυνατόν να παντρεύτηκε σε ηλικία 15-16 ετών και συνεπώς θα ήταν τότε 106 ετών περίπου (g). Ή, πρόκειται για την όλη ηλικία της Άννας, διότι διαφορετικά ο ευαγγελιστής θα έβαζε αιτιατική, ως έτη ογδοήκοντα τέσσαρα, όπως συνηθίζουμε και εμείς που ξεχωρίζουμε τη φράση χήρα 84 ετών από το χήρα 84 έτη (δ). Και οι δύο εκδοχές είναι σοβαρές.
(3) Μπορεί να εννοηθεί και με την έννοια ότι η Άννα παρέμενε σε κάποιο μικρό σπίτι ή με κάποιο φορητό κρεβάτι που τοποθετούνταν σε κάποια γωνία της αυλής των γυναικών, διανυκτέρευε στο ιερό (L,g). Αντιτίθεται σε αυτήν την εκδοχή πρώτον μεν η στο Λουκ. κδ 53 έννοια της ίδιας έκφρασης, και δεύτερον η φράση που ακολουθεί «αφού ήλθε εκείνη την ώρα» (δ). Μάλλον λοιπόν φανερώνει, ότι η Άννα ουδέποτε παρέλειψε κάποια ακολουθία από αυτές που τελούνταν στο ναό και μεγάλο μέρος του χρόνου της, που παρεμβαλλόταν μεταξύ των ακολουθιών, το κατανάλωνε παραμένοντας στο ιερό (p).
(4) Παρά την προχωρημένη ηλικία της (b) νήστευε· ίσως όχι μόνο κάθε Δευτέρα και Πέμπτη της εβδομάδας (p).
(5) Το αντικείμενο εννοείται από μόνο του, δηλαδή «το Θεό», όπως και στο Πράξ. κστ 7 (δ).
(6) Είναι αμφίβολο εάν το ότι προηγείται η λέξη νύχτα, προσδίδει κάποια διαφορά στην έννοια (p). Παρ’ όλα αυτά είναι αξιόλογη και η παρατήρηση, ότι στους Εβραίους η ημέρα άρχιζε από το προηγούμενο απόγευμα και η πρώτη ακολουθία κάθε ημέρας ήταν η απογευματινή (δ). Και οι Φαρισαίοι νήστευαν συχνά και προσεύχονταν με μακρές προσευχές, αλλά με αυτά λάτρευαν τους εαυτούς τους και την αλαζονεία και υποκρισία τους. Αλλά η αγαθή αυτή γυναίκα δεν έπραττε μόνο το καλό, αλλά έπραττε αυτό και με αγαθά ελατήρια και για αγαθό σκοπό, αποβλέποντας μόνο και μόνο στο να λατρεύσει το Θεό. Από το παράδειγμά της διδάξου, ότι η αφοσίωσή μας προς το Θεό πρέπει να είναι μόνιμη και σταθερή. Άλλα καθήκοντα αναφέρονται σε συγκεκριμένους καιρούς. Ως προς τη λατρεία όμως του Θεού πρέπει να έχουμε υπ’ όψη το παράγγελμα του Παύλου: «να προσεύχεστε αδιάκοπα». Σημείωσε ακόμη, ότι όσοι είναι επιμελείς και προσεκτικοί, ώστε να επωφελούνται από το φως και τα μέσα, που η χάρη τους χορηγεί, θα έχουν και πλουσιότερες εκδηλώσεις της χάρης και υψηλότερες αποκαλύψεις. Η Άννα ανταμείβεται τώρα πλούσια για την επί τόσα χρόνια προσκαρτέρησή της στο ναό.

2.38 καὶ αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἐπιστᾶσα(1) ἀνθωμολογεῖτο(2) τῷ Κυρίω καὶ ἐλάλει(3) περὶ αὐτοῦ(4) πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν(5) εν᾽Ιερουσαλήμ(6).
38 Αυτή παρουσιάστηκε εκείνη την ώρα και δοξολογούσε το Θεό και μιλούσε για το παιδί σε όλους όσοι στην Ιερουσαλήμ περίμεναν τη λύτρωση.
(1) Αφού στάθηκε κοντά μάλλον, παρά αφού ήλθε αιφνίδια, παρόλο που η λέξη συχνά έχει και την έννοια αυτή ανάλογα με τα συμφραζόμενα. Δες Λουκ. κα 34,ι 40,κ 1.Πραξ. δ 1,στ 12,κβ 13,κγ 27 (p).
(2) «Δηλαδή ευχαριστούσε» (Θφ,Ζ). Το ρήμα στους Ο΄ μπαίνει αντί για το εβραϊκό ρήμα, το οποίο συνήθως αυτοί μεταφράζουν με το εξομολογούμαι. Δες Ψαλμ. οη 13 «ανθομολογησόμεθά σοι εις τον αιώνα»= θα σε ευχαριστήσουμε. Η πρόθεση «αντί» λοιπόν περιέχει την ιδέα της οφειλομένης ευχαριστίας για προηγούμενες ευεργεσίες (δ). Σημείωσε ότι εκείνοι στους οποίους γίνεται γνωστός ο Χριστός, έχουν πολλούς λόγους να ευχαριστούν και να δοξολογούν τον Κύριο για την τόση και τέτοια δωρεά. Παρακινούμαστε όμως σε αυτές τις ευχαριστίες και δοξολογίες και από τις ίδιες ευγνώμονες εκδηλώσεις των ομοίων μας, στους οποίους η γνώση του Χριστού προκαλεί τα ίδια με μας συναισθήματα. Εδώ η Άννα έδωσε τη συμβολή της μαζί με τον Συμεών στο να ολοκληρωθεί η ευλαβική αρμονία των ύμνων, με τους οποίους δοξολογήθηκε η θεία αγαθότητα.
(3) Κυρίως όχι σε εκείνη την περίσταση, αλλά έπειτα συνεχώς μιλούσε. Όταν συνάντησε την Μαρία και τον Ιωσήφ δεν μπορούσε να μιλά σε όλους όσους περίμεναν, διότι δεν ήταν τότε παρόντες (p).
(4) Για το παιδί «ότι αυτός είναι ο λυτρωτής» (Ζ) «αυτός θα μετατρέψει την κατήφεια σε χαρά» (σχ.).
(5) Ο λαός διαιρούνταν σε 3 μερίδες· τους Φαρισαίους, οι οποίοι ανέμεναν θρίαμβο αποκλειστικά πολιτικό, τους Σαδδουκαίους, οι οποίοι τίποτα δεν ανέμεναν, και εκείνους οι οποίοι ανέμεναν την παρηγοριά (σ. 25) ή την λύτρωση, την απελευθέρωση δηλαδή την πνευματική συγχρόνως και εγκόσμια. Προς τους τελευταίους αυτούς η Άννα εκπλήρωνε στο ναό την διακονία του ευαγγελιστή (g). Όλοι όσοι γνώρισαν το Χριστό, έχουν καθήκον να κάνουν αυτόν γνωστό και στους άλλους. Η Άννα γνώριζε που θα εύρισκε αυτούς που ανέμεναν λύτρωση στην Ιερουσαλήμ ή και εκείνοι γνώριζαν που θα συναντούσαν την Άννα. Έτσι λοιπόν έσπευσε αυτή να ευαγγελιστεί αυτούς ότι είδε τον Λυτρωτή.
(6) Υπάρχει και η γραφή λύτρωσιν Ιερουσαλήμ=την απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ. Μαζί με την πρόθεση=σε αυτούς που διαμένουν στην Ιερουσαλήμ.

2.39 Καὶ ὡς ἐτέλεσαν(1) άπαντα(2) τὰ κατὰ τὸν νόμον κυρίου, υπέστρεψαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἰς πόλιν ἑαυτῶν Ναζαρέτ(3).
39 Όταν έκαναν όλα όσα πρόσταζε ο νόμος του Κυρίου, γύρισαν στη Γαλιλαία, στην πόλη τους τη Ναζαρέτ.
(1) Και αφού έκαναν μέχρι τέλους (δ).
(2) «Όλα τα σχετικά με την παρουσίαση του παιδιού και τα σχετικά με τη θυσία, για τα οποία πρόσταζε ο νόμος» (Ζ).
(3) «Παρόλο που η Βηθλεέμ ήταν η πόλη τους, αλλά και την Ναζαρέτ την θεωρούσαν πόλη τους, διότι εκεί έστησαν το σπιτικό τους» (Σχ.). Ο Λουκάς προσπερνά την προσκύνηση των μάγων που έγινε στη Βηθλεέμ στο μεταξύ, την σφαγή των νηπίων και την φυγή στην Αίγυπτο και για δικούς του λόγους μεταπηδά αμέσως στην εγκατάσταση της Μαριάμ με το νήπιο Ιησού στην Ναζαρέτ κατά την επιστροφή του από την Αίγυπτο. Και παραλείπει μεν τα γεγονότα αυτά στην αφήγησή του, δεν αποκλείει όμως αυτά.

2.40 Τὸ δὲ παιδίον(1) ηὔξανεν καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι(2) πληρούμενον(3) σοφίας(4), καὶ χάρις θεοῦ ἦν ἐπ᾽ αὐτό(5).
40 Στο μεταξύ το παιδί μεγάλωνε και το πνεύμα του δυνάμωνε· ήταν γεμάτος σοφία, και η χάρη του Θεού ήταν μαζί του.
(1) Η έννοια του όλου στίχου: «Αυτά που έχουν γραφτεί για αυτόν με ανθρώπινο τρόπο, δείχνουν ξεκάθαρα τον τρόπο με τον οποίο άδειασε από τη δόξα του. Διότι είναι αδύνατον να υποστεί κάτι τέτοιο στη φύση του ο Λόγος που γεννήθηκε από το Θεό Πατέρα· αλλά όταν έγινε σάρκα, δηλαδή άνθρωπος όπως εμείς, τότε… λέγεται και ότι υπέμεινε τα ανθρώπινα. Διότι ήταν μεν ικανός ο Λόγος, επειδή ήταν Θεός, να οδηγήσει τη σάρκα του αμέσως και από τη μήτρα στο μέτρο τέλειου άνδρα· αλλά αυτή η πράξη δεν θα απείχε από τερατογένεση. Για αυτό άφησε και την σάρκα του να κυριαρχείται από τις συνήθειες και τους νόμους της ανθρώπινης φύσης. Έτσι θα μπορούσε να ειπωθεί για αυτόν ότι και στη σοφία προκόβει, όχι με την έννοια ότι δέχεται προσθήκη σοφίας, από τη στιγμή που είναι Θεός παντέλειος σε όλα και ο οποίος δεν έχει ανάγκη σε κανένα από τα αξιώματα που πρέπουν στο Θεό, αλλά με την έννοια ότι ο Θεός Λόγος μαζί με την ηλικία του σώματος, διεύρυνε λίγο λίγο και την φανέρωση της σοφίας. Προκόβει λοιπόν στην ηλικία, από τη μία, το σώμα, στη σοφία, από την άλλη, η ψυχή. Διότι η θεότητα δεν δέχεται προκοπή σε τίποτα από τα δύο· διότι είναι παντέλειος ο Λόγος του Θεού» (Κ).
(2) Το «πνεύματι» παραλείπεται από τα αλεξανδρινά μεγαλογράμματα χειρόγραφα και από πολλούς από τους νεότερους, ανάμεσα στους οποίους και οι (L.g.p.) θεωρείται ότι μπήκε από αλλού στο κείμενο, σύμφωνα με το Λουκ. α 80. Μαζί με τη λέξη «πνεύματι» θα ερμηνεύσουμε: «Αύξανε, από τη μία, στην ηλικία, δυνάμωνε, από την άλλη, εναντίον της κακίας με το πνεύμα, δηλαδή με τη θεότητα που ήταν ενωμένη με αυτόν» (Ζ). Ή, το πνεύματι=δυνάμωνε στο πνεύμα· αναπτυσσόταν το σώμα του και δυνάμωνε το πνεύμα του (δ). Χωρίς τη λέξη «πνεύματι», θα εννοήσουμε και το αύξανε και το δυνάμωνε, ότι αναφέρονται στη φυσική ανάπτυξη του παιδιού=Η διπλή αύξηση σε ανάστημα και δύναμη συντελούνταν σε αυτό ομαλά (g). Δηλώνεται η σωματική ανάπτυξη σε ανάστημα και σε δύναμη (p). Όπως τα άλλα παιδιά, έτσι και ο Ιησούς αύξανε στο ανάστημα του σώματος και στη διεύρυνση της διανοητικής του αντίληψης και στις υπόλοιπες δυνάμεις της ψυχής. Έτσι λοιπόν η ανθρώπινη φύση του ήταν εικόνα του μυστικού σώματος, της εκκλησίας δηλαδή, η οποία, παρόλο που εμψυχώνεται από το απείρως τέλειο Πνεύμα, όμως συντελεί την αύξησή της, μέχρις ότου κάθε μέλος φτάσει σε άνδρα τέλειο, στο μέτρο ηλικίας του πληρώματος του Χριστού (Εφεσ. δ 13,16). Αλλά ενώ τα άλλα παιδιά είναι αδύναμα στη διανοητικότητα και θέληση, το παιδί Ιησούς ήταν δυνατό στο πνεύμα. Με το Πνεύμα του Θεού η ανθρώπινη ψυχή του προικιζόταν με έκτακτη δύναμη και όλες οι ψυχικές του δυνάμεις συντελούσαν τις λειτουργίες τους με έκτακτο τρόπο. Συλλογιζόταν δυνατά και η κρίση του ήταν διαυγής. Και ενώ τα άλλα παιδιά έχουν τρελά σκιρτήματα στις καρδιές τους, τα οποία εκδηλώνονται σε ό,τι λένε και πράττουν, ο Ιησούς γέμιζε σοφία όχι με παιδαγωγία και εκπαίδευση που παρεχόταν από έξω, αλλά με την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος και ό,τι έλεγε και έπραττε ήταν κατά τρόπο μεγαλοφυή συνετό και σοφό.
(3) Η μετοχή του ενεστώτα φανερώνει όχι το συντελεσμένο γεγονός, αλλά αυτό που συντελείται προοδευτικά· γέμιζε από μέρα σε μέρα και από χρόνο σε χρόνο (g). Είναι αξιοσημείωτα ως προς τη χρήση του ρήματος πληρούμενον, τα επόμενα: «Μπορούσε να πει: πρόκοβε παίρνοντας σοφία. Αλλά επειδή, όταν ήλθε, άδειασε τον εαυτό του, είπε «γέμιζε», για να δείξει, ότι αυτό που άδειασε το γέμισε και έπαιρνε πάλι αυτά από τα οποία με τη θέλησή του είχε αδειάσει» (Ω).
(4) «Εύλογα λοιπόν συνέδεσε την αύξηση της ηλικίας με την προκοπή στη σοφία. Διότι ανάλογα με το μέτρο της σωματικής ηλικίας, αποκάλυπτε η θεία φύση την δική της σοφία» (Κ). «Διότι αν, όσο ήταν ακόμη μικρός στην ηλικία, φανέρωνε όλη τη σοφία, θα έμοιαζε σαν τέρας. Τώρα όμως παρουσιάζοντας τον εαυτό του όσο ήταν δυνατόν ανάλογα με την ηλικία, εκπλήρωνε το θείο σχέδιο, όχι παίρνοντας σοφία… αλλά αυτήν που υπήρχε, την αποκάλυπτε προς τα έξω σιγά σιγά» (Θφ). To σύνολο της θεότητας, που ήταν ενωμένο μαζί με την ανθρώπινη φύση σε μία υπόσταση, μετέδιδε σε αυτήν τον ανώτατο όρο της γνώσης, στην οποία ήταν δεκτική σε κάθε ηλικία η ανθρώπινη φύση κατά την τελειότατη και αναμάρτητη ανάπτυξή της (δ). Η διανοητική, ηθική και πνευματική ανάπτυξη του παιδιού ακριβώς όπως και η φυσική, ήταν πραγματική. Ήταν τέλεια ανθρώπινη φύση που αναπτυσσόταν τελείως και χωρίς κάποιο εμπόδιο από κληρονομική ή επίκτητη ελαττωματικότητα. Υπήρξε η πρώτη και μοναδική περίπτωση σε όλη την ιστορία, τέτοιας ανάπτυξης (p). Ο σ. αυτός ερμηνεύεται μόνο με την προϋπόθεση, ότι ο Ιησούς είχε ανθρώπινη ψυχή που επιδεχόταν αύξηση και πρόοδο στη σοφία και τη γνώση. Ό,τι διακηρύσσεται με αυτόν τον στίχο, αναιρεί αναντίρρητα την αρειανική πλάνη και την διδασκαλία του Απολλιναρίου, σύμφωνα με την οποία ο Λόγος πήρε στον Ιησού τη θέση της ψυχής. Και άλλα χωρία, όπως και το παρόν, παρέχουν ολοφάνερη απόδειξη, ότι ο Ιησούς είχε ανθρώπινη ψυχή που επιδεχόταν ανάπτυξη και πρόοδο, αυτό όμως δεν θα μπορούσε να νοηθεί και για τον Λόγο, εάν αυτός κατείχε στον Ιησού τη θέση της ψυχής (ο).
(5) «Ήταν πάνω στο παιδί χάρη του Θεού που ήταν ενωμένος με αυτό, η οποία το παιδαγωγούσε και το ρύθμιζε και το στόλιζε» (Ζ). Η χάρη σημαίνει την εύνοια του Θεού, που προερχόταν από την πλήρη ικανοποίηση και ευαρέσκεια, την οποία το σύνολο του μικρού Ιησού προκαλούσε στον ουράνιο Πατέρα του. Η χάρη και εύνοια αυτή πρέπει να εννοηθεί συγχρόνως και ως δύναμη ευεργετική, που ενεργούσε και διεύθυνε την ομαλή αυτή ανάπτυξη (g). Ενώ τα άλλα παιδιά εκ φύσεως, λόγω της κληρονομικότητας του παλαιού Αδάμ ήταν τέκνα οργής, ο Ιησούς απαλλαγμένος από κάθε σπέρμα αμαρτίας ήταν ο αγαπημένος του Θεού και βρισκόταν κάτω από την εξόχως υψηλή εύνοιά του. Ο Θεός αγαπούσε αυτόν και αρεσκόταν σε αυτόν και φρόντιζε ιδιαίτερα για αυτόν.

Στίχ. 41-52. Ο Ιησούς δώδεκα ετών στο Ναό.
2.41 Καὶ ἐπορεύοντο οἱ γονεῖς αὐτοῦ κατ᾽ ἔτος(1) εἰς ᾽Ιερουσαλὴμ τῇ ἑορτῇ(2) τοῦ πάσχα.
41 Κάθε χρόνο, τη γιορτή του Πάσχα οι γονείς του Ιησού πήγαιναν στην Ιερουσαλήμ.
(1) Σύμφωνα με το Εξ. κγ 17 και Δευτ. ιστ 16, όλοι οι Ισραηλίτες όφειλαν να μεταβαίνουν στο ναό στα Ιεροσόλυμα 3 φορές το χρόνο, κατά τις 3 μεγάλες ετήσιες γιορτές (Πάσχα, Πεντηκοστή, Σκηνοπηγία). Αλλά από την εποχή της Διασποράς ο νόμος αυτός δεν μπορούσε να τηρηθεί. Παρ’ όλα αυτά πάρα πολλοί από τους Ιουδαίους της Παλαιστίνης προσπαθούσαν να μεταβαίνουν τουλάχιστον 1 φορά το χρόνο. Για τις γυναίκες ο νόμος δεν λέει τίποτα, αλλά ο Χιλλέλ καθόρισε, ότι και αυτές έπρεπε να ανεβαίνουν στα Ιεροσόλυμα το Πάσχα. Η Μαρία, πιθανώς, όπως η Άννα, η μητέρα του Σαμουήλ, ανέβαινε στα Ιεροσόλυμα ωθούμενη από φυσική ευσέβεια και όχι διότι συμμορφωνόταν στο παράγγελμα του Χιλλέλ (p).
(2) Δοτική όχι του τόπου, αλλά του χρόνου ή του σκοπού (g)=Με ευκαιρία τη γιορτή του Πάσχα (L) ή με σκοπό να γιορτάσουν το Πάσχα. Ο Κύριος πήρε πραγματικά και αληθινά την ανθρώπινη φύση και πέρασε συνεπώς από όλα τα στάδια της φυσικής αύξησης και ανάπτυξης εξομοιούμενος σε όλα με τους αδελφούς του. Οι εξωτερικές συνθήκες της ανάπτυξής του αυτής, υπήρξαν το ήσυχο περιβάλλον του σπιτιού του Ιωσήφ και της Μαρίας, για τη ζωή των οποίων ο Λουκάς μας λέει τις λίγες λέξεις του σ. αυτού, οι οποίες μας παρέχουν μία πυκνή περίληψη για την ήρεμη ευσέβεια, η οποία κυριαρχούσε στο σπίτι της Μαρίας και του αρραβωνιαστικού της. Με τις λίγες αυτές λέξεις ο ευαγγελιστής μας δίνει να καταλάβουμε, ότι η ατμόσφαιρα μέσα στην οποία αυξήθηκε το παιδί Ιησούς απέπνεε το γλυκό άρωμα της ευσέβειας, της οικογενειακής ειρήνης και της ευλαβικής τήρησης των πατρικών παραδόσεων του Ιουδαϊσμού.

2.42 καὶ ὅτε ἐγένετο ἐτῶν δώδεκα(1), ἀναβάντων(2) αὐτῶν εις Ιεροσόλυμα κατὰ τὸ ἔθος(3) τῆς ἑορτῆς(4)
42 Όταν έγινε δώδεκα χρονών, ανέβηκαν στα Ιεροσόλυμα, στη γιορτή, όπως συνήθιζαν.
(1) Στην ηλικία των 12 ετών κάθε παιδί Ισραηλίτης γινόταν γιος του νόμου και άρχιζε να υποτάσσεται στις διατάξεις του σχετικά με τις γιορτές, νηστείες και τις όμοιες με αυτές (p.g.δ). Πολλοί από τους νεώτερους ερμηνευτές δεν διακρίνουν στον στίχο αυτόν κανένα υπαινιγμό, που να υποδηλώνει, ότι για πρώτη φορά ανέβαινε ο Ιησούς στη γιορτή. Αυτό είναι αλήθεια. Παρ’ όλα αυτά με την υπόθεση, ότι τώρα για πρώτη φορά ανέβηκε ο Ιησούς, εξηγείται καλύτερα, πώς συνέβη ο αποχωρισμός του παιδιού από τους γονείς του (g). Άλλωστε στα χρόνια που ηγεμόνευε ο Αρχέλαος, πιθανό είναι σύμφωνα με το Ματθ. β 22 και 23 να απέφυγαν οι γονείς του Ιησού να ανεβάσουν τον Ιησού στα Ιεροσόλυμα και μόνο μετά την εξορία του που συνέβη μετά από 9 χρόνια εξουσίας, απαλλάχτηκαν από κάθε ανησυχία για την ασφάλεια του παιδιού. Εάν στα 9 χρόνια της ηγεμονίας του Αρχελάου προσθέσουμε και 2 χρόνια, την ηλικία του Σωτήρα κατά την επιστροφή από την Αίγυπτο, βρίσκουμε ότι η εξορία του Αρχελάου συμπίπτει με την συμπλήρωση του 11 έτους του Ιησού (δ). Ο Κύριος δεν παρουσιάζεται σε μας κατά την παιδική του ηλικία, όπως το παιδί Σαμουήλ, να παραμένει στο ναό, απομακρυσμένος από τους συνηθισμένους όρους της ζωής των απλών ανθρώπων· αλλά εμφανίζεται με μεγάλη ταπείνωση με τις κοινές συνθήκες της ζωής, κάτω από τις οποίες θα αναπτυσσόταν οποιοδήποτε παιδί του λαού, με μόνη τη διαφορά, ότι έδειχνε ιδιαίτερη και μοναδική διάθεση και ικανότητα να αντιλαμβάνεται οτιδήποτε θείο και διαπνεόταν από τον ζήλο τον οποίο γεννά ο φόβος και η αγάπη του Θεού. Με αυτό θέλησε ο Κύριος να μας διδάξει ότι το κύριο προσόν του, το οποίο πρέπει να μιμηθούμε, είναι η ταπείνωση, στην οποία στηρίζεται κάποιος ευκολότερα κάτω από τις συνηθισμένες συνθήκες του βίου και μάλιστα κάτω από την αφάνεια της φτώχειας και ασημότητας. Από την άλλη παραμένει σαν ένα από τα πολλά παιδιά, για να είναι δυνατόν όλοι να μιμηθούν αυτόν, το οποίο θα ήταν ανεπίτευκτο, εάν εμφανιζόταν ως κάποιος χωρισμένος από τους υπόλοιπους ανθρώπους, όπως ο Σαμουήλ, ο Πρόδρομος και κάποιοι άλλοι από τους προφήτες και υπηρέτες του. Τέλος ο Κύριος έλαβε έτσι πείρα όλων των ασθενειών και δοκιμασιών μας, για να γίνει σε όλα συμπαθής και σπλαχνικός αρχιερέας, αφού θα μπορεί και από προσωπική του πείρα να βοηθά αυτούς που πειράζονται.
(2) Υπάρχει και η γραφή αναβαινόντων=μετοχή παρατατικού που δηλώνει αυτό που γίνεται συνήθως (g).
(3) Η λέξη σημαίνει: Συνήθεια καθορισμένη από το νόμο, καθεστώς, τυπικό (Grimm). Με την έννοια του τυπικού και εδώ, όπως σε πάρα πολλούς παπύρους (L). Ήταν σταθερή πράξη τους να μεταβαίνουν σύμφωνα με το νόμο στα Ιεροσόλυμα για εορτασμό του Πάσχα, παρόλο που το ταξίδι με τα μέσα, τα οποία διέθεταν τότε, ήταν μακρό, αλλά και αυτοί ήταν φτωχοί και ίσως όχι χωρίς στερήσεις και στενοχώριες κατόρθωναν να εξοικονομούν τις δαπάνες. Ο Ιωσήφ και η Μαρία είχαν στο σπίτι τους τον Ιησού, ο οποίος μπορούσε να διδάξει αυτούς πολύ καλύτερα από όσο όλοι οι ραββίνοι της Ιερουσαλήμ. Παρά ταύτα μετέβαιναν στην Ιερουσαλήμ σύμφωνα με τη συνήθεια της γιορτής. «Αγαπά ο Κύριος τις πύλες της Σιών περισσότερο από τις κατοικίες του Ιακώβ».
(4) Ο Ιησούς πέρασε αναμφίβολα τις ημέρες αυτές της γιορτής με άγια έξαρση. Όλες αυτές οι τελετές μιλούσαν στην καρδιά του. Η βαθιά και πιο εσωτερική σημασία τους εκτυλισσόταν στη ζωηρή αντίληψή του που αναπτυσσόταν με την επίδραση της Παλαιάς Διαθήκης. Από αυτό μπορούμε να εξηγήσουμε το γεγονός που ακολούθησε (g).

2.43 καὶ τελειωσάντων τὰς ἡμέρας(1), ἐν τῷ ὑποστρέφειν αὐτοὺς ὑπέμεινεν(2) ᾽Ιησοῦς ὁ παῖς(3) ἐν ᾽Ιερουσαλήμ, καὶ οὐκ ἔγνω Ιωσήφ και η μήτηρ(5) αὐτοῦ.
43 Όταν τέλειωσε η γιορτή και γύριζαν πίσω, το παιδί ο Ιησούς παρέμεινε στην Ιερουσαλήμ, χωρίς να το ξέρουν ο Ιωσήφ και η μητέρα του.
(1) «Τις μέρες της γιορτής του Πάσχα και της γιορτής των αζύμων» (Ζ). Το «τελεσάντων (όταν τέλεσαν)» συνηγορεί μάλλον στο ότι η αγία οικογένεια παρέμεινε στα Ιεροσόλυμα και τις 7 ημέρες των αζύμων τα οποία έκλειναν με πανηγύρι. Εξοδ. ιβ 15 (L). Η παρουσία παρ’ όλα αυτά στη γιορτή απαιτούνταν μόνο για τις 2 πρώτες ημέρες, μετά την πάροδο των οποίων οι προσκυνητές ήταν ελεύθεροι να επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Δεδομένου ότι πολλοί προσκυνητές έκαναν χρήση αυτής της ελευθερίας τους, δεν είναι αδύνατον και η Μαρία μαζί με τον Ιωσήφ έτσι να έπραξαν (g).
(2) Το υπομένω εδώ έχει την πρώτη σημασία του=μένω πίσω αφού ξέμεινα από τους άλλους (δ). «Έμεινε πίσω στην Ιερουσαλήμ» (Ζ). Το ρήμα κλείνει μέσα του και την έννοια της καθυστέρησης με κάποια επιμονή. Το ελκυστικό ενδιαφέρον, από το οποίο απορροφιόταν το παιδί από τις ιερές τελετές που διεξάγονταν στο ναό, το κράτησε εκεί παρά την αναχώρηση των γονιών του (g. p).
(3) Η σύμφωνα με τους σ. 40 και 52 φυσική αύξηση του Ιησού, σημειώνεται με σαφήνεια με τις κάθε φορά διαφορετικές λέξεις που χρησιμοποιούνται κατά την διαφορά της ηλικίας. Στο σ. 16 ονομάζεται ο Ιησούς βρέφος, στο σ. 40 παιδί, εδώ το παιδί Ιησούς και στο σ. 52 ο Ιησούς (p).
(4) Δεν κατάλαβε, δεν αισθάνθηκε (δ). Δεν αντιλήφθηκαν. Υπάρχει και η γραφή: Ουκ έγνωσαν. Αυτό δείχνει τι εμπιστοσύνη είχαν σε αυτόν ο Ιωσήφ και η Μαρία και πόσο λίγο ήταν συνηθισμένοι να τον επιτηρούν. Ήταν συνηθισμένοι από την υπακοή και σύνεσή του, διότι ουδέποτε είχε δώσει σε αυτούς αφορμή ανησυχίας (p).
(5) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα έχουν τη γραφή: οι γονείς. Εφόσον στον προηγούμενο στίχο γράφεται «πορεύονταν οι γονείς του», δύσκολα θα μπορούσε να υποπτευθεί, ότι η γραφή των βυζαντινών χειρογράφων (Ιωσήφ και η μήτηρ) προήλθε από διόρθωση της γραφής «οι γονείς» για λόγους δογματικούς (g).

2.44 νομίσαντες δὲ αὐτὸν εἶναι ἐν τῇ συνοδίᾳ(1) ἦλθον ἡμέρας ὁδὸν(2) καὶ ἀνεζήτουν(3) αὐτὸν ἐν τοῖς συγγενεῦσιν καὶ τοῖς γνωστοῖς,
44 Νομίζοντας ότι ήταν μέσα στο πλήθος των προσκυνητών, περπάτησαν μιας μέρας δρόμο και ύστερα άρχισαν να τον αναζητούν ανάμεσα στους συγγενείς και τους γνωστούς.
(1) Οι συνοδείες (κοινώς καραβάνια) αποτελούνταν από όλους όσους κατοικούσαν στο ίδιο ή σε διπλανά χωριά, οι οποίοι ανέβαιναν και κατέβαιναν μαζί, αποτελώντας συνοδεία άλλοτε μεν μεγαλύτερη, άλλοτε δε μικρότερη· είχε λοιπόν αυτή αρκετή έκταση, ώστε οδοιπορώντας κάποιος δεν μπορούσε να βεβαιωθεί, εάν υπήρχε σε αυτήν και κάποιος άλλος, τον οποίο ζητούσε. Το απόγευμα όμως όλοι μαζί έτρωγαν στον ίδιο σταθμό και τότε μπορούσε να γίνει η εξέταση, εάν ήταν στη συνοδεία ο αναζητούμενος (δ).
(2) Το απόγευμα, στον τόπο της στάθμευσης, όπου κάθε οικογένεια συναντιόταν για τη νύχτα, η Μαρία και ο Ιωσήφ διαπίστωσαν την απουσία του παιδιού (g). Στα καραβάνια κατά την ημέρα οι γυναίκες ξεκινούν πρώτες μαζί και οι άνδρες ακολουθούν. Τα μικρά παιδιά είναι με τις μητέρες τους και τα μεγαλύτερα με τους πατέρες τους. Εάν το ίδιο συνέβαινε και τότε, η Μαρία θα μπορούσε να φανταστεί ότι ο Ιησούς ήταν με τον Ιωσήφ και ο Ιωσήφ θα ήταν δυνατόν να υποθέσει, ότι ήταν μαζί με τη Μαρία (p).
(3) Η πρόθεση ανά με το εζήτουν=με επιμονή ζητούσαν (δ), σε κάθε διεύθυνση και με κάθε λεπτομέρεια ερευνούσαν.

2.45 καὶ μὴ εὑρόντες(1) αυτόν ὑπέστρεψαν(2) εἰς ᾽Ιερουσαλὴμ ζητοῦντες αὐτόν.
45 Δεν τον βρήκαν, όμως, και γύρισαν στην Ιερουσαλήμ να τον αναζητήσουν.
(1) Αιτιολογική μετοχή=επειδή δεν βρήκαν (δ).
(2) Το ρήμα σε αόριστο=Η επιστροφή ήταν απλή πράξη που αποφασίστηκε και έγινε αμέσως την επομένη. Η μετοχή ζητοῦντες είναι σε ενεστώτα. Η αναζήτηση ήταν πράξη παρατεταμένη και συνεχής (p) και άρχισε από τη στιγμή της εκκίνησης για επιστροφή στα Ιεροσόλυμα με την καθ’ οδόν εξέταση και αναζήτηση πληροφοριών από τους προσκυνητές, που συναντούσαν σε αυτήν και συνεχίστηκε στα Ιεροσόλυμα (g). Η γραφή του σιναϊτικού και κάποιων άλλων κωδίκων αναζητοῦντες ανταποκρίνεται πλήρως στην έννοια της μετοχής σε ενεστώτα.

2.46 καὶ ἐγένετο μετὰ ἡμέρας τρεῖς(1) εὗρον αὐτὸν ἐν τῷ ἱερῷ(2) καθεζόμενον ἐν μέσῳ τῶν διδασκάλων(3) καὶ ἀκούοντα αὐτῶν καὶ ἐπερωτῶντα(4) αὐτούς·
46 Τον βρήκαν ύστερα από τρεις μέρες στο ναό καθισμένον ανάμεσα στους νομοδιδασκάλους, να τους ακούει και να τους κάνει ερωτήσεις.
(1) Με διάφορους τρόπους υπολογίστηκαν οι τρεις μέρες. Ή, τρεις μέρες, από την ημέρα που άρχισαν να αναζητούν αυτόν στο δρόμο επιστρέφοντας στην Ιερουσαλήμ· ή, τρεις ημέρες, από τη μέρα που επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ, ή, πιο σωστά «Μία ημέρα ξόδεψαν όταν ήλθαν δρόμο μίας ημέρας και αναζητούσαν αυτόν στους συγγενείς και γνωστούς, άλλη πάλι, όταν, αφού δεν τον βρήκαν, επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ αναζητώντας τον· την τρίτη λοιπόν ημέρα βρήκαν αυτόν» (Ζ). Γεννιέται τώρα το ερώτημα: Από τη στιγμή που απέμεινε μόνο το παιδί, τι έκανε κατά τις ημέρες που μεσολάβησαν; Γύρισε στο σπίτι, όπου είχε μείνει μαζί με τους γονείς του κατά τις ημέρες της διεξαγωγής των πασχαλινών τελετών; Απίθανο. Διότι θα παροτρυνόταν από όσους έμεναν στο σπίτι να επιστρέψει την επόμενη μέρα για να συναντήσει τους γονείς του, με τους οποίους και θα συναντιόταν στο δρόμο. Κάθε παιδί αναζητά καταφύγιο στο σπίτι του πατέρα του. Και ο Ιησούς θα αναζήτησε αυτό σε κάποιο περιστύλιο του ναού, όπου αφού αποσύρθηκε πέρασε τις δύο νύχτες που μεσολάβησαν. Στην απομόνωση αυτή έλαβε σε ασύγκριτα ανώτερο βαθμό την πείρα, την οποία σε παλαιότερα χρόνια είχε λάβει και ο Ιακώβ στη Βαιθήλ (Γενέσ. κη)(g).
(2) Όχι σε κάποια συναγωγή, εάν υπήρχε κάποια τέτοια στον περίβολο του ναού, αλλά πιθανώς στα προπύλαια του ναού, όπου σύμφωνα με ένα χωρίο του Ταλμούδ (Sanhedrin 58β) συνήθιζαν τα μέλη του συνεδρίου κατά τις ημέρες των γιορτών και τα σάββατα να διδάσκουν το λαό. Από αυτό παρουσιάζεται πιθανό, ότι η γιορτή εξακολουθούσε και ότι οι γονείς του Ιησού έφυγαν πριν τη συμπλήρωση των 7 ημερών, διότι αλλιώς η διδασκαλία στο ιερό θα είχε παύσει (p.g.).
(3) Ή, ο Σωτήρας ήταν παρών εδώ όχι ως μαθητής, οπότε θα άρμοζε η φράση «καθόταν στα πόδια των διδασκάλων», αλλά ως ένας από αυτούς, σαν ίσος τους (δ). Ή, δεδομένου ότι και οι ραββίνοι δεν θα ανέχονταν λόγω του εγωισμού τους ένα δωδεκάχρονο παιδί να παρουσιάζεται σαν ίσος με αυτούς, ούτε ο Ιησούς θα προέτρεχε πριν τη συμπλήρωση του 30 έτους να εμφανιστεί δημόσια διεκδικώντας τη θέση του ραββίνου, φαίνεται πιθανότερο ότι ο Ιησούς καθόταν στο έδαφος και οι ραββίνοι ήταν όρθιοι διδάσκοντας ή κάθονταν στα καθίσματα που υπήρχαν στα περιστύλια του ναού (p.g.) ή κάποιο έξυπνο ερώτημα του παιδιού που στεκόταν με αφορμή τα όσα άκουγε (άκουγε και ρωτούσε) προσείλκυσε την προσοχή του ραββίνου που δίδασκε και για όσο η συζήτηση συνεχιζόταν συναθροίστηκαν γύρω από το νεαρό μαθητή διδάσκαλοι και ακροατές που ελκύστηκαν από θαυμασμό για το πρωτοφανές γεγονός (g).
(4) Είναι αξιοσημείωτο ότι το ακούω μπαίνει πρώτο, υποδηλώνοντας ότι το παιδί Ιησούς βρισκόταν εκεί ως μαθητής και ως τέτοιος ρωτούσε αυτούς. Ήταν ο συνηθισμένος τρόπος της διδασκαλίας, ο μαθητής να ρωτά πληροφορούμενος και να απαντά εξεταζόμενος (p). «Όπως όμως άρμοζε σε παιδί, όταν ήταν ο Ιησούς ανάμεσα στους διδασκάλους, δεν δίδασκε μεν αλλά άκουγε και ρωτούσε, το οποίο έκανε και ο Ιησούς δίνοντας παράδειγμα και πρότυπο στους νέους να μην είναι προπετείς, αλλά τους παροτρύνει με ωραίο τρόπο να κάνουν ερωτήσεις» (Ω). Όχι μόνο ήταν γεμάτος σοφία, αλλά ως άνθρωπος είχε και πόθο από τη μία να αυξήσει αυτήν, από την άλλη επίσης και να μεταδώσει αυτήν. Και έχουμε εδώ παράδειγμα για τους νέους και τα παιδιά, που διδάσκει αυτά να ευχαριστιούνται να συναναστρέφονται εκείνους, από τους οποίους μπορούν να αποκομίσουν κάτι καλό και να προτιμούν να κάθονται ανάμεσα σε δασκάλους μάλλον παρά ανάμεσα σε παιδιά που παίζουν μαζί. Ας αρχίζουν τα παιδιά από την ηλικία των 12 ετών ή και νωρίτερα να ενδιαφέρονται να διδαχτούν και να μην αποφεύγουν εκείνους, οι οποίοι είναι σε θέση να τους διδάξουν. Είναι άριστο και γεμάτο ελπίδες προμήνυμα για τη νεολαία να επιθυμεί να διδάσκεται.

2.47 ἐξίσταντο(1) δὲ πάντες οἱ ἀκούοντες αὐτοῦ ἐπὶ τῇ συνέσει(2) καὶ ταῖς ἀποκρίσεσιν(3) αὐτοῦ.
47 Όλοι όσοι τον άκουγαν έμεναν κατάπληκτοι για τη νοημοσύνη και τις απαντήσεις του.
(1) Εδώ η λέξη έχει την έννοια του: πρόσκαιρα παύει η διάνοια κάποιου να ενεργεί λόγω κάποιου σφοδρού συναισθήματος (όπως χαράς, λύπης, φόβου και εδώ θαυμασμού)(δ).
(2) Η φρόνηση και νοημοσύνη, η οποία ήταν αποτέλεσμα της σοφίας από την οποία ήταν γεμάτος. Δες σ. 40. «Βλέπεις πώς πρόκοβε στη σοφία από το γεγονός ότι γινόταν γνωστός και θαυμαζόταν από πολλούς;» (Θφ).
(3) Οι απαντήσεις του έδειχναν την αξιοθαύμαστη πνευματική και διανοητική του ανάπτυξη (p).

2.48 καὶ ἰδόντες(1) αὐτὸν ἐξεπλάγησαν(2), καὶ πρὸς αὐτὸν ἡ μήτηρ(3) αὐτοῦ εἶπε(4), Τέκνον, τί ἐποίησας ἡμῖν οὕτως(5); ἰδοὺ ὁ πατήρ σου(6) κἀγὼ ὀδυνώμενοι(7) ἐζητοῦμέν σε.
48 Μόλις τον είδαν οι γονείς του, απόρησαν, και η μητέρα του τού είπε: «Παιδί μου, γιατί μας το ’κανες αυτό; Ο πατέρας σου κι εγώ σε αναζητούσαμε με πολλή αγωνία».
(1) Οι γονείς του προφανώς (δ).
(2) Θαύμασαν, απόρησαν, για τον τόπο, στον οποίο βρήκαν αυτόν, και για τα λόγια τα οποία άκουγαν (δ). Θαύμασαν και διότι για πρώτη φορά παρουσιαζόταν ο Ιησούς τόσο απασχολημένος χωρίς, όπως φαινόταν, να σκέφτεται αυτούς και την ανησυχία τους (p). Ο Ιησούς πάντοτε απέναντί τους ήταν πολύ προσεκτικός (g). Από αυτό συμπεραίνουμε, ότι ο Κύριος ουδέποτε είχε λυπήσει τους γονείς του. Αυτό φαίνεται σαφώς από το ότι, όταν αυτοί τον βρήκαν στο ναό, εκδήλωσαν μεγάλη έκπληξη πώς αυτός υπέβαλε αυτούς σε τόσο αγωνιώδη κόπο, αλλά δεν μπόρεσαν να τον κατηγορήσουν ή να τον μαλώσουν ότι διέπραξε κάποιο σφάλμα, και μόνο τον ρώτησε στοργικά η μητέρα του «παιδί μου, γιατί μας έκανες έτσι;». Ασφαλώς πρέπει να είναι καλός και υπάκουος γιος αυτός, στον οποίο η μητέρα του μιλά έτσι, όπως η Μαρία εδώ μίλησε στον Ιησού.
(3) Ο Ιωσήφ δεν μίλησε. Οι δεσμοί με τους οποίους συνδεόταν με τη μητέρα του ήταν ισχυρότεροι (b). Ήταν βεβαίως φυσικότατο να μιλήσει αυτή πρώτη (p). Επειδή αγωνιούσε περισσότερο για την απώλεια του γιου της και επειδή συγκινήθηκε περισσότερο όταν τον είδε, αφήνει ελευθερία στην εκδήλωση της στοργής της (L).
(4) Δημόσια και μπροστά σε όλους (b).
(5) «Έτσι», όπως έκανες, δηλαδή μας άφησες και έμεινες μόνος (δ).
(6) «Γνώριζε μεν η παναγία παρθένος ότι δεν είναι παιδί του Ιωσήφ, αλλά αποδέχεται τον αρραβωνιαστικό της ως πατέρα του, για να μην υποπτευθούν οι Ιουδαίοι» (Ω). «και επειδή είχε αναλάβει την ανατροφή» (Ζ), «επειδή ακριβώς ανέθρεψε αυτόν» (Ω).
(7) Με πόνο και οδύνη (δ). Το ρήμα λέγεται και σε περίπτωση μεγάλης αγωνίας της διάνοιας όπως στα Πράξ. κ 38 και Ζαχ. ιβ 10. Η ρομφαία άρχισε ήδη το έργο της (p). Η νεώτερη κριτική ρωτά: Πώς η Μαρία ήταν δυνατόν να ανησυχεί; Δεν ήξερε ότι ο γιος της ήταν ο Υιός του Θεού; Η κριτική συλλογίζεται λες και η καρδιά του ανθρώπου και μάλιστα της μητέρας ενεργεί, όπως θα συλλογιζόταν κάποιος (g).

2.49 καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς, Τί ὅτι(1) ἐζητεῖτέ με(2); οὐκ ᾔδειτε(3) ὅτι ἐν τοῖς τοῦ πατρός μου(4) δεῖ(5) εἶναί με;
49 Ο Ιησούς τους απάντησε: «Γιατί με αναζητούσατε; Δεν ξέρατε ότι πρέπει να βρίσκομαι στο σπίτι του Πατέρα μου;»
(1) Ή, ποιος είναι αυτός ο λόγος, ότι (Λουκ. δ 36)(L), ή, τι έγινε; (Ιω. ιδ 22)· τι συμβαίνει και με ζητούσατε; Γιατί με ζητούσατε; (δ).
(2) Έκφραση όχι μομφής αλλά έκπληξης. Δεν εκπλήσσεται διότι επέστρεψαν πάλι στην Ιερουσαλήμ, αλλά διότι δεν ήξεραν που θα τον εύρισκαν (p).
(3) Η γνώση την οποία είχαν για αυτόν, έπρεπε να τους εμποδίσει από το να αναζητούν αυτόν αλλού (g).
(4) «Στα μέρη του Πατέρα μου, είπε, λόγω του ναού στον οποίο βρισκόταν, όπου και βρέθηκε ζητούμενος» (σχ.). Στα οικήματα του Πατέρα μου (δ), όπως στο Γεν. μα 51. Ο Ειρηναίος (Κατά αιρέσ. V,36,2) παραφράζει το «εν τη οικία» του Ιω. ιδ 2 με το «εν τοις». Η αρμένικη μετάφραση και το Διατεσσάρων του Τατιανού μεταφράζουν: στον οίκο του πατέρα μου (p). Έτσι και ο Ζ. Ο Χριστός έχει οίκο και στη γη, όπως έχει και άλλον στους ουρανούς. Εδώ στη γη είναι το φως του λόγου του, το οποίο μεταδίδεται σε μας. Εδώ είναι το τραπέζι το οποίο ετοιμάζει σε μας. Ουδέποτε λοιπόν πρέπει να περάσει από το νου μας η ιδέα, ότι είναι δυνατόν να βρούμε τον Σωτήρα μας στα ύψη της φιλοδοξίας και αλαζονείας ή στις απολαύσεις του πλούτου ή της πολυτέλειας ή στη μανιώδη επιδίωξη κάτι άλλου που ανήκει στον κόσμο αυτόν. Αυτά δεν πρόκειται να βρεθούν στον οίκο του Πατέρα του. Αλλά αν ζητάμε πράγματι τον Ιησού θα τον βρούμε στο δρόμο των δικαιωμάτων και παραγγελμάτων του Θεού και στο μονοπάτι των αρετών και των εντολών του. Θα τον βρούμε στα πρόσωπα των φτωχών και στην υπομονή των θλίψεων και των δοκιμασιών. Θα τον βρούμε και στις ώρες των κατ’ ιδίαν αφοσιωμένων απομονώσεων, των ευσεβών μελετών, των ιερών αναγνώσεων, των θερμών προσευχών. Ασφαλώς ο Χριστός είναι και εδώ πάνω στη γη και αποκαλύπτει τον εαυτό του στις ταπεινές, τις αφοσιωμένες και τις πιστές ψυχές. Διότι αν και είναι ανάμεσά μας, δεν βλέπουν αυτόν όλοι, αλλά μόνο οι καθαροί στην καρδιά. Και «η μεν μητέρα του, μίλησε για τον θετό του πατέρα (τον Ιωσήφ)· αυτός όμως της γνώρισε τον φυσικό πατέρα του» (Ζ). «Εδώ λοιπόν για πρώτη φορά αναφέρει φανερότερα τον αληθινό Πατέρα και αποκαλύπτει τη θεότητά του. Επειδή, δηλαδή, έλεγε η αγία Παρθένος, Παιδί μου, γιατί μας έκανες έτσι; Τότε λοιπόν, τότε δείχνοντας ότι είναι πέρα από τα ανθρώπινα μέτρα και διδάσκοντας, ότι αυτή έγινε μεν υπηρέτης του σχεδίου της σωτηρίας γεννώντας τον σωματικά, από τη φύση του όμως και αληθινά ήταν Θεός και Υιός του ουράνιου Πατέρα, λέει: δεν ξέρατε…» (Κ). Η φράση αυτή, τότε μόνο αποδίδει έννοια, όταν η λέξη «Πατέρα» λεχθεί με την κύρια σημασία. Διότι μόνο εάν ήταν φυσικός Πατέρας του ο Θεός, όφειλε να αναζητιέται στον οίκο του ο Σωτήρας. Εάν όμως ήταν θετός μόνο, όπως και οι υπόλοιποι άνθρωποι, δεν είχε κανένα ιδιαίτερο λόγο περισσότερο από τους υπόλοιπους ανθρώπους να μένει στο ναό του Θεού και πώς τότε η μητέρα του όφειλε να συμπεράνει, ότι εκεί έμενε; (δ). Έτσι ο Ιησούς με αυτήν την ερώτησή του, ευγενικά, αλλά και ξεκάθαρα διορθώνει αυτό που η μητέρα του είπε «Εγώ και ο πατέρας σου». Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ο πρώτος λόγος του Μεσσία που αναφέρεται στα ευαγγέλια, είναι διαβεβαίωση για τη θεία του υιότητα και τη συνείδησή του, ότι ήταν υιός του Θεού (p). «Όσον αφορά αυτό το ρητό, θα οπλιστούμε εναντίον των άθεων αιρέσεων που λένε, ότι πατέρας του Ιησού Χριστού δεν είναι ο Δημιουργός, ούτε ο Θεός του νόμου, ούτε ο Θεός του ναού. Διότι ακούγοντας τον λόγο του οι οπαδοί του Ουαλεντίνου, ας ντραπούν, το λόγο του δηλαδή που λέει: στα οικήματα του Πατέρα μου πρέπει να είμαι» (Ω).
(5) Έτσι πληροφορεί αυτούς ότι δεν είχε παραβιάσει την οφειλόμενη σε αυτούς υπακοή (b).

2.50 καὶ αὐτοὶ οὐ συνῆκαν τὸ ῥῆμα ὃ ἐλάλησεν αὐτοῖς(1).
50 Εκείνοι όμως δεν κατάλαβαν τα λόγια που τους είπε.
(1) «Διότι ήταν μυστήριο» (Θφ). Γνώριζε μεν η Μαρία και ο Ιωσήφ την υπερφυσική σύλληψη και από τον λόγο αυτόν του Ιησού προηγήθηκαν τα λόγια των ποιμένων, του Συμεών και της Άννας. Αλλά δεν κατάλαβαν τον λόγο αυτόν η Μαρία και ο Ιωσήφ, όπως ακριβώς και τα λόγια του Συμεών τους κατέπληξαν. Ο Λουκάς ο οποίος μας ενημερώνει για το μυστήριο, θέλει απλώς να δείξει με τα λόγια αυτά, ότι το μυστήριο περίκλειε βάθος ανεξερεύνητο (L). Αλλά και αυτά τα λόγια του αγγέλου δεν περιείχαν με σαφήνεια την έννοια της κατά φύση θείας υιότητας του Σωτήρα (δ). Στο μυστήριο αυτό οι γονείς του Ιησού εισέδυαν βαθμιαία και από όσα στη συνέχεια μάθαιναν για τον Ιησού, αποκόμιζαν την πληροφορία ότι η προηγούμενη γνώση τους για τη μεσσιακή ιδιότητα του Ιησού ήταν ανεπαρκής (p.g.). Ο Λουκάς ίσως δεν θα είχε γράψει την φράση αυτή, αν δεν είχε ακούσει αυτήν από το στόμα της ίδιας της Μαρίας. Τη στιγμή που η μητέρα του Ιησού υπενθύμιζε στους πρώτους Χριστιανούς τις αναμνήσεις, τις οποίες είχε διατηρήσει στην καρδιά της, μπορούσε να πει, ότι όταν είχε κοντά της τον Ιησού ως παιδί και ως έφηβο, δεν είχε αντιληφθεί τι εμπερίκλειε η φύση και η αποστολή του Υιού της (L). Δεν κατάλαβαν τι έργο είχε ο Ιησούς στο ναό του Πατέρα του. Πίστευαν σε αυτόν ως Μεσσία, αλλά ίσως σκέφτονταν ότι είχε δικαιώματα πάνω στο βασιλικό θρόνο του Δαβίδ. Και ίσως εύρισκαν ότι η θέση του ήταν μάλλον στο βασιλικό ανάκτορο παρά στο ναό. Δεν είχαν αντιληφθεί και το προφητικό αξίωμά του, για το οποίο επιφυλασσόταν σε αυτόν μεγάλο έργο για εκτέλεση.

2.51 καὶ κατέβη μετ᾽ αὐτῶν καὶ ἦλθεν εἰς Ναζαρέτ, καὶ ἦν ὑποτασσόμενος(1) αὐτοῖς(2). καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ διετήρει(3) πάντα τὰ ῥήματα(4) ταύτα ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς(5).
51 Ο Ιησούς κατέβηκε μαζί τους και ήρθε στη Ναζαρέτ και ζούσε κοντά τους με υπακοή. Η μητέρα του όμως διατηρούσε μέσα στην καρδιά της όλα αυτά τα λόγια.
(1) Με δική του θέληση (b). Η περίφραση του ἦν μαζί με την μετοχή, τονίζει το συνεχές της υποταγής (p), και δείχνει ενέργεια εσκεμμένη, η οποία ανανεωνόταν κάθε στιγμή (g). Εκπληκτική ήταν η υποταγή εκείνου, στον οποίο τα πάντα υποτάσσονται. Και πριν υποτασσόταν σε αυτούς, αλλά αναφέρεται και τώρα αυτό, όταν θα μπορούσε εκ πρώτης όψεως να νομιστεί ότι από την ώρα εκείνη έβγαλε τον εαυτό του από την επίβλεψη και την κηδεμονία των γονιών του. Δεν αξιώθηκαν ούτε οι άγγελοι τέτοιας τιμής, όπως αξιώθηκαν οι γονείς του Ιησού (b). Συμπεραίνουμε από αυτό, το δίδαγμα της υπομονετικής προετοιμασίας την ώρα που αναμένουμε με ταπείνωση τον κατάλληλο χρόνο, τον οποίο ο Θεός έχει ορίσει ως καιρό κλήσης μας στο έργο του, εάν φιλοδοξούμε να αποβούμε γνήσιοι εργάτες του. Κανείς άλλος δεν επιθύμησε ποτέ να επιδοθεί στο έργο του επουράνιου Πατέρα, όσο το επιθύμησε ο Ιησούς. Και όμως αναμένει ήσυχα και χωρίς να εκδηλώνει κάποια ανυπομονησία, για 18 ολόκληρα χρόνια, από την εποχή που ανέβηκε για πρώτη φορά στα Ιεροσόλυμα. Υποτασσόταν σε αυτούς «δίνοντας παράδειγμα σε όλους τους γιους να τιμούν τους γονείς, όχι μόνο τους φυσικούς αλλά και τους θετούς και να κάνουν όσα διατάσσονται εκτός από εκείνα, τα οποία βλάπτουν τη θεοσέβεια. Διότι για αυτό και έμενε στο ναό, για να προτιμήσει τη θεοσέβεια και τον αληθινό πατέρα του και Θεό από τους σαρκικούς συγγενείς» (Ω).
(2) Στη φράση ήταν υποτασσόμενος σε αυτούς, περιλαμβάνονται 18 έτη της ζωής του Ιησού (g). Το «σε αυτούς» επίσης αποτελεί την τελευταία αναφορά για τον Ιωσήφ. Είναι σχεδόν βέβαιο, ότι πέθανε πριν ακόμη αρχίσει η δημόσια δράση του Χριστού (p). Έτσι έδωσε παράδειγμα στα παιδιά να είναι πειθαρχικά και υπάκουα προς τους γονείς τους εν Κυρίω. Αφού γεννήθηκε από γυναίκα μπήκε κάτω από το νόμο της πέμπτης εντολής. Παρόλο που οι γονείς του ήταν φτωχοί και άσημοι, παρόλο που ο πατέρας του ήταν ο νομιζόμενος πατέρας του, όμως υποτασσόταν σε αυτούς. Παρόλο που ήταν δυναμωμένος πνευματικά και γεμάτος σοφία, παρόλο που ήταν ο Υιός του Θεού, όμως υποτασσόταν σε αυτούς. Ποια απάντηση και ποια δικαιολογία θα προβάλλουν εκείνοι, οι οποίοι, μολονότι ανώριμοι στη διάνοια και αδύναμοι, είναι ανυπάκουοι προς τους γονείς τους;
(3) Εκφράζει επιμελή και συνεχή τήρηση (p).
(4) Τα γεγονότα για τα οποία έγινε λόγος. Δεν μπορεί να αναφέρεται αυτό μόνο στο λόγο στο σ. 49, αλλά περιλαμβάνει ολόκληρο το περιεχόμενο του τεμαχίου, και γεγονότα και λόγους (g).
(5) Στο βάθος της καρδιάς, στη μνήμη της (δ). «Φύλαγε τα λόγια, όσα ο άγγελος είπε προς αυτήν, όσα οι βοσκοί, όσα ο Συμεών και η Άννα και όσα τώρα αυτός είπε προς αυτούς. Τα φύλαγε λοιπόν όλα σαν θησαυρό, επειδή ήταν γνωστική σε κάθε πράγμα. Διότι τίποτα δεν δεχόταν ότι λέγεται ή γίνεται τυχαία, αλλά όλα τα είχε μέσα της και άλλα μεν τα καταλάβαινε, άλλα δε τα ερευνούσε, ξέροντας, ότι θα έλθει καιρός, κατά τον οποίο θα φανερωθεί αυτό που κρύβεται μέσα στο παιδί» (Ω). Οσοδήποτε και αν παραμελούμε λόγια ανθρώπων ασαφή και σκοτεινά, δεν επιτρέπεται να κάνουμε το ίδιο για τα λόγια του Θεού. Ό,τι στην αρχή παρουσιάζεται σε μας σκοτεινό, έπειτα επόμενο είναι αυτό να αποσαφηνιστεί σε μας, αρκεί να επιμένουμε ζητώντας τον φωτισμό του Κυρίου.

2.52 Καὶ ᾽Ιησοῦς προέκοπτε(1) σοφίᾳ(2) καὶ ἡλικίᾳ(3) καὶ χάριτι παρὰ θεῷ καὶ ἀνθρώποις(4).
52 Ο Ιησούς μεγάλωνε και πρόκοβε στη σοφία, και η χάρη που είχε ευαρεστούσε το Θεό και τους ανθρώπους.
(1) «Δεν ειπώθηκε ότι πρόκοβε ως Λόγος που είναι και Θεός» (Ω). «Και πρόσεξε, ότι δεν είπε ότι ο Λόγος πρόκοβε, αλλά ο Ιησούς, για να μην θεωρήσεις ότι ο Λόγος ήταν γυμνός (χωρίς ανθρώπινη φύση)· αλλά επειδή έγινε σάρκα, λέγεται ότι και προκόβει, όταν δέχτηκε στη φύση του την προκοπή, δηλαδή την ανθρώπινη φύση. Διότι το «πρόκοβε» είναι της ανθρώπινης φύσης λοιπόν και εύλογα σε αυτήν θα αποδοθεί» (Κ). Και «σαν παιδί, σύμφωνα με το νόμο της ανθρώπινης φύσης, πρόκοβε σε αυτά λίγο-λίγο» (Ζ). «Με ανθρώπινο τρόπο ειπώθηκε και εδώ το «πρόκοβε», επειδή η προκοπή είναι πάλι των ανθρώπων. Διότι πράγματι, και ο ευαγγελιστής μιλώντας με ακριβή εξέταση, σύνδεσε την προκοπή με την ηλικία. Ο Λόγος όμως και ο Θεός δεν μετριούνται με ηλικία, αλλά των σωμάτων είναι οι ηλικίες. Του σώματος άρα είναι η προκοπή· διότι όσο ο ίδιος προόδευε, προόδευε σε αυτόν και η φανέρωση της θεότητας σε αυτούς που έβλεπαν. Όσο όμως περισσότερο αποκαλυπτόταν η θεότητα, τόσο περισσότερο αύξανε η χάρη του ως ανθρώπου μεταξύ όλων των ανθρώπων… Και για να ακριβολογήσουμε περισσότερο, αυτός ο ίδιος ως προς τον εαυτό του προόδευε… Αληθινή σάρκα φόρεσε ο Λόγος. Και όπως ακριβώς είπαμε ότι σωματικά έπαθε και σωματικά πεινούσε και σωματικά κοπίασε, έτσι και εύλογα θα μπορούσε να ειπωθεί ότι σωματικά προόδευε. Διότι η προκοπή, όποια είναι αυτή, δεν γινόταν ευρισκομένου του Λόγου έξω από την ανθρώπινη φύση… αλλά το ανθρώπινο στοιχείο τελειοποιούνταν ως προς τη Σοφία, με το να ανεβαίνει σιγά-σιγά πάνω από την ανθρώπινη φύση και να θεοποιείται» (Α). Προόδευε, αλλά πάνω από το μέτρο, κατά το οποίο θα προόδευε ένας συνηθισμένος άνθρωπος (b). Το «προκόπτω» μόνο εδώ βρίσκεται στα ευαγγέλια και αλλού στην Κ.Δ. μόνο στον Παύλο (Ρωμ. ιγ 12,Γαλ. α 14,Β Τιμ. β 16,γ 9,13)(p). Αρχικά ήταν ρήμα μεταβατικό=πλατύνω ή επιμηκύνω με χτυπήματα της σφύρας· έπειτα έγινε αμετάβατο, όπως πάντοτε στην Κ.Δ. (L).
(2) Σοφία δεν εννοεί απλώς τη γνώση, αλλά με την ευρύτερη έννοια της λέξης, ώστε να περιλαμβάνεται σε αυτήν η γνώση (p). Υπάρχει και η γραφή: εν τη σοφία. «Πρόσεξε όμως, ότι αυτό που προκόβει σε κάτι, είναι διαφορετικό από εκείνο, στο οποίο λέγεται ότι προκόβει. Αν λοιπόν λέγεται ότι προκόβει στη σοφία, δεν πρόκοβε η σοφία, αλλά πρόκοβε σε αυτήν η ανθρώπινη φύση του» (Κ).
(3) Το «σε ηλικία» ή λέγεται με την έννοια όπως και σε μας, οπότε η έννοια του χωρίου: «πρόκοβε, λέει, όπως ακριβώς στην ηλικία, έτσι και στη σοφία και στη χάρη» (Γρηγ. Θεολ. στον Ζ)· όσο δηλαδή αύξανε στα χρόνια αύξανε και στη σοφία και στη χάρη (δ)· ή, πιο σωστά, στο ανάστημα, στο μέγεθος του σώματος, στη σωματική ανάπτυξη, όπως στο Λουκ. ιθ 3 (δ). Το προκόβω σε ηλικία αντιστοιχεί με το μεγαλυνόταν ή πορευόταν μεγαλυνόμενο του Α΄Βασ. β 26. Η διανοητική και ηθική του αύξηση (σοφία), όπως και η σωματική του αντίστοιχη, ήταν τέλεια (p). Το μεν «ηλικία» περιλαμβάνει όλα τα εξωτερικά πλεονεκτήματα κανονικής σωματικής ανάπτυξης, ενώ το «σοφία» όλα τα εσωτερικά πλεονεκτήματα ηθικής και διανοητικής ανάπτυξης πλήρους (g).
(4) «Είχε χάρη και μπροστά στο Θεό και μπροστά στους ανθρώπους, δηλαδή έπραττε και στο Θεό ευάρεστα και στους ανθρώπους επαινετά. Πρώτα όμως λέει το «στο Θεό» και μετά το «στους ανθρώπους». Διότι πρώτα στο Θεό πρέπει να αρέσουμε, έπειτα στους ανθρώπους» (Θφ). Το «χάρις» εδώ λεγόμενο για Θεό και ανθρώπους ταυτόχρονα, φανερώνει την εξαιρετική αγάπη και εύνοια και των δύο προς τον Σωτήρα. Και η μεν εύνοια του Θεού… είχε αιτία την τέλεια αναμαρτησία του Ιησού… ενώ η αγάπη των ανθρώπων προς αυτόν δείχνει, ότι εύρισκαν σε αυτόν τελείως ασυνήθιστα και έκτακτα πλεονεκτήματα σοφίας και αρετής (δ)· επειδή από τους ανθρώπους «πάντοτε θαυμαζόταν περισσότερο, φαινόταν με μεγαλύτερη χάρη σε αυτούς που τον έβλεπαν, λόγω των αποτελεσμάτων» (Ω). Ένα ζήτημα ανακύπτει από μόνο του εδώ: Αφού ο Ιησούς ήταν πάντοτε αγνός και αναμάρτητος, πώς είναι δυνατόν να λεχθεί για αυτόν, ότι πρόκοβε σε χάρη και για το Θεό; Στο ερώτημα αυτό μπορεί να δοθεί η απάντηση, ότι η προκοπή και πρόοδος στην αγιότητα δεν προϋποθέτει αναγκαστικά κάποια αμαρτία, σε οποιοδήποτε στάδιο αυτής της προόδου. Ο αρχάγγελος Γαβριήλ είναι αναμάρτητος. Η αγιότητά του όμως ούτε από μακριά δεν μπορεί να προσεγγίσει την άπειρη αγιότητα του Θεού. Ένας άγιος από αυτούς που έζησαν στη γη, αφού τελειώθηκε και εξυψώθηκε στον ουρανό, από την στιγμή κατά την οποία καθαγιάστηκε, είναι ελεύθερος από την αμαρτία. Κανείς όμως δεν μπορεί να πει για αυτόν, ότι έφτασε τα ύψη εκείνα της αγιότητας στα οποία προόδευσαν ο Γαβριήλ και ο Μιχαήλ. Ο Κύριος ως προς την ανθρώπινη φύση του πρόκοβε σε αγιότητα. Αλλά με αυτό δεν υπονοείται ποτέ, ότι έκανε αμαρτία ή βρέθηκε δόλος στο στόμα του ή ότι η φύση του η ανθρώπινη δεν υπήρξε πάντοτε και σε οποιαδήποτε στιγμή της ζωής του αγνή και άγια (ο).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Στίχ. 1-20. Το κήρυγμα του Ιωάννου.
3.1 (1)᾽Εν ἔτει δὲ πεντεκαιδεκάτῳ τῆς ἡγεμονίας Τιβερίου(2) Καίσαρος(3), ἡγεμονεύοντος(4) Ποντίου Πιλάτου(5) τῆς ᾽Ιουδαίας, καὶ τετραρχοῦντος(6) τῆς Γαλιλαίας ῾Ηρῴδου(7), Φιλίππου δὲ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ(8) τετραρχοῦντος τῆς ᾽Ιτουραίας(9) καὶ Τραχωνίτιδος(10) χώρας, καὶ Λυσανίου τῆς ᾽Αβιληνῆς(11) τετραρχοῦντος,
1 Ήταν ο δέκατος πέμπτος χρόνος της βασιλείας του αυτοκράτορα Τιβέριου. Επίτροπος της Ιουδαίας ήταν ο Πόντιος Πιλάτος. Τετράρχης της Γαλιλαίας ήταν ο Ηρώδης, της Ιτουραίας και της Τραχωνίτιδας ο Φίλιππος ο αδερφός του, και της Αβιλινής ο Λυσανίας.
(1) Εδώ η σκηνή της Κ. Διαθήκης ανοίγει (b). Ο Λουκάς κάνει αυτό αισθητό στους αναγνώστες του, καθορίζοντας τη θέση αυτών, τα οποία πρόκειται τώρα να αφηγηθεί, στο πλαίσιο της παγκόσμιας ιστορίας πρώτον, και της ιουδαϊκής έπειτα (g). Από τους χριστιανούς συγγραφείς πρώτος ο Λουκάς επιχειρεί να προσαρμόσει την ευαγγελική ιστορία στην ιστορία του κόσμου (p). «Σημειώνει ο ευαγγελιστής τον καιρό και του τότε Καίσαρα και των ηγεμόνων, σύμφωνα με το νόμο της ιστορίας· διότι είναι συνήθεια αυτό στους ιστορικούς» (Ζ).
(2) Η λέξη ηγεμονία που εκφράζει γενική έννοια, σημαίνει εδώ την αυτοκρατορική εξουσία. Ο Τιβέριος διαδέχτηκε τον Αύγουστο που πέθανε στις 19 Αυγούστου του 767 από κτίσεως Ρώμης, ή το 14 μ.Χ.. Συνεπώς η χρονολογία που σημειώνεται εδώ είναι το έτος 28-29 μ.Χ. ή το 781-782 από κτ. Ρώμης. Εφόσον ο Ιησούς γεννήθηκε το αργότερο το έτος 749 από κτίσεως Ρώμης, δηλαδή πριν το θάνατο του Ηρώδη που συνέβη το 750, πρέπει να ήταν, όταν βαπτιζόταν, ετών 32. Αυτό λοιπόν εκφράζει ο Λουκάς πιο κάτω (γ 23) με τη φράση «ωσεί (περίπου) ετών τριάκοντα» (L). Εφόσον όμως στο χωρίο αυτό του Λουκά προστίθεται και η μετοχή «αρχόμενος», πολλοί από τους νεώτερους ερμηνευτές που δέχονται ότι ο Ιησούς κατά το χρόνο της βάπτισής του ήταν 30 ετών, για εξομάλυνση της δυσκολίας υποστήριξαν, ότι η αρίθμηση των ετών της ηγεμονίας του Τιβερίου πρέπει να αρχίσει 2 χρόνια νωρίτερα, από την εποχή που ο Αύγουστος πήρε συνάρχοντά του τον Τιβέριο. Κανείς όμως μεταξύ των αρχαίων ιστορικών δεν χρονολογεί την αυτοκρατορία του Τιβερίου από την εποχή αυτή, ούτε επίσης τα νομίσματα και οι επιγραφές ευνοούν την εκδοχή αυτή (g).
(3) «Δηλαδή (Τιβερίου) αυτοκράτορα· διότι τότε ο Καίσαρας ήταν ανώτερος από τον βασιλιά· ύστερα όμως το αξίωμα του Καίσαρα υποβιβάστηκε» (Ζ). Η εκκλησία υφίσταται και εκδηλώνει την ύπαρξή της εντός των ορίων του κράτους. Για αυτό και η εποχή παίρνει την ονομασία της από το χρόνο της αυτοκρατορίας (b).
(4) Η γραφή «επιτροπεύοντος» που καθορίζει ακριβέστερα το αξίωμα του Πιλάτου, προήλθε προφανώς από διόρθωση (p). Η Ιουδαία, η Σαμάρεια και η Ιδουμαία κληροδοτήθηκαν από τον Ηρώδη στον γιο του Αρχέλαο. Όταν καθαιρέθηκε αυτός από τον αυτοκράτορα γύρω στο 6 μ.Χ. λόγω των σκληροτήτων του, οι κτήσεις του προσαρτήθηκαν στην αυτοκρατορία και συνενώθηκαν με την επαρχία της Συρίας (g). Οπότε η Ιουδαία και η Σαμάρεια πήραν επιτρόπους δικούς τους που είχαν την έδρα τους στην Καισάρεια του Στράτωνα (δ).
(5) Ο Πιλάτος διαδέχτηκε τον Βαλέριο Γκράτο το 25 μ.Χ. (p), ήταν επίτροπος για 10 ολόκληρα χρόνια και μετά λόγω της ωμότητάς του προς τους Σαμαρείτες, αφού καθαιρέθηκε από τον Βιτέλλιο ηγεμόνα της Συρίας, στάλθηκε για απολογία στη Ρώμη, όπου βρήκε πεθαμένο τον Τιβέριο και σύμφωνα με τον Ευσέβιο (Εκκλ. Ιστ. 2,7) αυτοκτόνησε επί Καλιγούλα (δ). «Αναφέρει δίκαια τον χρόνο και των αρχόντων ο ευαγγελιστής… για να μάθουμε ότι στα χρόνια της ενανθρώπησης του Κυρίου μας και Θεού Ιησού Χριστού, είχε εκλείψει τελείως άρχοντας και αρχηγός από τους Ιουδαίους και κυβερνούσαν αλλόφυλοι… Είχαν εκλείψει βεβαίως οι Ιουδαίοι άρχοντες σύμφωνα με τα λόγια του πατριάρχη Ιακώβ» (Σχ).
(6) Πουθενά αλλού στην Κ.Δ, δεν συναντιέται η λέξη, βρίσκεται όμως στον Ιώσηπο για τον Φίλιππο τετράρχη της Τραχωνίτιδας (Ιουδ. Πολ. ΙΙΙ,10,7). Ο τίτλος τετράρχης αφού χρησιμοποιήθηκε αρχικά με την κατά γράμμα έννοιά του, για τον κυβερνήτη μίας από τις 4 επαρχίες της Θεσσαλίας (Ευριπ. Αλκ. 1154) ή για τις επαρχίες της Γαλατίας (Στραβ. 12,430,540,560,567), κατέληξε να σημαίνει τον κυβερνήτη επαρχίας ή τμήματος χώρας που υποδιαιρέθηκε (p). Έτσι στην Παλαιστίνη μετά τον θάνατο του Ηρώδη το βασίλειό του διαιρέθηκε σε 3 μέρη καθένα από τα οποία δόθηκε σε καθέναν από τους γιους του που ονομάστηκε τετράρχης (δ).
(7) Ηρώδη του Αντίπα, γιου του Ηρώδη του Α΄ και της Σαμαρείτιδας Μαλθάκης (p). Έγινε τετράρχης της Περαίας και Γαλιλαίας από το έτος 750-792, όταν, αφού ήλθε στη Ρώμη μαζί με την Ηρωδιάδα (το 39 μ.Χ), για να πετύχει τον τίτλο του βασιλιά, εξορίστηκε από τον Καλιγούλα στο Λούγδουνο και μετά στην Ισπανία, όπου και πέθανε (δ).
(8) Ετεροθαλής αδελφός του Αντίπα, άλλος από εκείνον του οποίου ο Αντίπας πήρε την σύζυγο. Ο Φίλιππος αυτός γιος του Ηρώδη Α΄ και της Κλεοπάτρας από τα Ιεροσόλυμα (δ) βασίλευσε περίπου 37 έτη, μέχρι το 33 μ.Χ., όταν πέθανε στην Ιουλιάδα, την οποία είχε χτίσει προς τιμήν της Ιουλιάδος, συζύγου του Τιβερίου. Είχε χτίσει και την Καισάρεια Φιλίππου και θεωρούνταν ως ο καλύτερος από τους Ηρώδες (Ιωσ. Αρχ. ΧVΙΙΙ 4,6). Είχε παντρευτεί την ανηψιά του Σαλώμη, αμέσως μετά τον χορό που έγινε από αυτήν, με τον οποίο πέτυχε αυτή τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη (Ιωσ. Στο ίδιο 5,4).
(9) Οι κτήσεις του Φιλίππου περιλάμβαναν την Ιτουραία και Τραχωνίτιδα. Ο Ιώσηπος δεν αναφέρει την Ιτουραία, προσθέτει όμως στις κτήσεις του Φιλίππου την Βαταναία, την Γαυλωνίτιδα και την Αυρανίτιδα, χώρες που βρίσκονταν ανατολικά και βορ. ανατ. της λίμνης Γενησαρέτ. Τοποθετούν μερικές φορές την Ιτουραία στους ανατολικούς πρόποδες του Αντιλιβάνου, ανάμεσα σε αυτήν την οροσειρά και τη Δαμασκό. Πρέπει λοιπόν να υπάρχει και εκεί κάποια χώρα που έχει το όνομα αυτό (Ιωσ. Αρχ. XIV,7,4). Η Ιτουραία όμως για την οποία μιλά εδώ ο Λουκάς βρισκόταν πιθανώς ανατολικά της λίμνης Γενησαρέτ, σε αρκετά μεγάλη απόσταση από αυτήν, προς την έρημο της Συρίας (g).
(10) Η Τραχωνίτιδα ήταν χώρα ορεινή, που ονομάστηκε έτσι από δύο συμπαγή σβησμένα ηφαίστεια, που ονομάζονταν από τον Στράβωνα δύο τραχώνες (g). Βρισκόταν στα νότια της Δαμασκού (δ), βορ. ανατ. της Γαλιλαίας κατά την διεύθυνση της Δαμασκού και οι κάτοικοί της ήταν επιδέξιοι τοξότες και συχνότατα ληστές (p). Δεδομένου ότι στις κτήσεις του Φιλίππου περιλαμβάνονταν και άλλες χώρες, όπως είπαμε ή η φράση «της Ιτουρ. και Τραχ. χώρας» λέχθηκε για να δηλώσει και ευρύτερη χώρα, που περιλάμβανε την Αυρανίτιδα και Βαταναία, οπότε η λέξη Ιτουραία είναι και εδώ και αλλού επίθετο (p) ή, ο Λουκάς με τη φράση αυτή δήλωνε τα πιο απομακρυσμένα σημεία της τετραρχίας του Φιλίππου (L).
(11) Αρκετοί από τους νεώτερους ερμηνευτές απέδωσαν στο Λουκά χονδροειδή πλάνη αναχρονισμού υποθέτοντας, ότι ο εδώ αναφερόμενος Λυσανίας είναι ο γιος του Πτολεμαίου, που βασίλευσε στους Ιτουραίους πριν το 36 π.Χ., όταν και φονεύτηκε από τον Αντώνιο. Έτσι αυτός που πέθανε το 36 π.Χ. παρουσιάζεται να ζει και να βασιλεύει 60 έτη μετά το θάνατό του. Τέτοια όμως πλάνη του Λουκά παρουσιάζεται πάρα πολύ απίθανη (p). Πράγματι, βαθύτερη μελέτη του ζητήματος δικαίωσε τον Λουκά. Πρωτίστως ο παλαιός Λυσανίας είχε τον τίτλο του βασιλιά· ενώ εδώ έχουμε τετράρχη Λυσανία. Εκείνου η πρωτεύουσα ήταν η Χαλκίς και όχι η Άβιλα, ενώ το βασίλειό του ήταν στην Κοίλη Συρία. Εξάλλου σε μετάλλιο που βρέθηκε από τον Pococke κατονομάζεται ο τετράρχης Λυσανίας και μέγας ιερέας, τίτλους τους οποίους ουδέποτε έφερε ο παλαιός Λυσανίας (g). Επιπλέον υφίστανται δύο επιγραφές (Corp. insc.graec. Νο 4521 και 4523) η μία από τις οποίες αποδεικνύει ότι ο Λυσανίας ο γιος του Πτολεμαίου άφησε παιδιά· ενώ η άλλη ότι το χρόνο που ο Τιβέριος συμβασίλευε μαζί με τον Αύγουστο υπήρχε και τετράρχης Λυσανίας (p). Εάν όμως ο Λουκάς αναφέρει ειδικά και την Αβιληνή οφείλεται αυτό στο ότι οι κάτοικοί της συμπεριλήφθηκαν στη θεοκρατία όταν περιτμήθηκαν ένα αιώνα π.Χ. (g).

3.2 ἐπὶ ἀρχιερέως ῞Αννα(1) καὶ Καϊάφα, ἐγένετο ῥῆμα(2) θεοῦ ἐπὶ(3) ᾽Ιωάννην τὸν Ζαχαρίου υἱὸν ἐν τῇ ἐρήμῳ(4).
2 Αρχιερείς ήταν ο Άννας και ο Καϊάφας. Τότε δόθηκε εντολή από το Θεό στο γιο του Ζαχαρία, τον Ιωάννη, που ήταν στην έρημο·
(1) Από το πολιτικό πεδίο ο Λουκάς μεταβαίνει στη θρησκευτική σφαίρα, η οποία αποτελεί τη φυσική μετάβαση στο υποκείμενο της αφήγησής του (g). Ο ενικός αριθμός ενώ επακολουθούν δύο πρόσωπα ίσως δεν χρησιμοποιήθηκε τυχαία, ασφαλώς όμως δεν μπήκε ειρωνικά. Θέλησε ίσως να εκφράσει ο ευαγγελιστής, ότι τα καθήκοντα της αρχιερωσύνης μοιράζονταν μεταξύ των δύο αυτών προσώπων ή ότι ο καθένας από αυτούς θεωρούνταν αρχιερέας από διαφορετικές οπτικές, ο Άννας κατά το δίκαιο αρχιερέας (Πράξ. δ 6) και ο Καϊάφας ντε φάκτο (Ιω. ια 49)(p). Ο Άννας που ήταν αρχιερέας από το έτος 7 μ.Χ., καθαιρέθηκε το 14 μ.Χ. από τον Γκράτο, ο οποίος μετά από επανειλημμένες εκλογές και καθαιρέσεις εγκατέστησε στη θέση του αρχιερέα, τον γαμπρό του Άννα Καϊάφα, που αρχιεράτευσε από το 17 μέχρι το 36 μ.Χ.. Ο Άννας όμως εξακολουθούσε να έχει κυριαρχούσα επιρροή (g), πολύ περισσότερο λόγω του ότι και οι 5 γιοι του αξιώθηκαν όλοι της αρχιερωσύνης (Ιωσ. Ιουδ.αρχ. ΧΧ,9,1)(δ). Την ανώμαλη αυτή κατάσταση χαρακτηρίζει ο Λουκάς με τη χρησιμοποίηση του ενικού (g) υπαινισσόμενος, ότι η αρχιερατική εξουσία, που είναι ενιαία, μοιραζόταν μεταξύ δύο προσώπων (L).
(2) Συνηθισμένη φράση στην προφητική γλώσσα (Ησ. λη 4,Ιερεμ. α 2)(g) που εκφράζει θεία έμπνευση και δεν συναντιέται αλλού στην Κ.Δ. (p). «Λόγος Κυρίου, δηλαδή πρόσταγμα» (Χ). «Για να μάθεις, ότι δεν ήλθε να δώσει μαρτυρία για το Χριστό αυτόκλητος, αλλά παρακινούμενος από το θείο Πνεύμα· διότι το «λόγος»… θα εννοήσεις ότι σημαίνει την προσταγή του Θεού» (Θφ).
(3) Η «επί» εδώ ισοδυναμεί με την «προς» και δηλώνει την θεία εντολή που από ψηλά κατέβηκε προς αυτόν (δ). Δεν αναφέρεται πώς ο λόγος του Κυρίου ήλθε στον Ιωάννη· εάν δηλαδή διαβιβάστηκε μέσω αγγέλου, όπως στον πατέρα του, ή με όνειρο, ή με οπτασία, ή με φωνή. Πάντως όμως πληροφορήθηκε ο Ιωάννης, ότι το πρόσταγμα αυτό προερχόταν από το Θεό.
(4) Με άρθρο=την γνωστή έρημο, επειδή αναφέρθηκε ήδη παραπάνω ως διαμονή του Ιωάννη (α 80) (p) ή απλώς την γνωστή έρημο Ιούδα (δ). Η διαταγή του Θεού ήλθε στον Ιωάννη στην έρημο. Εκείνους τους οποίους ο Θεός εκλέγει για κάποια αποστολή, τους βρίσκει οπουδήποτε και να είναι και οσοδήποτε απομακρυσμένοι και αν βρίσκονται. Όπως ο λόγος του Θεού δεν δένεται, την ώρα που οι διάκονοί του είναι δεμένοι στη φυλακή, έτσι ο λόγος του Θεού δεν χάνεται, όταν αυτοί προς τους οποίους απευθύνεται βρίσκονται στην έρημο. Ο λόγος του Θεού ήλθε προς τον Ιεζεκιήλ μεταξύ των αιχμαλώτων στη γη Χαλδαίων στον ποταμό Χοβάρ (Ιεζ. α 2) όπως και στον ευαγγελιστή Ιωάννη, όταν ήταν εξόριστος στο νησί Πάτμος.

3.3 καὶ ἦλθεν εἰς πᾶσαν τὴν περίχωρον(1) τοῦ ᾽Ιορδάνου κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας(2) εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν(3),
3 έτσι αυτός πήγε σε όλα τα περίχωρα του Ιορδάνη, και κήρυττε να μετανοήσουν οι άνθρωποι και να βαφτιστούν, για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες τους,
(1) Σημαίνει την παρόχθια περιοχή του ποταμού, προπαντός από το μέρος όπου η κοιλάδα διευρύνεται, λίγο πριν τις εκβολές του (g). Ο βαπτιστής κινήθηκε από βορρά από την ασβεστολιθική έρημο, προς την δυτική ακτή της Νεκράς θάλασσας (p). Το προς βορρά μέρος της κοιλάδας είναι πολύ στενότερο. Και εκεί επίσης κήρυξε ο Ιωάννης (Ιω. γ 23), αλλά το κέντρο της δράσης του φαίνεται ότι δεν ήταν μακριά από τις εκβολές του ποταμού (L). Καθορίζοντας ο Λουκάς όλη την περίχωρο του Ιορδάνη ως τον τόπο της δράσης του Ιωάννη, συμφωνεί με τον τέταρτο ευαγγελιστή, ο οποίος (στο ι 40) καθορίζει ως το αρχικό θέατρο της δράσης του Ιωάννη, το τμήμα της Περαίας, που αρδευόταν από τον Ιορδάνη (g). Εκείνοι οι οποίοι αρέσκονται στη μόνωση και έχουν αποχωριστεί μακριά από τον κόσμο, πρέπει ευχάριστα και πρόθυμα να εγκαταλείπουν τα ησυχαστήριά τους και να έρχονται σε μέρη πολυσύχναστα, όταν ο Θεός καλεί αυτούς εκεί για επιτέλεση ορισμένης αποστολής. Να και ο Ιωάννης βγαίνει από τη μόνωσή του και επιδίδεται σε δράση δημόσια και ένδοξη. Όταν επίσης κυκλώνεται από τα πλήθη των ανθρώπων που ζουν στις πόλεις, δεν καλεί αυτούς σε μίμηση της ερημικής του ζωής, ούτε αναγκάζει αυτούς να βγουν από τον τόσο διεφθαρμένο κόσμο και να κατοικήσουν στην έρημο όπως αυτός. Ο Ιωάννης όσο υπήρξε αυστηρός για τον εαυτό του, τόσο συγκαταβατικός υπήρξε για τους άλλους. Εξομολογούνταν σε αυτόν τις αμαρτίες τους και αντιλαμβανόταν όλους τους πειρασμούς τους. Αντί όμως να ζητήσει από αυτούς δύσκολα πράγματα και νηστείες αυστηρές, προέτρεπε αυτούς να χωριστούν από τις αμαρτίες τους και από τις αφορμές, οι οποίες οδηγούσαν σε αυτές.
(2) Δες Μάρκ. α 4. Το βάπτισμα αυτό «τούς έκανε κατάλληλους για μετάνοια και ετοίμαζε αυτούς που βαπτίζονταν, να δεχτούν αυτήν» (Σχ.). Σύμφωνα με τον g. η τελετή του βαπτίσματος ήταν καινοτομία του Ιωάννη, διότι για μεν τους Ιουδαίους ο νόμος όριζε απλές πλύσεις, ενώ το βάπτισμα των προσηλύτων δεν φαίνεται να επικράτησε πριν την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Το βάπτισμα όταν εφαρμοζόταν στους Ιουδαίους ήταν πολύ ταπεινωτικό για αυτούς, διότι συμβόλιζε όχι μερική κάθαρση, όπως οι καθάρσεις που όριζε ο νόμος, αλλά πλήρη ανακαίνιση, που προϋπέθετε καθολικό μολυσμό και όχι κάποιο μεμονωμένο σφάλμα (g). Ο Ιωάννης είχε την αξίωση οι ακροατές του να αλλάξουν σκέψεις και να μεταβάλλουν τρόπο ζωής, απομακρυνόμενοι από τις παραβάσεις τους και αποκτώντας καρδιές καινούργιες για να ζουν και νέα ζωή. Ο σκοπός του ευαγγελίου, το οποίο άρχισε ήδη να κηρύττεται, ήταν να καταστήσει ανθρώπους ευλαβείς και ευσεβείς, άγιους και ουράνιους, ταπεινούς και πράους, σώφρονες και αγνούς, δίκαιους και τίμιους, φιλάνθρωπους και συμπαθείς, αγαθούς σε όλες τις σχέσεις τους, από ανθρώπους των οποίων η συμπεριφορά και ο χαρακτήρας ήταν έως τώρα τελείως αντίθετα. Αυτό όμως ακριβώς είναι στην πραγματικότητα η μετάνοια.
(3) Το έργο του Χριστού δεν κυριεύει τις καρδιές των ανθρώπων, εάν δεν προηγηθεί σε αυτές το έργο του Προδρόμου του. Με άλλα λόγια, κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να εγκολπωθεί πραγματικά τις αλήθειες του Ευαγγελίου, εάν δεν προετοιμάσει την καρδιά του με την αληθινή μετάνοια. Κανείς δεν μπορεί να εγκολπωθεί τον Χριστό ως σωτήρα και λυτρωτή, εάν δεν συναισθανθεί προηγουμένως το κακό, το οποίο γεμίζει την καρδιά του, και εάν δεν μισήσει αυτό και δεν ποθήσει να ελευθερωθεί από αυτό.

3.4 ὡς γέγραπται ἐν βίβλῳ(1) λόγων(2) ᾽Ησαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος, Φωνὴ(3) βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, Ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν κυρίου(4), εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ(5).
4 όπως είναι γραμμένο στο βιβλίο του προφήτη Ησαΐα, ο οποίος είχε πει:Μια φωνή βροντοφωνάζει στην έρημο: “ετοιμάστε το δρόμο για τον Κύριο, ισιώστε τα μονοπάτια να περάσει.
(1) Η λέξη χρησιμοποιείται επανειλημμένα από το Λουκά (κ 42 και Πράξ. α 20,ζ 42). Ο τύπος βίβλος είναι συνηθισμένος, όταν η έννοια είναι=βιβλίο ή σύγγραμμα, λέγεται όμως το βύβλος όταν πρόκειται να δηλωθεί το φυτό ή ο πάπυρος ως γραφική ύλη (Ηροδότ. Η 96,3, V 58,3)(p).
(2) Για τη λέξη λόγοι με την έννοια των λόγων διδασκάλου ή προφήτου, δες Πράξ. κ 35,Αμώς α 1 (p).
(3) «Ήταν φωνή, όχι Λόγος, έτρεχε μπροστά από τον Ιησού ως φωνή του Λόγου» (Κ). Ο Ιωάννης ήταν φωνή που γνωστοποιούσε το Λόγο. Ο όλος άνθρωπος ήταν φωνή. Το μήνυμα άξιζε περισσότερο από αυτόν που μήνυε και για αυτό αυτός που μήνυε, θεωρήθηκε κυρίως ως φωνή (p). Δες Ματθ. γ 3 όπου ερμηνεύτηκε ο όλος στ. του Ησαΐου.
(4) «Δηλαδή, Ετοιμαστείτε να αποδεχτείτε όσα θα ήθελε να νομοθετήσει ο Χριστός· απομακρύνετε τις καρδιές από τη σκιά του νόμου· σταματήστε τους τύπους· πάψτε να φρονείτε τα διεστραμμένα» (Κ). «Δεν εννοεί αισθητό δρόμο, αλλά τον εσωτερικό στην καρδιά, τον οποίο βαδίζει (ο Κύριος), περπατώντας μέσα στις καρδιές των αγίων» (Ω).
(5) Αξιοσημείωτα τα επόμενα: «Ίσιος είναι κάθε δρόμος λείος και εύκολος, που οδηγεί στο αγαθό· ενώ διεστραμμένος είναι ο άλλος, αυτός δηλαδή που παρασύρει αυτούς που μπαίνουν σε αυτόν σε κακία. Διότι έχει γραφτεί για αυτούς· Των οποίων οι δρόμοι είναι ανώμαλοι και καμπύλες οι τροχιές τους. Επομένως η ευθύτητα της διάνοιας είναι σαν άλλος ορθός δρόμος, που δεν έχει κάτι διεστραμμένο. Τέτοιος ήταν ο θεσπέσιος ψαλμωδός που έψαλλε και έλεγε· δεν προσκολλήθηκε σε μένα καρδιά στρεβλή (Ψαλμ. ρ 3). Και ο μεν Ιησούς του Ναυή δίνοντας παραγγέλματα, έλεγε στο λαό: κάντε ευθείες τις καρδιές σας προς τον Θεό του Ισραήλ (Ιησ. Ν. κδ 23)· ενώ ο Ιωάννης λέει: Κάντε ίσιους τους δρόμους σας» (Κ).

3.5 (1)πᾶσα φάραγξ(2) πληρωθήσεται καὶ πᾶν ὄρος(3) καὶ βουνὸς(4) ταπεινωθήσεται, καὶ ἔσται τὰ σκολιὰ εἰς εὐθείαν καὶ αἱ τραχεῖαι εἰς ὁδοὺς λείας(5)·
5 Κάθε φαράγγι θα γεμίσει και κάθε βουνό και λόφος θα χαμηλώσει. Οι στραβοί δρόμοι θα γίνουν ίσιοι και οι ανώμαλοι θα γίνουν ομαλοί.
(1) «Μόνος αυτός (ο Λουκάς) από τους τρεις (ευαγγελιστές) πρόσθεσε στην προφητεία τα από το· καὶ ἔσται τὰ σκολιὰ εἰς εὐθείαν, παραλείποντας το «πάντα (όλα)» [το οποίο βρίσκεται στους Ο΄], αλλά είπε σε πληθυντικό ευθείες· και αντί να πει «η τραχεία εις πεδία [όπως λένε οι Ο΄] λέει η τραχεία εις οδούς λείας· αφήνοντας επίσης το και το «οφθήσεται η δόξα Κυρίου [το οποίο έχουν οι Ο΄] είπε «και θα δει κάθε σάρκα», και όλα αυτά πρέπει να τα χρησιμοποιήσουμε για να δείξουμε ότι οι ευαγγελιστές συντομεύουν τα προφητικά λόγια» (Ω). Η όλη εικόνα, όπως εμφανίζεται με φυσικό τρόπο, αποσαφηνίζεται άριστα, ως εξής: «Υπάρχουν μεν κάποιοι δρόμοι ή και μονοπάτια, που είναι, από τη μία, ελάχιστα βατά, από την άλλη, είναι τόσο ανώμαλα, ώστε άλλοτε μεν να ανεβαίνουν σε όρη και βουνά, άλλοτε δε να κατεβαίνουν και να καταλήγουν σε γκρεμούς και αυτού του είδους οι δρόμοι, επειδή πάνε σε ύψος και βάθος, είναι πολύ δύσκολο να βαδιστούν. Αν όμως θα γινόταν με κάποιο τρόπο να βυθιστούν, από τη μία, τα υψηλά και ανηφορικά και να γεμίσουν, από την άλλη, τα κοίλα και βαθιά, τότε βεβαίως τα στραβά θα γίνουν ευθεία και τα ανώμαλα μέρη και που ήταν κάποτε σαν φαράγγια, θα είναι σαν πεδιάδες που θα έχουν ίσιο το δρόμο» (Κ). Με αυτά ο προφήτης παριστάνει την εξάλειψη της αμαρτίας σε όλα της τα είδη (δ). Με κάθε μία ονομασία (φαράγγι, όρος, βουνό, σκολιό, τραχεία) ή, φανερώνει επιμέρους κακίες και ελαττώματα, δηλαδή «υπαινίσσεται με τα φαράγγια αυτούς που είναι απότομοι και ελκύονται στην κακία· διότι είναι απότομο και απόκρημνο το φαράγγι· ενώ με το όρος και το βουνό (εννοεί) τους υπερήφανους και σκληρούς και άκαρπους σε αρετή· και γεμίζει μεν κάθε φαράγγι όταν μπει αυτό που λείπει, δηλαδή η ευσέβεια και η αρετή· ενώ ταπεινώνεται κάθε όρος και βουνό, όταν κόβεται το περιττό, δηλαδή η ασέβεια και η κακία» (Ζ). Ή, πιο σωστή ερμηνεία, όλες οι παραλλαγές αυτές του ίσιου δρόμου αναφέρονται εδώ, για να παραστήσουν τα διάφορα είδη, και εμφανίσεις της αμαρτίας και να δείξουν την πολλαπλότητα και ποικιλία τους και όχι για να απεικονιστεί με κάθε μία από αυτές, ξεχωριστό είδος αμαρτημάτων όπως νόμισαν κάποιοι από τους αρχαίους ερμηνευτές (δ). Η μεταβολή αυτή πότε και πώς θα γίνει; Ή, αναφέρεται στο μετέπειτα έργο του Χριστού, ο οποίος «κατάργησε με την σάρκα του την αμαρτία και όλα έγιναν λεία και ευκολοδιάβατα… Διότι αυτός, κατέστησε σε μας τον δρόμο της ευσέβειας λείο και εύκολο να τον διατρέξουμε, χωρίς να έχει τίποτα το ανηφορικό ή το κοίλο και κατηφορικό, εξαιτίας των οποίων κάποτε αυτός ο δρόμος ήταν ανώμαλος και δύσκολος να περπατηθεί» (Κ). «Διότι ο καθένας από εμάς ήταν στραβός· με τον ερχομό λοιπόν του Χριστού, που γίνεται στην ψυχή, γίνονται τα στραβά ευθεία» (Ω). Ή, αναφέρεται στην προετοιμασία, η οποία πρέπει να συντελεστεί για υποδοχή του Σωτήρα. Περιγράφει ο προφήτης την εξάλειψη της αμαρτίας ως αναγκαία προϋπόθεση την έλευσης του Θεού Σωτήρα στους αμαρτωλούς· διότι η μόνη οδός, μέσω της οποίας μπορεί να έλθει προς αυτούς ο Σωτήρας, είναι η ευθεία και επίπεδη· όλα λοιπόν τα εμπόδια σε αυτήν, είτε όρη, είτε χαράδρες και φαράγγια, πρέπει να φύγουν με τη μετάνοια, για να μπορέσουν να δεχτούν μέσα τους το Θεό Σωτήρα με την πίστη (δ).
(2) =κάθε χάσμα και σχισμή ανάμεσα στα βουνά (δ). Λέξη που λέγεται μοναδική φορά στην Κ.Δ.. Βρίσκεται και στους Ο΄ (Ιουδίθ β 8) και στους εθνικούς (p).
(3) Για τα μεν μεγάλα βουνά λέγεται η λέξη όρος, ενώ για τα μικρά η λέξη βουνός=λόφος (δ).
(4) Ο Ηρόδοτος (IV 199,2) φαίνεται να υπονοεί ότι η λέξη βουνός είναι κυρηναϊκή. Συναντιέται όμως συχνά στους μεταγενέστερους και στους Ο΄. Δες κγ 30 και για την έννοια τα χωρία Ζαχ. δ 7 και Ησ. μ 4 (p).
(5) «Τα στραβά ήθη των διεστραμμένων ανθρώπων και οι ανώμαλες γνώμες τους, θα γίνουν ίσιες και λείες, ώστε να βαδίζει πάνω τους ομαλά ο Χριστός» (Ζ).

3.6 καὶ(1) ὄψεται πᾶσα σὰρξ(2) τὸ σωτήριον τοῦ θεοῦ(3).
6 Τότε όλοι οι άνθρωποι θα δουν τη σωτηρία που προσφέρει ο Θεός”.
(1) Από τη στιγμή που θα συντελεστεί αυτή η ηθική μεταβολή, θα καταστεί δυνατόν να εμφανιστεί ο Κύριος (g). Δεν θα υπάρχει πλέον κάποια ανισότητα, που να ρίχνει τη σκιά της στο δρόμο, αλλά όλα τα μέρη θα είναι ομοίως και εξίσου εκτεθειμένα στο φως (b). Η παράθεση του χωρίου γίνεται από τους Ο΄, από τους οποίους δεν παίρνεται ο όλος στ. αλλά μόνη η δεύτερη πρόταση (δ).
(2) «Με τη λέξη σάρκα, εδώ, θα εννοήσουμε τον άνθρωπο συνολικά και θα θεωρήσουμε ότι αναφέρεται σε όλο το ανθρώπινο γένος. Διότι έτσι θα δει κάθε σάρκα τη σωτηρία του Θεού. Όχι πλέον μόνος ο Ισραήλ, αλλά κάθε σάρκα. Διότι ο Σωτήρας και Κύριος των όλων, δεν έχει περιορισμένη την ημερότητα, ούτε βεβαίως διέσωσε ένα έθνος· αλλά προσέλκυσε μάλλον όλη τη γη» (Κ). «Στα πέρατα της γης θα κηρυχτεί η δύναμη και η γνώση αυτών των χαρμόσυνων αγγελιών, μεταβάλλοντας το γένος των ανθρώπων από θηριώδη τρόπο και σκληρότατο φρόνημα, σε πολλή ημερότητα και πραότητα» (Σχ.). Όλοι θα δουν τη σωτηρία του Θεού. Όχι μόνο οι Ιουδαίοι αλλά και οι εθνικοί. Όλοι θα έχουν αυτήν μπροστά τους, να προσφέρεται σε αυτούς και όσοι θα έχουν τη διάθεση αγαθή, θα δουν αυτήν, και θα απολαύσουν αυτήν και θα επωφεληθούν από αυτήν.
(3) «Δηλαδή του Πατέρα. Διότι έστειλε σε μας τον Υιό ως Σωτήρα» (Κ). Σωτήριον του Θεού=ή, το σωτήριο έργο του Θεού (δ) ή, «την σωτήρια ενανθρώπηση» (Ζ) ή, την οδό της σωτηρίας που σχεδιάστηκε από το Θεό, τον Μεσσία (b). Η δεύτερη ερμηνεία και η τελευταία είναι πιο εύστοχες. Ότι η σωτηρία του Θεού πρέπει να γνωστοποιηθεί σε όλο το ανθρώπινο γένος, είναι το κύριο θέμα του ευαγγελίου του Λουκά (p). Επειδή λοιπόν αυτός ο στίχος του Ησαΐου ανταποκρίνεται στο πνεύμα του ευαγγελίου του, για αυτό και ο ευαγγελιστής παρουσίασε ολόκληρο το χωρίο του Ησαΐου, για να περιλάβει και αυτόν τον στίχο (g).

3.7 ῎Ελεγεν(1) οὖν τοῖς ἐκπορευομένοις ὄχλοις(2) βαπτισθῆναι(3) ὑπ᾽ αὐτοῦ, Γεννήματα ἐχιδνῶν(4), τίς ὑπέδειξεν ὑμῖν φυγεῖν ἀπὸ τῆς μελλούσης ὀργῆς(5);
7 Ο Ιωάννης έλεγε στα πλήθη που πήγαιναν σ’ αυτόν για να βαφτιστούν: «Οχιάς γεννήματα, ποιος σας είπε πως έτσι θα ξεφύγετε απ’ του Θεού την οργή που πλησιάζει;
(1) Έλεγε εξακολουθητικά. Δεν είναι ανάγκη να θεωρήσουμε τα ακόλουθα λόγια, ότι λέχθηκαν μία μόνο φορά σε ορισμένη περίπτωση, αλλά ως περίληψη του συνηθισμένου κηρύγματος του βαπτιστή προς τους όχλους που έβγαιναν στην έρημο προς αυτόν (p). Δες και Ματθ. γ 7-10, όπου ερμηνεύονται τα μέχρι τον στίχο 9 λόγια του βαπτιστή.
(2) Σύμφωνα με τον Ματθαίο τα λόγια αυτά απευθύνθηκαν στους Σαδδουκαίους και Φαρισαίους. Πρόκειται εκεί για κάποια συγκεκριμένη περίπτωση (g). Τα φρονήματα και συναισθήματα που καταδικάζονται εδώ, ήταν των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων. Αυτοί όμως είχαν εμπνεύσει αυτά και στο λαό (L). Ο βαπτιστής ήταν ίσος με όλους και δεν απέβλεπε σε πρόσωπα ανθρώπων. Ό,τι κήρυττε προς το λαό ελέγχοντας την κακία του, το ίδιο επαναλάμβανε και προς τους Σαδδουκαίους και Φαρισαίους, χωρίς να υποχωρεί απέναντί τους και μη ζητώντας να κολακεύσει αυτούς. Και όπως δεν κολάκευε τους μεγάλους και ισχυρούς, έτσι δεν δίσταζε να απευθύνει τους ελέγχους του και προς τους πολλούς.
(3) Έρχονταν στο βάπτισμα σαν σε κάποια μαγική τελετή, η οποία ενδεχομένως θα παρείχε σε αυτούς κάτι καλό, ανεξαρτήτως της ηθικής τους κατάστασης, για την οποία δεν φρόντιζαν καθόλου (p). Στην περίπτωση του Ματθαίου οι άρχοντες των Ιουδαίων έρχονταν αναποφάσιστοι, μάλλον με την πρόθεση, αφού δουν πρώτα και ακούσουν, τότε να αποφασίσουν, εάν θα λάμβαναν το βάπτισμα. Για αυτό ο έλεγχος του Ιωάννη εξόργισε και απομάκρυνε αυτούς.
(4) Τις μεταφορές του ο Ιωάννης (έχιδνες, πέτρες, δέντρα) όπως και τις προφητείες του (όρη, φαράγγια κλπ.) τα παίρνει από την έρημο (p). Ονομάζει αυτούς γεννήματα εχιδνών. Λιγότερο πιθανή ερμηνεία, διότι «λένε ότι η οχιά όταν συλλαμβάνει, σκοτώνει το αρσενικό από το οποίο συνέλαβε, του οποίου το σπέρμα αυξανόμενο, σκοτώνει και αυτήν που συνέλαβε» (Ω). «Διότι πράγματι, λένε ότι αυτό το ζώο έτσι γεννιέται, τρώγοντας δηλαδή τη μήτρα» (Θφ), «σαν μία ποινή για τον πατέρα που φονεύτηκε. Άρα το γέννημα της οχιάς είναι πατροκτόνο και μητροκτόνο. Τέτοιοι ήταν και οι Ιουδαίοι, αφού φόνευαν με τα χέρια τους, τους πνευματικούς τους πατέρες και διδασκάλους» (Ω). Πιο σωστή ερμηνεία: Τους ονομάζει έτσι διότι η οχιά είναι ο τύπος του δηλητηριώδους και σκληρού ζώου και η εικόνα των ανθρώπων που έχουν τέτοιο χαρακτήρα. Οι κλασικοί συγγραφείς σημείωσαν επίσης και την ευκολία, με την οποία μπαίνει κάπου η οχιά χωρίς να γίνει αντιληπτή (Σοφοκ. Αντιγ. 532). Το φίδι ήταν στους Ιουδαίους σύμβολο της φρόνησης (Ματθ. ι 16) και πιθανώς αυτή η ιδέα κυριαρχεί εδώ. Οι σκληροί αυτοί και πικροί άνθρωποι ωθούνται σαν από κάποιο ένστικτο προς το βάπτισμα, για να αποφύγουν την τιμωρία που τους απειλεί. Βλέπουν λοιπόν σε αυτό μέσο προφυλακτικό, που λαμβάνεται τυπικά και χωρίς κάποια εσωτερική μεταβολή και διόρθωση (L). Το ότι η γενιά εκείνη ήταν διεφθαρμένη και δηλητηριώδης και ο Θεός παρ’ όλα αυτά αντί να καταστρέψει, ανεχόταν αυτήν, δείχνει την αγαθότητα και μακροθυμία του Θεού. Όχι μόνο δεν φέρνει εναντίον της κατακλυσμό ή φωτιά από τον ουρανό, αλλά και ανοίγει μπροστά της οδό μετάνοιας.
(5) Οργή είναι η μεγάλη μεσσιακή κρίση, με την οποία οι προφήτες συχνά είχαν απειλήσει τον Ισραήλ (g). Είναι δυνατόν να αναφέρεται αυτή πρωτίστως στην εθνική κρίση, που συνεπάγεται την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, αλλά και στις ποινές που θα έρθουν κατά την έσχατη ημέρα (Ρωμ. α 18,β 5,8, γ 5,ε 9) (p). Αξιόλογη και η επόμενη ερμηνεία: «Επειδή ο μακάριος βαπτιστής ήταν γεμάτος από Άγιο Πνεύμα, δεν αγνοούσε αυτά που θα τολμούσε εναντίον του Χριστού η κακότητα των Ιουδαίων. Προγνώριζε δηλαδή ότι και θα απιστήσουν σε αυτόν και αφού κινήσουν την δηλητηριώδη γλώσσα τους θα του εκτοξεύσουν χλευασμούς. Προς εκείνα λοιπόν βλέποντας, ελέγχει αυτούς» (Κ).

3.8 ποιήσατε οὖν(1) καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας(2)· καὶ μὴ ἄρξησθε(3) λέγειν ἐν ἑαυτοῖς, Πατέρα ἔχομεν τὸν ᾽Αβραάμ(4), λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι δύναται ὁ θεὸς ἐκ τῶν λίθων(5) τούτων ἐγεῖραι τέκνα τῷ ᾽Αβραάμ.
8 Κάνετε, λοιπόν, έργα που ταιριάζουν σε άνθρωπο που πραγματικά μετανοεί· και μην αρχίσετε να λέτε μεταξύ σας “εμείς καταγόμαστε από τον Αβραάμ”. Να είστε βέβαιοι πως ο Θεός, ακόμη κι απ’ αυτές εδώ τις πέτρες μπορεί να κάνει απογόνους του Αβραάμ.
(1) Η σύνδεση με τα παραπάνω=Το βάπτισμα, όπως θέλετε να το πάρετε, δεν ωφελεί τίποτα. Εάν λοιπόν θέλετε να αποφύγετε την οργή, κάντε… (g).
(2) «Ποιοι λοιπόν είναι οι καρποί; Η ειρήνη, η μακροθυμία, η καλοσύνη, η αγαθότητα, η πίστη, η πραότητα, η εγκράτεια και τα σύμφωνα με αυτά, τα οποία λέγονται και καρποί του πνεύματος. Αυτοί λοιπόν που ανάλογα με το πλήθος και μέγεθος των προηγούμενων αμαρτημάτων, εργάζονται το καλό, κάνουν καρπούς του πνεύματος άξιους της μετάνοιας, λόγω των οποίων αυτοί που προηγουμένως έγιναν απόγονοι οχιών, αφού μεταβλήθηκαν, γίνονται γιοι του ουράνιου πατέρα» (Ω). «Καρπός μετανοίας είναι πρωτίστως μεν η πίστη στο Χριστό· μαζί βεβαίως με αυτό και ο ευαγγελικός τρόπος ζωής· και γενικώς τα αντιτιθέμενα στην αμαρτία έργα της δικαιοσύνης, τα οποία αυτός που μετανιώνει οφείλει να καρποφορεί άξια της μετάνοιας» (Κ). Με τους καρπούς της μετανοίας θα γίνει ολοφάνερο, εάν αυτή είναι ειλικρινής ή όχι. Με την μεταβολή και αλλαγή της συμπεριφοράς μας θα δειχτεί και η μεταβολή των φρονημάτων μας και η αλλαγή της διάνοιάς μας και των σκέψεών μας.
(3) Κόβει προκαταβολικά κάθε απόπειρα για δικαιολογία (b). Το «αρχίσετε να λέτε» είναι το αποτέλεσμα του «νομίζετε ότι μπορείτε να λέτε», το οποίο γράφει ο Ματθαίος. Το δεύτερο αυτό αναφέρεται στη διάνοια, στον ενδιάθετο λόγο· το πρώτο στον προφορικό λόγο, την εκδήλωση του εσωτερικού φρονήματος και με λόγο (δ).
(4) «Έχεις ένδοξο πρόγονο; Εάν τον μιμηθείς με ζήλο κέρδισες. Εάν όμως δεν τον μιμηθείς με ζήλο, γίνεται κατήγορος ο ένδοξος, διότι από ρίζα δίκαιη βγήκες πικρός καρπός» (Χ). «Διότι τι ωφελεί η σαρκική ευγένεια αυτούς που την έχουν;… Ο Θεός ζητά τη συγγένεια στο ήθος και τους τρόπους. Είναι μάταιο λοιπόν να καυχιέται κάποιος για προγόνους αγίους και αγαθούς, αλλά να μειονεκτεί πολύ σε σχέση με την αρετή εκείνων» (Κ). «Διότι η αγία Γραφή ξέρει να ονομάζει νόμους συγγένειας, όχι τους φυσικούς, αλλά από την αρετή και την κακία· και με όποιους κάποιος έχει τυχόν τους ίδιους τρόπους, αυτός λέει η Γραφή ότι είναι και γιος και αδελφός» (Χ).
(5) Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: «Ποιες πέτρες; Δεν έδειχνε πέτρες άψυχες, αλλά ανθρώπους που ήταν αναίσθητες πέτρες, επειδή ακριβώς προσκυνούσαν πέτρες και ξύλα, και συνέβη σε αυτούς αυτό που έχει γραφτεί «είθε να γίνουν όμοιοι με αυτά, αυτοί που δημιουργούν αυτά και όλοι όσοι στηρίζουν την πίστη τους σε αυτά»» (Ω). Πιο σωστή ερμηνεία: Σχηματίζεται λογοπαίγνιο στην εβραϊκή γλώσσα ανάμεσα στις λέξεις τέκνα (μπανίμ) και πέτρες (αμπανίμ)(p). Επιπλέον επίσης ο Αβραάμ είχε συγκριθεί από τον Ησαΐα (να 1,2) με στέρεη πέτρα, από την οποία ο Θεός λατόμησε τους Ισραηλίτες (L)=από το πλέον ακατάλληλο υλικό μπορεί ο Θεός να αναδείξει γνήσια τέκνα του Αβραάμ (Ρωμ. δ,θ,6,7,ια 13-24,Γαλ. δ 21-31)(p). Ο Θεός δεν έχει ανάγκη εμάς ούτε τις υπηρεσίες μας, αλλά μπορεί να εξασφαλίσει την δόξα του και την πραγματοποίηση των βουλών του και χωρίς εμάς. Εάν εμείς αποκοπούμε και καταρρεύσουμε, μπορεί να αναδείξει νέα εκκλησία για τον εαυτό του από το πλέον ακατάλληλο και ανέλπιστο ανθρώπινο υλικό· ακόμη και από τις πέτρες μπορεί να αναστήσει παιδιά στον Αβραάμ.

3.9 ἤδη(1) δὲ καὶ ἡ ἀξίνη(2) πρὸς τὴν ῥίζαν(3) τῶν δένδρων(4) κεῖται· πᾶν οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται.
9 Το τσεκούρι βρίσκεται κιόλας στη ρίζα των δέντρων. Κάθε δέντρο, λοιπόν, που δε δίνει καλό καρπό, θα κοπεί σύρριζα και θα ριχτεί στη φωτιά».
(1) =Παρόλο που εσείς δεν περιμένετε καθόλου αυτό (p).
(2) «Αξίνα εδώ ονομάζει την πάρα πολύ κοφτερή οργή, την οποία έφερε πάνω στους Ιουδαίους ο Θεός και Πατέρας στη συνέχεια, λόγω της ασέβειας προς το Χριστό» (Ω). «Διότι ήρθε πάνω τους σαν πέλεκυς η οργή… Και σαν άκαρπο και όχι καλό πλέον φυτό, κόπηκε από το Θεό» (Κ). «Ποια λοιπόν είναι η αξίνα; Η τιμωρία και η κόλαση. Ποια είναι τα δέντρα; Οι άνθρωποι. Ποια τα άχυρα; Οι κακοί. Ποιο το στάρι; Οι αγαθοί. Ποιο το φτυάρι; Το ξεχώρισμα» (Χ). Από τη στιγμή που άρχισε να κηρύττεται το ευαγγέλιο, η αξίνα βρίσκεται στη ρίζα των δέντρων. Οι απειλές εναντίον των αμαρτωλών και αμετανόητων είναι τώρα φοβερότερες από πριν, όπως και οι ενθαρρύνσεις προς αυτούς που μετανοούν είναι τώρα πλουσιότερες και πιο χαρμόσυνες.
(3) Η λέξη μαζί με το «κεῖται» μπορεί να ερμηνευτεί ή, έφτασε στη ρίζα και βρίσκεται εκεί, ή κατευθύνεται προς τη ρίζα. Σε κάθε μία από τις δύο περιπτώσεις η έννοια είναι ότι η κρίση δεν είναι μόνο αναπόφευκτη, αλλά και επίκειται. Για αυτό και υπάρχουν οι ενεστώτες κόβεται και ρίχνεται (p). Έξυπνη και η επόμενη ερμηνεία: «Όμως δεν λέει ότι η αξίνα βρίσκεται στη ρίζα, αλλά προς τη ρίζα, δηλαδή κοντά στη ρίζα. Κόπηκαν δηλαδή τα κλαδιά, αλλά δεν σκάφτηκε από την ίδια τη ρίζα το φυτό· διότι σώθηκε το υπόλειμμα του Ισραήλ και δεν χάθηκε ολόκληρος ο λαός από τη ρίζα του» (Κ).
(4) Η εικόνα της αξίνας στη ρίζα των δέντρων βρίσκεται σε αρμονία με αυτήν των καρπών του σ. 8. Στην ανατολή τα δέντρα υπολογίζονται κυρίως βάσει των καρπών που παράγουν, ενώ άκαρπα δέντρα συνήθως κόβονται (p). Δέντρα τα οποία δεν παράγουν καρπούς για δόξα της θείας χάρης, ας χρησιμοποιούνται για τη φωτιά για τιμή και δόξα της θείας δικαιοσύνης.

3.10 Καὶ(1) ἐπηρώτων(2) αὐτὸν οἱ ὄχλοι(3) λέγοντες, Τί οὖν ποιήσομεν(4);
10 Οι όχλοι τον ρωτούσαν: «Τι να κάνουμε, λοιπόν;»
(1) «Έβαλε στην αφήγηση τρεις τάξεις ανθρώπων που ρωτούν τον Ιωάννη· το ένα μεν το ονόμασε όχλοι που έβγαιναν στην έρημο για το βάπτισμα, το άλλο το ονόμασε τελώνες και το τρίτο το ονόμασε στρατιώτες» (Ω). «Και ο βαπτιστής στο καθένα από τα επαγγέλματα, έδινε τον ωφέλιμο και πρέποντα λόγο· στους μεν όχλους που προχωρούσαν προς τη μετάνοια διέταζε να έχουν φρόνημα αγάπης μεταξύ τους· στους τελώνες, από την άλλη, έφραζε τον δρόμο της ασυγκράτητης πλεονεξίας· στους στρατιώτες βεβαίως με πανσοφία φώναζε, να μην κατηγορούν κανέναν και να αρκούνται στο μισθό τους» (Κ).
(2) Ο παρατατικός υπονοεί συχνή επανάληψη τέτοιων ερωτημάτων (g).
(3) Κάποιοι από τους Φαρισαίους και Σαδδουκαίους ήλθαν στο βάπτισμα. Δεν αναφέρεται όμως για αυτούς, ότι ρώτησαν: Τι λοιπόν να κάνουμε; Διότι είχαν την ιδέα ότι γνώριζαν εκείνα που θα έλεγε σε αυτούς ο Ιωάννης. Όσον δε αφορά στους Σαδδουκαίους θα μπορούσε να λεχθεί, ότι δεν ήταν διατεθειμένοι να παύσουν να πράττουν ό,τι άρεσε στις ορέξεις τους. Αλλά ο λαός και οι τελώνες και οι στρατιωτικοί, συναισθανόμενοι τις ελλείψεις τους και αναγνωρίζοντας την άγνοιά τους, προβάλλουν το ερώτημα αυτό αισθανόμενοι ότι οφείλουν να γίνουν καλύτεροι και να βελτιώσουν τους εαυτούς τους. Εγωισμός και βίος σαρκικός, όπως αυτός των Σαδδουκαίων, αποτελούν εμπόδια, χωρίς τη χάρη του Θεού αξεπέραστα, για μετάνοια και αλλαγή ζωής.
(4) Πιο σωστή γραφή: ποιήσωμεν. «Επειδή διατάχτηκαν να παράγουν καρπούς άξιους της μετανοίας, ρωτούν» (Ζ). Το ερώτημα αυτό είναι χαρακτηριστικό ψυχής που επέστρεψε. Δες Πράξ. β 37,ιστ 30 (b).

3.11 ἀποκριθεὶς δὲ λέγει αὐτοῖς(1), ῾Ο ἔχων δύο χιτῶνας μεταδότω τῷ μὴ ἔχοντι(2), καὶ ὁ ἔχων βρώματα(3) ὁμοίως ποιείτω.
11 Κι εκείνος τους απαντούσε: «Όποιος έχει δύο χιτώνες ας δώσει τον ένα σ’ αυτόν που δεν έχει, κι όποιος έχει τρόφιμα ας κάνει το ίδιο».
(1) «Με το δόσιμο του ρούχου και της τροφής, εισηγείται σε αυτούς την βοήθεια των φτωχών και το να μοιράζονται με άλλους και να αγαπιούνται μεταξύ τους» (Ζ). Η καλύτερη λοιπόν μετάνοια είναι η έμπρακτη άσκηση της αγάπης (L). Ο καρπός ολοκληρωτικής εσωτερικής μετάνοιας, εκδηλώνεται και εξωτερικά στις διάφορες περιπτώσεις της ζωής με πραγματικά αγαθά έργα (b).
(2) «Να δώσει σε αυτόν που δεν έχει καθόλου, ή που έχει μεν, αλλά είναι άχρηστο» (Ζ). Ίσως είδε μεταξύ των ακροατών του μερικούς, οι οποίοι ήταν υπερφορτωμένοι με ρούχα, την ώρα που άλλοι φορούσαν κουρέλια που κινδύνευαν να πέσουν από πάνω τους. Εκείνους λοιπόν οι οποίοι είχαν τα περιττά, τους καλεί να συντελέσουν στην ανακούφιση των άλλων, οι οποίοι στερούνταν τα αναγκαία. Το ευαγγέλιο ζητά έλεος και όχι θυσία και ο σκοπός του είναι να μας υποχρεώσει να πράττουμε οτιδήποτε αγαθό μπορούμε.
(3) Και όποιος έχει τροφές οποιουδήποτε είδους, έστω και ξερό ψωμί, το ίδιο να κάνει, να δώσει δηλαδή σε αυτόν που δεν έχει (δ).

3.12 ἦλθον δὲ καὶ(1) τελῶναι(2) βαπτισθῆναι καὶ εἶπον πρὸς αὐτόν, Διδάσκαλε(3), τί ποιήσομεν(4);
12 Ήρθαν επίσης και τελώνες να βαφτιστούν και του είπαν: «Δάσκαλε, τι να κάνουμε;»
(1) Με το «και» υποδηλώνεται η συρροή αυτών που έρχονταν και η ένταση της κίνησης προς τον Ιωάννη. Ακόμη και τελώνες ήλθαν· εκείνοι δηλαδή τους οποίους θεωρούσαν απελπισμένους (L).
(2) Κυρίως είναι οι ενοικιαστές των δημόσιων εσόδων, και ήταν αυτοί συνήθως πλούσιοι Ρωμαίοι ιππείς που ονομάζονταν δημοσιώνες. Εδώ εννοούνται οι κατώτεροι υπάλληλοι, τους οποίους αυτοί διόριζαν ως εισπράκτορές τους ή στους οποίους μεταπουλούσαν τους φόρους ορισμένου μέρους της επαρχίας (δ). Στην Κ.Δ. με την τελευταία αυτή έννοια βρίσκεται η λέξη. Μερικές φορές και ίσως συχνά, υπήρχε και κάποιος μεσάζων υπάλληλος μεταξύ των τελωνών και δημοσιώνων που ονομαζόταν αρχιτελώνης (p).
(3) Οι τελώνες εκδήλωναν προς τον Ιωάννη σεβασμό μεγαλύτερο από όσο οι άλλοι (b).
(4) Πιο σωστή γραφή: ποιήσωμεν.

3.13 ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτούς, Μηδὲν πλέον(1) παρὰ τὸ διατεταγμένον(2) ὑμῖν πράσσετε(3).
13 Κι εκείνος τους αποκρίθηκε: «Να μην απαιτείτε περισσότερα απ’ ό,τι σας παραχωρεί ο νόμος».
(1) Ο Πρόδρομος αναγνώριζε το δίκαιο του κράτους να εισπράττει φόρους και για αυτό δεν μέμφεται την είσπραξη, αλλά τις καταχρήσεις των υπαλλήλων, που εισέπρατταν πάνω από το νόμιμο (δ). Η έννοια της απάντησης του Ιωάννη είναι: Τίποτα το έκτακτο! Απλούστατα, να μην εξογκώνετε τον φόρο (g).
(2) «Διότι είχαν διάταγμα σχετικά με τις απαιτήσεις για την ποσότητα και την ποιότητα αυτών που απαιτούσαν» (Ζ). «Να μην παίρνετε από τους φορολογουμένους, περισσότερο από αυτό που έχει καθοριστεί στους τελώνες» (Ω). Οι κατάλογοι που όριζαν το ποσοστό της φορολογίας για κάθε είδος, δεν ήταν επαρκώς λεπτομερείς και ο φόρος «εισπραττόταν από συνήθεια», και οριζόταν, ότι έπρεπε «να γίνεται η πράξη σύμφωνα με το νόμο και τη συνήθεια. Για αυτό σημειώνονταν καταχρήσεις και για αυτό στην πόλη της Παλμύρας είχε χαραχτεί σε στήλη λεπτομερέστερος κατάλογος για να εμποδίζεται η κατάχρηση (L).
(3) Με την έννοια του εισπράττω. Δεν λέει στους τελώνες να αφήσουν τις θέσεις και το επάγγελμά τους και να παύσουν να εισπράττουν φόρους. Το επάγγελμα από μόνο του τίποτα το μεμπτό δεν είχε, αλλά ήταν νόμιμο και αναγκαίο. Αυτό που επιβαλλόταν ήταν να διεξάγεται αυτό έντιμα και δίκαια.

3.14 ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν καὶ στρατευόμενοι(1) λέγοντες, καὶ ἡμεῖς(2) τι ποιήσομεν(3); καὶ εἶπε προς αυτούς, Μηδένα συκοφαντήσητε μηδέ διασείσητε(4), καὶ ἀρκεῖσθε τοῖς ὀψωνίοις(5) ὑμῶν.
14 Τον ρωτούσαν ακόμη και στρατιώτες: «Κι εμείς τι πρέπει να κάνουμε;» Και τους έλεγε: «Μην παίρνετε λεφτά από κανέναν με ψεύτικες κατηγορίες ούτε με τη βία, αλλά να αρκείστε στο μισθό σας».
(1) Τα ρήματα στρατεύω και στρατεύομαι δηλώνουν αρχικά το επιχειρώ πόλεμο. Έπειτα, το να είναι κάποιος στρατιώτης (δ)· στρατευόμενοι=βρίσκονταν σε στρατιωτική υπηρεσία. Ήταν οπωσδήποτε Ιουδαίοι και όχι Ρωμαίοι. Πιθανώς ένα είδος χωροφυλακής· στρατιώτες που ασκούσαν αστυνομικά καθήκοντα, ίσως για ενίσχυση αυτών που εισέπρατταν τους φόρους. Τέτοια πρόσωπα βρίσκουν μεγάλες ευκαιρίες καταπίεσης και εκμετάλλευσης (p).
(2) Φαίνεται να συνδέουν τους εαυτούς τους με τους τελώνες, είτε διότι γνώριζαν ότι ήταν και αυτοί το ίδιο αντιδημοτικοί, είτε διότι περίμεναν παρόμοια απάντηση από τον Ιωάννη (p).
(3) Πιο σωστή γραφή: τι ποιήσωμεν.
(4) Συνηθισμένη γραφή που μαρτυρείται και από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα: μηδένα διασείσητε, μηδέ συκοφαντήσητε. Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: Είναι ενδιαφέρον ότι ο Αντιφών συνδυάζει το σείω με το συκοφαντώ («έσειε και εσυκοφάντει»), από όπου γίνεται πιθανό, ότι ο συκοφάντης δεν σημαίνει εκείνον ο οποίος καταγγέλλει την εξαγωγή σύκων, αλλά εκείνον ο οποίος δείχνει σύκα με το ταρακούνημα του δέντρου, δηλαδή αυτός που εξαναγκάζει τον πλούσιο να δώσει χρήματα φοβίζοντας αυτόν (p). Πιο σωστά, διασείω=τελείως, υπερβολικά σείω, ταράζω, φοβίζω. Στις πολιτικές αρχές σημαίνει εκφοβίζω φιλήσυχους πολίτες και εκβιάζω αυτούς για να πάρω χρήματα. Συκοφάντης=αυτός που δείχνει φανερά τα σύκα που κρυφά έγιναν εξαγωγή από την Αττική, για να πάρει την αμοιβή που οριζόταν για αυτό (Πλουτάρχου περί πολυπραγμοσύνης 16), και έπειτα «συκοφάντης είναι ο ψευδοκατήγορος» όπως λέει ο Ησύχιος. Κανέναν λοιπόν να μην κατηγορήσετε ψευδώς, λέει ο Βαπτιστής (δ).
(5) Βγαίνει από το οψωνείν=αγοράζω όψον. Οψώνιον είναι κυρίως κάθε αγορασμένη τροφή, και έπειτα και ο μισθός, το σιτηρέσιο (η καθημερινή μερίδα) του στρατιώτη (δ).

3.15 Προσδοκῶντος(1) δὲ τοῦ λαοῦ καὶ διαλογιζομένων πάντων ἐν ταῖς καρδίαις(2) αὐτῶν περὶ τοῦ ᾽Ιωάννου, μήποτε αὐτὸς εἴη(3) ὁ Χριστός(4),
15 Καθώς ο κόσμος περίμενε κι όλοι σκέφτονταν μέσα τους για τον Ιωάννη, μήπως αυτός είναι ο Χριστός,
(1) =Ενώ ο λαός ήταν σε προσδοκία, ενώ περίμενε· το αντικείμενο όμως της προσδοκίας παραλείπεται (δ). Ή, εννοείται από τη σειρά του λόγου· περίμεναν δηλαδή την απόκριση του Ιωάννη για το πρόσωπό του (Meyer). Ή, πιο σωστά, καθώς ο λαός περίμενε τον Μεσσία, στην προσδοκία του οποίου η εμφάνιση του Ιωάννη είχε δώσει νέα ώθηση. Δες Πράξ. κζ 33,κη 6 (L).
(2) =σκέφτονταν, συλλογίζονταν, μελετούσαν μέσα τους το ζήτημα αυτό (δ).
(3) Η ευκτική πτώση εκλέχτηκε σωστά για να δηλώσει την αβεβαιότητα. Δες και κβ 23 (L).
(4) «Διότι τους προκαλούσε έκπληξη ο λόγος του και ο τρόπος ζωής του» (Ζ). Πράγματι ο Ιωάννης δεν παρουσίαζε τίποτα από το μεγαλείο και την εξωτερική επίδειξη, με τα οποία περίμεναν οι Ιουδαίοι ότι θα εμφανιζόταν ο Μεσσίας. Ήταν όμως η ζωή του άγια και αυστηρή, ενώ το κήρυγμά του ήταν ισχυρό και με κύρος. Για αυτό πολλοί σκέφτηκαν, ότι αυτός θα ήταν ο Μεσσίας και ότι εντός ολίγου θα απέβαλε την προσωρινή του αυτή μεταμφίεση και θα περιβαλλόταν με αστραφτερή δόξα.

3.16 ἀπεκρίνατο(1) λέγων άπασιν(2) ὁ ᾽Ιωάννης, ᾽Εγὼ μὲν ὕδατι(3) βαπτίζω ὑμᾶς· ἔρχεται δὲ ὁ ἰσχυρότερός μου(4), οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς λῦσαι τὸν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων(5) αὐτοῦ(6)· αὐτὸς ὑμᾶς βαπτίσει ἐν πνεύματι ἁγίῳ καὶ πυρί(7)·
16 εκείνος απαντούσε σε όλους κι έλεγε: «Εγώ σας βαφτίζω με νερό, έρχεται όμως αυτός που είναι πιο ισχυρός από μένα και που εγώ δεν είμαι άξιος να λύσω το λουρί απ’ τα υποδήματά του. Αυτός θα σας βαφτίσει με Άγιο Πνεύμα και φωτιά.
(1) «Αφού γνώρισε ο Ιωάννης… λόγω του διορατικού πνεύματος, απάντησε» (Ζ). Δες Ματθ. γ 11-12 και Μάρκ. α 7, όπου ερμηνεύτηκαν τα λόγια αυτά του Ιωάννη.
(2) Δείχνει πόσο γενική ήταν η προσδοκία (p).
(3) Και οι δύο λέξεις έχουν έμφαση (p). Εγώ μόνο με νερό. Η έμφαση είναι στο ότι μπαίνει το νερό πριν το βαπτίζω (δ).
(4) Και ο Ιωάννης ήταν ισχυρός, αλλά ο Χριστός πολύ ισχυρότερος από αυτόν (b).
(5) «Είναι άλλο το να βαστά τα υποδήματα, που είναι ήδη λυμένα, εννοείται, από τα πόδια αυτού που τα φορούσε, το οποίο λέει ο Ματθαίος· και άλλο το να σκύψει και να λύσει το λουρί των υποδημάτων, το οποίο λέει ο Μάρκος [και λέγεται και εδώ]. Και είναι λογικό, χωρίς κανείς από τους ευαγγελιστές να σφάλλει, ούτε να ψεύδεται, ότι και τα δύο τα είχε πει ο βαπτιστής σε διάφορους καιρούς σκεπτόμενος πότε με τον ένα και πότε με τον άλλο τρόπο» (Ω).
(6) «Αφού έδειξε λοιπόν για τον εαυτό του, ότι δεν είναι ο Χριστός, φέρνει λοιπόν αποδείξεις, με τις οποίες μπορούμε να μάθουμε, ότι υπάρχει αμέτρητη διαφορά μεταξύ Θεού και ανθρώπων, δούλου και δεσπότη, αυτού που προπορεύεται ως υπηρέτης και αυτού που λάμπει όπως πρέπει σε Θεό· παρόλο που ήταν λοιπόν τόσο μεγάλος σε αρετή ο μακάριος Βαπτιστής, λέει ότι δεν είναι άξιος ούτε να αγγίζει τα υποδήματά του» (Κ). Ο Ιωάννης ήταν προφήτης και μάλιστα ο μεγαλύτερος των προφητών. Αλλά ο Χριστός ήταν μεγαλύτερος όχι μόνο από τους προφήτες όλους της Π.Δ., όπως ήταν ο Ιωάννης, αλλά και από αυτόν τον Ιωάννη τόσο πολύ μεγαλύτερος ώστε ο μεγαλύτερος των προφητών να μην είναι άξιος να σταθεί κοντά του ούτε ως ο έσχατος των δούλων. Πράγματι το πνεύμα του Χριστού φανέρωνε στους προφήτες και στον ίδιο τον Ιωάννη «τα παθήματα του Χριστού και τις δόξες μετά από αυτά» (Α΄Πέτρ. α 11).
(7) Ή «έδωσε μαρτυρία ότι ο Χριστός έχει αξίωμα που αρμόζει σε Θεό· διότι ποιος είναι αυτός που βαπτίζει τους ανθρώπους στο Άγιο Πνεύμα, ποιος πάλι είναι αυτός που όσους απίστησαν στο ευαγγέλιο, θα τους βαπτίσει ως κριτής στη φωτιά της κόλασης; Άραγε δεν είναι ο Χριστός ως Θεός; Εάν είσαι άγιος, βαπτίζεσαι με το Άγιο Πνεύμα· εάν όμως είσαι αμαρτωλός, βαπτίζεσαι με αυτήν τη φωτιά· διότι το ίδιο βάπτισμα, σε αυτούς που βαπτίζονται όντας ανάξιοι και κακοί, γίνεται φωτιά και καταδίκη» (Ω). Ή, πιο σωστά «συνέδεσε την έννοια του Πνεύματος με αυτήν της φωτιάς… φανερώνοντας με την έννοια της φωτιάς την ενέργεια του Πνεύματος που δίνει ζωή. Διότι από την διαφορετική ενέργεια του υποκειμένου, παίρνει και τις διάφορες ονομασίες το ένα Πνεύμα» (Κ). «Λέγοντας ότι θα σας βαπτίσει με Πνεύμα, προφήτευε τα μετά την ανάσταση» (Χ). Ο Χριστός μπορεί να χορηγήσει το Πνεύμα, να καθαρίσει και εξαγνίσει την καρδιά, όχι μόνο όπως το νερό πλένει τις εξωτερικές βρωμιές, αλλά και όπως η φωτιά καθαρίζει την σκουριά που εισχωρεί μέσα στο μέταλλο και λειώνει τα μέταλλα για να πάρουν νέα μορφή και σχήμα.

3.17 οὗ τὸ πτύον(1) ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ(2) και διακαθαριεί(3) τὴν ἅλωνα αὐτοῦ καὶ συνάξει τὸν σῖτον εἰς τὴν ἀποθήκην αὐτοῦ(4), τὸ δὲ ἄχυρον(5) κατακαύσει πυρὶ ἀσβέστῳ.
17 Στο χέρι του κρατάει το λιχνιστήρι για να ξεκαθαρίσει το αλώνι του και να συνάξει το σιτάρι στην αποθήκη του· το άχυρο όμως θα το κάψει με φωτιά που δε σβήνει ποτέ».
(1) Δες Ματθ. γ 12, όπου ερμηνεύεται πλήρως το ρητό.
(2) Η αντωνυμία αὐτοῦ που επαναλαμβάνεται 3 φορές, ταυτίζει τον Μεσσία με τον Ιεχωβά, στον οποίο μόνο σύμφωνα με την Π.Δ. πλήρως ανήκει η θεοκρατία (g). «Να, λέει ο μακάριος βαπτιστής, στο Χριστό ως δεσπότη ανήκει το αλώνι· διότι αυτό σημαίνει το «αὐτοῦ»» (Κ).
(3) Είναι αξιόλογη η σύνδεση με τα παραπάνω: «Ακόμη και αν σας βαπτίσει, μη νομίζετε ότι είστε πλέον αθώοι· αλλά αν δεν παρουσιάσετε τον μετέπειτα τρόπο ζωής σας πεντακάθαρο, θα σας κατακάψει με άσβηστη φωτιά» (Θφ). Οι κώδικες Βατικανός και Σιναϊτικός έχουν την γραφή: διακαθάραι… και συναγαγείν… κατακαύσει. Η γραφή αυτή καθίσταται ύποπτη από το γεγονός ότι οι αρχαίες μεταφράσεις, όπως και οι αιγυπτιακές, που ακολουθούν όλες τα αλεξανδρινά χειρόγραφα, εδώ έχουν την γραφή των βυζαντινών χειρογράφων: διακαθαριεί και συνάξει. Η πρόθεση «δια» στο διακαθαριεί φανερώνει την επέκταση του καθαρισμού σε όλα τα μέρη του αλωνιού (g). Είναι αξιοσημείωτες οι ακόλουθες παρατηρήσεις: «Θέλω να δω με ποιο τρόπο ο Κύριός μου Ιησούς έχει φτυάρι και όταν ποιος άνεμος φυσά, και μάλιστα σφοδρός,-διότι όταν κοπάσει ο άνεμος είναι άχρηστο το φτυάρι- το μεν άχυρο χωρίζεται σε ξεχωριστό τόπο, ενώ το στάρι επειδή νίκησε τον άνεμο πέφτει στο ίδιο σημείο. Και πρόσεξε μήπως τυχόν οι πειρασμοί, που χωρίζουν το άχυρο, είναι ο άνεμος που αποδεικνύει το στάρι ότι είναι στάρι. Όταν μεν λοιπόν πειράζεται η ψυχή σου και ηττηθείς, δεν σε έκανε ο πειρασμός άχυρο, αλλά σε απέδειξε ότι είσαι άχυρο, δηλαδή ελαφρύς και άπιστος» (Ω).
(4) «Λέει ότι θα φανεί ο Κύριος ότι μοιράζει και κατά κάποιο τρόπο φανερώνει αυτά που πρέπουν στον καθένα, ώστε τον μεν δίκαιο και αγαθό σαν άλλο στάρι τον εισάγει στις ουράνιες αυλές, ενώ τον άδικο, που τινάχτηκε σαν άχυρο, τον κάνει τροφή στη φωτιά. Διότι το μεν σιτάρι, λέει, μπαίνει στην αποθήκη, δηλαδή αξιώνεται της ασφάλειας του Θεού, της πρόνοιας και φύλαξης και αγάπης· το άχυρο όμως, ως άχρηστη ύλη καίγεται στη φωτιά» (Κ).
(5) Αξιοσημείωτες και οι παρατηρήσεις: «άχυρο είναι αυτός που έχει άκαρπο νου και κουβαλά σωρό πολύ βιοτικών πραγμάτων» (Θφ). Και· «Τι σχέση έχει το άχυρο με το σιτάρι; Όποια σχέση έχει η ελαφρολογία με την αλήθεια. Διότι ο μεν λόγος του Θεού έχει πάρα πολύ θρεπτική δύναμη· ενώ ο λόγος των ασεβών ψευτοδιδασκάλων που θρυμματίζεται εύκολα και είναι σαν άχυρο, δεν προσφέρει καμία ωφέλεια στους ακροατές» (Κ).

3.18 Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἕτερα(1) παρακαλῶν(2) εὐηγγελίζετο(3) τὸν λαόν·
18 Και με πολλές άλλες προτροπές ακόμη κήρυττε στο λαό το χαρμόσυνο μήνυμα.
(1) Επιβεβαιώνεται εδώ ό,τι υπονοούσε ο ευαγγελιστής με το «έλεγε» του στίχου= ο Λουκάς είχε πρόθεση εδώ να δώσει μία περίληψη των κηρυγμάτων του Ιωάννη.
(2) Παρηγορούσε και έδινε κουράγιο στο λαό που ζούσε σε πνευματική ταλαιπωρία και αθλιότητα (δ). Ή, με την έννοια του «συμβούλευε». Τα παρακαλών, ευηγγελίζετο και (του επόμενου σ.) ελεγχόμενος, παρουσιάζουν το τριπλό έργο του βαπτιστή: Προέτρεπε και παρηγορούσε όλους· κήρυττε αγαθά μηνύματα σε κάθε μετανοημένο και έλεγχε κάθε αμετανόητο (p).
(3) Το ρήμα αναφέρεται στο στοιχείο, κατά το κήρυγμα, των υποσχέσεων σχετικά με το Μεσσία. Δεν προέτρεπε, δεν απειλούσε μόνο ο Ιωάννης, αλλά και υποσχόταν αγαθά (g). «Και πολλά άλλα σχετικά με το Χριστό ευαγγελιζόταν στο λαό» (Ζ). Ο Ιωάννης ήταν συμπαθής και στοργικός κήρυκας· παρηγορούσε και προέτρεπε τους ακροατές του. Ήταν ακόμη και πρακτικός κήρυκας, διότι το μεγαλύτερο μέρος του κηρύγματός του ήταν προτροπή και συμβουλή που έτεινε να διεγείρει στο λαό την συναίσθηση του καθήκοντος, και δεν απέβλεπε στο να τέρψει το λαό με μύθους που γαργαλάνε τα αυτιά. Ήταν και λαϊκός κήρυκας ο Ιωάννης, διότι, αν και έρχονταν προς αυτόν και Σαδδουκαίοι και Φαρισαίοι, προς τον λαό προτιμούσε να απευθύνεται και με την αντίληψη του λαού να συμμορφώνει την διδασκαλία του. Ήταν και κήρυκας του ευαγγελίου ο βαπτιστής. Διαμέσου όλων των προτροπών και συμβουλών του κατηύθυνε το λαό προς τον Χριστό και ενίσχυε την ελπίδα του λαού για την επικείμενη έλευση του Μεσσία. Ήταν όμως και πλουσιοπάροχος κήρυκας, διότι π ο λ λ ά ευαγγελιζόταν στο λαό.

3.19 ὁ δὲ ῾Ηρῴδης(1) ὁ τετράρχης, ἐλεγχόμενος(2) ὑπ᾽ αὐτοῦ περὶ ῾Ηρῳδιάδος τῆς γυναικὸς τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ καὶ περὶ πάντων ὧν ἐποίησεν πονηρῶν ὁ ῾Ηρῴδης,
19 Επειδή όμως ο Ιωάννης κατηγορούσε τον Ηρώδη τον τετράρχη γιατί είχε για γυναίκα τη γυναίκα του αδερφού του, την Ηρωδιάδα, καθώς και για πολλές άλλες φαύλες πράξεις,
(1) Η αφήγηση του Λουκά διακρίνεται από αυτήν των άλλων δύο συνοπτικών στο ότι αναφέρει εδώ την φυλάκιση του Ιωάννη, ενώ οι άλλοι δύο σε αυτό το σημείο κάνουν μόνο κάποιον υπαινιγμό (Ματθ. δ 12,Μάρκ. α 14), αφηγούνται όμως αργότερα και εκτενέστερα τα σχετικά με τη φυλάκιση του Ιωάννη. Προφανώς ο Λουκάς θέλει να βάλει τέλος στα όσα αφορούν στη δημόσια δράση του Ιωάννη, πριν μεταβεί στην ιστορία του Ιησού (g).
(2) «Ο ατρόμητος Ιωάννης, που δεν υπολόγιζε κανένα πρόσωπο, χωρίς να φοβηθεί την βασιλική εξουσία, εκπληρώνοντας όμως εξίσου και το προφητικό θάρρος, έλεγξε τον Ηρώδη για την παρανομία του γάμου· για αυτό και κλείστηκε στη φυλακή και χωρίς να ενδιαφέρεται για το θάνατο, ενδιαφερόταν για το Χριστό» (Ω).

3.20 προσέθηκεν καὶ τοῦτο ἐπὶ πᾶσιν(1) και κατέκλεισε(2) τὸν ᾽Ιωάννην ἐν τη φυλακῇ(3).
20 ο Ηρώδης πρόσθεσε σ’ όλες αυτές και τούτο: έκλεισε τον Ιωάννη στη φυλακή.
(1) Πάνω σε όλα τα άλλα πονηρά, τα οποία είχε διαπράξει.
(2) Το ρήμα κατακλείω είναι κλασικό, αλλά στην Κ.Δ. συναντιέται μόνο εδώ και στο Πράξ. κστ 10, και στις δύο περιπτώσεις για να δηλώσει την φυλάκιση. Συναντιέται συχνά στους γιατρούς συγγραφείς και ο Γαληνός χρησιμοποιεί αυτό για φυλάκιση (p).
(3) «Μετά την βάπτιση του Χριστού εννοείται» (Ζ). Αυτό σημειώνεται εδώ πριν το βάπτισμα του Κυρίου, σαν ο Λουκάς να αρπάζει την πρώτη ευκαιρία για να αποδοκιμάσει τον Ηρώδη (b). Σημείωσε, ότι ο Ιωάννης στην ακμή της δράσης του, όταν ήταν εξόχως χρήσιμος και ωφέλιμος στο λαό, απότομα συνελήφθη από τον Ηρώδη και φυλακίστηκε, για να θανατωθεί μετά από λίγο. Ένας τέτοιος κήρυκας θα έπρεπε άραγε να ριχτεί στη φυλακή ή έπρεπε να ανεβαστεί στις αυλές του ναού, ώστε από εκεί να ακούγεται η φωνή του; Αλλά έτσι έπρεπε να δοκιμαστεί η πίστη των μαθητών και έτσι έπρεπε να τιμωρηθεί η απιστία εκείνων, οι οποίοι δεν εκτίμησαν δεόντως το κήρυγμα του Ιωάννη. Τέτοιο επίσης τέλος άρμοζε και στον Πρόδρομο του Χριστού, ο οποίος επρόκειτο λίγο χρόνο μετά τον μαρτυρικό θάνατο του Ιωάννη να υψωθεί πάνω στο Σταυρό. Εφόσον άλλωστε ο Ήλιος είχε ανατείλει, ο αυγερινός αστέρας έπρεπε να εξαφανιστεί.

Στίχ. 21-22 Η βάφτιση του Ιησού. Στίχ. 23-38. Η γενεαλογία του Ιησού.
3.21 ᾽Εγένετο δὲ ἐν τῷ βαπτισθῆναι(1) ἅπαντα(2) τὸν λαὸν καὶ ᾽Ιησοῦ βαπτισθέντος καὶ προσευχομένου(3) ἀνεῳχθῆναι τὸν οὐρανὸν(4)
21 Όταν βαφτίστηκαν όλοι, βαφτίστηκε κι ο Ιησούς· και την ώρα που προσευχόταν, άνοιξε ο ουρανός
(1) = την ώρα που όλος ο λαός βαπτίστηκε. Ο αόριστος
λέγεται αντί για υπερσυντέλικο = είχε βαπτιστεί (Ν.Δαμαλά.1892). Εάν ο Λουκάς είχε γράψει «την ώρα που βαπτιζόταν», τότε θα υπονοούσε ότι ήταν παρόντες πολλοί την ώρα που ο Κύριος βαπτίστηκε και ακολούθησαν τα σημεία, τα οποία ο Λουκάς αφηγείται στη συνέχεια. Μάλλον φαίνεται πιθανό ότι ο Ιησούς περίμενε μέχρις ότου θα ήταν μόνος με τον Ιωάννη (A. Plummer,1928, F. Godet,1888). Ο πολύς λαός ήταν ήδη βαπτισμένος και ο Σωτήρας ήλθε στο τέλος (Ν.Δαμαλά.1892).
(2) Λαϊκή υπερβολική έκφραση αντί να πει, πλήθος λαού (Ν.Δαμαλά.1892). Η΄, ο λαός που παρευρισκόταν εκείνη την ώρα εκεί. Ο Ιησούς περίμενε να βαπτιστούν πρώτα όλοι οι άλλοι και τελευταίος από όλους αυτός. Έτσι ταπείνωσε τον εαυτό του και απέφυγε κάθε διαφήμιση για τον εαυτό του, εμφανιζόμενος προς τον Ιωάννη σαν ένας από τους τελευταίους, σαν ο έσχατος των εσχάτων.
(3) «Αφού βαπτίστηκε προσευχόταν διδάσκοντας ότι πρέπει αυτοί που βαπτίστηκαν να προσεύχονται» (Ζιγαβηνός). Ο Λουκάς συχνά αναφέρει τις προσευχές του Ιησού, και μάλιστα κατά τα πιο σπουδαία γεγονότα της ζωής του. Δες Λουκά στ 12, θ 18,29, κβ 32,41, κγ 46 (J.A. Bengel). Ο Λουκάς στο ευαγγέλιό του τονίζει το καθήκον της προσευχής (A. Plummer,1928). Εδώ η προσευχή του Ιησού παρουσιάζεται ιδιαιτέρως αποτελεσματική. Οι ουρανοί κατά τη διάρκειά της ανοίγουν (M.J. Lagrange,1921). Δεν εξομολογείται αμαρτίες, όπως όταν βαπτίζονταν εξομολογούνταν οι άλλοι. Διότι αυτός ήταν αναμάρτητος. Προσεύχεται μόνο. Προσεύχεται όπως οι άλλοι, διότι η προσευχή είναι μέσο με το οποίο διατηρεί κάποιος κοινωνία και σχέση με τον Πατέρα. Έτσι τίμησε ο Κύριος την προσευχή, μας συνέδεσε με αυτήν και μας ενθάρρυνε προς αυτήν.
(4) «Είπε ο ευαγγελιστής ότι άνοιξε ο ουρανός γιατί ήταν από παλιά κλεισμένος… Επειδή δηλαδή τώρα φανερώθηκε μία ποίμνη και η πάνω (ουράνια) και η κάτω (επίγεια), και αναδείχτηκε ένας για όλους αρχιποιμένας, άνοιξε μεν ο ουρανός, και ενώθηκε μαζί με τους αγίους αγγέλους ο επίγειος άνθρωπος. Και επιφοίτησε και το Πνεύμα πάλι, σαν σε δεύτερη απαρχή του γένους μας. Και σαν σε πρώτο τον Χριστό, ο οποίος το δέχεται κατά συγκατάβαση όχι τόσο για τον εαυτό του, αλλά για μας. Διότι σε όλα με αυτόν και μέσω αυτού πλουτίσαμε. Με πάρα πολλή συγκατάβαση λοιπόν υπομένει μαζί μας τα ανθρώπινα» (Κύριλλος Αλεξανδρείας). Άλλοτε με την προσευχή διαχωρίστηκαν τα νερά, για να διανοιχτεί μέσω αυτών οδός προς την Χαναάν. Τώρα απομακρύνθηκε ο αέρας, άλλο ρευστό στοιχείο, για να διανοιχτεί επικοινωνία με την ουράνια Χαναάν. Έτσι ανοίχτηκε τότε στο Χριστό και μέσω αυτού ήδη και σε εμάς οδός νέα, πρόσφατη και ζωντανή που μας εισάγει στα αληθινά άγια. Η αμαρτία είχε κλείσει τον ουρανό. Αλλά η προσευχή του Χριστού άνοιξε και πάλι αυτόν. Η προσευχή είναι θεσμός που ανοίγει τους ουρανούς. Χτυπάτε και θα σας ανοιχτεί.

3.22 καὶ(1) καταβῆναι τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον σωματικῷ εἴδει(2) ωσεί(3) περιστερὰν(4) ἐπ᾽ αὐτόν(5), καὶ φωνὴν ἐξ οὐρανοῦ γενέσθαι λέγουσαν, Σὺ(6) εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν σοὶ εὐδόκησα.
22 και κατέβηκε σ’ αυτόν το Άγιο Πνεύμα με ορατή μορφή, σαν περιστέρι. Τότε ήρθε μια φωνή από τον ουρανό που έλεγε: «Εσύ είσαι ο αγαπημένος μου Υιός, εσύ είσαι ο εκλεκτός μου».
(1) Και συνέβη να κατέβει.
(2) Δηλαδή με μορφή, με σχήμα σωματικό, πήρε δηλαδή μόνο το εξωτερικό σχήμα και τη μορφή του σώματος, όχι όμως σώμα πραγματικό (Ν.Δαμαλά.1892). «Με σωματική μορφή κατέβηκε, για να γίνει ορατό από τα σωματικά μάτια των ανθρώπων» (Ζιγαβηνός). Εάν ο Λουκάς επέμεινε περισσότερο από τον Μάρκο στη σωματική μορφή, έπραξε αυτό αναμφίβολα, για να τονίσει την πραγματικότητα της εμφάνισης, ίσως δε και για να τονίσει την ιδιαίτερη υπόσταση και προσωπικότητα του Πνεύματος (M.J. Lagrange,1921). Το Πνεύμα κατεβαίνει με σωματική μορφή, για να αποκαλυφθεί έτσι ότι είναι προσωπική υπόσταση και όχι απλώς ενέργεια της θεότητας. Έτσι λοιπόν έγινε πλήρης, εμφανής και αισθητή φανέρωση της Τριάδας σε αυτήν την αρχή του ευαγγελίου. Και πάρα πολύ κατάλληλα έγινε αυτή κατά το βάπτισμα του Χριστού, ο οποίος επρόκειτο να καταστήσει το μυστήριο του βαπτίσματος διακριτικό γνώρισμα της ομολογίας της πίστης στο δόγμα της Τριάδας, του Πατέρα και του Υιού και του αγίου Πνεύματος, στο όνομα της οποίας και τελειώνεται το βάπτισμα.
(3) Επεξήγηση του «με σωματική μορφή» που δείχνει σε τι συνίστατο αυτή η μορφή (Ν.Δαμαλά.1892). Το ωσεί υποδηλώνει ότι επρόκειτο για απλή ομοιότητα.
(4) Ζήτησαν οι διάφοροι ερμηνευτές την αναλογία και ομοιότητα του συμβόλου του περιστεριού με το άγιο Πνεύμα είτε στο χαρακτήρα του περιστεριού, είτε στον τρόπο που πετάει. Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή αναφέρονται στα λόγια του Κυρίου στο Ματθαίου ι 16 και προβάλλουν ότι το περιστέρι είναι «το ζώο της απλότητας και της αθωότητας» Τερτυλλιανός (F. Godet,1888). Εμφανίστηκε το Πνεύμα με μορφή περιστεριού «επειδή είναι πράο και ακέραιο, ώστε και εμείς να μιμηθούμε το πράο και ακέραιο του περιστεριού» (Ωριγένης) «για να μάθουμε ότι πρέπει να είμαστε πράοι και καθαροί» (Θεοφύλακτος). Το περιστέρι διακρίνεται για την ειρηνική του απλότητα, την απαλλαγμένη από κάθε κακία (Hofmann) και είναι το έμβλημα της γλυκύτητας και της αγνότητας (Keil). Σύμφωνα με την δεύτερη εκδοχή τονίζεται ο γλυκύς χαρακτήρας των κινήσεών του και αντιθέτουν το πέταγμα του περιστεριού με αυτό του αετού ή με τη ταχύτητα της αστραπής ή τη βία της θύελλας (F. Godet,1888). Αξιοσημείωτη και η επόμενη που συνδυάζει περισσότερες από μία εκδοχές. «Το Πνεύμα κατεβαίνει με μορφή περιστεριού. Διότι όπου υπάρχει συμφιλίωση Θεού, εκεί είναι και περιστέρι. Διότι και στην κιβωτό του Νώε φέρνοντας κλαδί ελιάς ήλθε το περιστέρι, σύμβολο της φιλανθρωπίας του Θεού και της απαλλαγής από την κακοκαιρία. Και τώρα με μορφή περιστεριού, όχι με σώμα, έρχεται το Πνεύμα, αναγγέλλοντας στην οικουμένη το έλεος του Θεού, και φανερώνοντας ταυτόχρονα, ότι πρέπει ο πνευματικός άνδρας να είναι απονήρευτος και απλός και άκακος» (Χρυσόστομος). Ο,τιδήποτε και αν είναι, το ουσιώδες χαρακτηριστικό εδώ είναι η οργανική μορφή, με την οποία εμφανίζεται το Πνεύμα. Με τη μορφή αυτή παρουσιάζεται ως αδιαίρετη ολότητα. Κατά την Πεντηκοστή φάνηκαν διαμοιραζόμενες γλώσσες, σύμβολο των διαφόρων χαρισμάτων που κατανέμονται μεταξύ των πιστών. Στον Ιησού όμως κατεβαίνει ως ολότητα (F. Godet,1888).
(5) «Δεν αγιάζεται ως Θεός που είναι, παίρνοντας το Πνεύμα. Διότι αυτός είναι που αγιάζει. Αλλά (αγιάζεται) ως άνθρωπος που έγινε» (Κύριλλος Αλεξανδρείας).
(6) Απάντηση στην προσευχή του Ιησού (J.A. Bengel). Ο Μάρκος επίσης έχει σε δεύτερο πρόσωπο την φωνή του Πατέρα. Ο Ματθαίος σαν να λεγόταν για το Χριστό σε ένα τρίτο πρόσωπο. «Η ποικιλία των εκφράσεων μέχρι τώρα είναι ωφέλιμη, έτσι ώστε να μην γίνεται λιγότερο κατανοητό αυτό που εκφράζεται με ένα τρόπο» (Αυγουστίνος). Η εκφορά σε δεύτερο πρόσωπο εκφράζει την πληροφορία που δόθηκε από τη φωνή του Πατέρα στη συνείδηση του Κυρίου. Ενώ η εκφορά σε τρίτο πρόσωπο εκφράζει την βεβαίωση που δόθηκε στον Βαπτιστή.

3.23 Καὶ αὐτὸς(1) ἦν ο᾽Ιησοῦς ἀρχόμενος(2) ὡσεὶ ἐτῶν τριάκοντα, ὢν υἱός, ὡς ἐνομίζετο, ᾽Ιωσὴφ(3) τοῦ ᾽Ηλὶ(4)
23 Αυτός ήταν ο Ιησούς, που όταν άρχισε το έργο του ήταν περίπου τριάντα χρόνων· καθώς νόμιζαν, ήταν γιος του Ιωσήφ, του Ηλί,
Στο Λουκά προχωράει η γενεαλογία από κάτω προς τα πάνω, φθάνοντας μέχρι τον πρωτόπλαστο και μέσω αυτού μέχρι το Θεό. Φαίνεται ότι και αυτή φτιάχτηκε με μέθοδο μνημονική, διαιρούμενη σε τμήματα ή 4 σειρές, από τις οποίες μία μεν αποτελείται (η από τον Δαβίδ μέχρι τον Αβραάμ) από δύο επτάδες ή 14 ονόματα, ενώ οι υπόλοιπες τρεις (η από τον Ιησού μέχρι τον Ζοροβάβελ και η από τον Σαλαθιήλ μέχρι τον Νάθαν και η από τον Θάρα μέχρι το Θεό) από τρεις επτάδες ή 21 ονόματα κάθε μία.
Εάν η επταδική αυτή κατάταξη δεν είναι σκόπιμη, παρουσιάζει τουλάχιστον συμπτώσεις και συνδυασμούς περίεργους, οι οποίες βάζουν τη σκέψη, ότι δεν είναι τυχαία. Η σειρά από τον Θάρα μέχρι τον Αδάμ αποτελείται από τους προκατακλυσμιαίους και μετακατακλυσμιαίους πατριάρχες μέχρι τον Αβραάμ, τους οποίους δεν αναφέρει η γενεαλογία του Ματθαίου που αρχίζει από τον Αβραάμ και μετέπειτα. Ανάμεσα στον Αρφαξάδ και τον Σαλά ο θείος Λουκάς ακολουθώντας τους Ο΄ παρεμβάλλει το όνομα του Καϊνάν, που δεν υπάρχει στο Εβραϊκό πρωτότυπο.
Η μεταξύ του Αβραάμ και του Δαβίδ σειρά ταυτίζεται πλήρως με αυτήν του Ματθαίου, με μόνη τη διαφορά ότι ο μεν Ματθαίος απαριθμεί τα ονόματα κατεβαίνοντας, ενώ ο Λουκάς προχωρά ανεβαίνοντας. Ως προς τα ονόματα των δύο άλλων σειρών οι δύο ευαγγελιστές έχουν κοινά μόνο δύο ονόματα, τα του Σαλαθιήλ και Ζοροβάβελ, διαφέροντας τελείως ως προς τα υπόλοιπα. Επιπλέον ο μεν Λουκάς αριθμεί συνολικά από τον Ιησού μέχρι τον Νάθαν 42 ονόματα, ενώ ο Ματθαίος από τον Σολομώντα μέχρι τον Ιησού 28 μόνο. Για συμβιβασμό των διαφορών αυτών δύο προτάθηκαν κύριες λύσεις.
Πρώτη λύση: Ο ευαγγελιστής Ματθαίος παρέχει τη γενεαλογία του Ιωσήφ και ο ευαγγελιστής Λουκάς αυτήν της Θεοτόκου. Ο Ιωσήφ κατάγεται από τον Δαβίδ μέσω του Σολομώντα ακολουθώντας κατευθείαν την προς τα κάτω γραμμή μέχρι τέλους της βασιλείας. Η Μαρία κατάγεται από τον Δαβίδ μέσω του Νάθαν και οι πρόγονοί της, με εξαίρεση ίσως τον Σαλαθιήλ και τον Ζοροβάβελ, είναι όλοι άγνωστοι στην ιστορία.
Το σύστημα αυτό έγινε δεκτό από τον 16ο αιώνα από μεγάλο αριθμό συγγραφέων, ρωμαιοκαθολικών και προτεσταντών, και υποστηρίχτηκε από αυτούς, ότι η παραδοχή αυτού σε τίποτα δεν προσκρούει.
Και μάλιστα α) συμφωνεί πλήρως με το κείμενο του Λουκά αρκεί στο στίχο 23 η φράση «όπως νομιζόταν γιος του Ιωσήφ» να μπει σε παρένθεση, οπότε η έννοια του στίχου θα ήταν: Ο Ιησούς, τον οποίον νόμιζαν γιο του Ιωσήφ, στην πραγματικότητα ήταν γιος του Ηλί.
β) Μία σεβαστή παράδοση αναφέρει, ότι ο πατέρας της Παρθένου λεγόταν Ιωακείμ, ενώ ο Λουκάς ονομάζει αυτόν Ηλί. Αλλά το Χηλί ή Ηλί είναι συντόμευση του Ελιαχείμ και Ελιακείμ, το οποίο έχει την ίδια σημασία με το Ιωακείμ. Στο βιβλίο Ιουδείθ (δ 5,7,11 και ιε 9) ο ίδιος αρχιερέας άλλοτε λέγεται Ιωακείμ (από τη λέξη Γιεχωβά) και άλλοτε Ελιακείμ (από τη λέξη Ελ.) (F.Prat στο F.Vigouroux Dict. De la Bible ΙΙΙ 168-169). Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι το ίδιο το Ταλμούδ ονομάζει τη Μαρία θυγατέρα του Ηλί (Chagig. 77,4). Από πού οι ραββίνοι άντλησαν αυτήν την πληροφορία; Εάν από τον Λουκά, αποδεικνύει αυτό, ότι νωρίτατα έγινε αντιληπτό από αυτούς το κείμενο του Λουκά με την πρώτη αυτή λύση, μολονότι εκείνοι δεν οδηγούνταν από την προκατάληψη να εναρμονίσουν τα δύο ευαγγέλια. Εάν όμως πάλι άντλησαν την πληροφορία τους από άλλη πηγή, π.χ. την παράδοση, έχουμε πλέον σοβαρή επιβεβαίωση του γενεαλογικού καταλόγου της Παρθένου, τον οποίο ακολούθησε ο Λουκάς (g).
Εναντίον του συστήματος αυτού προβλήθηκε
α) ότι η παράδοση αντιτίθεται σε αυτήν τη λύση. Μολονότι ο Ιλάριος (Mai,Nov. Bibl. Patr.Ι 477) μνημονεύει αυτήν, όμως την αντικρούει. Η αρχαιότητα, όπως και ο μεσαίωνας την αγνοεί. Μόλις γύρω στο τέλος του 15ου αιώνα αρχίζει να αποκτά οπαδούς (Prat). Κανένας Πατέρας ούτε κάποιος θεολόγος πριν τον 15ο αιώνα δεν προσφεύγει σε αυτήν (L).
Η δεύτερη λύση:
Και οι δύο γενεαλογίες αναφέρονται στον Ιωσήφ, αλλά ο μεν Ματθαίος παρέχει τους φυσικούς προγόνους του Ιωσήφ, ενώ ο Λουκάς τους κατά νόμον προγόνους του. Η λύση σύμφωνα με αυτήν την εκδοχή, αναλύεται σε πλάτος από τον Ιούλιο τον Αφρικανό στην προς Αριστείδην επιστολή του, την οποία αναγράφει και ο Ευσέβιος (Migne 20,89 και 22,965). Και αποδίδει ο Ιούλιος την προτεινόμενη από αυτόν λύση στην παράδοση των κατά σάρκα συγγενών του Κυρίου, των οποίων την αξιοπιστία θεωρεί ανώτερη από κάθε αμφιβολία (Prat). Τη λύση αυτή, την οποία με κάποια ελαφρά τροποποίηση δέχεται και ο Ζ. θα εκθέσουμε στην ερμηνεία.
Όσον αφορά τώρα στην ένσταση πώς η γενεαλογία του Ιωσήφ μπορούσε να είναι και γενεαλογία του Ιησού, αφού γεννήθηκε υπερφυσικά από μόνη τη Μαρία, σημειώνουμε, ότι η ένσταση αυτή καμία δεν θα προκαλούσε εντύπωση σε περιβάλλον εμποτισμένο με ιδέες ιουδαϊκές τόσο, ώστε ούτε οι Πατέρες, οι οποίοι ομόφωνα δέχονται και τις δύο γενεαλογίες ότι είναι του Ιωσήφ, δεν έδωσαν καμία προσοχή σε αυτήν την ένσταση, ούτε ο Ιούλιος ο Αφρικανός αναφέρει αυτήν. Ο Αυγουστίνος μάλιστα φθάνει μέχρι του να βεβαιώσει, ότι «εάν θα γινόταν δυνατόν να αποδείξει κάποιος ότι η Μαρία δεν συνδεόταν με κανέναν δεσμό συγγένειας με τον Δαβίδ, η μνηστεία (αρραβώνας) της με τον Ιωσήφ θα αρκούσε, για να ονομαστεί ο Ιωσήφ πατέρας του Ιησού και για να θεωρηθεί ο Ιησούς γιος του Δαβίδ» (De Cons. Evang. ΙΙ 1,2).
Με παρόμοιο τρόπο μιλούν και οι υπόλοιποι Πατέρες, διότι σύμφωνα με το νόμο μέσω της μνηστείας ο Ιησούς ανήκε στον Ιωσήφ και ο Ιησούς μπορούσε να τον αποκαλέσει πατέρα του, όπως και ο Ιωσήφ δικαιούνταν να ονομάσει τον Ιησού γιο του. Άλλωστε η παράδοση μάς πληροφορεί, και όλοι οι Πατέρες δέχονται αυτήν, ότι ο Ιωσήφ και η Μαρία συνδέονταν με στενή εξ’ αίματος συγγένεια. Ως μονογενής λοιπόν κόρη όφειλε να παντρευτεί τον Ιωσήφ σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου (Αριθμοί λστ 6-12), οι οποίοι υποχρέωναν τις κληρονόμους να παίρνουν σύζυγο από την οικογένειά τους.
Οπωσδήποτε οι Πατέρες από αυτόν τον Ιουστίνο (Διάλογ. Προς Τρύφωνα 100) και τον Ιγνάτιο το Θεοφόρο (επιστολή προς Εφεσ. 18) λένε ξεκάθαρα, ότι η Μαρία καταγόταν από το γένος του Δαβίδ (Prat). Και για να κλείσουμε τα εισαγωγικά αυτά με τον Ωριγένη:
«Γενεαλογείται ο Κύριός μας… ενώ είναι αγενεαλόγητος μεν όσον αφορά τη θεότητά του, αλλά έβαλε τον εαυτό του σε γενεαλογία για χάρη σου. Και γενεαλογείται όχι με όμοιο τρόπο από τους ευαγγελιστές, το οποίο τάραξε πολλούς από αυτούς που συνέβη να διαβάσουν τη Γραφή. Διότι ο μεν Ματθαίος αρχίζοντας από τον Αβραάμ, γενεαλογώντας τον Ιησού κατεβαίνει προς τα κάτω… Ο Λουκάς όμως γενεαλογώντας δεν κατεβάζει τη γενεαλογία, αλλά την ανεβάζει μέχρι τον ίδιο το Θεό…
Και δεν γίνεται με τα ίδια ονόματα η κατάβαση και η ανάβαση της γενεαλογίας. Διότι ο μεν Ματθαίος κατεβάζοντας τον λόγο κατεβάζει αυτόν και μέσω γυναικών αμαρτωλών, γράφοντας μόνο τις άξιες κατηγορίας… την Θάμαρ… την Ραχάβ… και τη γυναίκα του Ουρίου. Επειδή δηλαδή ερχόταν ο Ιησούς για να πάρει τις αμαρτίες των ανθρώπων… για αυτό κατεβαίνοντας πήρε πάνω του τα αμαρτωλά πρόσωπα και γεννιέται μέσω του Σολομώντα… και του Ροβοάμ… και των υπόλοιπων, από τους οποίους πολλοί έκαναν το πονηρό στα μάτια του Κυρίου. Αυτός όμως (ο Λουκάς) ανεβαίνει ανεβαίνοντας από το βάπτισμα και στην γενεαλογία ανεβαίνει όχι μέσω του Σολομώντα, αλλά μέσω του Νάθαν. Και εκεί μεν (στον Ματθαίο) συνεχώς αναφέρεται η λέξη της γέννησης, εδώ όμως η λέξη της γέννησης αποσιωπάται. Ο Αβραάμ γέννησε τον Ισαάκ, ο Ισαάκ γέννησε τον Ιακώβ… και μέχρι τέλους η φράση ο τάδε γέννησε τον τάδε. Εδώ όμως ανεβαίνει λέγοντας: ο Ιησούς, που ήταν υιός, όπως νομιζόταν, του Ιωσήφ, και πουθενά εδώ δεν υπάρχει γέννηση, αλλά μόνο νομίζεται» (Ω).
(1) Μπαίνει μπροστά η αντωνυμία με έμφαση. Αυτός στον οποίο αναφέρονται τα θαυμαστά αυτά σημεία (p).
(2) Υπάρχει και η γραφή των αλεξανδρινών κωδίκων: ἀρχόμενος ὡσεὶ ἐτῶν τριάκοντα. Αρχόμενος= όταν έκανε την αρχή του έργου του. Παραλείφθηκε το αντικείμενο ως ευκόλως νοούμενο. Δεν μπορεί πάντως το αρχόμενος να συνδεθεί με το ὡσεὶ ἐτῶν τριάκοντα (=στην αρχή των τριάντα ετών), διότι τότε πώς ακολουθεί το ωσεί (=περίπου); (δ). Το ωσεί δεν θα άρμοζε σε ένδειξη τόσο ακριβή και καθορισμένη, την οποία θα δήλωνε η λέξη αρχόμενος (g).
(3) Υπάρχει και η γραφή «ὤν υἱὸς, ὡς ἐνομίζετο, Ἰωσήφ». Η ορθή στίξη βάζει το «ως ενομίζετο» ανάμεσα σε δύο κόμματα. Είναι τελείως αφύσικο να μπει το κόμμα μετά το Ιωσήφ και όχι πριν από αυτό= που ήταν γιος (όπως νομιζόταν του Ιωσήφ) του Ηλί. Δηλαδή υποτίθεται μεν ότι ήταν γιος του Ιωσήφ, στην πραγματικότητα όμως ήταν εγγονός του Ηλί, πατέρα της Μαρίας. Δεν είναι πιθανόν η λέξη υιός στην ίδια πρόταση να έχει δύο διαφορετικές έννοιες, υιός του Ιωσήφ, εγγονός του Ηλί (p).
Η μετοχή ὤν είναι ρηματική και πρέπει να εξηγηθεί με το «και ήταν» (δ). Όπως νομιζόταν= «όπως νόμιζαν οι Ιουδαίοι. Όπως όμως ήταν η αλήθεια, δεν ήταν γιος του» (Ζ).
(4) «Πώς ο μεν Ματθαίος είπε τον Ιωσήφ γιο του Ιακώβ, ενώ ο Λουκάς τώρα τον λέει γιο του Ηλί;» (Ζ). Για απάντηση γίνεται δεκτή η λύση του Ιουλίου του Αφρικανού που άκμασε τον Γ΄ αιώνα και είναι η ακόλουθη:
«Επειδή ο Ηλί πέθανε χωρίς παιδί, ο αδελφός του Ιακώβ με τον οποίο είχαν την ίδια μητέρα, παίρνοντας τη γυναίκα εκείνου σύμφωνα με το νόμο, γέννησε τον Ιωσήφ, και έγινε ο Ιωσήφ σύμφωνα με το νόμο μεν γιος του Ηλί, σύμφωνα όμως με τη φύση γιος του Ιακώβ. Και επομένως ο μεν Ματθαίος έγραψε το φυσικό του πατέρα, ενώ ο Λουκάς τον νομικό» (Ζ).
Αλλά εάν σταθούμε μόνο έως εδώ η διαφορά των δύο γενεαλογιών δεν εξηγείται. Διότι εάν δεχτούμε ότι ο Ηλί και ο Ιακώβ ήταν αδέλφια που είχαν όχι μόνο την ίδια μητέρα, αλλά και τον ίδιο πατέρα, τότε στο πρόσωπο του πατέρα τους οι δύο γενεαλογίες θα συναντιούνταν και δεν θα διέφεραν όπως διαφέρουν τώρα. Για αυτό ο Ιούλιος ο Αφρικανός συμπλήρωσε και με νέα υπόθεση τη λύση που πρότεινε, με το να εισηγηθεί ότι οι Ιακώβ και Ηλί ήταν ετεροθαλή από τον πατέρα αδέλφια (g) όπως αναπτύσσει στον επόμενο στίχο και ο Ζ.
3.24 τοῦ Ματθὰν(1) τοῦ Λευὶ τοῦ Μελχὶ τοῦ ᾽Ιανναὶ τοῦ ᾽Ιωσὴφ(2)
24 του Ματθάν, του Λευί, του Μελχί, του Ιωαννά, του Ιωσήφ,
(1) «Είναι άλλος αυτός ο Ματθάν»ή Ματθάτ «και άλλος εκείνος» ο Μαθθάν ή Ματθάν που γράφει ο Ματθαίος. «Δηλαδή τη μητέρα του Ηλί και του Ιακώβ πρώτα μεν την παντρεύτηκε αυτός ο Ματθάν που γράφει ο Λουκάς και γέννησε τον Ηλί. Έπειτα, επειδή πέθανε εκείνος και αυτή ήταν χήρα, την πήρε ως γυναίκα του εκείνος ο Ματθάν που γράφει ο Ματθαίος, που ήταν από την ίδια μεν φυλή, αλλά από άλλη συγγένεια, και γέννησε τον Ιακώβ. Επομένως λοιπόν ο Ηλί και ο Ιακώβ έχουν την ίδια μεν μητέρα αλλά διαφορετικό πατέρα· και ανεβάζουν την καταγωγή της γενιάς τους ο μεν πατέρας του Ηλί μέχρι τον Ρησά τον γιο του Ζοροβάβελ, ενώ ο πατέρας του Ιακώβ, μέχρι τον Αβιούδ, τον γιο ομοίως του Ζοροβάβελ» (Ζ).
Και για να γίνει ακόμη σαφέστερο, σύμφωνα με τον Ιούλιο τον Αφρικανό, ο Ματθάν, καταγόμενος από τον Σολομώντα, πήρε σύζυγο την Εσθάν, από την οποία γέννησε τον Ιακώβ. Μετά το θάνατο του Ματθάν η χήρα Εσθά πήρε σύζυγο τον Ματθάτ, που καταγόταν από τον Νάθαν, και γέννησε γιο τον Ηλί. Ο Ιακώβ και ο Ηλί ήταν αδέλφια με την ίδια μητέρα, και ο ένας από αυτούς καταγόταν από τον Σολομώντα (μέσω του Ματθάν), ενώ ο άλλος από τον Νάθαν (μέσω του Ματθάτ). Ο Ηλί πέθανε χωρίς παιδιά, και ο αδελφός του Ιακώβ σύμφωνα με το νόμο παντρεύτηκε τη χήρα του και γέννησε τον Ιωσήφ, που ήταν πραγματικός γιος του Ιακώβ και καταγόταν λοιπόν από τον Σολομώντα, αλλά ήταν νομικός γιος του Ηλί και καταγόταν έτσι και από τον Νάθαν (Prat).
«Ο Ιακώβ επομένως και ο Ηλί είναι αδέλφια από την ίδια μητέρα, την Εσθά. Όταν ο Ηλί πήρε γυναίκα, επειδή πέθανε άτεκνος, όπως πρόσταζε ο νόμος, την πήρε ο Ιακώβ γυναίκα του ως αδελφός για να κάνει παιδί για χάρη του νεκρού αδελφού του Ηλί. Ο Ματθαίος λέγοντας το φυσικό πατέρα του Ιωσήφ, τον Ιακώβ, είπε και το γένος από όπου ο Ιωσήφ κατάγεται, ενώ ο Λουκάς ανέφερε το νομικό πατέρα του Ιωσήφ, τον Ηλί, και είπε και το γένος από όπου ο Ηλί κατάγεται» (σχ.).
Έτσι εξηγούνται οι διαφορές των δύο γενεαλογιών μέχρι τον Ζοροβάβελ. Ο Ματθαίος έχει τη σειρά των ονομάτων αυτών που κατάγονταν από τον Σολομώντα, ενώ ο Λουκάς τη σειρά των ονομάτων των απογόνων του Νάθαν.
(2) Διαφορετικές γραφές: του Ματθάτ και σύμφωνα με άλλα χειρόγραφα Μαθθάθ, του Λευεί, του Μελχεί, του Ιανναί ή σύμφωνα με άλλα χειρόγραφα του Ιαννά.

3.25 τοῦ Ματταθίου τοῦ ᾽Αμὼς τοῦ Ναοὺμ τοῦ Ἑσλὶμ τοῦ Ναγγαὶ
25 του Ματταθίου, του Αμώς, του Ναούμ, του Εσλίμ, του Ναγγαί,
3.26 τοῦ Μαάθ τοῦ Ματταθίου τοῦ Σεμεΰ τοῦ ᾽Ιωσὴχ τοῦ ᾽Ιωδὰ(1)
26 του Μαάθ, του Ματταθίου, του Σεμεΐ, του Ιωσήχ, του Ιωδά,
(1) Διαφορετικές γραφές: Ματατθίου… Εσλεί ή σύμφωνα με πολλά άλλα χειρόγραφα Εσλί, του Ναγαί… του Σεμεΐ ή Σεμεεί ή Σεμεείν, του Ιωσήφ, του Ιούδα.
3.27 τοῦ ᾽Ιωαννὰν(1) τοῦ ῾Ρησὰ τοῦ Ζοροβαβὲλ τοῦ Σαλαθιὴλ τοῦ Νηρὶ(2)
27 του Ιωαννάν, του Ρησά, του Ζοροβάβελ, του Σαλαθιήλ, του Νηρί,
(1) Διαφορετικές γραφές: του Ιωαννά ή του Ιωανάν ή του Ιωνάν… του Νηρεί.
(2) «Τον Σαλαθιήλ ο μεν Ματθαίος τον ονόμασε γιο του Ιεχονίου… ενώ ο Λουκάς γιο του Νηρί» (Ζ). Ομοίως στο Ματθαίο ο Ζοροβάβελ έχει γιο τον Αβδιού και στον Λουκά γιο τον Ρησά. Αλλά τα δύο αυτά ονόματα Ζοροβάβελ και Σαλαθιήλ που συναντιούνται και στους δύο καταλόγους περίπου στη μέση τους, παρουσιάζεται σχεδόν βέβαιο, ότι ανήκουν στην ίδια εποχή σύμφωνα και με το Λουκά και το Ματθαίο. Αλλά τα ονόματα αυτά είναι ελάχιστα κοινά και θα ήταν έκτακτη και εκ πρώτης όψης απίθανη σύμπτωση δύο πρόσωπα που ανήκουν σε διαφορετικούς οίκους να έχουν κατά την ίδια εποχή τα ίδια ονόματα, αλλά και οι διάδοχοί τους πάλι να είναι συνώνυμοι. Επομένως οι Ζοροβάβελ και Σαλαθιήλ του Λουκά είναι οι ίδιοι με αυτούς του Ματθαίου.
Παρόλ’ αυτά το συμπέρασμα αυτό δεν θεωρήθηκε από άλλους ως οριστικό και αδιαμφισβήτητο. Τα ονόματα Ζοροβάβελ και Σαλαθιήλ μπορούσαν μετά την αιχμαλωσία να γίνουν πολύ συνηθισμένα, όπως έγινε κοινότατο στους Γάλλους το όνομα Ναπολέων μετά την αυτοκρατορία. Εάν πάλι δεν συναντιούνται αυτά στα βιβλία της Π.Δ., αυτό εξηγείται από το ότι δεν έχουμε πολλά βιβλία, των οποίων η συγγραφή να ανάγεται στους μεταιχμαλωσιακούς χρόνους. Άλλωστε και τα ονόματα Ιακώβ και Λευΐ, που συναντούμε πολλές φορές στους καταλόγους, δεν εμφανίζονται στην Π.Δ. παρά μόνο όταν πρόκειται να δηλωθούν οι γνωστοί πατριάρχες. Κανείς από τους συνονόματούς τους δεν κατέκτησε τη λαμπρότητά τους.
Ως προς τη διαδοχή των ίδιων ονομάτων (ο Σαλαθιήλ γέννησε τον Ζοροβάβελ) πρέπει να έχουμε υπ’ όψη ότι και στους νεώτερους Ιουδαίους ο πατέρας που έχει το όνομα Αβραάμ συνηθέστατα ονομάζει το γιο του Ισαάκ και αυτός πάλι το γιο του Ιακώβ, έτσι ώστε σε οικογένειες διαφορετικές να βρίσκονται οι ίδιες βιβλικές σειρές που κατεβαίνουν γενεαλογικά. Αυτό μπορούσε κατά τα χρόνια της αιχμαλωσίας να συμβεί και ως προς τα ονόματα Σαλαθιήλ και Ζοροβάβελ (Prat).
Σύμφωνα λοιπόν με την εκδοχή αυτή, οι Σαλαθιήλ και Ζοροβάβελ του Λουκά είναι πρόσωπα διαφορετικά των συνονόματών τους στο Ματθαίο. Αυτή η εκδοχή παρόλ’ αυτά δεν έγινε δεκτή από όλους.
Αν υποτεθεί λοιπόν ότι οι Σαλαθιήλ και Ζοροβάβελ είναι τα ίδια πρόσωπα και στο Ματθαίο και στο Λουκά, η λύση δίνεται ως ακολούθως:
«Τον Σαλαθιήλ ο μεν Ματθαίος τον ονόμασε γιο του Ιεχονίου ως φυσικό γιο του, ενώ ο Λουκάς τώρα, τον ονόμασε γιο του Νηρί ως νομικό γιο του. Ανεβάζουν λοιπόν και αυτοί την καταγωγή, ο μεν Νηρί στον Νάθαν, τον γιο του Δαβίδ, ενώ ο Ιεχονίας στον Σολομώντα, τον γιο ομοίως του Δαβίδ και οι δύο πάλι στον Δαβίδ» (Ζ).
Και πλατύτερα. Σύμφωνα με το Α΄ Παραλειπ. γ 18-19 ο Φαδαΐας υπήρξε αδελφός του Σαλαθιήλ και πατέρας του Ζοροβάβελ. Οι κώδικες όμως Βατικανός και Αλεξανδρινός στο Α΄Παραλ. γ 19 ονομάζουν τον Σαλαθιήλ πατέρα του Ζοροβάβελ. Το τελευταίο αυτό επιβεβαιώνεται και από τα χωρία Αγγαίου α 1, Α΄ Έσδρα ε 5 κτλ.
Σύμφωνα με αυτά ο Ζοροβάβελ είναι φυσικός μεν γιος του Φαδαΐα και της συζύγου του Σαλαθιήλ, σύμφωνα με το νόμο όμως είναι γιος και κληρονόμος του Σαλαθιήλ που πέθανε άτεκνος. Ο Σαλαθιήλ, φυσικός γιος του Ιεχονία καταγόταν από τον Σολομώντα μέσω του Ροβοάμ σύμφωνα με το Ματθαίο και από τον Νάθαν σύμφωνα με το Λουκά ως γιος του Νερί είτε επειδή παντρεύτηκε την κόρη και κληρονόμο του Νερί και έχοντας πεθερό τον Νερί, είτε ως γιος της χήρας του Νερί, οπότε θα ήταν κατά νόμον γιος του Νερί.
Παραμένει ήδη η απορία του πώς σύμφωνα μεν με το Ματθαίο γιος του Ζοροβάβελ είναι ο Αβιούδ, ενώ σύμφωνα με το Λουκά ο Ρησά. Σύμφωνα με το Α΄Παραλ. γ 19 γιοι του Ζοροβάβελ υπήρξαν οι «Μοσολλάμ και Ανανίας και Σαλωμεθί η αδελφή τους». Ούτε το όνομα του Ρησά αναφέρεται, ούτε του Αβιούδ. Μπορεί κάποιος λοιπόν να υποθέσει ότι είχε και άλλα παιδιά ο Ζοροβάβελ που δεν αναφέρονται στον κατάλογο ή ότι οι Αβιούδ και Ρησά είναι εγγόνια του· ειδικά για τον Ρησά ότι είναι εγγόνι του από την κόρη του (g) που παντρεύτηκε με άνδρα από το γένος του Νάθαν.

3.28(1) τοῦ Μελχὶ τοῦ ᾽Αδδὶ τοῦ Κωσὰμ τοῦ ᾽Ελμαδὰμ τοῦ Ἢρ
28 του Μελχί, του Αδδί, του Κωσάμ, του Ελμωδάμ, του Ηρ,
3.29 τοῦ ᾽Ιωσή τοῦ ᾽Ελιέζερ τοῦ ᾽Ιωρεὶμ τοῦ Ματθὰτ τοῦ Λευὶ
29 του Ιωσή, του Ελιέζερ, του Ιωρείμ, του Ματθάτ, του Λευί,
3.30 τοῦ Συμεὼν τοῦ ᾽Ιούδα τοῦ ᾽Ιωσὴφ τοῦ ᾽Ιωνὰ τοῦ ᾽Ελιακεὶμ
30 του Συμεών, του Ιούδα, του Ιωσήφ, του Ιωνά, του Ελιακείμ,
3.31 τοῦ Μελεὰ τοῦ Μαινὰν τοῦ Ματταθὰ τοῦ Νάθαν(2) τοῦ Δαυὶδ
31 του Μελεά, του Μαϊνάν, του Ματταθά, του Νάθαν, του Δαβίδ,
(1) Διαφορετικές γραφές: Μελχεί, Αδδεί… Ελμαδάμ… Ιησού (αντί Ιωσή)… Ιωρίμ του Μαθθάθ ή Μαθθάτ ή Ματτάθ, του Λευεί ή Λευί… του Ιωνάμ ή Ιωανάν (αντί του Ιωνά)… του Μελεά ή Μελέα, του Μεννά (αντί Μαϊνάν) του Ματαθά ή Μετταθά, του Νάθαμ ή Ναθάμ, του Δαυείδ ή Δαβίδ ή Δαυίδ.
(2) Σύμφωνα με το Β΄Βασιλ. ε 14,16 «αυτά είναι τα ονόματα αυτών που γεννήθηκαν από τον Δαβίδ στην Ιερουσαλήμ· Σαμμούς και Σωβάβ και Νάθαν και Σαλωμών… και… Ιεσσιβάθ, Νάθαν…». Δύο γιοι λοιπόν με το όνομα Νάθαν γράφονται ότι είναι του Δαβίδ. Από το Ζαχαρ. ιβ 12 πληροφορούμαστε ότι μεταξύ των φυλών, οι οποίες θα διακρίνονταν, θα ήταν «η φυλή του οίκου του Δαβίδ χωριστά… και η φυλή του οίκου του Νάθαν… και η φυλή του οίκου του Λευί». Όχι μόνο λοιπόν διακρίνεται ως ξεχωριστή η οικογένεια του Νάθαν, αλλά και εκπροσωπεί μαζί με την οικογένεια του Δαβίδ τον βασιλικό οίκο, μπαίνοντας μπροστά και από τη φυλή του οίκου του Λευί.

3.32 (1)τοῦ ᾽Ιεσσαὶ τοῦ ᾽Ωβὴδ τοῦ Βοὸζ τοῦ Σαλμών τοῦ Ναασσὼν
32 του Ιεσσαί, του Ωβήδ, του Βοόζ, του Σαλμών, του Ναασών,
3.33 τοῦ ᾽Αμιναδὰβ τοῦ ᾽Αράμ τοῦ Ιωράμ τοῦ Ἑσρὼμ τοῦ Φαρές τοῦ ᾽Ιούδα
33 του Αμιναδάβ, του Αράμ, του Ιωράμ, του Εσρώμ, του Φαρές, του Ιούδα,
3.34 τοῦ ᾽Ιακὼβ τοῦ ᾽Ισαὰκ τοῦ ᾽Αβραὰμ τοῦ Θάρα τοῦ Ναχὼρ(2)
34 του Ιακώβ, του Ισαάκ, του Αβραάμ, του Θάρα, του Ναχώρ,
(1) Διαφορετικές γραφές: του Ιωβήδ (αντί Ωβήδ) ή Ωβήλ, του Βόος ή Βοός. Και αντί του Αράμ υπάρχουν οι γραφές «του Αδμίν του Αρνί» ή του Αμίν του Αράμ ή του Αμιναδάμ του Αράμ του Ιωράμ ή του Αδάμ του Αράμ ή του Αδάμ, του Αδμίν, του Αρνί. Και Εσρών αντί Εσρώμ· και Θάρρα αντί Θάρα.
(2) Οι δύο γενεαλογίες, και του Ματθαίου και του Λουκά, συμφωνούν στο μέχρι τον Αβραάμ τμήμα τους και μεταξύ τους και με την Π.Δ.
3.35 (1)τοῦ Σεροὺχ τοῦ ῾Ραγαὺ τοῦ Φάλεκ τοῦ ῎Εβερ τοῦ Σαλὰ
35 του Σερούχ, του Ραγαύ, του Φάλεκ, του Έβερ, του Σαλά,
3.36 τοῦ Καϊνὰν(2) τοῦ ᾽Αρφαξὰδ τοῦ Σὴμ τοῦ Νῶε τοῦ Λάμεχ
36 του Καϊνάν, του Αρφαξάδ, του Σημ, του Νώε, του Λάμεχ,
3.37 τοῦ Μαθουσάλα τοῦ Ἑνὼχ τοῦ ᾽Ιάρεδ τοῦ Μαλελεὴλ τοῦ Καϊνὰν
37 του Μαθουσάλα, του Ενώχ, του Ιάρεδ, του Μαλελεήλ, του Καϊνάν,
3.38 τοῦ ᾽Ενὼς τοῦ Σὴθ τοῦ ᾽Αδὰμ(3) τοῦ Θεοῦ(4).
38 του Ενώς, του Σηθ, του Αδάμ, του Θεού.
(1) Διαφορετικές γραφές: του Σαρούχ, του Ραγάβ, του Φαλέκ ή Φαλέγ, του Έβερ ή του Εβέρ… του Καϊνάμ… του Λάμεκ, του Μαθουσαλά… του Ιάρετ ή Ιάρεθ, του Μαλελεήλ, του Καϊνάμ.
(2) Σύμφωνα με τους Ο΄ «ο Αρφαξάδ γέννησε τον Καϊνάν, και ο Καϊνάν γέννησε τον Σαλά, ο Σαλά γέννησε τον Έβερ» (Γεν. ι 24). Το όνομα όμως του Καϊνάν δεν βρίσκεται σε κανένα από τα εβραϊκά χειρόγραφα, ούτε σε κάποια άλλη μετάφραση που έγινε από το εβραϊκό πρωτότυπο. Αυτοί που εκφράζουν την υπόνοια, ότι ίσως πρόκειται για παρεμβολή και νόθευση, θεωρούν ως απίθανη και αβάσιμη την υπόθεση, ότι η νόθευση αυτή έγινε με βάση την αναφορά του Καϊνάν σε αυτόν το στίχο (δες p). Όσον αφορά τα άλλα, το τμήμα αυτό της γενεαλογίας του Λουκά συμφωνεί πλήρως με τις πληροφορίες από την Π.Δ.
(3) Η επέκταση της γενεαλογίας και πέρα από τους Δαβίδ και Αβραάμ μέχρι τον γενάρχη του όλου ανθρωπίνου γένους, βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με την περί καθολικής σωτηρίας διδασκαλία του ευαγγελίου του Παύλου. Για τους Ιουδαίους απαραίτητο ήταν να γνωρίσουν ότι ο Χριστός καταγόταν από τον Αβραάμ και τον Δαβίδ. Για αυτό ο Ματθαίος βάζει πρώτο αυτό στην αρχή του ευαγγελίου του.
Ο Λουκάς γράφοντας εξίσου προς όλους δείχνει ότι ο Μεσσίας συγγενεύει και με τους εθνικούς όπως και με τους Ιουδαίους και όλη η ανθρωπότητα μπορεί να αξιώσει αυτόν ως αδελφό (p).
(4) Σοφά ο Λουκάς πρόσθεσε και αυτό. Ο Αδάμ υπήρξε ο πρώτος άνθρωπος. Δεν γεννήθηκε αυτόματα, ούτε από πατέρα και μητέρα, αλλά από το Θεό, όχι όπως οι γιοι του Αδάμ είναι από το Θεό, αλλά με τρόπο τελείως ειδικό. Διότι την ύπαρξη, την οποία οι γιοι του Αδάμ οφείλουν στους γονείς τους λόγω της αγαθότητας του Δημιουργού τους, αυτό ο Αδάμ το πήρε άμεσα από τον Θεό. Ο Αδάμ υπήρξε εξ’ ολοκλήρου δημιουργία του Θεού, και όχι απλώς όπως όλα τα δημιουργήματα, αλλά πιο εξαιρετικό από αυτά. Δες Γεν. α 26 (b).
Ο Λουκάς πιθανότατα πρόσθεσε αυτό για τους εθνικούς αναγνώστες του για να υπενθυμίσει σε αυτούς την από το Θεό καταγωγή του ανθρωπίνου γένους. Αναιρεί έτσι τους μύθους, που κυκλοφορούσαν μεταξύ των εθνικών σε σχέση με την καταγωγή του ανθρώπου (p). Η Γραφή και όσον αφορά στις πρώτες αρχές του ανθρωπίνου γένους καθορίζει και ικανοποιεί πλήρως τη γνώση μας. Αυτοί που περιφρονούν ή αγνοούν αυτήν βρίσκονται σε αμφιβολία και πλάνη μεταξύ των προκοσμικών και μετακοσμικών χρόνων (b). Ανεβάζοντας τη γενεαλογία του ο Λουκάς από το δεύτερο Αδάμ μέχρι τον πρώτο και από αυτόν μέχρι το Θεό, υποδήλωνε, ότι όπως ο Θεός είχε δημιουργήσει άμεσα τον πρώτο Αδάμ φυσώντας στο χώμα, έτσι και το Άγιο Πνεύμα παρήγαγε αμέσως την ανθρώπινη φύση του δεύτερου Αδάμ στον κόλπο της Παρθένου για να σώσει την όλη ανθρωπότητα (L).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Στίχ. 1-13. Οι τρεις πειρασμοί.
4.1 (1)᾽Ιησοῦς δὲ πλήρης πνεύματος ἁγίου(2) ὑπέστρεψεν ἀπὸ τοῦ ᾽Ιορδάνου(3), καὶ ἤγετο(4) ἐν τῷ πνεύματι εις την έρημον(5)
1 Ο Ιησούς, έφυγε από τον Ιορδάνη γεμάτος από Πνεύμα Άγιο. Το Πνεύμα τον οδήγησε στην έρημο,
(1) Συχνά παρουσίασαν τον πειρασμό του Κυρίου ως επανάληψη του πειρασμού του πρωτοπλάστου και τη νίκη του, ως το αντίρροπο και την επανόρθωση της πτώσης του Αδάμ. Αλλά ο πειρασμός του πρώτου ανθρώπου αναφερόταν στην ικανοποίηση των φυσικών ανθρώπινων ενστίκτων, σωματικών και ψυχικών. Ο Ιησούς είχε ήδη γνωρίσει και το είδος αυτό του πειρασμού. Διότι, είχε και αυτός όλα τα νόμια και αδιάβλητα (=ανένοχα) ένστικτα της ανθρώπινης φύσης.
Και στο πεδίο αυτό των φυσικών απολαύσεων, όπου ο Αδάμ ηττήθηκε από τα πρώτα του βήματα, ο Ιησούς είχε ήδη παραμείνει αήττητος, θυσιάζοντας από την αρχή της ανθρώπινης ζωής του σε κάθε στιγμή και αυτές τις αθώες απολαύσεις στο βωμό του καθήκοντος. Δες Λουκ. β 51-52. Με το βάπτισμα εισάγεται ο Ιησούς σε πεδίο ζωής και δράσης ανώτερης και η δοκιμασία, στην οποία ήδη υποβάλλεται, είναι δοκιμασία του αρχηγού της νέας ανθρωπότητας και από αυτήν αρχίζει ο πραγματικός μεσσιακός αγώνας (g).
(2) «Εδώ πρόσεχε, σε παρακαλώ, τη φύση του ανθρώπου, η οποία με απαρχή το Χριστό χρίεται με τη χάρη του αγίου Πνεύματος και στεφανώνεται με τις ανώτατες τιμές… Ο μεταξύ μας πρωτότοκος, όταν ήρθε ανάμεσα στους πολλούς αδελφούς… δέχεται πρώτος το Πνεύμα, αν και είναι αυτός ο ίδιος χορηγός του Πνεύματος, για να έρθει και σε εμάς μέσω αυτού το αξίωμα και η χάρη της κοινωνίας με το άγιο Πνεύμα… Και μεταθέτοντας τη δική μας πτωχεία στον εαυτό του, αγιάζεται μαζί μας, μολονότι ο ίδιος αγιάζει ολόκληρη την κτίση… με το να γίνει όμοιος με μας σε κάθε τι, εκτός μόνο από την αμαρτία» (Κ).
«Πρέπει βεβαίως να ξέρουμε, ότι η ανθρώπινη φύση του Σωτήρα, είχε σαν διδάσκαλο το Πνεύμα το άγιο, όχι επειδή δεν αρκούσε η θεία φύση που ήταν ενωμένη με αυτόν, αλλά όπως ακριβώς με την ευαρέσκεια του πατέρα έγινε άνθρωπος, έτσι και με τη συνεργασία του Αγίου Πνεύματος τελειοποιούνταν, για να δειχτεί ότι έχουν την ίδια φύση και συνεργάζονται μεταξύ τους (τα πρόσωπα της αγίας Τριάδος)» (Ζ).
Η φράση «πλήρης Πνεύματος» δηλώνει το πραγματικό της δωρεάς που έγινε στον Ιησού στο βάπτισμα (g).
(3) Το «από του Ιορδάνου» συνδέει την ακόλουθη αφήγηση με αυτήν του βαπτίσματος, το οποίο αποδεικνύει ότι η γενεαλογία αποτελεί ένα είδος παρεμβολής και παρέκβασης (g). Στον Ιορδάνη πριν από λίγο είχε ακούσει τη φωνή του Πατέρα, να βεβαιώνει αυτόν και τον Ιωάννη, ότι ήταν ο αγαπητός του υιός. Όταν έχουμε ενισχυτικές επικοινωνίες με το Θεό και εμφανείς εκδηλώσεις της εύνοιάς του προς εμάς, ας αναμένουμε τότε και ότι ο σατανάς θα πέσει πάνω μας. Το πλοίο που κουβαλά πλούσιο φορτίο γίνεται στόχος των πειρατών. Ο Θεός άλλωστε θα επιτρέψει αυτό, έτσι ώστε η δύναμη της χάρης του να γίνει πιο φανερή και περισσότερο μεγάλη.
(4) Ο παρατατικός δηλώνει πράξη που συνεχίζεται=βαδίζοντας εδώ και εκεί ο Κύριος βρισκόταν υπό την επίδραση και ώθηση του Αγίου Πνεύματος (p). «Περνούσε το χρόνο του και τη ζωή του… Ζούσε λοιπόν στην έρημο πνευματικά» (Σχ.).
(5) Η γραφή «εις την έρημον» παρουσιάζει την προς την έρημο κίνηση του Ιησού ως τον σκοπό της εσωτερικής ώθησης του Πνεύματος. Η γραφή των αλεξανδρινών χειρογράφων «εν τη ερήμω» παρουσιάζει την εσωτερική αυτή ώθηση ότι έγινε την ώρα που ο Κύριος βρισκόταν στην έρημο (g).
Εις την έρημον=δηλώνει την κίνηση προς κάποιο τόπο· η έρημος ήταν το τέρμα, στο οποίο επρόκειτο να περάσει αυτό το διάστημα ο Κύριος (δ). Κάποια παράδοση όχι παλαιότερη από τον ΙΒ΄αιώνα τοποθετεί την έρημο αυτήν κοντά στην Ιεριχώ. Κάποια περιοχή πιο μακρινή προς βορρά είναι πιθανότερος τόπος (p).

4.2 ἡμέρας τεσσαράκοντα(1) πειραζόμενος(2) ὑπὸ τοῦ διαβόλου. καὶ οὐκ ἔφαγεν οὐδὲν(3) ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, καὶ συντελεσθεισῶν(4) αὐτῶν ἐπείνασεν(5).
2 όπου για σαράντα μέρες αντιμετώπιζε τους πειρασμούς του διαβόλου. Τις σαράντα αυτές μέρες δεν έφαγε τίποτε και, όταν συμπληρώθηκαν, πείνασε.
(1) Σύμφωνα μεν με τη γραφή «εις την έρημον» το «ημέρας τεσσαράκοντα» πρέπει να αποδοθεί στο «πειραζόμενος»= για σαράντα ημέρες πειραζόταν· σύμφωνα όμως με τη γραφή «εν τη ερήμω» πρέπει να αποδοθεί στο «ήγετο(οδηγούνταν)», οπότε ορίζει το διάστημα που διήρκεσε η παραμονή του Κυρίου στην έρημο. Και με τις δύο όμως γραφές, το «πειραζόμενος» φανερώνει τη διαρκή κατάσταση, στην οποία βρισκόταν ο Ιησούς σε όλες τις 40 ημέρες (δ).
(2) «Να λοιπόν βρέθηκε ανάμεσα σε αυτούς που αθλούνται αυτός που είναι αθλοθέτης ως Θεός, ανάμεσα σε αυτούς που στεφανώνονται αυτός που στεφανώνει τα κεφάλια των αγίων» (Κ). Δεν πειραζόταν με εσωτερικές κλίσεις και υποβολές. Διότι ο άρχοντας αυτού του κόσμου «δεν είχε τίποτα» στο Χριστό, με το οποίο να προσβάλλει τον Κύριο εσωτερικά. Πείραζε αυτόν με τελείως εξωτερικές παρορμήσεις, ίσως και με μορφή φιδιού, όπως άλλοτε πείραξε τον πρωτόπλαστο.
Όταν πείνασε ο Κύριος, τότε ήλθε προς αυτόν πλησιέστερα ο σατανάς. Πιθανώς ο Κύριος άρχισε τότε να παρατηρεί τα τριγύρω δέντρα, αναζητώντας σε αυτά κάποιο καρπό φαγώσιμο, οπότε ο διάβολος βρήκε την ευκαιρία να προβεί στις προς αυτόν προτάσεις και παρορμήσεις.
(3) «Νήστεψε λοιπόν ο Κύριος και δεν έλαβε καμία απολύτως τροφή για τις ανάγκες του σώματος. Όχι επειδή ο ίδιος είχε ανάγκη από νηστεία, αλλά δίδοντας σε μας τύπο και υπογραμμό αυτά που έκανε ο ίδιος, και παρουσιάζοντάς μας εικόνα της εξαιρετικής και αξιοθαύμαστης σε μας ζωής» (Κ).
Όχι μόνο τα παραδείγματα του Μωϋσή και Ηλία θα μπορούσε κάποιος να προβάλλει για απόδειξη του δυνατού μιας νηστείας τόσο πολύ παρατεταμένης, αλλά και περιπτώσεις πρόσφατες απέδειξαν ότι ο ανθρώπινος οργανισμός μπορεί να αντέξει σε μία τόσο μακρά αποχή (g).
Όπως με την αποχώρηση στην έρημο δειχνόταν αδιάφορος προς τον κόσμο, έτσι με την σαρανταήμερη νηστεία του δειχνόταν τελείως αδιάφορος προς το σώμα. Και ο σατανάς δεν μπορεί εύκολα να νικήσει εκείνους, οι οποίοι λύθηκαν από τα δεσμά του κόσμου και της σάρκας. Όσο λιγότερο διατηρούμαστε κάτω από την επήρεια της σάρκας, τόσο λιγότερα πλεονεκτήματα έχει εναντίον μας ο σατανάς.
(4) Η σαρανταήμερη νηστεία του Ιησού φαίνεται σύμφωνα με τον Λουκά ότι υπήρξε συνέπεια της βαθειάς περισυλλογής και προσήλωσης, στην οποία ο Κύριος είχε βυθιστεί και απορροφηθεί. Οι 40 αυτές ημέρες πέρασαν σαν μία ώρα και δεν αισθάνθηκε σε αυτές το κεντρί της πείνας. Ακριβώς αυτό δείχνεται με την αντίθεση που εκφράζουν οι λέξεις «και όταν τελείωσαν αυτές πείνασε» (g).
(5) «Πείνασε μολονότι αυτός δίνει τροφή στους πεινασμένους, και ο ίδιος είναι ο άρτος που κατέβηκε από τον ουρανό και δίνει ζωή στον κόσμο, ο δημιουργός των όλων. Επειδή όμως έπρεπε πάλι, χωρίς να ατιμάσει τη δική μας πτωχεία, να μην απομακρυνθεί μια για πάντα από τα μέτρα της ανθρώπινης φύσης, επέτρεψε στη φύση της σάρκας να ζητήσει τα δικά της· με αυτήν την έννοια λέμε ότι αυτός πείνασε» (Κ).

4.3 και εἶπεν αὐτῷ ὁ διάβολος(1), Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ θεοῦ(2), εἰπὲ τῷ λίθῳ τούτῳ(3) ἵνα γένηται ἄρτος.
3 Τότε ο διάβολος του είπε: «Αν είσαι Υιός του Θεού, πες σ’ αυτή την πέτρα να γίνει ψωμί».
(1) «Πλησιάζει ο σατανάς πειράζοντάς τον, νομίζοντας ότι θα είχε κατά κάποιο τρόπο ως συνεργάτη της κακοτροπιάς του το πάθος της πείνας. Γιατί πολλές φορές μάς νικά, έχοντας ως βοήθεια των σκέψεών του, δηλαδή των επιχειρημάτων του, τις δικές μας αδυναμίες» (Κ).
(2) Αξιολογότατη η παρατήρηση: «Άκουσε (ο σατανάς) και από τον Ιωάννη και από τη φωνή που ήρθε από τον ουρανό, ότι αυτός είναι υιός του Θεού και επειδή αγνοούσε, ότι ο υιός του Θεού έγινε άνθρωπος -διότι ήταν κρυμμένη από αυτόν η απόρρητη ενανθρώπηση- θεώρησε ότι όντας άνθρωπος (ο Χριστός), ευαρέστησε το Θεό λόγω των αρετών του, και για αυτό τον φθόνησε για την τόσο μεγάλη τιμή, όπως ακριβώς και τον παλαιό Αδάμ, και έσπευσε όπως ακριβώς εκείνον, έτσι και αυτόν να τον βγάλει από αυτήν την τιμή… Και για να μην καταλάβει την πονηρία ο Χριστός, δες την πανουργία του και την υπερβολική πονηρία· Δεν είπε απλώς: κάνε τις πέτρες ψωμιά, αλλά πρόσταξε: αν είσαι γιος του Θεού, για να δείξει ότι ζητά να γίνει αυτό για απόδειξη ότι είναι γιος του Θεού· διότι νόμιζε ότι θα τον προκαλέσει με το λόγο, σαν να κοροϊδεύτηκε ότι δεν είναι υιός Θεού» (Ω).
Η υποβολή φαίνεται να είναι, ότι πρέπει να ενεργήσει το θαύμα, για να αποδείξει την αλήθεια της πρόσφατης διακήρυξης του Θεού και ότι μπορεί να αμφιβάλλει για τη σχέση του με το Θεό, εάν ο Θεός δεν συνεργήσει στο θαύμα (p). Ο διάβολος ελπίζει να διεγείρει τη ματαιοδοξία του Ιησού και με την αμφισβήτηση της δύναμής του περιμένει ότι ο Ιησούς θα σπεύσει με ελαφρότητα να επιδείξει αυτήν (L).
Αξιοσημείωτη και η επόμενη: Ο σατανάς ήθελε με ευκαιρία την πείνα από την οποία πιεζόταν ο Ιησούς, να τον εξωθήσει να απομακρυνθεί από την οδό της ταπείνωσης, την οποία έως τότε βάδιζε, και να προβεί σε αυθαίρετη χρήση της υπερφυσικής δύναμης, την οποία ο Πατέρας του τού εμπιστεύθηκε για εγκαθίδρυση της βασιλείας του Θεού (g).
Ο σατανάς επικαλείται την όρεξη από την πείνα στον πρώτο πειρασμό. Με τέτοιες ορέξεις και επιθυμίες ο πειρασμός προσβάλλει ισχυρά τη νεότητα. Έχουμε μέσα μας κάποιες ορέξεις και επιθυμίες, οι οποίες από μόνες τους δεν είναι αμαρτωλές, αλλά τελείως αντιθέτως φυτεύτηκαν μέσα μας από το Δημιουργό για σκοπούς θεάρεστους. Αλλά ο σατανάς έρχεται και ζητά να πείσει το νέο να ικανοποιήσει αυτές με τρόπο αμαρτωλό. Για να μάθεις τον τρόπο να αντιστέκεσαι σε τέτοιες εφόδους, δες εδώ, πώς αντιμετώπισε το σατανά ο Κύριος, όταν αυτός τον καλούσε να ικανοποιήσει την πείνα του κατά τρόπο απαγορευμένο. Του είπε, «είναι γραμμένο εις την Αγίαν Γραφή, ότι δεν θα ζήση ο άνθρωπος μόνον με άρτον, αλλά και με κάθε λόγον, που βγαίνει από το στόμα του Θεού».
Δηλαδή η ζωή και η ευτυχία της δεν συνίσταται στο να τρώει κάποιος και να πίνει και να απολαμβάνει· η ζωή δεν είναι ικανοποίηση του σώματος με οποιοδήποτε τρόπο, αλλά οφείλει να διανύεται με υπακοή της ψυχής προς τον Θεό. Η ικανοποίηση της πείνας δεν ανήκει στην υψηλότερη και ευγενέστερή μας φύση και είναι δυνατόν, εάν δεν συνοδεύεται από την αυτοκυριαρχία, να υποτάξει την ευγενέστερή μας φύση. Η αυτοκυριαρχία και η συγκράτηση της ορμής που δημιουργεί η πείνα καταριθμείται στην αυταπάρνηση.
Δεν πρέπει επίσης να λησμονούμε, ότι η εγκράτεια σε κάποιο είδος απόλαυσης, ακολουθείται από την απόλαυση άλλου είδους τέρψης, της τέρψης και απόλαυσης, την οποία γεννά η εσωτερική πληροφορία, ότι ο Θεός αόρατα μας επιδοκιμάζει και ότι βρισκόμαστε σε ειρήνη μαζί του. Εκείνος ο οποίος ουδέποτε αρνήθηκε τις κατώτερες ορέξεις του, ουδέποτε δοκίμασε τα θέλγητρα αυτά των πνευματικών απολαύσεων και της πνευματικής ζωής της αυταπάρνησης.
(3) Ο διάβολος δείχνει συγκεκριμένη πέτρα. Δεν ζητά ανατροπή της φύσης, αλλά μόνο κάποιο μικρό θαύμα που επιβάλλεται από την περίσταση (L).
«Επειδή δεν υπήρχε καθόλου κάτι φαγώσιμο λόγω της μεγάλης ερημιάς, και ήξερε ότι για την πείνα είναι κατάλληλο το ψωμί, ο ίδιος μεν δεν το προσφέρει, διότι δεν επρόκειτο ο Χριστός να το πάρει από τον εχθρό του, αλλά διατάσσει αυτόν να κάνει ψωμιά τις πέτρες που του έδειχνε» (Ω).

4.4 καὶ ἀπεκρίθη πρὸς αὐτὸν ὁ ᾽Ιησοῦς λέγων(1), Γέγραπται(2) ὅτι Οὐκ ἐπ᾽ ἄρτῳ μόνῳ(3) ζήσεται ἄνθρωπος(4) ἀλλ᾿ ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ(5).
4 Ο Ιησούς του απάντησε: «Η Γραφή λέει ότι ο άνθρωπος δε ζει μόνο με ψωμί, αλλά με κάθε λόγο που βγαίνει απ’ το στόμα του Θεού».
(1) Κάποια χειρόγραφα παραλείπουν το: λέγων. Αξιόλογη η παρατήρηση:
«Δεν έκανε το θαύμα που του ζητήθηκε, διότι τα θαύματα συνηθίζεται να γίνονται για ωφέλεια αυτών που τα βλέπουν, ο διάβολος όμως δεν επρόκειτο σε τίποτα να ωφεληθεί από αυτό. Διότι και ύστερα, αν και είδε όλα όσα έκανε ο Χριστός, δεν μεταβλήθηκε καθόλου» (Ω).
Θαύματα θα ενεργούσε για να στηρίξει τους μαθητές του στην πίστη. Συνεπώς δεν υπήρχε λόγος να ενεργήσει θαύμα για τον σατανά, ο οποίος για κανένα λόγο δεν θα πίστευε επιστρέφοντας στο Θεό. Τα θαύματά του ακόμη θα τα ενεργούσε για επιβεβαίωση της διδασκαλίας του, και για αυτό και δεν ενήργησε θαύματα μέχρι την εποχή, κατά την οποία άρχισε να κηρύττει.
Αλλά ούτε θα ενεργούσε κάποιο θαύμα για τον εαυτό του και για εξυπηρέτηση των σωματικών αναγκών του, δείχνοντας μάλιστα ανυπομονησία στην πείνα του και έλλειψη αυτοκυριαρχίας. Ο Κύριος δεν άρεσε ποτέ στον εαυτό του. Εφόσον λοιπόν εξομοιώθηκε σε όλα με τους αδελφούς του, έπρεπε σε αυτόν, όπως τα άλλα τέκνα του Θεού, έτσι και αυτός να εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου από τη θεία πρόνοια και να ελπίζει σε αυτήν με κάθε πεποίθηση.
(2) Αποκρούει αυτόν με τη Γραφή. Ο λόγος του Θεού είναι το μαχαίρι μας και η πίστη στο λόγο αυτόν είναι η ασπίδα μας. Οφείλουμε λοιπόν να γίνουμε «δυνατοί στις γραφές» και γνωρίζοντας τι έχει γραφτεί σε αυτές να προχωρούμε με ασφάλεια και δύναμη στον πνευματικό μας αγώνα.
(3) «Απαντά στον κρυφό του σκοπό και από τη γραφή του βιβλίου του Δευταρονομίου τον αποστομώνει σαν να λέει… Υπάρχει και άλλος τρόπος τροφής. Διότι και κάθε λόγος που βγαίνει από το στόμα του Θεού στον πεινασμένο σαν άλλη τροφή συγκρατεί τη ζωή του και του αρκεί» (Ω).
Ο Χριστός «ούτε μετέβαλε» την πέτρα σε ψωμί, «ούτε όμως είπε ότι δεν μπορεί να κάνει αυτό… αλλά το απορρίπτει ως ενοχλητικό και περιττό λέγοντας· Δεν θα ζήσει μόνο με ψωμί ο άνθρωπος… Αν λοιπόν είναι δυνατόν χωρίς ψωμί να ζήσω, γιατί να κάνω την πέτρα ψωμί; Ούτε λοιπόν λέει, Δεν μπορώ, για να μην αρνηθεί τη δύναμή του· ούτε, ότι μπορώ» (Κ).
(4) «Πρόσεξε, ότι τα λέει αυτά σύμφωνα με την ανθρώπινη φύση του, όχι βεβαίως ως Θεός που ήταν. Διότι σαν να επρόκειτο για άνθρωπο απαντά και λέει· έχει γραφτεί ότι δεν θα ζήσει μόνο με ψωμί ο άνθρωπος, από όπου είναι φανερό, ότι ως άνθρωπος πειράζεται» (Ω).
«Και πρόσεχε, σε παρακαλώ, ότι η ανθρώπινη φύση με το Χριστό αποβάλλει τις δικαιολογίες της ακράτειας του Αδάμ. Με την τροφή του Αδάμ νικηθήκαμε, με την εγκράτεια του Χριστού νικήσαμε» (Κ).
(5) Ολόκληρη η φράση «ἀλλ᾿ ἐπὶ παντὶ… στόματος Θεοῦ» παραλείπεται από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα. Η έννοιά της: «Εάν ο Θεός δώσει δύναμη στον άνθρωπο, μπορεί να μη φάει και να ζει όπως ο Μωϋσής και ο Ηλίας, οι οποίοι με το λόγο του Θεού έζησαν άσιτοι σαράντα ημέρες» (Κ). Με την άρνηση αυτή ο Ιησούς εκδηλώνει την απόφαση, σε όλη τη μεσσιακή σταδιοδρομία του να εμπιστεύεται τον εαυτό του στον Πατέρα του για την ικανοποίηση των επίγειων αναγκών του. Κάθε ημέρα θα του ζητά και θα αναμένει από αυτόν, σαν ένας από εμάς, τον καθημερινό άρτο. Θα υπομένει την πείνα, τη δίψα, τη στέρηση ρούχων, αναθέτοντας όλη τη μέριμνά του στο Θεό (g).
Πώς έζησε ο Χριστός τις 40 ημέρες που πέρασαν; Όχι με άρτο, αλλά με λόγο Θεού· με τη μελέτη του λόγου του Θεού, με την επικοινωνία με το Θεό δια μέσου του λόγου του. Και με τον ίδιο τρόπο ήταν δυνατόν να ζήσει και περισσότερο χρόνο, παρόλο που ήδη άρχισε να πεινά. Ο Θεός έχει πολλούς τρόπους προμήθειας των χρήσιμων και αναγκαίων στο λαό του, και για αυτό σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να κλονίζεται η πίστη και εμπιστοσύνη μας σε αυτόν.

4.5 (1)Καὶ ἀναγαγὼν αὐτὸν ο διάβολος εις όρος υψηλόν(2) ἔδειξεν αὐτῷ πάσας τὰς βασιλείας τῆς οἰκουμένης(3) ἐν στιγμῇ χρόνου(4)·
5 Ύστερα ο διάβολος τον ανέβασε σ’ ένα ψηλό βουνό, του έδειξε σε μια στιγμή όλα τα βασίλεια της οικουμένης,
(1) Ο πειρασμός αυτός είναι ο τρίτος στο Ματθαίο. Ή ο Λουκάς προτιμά την απλοποίηση και για αυτό τον περασμό που απαιτούσε μεγαλύτερη μετακίνηση του Κυρίου, τον άφησε τελευταίο, βάζοντας ως δεύτερο τον πειρασμό, ο οποίος στον τόπο όπου βρισκόταν τότε ο Κύριος μπορούσε εύκολα να εκτυλιχτεί (L).
Ή, πιο σωστά, πιθανώς κανείς από τους ευαγγελιστές δεν είχε την πρόθεση να αφηγηθεί τους πειρασμούς με χρονολογική σειρά. Οι πειρασμοί μπορούσαν να έρχονται αναμεμιγμένοι μεταξύ τους (p).
(2) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν τη φράση «εις όρος υψηλόν». Το λεγόμενο Σαραντάριον όρος δυτικά της Ιεριχούς, όπου από τη μεταγενέστερη παράδοση τοποθετείται η αποχώρηση του Ιησού με νηστεία, είναι μέρος κατάλληλο. Κυριαρχεί από εκεί το μάτι πάνω σε όλη την πεδιάδα του Ιορδάνη και η θέα απλώνεται προς δυτικά μέχρι το όρος των Ελαιών (L).
(3) Λέξη που προτιμά ο Λουκάς (β 1, κα 26, Πράξ. ια 28,ιζ 6,31,ιθ 27,κδ 5). Αλλού στην Κ.Δ. τη συναντούμε μόνο 6 φορές. Με αυτήν περιγράφεται ο κόσμος ως τόπος που κατοικείται και κυβερνιέται, «ο πολιτισμένος κόσμος». Για τον Έλληνα μπορούσε να σημαίνει τον ελληνικό κόσμο σε αντίθεση με τις βαρβαρικές χώρες (Ηροδ. IV,110.4) (p). Εδώ εννοείται όχι μόνο ο ρωμαϊκός κόσμος όπως στο Λουκ. β 1, αλλά όλη η κατοικουμένη γη (L).
(4) Αιφνίδια παρουσίαση αυτών, το οποίο έκανε τον πειρασμό ισχυρότατο (b). Η αιφνίδια εμφάνιση της εκθαμβωτικής αλλά και απατηλής λαμπρότητας του κόσμου ήταν ικανή να αιχμαλωτίσει κάθε αστήρικτη διάνοια, πριν ακόμη προφθάσει αυτή να πάρει τα μέτρα της εναντίον του κινδύνου, στον οποίο εκτιθόταν (ο). Δεν έγινε αυτό με τη φυσική οδό, αλλά ήταν οπτασία, διότι όλα αυτά σε μία στιγμή ξετυλίχτηκαν ως πανόραμα μπροστά στο Σωτήρα (δ).

4.6 καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ διάβολος, Σοὶ δώσω τὴν ἐξουσίαν ταύτην ἅπασαν καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν, ὅτι ἐμοὶ παραδέδοται(1) καὶ ᾧ ἐὰν θέλω(2) δίδωμι αὐτήν·
6 και του είπε: «Θα σου δώσω όλη αυτήν την εξουσία και τη λαμπρότητα αυτών των βασιλείων· σ’ εμένα έχει παραδοθεί και τη δίνω σ’ όποιον εγώ θέλω.
(1) Ή, η βεβαίωση αυτή δεν είναι εξ’ ολοκλήρου ψευδής. Ο σατανάς είχε μεγάλη εξουσία και δύναμη πριν την πτώση του και το μέρος της δύναμης, το οποίο του απέμεινε μετά την πτώση του, το χρησιμοποιεί στο κακό. Ο πειραστής παρόλ’ αυτά ομολογεί, ότι δεν είναι αυτός ο ιδρυτής ή δημιουργός των βασιλειών αυτών (b).
Ή, πιο σωστά, αυτά παραδόθηκαν σε αυτόν από την αμαρτία του ανθρώπου. Ο σατανάς είναι ο άρχοντας των απίστων και αμαρτωλών, αλλά αναμιγνύει την αλήθεια με ψέμμα, όταν αξιώνει, ότι έχει εξουσία πάνω σε όλη την υλική δόξα του κόσμου. Δες Εφεσ. β 2,Β΄Κορ. δ 4,Αποκ. ιγ 2 (p).
«Τα βασίλεια λέει των κοσμικών ανθρώπων, με ποιο τρόπο δηλαδή άλλοι μεν βασιλεύονται από την πορνεία, άλλοι από φιλαργυρία, άλλοι από κενοδοξία και από άλλα πάθη» (Ω).
«Αλλά, κακούργε και πονηρέ και ασεβέστατε, πώς τόλμησες να δείξεις στον κύριο της κτίσης όλα τα βασίλεια και να πεις, ότι όλα αυτά είναι δικά μου…; Πώς υπόσχεσαι αυτά που δεν είναι δικά σου; Ποιός σε διόρισε κληρονόμο της βασιλέιας του Θεού; Ποιός υπέταξε σε σένα τη γη; Την άρπαξες με απάτη. Δώσε την πίσω λοιπόν στον Υιό που έγινε άνθρωπος, τον κύριο όλων» (Κ).
Αξίωνε ως δική του τη δύναμη αυτή ο σατανάς επειδή παραδόηθηκε σε αυτόν όχι από το Θεό, αλλά από τους βασιλιάδες και τους λαούς των βασιλείων αυτών, οι οποίοι έδωσαν τη δύναμη και τιμή τους στο σατανά.
(2) Η ψευδολογία του σατανά παρουσιάζεται μεγαλύτερη με το «σε όποιον εγώ θέλω…». Ακόμη και για εκείνους, οι οποίοι είναι κάτω από την κυριαρχία του σατανά, είναι με πολύ περιορισμένη έννοια αληθινό, ότι μπορεί αυτός να τους διαθέση κατά βούληση δική του (p).

4.7 σὺ οὖν ἐὰν προσκυνήσῃς ἐνώπιον ἐμοῦ(1), ἔσται σοῦ πᾶσα(2).
7 Αν, λοιπόν, με προσκυνήσεις, θα είναι όλη δική σου».
(1) Υπάρχει και η γραφή «ενώπιον εμού». Ζητά από τον Κύριο τιμή και λατρεία. Με πανουργία δεν έχει την αξίωση από την αρχή, ώστε αυτόν μόνο να λατρεύει και να παύσει να λατρεύει το Θεό. Ζητά απλώς να προσκυνηθεί και αυτός παράπλευρα με το Θεό. Γνωρίζει όμως ο διάβολος, ότι και αν μία φορά κατορθώσει να γίνει συμμέτοχος στη λατρεία, η οποία οφείλεται σε μόνο το Θεό, εντός ολίγου θα γίνει ο μόνος και αποκλειστικός κάτοχος αυτής της λατρείας, αφού ο αληθινός Θεός θα λησμονείται βαθμιαία και θα παραμεριστεί τελείως.
(2) «Αν θέλεις, λέει, να βασιλεύσεις σε αυτούς και για αυτό ήλθες, για να αγωνιστείς δηλαδή και να απομακρύνεις τους υπηκόους από εμένα, μην αγωνίζεσαι· ένα πράγμα αξιώνω· πέσε και προσκύνησέ με και πάρε όλη τη βασιλεία που είναι κάτω από την εξουσία μου» (Ω).
Θα είναι δική σου όλη η εξουσία που είναι παραδομένη σε μένα. Όπως στον πρώτο πειρασμό η νόμιμη και αδιάβλητη επιθυμία της τροφής έγινε αφορμή πειρασμού, έτσι και στο δεύτερο πειρασμό η νόμιμη επιθυμία της εξουσίας και της δόξας παρέχει αφορμή στο σατανά να πολεμήσει τον Κύριο. Αυτή η επιθυμία ήταν ειδικά νόμιμη και τελείως ανένοχη για τον Μεσσία. Ο Χριστός γεννήθηκε για να βασιλεύσει. Αλλά η βασιλεία του δεν είναι από τον κόσμο αυτόν (Ιω. ιη 36,37) και ο άρχοντας αυτού του κόσμου δεν έχει σε αυτόν τίποτα (Ιω. ιδ 30). Απορρίπτει τις σχετικές με το Μεσσία παχυλές ιδέες των Ιουδαίων και απωθεί το σατανά ως σύμμαχο, προτιμώντας να έχει αυτόν αδιάλλακτο εχθρό (p).

4.8 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ᾽Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ, ύπαγε οπίσω μου, σατανά(1)žΓέγραπται γαρ, Κύριον τὸν θεόν σου προσκυνήσεις(2) καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις(3).
8 Απαντώντας ο Ιησούς του είπε: «Φύγε από μπροστά μου σατανά. Η Γραφή λέει: Τον Κύριο το Θεό σου θα προσκυνάς και μόνο αυτόν θα λατρεύεις».
(1) Η φράση ύπαγε οπίσω μου, σατανά, παραλείπεται από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα και φαίνεται να παραλήφθηκε από το Ματθαίο (δ). Ο Κύριος με αποτροπιασμό απορρίπτει την υποβολή του διαβόλου. Τι; Να προσκυνήσω τον εχθρό του Θεού, τον οποίο ήλθα να υπηρετήσω, και τον εχθρό του ανθρώπου, τον οποίο ήλθα να σώσω; Ποτέ δεν θα πράξω αυτό.
(2) «Ο Σωτήρας θέλει μεν να βασιλεύσει και να υποτάξει όλα τα έθνη, για να γίνουν δούλα της δικαιοσύνης και της αλήθειας και κάθε αρετής, αλλά να βασιλεύσει όχι με αμαρτία, ούτε θέλει άκοπα να στεφανώσει το διάβολο υποτάσσοντας τον εαυτό του, ούτε άκοπα να πάρει κάτω από την εξουσία του όλα τα βασίλεια του κόσμου και τη δοξα τους. Για αυτό λέει προς αυτόν· Κύριον το Θεό σου θα προσκυνήσεις και αυτόν μόνο θα λατρεύσεις. Όλους αυτούς, λέει, για αυτό θέλω να εξουσιάζονται από εμένα, για να προσκυνούν Κύριον το Θεό και αυτόν μόνο να λατρεύσουν. Αυτό είναι το θέλημα της δικής μου βασιλείας. Εσύ όμως θέλεις να αρχίσω την αμαρτία, την οποία εγώ θέλω να καταργήσω» (Ω).
«Σαν να έκαιγε τα σπλάγχνα του (του σατανά), τού παρουσίασε στην κατάλληλη στιγμή αυτήν την εντολή «Θα προσκυνήσεις τον Κύριο το Θεό σου και αυτόν μόνο θα λατρεύσεις». Γιατί πριν τον ερχομό του στον κόσμο είχε εξαπατήσει όλη την οικουμένη· αυτός ήταν εκείνος που τον προσκυνούσαν παντού. Όμως ο νόμος του Θεού, θέτοντάς τον έξω από την εξουσία που με απάτη είχε κερδίσει, έδωσε εντολή να προσκυνούν τον ένα και αληθινό Θεό, και μόνο σε αυτόν να τελούν τα της λατρείας τους» (Κ).
Ήταν προορισμένο ο Κύριος με την ταπείνωση να νικήσει τον διάβολο και όχι με τη δύναμη (Ιερώνυμος). Εάν ο Ιησούς προέβαινε σε οποιονδήποτε συμβιβασμό με την κοσμική δύναμη, θα παρασυρόταν αμέσως στους υπολογισμούς της πολιτικής και σε όλες τις μεθόδους με τις οποίες η διπλωματία διαπραγματεύεται και πετυχαίνει τις υποθέσεις του αιώνα της. Θα έπαυε πλέον να είναι ο Χριστός (g).
Ο Κύριος απέρριψε ευθύς και χωρίς κάποια συζήτηση την υποβολή του διαβόλου. Και όχι μόνο αυτός δεν προσκυνεί τώρα τον διάβολο, αλλά και όταν μετά από λίγο οι βασιλείες του κόσμου θα παραδοθούν σε αυτόν από τον Πατέρα, ο οποίος θα δώσει σε αυτόν «κάθε εξουσία στον ουρανό και στη γη», δεν θα ανεχτεί να συνεχίζεται σε αυτές κανένα υπόλειμμα της λατρείας του σατανά. Θα ξεριζωθεί αυτή παντού, όπου το ευαγγέλιο θα κηρυχτεί και ο πολυθεϊσμός και η ειδωλολατρεία θα καταπέσουν και θα εξαφανιστούν, όπου η βασιλεία του Χριστού θα κατακτά έδαφος. Οι άνθρωποι θα επιστρέψουν από τα είδωλα στον μόνο αληθινό Θεό, έτσι ώστε μόνο αυτός στο εξής θα προσκυνείται και θα λατρεύεται.
(3) Δεν θα κάνεις το Θεό, λέει ο Κύριος, ούτε συγκυρίαρχο, και πολύ περισσότερο ούτε κατώτερο από κάποιο άλλο αντικείμενο λατρείας. Το ευαγγέλιο της χάρης ή θριαμβεύει με όλη του την καθαρότητα πάνω στην αμαρτία του κόσμου ή με όλη πάλι την καθαρότητά του αποσύρεται από τη σύγκρουση με τον κόσμο, για να ανυψώνεται λαμπρό στον ουρανό. Δεν γνωρίζει συμβιβασμούς και μολυσμούς από συμμαχίες με την αμαρτία ή από συνεργασία με οτιδήποτε έχει το όνομα της κοσμικότητας.
Κάθε απόπειρα να συμβιβάσουμε με αβαρίες και ελαστικότητες το πνευματικό με το σαρκικό, το ουράνιο με το κοσμικό αποτελεί ύβρη κατά του Αγίου Πνεύματος. Ισοδυναμεί με το να εισάγουμε μαζί με τους συστρατιώτες μας μέσα στο φρούριο έναν εχθρό που καλύπτεται υπό το πρόσχημα της φιλίας, ο οποίος όμως δεν θα αργήσει να αποδειχτεί προδότης και να ενεργεί με ασφάλεια από το εσωτερικό για γκρέμισμα του φρουρίου.

4.9 και ῎Ηγαγεν δὲ αὐτὸν εἰς ᾽Ιερουσαλὴμ καὶ ἔστησεν αυτόν ἐπὶ τὸ πτερύγιον τοῦ ἱεροῦ(1), καὶ εἶπεν αὐτῷ, εἰ υἱὸς εἶ τοῦ θεοῦ, βάλε σεαυτὸν ἐντεῦθεν κάτω(2)·
9 Τότε ο διάβολος τον πήγε στα Ιεροσόλυμα και τον έστησε στο πιο ψηλό μέρος του ναού και του είπε: «Αν είσαι Υιός του Θεού, πέσε από ’δω κάτω·
(1) Δες Ματθ. δ 5.
(2) Η έννοια της υποβολής του σατανά στο δεύτερο πειρασμό ήταν: Δέξου τη βοήθειά μου. Η έννοια της νέας αυτής υποβολής είναι: Αφού δεν θέλεις τη δική μου βοήθεια, προκάλεσε τις θείες εκδηλώσεις. Διότι δεν μπορείς να πετύχεις, παρά μόνο με ένα από τα δύο αυτά μέσα. Μη λογαριάσεις λοιπόν κανένα κίνδυνο. Διακήρυξε τον εαυτό σου χωρίς αναβολή Μεσσία. Μην υπολογίσεις τη ζήλεια και μανία του συνεδρίου. Περιφρόνησε τις λεγεώνες του Πιλάτου. Απαγόρευσε την πληρωμή φόρου στον Καίσαρα. Εάν είσαι Υιός του Θεού, ο Πατέρας δεν θα σε αφήσει να ηττηθείς από τους φοβερούς αυτούς εχθρούς. Θα επιβάλλει τον θρίαμβό σου με άμεση επέμβαση της δύναμής του (g).
Αξιοσημείωτη και η επόμενη παρατήρηση: Ο πειρασμός αυτός ισοδυναμούσε με την υποβολή: Επιτάχυνε την εγκαθίδρυση του μεσσιακού βασιλείου· επίσπευσε με τον εύκολο δρόμο την αναγνώρισή σου ως Μεσσία. Όλοι αυτοί, οι οποίοι είναι μπροστά στο ναό ήδη μαζεμένοι, όταν θα σε δουν να πέφτεις από το υψηλό αυτό πτερύγιο και να στέκεσαι έπειτα αβλαβής πάνω στη γη, θα σε επευφημήσουν ότι ήρθες από τον ουρανό και θα σε αναγνωρίσουν βασιλιά τους. Αλλά όχι· ο Κύριος δεν ήλθε να κατακτήσει την ανθρωπότητα με τη δύναμή του, αλλά με την αγάπη του.
Ο σκοπός του ήταν να δώσει στους ανθρώπους τη νέα εντολή της αγάπης εφαρμοσμένη πρωτίστως στο βίο του. Ήταν λοιπόν αναγκαίο να πιει το ποτήρι της θλίψης ολόκληρο και μέσω της οδού της ταπείνωσης και όχι μέσω κάποιας άλλης ευκολότερης να μπει στη δόξα του. Πιθανώς ο σατανάς είχε και κάποιες ελπίδες, ότι, εάν έπειθε τον Κύριο να ρίξει τον εαυτό του κάτω, η πτώση αυτή θα προκαλούσε το θάνατό του και έτσι θα έφευγε από τη μέση και μάλιστα αυτοκτονώντας.

4.10 γέγραπται(1) γὰρ ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ τοῦ διαφυλάξαι σε(2),
10 γιατί η Γραφή λέει ότι:Θα δώσει για σένα εντολή στους αγγέλους να σε προφυλάξουν·
(1) Ο Χριστός πρόβαλε τη Γραφή εναντίον του σατανά. Αλλά και ο σατανάς τώρα προβάλλει τη Γραφή για να παρασύρει το Χριστό. Υπήρξε και υπάρχει συνηθισμένο στους αιρετικούς και πλάνους να διαστρέφουν τη Γραφή και να εκβιάζουν το αληθινό νόημά της για υποστήριξη των χειρότερων κακιών και πλανών.
(2) Στη μαρτυρία αυτή από τη Γραφή ο σατανάς αποφεύγει να προσθέσει και τη συνέχεια «εν ταις οδοις σου», και διακόπτει το χωρίο με το «και ότι…». Η αποσιώπηση λοιπόν φαίνεται σκόπιμη. Τουλάχιστον υπογραμμίστηκε από το Λουκά περισσότερο από όσο από το Ματθαίο. Συμπέραναν από αυτό ότι ο σατανάς έκοψε το κείμενο από φόβο μήπως ο Κύριος αποκριθεί σε αυτόν: Ο Θεός προστατεύει αυτούς που ακολουθούν τους δρόμους του, δηλαδή αυτούς που ακολουθούν την τάξη της φύσης και της Πρόνοιας και όχι εκείνους οι οποίοι βίαια βγαίνουν από αυτήν (L).
Το να ρίξει κάποιος τον εαυτό του από ύψος δεν είναι να πορεύεται στους δρόμους του αλλά να βγαίνει από αυτούς. Ο ανυπάκουος προφήτης (στην Π.Δ) κατασπαράχτηκε από το λιοντάρι, και ο Δανιήλ που υπάκουσε διαφυλάχτηκε από τα σαγόνια των λιονταριών. Αλλά δεν είμαστε βέβαιοι ότι η αποσιώπηση των λέξεων έχει την έννοια αυτή (p).

4.11 καὶ ὅτι ᾽Επὶ χειρῶν ἀροῦσίν σε μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου(1).
11 κι ακόμη:Θα σε σηκώσουν στα χέρια, για να μη σκοντάψει το πόδι σου σε καμιά πέτρα».
(1) Κατά βάθος ο συλλογισμός του σατανά είναι συλλογισμός από το ισχυρότερο. Δηλαδή: εάν ο Θεός υπόσχεται να ενεργήσει έτσι σε κάποιον απλό δίκαιο, πόσο μάλλον θα πράξει έτσι για σένα, τον Υιό του;

4.12 καὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῷ ὁ ᾽Ιησοῦς ὅτι Εἴρηται, Οὐκ ἐκπειράσεις κύριον τὸν θεόν σου(1).
12 Ο Ιησούς του απάντησε: «Η Γραφή λέει ότι δεν πρέπει να βάζεις σε δοκιμασία τον Κύριο το Θεό σου».
(1) «Δεν πρέπει κάποιος να βάζει τον εαυτό του σε ολοφάνερους κινδύνους, δοκιμάζοντας αν θα τον βοηθήσει ο Θεός» (Θφ).
«Γιατί ο Θεός δεν χαρίζει τις βοήθειές του σε αυτούς που τον πειράζουν, αλλά σε εκείνους που πιστεύουν σε αυτόν. Γιατί δεν πρέπει, επειδή μας κάνει άξιους της ευσπλαγχνίας του, για αυτό να κάνουμε επίδειξη. Εκτός από αυτό, ο Χριστός ποτέ δεν έκανε θαύμα σε εκείνους που τον δοκιμάζουν. Γιατί λέει· «η κακή γενεά επιθυμεί θαύμα, αλλά θαύμα δεν θα της δοθεί». Αυτό και τώρα ας ακούσει ο σατανάς που τον πειράζει» (Κ).
Αξιοσημείωτη και η επόμενη παρατήρηση: Ο Κύριος χρησιμοποιεί εδώ το Δευτ. στ 16: «οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου, ὃν τρόπον ἐξεπειράσατε ἐν τῷ Πειρασμῷ.(=Δεν θα θέσης εις πειρασμόν και δοκιμασίαν τον Κυριον, όπως ασεβώς φερόμενος επίκρανες τον Κυριον με τους γογγυσμούς σου στον τόπον εκείνον, ο οποίος ωνομάσθη δια τούτο “Πειρασμός”)». Όταν κάποιος επιθυμεί νέο θαύμα για απόδειξη θείας αποκάλυψης, την ώρα που δόθηκαν σε αυτόν επαρκείς αποδείξεις της πρόνοιας του Θεού για αυτόν, εκπειράζει το Θεό. Έτσι και οι Ισραηλίτες είπαν στην έρημο, όταν πείραξαν το Θεό: Μας έδωσε νερό από την πέτρα. Μήπως μπορεί να μας δώσει και ψωμί;
Και ο Χριστός τώρα κάτι παρόμοιο θα έλεγε, εκπειράζοντας τον Πατέρα του: Απέδειξε ότι είμαι πράγματι Υιός του με την αποστολή του Πνεύματός του στον Ιορδάνη και την άμεση μαρτυρία του με τη φωνή που ήρθε εκεί. Και το θαύμα αυτό ήταν πολύ μεγαλύτερο. Αλλά άραγε μπορεί να διατάξει και τώρα τους αγγέλους του να με σηκώσουν στα χέρια τους, το οποίο είναι θαύμα μικρότερο;

4.13 Καὶ συντελέσας πάντα πειρασμὸν(1) ὁ διάβολος ἀπέστη ἀπ᾽ αὐτοῦ(2) ἄχρι καιροῦ(3).
13 Αφού ο διάβολος τελείωσε με όλους τους πειρασμούς, έφυγε προσωρινά απ’ αυτόν.
(1) Η φράση δεν σημαίνει ολόκληρο τον πειρασμό (=όλο τον πειρασμό) αλλά κάθε είδους πειρασμό (g). Μία ακόμη ένδειξη, ότι πειράστηκε ο Κύριος σε όλες τις σαράντα ημέρες (δες και Μάρκ. α 13) και ότι οι τρεις αναφερθέντες πειρασμοί παρατίθενται ως δείγμα του τι έγινε κατά τις σαράντα αυτές ημέρες (p).
Ο σατανάς άδειασε όλη τη φαρέτρα του. Ο Χριστός έδωσε σε αυτόν την ευκαιρία να πει και να ενεργήσει εναντίον του κάθετί που μπορούσε. Τον άφησε να δοκιμάσει ολόκληρη τη δύναμή του. Και τον νίκησε. Και αν ο Κύριος υπέμεινε κάθε πειρασμό, πώς μπορούμε εμείς να περιμένουμε, ότι θα διαφύγουμε τις δοκιμασίες μας και ότι δεν θα αντικρύσουμε την ώρα του πειρασμού, την καθορισμένη σε εμάς;
(2) «Νικήσαμε λοιπόν με το Χριστό· και αυτός που κάποτε νίκησε τον Αδάμ έφυγε καταντροπιασμένος, για να τον έχουμε εμείς κάτω από τα πόδια μας» (Κ).
Έφυγε από αυτόν, διότι θεώρησε πλέον άσκοπο να τον πειράζει. Δεν είχε σε αυτόν τίποτα. Δεν υπήρχε στο Χριστό κάποια ασθενής πλευρά, ούτε κάποιο αφρούρητο μέρος στο φρούριο της ψυχής του. Και έφυγε. Και ως προς εμάς το ίδιο θα επαναληφθεί. Εάν αντισταθούμε στον διάβολο, θα φύγει από εμάς.
(3) =Μέχρι την κατάλληλη ευκαιρία (b).
«Μέχρι τον κατάλληλο καιρό απομακρύνθηκε από αυτόν, δηλώνοντας ότι μετά από αυτά τον πλησίαζε μέσω των δικών του οργάνων» (Χ).
«Ο διάβολος επιτίθεται στον Κύριο με δύο πάθη, την ηδονή και τη λύπη. Διότι πράγματι επιτέθηκε στον Κύριο με την ηδονή, όπως ακριβώς τώρα στο βουνό· έφυγε όμως από αυτόν για κάποιο καιρό, δηλαδή μέχρι τον καιρό του σταυρού. Διότι τότε επρόκειτο να του επιτεθεί με τη λύπη» (Θφ).
Ανέμεινε ο σατανάς μελλοντική ευκαιρία για επιτυχία της επίθεσής του κατά του Κυρίου. Και τέτοια ευκαιρία ήλθε προ παντός, όταν παραχωρήθηκε να παραδώσει αυτόν ο Ιούδας στα χέρια των εχθρών του. Ότι τότε δόθηκε μοναδική πάλι ευκαιρία στο σατανά να κάνει έφοδο κατά του Κυρίου φαίνεται από τα λόγια στο Ιω. ιδ 30 «έρχεται ο άρχοντας του κόσμου και σε εμένα δεν έχει τίποτα».
Δεν πρέπει παρόλ’ αυτά να υποθέσουμε, ότι ο σατανάς απείχε ολοτελώς στο μεταξύ από κάθε πειρασμό. Τα λόγια του Κυρίου στο Λουκ. κβ 28: «εσείς είστε αυτοί που έχετε μείνει μαζί μου στους πειρασμούς μου» υπαινίσσονται το αντίθετο. Αλλά ο σατανάς φαίνεται ότι ήδη κατά την αρχή της δημόσιας δράσης του Κυρίου και κατόπιν στο τέλος της συγκέντρωσε με μανία όλες τις επιθέσεις του κατά του Κυρίου χρησιμοποιώντας στο μεν όρος τα θέλγητρα άκοπης δόξας και επιτυχίας, στη δε Γεθσημανή την αγωνιώδη λύπη του πάθους (p). Εάν τώρα του επιτέθηκε ως πειραστής, όταν θα έλθει ο κατάλληλος καιρός, θα του επιτεθεί ως διώκτης.

Στίχ. 14-30 . Επίσκεψη στη Ναζαρέτ.
4.14 Καὶ ὑπέστρεψεν ὁ ᾽Ιησοῦς ἐν τῇ δυνάμει τοῦ πνεύματος(1) εἰς τὴν Γαλιλαίαν. καὶ φήμη(2) ἐξῆλθεν καθ᾽ ὅλης(3) τῆς περιχώρου περὶ αὐτοῦ.
14 Ο Ιησούς επέστρεψε γεμάτος με τη δύναμη του Πνεύματος στη Γαλιλαία και η φήμη του διαδόθηκε σε όλα τα περίχωρα.
Ο Λουκάς όπως και οι άλλοι δύο συνοπτικοί, αποσιωπά την αρχική δράση του Κυρίου στην Ιουδαία, αλλά η αφήγησή του, όπως και η αφήγηση εκείνων, υπονοεί αυτήν. Και οι τρεις συνδέουν την έναρξη της δράσης στη Γαλιλαία με το βάπτισμα και τον πειρασμό, ενώ από την άλλη ο Ματθαίος και ο Μάρκος σημειώνουν ότι με ευκαιρία την φυλάκιση του Βαπτιστή αναχώρησε ο Χριστός από την Ιουδαία στη Γαλιλαία (Ματθ. δ 12,Μάρκ. α 14). Αλλά κανείς από τους δύο αυτούς δεν βεβαιώνει ή και απλώς υπαινίσσεται, ότι ο Ιωάννης φυλακίστηκε αμέσως μετά τον πειρασμό στην έρημο. Από το τέταρτο όμως ευαγγέλιο μαθαίνουμε, ότι ανάμεσα στον πειρασμό στην έρημο και την φυλάκιση του Ιωάννη, παρεμβλήθηκε αρκετό χρονικό διάστημα και ότι κατά τη διάρκεια αυτού ο Κύριος ήλθε στη Γαλιλαία και επέστρεψε πάλι στην Ιουδαία (Ιω. β 13). Ως προς το τμήμα του ευαγγελίου το Δ΄14-Θ΄50 δεν διακρίνεται με σαφήνεια κάποιο σχέδιο και είναι αμφίβολο, εάν οι διαιρέσεις σε αυτό που έγιναν από τους ερμηνευτές, ανταποκρίνονται στη σειρά, την οποία είχε στο νου του ο ευαγγελιστής. Η παρακάτω παρ’ όλα αυτά διαίρεση μπορεί να υποβοηθήσει στην πληρέστερη κατανόηση του όλου τμήματος: α) δ 14-44, Η δράση του Ιησού μέχρι την κλήση των πρώτων μαθητών· β) ε 1-στ 11, Η δράση μέχρι την ανάδειξη των δώδεκα· γ) στ 12-η 56, Η δράση μέχρι την αποστολή των 12, δ) θ 1-50, Η δράση μέχρι την αναχώρηση για τα Ιεροσόλυμα.
(1) «Όταν επρόκειτο να παλέψει στον πειρασμό με τον διάβολο, δύο φορές ονομάζεται το πνεύμα χωρίς καμία προσθήκη· όταν όμως, αφού αγωνίστηκε νίκησε… πρόσεξε την ακρίβεια της Γραφής, τι λέει για το Πνεύμα, ότι ο Ιησούς επέστρεψε με τη δύναμη του Πνεύματος και πρόσθεσε «με τη δύναμη» λόγω του αθλητή που είχε νικήσει» (Ω). Τον είχε κυριεύσει τόσο πολύ το Πνεύμα, ώστε όλα τα λόγια του και όλες οι πράξεις του αποδείκνυαν την ύπαρξη του Πνεύματος μέσα του (ο). Η πρόθεση «εν» εδώ, φανερώνει την κατάσταση, στην οποία επέστρεψε έχοντας μέσα του τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, γεμάτος με αυτήν (δ)· «για να μάθουμε, ότι αυτός που νίκησε το διάβολο, ενδυναμώνεται πλέον από το θείο Πνεύμα» (Ζ). «Αφού επικράτησε λοιπόν του σατανά και στεφάνωσε μέσω του εαυτού του την ανθρώπινη φύση με τα έπαθλα εναντίον εκείνου, γύρισε στη Γαλιλαία, χρησιμοποιώντας την ενέργεια και τη δύναμη (του Πνεύματος) και εκτελούσε πολλά θαύματα και προκαλούσε πολύ θαυμασμό. Έκανε όμως τα θαύματα, όχι επειδή έπαιρνε την χάρη του Πνεύματος από έξω και δανεισμένη, όπως ακριβώς και οι άγιοι, αλλά επειδή μάλλον ήταν ο ίδιος φυσικός και αληθινός Υιός του Θεού και Πατέρα και είχε ως προσωπική του κληρονομιά όσα ήταν του Πατέρα» (Κ).
(2) Ο Ιωάννης λέει ότι «όταν ήλθε στη Γαλιλαία τον δέχτηκαν οι Γαλιλαίοι αφού είχαν δει όλα όσα έκανε στα Ιεροσόλυμα στη γιορτή» (Ιω. δ 45). Η φήμη λοιπόν οφειλόταν και στα θαύματα που έγιναν κατά τη δράση στην Ιουδαία.
(3) Η πρόθεση «κατά» δηλώνει την έκταση=σε όλα τα περίχωρα της Γαλιλαίας (δ).

4.15 καὶ αὐτὸς(1) ἐδίδασκεν(2) ἐν ταῖς συναγωγαῖς(3) αὐτῶν, δοξαζόμενος(4) ὑπὸ πάντων.
15 Δίδασκε στις συναγωγές τους και τον τιμούσαν όλοι.
(1) Έγινε γνωστός όχι μόνο από τη φήμη, αλλά και από τον εαυτό του (b).
(2) Ο παρατατικός δηλώνει αυτό που συνήθως έκανε κατά την περίοδο αυτή (p).
(3) Οι συναγωγές ήταν πρωτίστως τόποι διδασκαλίας (Λουκ. ιγ 10,Ιω. ιη 20,Πράξ. ιγ 27,ιε 21 κλπ.). Είναι άξιο σημείωσης ότι και εδώ, όπως και αλλού, τονίζεται η διδασκαλία μάλλον παρά η λατρεία στις συναγωγές (p).
(4) «Δοξαζόταν από τους όχλους που δεν είχαν πονηρία» (Ζ). Το «δοξαζόμενος» αναφέρεται στην έκτακτη διδασκαλία, όπως το «φήμη» στις υπερφυσικές ενέργειές του (L).

4.16 Καὶ ἦλθεν εἰς την Ναζαρέτ(1), οὗ ἦν τεθραμμένος(2), καὶ εἰσῆλθεν κατὰ τὸ εἰωθὸς αὐτῷ(3) ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῶν σαββάτων εἰς τὴν συναγωγήν, καὶ ἀνέστη(4) ἀναγνῶναι(5).
16 Ύστερα ήρθε στη Ναζαρέτ, όπου είχε μεγαλώσει. Το Σάββατο πήγε όπως συνήθιζε στη συναγωγή και σηκώθηκε να διαβάσει τις Γραφές.
(1) Παραμένει αμφίβολο, εάν ο Λουκάς εδώ αφηγείται την ίδια επίσκεψη στη Ναζαρέτ, η οποία αναφέρεται στα Ματθ. ιγ 53-58 και Μάρκ. στ 1-6 (p). Μάλλον δεν πρέπει να συγχέονται οι δύο αυτές επισκέψεις, αφού αυτή που εξιστορούν οι δύο άλλοι συνοπτικοί, έγινε προφανώς αργότερα (δ).
(2) Ήλθε για να δώσει πίσω την αμοιβή στην πόλη που τον ανέθρεψε, όπου πέρασε τα χρόνια μέχρι την ώριμη ηλικία του (b), «για να διδάξει και εμάς, πρώτα να ευεργετούμε τους δικούς μας και αυτούς να διδάσκουμε, και έπειτα να ξεχύνουμε τη φιλανθρωπία και στους υπόλοιπους» (Θφ). Το «όπου ήταν αναθρεμμένος» λοιπόν γράφεται, για να δείξει τον λόγο της έλευσης του Μεσσία στην πόλη αυτήν (δ).
(3) Σύμφωνα με τη συνήθειά του. Αναφέρεται στην προηγούμενη μακροχρόνια διαμονή του από την παιδική του ηλικία (δ). Βλέπουμε από εδώ ποια ήταν η συνήθεια του Ιησού όταν ακόμη ήταν νέος στη Ναζαρέτ πριν το βάπτισμά του (b).
(4) Με το ότι σηκώθηκε, φανέρωνε, ότι επιθυμούσε να διαβάσει μπροστά στη σύναξη (b). Ή, όρθια στάση ήταν η συνηθισμένη κατά την ανάγνωση στη συναγωγή, με εξαίρεση μόνο, όταν κατά τη γιορτή των Πουρίμ διαβαζόταν το βιβλίο της Εσθήρ, οπότε ο αναγνώστης μπορούσε να καθίσει. Εδώ έχουμε την μόνη περίπτωση, κατά την οποία αναφέρεται στα ευαγγέλια, ότι ο Κύριος διάβασε στη συναγωγή (p). Όταν ο Έσδρα άνοιξε το βιβλίο του νόμου, όλος ο λαός στάθηκε όρθιος για να ακούσει (Νεεμ. η 5). Έτσι τώρα έπραξε και ο Κύριος, προκειμένου να διαβάσει την περικοπή του προφήτη.
(5) Πρώτα διαβαζόταν περικοπή από το νόμο και έπειτα άλλη περικοπή από τους προφήτες. Την ώρα λοιπόν που η περικοπή διαβαζόταν από το εβραϊκό πρωτότυπο, μεταφραζόταν στην αραμαϊκή (Νεεμ. η 8) ή στην ελληνική στα μέρη όπου γενικώς μιλιόταν η ελληνική. Η μετάφραση αυτή γινόταν ανά ένα στίχο, αλλά στην ανάγνωση της περικοπής από τους προφήτες μπορούσαν με τη μία να διαβάζονται 3 στίχοι, για αυτό και ο Κύριος διαβάζει τώρα 2 στίχους από τον Ησαΐα. Μετά από αυτό ακολουθούσε ευρύτερη ανάπτυξη ή λόγος ενισχυτικός. Ως αναγνώστης, μεταφραστής και κήρυκας ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν ένα μόνο ή δύο ή και τρία πρόσωπα. Εδώ ο Κύριος υπήρξε ο αναγνώστης και ο κήρυκας, ίσως και ο μεταφραστής, εάν δεχτούμε ότι οι κάτοικοι της Ναζαρέτ αγνοούσαν τελείως την ιερή γλώσσα του κειμένου (p). Ο Jahn λέει, ότι το πρόσωπο, το οποίο διάβαζε, έβαζε πάνω στο κεφάλι του, όπως γίνεται αυτό και μέχρι σήμερα, ένα κάλυμμα που ονομαζόταν ταλλίθ. Αυτό επίσης υπαινίσσεται ο Παύλος στο Β΄ Κορ. γ 15 (ο).

4.17 καὶ ἐπεδόθη αὐτῷ βιβλίον ᾽Ησαΐου τοῦ προφήτου(1), καὶ ἀναπτύξας(2) τὸ βιβλίον εὗρε τὸν τόπον(3) οὗ ἦν γεγραμμένον,
17 Του έδωσαν το χειρόγραφο με τα λόγια του προφήτη Ησαΐα. Ο Ιησούς το ξετύλιξε και βρήκε το σημείο όπου ήταν γραμμένο το εξής:
(1) Η ανάγνωση του Παρασχά ή της περικοπής του νόμου πιθανότατα είχε προηγηθεί και είχε συντελεστεί ίσως από άλλον αναγνώστη. Τώρα θα διαβαζόταν το Χαφθαρά, δηλαδή η προφητική περικοπή (Πράξ. ιγ 15). Ότι η περικοπή του Ησαΐου (ξα 1,2) ήταν η καθορισμένη από πριν ως ανάγνωσμα περικοπή της ημέρας, είναι τελείως αβέβαιο. Αγνοούμε μάλιστα, εάν κατά την εποχή αυτή υπήρχε κάποιος κύκλος προφητικών αναγνωσμάτων, καθορισμένος για την ανάγνωση σε ορισμένες ημέρες, όπως σε εμάς τώρα κύκλος των ευαγγελίων και των αποστόλων. Ο κύκλος των αναγνωσμάτων στις συναγωγές, που χρησιμοποιείται σήμερα στους Ιουδαίους, έγινε πολύ αργότερα. Και συνεπώς αποβαίνει μάταιη προσπάθεια με τη βάση του σημερινού αναγνωστικού των Ιουδαίων να αναζητούμε τον καθορισμό της ημέρας, κατά την οποία έγινε από τον Κύριο η ανάγνωση αυτή στη Ναζαρέτ (p).
(2) Το βιβλίο αυτό ήταν τυλιγμένο σε κυλινδρικό σχήμα, για αυτό και ο Σωτήρας το άπλωσε, δηλαδή το ξετύλιξε (δ). Υπάρχει και η γραφή ανοίξας. Με την γραφή αναπτύξας, περιγράφεται ακριβέστερα αυτό που έγινε, και ίσως προήλθε αυτή η γραφή από διόρθωση της γραφής ανοίξας, η οποία υποστηρίζεται από αρκετά μεγαλογράμματα χειρόγραφα. Το αναπτύξας λέγεται μοναδική φορά. Είναι αξιοσημείωτη και η παρατήρηση: Άνοιξε το βιβλίο. Τα βιβλία της Π.Δ. ήταν από μία άποψη κλειστά και σφραγισμένα, μέχρις ότου ο Χριστός άνοιξε αυτά (Ησ. κθ 11). Είναι άξιο το αρνί το σφαγμένο «να πάρει το βιβλίο και να ανοίξει τις σφραγίδες του», διότι μπορεί να αναπτύξει όχι μόνο το βιβλίο, αλλά και το νόημά του.
(3) «Βρήκε όχι αυτό που έτυχε, αλλά αυτό που ήθελε αυτός. Μη νομίζεις δηλαδή, ότι από σύμπτωση, όταν άνοιξε το βιβλίο, βρέθηκε το μέρος εκείνο» (Θφ), αλλά «σύμφωνα με θείο σχέδιο βρήκε αμέσως τα ρητά τα σχετικά με τη θεότητά του» (Ζ), «και διάλεξε προφητικό ρητό, το οποίο έλεγε για το μυστήριο σχετικά με αυτόν» (Κ).

4.18 (1)Πνεῦμα κυρίου ἐπ᾽ ἐμέ(2), οὗ εἵνεκεν(3) ἔχρισέ με(4) εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς(5), ἀπέσταλκέν(6) με, ἰάσασθαι(7) τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν(8)
18 Το Πνεύμα του Κυρίου με κατέχει, γιατί ο Κύριος με έχρισε και μ’ έστειλε
ν’ αναγγείλω το χαρμόσυνο μήνυμα στους φτωχούς να θεραπεύσω τους συντριμμένους ψυχικά.
(1) Η παράθεση του χωρίου γίνεται ελεύθερα από τους Ο΄ και ίσως από μνήμης. Στο πρωτότυπο ο προφήτης βάζει στο στόμα του ιδεώδους Δούλου του Ιεχωβά χαρμόσυνο μήνυμα προς αυτούς που βρίσκονταν αιχμάλωτοι, υποσχόμενος σε αυτούς απελευθέρωση και επιστροφή στην Ιερουσαλήμ που θα ήταν αποκαταστημένη στην προηγούμενή της κατάσταση και η χαρά από αυτήν την απελευθέρωση και επιστροφή, συγκρίνεται με τη χαρά του ιωβιλαίου έτους. Είναι προφανές ότι και οι δύο εικόνες, η επάνοδος από την εξορία και η άφεση κατά το ιωβιλαίο έτος, θαυμάσια εκφράζουν το απολυτρωτικό έργο του Χριστού (p). Το κείμενο παρ’ όλα αυτά δεν μιλά ξεκάθαρα και συγκεκριμένα για την επιστροφή από την Βαβυλωνιακή αιχμαλωσία, αλλά για την ένδοξη περίοδο, που υποσχέθηκε στον Ισραήλ. Η έννοια λοιπόν είναι πράγματι μεσσιακή (L).
(2) «Το Πνεύμα, λέει, το οποίο υπάρχει κατά τρόπο φυσικό μέσα σε μένα, επειδή έχουμε την ίδια ουσία της θεότητας, αυτό ήλθε σε μένα και από έξω· όπως ακριβώς και στον Ιορδάνη επιφοίτησε με τη μορφή περιστεριού». «Επειδή δηλαδή είναι Θεός και άνθρωπος ταυτόχρονα, ο ίδιος δίνει, από τη μία, με τρόπο θεϊκό το Πνεύμα στην κτίση και δέχεται, από την άλλη, αυτό, από τον Θεό και Πατέρα κατά την ανθρώπινη φύση του, αυτός που αγιάζει όλη την κτίση» (Κ). Επαναπαύεται στον Μεσσία το Πνεύμα το Άγιο του Θεού, για να ενισχύσει αυτόν στην εκπλήρωση του έργου του (δ). Όλες οι χάρες και οι δωρεές του Πνεύματος δόθηκαν σε αυτόν, όχι με μέτρο όπως στους υπόλοιπους προφήτες, αλλά χωρίς μέτρο. Δες Ιω. γ 34. Ήλθε ο Μεσσίας με τη δύναμη του Πνεύματος (Λουκ. δ 14).
(3) Η έκφραση αυτή βρίσκεται και στους Ο΄ στο χωρίο αυτό του Ησαΐου και στο Γεν. κβ 15, ως μετάφραση λέξης εβραϊκής, την οποία αλλού οι Ο΄ μεταφράζουν με το «διότι». Το μόριο λοιπόν εδώ είναι αιτιολογικό και δείχνει την αιτία για την οποία το Πνεύμα επαναπαύεται στον Μεσσία (δ). Ο ιωνικός τύπος «είνεκεν» υπάρχει και στο Λουκ. ιη 29,Πράξ. κη 20,Β΄Κορ. γ 10. Το «ένεκεν» όμως είναι ο συνηθέστατος τύπος (p).
(4) «Αυτά τα λέει, ο Λόγος του Θεού που έγινε άνθρωπος· ενώ δηλαδή είναι Θεός αληθινός από τον αληθινό Θεό και Πατέρα και αφού έγινε για μας άνθρωπος χωρίς να υποστεί αλλαγή, χρίστηκε μαζί με μας με το λάδι της αγαλλίασης, όταν επιφοίτησε πάνω του στον Ιορδάνη το Πνεύμα με τη μορφή περιστεριού. Διότι από παλιά μεν χρίονταν συμβολικά οι βασιλιάδες και οι ιερείς, κερδίζοντας από αυτό κάποια μετοχή στον αγιασμό· αυτός όμως που έγινε για μας άνθρωπος, χρίστηκε με το νοητό λάδι της αγαλλίασης και με την ίδια την επιφοίτηση του Πνεύματος» (Κ).
(5) «Λέει για τον εαυτό του ότι στάλθηκε να ευαγγελιστεί τους φτωχούς, δηλαδή τους εθνικούς και άπιστους, που δεν έχουν τον πλούτο τον πνευματικό και είναι γυμνοί από όλα, από προφητεία, από ναό και τα όμοια… Διότι αυτοί ήταν φτωχοί, αφού δεν είχαν τίποτα, ούτε Θεό γνώριζαν, ούτε νόμο, ούτε προφήτες» (Ω), «αυτοί που άλλοτε είχαν αρρωστήσει με την αρρώστια της φτώχιας κάθε αγαθού, που δεν είχαν ελπίδα και ήταν άθεοι στον κόσμο» (Κ). Ή, πιο σωστά, το «πτωχοί» περιλαμβάνει όχι μόνο τους εθνικούς, αλλά και τους Ιουδαίους, «που ήταν φτωχοί στην αρετή, στους οποίους όλους μαζί ευαγγελίστηκε την ευσέβεια και τον ενάρετο τρόπο ζωής μέσω του ευαγγελίου» (Ζ).
(6) «Όπως ακριβώς το «με έχρισε» αρμόζει στην ανθρώπινη φύση του· διότι χρίεται όχι η θεία φύση αλλά αυτό που είναι ίδιο γένος με μας· έτσι και το «με έστειλε» πρέπει να το θεωρήσουμε ότι αναφέρεται στην ανθρώπινη φύση» (Κ). Σε Παρακείμενο χρόνο διότι το αποτέλεσμά του διαρκεί ακόμη (=και να! Είμαι παρών)(δ). Χρησιμοποίησε ο ευαγγελιστής το αποστέλλω για την αποστολή του Γαβριήλ (α 19,26)· εδώ και στο στ. 43 έχουμε αυτό για την αποστολή του Χριστού· στο ζ 27 για τον Πρόδρομο και στο θ 2 για τους 12. Ενώ το πέμπω έχει έννοια γενικότερη και δεν υπονοεί ειδική σχέση μεταξύ αυτού που στέλνει και αυτού που στέλνεται, το αποστέλλω προσθέτει την ιδέα της αποστολής με κύρος, η οποία καθιστά τον σταλμένο αντιπρόσωπο του αποστολέα. Χρησιμοποιείται παρ’ όλα αυτά με παρόμοια έννοια και το πέμπω (δες Λουκ. κ 13,11,12 κλπ.)(p).
(7) Ολόκληρη η φράση παραλείπεται από τους κώδικες σιναϊτικό, βατικανό και κάποιους άλλους.
(8) Εκείνους «των οποίων η καρδιά συντρίφτηκε από το βάρος της αμαρτίας» (Ζ)· «αυτούς που είναι αδύναμοι και έχουν νου που συντρίβεται εύκολα και δεν μπορούν να αντισταθούν στις επιθέσεις των παθών… Σε αυτούς υπόσχεται θεραπεία και άφεση» (Κ).

4.19 κηρύξαι αἰχμαλώτοις(1) ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς(1) ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει(2),κηρύξαι ἐνιαυτὸν κυρίου(3) δεκτόν(4).
19 Στους αιχμαλώτους να κηρύξω απελευθέρωση και στους τυφλούς ότι θα βρουν το φως τους, να φέρω λευτεριά στους τσακισμένους, να αναγγείλω του καιρού τον ερχομό που ο Κύριος θα φέρει τη σωτηρία στο λαό του.
(1) Κατά γράμμα το μεν «αιχμάλωτοι» εφαρμόζεται σε αυτούς που στην εξορία και σε πόλεμο στερήθηκαν την ελευθερία τους, ενώ το «τυφλούς» σε όσους από αυτούς τυφλώθηκαν σωματικά είτε από τους εχθρούς, είτε έχασαν το φως τους λόγω της μακράς φυλάκισής τους στο σκοτάδι (p). Η πνευματική όμως έννοια του ημιστιχίου= «στους αιχμαλώτους, από τη μία, οι οποίοι αιχμαλωτίστηκαν στην ψυχή από τον διάβολο, στους τυφλούς, από την άλλη, που τυφλώθηκαν στο νου από τα πάθη» (Ζ). Η αιχμαλωσία αυτή άρχισε στην ίδια την πηγή του ανθρωπίνου γένους, πριν ακόμη ξεπηδήσει από αυτήν κάποιο ρεύμα. Ο πρώτος άνθρωπος πριν ακόμη αποκτήσει απόγονο, έγινε δούλος και αιχμάλωτος της αμαρτίας. Ο μέγας αιχμαλωτιστής είναι ο Σατανάς, ο εχθρός του Θεού και του ανθρώπου. Χρησιμοποιεί τον κόσμο και την σάρκα και σύρει τους αιχμαλώτους του με τον βόρβορο. «Κήρυξε λοιπόν και στους αιχμαλώτους άφεση, την οποία και ενήργησε, αφού έδεσε τον ισχυρό, τον σατανά που τυραννικά καταδυνάστευε το γένος μας και αφού άρπαξε τα σκεύη του, εμάς δηλαδή». «Και αυτούς που από παλιά είχαν στην καρδιά το σκοτάδι από τον διάβολο, τους ανέδειξε λαμπρούς, σαν να ανέτειλε ένας ήλιος δικαιοσύνης και τους κατέστησε γιους όχι πλέον νύχτας και σκοταδιού, αλλά φωτός και ημέρας, σύμφωνα με τον λόγο του Παύλου. Και αυτοί που ήταν τυφλοί (διότι τύφλωσε τις καρδιές τους ο αποστάτης) είδαν πάλι και κατανόησαν την αλήθεια» (Κ). Το ευαγγέλιο του Μεσσία είναι μήνυμα και διακήρυξη ελευθερίας, όπως ήταν αυτό που δόθηκε στον Ισραήλ στην Αίγυπτο και την Βαβυλώνα. Με την αξιομισθία του Χριστού οι αμαρτωλοί ελευθερώνονται από τα δεσμά της ενοχής και μέσω του Πνεύματος και της χάρης από τις αλυσίδες της διαφθοράς. Είναι απελευθέρωση από την χειρότερη δουλεία, την οποία απολαμβάνουν όλοι όσοι καθιστούν τον Ιησού κεφαλή τους και θέλουν να κυβερνιούνται από αυτόν. Ο Μεσσίας ακόμη ήλθε όχι μόνο με τον λόγο του ευαγγελίου του να φέρει το φως σε αυτούς που κάθονταν στο σκοτάδι, αλλά και με τη δύναμη της χάρης του να δώσει την όραση σε όσους ήταν τυφλοί. Όχι μόνο στους εθνικούς, αλλά και σε κάθε τυφλωμένη ψυχή, η οποία βρίσκεται όχι μόνο κάτω από την δουλεία, αλλά και σε τύφλωση.
(2) Το ρητό αυτό έχει παρθεί από το Ησ. νη 6 και έχει λεχθεί με άλλη σειρά. Και είτε ο ευαγγελιστής, αναφέροντας από μνήμης την προφητεία, το παρέμβαλλε επειδή έχει πολλή ομοιότητα με τις προηγούμενες και επόμενες εκφράσεις (δ). Είτε ως παράλληλο χωρίο είχε γραφεί στο περιθώριο κάποιων χειρογράφων και από εκεί μπήκε σε κάποιους κώδικες και στο ίδιο το κείμενο (g). Συντριμμένοι είναι αυτοί που έχουν κατάγματα από πληγές. Εδώ η έννοια= «Να δώσω την ελευθερία σε αυτούς που είχαν συντριφτεί από την τυραννία των δαιμόνων» (Ζ)· «να στείλω ελεύθερους, αυτούς που τους συνέτριψε ο σατανάς ραβδίζοντάς τους νοερά» (Κ) και από τις αμαρτίες τους αδυνατούσαν να ορθοποδήσουν και να προχωρήσουν στον δρόμο της αρετής (δ).
(3) Ή, «ενιαυτόν (=χρόνος, περίοδος) είπε τον καιρό, κατά τον οποίο δίδασκε και θαυματουργούσε» (Ζ), «κατά τον οποίο γινόταν το κήρυγμα του σωτήρα, ή, κατά τον οποίο ο αμνός ο αληθινός προσφερόταν για την αμαρτία του κόσμου» (Ω). Αυτό όμως επειδή το παρανόησαν οι Ουαλεντιανοί, όπως και ο Κλήμης (Στρωμ. Α,ΧΧΙ,145,3) και ο Ω. επιχείρησαν να χρησιμοποιήσουν το χωρίο για να αποδείξουν ότι το κήρυγμα του Σωτήρα είχε διάρκεια ένα έτος (δ) ή, πιο σωστά, σημαίνει την όλη εποχή του Μεσσία (p), την όλη περίοδο της πάνω στη γη εργασίας του Κυρίου και ολόκληρο τον τωρινό αιώνα μετά τον ερχομό του (δ). «Δεκτός χρόνος είναι οπωσδήποτε εκείνος, κατά τον οποίο δεχτήκαμε την οικείωση με αυτόν, αφού ξεπλύναμε την αμαρτία με το άγιο βάπτισμα και γίναμε κοινωνοί της θείας του φύσης, μετέχοντας στο Άγιο Πνεύμα… τον οποίο χρόνο βεβαίως και ο πάνσοφος Παύλος τον ανήγγειλε λέγοντας: Να, τώρα είναι καιρός ευπρόσδεκτος, να, τώρα είναι ημέρα σωτηρίας» (Κ).
(4) Ή, «επιθυμητός στους δίκαιους και αγαπητός, τον οποίο δέχονται με χαρά όλοι όσοι εργάζονται εδώ» (Θφ). Ή «τον ονόμασε δεκτό, διότι ο πατέρας τον αποδέχτηκε με χαρά περισσότερο από κάθε άλλον ενιαυτό· διότι σε αυτόν βλάστησε η σωτηρία όλων των ανθρώπων» (Ζ), και «γίναμε τότε δεκτοί από το Θεό και Πατέρα» (Κ). Ή, πιο σωστά, εποχή ευπρόσδεκτη, ευχάριστη, αγαπητή γενικά στο Θεό και τους ανθρώπους, διότι σε αυτήν ο μεν Θεός χαίρεται δείχνοντας την πατρική του αγαθότητα, οι δε άνθρωποι χαίρονται παίρνοντας άφεση και λύτρωση με τη μετάνοια (δ). Ο Μεσσίας ήλθε να καταστήσει γνωστό στον κόσμο, ότι ο Θεός ευαρεστείται να συμφιλιωθεί με τους ανθρώπους, οι οποίοι τον είχαν παροργίσει και να συνάψει με αυτούς νέα διαθήκη. Υπαινίσσεται η φράση «ενιαυτόν Κυρίου δεκτόν», το ιωβιλαίο έτος ή το έτος της άφεσης, το επιθυμητό στους δούλους, οι οποίοι σε αυτό ελευθερώνονταν· το επιθυμητό στους χρεώστες, εναντίον των οποίων οι εκτελέσεις των δανειστών ανακόπτονταν και τα χρέη χαρίζονταν· επιθυμητό και σε αυτούς που υποθήκευαν τη γη τους, διότι σε αυτό το έτος ελευθερωνόταν αυτή. Ο Χριστός ήλθε να σαλπίσει την σάλπιγγα του ιωβιλαίου. Και ευτυχής ο λαός που ξέρει να δοξάζει με αλαλαγμούς» (Ψαλμ. πη 16) και ο οποίος ακούει τον χαρμόσυνο ήχο αυτής της σάλπιγγας.

4.20 καὶ(1) πτύξας τὸ βιβλίον(2) ἀποδοὺς(3) τῷ ὑπηρέτῃ(4) ἐκάθισε(5)· καὶ πάντων οἱ ὀφθαλμοὶ ἐν τῇ συναγωγῇ ἦσαν ἀτενίζοντες(6) αὐτῷ.
20 Ύστερα τύλιξε το χειρόγραφο, το έδωσε στον υπηρέτη και κάθισε. Τα μάτια όλων στη συναγωγή ήταν προσηλωμένα πάνω του.
(1) Η δραματική αυτή εικόνα, που περιγράφει και τις ελάχιστες πράξεις και κινήσεις του Ιησού και του πλήθους που τον άκουγε, προέρχεται από την αφήγηση αυτόπτη (g), από την οποία άντλησε ο Λουκάς.
(2) Τύλιξε ο Κύριος το προφητικό βιβλίο (δ).
(3) Η πρόθεση «από» υπονοεί ότι ο υπηρέτης ή χαζζάν είχε προηγουμένως δώσει το βιβλίο, ο οποίος τώρα το πήρε πάλι (p).
(4) Πιθανότατα σημαίνει αυτόν που διακονούσε συνήθως στη συναγωγή. Ήταν μεταξύ των καθηκόντων του χαζζάν να παίρνει τις Γραφές από την κιβωτό και να εναποθέτει πάλι αυτές εκεί. Αυτός δίδασκε τα παιδιά να διαβάζουν και μαστίγωνε αυτούς που τιμωρούνταν στις συναγωγές σύμφωνα με το Ματθ. ι 17. Μία ρωμαϊκή επιτάφια επιγραφή Ιουδαίου που κατείχε το αξίωμα αυτό, έχει ως εξής: Φλάβιος Ιουλιανός υπηρέτης, Φλαβία Ιουλιανή κόρη του πατέρα, ας είναι με ειρήνη η κοίμησή σου. Ο χαζζάν της συναγωγής έγινε ο διάκονος ή υποδιάκονος της χριστιανικής εκκλησίας (p).
(5) Αυτή ήταν η συνηθισμένη στάση αυτού που δίδασκε ή κήρυττε και στις συναγωγές υπήρχε συνήθως μία εξέχουσα έδρα για τον σκοπό αυτόν. Και σε άλλες περιπτώσεις βρίσκουμε τον Κύριο να κάθεται και να διδάσκει (Λουκ. ε 3,Ματθ. ε 1,Μάρκ. δ 1,Ιω. η 2), ομοίως επίσης και τους μαθητές (Πράξ. ιστ 13)(p).
(6) Το ατενίζω είναι αγαπημένη λέξη του Λουκά (g). Βρίσκεται μία ακόμη φορά στο ευαγγέλιο (κβ 56) και 10 φορές στις Πράξεις (δ). Το τεταμένο τους ενδιαφέρον προκλήθηκε από τη φήμη του ως διδασκάλου και θαυματουργού, καθώς και από το ότι είχε ανατραφεί μεταξύ τους (p) και ήθελαν να ακούσουν πώς θα μπορέσει ο μέχρι τότε θεωρούμενος ανάμεσά τους άσημος σε όλα, να ερμηνεύσει τόσο σπουδαίο χωρίο (δ). Ίσως το ενδιαφέρον τους προκλήθηκε και από το βλέμμα του Ιησού και από τον τρόπο της ανάγνωσής του. Ο αναλυτικός παρατατικός φανερώνει το συνεχόμενο της ενέργειας (p).

4.21 ἤρξατο(1) δὲ λέγειν πρὸς αὐτοὺς ὅτι(2) σήμερον πεπλήρωται(3) ἡ γραφὴ(4) αὕτη ἐν τοῖς ὠσὶν ὑμῶν(5).
21 Άρχισε τότε να τους λέει: «Σήμερα βρίσκει την εκπλήρωσή της η προφητεία που μόλις ακούσατε».
(1) Το «άρχισε» δεν είναι πλεονασμός. Αναφέρεται στη σοβαρότητα της στιγμής, κατά την οποία τα λόγια του Κυρίου έσπασαν τη σιγή της αναμονής αυτών που ήταν στη συναγωγή. Δες ζ 24,ια 29,ιβ 1,ιδ 18 (p).
(2) Όσα ακολουθούν πρέπει να θεωρηθούν ως περίληψη των όσων είπε ο Κύριος. Ο ευαγγελιστής μας δίνει το κύριο θέμα του λόγου του. Οδηγούμαστε να δεχτούμε, ότι είπε πολύ περισσότερα, ίσως μάλιστα και να εξήγησε λεπτομερώς σε αυτούς τα όσα τον αφορούσαν. Δες και Λουκ. κδ 27 (p).
(3) «Με αυτά τα λόγια παρουσίασε τον εαυτό ολοκάθαρα ότι είναι ο προφητευμένος από την προφητεία» (Κ), «και ότι αυτός είναι για τον οποίον έχουν αυτά γραφτεί» (Θφ). Τώρα αυτός ο ίδιος εκπληρώνει αναγγέλλοντας στα αυτιά των Ναζαρηνών την έλευσή του (δ). Η ερμηνεία την οποία έκανε σε αυτούς για την προφητεία, ήταν συγχρόνως και εκπλήρωση της προφητείας. Διότι η φωνή αυτού, για τον οποίο ο προφήτης έγραψε, ηχούσε στα αυτιά τους (p).
(4) Το χωρίο αυτό της Γραφής. Δες Μάρκ. ιβ 10,Ιω. ζ 42 κλπ. Διότι για να δηλωθεί η Γραφή ως σύνολο χρησιμοποιείται ο πληθυντικός οι Γραφές. Δες Λουκ. κδ 27,32,45,Ματθ. κα 42,κβ 29,κστ 54,56,Μάρκ. ιβ 24 κλπ.) (p).
(5) Αυτά που υποσχόταν η προφητεία πραγματοποιούνται με όσα άκουγαν τη στιγμή εκείνη (g).

4.22 Καὶ πάντες ἐμαρτύρουν(1) αὐτῷ καὶ ἐθαύμαζον(2) ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος(3) τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ, καὶ ἔλεγον(4), οὐχ ούτος εστίν ο υιός ᾽Ιωσὴφ(5) οὗτος;
22 Όλοι συμφωνούσαν μαζί του· θαύμαζαν για τα γεμάτα χάρη λόγια που έβγαιναν από το στόμα του, και ρωτούσαν: «Αυτός δεν είναι ο γιος του Ιωσήφ;»
(1) Ή, έδιναν μαρτυρία για αυτόν, όχι για όσα είπε για τον εαυτό του, αλλά για το ότι όσα η φήμη έλεγε για τη δύναμή του ως δασκάλου, ήταν αληθινά (p). Ή, όλοι έδιναν αγαθή μαρτυρία για αυτόν βεβαιώνοντας ότι κήρυξε άριστα (δ).
(2) Το ρήμα εκφράζει έκπληξη και απορία μάλλον παρά πραγματικό θαυμασμό (p). Θαύμαζαν και επικροτούσαν την ευγλωττία, χωρίς να εγκολπώνονται την διδασκαλία (L).
(3) Γενική της ιδιότητας, που συχνά συναντιέται στα συγγράμματα που βρίσκονται κάτω από την επίδραση της εβραϊκής γλώσσας και σύνταξης. Δες οικονόμους της αδικίας (Λουκ. ιστ 8), κριτής της αδικίας (Λουκ. ιη 6), ακροατής επιλησμοσύνης (Ιακ. α 25), κριτές διαλογισμών πονηρών (Ιακ. β 4). Στην εβραϊκή χρησιμοποιείται η σύνταξη αυτή όχι μόνο λόγω της έλλειψης επαρκούς αριθμού επιθέτων, αλλά και λόγω της ζωηρότητας της έκφρασης που χαρακτηρίζει τις ανατολικές γλώσσες (p). Η έννοια της φράσης: Ή για τους γεμάτους χάρη και γλυκύτητα λόγους· η χάρη αναφέρεται κυρίως στην υφή και πλοκή του λόγου και κατά δεύτερο λόγο στο περιεχόμενο (δ). Ή για τα μεστά θελγήτρου και χρίσματος λόγια (L), με τα οποία η θεία χάρη ξεχυνόταν εύκολα και πλούσια στα αυτιά των ακροατών, οι οποίοι παρ’ όλα αυτά εκπλήσσονταν, αλλά δεν πίστευαν (g). Και οι δύο ερμηνείες σοβαρές. Είναι δυνατόν να θαυμάζει κάποιος τον κήρυκα του ευαγγελίου και όμως να μην είναι γνήσιος Χριστιανός. Άλλωστε μπορεί να παρατηρηθεί, ότι ο λαός πριν κυριευτεί από την παράφρονη μανία, από το κράτος της οποίας έσπευδαν να τον καταγκρεμίσουν, πέρασε από διάφορες καταστάσεις και στάδια εσωτερικών σκέψεων και συναισθημάτων. Κατ’ αρχάς θαύμαζαν την γλυκύτητα και χάρη, με την οποία ερμήνευε την ωραία εκείνη προφητεία του Ησαΐου. Αλλά όταν η αλήθεια και τα δίκαια των μεσσιακών του αξιώσεων έπληξαν τη συνείδησή τους, τον θαυμασμό τους διαδέχτηκε φανερή και απροκάλυπτη καταφρόνηση, η οποία λίγο λίγο εξελίχτηκε στην πιο μανιώδη λύσσα (ο).
(4) «Παρόλο που είχαν θαυμάσει για τα λόγια της χάρης που έβγαιναν από το στόμα του, ήθελαν να τον εξευτελίζουν· διότι έλεγαν. Δεν είναι αυτός γιος του Ιωσήφ;… Επαινείς την χάρη που κρύβεται στις διδασκαλίες του, έπειτα μικρολογείς με ιουδαϊκό τρόπο, ότι δήλωνε ως πατέρα του τον Ιωσήφ. Πόσο πολλή απερισκεψία!» (Κ).
(5) Η έννοια της ερώτησης: Τόσο μεγάλες χάριτες από αυτόν τον νέο, που τον έχουμε δει να εργάζεται με τον πατέρα του στο εργαστήριο σαν ένας από εμάς! Ποιος θα το πίστευε; (g). Και κάποιοι λίγοι μεν ίσως κατέληγαν στο να θαυμάζουν ειλικρινά τα γεμάτα χάρη λόγια του, συμπεραίνοντας ότι ήταν θεοδίδακτος, εφόσον γνώριζαν ότι κανείς άλλος δεν είχε διδάξει αυτόν· οι περισσότεροι όμως συμπέραιναν, ότι τίποτα το πραγματικά θαυμαστό δεν έκρυβαν τα λόγια του, παρά το οποιοδήποτε φαινομενικό αυτών, διότι ήταν ο γιος του Ιωσήφ. Μπορεί κάτι μέγα ή αξιθαύμαστο να προέρχεται από πηγή τόσο άσημη και αφανή;

4.23 καὶ εἶπεν πρὸς αὐτούς, Πάντως(1) ἐρεῖτέ μοι τὴν παραβολὴν(2) ταύτην· ᾽Ιατρέ, θεράπευσον σεαυτόν(3)· ὅσα ἠκούσαμεν γενόμενα εἰς τὴν Καπερναοὺμ(4) ποίησον καὶ ὧδε ἐν τῇ πατρίδι σου(5).
23 Εκείνος τους απάντησε: «Ασφαλώς θα μου πείτε την παροιμία που λέει, “γιατρέ, γιάτρεψε τον εαυτό σου. Όσα ακούσαμε ότι έγιναν στην Καπερναούμ κάνε τα κι εδώ στην πατρίδα σου”.
(1) Το «πάντως» θα μπορούσε εδώ να σημαίνει: Στο δρόμο που μπήκατε, σίγουρα θα φτάσετε μέχρι το τέλος του· από την έκπληξη θα καταλήξετε στο χλευασμό (g).
(2) «Παραβολή ονόμασε εδώ την παροιμία· διότι υπήρχε παροιμία που λεγόταν για τους άρρωστους γιατρούς: Γιατρέ θεράπευσε τον εαυτό σου» (Ζ). Ο Hobart παραθέτει παρόμοιο ρητό από τον Γαληνό. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο λόγος αυτός του Χριστού διασώθηκε από μόνο τον Λουκά, τον αγαπητό ιατρό (p).
(3) Ή «θεράπευσε τον εαυτό σου, δηλαδή την πατρίδα σου που ασθενεί όχι μόνο από τις ασθένειες του σώματος, αλλά και… που δεν μπορεί να πιστέψει αυτά τα θαύματα που ακούει ότι γίνονται από σένα, αν δεν δει παρόμοια και με τα μάτια της» (Ζ)· κάνε το καλό στο σπίτι σου και στην πατρίδα σου (b)· θεράπευσε τους ασθενείς της πόλης σου. Αλλά το «Προφήτη θεράπευσε τους συμπατριώτες σου» δεν είναι παράλληλο με το «Γιατρέ θεράπευσε τον εαυτό σου» (p). Πιο σωστά λοιπόν: Η φράση αυτή του Κυρίου πρέπει να σχετιστεί με το χωρίο του Ησαΐου που πριν λίγο διαβάστηκε «να θεραπεύσω αυτούς που έχει συντριφτεί η καρδιά τους». =Θέλεις να θεραπεύσεις εμάς από τις αθλιότητές μας. Αλλά πρώτα θεράπευσε τις δικές σου αθλιότητες. Δηλαδή βγάλε τον εαυτό σου από την ασημότητα και την ταπεινή κοινωνική σου κατάσταση (g). Μην επιχειρείς να βοηθήσεις τους άλλους πριν ακόμη με την επίδειξη θαυμάτων και υπερφυσικών ενεργειών βοηθήσεις και θεραπεύσεις τον εαυτό σου από την ασημότητά σου (δ).
(4) Ο Λουκάς αναφέρει εδώ θαύματα που είχαν ήδη γίνει στην Καπερναούμ. Στη φράση του «επέστρεψε… με τη δύναμη του Πνεύματος στη Γαλιλαία» στο στίχο 14, περιέλαβε την πληροφορία για ενέργειες θαυματουργικές που συντελέστηκαν στην πρώτη φάση της δράσης του στη Γαλιλαία (g). Και από το Ιω. β 12 μαθαίνουμε, ότι μετά το θαύμα του γάμου στην Κανά, ο Ιησούς μετέβη στην Καπερναούμ για λίγο χρόνο. Μαθαίνουμε επίσης ότι στη Γαλιλαία «φανέρωσε την δόξα του» (p).
(5) Για να προλάβει ο Κύριος κάθε αποτυχία στην ιδιαίτερή του πατρίδα, ένα μέσο υπήρχε: Να ενεργήσει κάποιο καταπληκτικό θαύμα, το οποίο θα εξουδετέρωνε τους δισταγμούς των συμπατριωτών του. Και εδώ λοιπόν ο πειρασμός της ερήμου παρακολουθεί τον Ιησού, όπως και σε όλη την δράση του: Να πιστοποιήσει τις αξιώσεις για το μεσσιακό αξίωμά του με την εκδήλωση καταπληκτικής δύναμης και θαύματος πρωτοφανούς (g).

4.24 εἶπε δέ(1), ᾽Αμὴν λέγω ὑμῖν(2) ὅτι οὐδεὶς προφήτης δεκτός ἐστιν ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ(3).
24 Σας βεβαιώνω», πρόσθεσε, «πως κανένας προφήτης δεν είναι δεκτός στην πατρίδα του.
(1) Το «δε» έχει την έννοια του «αλλά» μάλλον, παρά του «και»=Αλλά ο Ιησούς αντί να ικανοποιήσει την αξίωσή τους, είπε προς αυτούς (p). Η αντίθεση που εκφράζεται με το «δε» είναι πολύ ελαφρά και εξηγείται με την άρνηση του θαύματος που αξίωναν (L).
(2) Για πρώτη φορά συναντούμε τη φράση «Αμὴν λέγω ὑμῖν» στο Λουκά, η οποία συναντιέται σε αυτόν μόνο 5 φορές και όχι τόσο συχνά όσο στους άλλους δύο συνοπτικούς (L).
(3) «Θέλετε να κάνω πολλά θαύματα, σε εσάς κατ’ εξοχήν στους οποίους ανατράφηκα. Αλλά ξέρω βεβαίως το συνηθισμένο πάθος που συμβαίνει σε όλους· ότι δηλαδή πάντοτε σχεδόν περιφρονούνται και τα εξαιρετικά πράγματα» (Κ), «όταν δεν είναι σπάνια, αλλά γνωστά και συνηθισμένα και όλοι άνετα μπορούν να τα απολαμβάνουν» (Θφ). «Έτσι και στους ανθρώπους· αυτός δηλαδή που είναι συνηθισμένος και πάντοτε παρών, πολλές φορές στερείται και από την τιμή που του οφείλεται, από αυτούς που τον γνωρίζουν» (Κ). «Για αυτό κανείς προφήτης δεν είναι τιμημένος στην πατρίδα του» (Θφ). Δες Ματθ. ιγ 57 και Μάρκ. στ 4. Πολλές φορές και ο φθόνος δημιουργεί αυτό. Οι γείτονες συνήθως κυριεύονται από κάποια ζήλεια μεταξύ τους και δεν ανέχονται να παραδεχτούν ως ανώτερό τους κάποιον άλλον, τον οποίο μέχρι πριν λίγο θεωρούσαν υποδεέστερό τους.

4.25 (1)ἐπ᾽ ἀληθείας δὲ(2) λέγω ὑμῖν, πολλαὶ χῆραι ἦσαν ἐν ταῖς ἡμέραις ᾽Ηλίου ἐν τῷ ᾽Ισραήλ, ὅτε ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς(3) ἐπὶ ἔτη τρία καὶ μῆνας ἕξ(4), ὡς(5) ἐγένετο λιμὸς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν(6),
25 Πράγματι, την εποχή του προφήτη Ηλία υπήρχαν πολλές χήρες στον Ισραήλ. Τότε ο ουρανός δεν είχε βρέξει για τρία χρόνια και έξι μήνες και μεγάλη πείνα είχε πέσει σ’ όλη τη γη.
(1) Η έννοια των στίχων 25-27: «Φανερώνει με το παράδειγμα, ότι δεν είναι άξιοι των θαυμάτων λόγω της αθεράπευτης απιστίας τους. Όπως ακριβώς δηλαδή ο Ηλίας τότε, ενώ υπήρχαν πολλές χήρες στους Ισραηλίτες, σε καμιά τους δεν στάλθηκε από το Θεό επειδή ήταν ανάξιες να έλθει σε αυτές, αλλά ήλθε σε μόνη αυτήν που έμενε στα Σάρεπτα, πόλη της χώρας της Σιδώνος, διότι αυτή ήταν σεμνή και έτοιμη στην αρετή, παρόλο που ήταν αλλόφυλη, και θαυματούργησε σε αυτήν, όπως εξιστορεί το βιβλίο Γ΄ Βασιλειών (ιζ 9 και εξής), έτσι και αυτός σε κανέναν μεν από τους ανάξιους δεν έρχεται να κάνει θαύμα, όχι μόνο διότι δεν φέρνει κανένα κέρδος, αλλά γίνεται και αίτιο βλασφημίας, αλλά έρχεται μόνο σε αυτούς που θα μεταβληθούν και θα ωφεληθούν» (Ζ). Ή, προσέξτε σε ό,τι κάνετε. Εάν δεν θέλετε την θεραπεία την οποία σας προσφέρω, άλλοι θα επωφεληθούν από αυτήν (g)· με την χήρα και τον Νεεμάν «εννοεί την εκκλησία που αποτελείται από τα έθνη, η οποία πρόκειται να τον υποδεχτεί και να ελευθερωθεί από τη λέπρα λόγω της αναισθησίας του Ισραήλ» (Κ).
(2) Με βάση την αλήθεια (p). Είναι κατά κάποιο τρόπο μία μετάφραση του Αμήν στον προηγ. στίχο (L). Το «δε» είναι αντιθετικό και μαζί με το «ἐπ᾽ ἀληθείας» έχει μέσα του κάτι το απειλητικό=Αλλά σας λέω σοβαρά (g).
(3) Επειδή το νερό της βροχής κατεβαίνει από τα σύννεφα του ουρανού, ο ουρανός παριστάνεται ποιητικά σαν η αποθήκη του νερού, η οποία αν κλείσει ή συγκρατηθεί επέρχεται πλήρης ανυδρία. Η έκφραση αυτή βρίσκεται και στα Β΄ Παρ. στ 26, ζ 13 (δ).
(4) Τα τρία χρόνια και 6 μήνες ως χρονική περίοδο της ανυδρίας τα ξαναβρίσκουμε και στο Ιακ. ε 17, ενώ σύμφωνα με το Γ΄Βασ. ιη 1 η βροχή έπεσε το τρίτο έτος. Σύμφωνα με πολλούς από τους νεώτερους ερμηνευτές, τα 3,5 χρόνια καθορίζονταν από την παράδοση, η οποία αντικατέστησε τα στο βιβλίο των Βασιλειών 3 έτη από τον διωγμό του Αντιόχου του Επιφανούς που διήρκεσε 3,5 έτη και έγινε τύπος των περιόδων των δοκιμασιών και εθνικών συμφορών (Δαν. ζ 25,ιβ 7,Αποκ. ια 2,3,ιβ 6,14,ιγ 5). Πιθανότερο όμως φαίνεται, ότι πρόκειται μάλλον για αυθεντική γλώσσα (παρέμβλητο κείμενο) στο περιθώριο του ιερού κειμένου, που επεξηγεί αυτό (L). Πράγματι είχαν περάσει αρκετές ημέρες από την έναρξη της ξηρασίας μέχρι την έλευση του προφήτη στα Σάρεπτα. Δες Γ΄Βασ. ιζ 7 και 10 (δ). Από τη στέρηση της πρώτης βροχής έπρεπε να είχε προηγηθεί η καλοκαιρία του θέρους (g). Και αν η απειλή του Ηλία για ανυδρία έγινε μήνα Νοέμβριο, από τον οποίο αρχίζουν να υπολογίζονται τα 3 χρόνια, πρέπει σύμφωνα με τους συνηθισμένους νόμους να μην είχε βρέξει από τον προηγούμενο Μάιο (L).
(5) Με χρονική σημασία=όταν.
(6) Λαϊκή έκφραση ισοδύναμη με τη φράση «τη γη αυτών», δηλαδή σε όλη την Παλαιστίνη (δ). Με κάποια δόση υπερβολής σημαίνει τη γη του Ισραήλ μαζί με τις γειτονικές χώρες (g).

4.26 καὶ πρὸς οὐδεμίαν αὐτῶν ἐπέμφθη ᾽Ηλίας εἰ μὴ(1) εἰς Σάρεπτα(2) τῆς Σιδωνίας(3) πρὸς γυναῖκα χήραν(4).
26 Ο Θεός όμως δεν έστειλε τον Ηλία σε καμιά απ’ αυτές, παρά μόνο σε μια χήρα στα Σάρεπτα της Σιδωνίας.
(1) Το «ει μη» όπως στο Αποκ. κα 27 έχει την έννοια του «αλλά μόνο», για να δηλώσει ότι ο Ηλίας τελείως αντίθετα στάλθηκε σε γυναίκα ξένη (L).
(2) Υπάρχουν και οι γραφές, Σάρεφθα, ενώ ο Στέφανος Βυζάντιος λέει Σάραπτα, την οποία προτιμά το πατριαρχικό κείμενο. Ήταν πόλη της Φοινίκης μεταξύ Σιδώνος και Τύρου κατάφυτη από αμπέλια (δ).
(3) Υπάρχει και η γραφή Σιδώνος. Πιο σωστή είναι η γραφή Σιδωνίας, που υποστηρίζεται και από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα, εξυπακούεται Σιδωνίας γης ή χώρας (p).
(4) «Αυτή έκανε στον τομέα της φιλοξενίας κάτι περισσότερο από τον Αβραάμ. Γιατί δεν έτρεξε σε αγέλη όπως εκείνος, αλλά με την μικρή παλάμη της ξεπέρασε όλους τους ξακουστούς για τη φιλοξενία τους. Εκείνος, από τη μία, έβγαινε νικητής γιατί έταξε σκοπό του τη φιλοξενία, ενώ εκείνη βγήκε νικήτρια γιατί δεν λυπήθηκε ούτε τα παιδιά της για τον ξένο και μάλιστα χωρίς να προσδοκά ουράνια αγαθά» (Χ). Σημείωσε ότι προηγείται η πίστη και ακολουθούν οι ευλογίες. Εάν το λίγο αλεύρι της χήρας δεν έλειψε και το αγγείο του λαδιού δεν ελαττώθηκε, οφείλεται αυτό στην πίστη της χήρας που προηγήθηκε. Άφησε τη φροντίδα της συντήρησής της και του παιδιού της στην αγαθή πρόνοια του Θεού συνταυτίζοντας την τύχη της και τους παιδιού της με την τύχη του αγνώστου που ζήτησε την φιλοξενία της.

4.27 καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν ἐπὶ ᾽Ελισαίου τοῦ προφήτου(1) ἐν τῷ ᾽Ισραὴλ, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ Νεεμὰν(2) ὁ Σύρος(3).
27 Επίσης την εποχή του προφήτη Ελισαίου υπήρχαν πολλοί λεπροί ανάμεσα στους Ισραηλίτες, κανένας όμως απ’ αυτούς δεν καθαρίστηκε, εκτός από το Νεεμάν το Σύρο».
(1) Η ιστορία του Νεεμάν εκτίθεται στο Δ΄Βασ. ε 1 και εξής. Για το ότι «υπήρχαν πολλοί λεπροί» δες Δ΄Βασ. ζ 3, όπου γίνεται λόγος για 4 λεπρούς στις πύλες της Σαμάρειας.
(2) Υπάρχει και η γραφή Ναιμάν.
(3) Στην Κ.Δ. το Σύρος είναι ο μόνος τύπος λέξης που συναντάμε. Αλλού όμως και μάλιστα στους μη Ιουδαίους συναντιούνται τα Σύρος, Σύριος και Συριακός (p). «Ο Ελισαίος καθάρισε τον ξένο λεπρό, επειδή έδειξε πίστη σε αυτόν. Διότι οι γνωστοί και συμπατριώτες του λεπροί, δεν τον πίστευαν και για αυτό δεν καθαρίστηκαν» (Θφ). Και ο Χριστός επανειλημμένως συνάντησε μεγαλύτερη πίστη στους εθνικούς παρά μεταξύ των Ισραηλιτών. Και εδώ αναφέρει τα δύο αυτά παραδείγματα για να αποδείξει ότι δεν χορηγούσε τις χάρες των θαυμάτων του σύμφωνα με τις ιδιωτικές σχέσεις, αλλά σύμφωνα με την αγαθή προαίρεση και πίστη αυτών που τον πλησίαζαν. Παρ’ όλα αυτά ο Χριστός έκανε τα θαύματά του, αν όχι μεταξύ των συμπολιτών του, πάντως όμως μεταξύ των Ισραηλιτών. Ενώ οι δύο μεγάλοι προφήτες έκαναν αυτά μεταξύ των εθνικών.

4.28 καὶ ἐπλήσθησαν πάντες θυμοῦ(1) ἐν τῇ συναγωγῇ ἀκούοντες ταῦτα,
28 Όταν τ’ άκουσαν αυτά μέσα στη συναγωγή εξοργίστηκαν όλοι.
(1) «Έδειξαν με αυτό για τους εαυτούς τους, ότι είναι ανάξιοι των θαυμάτων και τον λόγο του Σωτήρα σχετικά με αυτό, τον βεβαίωσαν με αυτά που επιχείρησαν» (Ζ). Εξοργίζονται πρώτον μεν διότι «νόμισαν ότι εξισώνει τον εαυτό του με τους προφήτες» (Κ), και επιπλέον τους εξωμοίωνε με τους ειδωλολάτρες των 10 φυλών (g), με τους Ιουδαίους που θεωρούνταν λιγότερο άξιοι των θείων ευεργεσιών και από αυτούς ακόμη τους εθνικούς. Αυτό εξοργίζει αυτούς, όπως μετέπειτα εξόργισε τους Ιουδαίους των Ιεροσολύμων αυτό που είπε ο Παύλος (Πράξ. ιγ 46,50,κβ 21,22) ότι τα έθνη θα έπαιρναν τις ευλογίες, τις οποίες αυτοί περιφρονούσαν (p). Γέμισαν θυμό. Μεγάλη μετάπτωση συναισθημάτων. Μόλις προ ολίγου θαύμαζαν. Τόσο αβέβαια είναι οι γνώμες και τα συναισθήματα του πλήθους, αλλά και τόσο πολύ άστατα. Εάν ο προηγούμενος θαυμασμός συνοδευόταν και από πίστη, τώρα θα αφυπνίζονταν από τα τελευταία αυτά λόγια του Κυρίου και θα προφυλάσσονταν από κάθε περαιτέρω παρεκτροπή. Αλλά τα σχετικά με την προφητεία γεμάτα χάρη λόγια του Κυρίου έπεσαν ευχάριστα στα αυτιά τους μόνο, χωρίς να επιφέρουν κάποιο βαθύτερο αποτέλεσμα. Για αυτό τα επόμενα λόγια που βγήκαν από το ίδιο στόμα, το οποίο είπε τα θαυμάσια λόγια της χάρης, ερέθισαν την διαφθορά και κακία τους.

4.29 καὶ ἀναστάντες ἐξέβαλον αὐτὸν(1) ἔξω τῆς πόλεως, καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἕως ὀφρύος τοῦ ὄρους(2) ἐφ᾽ οὗ ἡ πόλις ᾠκοδόμητο αὐτῶν, εις το κατακρημνίσαι αὐτόν·
29 Σηκώθηκαν τότε και έβγαλαν τον Ιησού έξω από την πόλη και τον έφεραν ως την άκρη του βουνού, πάνω στο οποίο ήταν χτισμένη, για να τον ρίξουν στον γκρεμό.
(1) «Για να τους κάνει φανερούς ότι η ασέβειά τους δεν έφτανε μόνο μέχρι τα επιχειρήματα, επέτρεψε να βγουν προς τα έξω οι εναντίον του τολμηρές πράξεις τους» (Κ). Σηκώθηκαν με θόρυβο και κραυγές εναντίον του, διακόπτοντας όχι μόνο το κήρυγμά του, αλλά και την λατρεία τους, διότι δεν είχαν την υπομονή να περιμένουν να τελειώσει η λατρεία στη συναγωγή. Και τον έβγαλαν έξω από την πόλη ως ανάξιο να διαμένει σε αυτήν, μολονότι για τόσα χρόνια είχε ζήσει ανάμεσά τους. Διώχνουν έτσι σαν ένα κάθαρμα τον σωτήρα και την σωτηρία που τους φέρνει. Πόσο δίκαια θα επικαλούνταν εναντίον τους ο Κύριος φωτιά από τον ουρανό! Αλλά ήταν ο καιρός της υπομονής και μακροθυμίας του.
(2) Μέχρι κάποιο ύψωμα του όρους που εξείχε, από όπου εύκολα μπορούσαν να τον γκρεμίσουν (δ). Δεν είναι αναγκαίο να φανταστούμε κάποιον μεγάλο και φρικώδη γκρεμό. Για να φονευτεί κάποιος, αρκεί και από λίγα μέτρα ύψος να ριχτεί. Πολύ περισσότερο, αφού θα μπορούσαν να αποτελειώσουν τον γκρεμισμένο και με πέτρες, το οποίο, όπως φαίνεται και από την περίπτωση του Στεφάνου, συνήθιζαν οι Ιουδαίοι. Παρόμοιο μέρος θα μπορούσε να βρεθεί στο υψηλό μέρος του λόφου, πάνω στον οποίο είχε χτιστεί η πόλη, χωρίς σήμερα να μπορούμε λόγω των ερειπίων να καθορίσουμε αυτό. Η μετέπειτα παράδοση αναζήτησε τόπο πολύ απότομο και τρομακτικό, και βρήκε τέτοιον γύρω στα 3 χιλιόμετρα ΝΑ της νεότερης πόλης (L). Τόσο καιρό είχε ζήσει ανάμεσά τους, χωρίς να δώσει την παραμικρή αφορμή σε κανέναν. Επιπλέον είχε δείξει και διαγωγή λαμπρή και φωτεινή. Ήδη μάλιστα είχαν ακούσει και τη φήμη του, για την οποία θαυμαζόταν τόσο πολύ από τους ομοεθνείς του. Αλλά και αυτοί οι ίδιοι είχαν ακούσει τα λόγια της χάρης που εκπορεύονταν από το στόμα του. Και ενώ με βάση αυτά ήταν επιβεβλημένο σε αυτούς, με πολλή προσοχή να παρακολουθήσουν τα λεγόμενά του, σπεύδουν με μανία να τον φονεύσουν με βάρβαρο και απάνθρωπο τρόπο. Μετά από κάποιο χρόνο οι Ιουδαίοι θα είναι έτοιμοι να τον λιθοβολήσουν «για πολλά καλά έργα» τα οποία έδειξε σε αυτούς από τον Πατέρα. Τώρα ζητούν να τον φονεύσουν, διότι δεν ενήργησε τα πολλά καλά έργα, τα οποία περίμεναν από αυτόν. Η κακία και αμετανόητη απιστία με τίποτα δεν μπορεί να καμφθεί και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες βρίσκει αφορμές και αιτίες να εξανίσταται παράλογα.

4.30 αὐτὸς δὲ διελθὼν διὰ μέσου αὐτῶν(1) ἐπορεύετο(2).
30 Αυτός όμως πέρασε απ’ ανάμεσά τους και έφυγε.
(1) «Φρουρούμενος από την ενωμένη με αυτόν θεότητα» (Ζ). Η προσθήκη του «δια μέσου αυτών» προσδίδει ιδιαίτερη έμφαση και φαίνεται να υπονοεί, ότι υπήρχε κάτι το υπερφυσικό στο ότι πέρασε διαμέσου αυτών. Την ώρα που ήθελαν να τον φονεύσουν και νόμιζαν, ότι τον είχαν ασφαλώς κάτω από την κράτησή τους, εκείνος διέφυγε σώος. Ζητούσαν θαύμα, και το θαύμα τούς δόθηκε (p).
(2) Ανεμπόδιστα όπως και πριν (b). Πορευόταν «όχι αποφεύγοντας το πάθος, διότι για αυτό και ήλθε· αλλά αναμένοντας κατάλληλο καιρό· διότι τώρα ήταν αρχή του κηρύγματος και ήταν άκαιρο να πάθει πριν ακόμη κηρύξει τον λόγο της αλήθειας» (Κ).

Στίχ. 31-37. Η θεραπεία του δαιμονισμένου της Καπερναούμ.

4.31 Καὶ κατῆλθεν(1) εἰς Καπερναοὺμ(2) πόλιν τῆς Γαλιλαίας(3). καὶ ἦν διδάσκων αὐτοὺς ἐν τοῖς σάββασιν(4)·
31 Κατέβηκε στην Καπερναούμ, πόλη της Γαλιλαίας, και το Σάββατο τους δίδασκε·
(1) Το «κατέβηκε» υπαινίσσεται την τοποθεσία της Καπερναούμ, που βρισκόταν δίπλα στην ακτή της λίμνης (g). Η Ναζαρέτ βρισκόταν ψηλότερα. Είναι όμως δυνατόν, όπως στο Πράξ. ιη 5, και εδώ το «κατέβηκε» να σημαίνει απλώς επέστρεψε (p).
(2) Η σημερινή Τέλλ-Χούμ (L).
(3) Καθορίζει έτσι αυτήν, διότι τώρα πρώτη φορά κάνει λόγο για αυτήν. Αποτελεί λοιπόν και αυτό μικρή ένδειξη, ότι ο Λουκάς γράφει το ευαγγέλιό του για αναγνώστες που δεν γνώριζαν την γεωγραφία της Παλαιστίνης (p).
(4) Ο αναλυτικός τύπος του παρατατικού «ἦν διδάσκων» φαίνεται να σημαίνει αυτό που γινόταν κατά συνήθεια και συνεχόμενα και υπέρ αυτού συνηγορεί και ο ακόλουθος πληθυντικός ἐν τοῖς σάββασιν (g)=Συνήθιζε να τους διδάσκει κατά τις ημέρες του Σαββάτου (p). Αλλά ο σ. 16 («στην ημέρα των σαββάτων») δείχνει με σαφήνεια, ότι ο πληθυντικός τα σάββατα μπορεί να σημαίνει και ένα μόνο Σάββατο. Δες Εξόδ. κ 10, Λευϊτ. κγ 32,Ματθ. κη 1,Μάρκ. α 21, ο Ιώσηπος επίσης (Αρχ. Ι,1,1) λέει ξεκάθαρα ότι ονομάζουν «την ημέρα αυτή σάββατα». Εδώ όμως πιθανότερη είναι η πρώτη σημασία (g). Ο Μαρκίων άρχιζε το ευαγγέλιό του από αυτόν τον στίχο με τη φράση: Ο Θεός κατέβηκε στην Καφαρναούμ. Το τμήμα για την παιδική ηλικία του Ιησού αποσιωπόταν, με εξαίρεση τις λέξεις στο γ 1 «Στο δέκατο πέμπτο έτος της ηγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος». Δες Τερτυλλιανού Adv. Marc. IV,7,1 (p).

4.32 καὶ ἐξεπλήσσοντο ἐν τῇ διδαχῇ αὐτοῦ, ὅτι ἐν ἐξουσίᾳ ἦν ὁ λόγος αὐτοῦ(1).
32 όλοι έμεναν κατάπληκτοι με τη διδασκαλία του, γιατί μιλούσε με αυθεντία.
(1) Δες Μάρκ. α 22 και την εκεί ερμηνεία. Ο λόγος του είχε όλο το κύρος και την δύναμη και την αξιοπρέπεια, σύμφωνα με την εξουσία την οποία είχε από το Θεό (δ). Ο λόγος του ήταν μεστός δύναμης. Υπήρχε μία εξουσιαστική δύναμη σε αυτόν, όπως και μία δραστική δύναμη ενεργούσε μέσω αυτού στις συνειδήσεις των ανθρώπων. «Οι μεν μακάριοι προφήτες και πριν από αυτούς ακόμη ο Μωϋσής, επειδή ήταν δούλοι, φώναζαν συνέχεια στους ακροατές το «Τα εξής λέει ο Κύριος», όχι σαν να προστάζουν μάλλον, αλλά σαν να υπηρετούν τα θεία λόγια. Ο Κύριός μας όμως Ιησούς Χριστός, μιλούσε με τρόπο που πρέπει κατεξοχήν σε Θεό. Θαυμαζόταν λοιπόν και από τους ίδιους τους Ιουδαίους, διότι είχε εξουσία ο λόγος του και διότι τους δίδασκε ως κάποιος που έχει εξουσία και όχι όπως οι Γραμματείς τους. Διότι ο λόγος του δεν είχε τη σκιά του νόμου, αλλά επειδή ο ίδιος ήταν ο νομοθέτης, μετέτρεπε το γράμμα σε αλήθεια και τους τύπους σε φανέρωση πνευματική» (Κ).

4.33 (1)καὶ ἐν τῇ συναγωγῇ ἦν ἄνθρωπος ἔχων πνεῦμα δαιμονίου ἀκαθάρτου(2), καὶ ἀνέκραξεν φωνῇ μεγάλῃ(3),
33 Στη συναγωγή ήταν κάποιος που κατεχόταν από πονηρό δαιμονικό πνεύμα. Αυτός φώναξε με δυνατή φωνή:
(1) Δες Μάρκ. α 23 και εξής και την εκεί ερμηνεία.
(2) Ή, πνεύμα μεν είναι η πνοή και επίδραση, ενώ δαιμόνιο ακάθαρτο είναι το δαιμόνιο από το οποίο προερχόταν αυτή η επίδραση (g). Ή, το «δαιμονίου ακαθάρτου» είναι επεξηγηματικός προσδιορισμός του πνεύμα=πνεύμα, το οποίο ήταν ακάθαρτο δαιμόνιο ή και γενική της ιδιότητας, που δηλώνει την φύση αυτού του πνεύματος (L). Ονομάζει αυτό ακάθαρτο επειδή τέρπεται και ευχαριστιέται στον βόρβορο της κακίας (δ). Ο σατανάς είναι ακάθαρτο πνεύμα και η φύση του είναι άμεσα αντίθετη με την φύση του καθαρού και άγιου Θεού, και εξέπεσε από την αγνή κατάσταση στην οποία υπήρχε αρχικά.
(3) «Τα πονηρά δαιμόνια… όταν αισθάνονταν την ανίκητη δύναμή του και μην αντέχοντας τα χτυπήματα της θεότητας, φώναζαν ότι είναι τάχα τυραννικός και πανούργος» (Κ). Ότι άνθρωπος που έπασχε έτσι βρέθηκε μέσα στη συναγωγή, είναι κάπως εκπληκτικό. Ίσως εισχώρησε απαρατήρητος ή ίσως η ασθένειά του, διαφεύγοντας την προσοχή από μακριά, φαινόταν θεραπευμένη. Αλλά η παρουσία του Αγίου του Θεού προκάλεσε σε αυτόν κρίση (p).

4.34 λέγων ῎Εα(1), τί ἡμῖν καὶ σοί(2), ᾽Ιησοῦ Ναζαρηνέ; ἦλθες ἀπολέσαι ἡμᾶς(3); οἶδά σε τίς εἶ, ὁ ἅγιος τοῦ θεοῦ(4).
34 «Ε! Τι δουλειά έχεις εσύ μ’ εμάς, Ιησού Ναζαρηνέ; Ήρθες να μας αφανίσεις; Σε ξέρω ποιος είσαι· είσαι ο εκλεκτός του Θεού».
(1) Μπορεί να είναι προστακτική του εάω=άφησέ με ήσυχο (δ). «Γιατί δεν μας αφήνεις να έχουμε τόπο;» (Κ). Μπορεί όμως να είναι και επιφώνημα οργής ή τρόμου· συνηθισμένο στην αττική ποίηση, σπάνιο όμως στον πεζό λόγο (p).
(2) =Τι κοινό υπάρχει σε μας και σε σένα; (δ). Εδώ: Τι κακό σου κάναμε και ήλθες να μας ταράξεις στην απόλαυση της ιδιοκτησίας μας; (g).
(3) Το ἡμᾶς και το ἡμῖν που προηγήθηκε δεν περιλαμβάνει τον δαιμονισμένο άνθρωπο, αλλά μάλλον άλλα πονηρά πνεύματα. Έχουν κοινό το συμφέρον μεταξύ τους τα δαιμόνια (p).
(4) «Δεν έλεγε· Εσύ είσαι άγιος του Θεού, αφού είναι και άλλοι (άγιοι), αλλά, Εσύ είσαι ο Άγιος του Θεού, με την έννοια ότι μόνος αυτός είναι. Είναι καλή λοιπόν και η προσθήκη του άρθρου. Διότι ένας είναι ο από τη φύση του άγιος, στον οποίο μετέχοντας γίνονται και οι άλλοι άγιοι» (Α). Στη μοναδική αγιότητα του Ιησού το πονηρό πνεύμα αισθάνθηκε ουσιωδώς εχθρική δύναμη. Και με τρόμο προσθέτει τα λόγια αυτά. Από τον Άγιο δεν μπορούσε να περιμένει κάτι άλλο παρά καταστροφή. Δες Ιακ. β 19,Ματθ. η 29 (p).

4.35 καὶ ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ ᾽Ιησοῦς λέγων, Φιμώθητι(1) καὶ ἔξελθε ἀπ᾽ αὐτοῦ. καὶ ῥίψαν αὐτὸν τὸ δαιμόνιον εἰς τὸ μέσον ἐξῆλθεν ἀπ᾽ αὐτοῦ μηδὲν βλάψαν(2) αὐτόν(3).
35 Ο Ιησούς επιτίμησε το πνεύμα λέγοντάς του: «Πάψε να μιλάς και βγες απ’ αυτόν». Τότε το δαιμόνιο, αφού τον έριξε κάτω ανάμεσά τους, βγήκε απ’ αυτόν χωρίς καθόλου να τον βλάψει.
(1) Το φιμός είναι ισοδύναμο με το κημός, και σημαίνει το σίδερο που μπαίνει στο στόμα των ζώων, για να μην δαγκώνουν. Το φιμώνω λοιπόν=φράζω, κλείνω το στόμα με φίμωτρο. Το φιμώνομαι σε μέση διάθεση=φιμώνω τον εαυτό του, κλείνω το στόμα, σιωπώ (δ). Αυτοί που αξιώνουν ότι με μαγείες διώχνουν τα πονηρά πνεύματα, προσπαθούν με πλήθος μαγικών λέξεων και ψιθύρων να κατασιγάσουν αυτά και να τα κατευνάσουν, νανουρίζοντάς τα για ύπνο. Ο Χριστός όμως διέταξε αυτά με εξουσία και δύναμη, στην οποία δεν μπορούσαν να αντισταθούν. Ακόμη και ο άρχοντας των δαιμονίων είναι υποτελής στον Ιησού και τρέμει αυτόν.
(2) Τον έριξε κάτω με σπασμούς και τινάγματα (= «σπαράξαν» σύμφωνα με τον Μάρκο). O Hobart αριθμεί και το ρίπτω και το βλάπτω στις ιατρικές λέξεις, όπου η πρώτη χρησιμοποιείται για σπασμούς, ενώ η δεύτερη για βλάβη του συστήματος (p). Οι λέξεις «χωρίς καθόλου να βλάψει αυτόν» εκφράζουν με ζωηρότητα την εντύπωση των αυτοπτών, οι οποίοι μετά την φρικώδη κρίση που συνέβη πλησίασαν έντρομοι, περιμένοντας να βρουν τον άνθρωπο πληγωμένο ή νεκρό, και οι οποίοι, όταν τον σήκωσαν, διαπίστωσαν με έκπληξη ότι είχε διαμείνει σώος (g). Εκείνον, τον οποίο ο σατανάς δεν μπορεί να καταστρέψει, προσπαθεί να τον βλάψει όσο το δυνατόν περισσότερο. Παρήγορο είναι, ότι δεν μπορεί να μας βλάψει παρά μόνο μέχρι του σημείου που επιτρέπει σε αυτόν ο Χριστός. Η βλάβη του λοιπόν δεν είναι καίρια και ανεπανόρθωτη. Έτσι και τώρα. Οσηδήποτε και αν υπήρξε η μανία και η λύσσα με την οποία βγήκε από τον άνθρωπο και εξαιτίας της οποίας οι παριστάμενοι φοβήθηκαν ότι θα έσχιζε αυτόν σε κομμάτια, καμία βλάβη δεν προξένησε σε αυτόν.

4.36 καὶ ἐγένετο θάμβος(1) ἐπὶ πάντας, καὶ συνελάλουν πρὸς ἀλλήλους λέγοντες, Τίς ὁ λόγος οὗτος(2), ὅτι ἐν ἐξουσίᾳ καὶ δυνάμει(3) ἐπιτάσσει τοῖς ἀκαθάρτοις πνεύμασιν, καὶ ἐξέρχονται(4);
36 Όλους τούς έπιασε δέος και έλεγαν ο ένας στον άλλο: «Τι λόγος είναι αυτός! Με εξουσία και δύναμη διατάζει τα πονηρά πνεύματα και βγαίνουν».
(1) Ο Μάρκος γράφει εθαμβήθησαν. Αλλά του Λουκά του αρέσουν οι περιφράσεις με το γίνομαι. Δες Λουκ. α 65,στ 49,η 17,ιβ 40,ιγ 2,4,ιη 23 κλπ. Η λέξη θάμβος εκφράζει έκπληξη που συγγενεύει με τρόμο (p).
(2) Τι είναι αυτός ο λόγος, τον οποίο απήγγειλε, δηλαδή ο λόγος: Φιμώσου και βγες; Μεγάλος και φοβερός λόγος. Αυτό φανερώνει το «τις» που λέγεται με θαυμασμό (δ). «Τι είναι αυτός ο λόγος, δηλαδή, τι είναι αυτή η διαταγή που προστάζει, ότι: Βγες από αυτόν και φιμώσου;» (Θφ). «Αυτοί που είδαν τόσο μεγάλα, εκπλήσσονται με την εξουσία του λόγου. Διότι ενεργούσε τα θαύματα, όχι απευθύνοντας προσευχή ή ζητώντας ποτέ από άλλον τη δύναμη να κατορθώσει αυτά, αλλά επειδή ήταν ο ίδιος ο Λόγος του Θεού και Πατέρα… από τον οποίο έγιναν τα πάντα και στον οποίο στηρίζονται τα πάντα, εκείνος ήταν που συνέτριβε τον σατανά και έφραζε το βέβηλο στόμα των ακάθαρτων δαιμόνων» (Κ).
(3) Με εξουσία στην οποία κανείς δεν μπορεί να αντιμιλήσει και με δύναμη στην οποία κανείς δεν μπορεί να αντισταθεί (b).
(4) Ενώ οι δαίμονες δεν υπάκουαν πάντοτε στους παρατεταμένους και πολύπλοκους εξορκισμούς των Ιουδαίων, αντιμετώπιζαν εδώ εξουσία και δύναμη ασυναγώνιστη (L).

4.37 καὶ ἐξεπορεύετο ἦχος(1) περὶ αὐτοῦ εἰς πάντα τόπον τῆς περιχώρου(2).
37 Έτσι η φήμη του απλωνόταν παντού στην περιοχή.
(1) Ο ήχος της φήμης του (b). Ήχος λέγεται κάθε κρότος και βοή· στους μεταγενέστερους συγγραφείς σημαίνει και την ηχώ, την φήμη (δ). Ο Hobart ισχυρίζεται ότι ο Λουκάς δεν ήταν δυνατόν να χρησιμοποιήσει την λέξη ακοή με την έννοια του κρότου, διότι οι γιατροί δεν μεταχειρίζονται την λέξη αυτή παρά μόνο με την έννοια της αίσθησης της ακοής ή των αυτιών (L). Κατατάσσει παρ’ όλα αυτά και την λέξη ήχος στις ιατρικές λέξεις, ειδικά για τους βόμβους στα αυτιά ή το κεφάλι (p).
(2) Με την έννοια της χώρας (L)=της Γαλιλαίας.

Στίχ. 38-44. Η θεραπεία της πεθεράς του Πέτρου και άλλων.
4.38 ᾽Αναστὰς(1) δὲ εκ τῆς συναγωγῆς εἰσῆλθεν εἰς τὴν οἰκίαν Σίμωνος, η πενθερὰ δὲ τοῦ Σίμωνος ἦν συνεχομένη(2) πυρετῷ μεγάλῳ(3), καὶ ἠρώτησαν(4) αὐτὸν περὶ αὐτῆς.
38 Όταν ο Ιησούς έφυγε από τη συναγωγή, πήγε στο σπίτι του Σίμωνα. Η πεθερά του Σίμωνα υπέφερε από υψηλό πυρετό, και τον παρακάλεσαν να την κάνει καλά.
(1) Δες τα παράλληλα Ματθ. και Μάρκ. και τις ερμηνείες σε αυτά. Το αναστάς δεν έχει την έννοια του σηκώθηκε από την έδρα, στην οποία καθόταν μέσα στη συναγωγή (όπως στα Μάρκ. β 14,Ματθ. θ 9), αλλά με τη σημασία του έχω τη διάθεση και ετοιμάζομαι για αναχώρηση, όπως στα Λουκ. α 39,ιε 18,20,κγ 1, Πράξ. ι 20,κβ 10 (L).
(2) Το ρήμα χρησιμοποιείται 9 φορές από τον Λουκά και μόνο 3 στην υπόλοιπη Κ.Δ.. Είναι όρος ιατρικός. Δες Πράξ. κη 8 και σε πολλά σημεία στον Ιπποκράτη και τον Γαληνό (L).
(3) «Από πολύ δυνατό πυρετό» (Κ), ισχυρό και όχι ασθενή (δ). Ο Γαληνός αναφέρει ότι οι πυρετοί διακρίνονταν σε μεγάλους και μικρούς (p).
(4) «Με την έννοια του παρακάλεσαν» (Ζ). Ο Χριστός είναι ξένος, ο οποίος θα πληρώσει γενναία την φιλοξενία που θα του κάνουμε. Εκείνοι οι οποίοι τον υποδέχονται στις καρδιές τους ή στα σπίτια τους, όχι μόνο δεν θα ζημιωθούν αλλά και θα ευεργετηθούν από αυτόν. Έρχεται πάντοτε φέρνοντας ιάσεις και θεραπείες. Από την άλλη μη λησμονούμε, ότι και οικογένειες τις οποίες επισκέπτεται ο Χριστός, είναι δυνατόν να τις επισκεφτεί και η ασθένεια. Σπίτια που ευλογήθηκαν με ξεχωριστές χάριτες από το Θεό υπόκεινται στις κοινές συμφορές αυτής της ζωής. Του Σίμωνα η πεθερά υπέφερε από πυρετό. Κύριε, δες, αυτός που αγαπάς (ο Λάζαρος) ασθενεί.

4.39 καὶ ἐπιστὰς ἐπάνω αὐτῆς(1) ἐπετίμησε(2) τῷ πυρετῷ, καὶ ἀφῆκεν αὐτήν· παραχρῆμα(3) δὲ ἀναστᾶσα διηκόνει αὐτοῖς(4).
39 Ο Ιησούς ήρθε κοντά της, επιτίμησε τον πυρετό, κι ο πυρετός την άφησε. Εκείνη σηκώθηκε αμέσως και τους υπηρετούσε.
(1) Πλησιάζοντας τόσο πολύ την άρρωστη, έδειχνε ότι η ασθένεια υποχωρούσε μπροστά στη δύναμή του και κανένας κίνδυνος μολυσμού από την ασθένεια δεν μπορούσε να απειλήσει το σώμα του (b). Ο Χριστός αποδεικνύεται τρυφερός προς τον λαό του, όταν βρίσκεται σε ασθένεια και στενοχώρια. Ήλθε πάνω από την ασθενή, επειδή ενδιαφερόταν για αυτήν και δείχνοντας συμπάθεια για την ασθένειά της. Αντί για το επιστάς, τόσο ο Ματθαίος, όσο και ο Μάρκος αναφέρουν ότι άγγιξε το χέρι της. Δεν αποκλείεται να έγιναν και τα δύο.
(2) Ή «δεν ξέρω μήπως θα αναγκαστούμε να πούμε ότι αυτό που διατάχτηκε και έφυγε είναι κάτι σαν ζωντανό που δεν άντεξε την ενέργεια αυτού που διέταξε· διότι δεν είναι λογικό να λέμε ότι διατάζεται κάτι το οποίο είναι άψυχο και δεν αισθάνεται την διαταγή» (Ω). Ο Σωτήρας επιτίμησε το πονηρό πνεύμα, το αίτιο του πυρετού (δ). Ή, πιο σωστά, το «επιτίμησε με την έννοια του διέταξε» (Ω.Ζ). Το ρήμα σημαίνει συχνά μιλώ με τόνο σταθερό, αυστηρό, που δεν επιδέχεται αντίσταση. Δες Ματθ. η 26 (g).
(3) Η λέξη βρίσκεται 1 φορά στο Ματθαίο (κα 19-20) και μόνο στου Λουκά (10 στο ευαγγέλιο και 7 στις Πράξεις) για να δηλώσει την θεραπεία ή κάποιο άλλο θαύμα που συνέβη σε μία στιγμή. Είναι δυνατόν η λέξη να είναι δανεισμένη από τους γιατρούς, που χρησιμοποιούν αυτήν για να δηλώσουν αιφνίδια χειροτέρευση ή καλυτέρευση της ασθένειας (L). Πάντως ο ασυνήθιστος αυτός τρόπος της θεραπείας θα προκαλούσε εντύπωση και ενδιαφέρον σε γιατρό. Για αυτό και ο Λουκάς μόνος σημειώνει το αιφνίδιο της πλήρους αποκατάστασης των δυνάμεων της ασθενούς (p). «Δεν την θεραπεύει απλώς από την ασθένεια, αλλά βάζει μέσα της και ευρωστία και δύναμη ώστε να υπηρετεί» (Θφ).
(4) Όταν ο Χριστός μας δίνει την υγεία μας και μας χορηγεί νέες δυνάμεις, πρέπει να χρησιμοποιούμε αυτές για διακονία του. Όταν σηκωνόμαστε από το κρεβάτι της κάκωσης και ασθένειας, πρέπει να θέτουμε τους εαυτούς μας στην υπηρεσία του Χριστού. Αλλά η πεθερά του Πέτρου δεν υπηρετεί μόνο τον Χριστό, που την γιάτρευσε, αλλά για χάρη του και όλους εκείνους, που ήταν μαζί του. Υπηρετώντας τους ακόλουθους του Χριστού τιμούμε συγχρόνως και τον ίδιο τον Κύριο.

4.40 Δύνοντος δὲ τοῦ ἡλίου(1) ἅπαντες ὅσοι εἶχον ἀσθενοῦντας νόσοις ποικίλαις ἤγαγον αὐτοὺς πρὸς αὐτόν· ὁ δὲ ἑνὶ ἑκάστῳ αὐτῶν(2) τὰς χεῖρας ἐπιτιθεὶς(3) ἐθεράπευσεν(4) αὐτούς.
40 Όταν έγερνε ο ήλιος, όλοι όσοι είχαν ασθενείς από διάφορες αρρώστιες τούς έφερναν σ’ αυτόν. Εκείνος τους θεράπευε ακουμπώντας τα χέρια πάνω στον καθένα απ’ αυτούς.
(1) «Νομίζοντας ίσως ότι δεν επιτρεπόταν να θεραπεύει το Σάββατο· διότι επεσήμανε ο ευαγγελιστής ότι τους δίδασκε το Σάββατο· για αυτό οι συγγενείς έφερναν τους ασθενείς κοντά στη δύση του ηλίου» (Ω). Η βιασύνη του λαού υπήρξε τέτοια, ώστε αμέσως μόλις το Σάββατο πέρασε, άρχισαν να φέρνουν τους ασθενείς προς αυτόν (p).
(2) Υποδηλώνει την μεγάλη ευκολία με την οποία συντελούσε τις θεραπείες. Έτσι ο καθένας τους, συγκινούνταν βαθύτερα στο να πιστέψει (b). Δείχνεται η προθυμία και το ακούραστο της αγαθοεργίας του Σωτήρα που ήθελε να έλθει σε προσωπική επαφή με τον καθένα από τους ασθενείς (δ). Θεράπευε όλους τους ασθενείς. Τόσο τους φτωχούς, όσο και τους πλούσιους, από οποιοδήποτε νόσημα και αν υπέφεραν. Έτσι καμία υπόνοια δεν μπορούσε να υπάρξει ότι είχε κάποιο ειδικό φάρμακο για ορισμένες μόνο ασθένειες. Τα χέρια του θεράπευαν κάθε ασθένεια.
(3) «Παρόλο που μπορούσε με ένα λόγο και νεύμα να συντελέσει τα θαύματα, για να διδάξει τα αναγκαία, φέρνει και τα χέρια πάνω στους αρρώστους» (Κ). Δεν είχε ανάγκη ο Κύριος ούτε λόγο ούτε επαφή με το χέρι να χρησιμοποιήσει για επιτέλεση του θαύματος. Μπορούσε να θεραπεύσει με εσωτερική κίνηση της θέλησής του και από απόσταση (Λουκ. ζ 10,ιζ 14,Ιω. δ 50). Χρησιμοποιούσε όμως αυτά, για να υποβοηθεί την πίστη αυτών που ζητούσαν τη θεραπεία. Δες Λουκ. ιγ 13,ιδ 4,Ματθ. η 3,θ 29,Μάρκ. ζ 33,η 23,25,Ιω. θ 6 (p). Ο Κύριος δεν ήθελε μόνο να θεραπεύσει, αλλά και να οδηγήσει στο Θεό συνδέοντας για αυτόν τον σκοπό τη συνείδηση του αρρώστου με το δικό του πρόσωπο ως του απεσταλμένου από τον ουράνιο Πατέρα στην αγκαλιά της ανθρωπότητας. Τοποθετώντας στον καθένα τα χέρια, παρείχε σε αυτόν σημάδι συμπάθειας εξ’ ολοκλήρου προσωπικής και έβαζε αυτούς κάτω από την ηθική και φυσική επίδρασή του (g). Αναμφίβολα συνόδευε το άπλωμα των χεριών, με κάποιον ζεστό και ενθαρρυντικό λόγο ή με κάποια προτροπή στοργική, όπως η περίσταση και η κατάσταση του καθενός απαιτούσε (ο). «Βάζει τα χέρια πάνω στον καθένα από τους αρρώστους και τους απάλλασσε από την ασθένεια, δείχνοντας ότι είχε την ενέργεια της δύναμης του Λόγου η αγία σάρκα, την οποία έκανε δική του, αφού εμφύτευσε σε αυτήν δύναμη που πρέπει σε Θεό… Και μη θαυμάσεις πολύ, αλλά αναλογίσου μάλλον ότι και η φωτιά, όταν έλθει σε επαφή με χάλκινο σκεύος, βάζει μέσα σε αυτό την ενέργεια της δικής της θερμότητας. Έτσι λοιπόν και ο παντοδύναμος Λόγος του Θεού, αφού ένωσε πραγματικά με τον εαυτό του, τον έμψυχο και λογικό ναό (το σώμα) που πήρε από την αγία Παρθένο, φύτεψε μέσα του την ενέργεια της δικής του θεϊκής δύναμης» (Κ). Δεν ύψωνε τα χέρια του προς τον ουρανό, για να προσευχηθεί για αυτούς, αλλά άπλωνε πάνω τους τα χέρια θεραπεύοντας με εξουσία. Θεράπευε με την δική του δύναμη. Και έτσι τιμούσε και το σημάδι, το οποίο αργότερα θα χρησιμοποιούνταν για μετάδοση του Αγίου Πνεύματος. Διότι με την τοποθέτηση πάνω τους των χεριών έπαιρναν Πνεύμα Άγιο οι πιστοί.
(4) Υπάρχει και η πιθανότερη γραφή «εθεράπευε»=εξακολουθητικά, όσο του έφερναν ασθενείς, τους θεράπευε. Βρισκόμαστε εδώ σε μία από τις στιγμές εκείνες στο βίο του Κυρίου, κατά τις οποίες η υπερφυσική δύναμη εκδηλωνόταν ιδιαιτέρως πλουσιοπάροχα. Δες και Λουκ. στ 19 (g).

4.41 ἐξήρχετο δὲ καὶ δαιμόνια ἀπὸ πολλῶν(1), κραυγάζοντα καὶ λέγοντα ὅτι Σὺ εἶ ο Χριστός(2) ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ(3). καὶ ἐπιτιμῶν οὐκ εἴα αὐτὰ λαλεῖν(4), ὅτι ᾔδεισαν τὸν Χριστὸν(5) αὐτὸν εἶναι.
41 Από πολλούς έβγαιναν και δαιμόνια, τα οποία κραύγαζαν και έλεγαν: «Εσύ είσαι ο Μεσσίας, ο Υιός του Θεού»· γιατί ήξεραν ότι αυτός είναι ο Χριστός. Εκείνος όμως τα επιτιμούσε και δεν τα άφηνε να μιλούν.
(1) Ξεχωρίζει τους δαιμονισμένους από τους υπόλοιπους ασθενείς ως ιδιαίτερη τάξη ανάμεσά τους. Είναι και αυτοί ασθενείς. Διότι όχι σπάνια και κάποια αλλοίωση φυσικοψυχική συνοδεύει την διαβολική επήρεια που είτε προκαλείται από αυτήν, είτε αποτελεί το κατάλληλο έδαφος για επέμβαση αυτής.
(2) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν το «ο Χριστός».
(3) Δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ του εδώ «ο υιός του Θεού» και του «ο άγιος του Θεού» στο στίχο 34. Και στις δύο περιπτώσεις η παρουσία της θείας αγιότητας γίνεται αισθητή στους δαίμονες και διακηρύσσεται από αυτούς.
(4) «Δεν άφηνε τους ακάθαρτους δαίμονες να τον ομολογούν· διότι δεν έπρεπε να αρπάζουν αυτοί την δόξα του αποστολικού λειτουργήματος, αλλά ούτε έπρεπε από ακάθαρτη γλώσσα να διαλαλείται το μυστήριο του Χριστού· επομένως ακόμη και αν λένε κάτι από τα αληθινά, ας μην πιστεύει κανείς. Διότι το φως δεν γίνεται γνωστό από το σκοτάδι» (Κ). Δες Μάρκ. γ 12 και τις εκεί σημειώσεις.
(5) Εφόσον οι σχετικά με τον Μεσσία ιδέες του λαού ήταν τόσο πλανεμένες, ο καιρός για μία τέτοια διακήρυξη δεν είχε ακόμη φτάσει (p). Μπορούσε από αυτήν να προκληθεί ένας άκαιρος και επικίνδυνος ενθουσιασμός του πλήθους, ενώ από την άλλη υπήρχε και ο κίνδυνος στους αφελέστερους να γίνει πιστευτό ότι υπήρχε κάποιος δεσμός αλληλεγγύης ανάμεσα στο έργο του Ιησού και αυτό των δαιμόνων (g) και από αυτό το γεγονός να προσελκυστεί κάποια εμπιστοσύνη των απλούστερων σε αυτούς (τους δαίμονες). «Ο ίδιος ο Κύριος από μόνος του, παρόλο που οι δαίμονες έλεγαν την αλήθεια (διότι ήταν αλήθεια τα λόγια· Εσύ είσαι ο υιός του Θεού), όμως τους φίμωνε και τους εμπόδιζε να μιλούν, μήπως κάποτε μαζί με την αλήθεια, ενσπείρουν και την δική τους κακία και για να συνηθίσει και εμάς, ποτέ να μην προσέχουμε σε αυτούς, έστω και αν φαίνονται ότι λένε αληθινά πράγματα. Διότι πράγματι, είναι απρεπές, ενώ έχουμε εμείς τις άγιες Γραφές και την ελευθερία από τον Σωτήρα, να διδασκόμαστε από τον διάβολο που δεν φύλαξε την δική του θέση, αλλά φρόνησε άλλα αντί άλλων» (Α). Δεν δεχόταν την μαρτυρία τους, διότι ήθελε να είναι πέρα από κάθε αντιλογία, ότι κυριαρχούσε και εξουδένωσε αυτούς και δεν είχε συνθηκολογήσει με αυτούς.

4.42 Γενομένης δὲ ἡμέρας(1) ἐξελθὼν ἐπορεύθη εἰς ἔρημον τόπον· καὶ οἱ ὄχλοι(2) ἐπεζήτουν(3) αὐτόν, καὶ ἦλθον ἕως αὐτοῦ(4), καὶ κατεῖχον(5) αὐτὸν τοῦ μὴ πορεύεσθαι ἀπ᾽ αὐτῶν.
42 Όταν ξημέρωσε, έφυγε και πήγε σ’ ένα ερημικό μέρος. Ο κόσμος όμως τον αναζητούσε και πήγαν εκεί που ήταν και τον κρατούσαν να μη φύγει από κοντά τους.
(1) Δες Μάρκ. α 35-39 και τις εκεί σημειώσεις.
(2) Ο Ιησούς πιθανώς είχε περάσει τη νύχτα στο σπίτι του Σίμωνα. Για αυτό αντί για το «όχλοι» ο Μάρκος γράφει «ο Σίμων και όσοι ήταν μαζί του», διότι ο Ιησούς δεν είχε ακόμη καλέσει αυτόν οριστικά (p). Ο Ιησούς βγαίνει σε έρημο τόπο. Αυτό δείχνει την ζωηρή φροντίδα του Ιησού να ξεφύγει από την συρροή του πλήθους και να εξασφαλίσει στον εαυτό του τόπο και χρόνο κατάλληλο για θερμότερη και αμεσότερη επικοινωνία με τον Πατέρα του (p). Όσο ο δούλος του Θεού αναπτύσσει την ενεργητικότητά του προς τα έξω, τόσο έχει ανάγκη να ανανεώνει τις εσωτερικές δυνάμεις του στην περισυλλογή της απομόνωσης. Και ο Κύριος δεν εξαιρεί τον εαυτό του από αυτόν τον νόμο (g).
(3) Δηλαδή με επιμονή ζητούσαν αυτόν παντού (δ).
(4) ἕως αὐτοῦ=του έρημου τόπου και όχι του Σωτήρα, οπότε θα άρμοζε να πει «προς αυτόν». Το αὐτοῦ λοιπόν είναι, όπως και στην καθομιλουμένη, επίρρημα τόπου=εκεί στον τόπο, στον οποίο βρισκόταν (δ). Ήλθαν προς τον Ιησού στην έρημο. Η έρημος παύει να είναι έρημος, όταν μαζί μας υπάρχει ο Ιησούς.
(5) Παρατατικός της απόπειρας (p). Ζητούσαν με παρακλήσεις να τον κρατήσουν (δ). Οι παλαιοί γείτονές του και γνώριμοί του της Ναζαρέτ τον έδιωξαν. Αλλά οι νέοι γνώριμοί του στην Καπερναούμ επιμένουν να τον κρατήσουν κοντά τους. Ας μην αποθαρρύνονται οι διάκονοι του Χριστού εάν μερικοί τους διώχνουν. Θα συναντήσουν μετά από λίγο άλλους, οι οποίοι πρόθυμα θα υποδεχτούν αυτούς και το μήνυμά τους.

4.43 ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτοὺς ὅτι καὶ ταῖς ἑτέραις πόλεσιν(1) εὐαγγελίσασθαί με δεῖ(2) τὴν βασιλείαν τοῦ θεοῦ, ὅτι εις τοῦτο(3) ἀπέσταλμαι(4).
43 Εκείνος τους έλεγε: «Πρέπει να αναγγείλω το χαρμόσυνο μήνυμα για τη βασιλεία του Θεού και στις άλλες πόλεις, γιατί αυτόν το σκοπό έχει η αποστολή μου».
(1) Μπαίνει στην αρχή για έμφαση. Περικλείει επιτίμηση εναντίον τους, διότι επιθυμούν να μονοπωλήσουν την παρουσία του (p). Η αντίθεση εδώ δεν είναι ανάμεσα στο ευαγγελίζομαι και το θεραπεύω, αλλά μεταξύ των άλλων πόλεων και της Καπερναούμ, όπως αποδεικνύεται από το κ α ι και από το ότι προηγείται η φράση «στις άλλες πόλεις» (g). Η έρημος μπορεί να είναι κατάλληλος τόπος για περισυλλογή, όχι όμως και για διαρκή διαμονή. Διότι σταλθήκαμε στον κόσμο αυτόν όχι για να ζούμε για τους εαυτούς μας, αλλά για να δοξάζουμε το Θεό και να πράττουμε το αγαθό στη γενιά μας.
(2) Για δεύτερη φορά (δες Λουκ. β 49) ο Χριστός μεταχειρίζεται την λέξη αυτή σε σχέση με την συμπεριφορά του. Δες και Λουκ. θ 22,ιγ 33,ιζ 25,ιθ 5,κβ 7,37, κδ 26,44. Το έργο του και το πάθος του έχουν προκαθοριστεί με θεία βουλή. Το ρήμα χρησιμοποιείται με την ίδια έννοια σχετικά με το Χριστό σε όλη την Κ.Δ.. Δες Πράξ. γ 21,ιζ 3,Α΄Κορ. ιε 25 (p).
(3) Υπάρχει και η γραφή: επί τούτο απεστάλην. Το εις τούτο ή επί τούτο αναφέρεται σε ολόκληρη την προηγούμενη πρόταση=Για τον σκοπό αυτόν, να ευαγγελιστώ παντού την βασιλεία του Θεού (p). Η Καπερναούμ λοιπόν δεν έπρεπε να επιμένει να μην απομακρυνθεί ο Χριστός από αυτήν. Εκείνοι οι οποίοι απολαμβάνουν τις ευεργεσίες του ευαγγελίου, πρέπει να επιθυμούν και άλλοι να μετέχουν σε αυτές και όχι να επιζητούν να μονοπωλήσουν αυτές για τον εαυτό τους. Αλλά και οι κήρυκες, οι οποίοι δεν διώχνονται από κάποιο μέρος, πρέπει να μην λησμονούν, ότι πρέπει και σε άλλα μέρη να κηρύξουν για μεγαλύτερη ωφέλεια.
(4) Από τον πατέρα μου.

4.44 καὶ ἦν κηρύσσων(1) εἰς τὰς συναγωγὰς(2) τῆς Γαλιλαίας(3).
44 Ύστερα απ’ αυτό δίδασκε στις συναγωγές της Γαλιλαίας.
(1) Ο αναλυμένος παρατατικός φανερώνει την διαρκή ενασχόληση του Σωτήρα=κήρυττε (δ).
(2) Υπάρχει και η λιγότερο πιθανή γραφή: εν ταις συναγωγαίς. Η πρόθεση «εις» κρύβει κάποια έννοια κίνησης=ο Ιησούς έφερνε το ευαγγέλιο στις συνάξεις που συναθροίζονταν στις συναγωγές (g).
(3) Υπάρχει και η γραφή: της Ιουδαίας, η οποία φαίνεται και πιθανότερη (p). Ο Ιησούς αφού απορρίφθηκε στη Ναζαρέτ από τους συμπολίτες του, μετέβη στην Καπερναούμ της Γαλιλαίας. Πρέπει όμως να κηρύξει και σε άλλες πόλεις. Ο ορίζοντάς του λοιπόν περιλαμβάνει στο εξής όλη την Ιουδαία. Η Ιουδαία δεν αντιτίθεται εδώ στη Γαλιλαία, αλλά περιλαμβάνει την όλη γη του Ισραήλ (L)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Στίχ.1-11.Η θαυμαστή αλιεία και οι πρώτοι μαθητές.
5.1 ᾽Εγένετο δὲ ἐν τῷ τὸν ὄχλον ἐπικεῖσθαι αὐτῷ(1) καὶ ἀκούειν τὸν λόγον τοῦ θεοῦ καὶ αὐτὸς(2) ἦν ἑστὼς(3) παρὰ τὴν λίμνην(4) Γεννησαρέτ(5),
1 Καθώς τα πλήθη συνωστίζονταν κάποτε γύρω του για ν’ ακούσουν το λόγο του Θεού κι εκείνος στεκόταν στην όχθη της λίμνης Γεννησαρέτ,
To τμήμα αυτό παρουσιάζει συμμετρική διάταξη, η οποία πιθανώς είναι και εσκεμμένη. Η κλήση του Πέτρου και όσων ήταν μαζί του (στίχ. 1-11) ακολουθείται από δύο θεραπείες, οι οποίες προκαλούν αντιλογίες (στ. 12-16 και 17-26)· μετά από το οποίο ακολουθεί η κλήση άλλου αποστόλου (στ. 27-39), στην οποία επισυνάπτεται η αφήγηση 2 επεισοδίων σε ημέρα Σαββάτου, τα οποία πάλι προκαλούν νέες αντιρρήσεις και συζητήσεις (κεφ. στ 1-5 και 6-11)(p)
(1) =τοποθετούμαι πάνω σε κάποιον, δηλαδή συνωθούμαι γύρω του και στριμώχνω (δ). Από εδώ δείχνεται η υπομονετική καρτερία του Σωτήρα (b).
(2) Αντιδιαστέλλεται ο Σωτήρας με τον όχλο (δ). Ο Κύριος ήταν λαϊκός ιεροκήρυκας. Παρόλο που είχε την ικανότητα και τη δύναμη κατά το 12ο έτος της ηλικίας του να συζητεί με τους ραββίνους στο ναό, προκαλώντας τον θαυμασμό τους, παρ’ όλα αυτά τώρα κατά το 30ο έτος της ηλικίας του προτιμά να προσαρμόζεται στη διανοητική ικανότητα του πλήθους.
(3) Ο αναλυμένος παρατατικός σημαίνει την για αρκετό χρόνο διάρκεια αυτής της κατάστασης (δ).
(4) Με χαρακτηριστική ακρίβεια ο Λουκάς ουδέποτε ονομάζει την Γεννησαρέτ θάλασσα, ενώ οι άλλοι ευαγγελιστές ουδέποτε ονομάζουν αυτήν λίμνη. Με εξαίρεση την Αποκάλυψη η λέξη λίμνη στην Κ.Δ. μόνο από τον Λουκά χρησιμοποιείται. Όταν χρησιμοποιεί τη λέξη θάλασσα, χρησιμοποιεί αυτήν με τη συνηθισμένη της έννοια (p). Έξυπνη η παρατήρηση: «Κοντά στη λίμνη Γεννησαρέτ ή σύμφωνα με τους Ματθαίο και Μάρκο περπατούσε κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας· και δίνουν την εντύπωση μεν ότι λένε αντίθετα οι ευαγγελιστές, όμως αυτός που προσπαθεί να βρει απόδειξη από τη γραφή μπορεί να πει τα εξής σε αυτό το σημείο· αν ο Θεός στην αρχή της δημιουργίας τα συστήματα των νερών τα ονόμασε θάλασσες, όμως συστήματα των νερών είναι και οι ποταμοί, σύμφωνα με αυτήν τη σημασία και αυτοί είναι θάλασσες, όπως ακριβώς και η πολύ γλυκιά και πόσιμη λίμνη Γεννησαρέτ, αυτή που τώρα ονομάζεται στα ευαγγέλια Τιβεριάδα θάλασσα, κατεξοχήν αυτή, αφού και αυτή είναι σύστημα νερών» (Ω).
(5) Γεννησαρέτ είναι η ορθογραφία των άριστων χειρογράφων. Υπάρχει όμως και η γραφή Γενησαρέτ και Γενησαρέθ. Ο Ιώσηπος γράφει λίμνη Γεννησαρίτις (Αρχ. XVΙΙΙ,2,1) και λίμνη Γεννησάρ (Ιουδ. Πολ. ΙΙΙ,10,7). Δες και Α΄Μακ. ια 67. Αλλά στην Π.Δ. η λίμνη ονομάζεται «θάλασσα Χενέρεθ» (p). Το όνομα Γεννησαρέτ ήταν και όνομα της ευφορότατης πεδιάδας που απλωνόταν σε πλάτος λεύγας περίπου κατά την δυτική όχθη της λίμνης. Το όνομα αυτό μπορεί να σημαίνει κήπος ηγεμόνων ή κήπος πλούτου. Ίσως για το τελευταίο τροποποίησε σκόπιμα το αρχικό όνομα Χενέρεθ στο Γεννησαρέτ (g). Σημείωσε πόσο λίγες ευκολίες είχε ο Χριστός, όταν κήρυττε. Στεκόταν κοντά στη λίμνη Γεννησαρέτ, στο ίδιο επίπεδο με το πλήθος, ώστε αυτοί που συνωθούνταν γύρω του δεν μπορούσαν να τον δουν ή και να τον ακούσουν. Χανόταν μεταξύ τους και επειδή καθένας προσπαθούσε να τον πλησιάσει, δημιουργούνταν συνωστισμός, εξαιτίας του οποίου κινδύνευαν να πέσουν μέσα στα νερά της λίμνης

5.2 καὶ εἶδε δύο πλοῖα(1) ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀπ᾽ αὐτῶν(2) ἀποβάντες απέπλυναν(3) τὰ δίκτυα(4).
2 είδε δύο ψαροκάικα στην άκρη της λίμνης. Οι ψαράδες είχαν κατεβεί απ’ αυτά και έπλεναν τα δίχτυα.
(1) «Το ένα ήταν του Σίμωνα και του Ανδρέα, το άλλο του Ιακώβου και του Ιωάννη. Διότι ήταν συνέταιροι στο ψάρεμα, όπως θα βρούμε να λέγεται στη συνέχεια» (Ζ). Αφού από τις όχθες του Ιορδάνη επέστρεψαν μαζί με τον Ιησού οι μαθητές αυτοί, επέστρεψαν στους κόλπους των οικογενειών τους και ξανάπιασαν το προηγούμενο βιοποριστικό τους επάγγελμα (g). Είχαν συνομιλήσει οι ψαράδες αυτοί με τον Ιησού, όταν ακόμη ο Ιωάννης βάπτιζε και λίγο χρόνο μετά την βάπτιση του Ιησού από τον Ιωάννη (Ιω. α 40,41). Ήταν μαζί του στην Κανά της Γαλιλαίας (Ιω. β 2) και στην Ιουδαία (Ιω. δ 2). Δεν είχαν όμως κληθεί ακόμη οριστικά από τον Κύριο και για αυτό τους βλέπουμε τώρα να ασκούν το βιοποριστικό έργο τους. Η περίπτωση αυτή μας υπενθυμίζει, ότι προηγείται η μαθητεία και επακολουθεί η κλήση στο αποστολικό αξίωμα. Ο Πέτρος για κάποιους μήνες υπήρξε υπάκουος ακροατής στη σχολή του Ιησού πριν ακόμη κληθεί να εγκαταλείψει τα πάντα και να ακολουθήσει αυτόν ως απόστολος. Εκείνοι οι οποίοι θα ήθελαν να διδάξουν τους άλλους για τον Κύριο, πρέπει πρώτα αυτοί οι ίδιοι να γνωριστούν μαζί του.
(2) Είναι αξιοσημείωτο ότι σύμφωνα με όλες τις ευαγγελικές αφηγήσεις και οι 4 αυτοί καλέστηκαν την ώρα που εργάζονταν. Ομοίως και ο Ματθαίος καλέστηκε από την εργασία του. Από αυτό θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι κανείς από τους 12 δεν κλήθηκε την ώρα που ήταν χωρίς εργασία (p).
(3) Σύμφωνα με τους δύο άλλους συνοπτικούς οι καλεσμένοι ψαράδες έριξαν δίχτυ στη θάλασσα, ενώ εδώ βεβαιώνεται, ότι έπλυναν τα δίχτυα, χωρίς να έχουν την πρόθεση να χρησιμοποιήσουν αυτά για ψάρεμα αμέσως. Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε, ότι οι δύο άλλοι συνοπτικοί αποσιωπούν την υπερφυσική αλιεία και η αφήγησή τους μας τοποθετεί στην τελική στιγμή, κατά την οποία ο Κύριος τους καλεί να τον ακολουθήσουν (g).
(4) Δίκτυα είναι ο γενικότερος όρος για κάθε είδους δίχτυα, ενώ μερικότερα είδη αυτών είναι το αμφίβληστρον (Ματθ. δ 18) και η σαγήνη (Ματθ. ιγ 47) (p).

5.3 ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν του Σίμωνος(1), ἠρώτησεν(2) αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν(3) ὀλίγον(4), και καθίσας(5) ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους.
3 Εκείνος ανέβηκε σ’ ένα από τα ψαροκάικα, σ’ αυτό που ήταν του Σίμωνα, και τον παρακάλεσε να τραβηχτεί λίγο από την ξηρά. Κάθισε στο ψαροκάικο και απ’ αυτό δίδασκε τα πλήθη.
(1) Ακόμη και τώρα το προνόμιο των πρεσβείων αποδόθηκε στον Σίμωνα (b).
(2) Λιγότερο πιθανή ερμηνεία «λέει «ρώτησε» αντί να πει διέταξε» (Ζ). Πιο σωστά: παρακάλεσε (δ) ή ζήτησε, διότι ακόμη δεν είχε συνδεθεί με οικειότητα με τον Πέτρο (b). «Πρόσεξε λοιπόν την επιείκεια του Χριστού, πώς παρακαλάει τον Πέτρο… Διότι το «ρώτησε» να το εννοήσεις αντί για το παρακάλεσε» (Θφ).
(3) Το επανάγω όπως και το αντίθετο κατάγω είναι όροι ναυτικοί. Σημαίνει το μεν πρώτο ανεβάζω από την ξηρά στην θάλασσα που θεωρείται ψηλότερη· ενώ το δεύτερο κατεβάζω από τη θάλασσα στη χαμηλότερη ξηρά (δ).
(4) «Είχε σκοπό να διδάσκει από το πλοίο αυτούς που στέκονταν στο γιαλό και να τους έχει όλους μπροστά του και κανείς να μην έλθει από πίσω του» (Θφ). Λίγο, για να ακούγεται από τον λαό στην παραλία (δ).
(5) Πριν δίδασκε όρθιος, τώρα κάθισε, για να ξεκουραστεί και εξακολούθησε να διδάσκει.

5.4 ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπεν πρὸς τὸν Σίμωνα(1), ᾽Επανάγαγε(2) εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα(3) ὑμῶν εἰς ἄγραν(4).
4 Όταν τελείωσε την ομιλία του, είπε στο Σίμωνα: «Πήγαινε στα βαθιά και ρίξτε τα δίχτυα σας για ψάρεμα».
(1) «Επειδή δίδαξε τον όχλο από το πλοίο, δεν αφήνει χωρίς μισθό τον ιδιοκτήτη του πλοίου, αλλά τον ευεργετεί διπλά· με το ότι και πλήθος ψαριών του χάρισε και μαθητή του τον έκανε» (Θφ). «Μετά την αρκετή διδασκαλία, επειδή έπρεπε να προσθέσει στα λόγια και έργο θείο, για την ωφέλεια αυτών που έβλεπαν, πρόσταξε τον Σίμωνα να απομακρυνθεί λίγο από την ξηρά και να ρίξει το δίχτυ για ψάρεμα». «Και μέσω των αλιευτικών ασχολιών, ψαρεύει τους μαθητές· για να μάθουν ότι έχει παντοδύναμο θέλημα και η κτίση υπηρετεί τα νεύματά του που πρέπουν κατεξοχήν σε Θεό» (Κ). Ο Πέτρος στάθηκε κοντά στο Χριστό κατά το κήρυγμά του ακούγοντας αυτό με προσοχή. Ο Χριστός τώρα συνοδεύει τον Πέτρο στο αλιευτικό του έργο. Ο Πέτρος στεκόταν μαζί με το Χριστό στην ακτή και ο Χριστός τώρα στέκεται μαζί με τον Πέτρο στο βάθος της λίμνης. Εκείνοι οι οποίοι είναι σταθεροί ακόλουθοι του Χριστού, θα τον έχουν σταθερό οδηγό στη ζωή τους και στο επάγγελμά τους θα ευλογεί τα έργα τους.
(2) Το επανάγαγε σε ενικό απευθύνεται προς τον Πέτρο ως πηδαλιούχο, ενώ το ακόλουθο χαλάσατε σε πληθυντικό διότι απευθύνεται σε όλους στο πλοίο (δ).
(3) «Αν και ήξερε, ότι όλη τη νύχτα δεν ψάρεψαν τίποτα, επιτρέπει σε αυτούς να ρίξουν τα δίχτυα τώρα, ώστε, αφού γνωρίσουν τη δύναμή του πιο σίγουρα, να αποκτήσουν περισσότερη πίστη σε αυτόν και αφού απομακρυνθούν πλέον τελείως από την αλιεία, να τον ακολουθούν για πάντα» (Ζ).
(4) Ο Κύριος δεν υπόσχεται αμέσως σε αυτούς ότι θα πιάσουν ψάρια. Πρώτα βάζει σε δοκιμασία την υπακοή του Σίμωνα (b).

5.5 καὶ ἀποκριθεὶς Σίμων εἶπεν αυτω, ᾽Επιστάτα(1), δι᾽ ὅλης νυκτὸς(2) κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν(3), ἐπὶ δὲ τῷ ῥήματί σου(4) χαλάσω το δίκτυον(5).
5 Ο Σίμων του αποκρίθηκε: «Διδάσκαλε, όλη τη νύχτα παιδευόμασταν και δεν πιάσαμε τίποτε· επειδή όμως το λες εσύ, θα ρίξω το δίχτυ».
(1) Μόνος ο Λουκάς χρησιμοποιεί τη λέξη επιστάτης (η 24,45,θ 33,49,ιζ 13) και πάντοτε απευθύνεται στο Χριστό. Ουδέποτε χρησιμοποιεί το συνηθισμένο στα άλλα ευαγγέλια και ιδιαίτερα στο τέταρτο ραββεί, το οποίο δεν θα ήταν πολύ κατανοητό στους εθνικούς (p). Επιστάτης σημαίνει, αυτός που στέκεται πάνω σε κάποιον, και μεταφορικά αυτός που επιτηρεί και διευθύνει κάποια υπόθεση, ο έφορος και φύλακας (ποιμνίου, βοδιών=ποιμένας, βουκόλος, παιδιών=παιδαγωγός), και από αυτό κατέληξε να σημαίνει τον διδάσκαλο (δ).
(2) Υπάρχει και η γραφή: δι’ όλης νυκτός=για νύχτα ολόκληρη. Δι όλης της νυκτός=της προηγούμενης (δ). Ολόκληρη τη νύχτα, η οποία είναι ο καταλληλότερος χρόνος για ψάρεμα (p). Όταν ο Κύριος μπήκε στο πλοίο του Πέτρου, αυτός είχε αγρυπνήσει όλη τη νύχτα και θα μπορούσε να δικαιολογηθεί, ότι είχε ανάγκη ύπνου και δεν ήταν σε θέση να ακούσει το λόγο. Αλλά ο Πέτρος είχε τόσο πόθο να ακούσει τον λόγο του Κυρίου, ώστε κάθε νύστα τινάζεται από τα μάτια του και η προθυμία να ακούσει τον διδάσκαλο δίνει σε αυτόν νέες δυνάμεις.
(3) «Πόσο υπάκουος ήταν ο Πέτρος… διότι μόλις του είπε να ξαναπάει στα βαθιά, δεν δυσανασχέτησε, ούτε είπε, Αφού όλη τη νύχτα κοπίασα και δεν κέρδισα τίποτα, τώρα θα πειστώ σε σένα, και θα ρίξω τον εαυτό μου σε δεύτερους κόπους; Τίποτα από αυτά δεν είπε» (Θφ). Είχε κοπιάσει μάταια. Είναι συγκινητικό να βλέπει κάποιος ανθρώπους που ασκούν με επιμέλεια το έργο τους και δεν αποκάμνουν και όταν ακόμη οι μόχθοι τους σε αυτό δεν ανταμείβονται επαρκώς. Οι ψαράδες αυτοί, οι οποίοι αποδεικνύονταν τόσο επιμελείς και ακούραστοι, προσείλκυσαν την συμπάθεια και την εύνοια του Ιησού. Αποδεικνύονταν τώρα και κατάλληλοι για να προτιμηθούν ως καλοί στρατιώτες Ιησού Χριστού, εφόσον με τόση καρτερία υπέμεναν και τους μόχθους του έργου τους. Σημείωσε ακόμη, ότι και εκείνοι, οι οποίοι δείχνουν μεγάλη επιμέλεια στην άσκηση του έργου τους, συχνά αντιμετωπίζουν απογοητεύσεις στις αποδόσεις του. Ο Θεός μάς θέλει επιμελείς, αλλά και να εξαρτιόμαστε εξ’ ολοκλήρου από αυτόν και όχι να προθυμοποιούμαστε από τα κέρδη που επιτυγχάνονται σε αυτόν τον κόσμο. Οφείλουμε να πράττουμε το καθήκον μας και να αφήνουμε όλα τα άλλα στην πρόνοιά του.
(4) Στηριζόμενος στο λόγο σου (δ). Ο Πέτρος αισθάνθηκε τη δύναμη των λόγων του Ιησού (b). «Τόσο ήταν θερμός στην πίστη ο Πέτρος και πριν την πίστη» (Θφ). Την ίδια πίστη στο λόγο του Χριστού επέδειξε και στο Ματθ. ιδ 28, όταν είπε στον Κύριο «διάταξέ με να έλθω σε σένα πάνω στα νερά» (b). Ο Πέτρος είχε αγρυπνήσει και είχε κοπιάσει όλη τη νύχτα. Όταν όμως ο Χριστός διατάζει, είναι βέβαιος ότι θα ανανεωθούν οι δυνάμεις του και ακούραστος θα ξαναπιάσει τη συνέχιση του έργου. Και για τον λόγο του Κυρίου ρίχνει και πάλι το δίχτυ. Οι διάκονοι του ευαγγελίου οφείλουν να επιμένουν να ρίχνουν το δίχτυ και όταν ακόμη αφού κοπιάζουν πολύ δεν συλλαμβάνουν σε αυτό τίποτα. Ακριβώς μάλιστα αυτό είναι περισσότερο αξιέπαινο, το να συνεχίζουμε ακούραστοι το έργο του ευαγγελίου παρόλο που δεν βλέπουμε καρπούς από τους κόπους μας. Αρκεί να ακολουθούμε τις οδηγίες, τις οποίες λαμβάνουμε από τον λόγο του Κυρίου και το έργο της πνευματικής αλιείας μας στο τέλος θα επιστεφθεί από επιτυχία ασφαλή και πλούσια.
(5) Η πρόθυμη υπακοή του Πέτρου στο παράγγελμα του Κυρίου, που εκδηλώθηκε κάτω από τέτοιες αποθαρρυντικές προβλέψεις επιτυχίας, συχνά από τότε είχε μιμητές στην πίστη και πείρα πλήθους χριστιανών, οι οποίοι σε παρόμοιες περιστάσεις απέλπιδας προσπάθειας εμμένουν παρ’ όλα αυτά στην καρτερική υπακοή στις θείες εντολές. Οσοδήποτε στερημένη από ελπίδα και αν παρουσιάζεται στα μάτια των αισθήσεων η εμμονή στο καθήκον, η φωνή των καρδιών μας πρέπει να είναι εκείνη του Πέτρου: «για τον λόγο σου όμως θα ρίξω το δίχτυ» (ο).

5.6 καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν(1) πλῆθος ἰχθύων πολύ(2), διερρήγνυτο(3) δὲ το δίκτυον αὐτῶν(4).
6 Το έριξαν κι έπιασαν πάρα πολλά ψάρια, τόσα που το δίχτυ τους άρχισε να σκίζεται.
(1) Έκλεισαν μαζί στο δίχτυ (δ).
(2) Το θαύμα αυτό αναμφίβολα δεν ήταν πράξη δημιουργίας, αλλά υπερφυσικής γνώσης. Ο Ιησούς μπορούσε υπερφυσικά να γνωρίζει, ότι το πλήθος εκείνο των ψαριών βρισκόταν στο μέρος αυτό της λίμνης. Είναι δυνατόν επίσης με ενέργεια της θέλησης του Ιησού να μαζεύτηκαν εκεί τα ψάρια (g). Το μάτι του Ιησού μπορούσε να εισδύσει στα βάθη της λίμνης της Γαλιλαίας. Ήξερε ακριβώς που και πότε θα βρίσκονταν τα ψάρια. Εκείνος ο οποίους μπορούσε να γνωρίσει τα μυστικά της λίμνης της Γαλιλαίας, μπορούσε ομοίως να γνωρίσει και τα μυστικά της καρδιάς του Πέτρου. Για αυτό μπροστά του ο Πέτρος συντρίβεται.
(3) Λόγω του βάρους από το πλήθος των ψαριών (δ). «Στο όνομα του Χριστού κατέβασαν το δίχτυ, και αμέσως το είχαν γεμάτο από αυτά που έπιασαν· έτσι ώστε, με παράδειγμα ολοκάθαρο και μέσα από αυτό που παράδοξα τελέστηκε, σαν σύμβολο και προεικόνιση, να πληροφορηθούν, ότι δεν θα είναι χωρίς μισθό ο κόπος τους, ούτε άκαρπος ο ζήλος που θα δείξουν όταν θα απλώσουν το δίχτυ της ευαγγελικής μύησης, αλλά σε αυτό το δίχτυ θα μαζέψουν από όλα τα μέρη και με σιγουριά τις αγέλες των εθνών» (Κ).
(4) Υπάρχει και η γραφή: διερρήσσετο δε τα δίκτυα αυτών. Λίγα επίσης άλλα χειρόγραφα προσθέτουν στο τέλος «ώστε μη δύνασθαι αναγαγείν αυτό». Το πολύ πλήθος των ψαριών ήταν η αμοιβή της πρόθυμης υπακοής των μαθητών. Υπήρξε η δικαίωση της αδιάψευστης πεποίθησής τους στον Ιησού. Κανείς δεν ήλπισε σε αυτόν και ντροπιάστηκε. Ήταν η αποζημίωσή τους, διότι έθεσαν το χρόνο τους και το πλοίο τους στη διάθεση του Ιησού, για να τα μεταχειριστεί αυτός όπως ήθελε. Αυτό θα τους έπειθε, ότι κανείς ποτέ δεν θα βρισκόταν στο τέλος ζημιωμένος ή χαμένος, εφόσον θα έθετε τον εαυτό του στην υπηρεσία του Χριστού. Και προπαντός θα ενθαρρυνόταν έτσι ο Πέτρος και οι συνέταιροί του, ώστε με όλη τους την καρδιά να αναλάβουν το έργο του λόγου, το οποίο τώρα τους ανέθετε. Στη νέα τους αυτή διακονία διδάχτηκαν τώρα, ότι χωρίς τον Ιησού δεν θα πετύχαιναν τίποτα, ενώ μαζί με Αυτόν και με τη βοήθειά του θα πετύχαιναν τα πάντα. Κενά δίχτυα χωρίς την ευλογία του. Γεμάτα δίχτυα, για όσο η ευλογία αυτή θα τους συνόδευε.

5.7 καὶ κατένευσαν(1) τοῖς μετόχοις(2) τοις ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι(3) αὐτοῖς· καὶ ἦλθον, καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα ὥστε βυθίζεσθαι(4) αὐτά.
7 Με νεύματα ειδοποίησαν τους συνεταίρους τους, που ήταν στο άλλο πλοίο να έρθουν να τους βοηθήσουν. Εκείνοι ήρθαν και γέμισαν και τα δύο ψαροκάικα σε σημείο που να κινδυνεύουν να βυθιστούν.
(1) «Τους προσκάλεσαν με νεύμα» (Ζ). Λιγότερο πιθανή ερμηνεία «επειδή δεν μπορούσαν να μιλήσουν από την έκπληξη και το φόβο» (Ζ). Επειδή βρίσκονταν σε κάποια απόσταση και για λόγους ευπρέπειας (b) απέφυγαν να βγάλουν κραυγές ισχυρές. Το άλλο πλοίο βρισκόταν ακόμη κοντά στην ακτή (σ. 2), διότι σε μόνο τον Σίμωνα είπε ο Κύριος να ξαναπάει το πλοίο του στο βάθος (p).
(2) «Μετόχους λέει τους συνεταίρους» (Ζ). Δεδομένου ότι το δίχτυ κόστιζε γύρω στα 600 χρυσά φράγκα και για τη διατήρησή του απαιτούνταν δαπάνη περισσότερο από 100 φράγκα, συχνά συνεταιρίζονταν δύο ή περισσότεροι ψαράδες, συνήθως αδελφοί ή συγγενείς για την απόκτηση διχτύων, και μοίραζαν τα προϊόντα της αλιείας μεταξύ τους ανάλογα με το ποσό που έβαλε ο καθένας (L).
(3) Δες Φιλ. δ 3=για να πιάσουν μαζί, για να τους βοηθήσουν (δ).
(4) Είχαν βυθιστεί πολύ στο νερό της λίμνης λόγω του βάρους των ψαριών (b) και υπήρχε κίνδυνος το νερό να μπει σε αυτά (δ).

5.8 ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος(1) προσέπεσε τοῖς γόνασιν(2) ᾽Ιησοῦ λέγων, ῎Εξελθε ἀπ᾽ ἐμοῦ(3), ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός(4) εἰμι, κύριε(5)·
8 Όταν ο Σίμων Πέτρος είδε τι έγινε, έπεσε στα γόνατα του Ιησού και του είπε: «Βγες από το καΐκι μου, Κύριε, γιατί είμαι άνθρωπος αμαρτωλός».
(1) «Κατάλαβε (ο Πέτρος) ότι ενήργησε το πρόσταγμά του με παράδοξο τρόπο και ότι είναι θείος και υπερφυσικός άνθρωπος» (Ζ). Η ένσταση, ότι ο Πέτρος υπήρξε μάρτυρας και της θεραπείας της πεθεράς του, όπως και άλλων θαυμάτων, και συνεπώς δεν εξηγείται η έκπληξη που τώρα εκδηλώνει, παρουσιάζεται αβάσιμη. Συχνά συμβαίνει κάποιο γεγονός να αγγίζει την καρδιά ζωηρότερα από όσο άλλα παρόμοια με αυτό που προηγήθηκαν, τα οποία χωρίς να αφήσουν αυτήν αναίσθητη, προετοίμασαν αυτήν, για να δεχτεί ζωηρότερα τώρα την εντύπωση. Επιπλέον το παρόν θαύμα υπήρξε θαύμα στο επάγγελμα του Πέτρου και για αυτό προκάλεσε ειδική εντύπωση σε αυτόν, ακριβώς όπως και η θεραπεία νόσου ανίατης θα έκανε ειδική εντύπωση σε γιατρό (p). Ο Πέτρος γνώριζε καλά τη λίμνη και για πολλά ίσως χρόνια είχε εργαστεί σε αυτήν ως ψαράς, ουδέποτε όμως είχε δει μία τέτοια επιτυχία στο ψάρεμα. Και για αυτό τώρα δεν μπορούσε να μπει στον πειρασμό να μειώσει το θαύμα, αλλά τελείως αντιθέτως ήταν περισσότερο από κάθε άλλον σε θέση να εκτιμήσει αυτό.
(2) Έπεσε στα γόνατα του Ιησού. Η φράση είναι κλασική και συναντιέται και στους κλασικούς συγγραφείς.
(3) «Επειδή θεώρησε τον εαυτό του ανάξιο από πολλή ευλάβεια και σεβασμό, αρνιόταν την παρουσία του» (Ζ) και παρακαλούσε «τον Ιησού να μην είναι στο πλοίο, λέγοντας τον εαυτό του αμαρτωλό» (Θφ). Σε εκείνους, τους οποίους ο Χριστός έχει πρόθεση να δεχτεί στην πιο άμεση και στενή γνωριμία μαζί του, κάνει πρωτίστως αισθητό, ότι πρέπει να τηρούν τον εαυτό τους σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απόσταση από αυτόν. Πρέπει όλοι να ομολογούμε τους εαυτούς μας αμαρτωλούς και να συναισθανόμαστε, ότι είναι άξιο ο Κύριος να φύγει μακριά από εμάς. Αλλά συγχρόνως οφείλουμε να πέφτουμε στα γόνατά του και να τον παρακαλούμε ταπεινά να μην φύγει. Διότι αλίμονο σε μας, εάν μας εγκαταλείψει!. Αλίμονο, εάν ο Σωτήρας απομακρυνθεί από τον αμαρτωλό.
(4) Όσες φορές η θεία δύναμη γίνει εμφανής σε μας με έκτακτα γεγονότα, αφυπνίζεται σε μας η συναίσθηση της αμαρτωλότητάς μας και κυριευόμαστε από φόβο (g). «Για αυτό και ο Πέτρος, επειδή θυμήθηκε τα προηγούμενα αμαρτήματα, τρέμει και φοβάται και ως μη αγνός, δεν έχει θάρρος να υποδεχτεί τον καθαρό λόγω δειλίας αξιέπαινης» (Κ). Και οι καλύτεροι των ανθρώπων είναι αμαρτωλοί και πρέπει να είναι έτοιμοι να ομολογήσουν αυτό σε οποιαδήποτε περίσταση και προπαντός μπροστά στον Ιησού Χριστό. Διότι σε ποιον άλλον παρά σε αυτόν, ο οποίος ήλθε στον κόσμο «να σώσει αμαρτωλούς» μπορούμε οι αμαρτωλοί να προσφύγουμε;
(5) Το Επιστάτα που λέχθηκε προηγουμένως, αντικαθίσταται τώρα με το Κύριε, το οποίο ανταποκρίνεται πληρέστερα στα ευλαβικά συναισθήματα από τα οποία κατέχεται τώρα ο Πέτρος (g). Του επιστάτου οι διαταγές εκτελούνται, του Κυρίου όμως η αγιότητα προκαλεί τον αγωνιώδη φόβο. Δες Δαν. ι 16,17 (p). Οι εκδηλώσεις αυτές του Πέτρου συμφωνούν πλήρως με τα όσα γνωρίζουμε για τον χαρακτήρα του. Αντί να παρατηρήσει με χαρά τα πιασμένα ψάρια, κυριεύτηκε από τέτοια συναίσθηση για την αναξιότητα του να βρίσκεται μπροστά σε πρόσωπο τόσο υπέροχο, ώστε γονατιστός και γεμάτος ταπείνωση παρακαλεί τον Κύριο να βγει από το πλοίο. Καθένας που διαβάζει την απλή και συγκινητική αυτή εξομολόγηση του Πέτρου, θυμάται τα λόγια τα οποία ο Ιώβ είπε μπροστά στον Κύριο: «Κύριε, πριν σε άκουγα με τα αυτιά μου, τώρα όμως τα μάτια μου σε είδαν. Για αυτό κάκισα τον εαυτό μου και έλιωσα και θεωρώ τον εαυτό μου χώμα και στάχτη» (Ιωβ μβ 5-6) (ο). Είναι αξιοσημείωτο ότι όταν ο Θεός κάλεσε μερικούς από τους μεγαλύτερους και διαπρεπέστερους διακόνους του για ορισμένη αποστολή, άρχισε από το να παρέχει σε αυτούς την αποκάλυψη του εαυτού τους και της κατάστασής τους με την εμφάνιση της δόξας του και του μεγαλείου του σε αυτούς. Έτσι όταν εμφανίστηκε στον Μωϋσή στη βάτο, το πρώτο αποτέλεσμα της εμφάνισης αυτής υπήρξε, ότι ο Μωϋσής έτρεμε και δεν τολμούσε να ατενίσει προς την βάτο. Και το τελικό αποτέλεσμα υπήρξε να φωνάξει ο Μωϋσής: «Κύριε δεν είμαι ικανός να μιλώ όχι από χθες ή προχθές, ούτε αφότου άρχισες να μιλάς σε μένα τον δούλο σου· είμαι αδύναμος στην ομιλία και βραδύγλωσσος» (Εξοδ. δ 10). Και ο Πέτρος τώρα με το θαύμα αναγνωρίζει την θεότητα του Ιησού. Αλλά το φως της θεότητας αυτής αντανακλά συγχρόνως και στην καρδιά του και αποκαλύπτει τον εαυτό του σε αυτόν, όσο ουδέποτε άλλοτε ο Πέτρος είχε γνωρίσει τον εαυτό του. Έτσι αφού γνώρισε ο Πέτρος και τον εαυτό του και τον Κύριό του ετοιμάστηκε για την αποστολική κλήση του.

5.9 θάμβος γὰρ(1) περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ(2) ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ(3) τῶν ἰχθύων ᾗ
συνέλαβον,
9 Αυτά τα είπε γιατί είχε κυριευτεί από δέος, αυτός και όλοι όσοι ήταν μαζί του, για τα πολλά ψάρια που είχαν πιάσει.
(1) Ο λόγος για τον οποίο ο Πέτρος φοβήθηκε την παρουσία του Κυρίου, ήταν η μεγάλη έκπληξη η οποία τον κυρίευσε για την πρωτοφανή εκείνη αλιεία των ψαριών.
(2) «Διότι ήταν λογικό να έχει μαζί του όχι μόνο τον αδελφό του τον Ανδρέα, αλλά και ανθρώπους που μίσθωνε» (Ζ).
(3) Ή, για τα πιασμένα ψάρια, οπότε παίρνουμε τη λέξη άγρα με παθητική έννοια και με τη σημασία του πράγματος που πιάστηκε (δ). Ή, και με ενεργητική έννοια το πιάσιμο, την σύλληψη των ψαριών, την οποία είχαν επιτύχει (L). Εάν όμως το «ᾗ συνέλαβον» είναι πιο σωστή γραφή από το «ὧν συνέλαβον», τότε το άγρα πιο σωστό είναι να το πάρουμε με παθητική έννοια (p).

5.10 ὁμοίως δὲ καὶ ᾽Ιάκωβον καὶ ᾽Ιωάννην(1) υἱοὺς Ζεβεδαίου, οι ἦσαν κοινωνοὶ(2) τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα(3) ὁ ᾽Ιησοῦς, Μὴ φοβοῦ(4)· ἀπὸ τοῦ νῦν(5) ἀνθρώπους(6) ἔσῃ(7) ζωγρῶν(8).
10 Το ίδιο συνέβη και με τα παιδιά του Ζεβεδαίου, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, που ήταν συνεργάτες του Σίμωνα. Ο Ιησούς τότε είπε στο Σίμωνα: «Μη φοβάσαι, από τώρα θα ψαρεύεις ανθρώπους».
(1) Για πρώτη φορά αναφέρονται σε αυτό το ευαγγέλιο.
(2) Το «μέτοχοι» που χρησιμοποιήθηκε πριν, αντικαθίσταται για την ποικιλία του ύφους με το «κοινωνοί». Το μέτοχοι δηλώνει μάλλον συμμετοχή στο επάγγελμα, ενώ το δεύτερο και προσωπική σχέση (L).
(3) Μίλησε ειδικά στον Σίμωνα, αν και όχι αποκλειστικά σε αυτόν, επειδή ο Σίμων απηύθυνε σε αυτόν τον λόγο (b).
(4) Η συναίσθηση για την αναξιότητά του, την οποία είχε κατά τη στιγμή εκείνη ο Σίμων, ήταν λόγος για να ξαναπάρει θάρρος (p). Όσο περισσότερο δεν άρεσε στον Πέτρο ο εαυτός του, τόσο περισσότερο γινόταν αρεστός στο Θεό (Grotius).
(5) «Από τώρα, αφού θα μεταβληθεί η αλιευτική σου τέχνη, θα ψαρεύεις ανθρώπους» (Ζ). Από τον τωρινό καιρό, τώρα που σε καλώ στην αποστολική διακονία (δ), δεν θα μεταβάλλεις επάγγελμα, αλλά το επάγγελμα θα αλλάξει αντικείμενο (g)· αντί για ψάρια θα ψαρεύεις ανθρώπους.
(6) «Η πλούσια ψαριά των ψαριών, ήταν σύμβολο της πλούσιας ψαριάς των ανθρώπων και προμήνυμα του πολλού πλήθους αυτών που επρόκειτο να σαγηνευτούν από τους Αποστόλους, των οποίων την αισθητή αλιεία την μετέτρεψε ο Χριστός σε πνευματική» (Ζ).
(7) Ο αναλυμένος μέλλοντας δηλώνει διαρκή κατάσταση.
(8) =θα συλλαμβάνεις ζωντανούς ανθρώπους (Βέζας). Επίτηδες εκλέχτηκε η λέξη για να δηλώσει ότι το ψάρεμα αυτό καμία βλάβη δεν θα επιφέρει στη ζωή αυτού που ψαρεύεται (δ).

5.11 καὶ καταγαγόντες(1) τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν ἀφέντες άπαντα(2) ἠκολούθησαν(3) αὐτῷ.
11 Ύστερα, αφού τράβηξαν τα ψαροκάικα στη στεριά, άφησαν τα πάντα και τον ακολούθησαν.
(1) Από το βάθος της λίμνης όπου συντελέστηκε το ψάρεμα, επανέφεραν τα πλοία στην ξηρά (δ). Όπως το επαναγαγειν του σ. 3, έτσι και το κατάγειν τα πλοία είναι ναυτική έκφραση συχνή στις Πράξ. θ 30,κβ 30,κγ 15,20, κλπ)(p).
(2) Ακόμη και τα ψάρια που είχαν πιάσει (b). Αντί να τρέξουν στην αγορά και να πουλήσουν τα πιασμένα ψάρια και να εκμεταλλευτούν έτσι χρηματικά όσο το δυνατόν περισσότερο το θαύμα που συντελέστηκε, περιφρόνησαν όλα και ακολούθησαν το Χριστό πρόθυμοι να υπηρετήσουν τα πνευματικά συμφέροντα, για τα οποία ενδιαφερόταν ο Κύριος, και όχι τα επίγεια και εφήμερα. Εγκατέλειψαν τα πάντα και ακολούθησαν το Χριστό ακριβώς τότε, όταν είχαν μπροστά τους ασυνήθιστη επιτυχία στο βιοτικό τους επάγγελμα και είχαν στα χέρια τους ευτυχία υλική, που πολλοί θα την ονειρεύονταν. «Αν ρέει ο πλούτος, μην προσκολλάτε την καρδιά σας». Αυτό θυμήθηκαν οι ψαράδες αυτοί και προτίμησαν από τον υλικό πλούτο τον πολύτιμο και αιώνιο μαργαρίτη.
(3) Παρόλο που η πρόσκληση απευθύνθηκε στο Σίμωνα, πολλά πρόσωπα παρουσιάζονται ότι ακολούθησαν το Χριστό, εγκαταλείποντας τα πάντα, όπως αρμόζει σε πρόσωπα που οριστικά αποσπάστηκαν από τα εγκόσμια (L). Το έργο της χριστιανικής διακονίας απαιτεί συγκέντρωση και αφοσίωση του όλου ανθρώπου στο έργο αυτό. Για αυτό και οι πρώτοι αυτοί απόστολοι «αφήνοντας τα πάντα τον ακολούθησαν». Η χειροτονία τους έγινε αργότερα, αλλά η αποδοχή της κλήσης τους έγινε τώρα και εκδηλώθηκε με την απομάκρυνσή τους από τα συνηθισμένα τους έργα και τις συνηθισμένες τους επιδιώξεις.

Στίχ. 12-16. Η θεραπεία του λεπρού.
5.12 Καὶ ἐγένετο(1) ἐν τῷ εἶναι αὐτὸν ἐν μιᾷ τῶν πόλεων καὶ ἰδοὺ(2) ἀνὴρ πλήρης λέπρας(3)· καὶ ἰδὼν τὸν ᾽Ιησοῦν πεσὼν ἐπὶ πρόσωπον ἐδεήθη(4) αὐτοῦ λέγων(5), Κύριε, ἐὰν θέλῃς(6) δύνασαί(7) με καθαρίσαι(8).
12 Ο Ιησούς βρισκόταν κάποτε σε μια πόλη. Ένας άνθρωπος γεμάτος λέπρα, μόλις τον είδε, έπεσε με το πρόσωπο στη γη και τον παρακαλούσε: «Κύριε, αν θέλεις, μπορείς να με καθαρίσεις από τη λέπρα».
(1) Δες Ματθ. η 1-4 και Μάρκ. α 40-45 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις. Μόνος από τους 3 συνοπτικούς ο Ματθαίος καθορίζει τον χρόνο στον οποίο έγινε το θαύμα αυτό, δηλαδή μετά την επί του όρους ομιλία. Η τελευταία αυτή ένδειξη είναι τόσο σαφής, ενώ οι σχετικά με τον χρόνο αυτόν ενδείξεις των άλλων δύο συνοπτικών τόσο αόριστες, ώστε δεν μπορούμε παρά να παραχωρήσουμε την προτίμησή μας στον Ματθαίο (g).
(2) Το «και ιδού» είναι απόδοση του προηγούμενου «και εγένετο». Η σύνταξη και οι λέξεις αποτελούν εβραϊκό τρόπο έκφρασης μάλλον παρά αραμαϊκό (L). Το και ιδού περιγράφει την έκπληξη που προκλήθηκε από την αιφνίδια και τρομακτική έλευση του λεπρού, που παραβίασε τις διατάξεις του νόμου (g). «Διότι ο νόμος του Μωϋσή διακηρύττει ότι είναι μολυσμένος ο λεπρός· και είχε προστάξει να διώχνεται ως ακάθαρτος έξω από το στρατόπεδο» (Κ).
(3) Γεμάτος με το εξάνθημα, το οποίο ήταν χαρακτηριστικό της νόσου (δ). Το κακό δηλαδή ήταν πολύ προχωρημένο (g). Η λεπτομέρεια αυτή παρέχεται από μόνο τον αγαπητό ιατρό (p). Το πλήρης συναντιέται συχνά στους γιατρούς μαζί με πάθηση θανατηφόρα, την φράση όμως πλήρης λέπρας δεν την συνάντησε ο Hobart (L).
(4) Με εξαίρεση το Ματθ. θ 38, το ρήμα είναι αποκλειστικό στην Κ.Δ. στον Λουκά και τον Παύλο (p).
(5) «Αξίζει κάθε έπαινο η πίστη αυτού που πλησίασε· διότι έδωσε μαρτυρία, ότι όλα μπορεί να τα κατορθώσει ο Εμμανουήλ, και ζητά να ελευθερωθεί με νεύματα που πρέπουν σε Θεό, παρόλο που η ασθένεια δεν ήταν θεραπεύσιμη· διότι η λέπρα δεν ξέρει να υποχωρεί μπροστά στην εμπειρία των γιατρών. Αλλά έχω δει, λέει, να διώχνονται με εξουσία θεϊκή οι ακάθαρτοι δαίμονες και άλλους να απαλλάσσονται από πολλές ασθένειες. Κατάλαβα, ότι αυτού του είδους τα πράγματα γίνονται από κάποιο θείο και ακαταμάχητο χέρι» (Κ).
(6) Ίσως είναι αυτό χαρακτηριστικό της ατελούς ακόμη γνώσης του λεπρού σχετικά με το Χριστό, ο οποίος πιστεύει μάλλον στη δύναμη παρά στην αγαθότητα του Χριστού (p).
(7) Η λέπρα θεωρούνταν ως άμεση τιμωρία του Θεού (g). Ο λεπρός λοιπόν είχε χτυπηθεί από το Θεό και ανθρώπινο χέρι δεν μπορούσε να απομακρύνει αυτό το χτύπημα (p). «Είναι αξιοθαύμαστος λοιπόν ο λεπρός, διότι έχοντας ιδέα για τον Κύριο που πρέπει σε Θεό, λέει, Εάν θέλεις, μπορείς να με καθαρίσεις. Διότι αυτό δείχνει ότι είχε φρόνημα για το Χριστό ότι είναι Θεός. Διότι δεν τον πλησίαζε ως γιατρό (διότι η λέπρα δεν αντιμετωπιζόταν από ιατρικά χέρια), αλλά ως Θεό. Διότι σε αυτόν μόνο ανήκει το να θεραπεύει τέτοια νοσήματα» (Θφ).
(8) Μη λησμονούμε, ότι και η αμαρτία μπορεί να χαρακτηριστεί ως λέπρα της ψυχής. Είμαστε λοιπόν και εμείς λεπροί. Και είναι για αυτό ανάγκη να δούμε τον Χριστό, να κάνουμε γνωστό σε αυτόν το νόσημά μας, να ταπεινωθούμε μπροστά του, όπως αυτός ο λεπρός, ο οποίος έπεσε μπρούμυτα παρακαλώντας τον Ιησού. Γεμάτοι επίσης ντροπή για την λέπρα μας αυτή, από την οποία από δική μας θέληση μολυνθήκαμε, να ομολογήσουμε σε αυτόν συντετριμμένοι την ακαθαρσία μας και να εκφράσουμε θερμά τον πόθο μας να καθαριστούμε από αυτήν. Και με πίστη ακράδαντη, ότι αυτός μπορεί, αλλά και θέλει να μας θεραπεύσει, να του πει ο καθένας μας: Κύριε, «μπορείς να με καθαρίσεις», αν και είμαι γεμάτος λέπρα.

5.13 καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα(1) ἥψατο(2) αὐτοῦ ειπών, Θέλω, καθαρίσθητι· καὶ εὐθέως(3) ἡ λέπρα ἀπῆλθεν ἀπ᾽ αὐτοῦ(4).
13 Εκείνος άπλωσε το χέρι του, τον άγγιξε και είπε: «Θέλω· να καθαριστείς από τη λέπρα». Αμέσως η λέπρα έφυγε από πάνω του.
(1) Αξιοσημείωτη και η επόμενη παρατήρηση: «Εσύ όμως θαύμασε, σε παρακαλώ, εδώ, τον Χριστό που ενεργεί ταυτόχρονα θεϊκά και σωματικά· διότι είναι θεϊκό, από τη μία, το να θέλει με τέτοιο τρόπο, ώστε να του πραγματοποιούνται όλα όσα θέλησε· είναι ανθρώπινο, από την άλλη, το ότι απλώνει το χέρι. Ένας λοιπόν θεωρείται ο Χριστός, αποτελούμενος από δύο (φύσεις), έστω και αν έγινε σάρκα ο Λόγος» (Κ).
(2) Η επαφή αυτή του Ιησού υποβοήθησε την πίστη του λεπρού (p).
(3) Και οι 3 συνοπτικοί γράφουν ευθέως ή ευθύς, δείχνοντας, ότι ο Ιησούς δεν προετοίμασε απλώς τα πράγματα, ώστε μέσω της φυσικής οδού να συντελεστεί η θεραπεία, αλλά θεράπευσε με τη μία τον λεπρό με το άγγιγμά του (p).
(4) Μία λέξη, μία επαφή από τον Χριστό και το παν συντελέστηκε και για μας. Εάν ο Χριστός πει: Θέλω, να δικαιωθείς, Θέλω, αγιάσου, ο λόγος θα γίνει έργο αμέσως. Διότι έχει εξουσία πάνω στη γη να συγχωρεί αμαρτίες και να δίνει Πνεύμα Άγιο στους ανθρώπους.

5.14 καὶ αὐτὸς παρήγγειλεν αὐτῷ μηδενὶ εἰπεῖν(1), ἀλλὰ ἀπελθὼν δεῖξον σεαυτὸν τῷ ἱερεῖ, καὶ προσένεγκε περὶ τοῦ καθαρισμοῦ σου καθὼς προσέταξεν Μωϋσῆς, εἰς μαρτύριον αὐτοῖς(2).
14 Ο Ιησούς τον διέταξε να μην πει τίποτα σε κανέναν· «για να τους αποδείξεις όμως ότι θεραπεύτηκες», του λέει, «πήγαινε να δείξεις τον εαυτό σου στον ιερέα και πρόσφερε για τον καθαρισμό σου ό,τι έχει καθορίσει ο Μωυσής».
(1) Ανάμεσα στους λόγους, για τους οποίους ο Κύριος έδωσε τέτοια παραγγελία στον θεραπευμένο λεπρό, είναι και ότι θέλησε να προλάβει την ελεύθερη επικοινωνία του λεπρού με τους άλλους, πριν ακόμη αυτός κηρυχτεί αρμοδίως καθαρός. Ο θεραπευμένος θα μπορούσε να σκεφτεί, ότι εφόσον τόσο θαυμαστά θεραπεύτηκε, δεν ήταν υποχρεωμένος να υποβληθεί στις συνηθισμένες διατυπώσεις, που όριζε ο νόμος. Και εάν επικοινωνούσε ελεύθερα με τους άλλους, πριν ακόμη ο καθαρισμός του διαπιστωθεί από τους ιερείς, θα παρεχόταν λαβή στους εχθρούς του Ιησού να κατηγορούν αυτόν ότι καταργεί τον νόμο (p).
(2) Η φράση συναντιέται σε όλους τους συνοπτικούς. Διάφορες εξηγήσεις προβλήθηκαν· δηλαδή α) για να πειστούν οι ιερείς για τη θεία μου δύναμη, β) για να βεβαιωθούν οι ιερείς, ότι δεν περιφρονώ το νόμο, γ) για να πειστεί ο λαός, ότι η θεραπεία είναι πλήρης και ο λεπρός να μπορεί να δοθεί πίσω στην κοινωνία, δ) για να μπορέσει ο λαός να δει, ότι δεν αθετώ το νόμο. Εφόσον η θυσία γινόταν για μαρτυρία, η δεύτερη ή η τέταρτη εκδοχή πρέπει να προτιμηθεί. Μπορεί όμως και οι δύο να είναι ορθές (p).

5.15 διήρχετο δὲ μᾶλλον ὁ λόγος(1) περὶ αὐτοῦ, καὶ συνήρχοντο ὄχλοι πολλοὶ ἀκούειν καὶ θεραπεύεσθαι ἀπὸ τῶν ἀσθενειῶν αὐτῶν·
15 Η φήμη του, λοιπόν, απλωνόταν όλο και περισσότερο, και πλήθος ανθρώπων πήγαιναν κοντά του να τον ακούσουν και να τους θεραπεύσει απ’ τις αρρώστιες τους.
(1) Διαδιδόταν περισσότερο από όσο πριν ο λόγος για αυτόν. Μετά το θαύμα αυτό δηλαδή, ακόμη περισσότερο διαδιδόταν η φήμη του (δ). Αυτού του είδους η χρήση του διέρχομαι, για διάδοση φήμης ή κάποιου λόγου, είναι εξ’ ολοκλήρου δόκιμη και συναντιέται και στους κλασικούς (p). Όσο περισσότερο ο Ιησούς ζητούσε να κρύψει τον εαυτό του κάτω από το πέπλο της ταπεινοφροσύνης, τόσο περισσότερο γινόταν γνωστός στο λαό και η φήμη του μεγάλωνε. Διότι η τιμή είναι όμοια με σκιά, η οποία φεύγει από εκείνους, οι οποίοι την καταδιώκουν, αλλά ακολουθεί αυτούς, οι οποίοι την αποφεύγουν και αποσύρονται από αυτήν. Όσο λιγότερα λένε για τον εαυτό τους οι αγαθοί, τόσο περισσότερα λένε οι άλλοι για αυτούς.

5.16 αὐτὸς δὲ(1) ἦν(2) ὑποχωρῶν ἐν ταῖς ἐρήμοις καὶ προσευχόμενος(3).
16 Εκείνος όμως αποσυρόταν σε ερημικά μέρη και προσευχόταν.
(1) Αλλά αυτός, αντιθέτως με τα πλήθη που συνέρρεαν.
(2) Ο αναλυμένος παρατατικός φανερώνει, ότι συνεχώς έκανε αυτό ο Κύριος. «Κατάλαβε όμως (εσύ) και την ταπείνωση του Κυρίου, πώς δηλαδή, ενώ ο όχλος επιθυμούσε να τον αγγίξει, αυτός μάλλον περνούσε την ώρα του με ευχαρίστηση στις ερημιές και προσευχόταν. Με αυτόν τον τρόπο επομένως, έδινε σε όλους μας παράδειγμα και στο να προσευχόμαστε μόνοι μας και στο να αποφεύγουμε τη δόξα» (Θφ). «Πρέπει δηλαδή και εμείς, όταν κατορθώνουμε κάτι, να φεύγουμε, από τη μία, προκειμένου να μην δοξαστούμε από τους ανθρώπους, και να προσευχόμαστε, από την άλλη, ώστε να διαφυλαχτεί σε εμάς το χάρισμα» (Ζ).
(3) Ο Λουκάς φαίνεται συχνότερα από τους άλλους ευαγγελιστές να αναφέρεται στις συνήθειες αυτές της αφοσίωσης και προσευχής του Κυρίου. Αναμφίβολα ο Κύριος αποσυρόταν καθημερινά με σκοπό να αφοσιωθεί μόνος του, και όταν οι κόποι της ημέρας ήταν συνεχείς και επίπονοι, ώστε να μην του δίνουν καιρό για την κατ’ ιδίαν προσευχή, αποσυρόταν σε ώρες νυχτερινές, ώστε το καθήκον και το προνόμιο της προσευχής να μην υποστεί κάποια διακοπή (ο). Όταν διαβάζουμε και εδώ και σε πολλά άλλα χωρία, ότι ο Κύριός μας «στις ημέρες της σωματικής του ζωής» πρόσφερε προσευχές προς τον Θεό, μας ενδιαφέρει να μάθουμε για ποιο λόγο προσευχόταν ο Κύριος. Λέχθηκε, ότι προσευχόταν παρέχοντας σε μας παράδειγμα προσευχής για μίμηση. Αναμφίβολα ο Κύριος, όπως είναι πρότυπο ηθικό σε μας σε όλα, έτσι είναι και στο καθήκον της προσευχής. Αλλά δεν υπήρξε ο λόγος αυτός ο μόνος, για τον οποίο ο Κύριος προσευχόταν. Ως κεφαλή του ανθρωπίνου γένους και ιδεώδης και μοναδικός εκπρόσωπός του, ο Κύριος ήταν πραγματικός και τέλειος άνθρωπος, όπως ήταν και τέλειος Θεός. Προσευχόταν λοιπόν όπως θα προσευχόταν οποιοσδήποτε από τους δούλους του, διότι στην προσευχή υπάρχει δύναμη· υπάρχει νίκη εναντίον κάθε πειρασμού· και με αυτήν επιτυγχάνουμε την απαλλαγή από κάθε κακό και από κάθε ενοχή, από τα οποία ο Κύριος, ως απολύτως αναμάρτητος ήταν τελείως απαλλαγμένος. Εάν όμως οι καιροί προσευχής ήταν αναγκαίοι στον Κύριο, πόσο μάλλον αυτοί είναι αναγκαίοι για όλους εμάς. Διότι, όπως Αυτός υπήρξε στον κόσμο, έτσι είμαστε και εμείς. Με μόνη την διαφορά, ότι εμείς υποκείμεθα στις μολυσματικές επιδράσεις του κόσμου, από τις οποίες ο Κύριος παρέμεινε ανέπαφος· ότι το κακό στον κόσμο βρίσκει απήχηση και ανταπόκριση στις καρδιές μας, ενώ η καρδιά του Κυρίου μας, παρέμεινε απολύτως αμόλυντη και αγνή.

Στίχ. 17-26.Η ίαση του παραλύτου της Καπερναούμ.
5.17 Καὶ(1) ἐγένετο ἐν μιᾷ τῶν ἡμερῶν(2) καὶ αὐτὸς ἦν διδάσκων, καὶ ἦσαν καθήμενοι(3) Φαρισαῖοι(4) καὶ νομοδιδάσκαλοι(5) οἳ ἦσαν ἐληλυθότες(6) ἐκ πάσης κώμης(7) τῆς Γαλιλαίας καὶ ᾽Ιουδαίας καὶ ᾽Ιερουσαλήμ(8)· καὶ δύναμις κυρίου(9) ἦν εἰς τὸ ἰᾶσθαι αὐτούς(10).
17 Μια μέρα που ο Ιησούς δίδασκε, κοντά του κάθονταν Φαρισαίοι και δάσκαλοι του νόμου, οι οποίοι είχαν έρθει από κάθε χωριό της Γαλιλαίας και της Ιουδαίας, καθώς κι από την Ιερουσαλήμ. Ο Θεός τού είχε δώσει τη δύναμη να θεραπεύει τους αρρώστους.
(1) Δες Ματθ. θ 1-8 και Μάρκ. β 1-12 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις.
(2) Απολύτως αόριστη έκφραση που δεν επιτρέπει τον καθορισμό χρονολογίας. Και το «εγένετο» και το «μιᾷ τῶν ἡμερῶν» και το «δύναμις Κυρίου ἦν» είναι εκφράσεις εβραϊκές (p).
(3) Κάθονταν ως ακροατές, στους οποίους αποδιδόταν ειδική τιμή, την οποία δεν απολάμβαναν οι υπόλοιποι, οι οποίοι στέκονταν όρθιοι (b).
(4) Πρώτη φορά αναφέρει την τάξη αυτή ο Λουκάς, χωρίς κάποια επεξήγηση, προϋποθέτοντας αυτήν γνωστή στους αναγνώστες του (p).
(5) Ο όρος είναι συνώνυμος σχεδόν με το γραμματείς. Συναντιέται μόνο εδώ και στο Πράξ. ε 34 και Ά Τιμ. α 7 (p).
(6) Η παρουσία τους και η συγκέντρωσή τους στο ίδιο μέρος, έγινε κάτω από την ώθηση εχθρικών διαθέσεων εναντίον του Ιησού. «Γύρω του ήταν η συγκέντρωση των φθονερών. Και αυτοί ήταν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι. Και γινόντουσαν θεατές των παραδόξων που τελούσε και τον άκουγαν που δίδασκε» (Κ).
(7) Δηλαδή, σύμφωνα με λαϊκή υπερβολή, από πολλά μέρη της Παλαιστίνης (δ).
(8) Η παρουσία των γραμματέων της Ιερουσαλήμ βρίσκεται σε αρμονία με το προηγούμενο κήρυγμα του Ιησού σε όλη την Ιουδαία σύμφωνα με το δ 44 (L).
(9) «Δύναμη Θεού υπήρχε σε αυτόν» (Ζ). Το Κύριος χωρίς άρθρο φανερώνει τον Ιεχωβά. Δες α 11,β 9,δ 18,Πράξ. ε 19, η 26,39, ιβ 7 (p). «Δεν είχε ανθρώπινη δύναμη ώστε να θεραπεύει, αλλά θεία και ακαταμάχητη. Και οι μεν άλλοι άγιοι, άλλοτε μεν αποκτούν την δυνατότητα να κάνουν θεραπείες, άλλοτε όμως όχι. Ο Ιησούς όμως, επειδή είναι Θεός και δύναμη του Πατέρα, πάντα τους θεράπευε όλους» (Κ).
(10) Υπάρχει και η γραφή: αυτόν. Αυτούς, για τους οποίους μιλά στο σ. 15 (b). Η ίδια δύναμη ενεργεί και για θεραπεία των ψυχών εκείνων οι οποίοι με πίστη ακούνε τον λόγο του Κυρίου. Και είναι πάντοτε παρούσα και συνοδεύει τον λόγο· παρούσα σε εκείνους, οι οποίοι προσεύχονται για αυτήν και είναι έτοιμοι να δεχτούν την ενέργειά της, ανεξάρτητα του αν περικυκλώνονται αυτοί από ανθρώπους που έχουν κακή διάθεση προς τον Κύριο. Δες εδώ, ότι ο Χριστός κηρύττει τον λόγο και ξεχύνει τις ενέργειες της δύναμης που υπάρχει μέσα του, μολονότι είδε τους Φαρισαίους και τους νομοδιδάσκαλους των Ιουδαίων να κάθονται δίπλα του έτοιμοι να τον επικρίνουν και άγρυπνοι για να τον παγιδέψουν.

5.18 καὶ ἰδοὺ ἄνδρες φέροντες ἐπὶ κλίνης ἄνθρωπον ὃς ἦν παραλελυμένος(1), καὶ ἐζήτουν αὐτὸν εἰσενεγκεῖν καὶ θεῖναι ἐνώπιον αὐτοῦ.
18 Την ώρα εκείνη κάποιοι άντρες έφεραν πάνω σ’ ένα κρεβάτι έναν παράλυτο, και προσπαθούσαν να τον βάλουν μέσα στο σπίτι και να τον αποθέσουν μπροστά του.
(1) Και εδώ και οπουδήποτε ο Λουκάς αναφέρει αυτήν την ασθένεια, χρησιμοποιεί το ρήμα παραλύομαι και ουδέποτε την λέξη παραλυτικός. Αντιθέτως οι άλλοι συγγραφείς της Κ.Δ. χρησιμοποιούν τον λαϊκό τύπο παραλυτικός, με εξαίρεση της παράθεσης από τους Ο΄ στο χωρίο Εβρ. ιβ 12. Ο Λουκάς σε αυτό συμφωνεί πλήρως με τους γιατρούς συγγραφείς (p).

5.19 καὶ μὴ εὑρόντες ποίας(1) εἰσενέγκωσιν αὐτὸν διὰ τὸν ὄχλον(2) ἀναβάντες ἐπὶ τὸ δῶμα(3) διὰ τῶν κεράμων(4) καθῆκαν(5) αὐτὸν σὺν τῷ κλινιδίῳ εἰς τὸ μέσον ἔμπροσθεν τοῦ ᾽Ιησοῦ(6).
19 Επειδή δεν βρήκαν τρόπο να τον περάσουν μέσα εξαιτίας του πλήθους, ανέβηκαν στη στέγη και τον κατέβασαν ανάμεσα από τα κεραμίδια μαζί με το κρεβάτι στη μέση, μπροστά στον Ιησού.
(1) Εξυπακούεται: από (ποια) οδό. Ελλειπτική πρόταση όπως και στο Λουκ. ιθ 4 (b).
(2) Εξαιτίας της συρροής του πλήθους και όχι διαμέσου του πλήθους (p).
(3) Δώμα ονομάζεται η επίπεδη στέγη, το λεγόμενο ηλιακό ή ηλιακωτό. Δες Πράξ. ι 9 (δ). Μπορούσαν να ανεβούν εκεί είτε από γειτονική στέγη, διότι τα σπίτια επικοινωνούσαν συχνά μεταξύ τους μέσω των δωμάτων, είτε με εξωτερική σκάλα προσαρμοσμένη στον τοίχο, είτε με φορητή σκάλα για τα χαμηλά σπίτια (g).
(4) Μετά το δώμα ερχόταν η κανονική στέγη που ήταν καλυμμένη με κεραμίδια (δ). Τα κεραμίδια δεν ήταν κοίλοι πλίνθοι που προσαρμόζονται σε ξύλινο σκελετό, όπως σε εμάς, αλλά ήταν πλατιά και αρκετά μεγάλα και μερικές φορές αντί για αυτά και πέτρινες πλάκες που τοποθετούνταν σε μικρές αψίδες ή δοκάρια στηριγμένα στους τοίχους (L). Από τη λέξη εξορύξαντες, που χρησιμοποιεί άλλος ευαγγελιστής, δεν συμπεραίνουμε αναγκαστικά, ότι κάτω από τα κεραμίδια υπήρχε άργιλος ή ασβεστοκονία (p).
(5) Το ρήμα είναι αποκλειστικό στην Κ.Δ. του Λουκά (Πράξ. θ 25,ι 11,ια 5), που συχνά συναντιέται και στους κλασικούς συγγραφείς (p).
(6) «Επειδή ήταν αναγκαίο, μιας και είχε συγκεντρωθεί μεγάλο πλήθος Γραμματέων και Φαρισαίων, να γίνει κάτι από αυτά που κατεξοχήν πρέπουν σε Θεό, ώστε να ωφεληθούν αυτοί, διότι είχαν χαμηλή ιδέα για αυτόν, προνόησε να γίνει πάλι κάτι από τα θαυμαστά. Ήταν ριγμένος δηλαδή σε κρεβάτι παράλυτος άνδρας, κυριευμένος από ανίατη ασθένεια. Επειδή η ιατρική τέχνη αποδεικνυόταν ασθενής ως προς αυτό το συμβάν, μεταφέρθηκε από τους δικούς του στον ιατρό από ψηλά και από τους ουρανούς» (Κ).

5.20 καὶ ἰδὼν τὴν πίστιν αὐτῶν(1) εἶπεν αυτώ, ῎Ανθρωπε(2), ἀφέωνταί(3) σοι αἱ ἁμαρτίαι σου(4).
20 Εκείνος όταν είδε την πίστη τους είπε: «Άνθρωπέ μου, σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες σου».
(1) Την πίστη «αυτών που τον μετέφεραν· διότι είναι δυνατόν να θεραπευτεί και άλλος με την πίστη άλλων· ή, θεράπευσε τον παράλυτο, επειδή και αυτός πίστεψε» (Κ).
(2) Ταλαίπωρε, δυστυχισμένε, βασανισμένε άνθρωπε (δ). Η συνηθισμένη ιδέα που επικρατούσε στους Ιουδαίους, ήταν ότι η ασθένεια ερχόταν ως τιμωρία της αμαρτίας. Η συνείδηση λοιπόν του παραλυτικού είχε αφυπνιστεί από την δοκιμασία, και ίσως φοβόταν, ότι οι αμαρτίες του θα εμπόδιζαν την θεραπεία του (g).
(3) Ο δωρικός τύπος αφέωνται, που συναντιέται και στους αττικούς, μπαίνει ή αντί για τον ενεστώτα αφίενται ή μάλλον αντί για τον παρακείμενο αφείνται (g).
(4) «Αλλά, όπως βεβαίως νομίζω, θα πει κάποιος ως προς αυτό· Αφού ήθελε να απαλλαχτεί από τη νόσο, πώς ο Χριστός υποσχόταν σε αυτόν συγχώρεση της αμαρτίας; Για να μάθεις ότι σιωπηλά και αθόρυβα ο Θεός ερευνά τα ανθρώπινα και επιβλέπει τον δρόμο της ζωής του καθενός… Επειδή λοιπόν είναι αγαθός και θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν, πολλές φορές αφαιρεί τις αμαρτίες από αυτούς που έχουν κυριευτεί από αυτές, βάζοντας αρρώστια στο σώμα. Επομένως, σωστά λοιπόν ο Χριστός, υπόσχεται να κόψει πρώτα τις αφορμές της ασθένειας και κατά κάποιο τρόπο την ρίζα του πάθους, δηλαδή την αμαρτία· διότι αν αφαιρούνταν αυτή, στην οποία οφειλόταν και το πάθημα, οπωσδήποτε έπρεπε να αφανιστεί μαζί και η ασθένεια» (Κ). Λέει λοιπόν ο Κύριος· «Έπρεπε πριν το σώμα, να θεραπεύσω την ψυχή σου… Διότι αν και δεν ζήτησες αυτό, αλλά εγώ ως Θεός βλέπω τα πάθη της ψυχής, από τα οποία σου συνέβη και η νόσος» (Κ). Η άφεση των αμαρτιών είναι η μεγαλύτερη ευλογία, την οποία θα μπορούσε ο παραλυτικός να ζητήσει. Διότι όταν συγχωρεθούν οι αμαρτίες του ανθρώπου, και αν υποτεθεί ότι αυτός ασθενεί, βρίσκεται στο έλεος του Θεού. Ενώ, εάν δεν συγχωρεθούν οι αμαρτίες του, και αν ακόμη θεραπευτεί η σωματική του νόσος, εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από την οργή του Θεού. Όταν λοιπόν ασθενούμε, ας φροντίζουμε πρωτίστως να απαλλαχτούμε από την ενοχή των αμαρτιών μας, δείχνοντας για αυτό ενδιαφέρον, αν όχι μεγαλύτερο, τουλάχιστον ίσο με αυτό που εκδηλώνουμε για την αποκατάσταση της σωματικής μας υγείας. Ο Χριστός με όσα είπε στον άνθρωπο αυτόν, μας δίδαξε, όταν πρόκειται να ζητήσουμε υγεία από το Θεό, να αρχίζουμε από την υγεία της ψυχής, ζητώντας την άφεση των αμαρτιών μας.

5.21 καὶ ἤρξαντο διαλογίζεσθαι οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι(1) λέγοντες, Τίς ἐστιν οὗτος ὃς λαλεῖ βλασφημίας(2); τίς δύναται ἁμαρτίας ἀφεῖναι εἰ μὴ μόνος ὁ θεός(3);
21 Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι άρχισαν να λένε από μέσα τους: «Μα ποιος είν’ αυτός, που με τα λόγια του προσβάλλει το Θεό; Ποιος μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες, εκτός από το Θεό;»
(1) «Ταράζει ο λόγος τους Φαρισαίους που δύσκολα μαθαίνουν και είναι φθονεροί. Διότι έλεγαν μεταξύ τους· Ποιος είναι αυτός που λέει βλασφημίες;» (Κ).
(2) Σχηματίζεται τυχαία στίχος ιαμβικός, όπως και στο σ. 39, εάν εκεί το «ευθέως», που μαρτυρείται από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα, είναι γνήσιο (p).
(3) «Του αποδίδουν την κατηγορία της βλασφημίας, καθορίζοντας για αυτόν την εσχάτη τιμωρία, και συμφωνούν ότι πρέπει να θανατωθεί. Διότι ο Μωσαϊκός νόμος διέτασσε να θανατώνεται, όποιος έλεγε κακολογίες εναντίον του Θεού» (Κ).

5.22 ἐπιγνοὺς(1) δὲ ὁ ᾽Ιησοῦς τοὺς διαλογισμοὺς αὐτῶν ἀποκριθεὶς εἶπεν πρὸς αὐτούς, Τί διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις(2) ὑμῶν;
22 Ο Ιησούς κατάλαβε τις σκέψεις τους και τους αποκρίθηκε: «Τι σκέφτεστε μέσα σας;
(1) Το ρήμα επιγινώσκω υπονοεί πλήρη και ακριβή γνώση (Α΄ Κορ. ιγ 12,Ρωμ. α 32). Το ουσιαστικό επίγνωση χρησιμοποιείται για τη γνώση, την οποία αποκτά κάποιος για το Θεό και το Χριστό και με την οποία τελειοποιείται στη γνώση (Εφεσ. α 17,δ 13,Β΄Πέτρ. α 2,3,8,β 20)(p).
(2) Από αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι κανείς λόγος δεν ακούστηκε ή δεν εκδηλώθηκε κάτι άλλο εξωτερικά. Ο Χριστός διαβάζει τις σκέψεις τους (p). «Επομένως, όταν λες, Φαρισαίε, Ποιος μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες παρά μόνο ένας, ο Θεός; Θα σου πω και εγώ· Ποιος μπορεί να γνωρίζει τις καρδιές και να βλέπει τους λογισμούς στο βάθος της διάνοιας, παρά μόνος ο Θεός; Διότι αυτός κάπου λέει με το στόμα των προφητών, ότι Εγώ είμαι ο Κύριος που εξετάζει καρδιές και δοκιμάζω νεφρά… Επομένως αυτός που γνωρίζει καρδιές και νεφρά ως Θεός, αυτός συγχωρεί και αμαρτίες ως Θεός» (Κ).

5.23 τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ᾽Αφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου, ἢ εἰπεῖν, ῎Εγειρε καὶ περιπάτει(1);
23 Τι είναι ευκολότερο: να πω “σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες σου” ή να πω, “σήκω και περπάτα”;
(1) Πάρα πολύ αξιόλογη και η επόμενη ερμηνεία: Ο Ιησούς δεν θέλει να πει ότι είναι ευκολότερο το να θεραπεύσει από το να συγχωρήσει, αλλά είναι ευκολότερο να πειστεί κάποιος για την απάτη, όταν έχει απέναντί του άλλον που ισχυρίζεται, ότι μπορεί να θεραπεύσει με θαύμα, παρά όταν βρίσκεται μπροστά σε άνθρωπο που ισχυρίζεται αβάσιμα ότι έχει το δικαίωμα να συγχωρεί αμαρτίες (g). Είναι ευκολότερο να πει κάποιος: Οι αμαρτίες σου συγχωρούνται, διότι κανείς δεν μπορεί να αποδείξει, ότι αυτές δεν συγχωρέθηκαν. Αλλά η αξίωση του να θεραπεύει κάποιος με έναν μόνο λόγο, μπορεί εύκολα και γρήγορα να ελεγχθεί (p). «Ο άνθρωπος δεν βλέπει με τα σωματικά μάτια τις αμαρτίες να συγχωρούνται· το να διώξει όμως την ασθένεια και αφού σηκωθεί να περπατήσει ο παράλυτος, αυτό αποδεικνύει με σαφήνεια την δύναμη που αρμόζει σε Θεό» (Κ).

5.24 ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου(1) ἐξουσίαν ἔχει ἐπὶ τῆς γῆς(2) ἀφιέναι ἁμαρτίας -εἶπε τῷ παραλελυμένῳ(3), Σοὶ(4) λέγω, ἔγειρε καὶ ἄρας τὸ κλινίδιόν σου πορεύου(5) εἰς τὸν οἶκόν σου.
24 Για να μάθετε, λοιπόν, ότι ο Υιός του Ανθρώπου έχει την εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες πάνω στη γη» –λέει στον παράλυτο: «Σ’ εσένα το λέω: σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου».
(1) Για την έννοια της φράσης δες Ματθ. η 20. Και στα 4 ευαγγέλια η φράση χρησιμοποιείται από το Χριστό για τον εαυτό του περίπου 80 φορές. Οι ευαγγελιστές ουδέποτε από μόνοι τους χρησιμοποιούν αυτήν για αυτόν, και κανείς ποτέ δεν απευθύνθηκε προς αυτόν με αυτόν τον τίτλο (p).
(2) Με τη φράση «στη γη» ο Ιησούς διακηρύττει τον εαυτό του τοποτηρητή εδώ Εκείνου ο οποίος συγχωρεί στον ουρανό (g). «Κανείς δεν μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες, παρά μόνο ένας, ο Θεός. Ούτε άγγελος λοιπόν, ούτε αρχάγγελος, ούτε άλλη κτιστή δύναμη. Εσείς το ομολογήσατε αυτό. Τι έπρεπε λοιπόν να πει· Αν δειχτώ ότι συγχώρησα αμαρτίες, είναι προφανές ότι είμαι Θεός εγώ. Αλλά δεν είπε έτσι, αλλά τι είπε; Για να δείτε όμως, ότι έχει εξουσία ο υιός του ανθρώπου στη γη να συγχωρεί αμαρτίες… Όταν λοιπόν, λέει, πράξω το δυσκολότερο, είναι φανερό ότι δεν μένει καμία πρόφαση για το εύκολο ούτε αντιλογία. Για αυτό εκείνος έκανε πρώτα το νοερό, επειδή ήταν πολλοί αυτοί που διαφωνούσαν· τώρα όμως, οδήγησε αυτό από το νοερό στο αισθητό» (Χ).
(3) Δεν είναι αυτό η απόδοση του «για να δείτε», αλλά απλή παρένθεση. Η απόδοση είναι το «Σε σένα λέω» (p).
(4) Με ολοφάνερη έμφαση.
(5) Κρύβεται κάποιος τόνος θριαμβευτικός στις λέξεις, Πάρε το κρεβατάκι σου… (g).

5.25 καὶ παραχρῆμα ἀναστὰς ἐνώπιον αὐτῶν, ἄρας ἐφ᾽ ὃ κατέκειτο(1), ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ δοξάζων τὸν θεόν(2).
25 Εκείνος σηκώθηκε αμέσως μπροστά τους, πήρε το κρεβάτι στο οποίο ήταν κατάκοιτος και πήγε στο σπίτι του δοξάζοντας το Θεό.
(1) Επιτυχημένη έκφραση. Το κρεβάτι κουβαλούσε μέχρι τώρα τον άνθρωπο. Τώρα ο άνθρωπος σήκωσε το κρεβάτι (b).
(2) Μόνος ο Λουκάς αναφέρει ότι ο θεραπευμένος δόξαζε το Θεό. Η φράση δοξάζω τον Θεό είναι συνηθέστατη σε αυτόν. Δες ε 26,ζ 16,ιγ 13,ιζ 15,ιη 43,κγ 47,Πράξ. δ 21,ια 18,κα 20. Στον Μάρκο και τον Ιωάννη συναντιέται 1 φορά και 2 στον Ματθαίο (p).

5.26 καὶ ἔκστασις ἔλαβεν ἅπαντας(1) καὶ ἐδόξαζον τὸν θεόν, καὶ ἐπλήσθησαν φόβου(2) λέγοντες ὅτι Εἴδομεν παράδοξα(3) σήμερον.
26 Όλοι έμειναν κατάπληκτοι και δόξαζαν το Θεό. Γεμάτοι δέος έλεγαν: «Σήμερα είδαμε παράδοξα πράγματα!»
(1) Και οι ίδιοι οι Φαρισαίοι και γραμματείς εξεπλάγησαν για το εξαίσιο του θαύματος και δεν τόλμησαν να εκδηλώσουν αίσθημα διαφορετικό από εκείνο, το οποίο εκδήλωνε ο λαός (δ).
(2) «Διότι τα παράδοξα συνηθίζουν να προκαλούν φόβο στους αμαρτωλούς, μη τυχόν και πάθουν κάτι φοβερό λόγω των αμαρτιών τους» (Ζ). Γέμισαν με φόβο για την παρουσία και ενέργεια του θείου που εκδηλώθηκε (δ).
(3) Δηλαδή συμβάντα πέρα από την κοινή και συνηθισμένη αντίληψη και ιδέα· θαυμαστά, υπερφυσικά πράγματα. Ο πληθυντικός αναφέρεται στην ιστορία της άφεσης των αμαρτιών και της θεραπείας της νόσου (δ). Η λέξη συχνά χρησιμοποιείται από τους γιατρούς για απροσδόκητη θεραπεία ή θάνατο (L).

Στίχ. 27-32. Η κλήση του Ματθαίου.
5.27 Καὶ μετὰ ταῦτα(1) ἐξῆλθε(2) καὶ ἐθεάσατο(3) τελώνην(4) ὀνόματι Λευΐν καθήμενον ἐπὶ τὸ τελώνιον(5), καὶ εἶπεν αὐτῷ, ᾽Ακολούθει μοι(6).
27 Ύστερα απ’ αυτά βγήκε έξω και είδε έναν τελώνη, που ονομαζόταν Λευί, να κάθεται στο τελωνείο και του είπε: «Ακολούθησέ με».
(1) Δες και Ματθ. θ 9-17 και Μάρκ. β 13-22 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις. Έχουμε εδώ όχι θαύμα του Κυρίου που έγινε στη φύση, αλλά θαύμα της χάρης του, το οποίο για εκείνους οι οποίοι γνωρίζουν να εκτιμούν τα πράγματα σωστά, δεν αποτελεί μικρότερη απόδειξη για το ότι ο Χριστός είναι απεσταλμένος του Θεού.
(2) Βγήκε ή από το σπίτι στο οποίο θεράπευσε τον παράλυτο (δ) ή βγήκε από την πόλη Καπερναούμ, η οποία όντας χτισμένη πάνω στο δρόμο που οδηγούσε από τα ενδότερα της Ασίας στη Μεσόγειο, έπρεπε να έχει τελωνείο αρκετά μεγάλο, που βρισκόταν έξω από την πόλη και κοντά στη θάλασσα (g).
(3) Είδε με προσοχή, σαν κατά κάποιο τρόπο να διέγνωσε τον χαρακτήρα του και να μπήκε στα βάθη της ψυχής του (p). Ίσως εκείνος να σκεφτόταν: Να τολμήσω άραγε να τον ακολουθήσω; (g).
(4) «Τελώνης ήταν ο Λευΐς, άνδρας άπληστος στην αγάπη του κέρδους, αχαλίνωτος στην πλεονεξία, άδικος εραστής αυτών που δεν του ανήκαν καθόλου. Διότι αυτό ήταν το επάγγελμα των τελωνών. Αλλά αρπάχτηκε από τα ίδια τα εργαστήρια της αδικίας και σώθηκε παράδοξα» (Κ). «Θαύμασε λοιπόν τη φιλανθρωπία του Θεού, πώς αρπάζει τα σκεύη του πονηρού» (Θφ). Οι φόροι συγκεντρώνονταν για λογαριασμό όχι του ρωμαϊκού κράτους, αλλά του Ηρώδη Αντίπα (Ιωσήπου Αρχ. XVII 11,4,5. Ιουδ. Πόλεμος ΙΙ 6,3) (p).
(5) Στο γραφείο όπου εισπράττονταν οι φόροι. Πιθανώς καθόταν έξω από το τελωνείο, αφού η πρόθεση «επί» εδώ έχει την έννοια όπως και στους κλασικούς συγγραφείς=μπροστά στο τελωνείο, στην είσοδο του τελωνείου. Έτσι ώστε έγινε δυνατόν σε αυτόν από τη θέση που βρισκόταν να αντικρύσει τον Ιησού (g). Ήταν θαύμα της χάρης του, το ότι κάλεσε έναν τελώνη από το τελωνείο, για να γίνει μαθητής και ακόλουθός του. Υπήρξε θαυμαστή όντως συγκατάβαση, ότι δέχτηκε ο Κύριος στον κύκλο των Αποστόλων του φτωχούς ψαράδες, δηλαδή ανθρώπους της κατώτατης κοινωνικής θέσης. Πολύ θαυμαστότερο όμως υπήρξε το ότι δέχτηκε τελώνες, ανθρώπους της χειρίστης φήμης. Με αυτό ο Χριστός ταπείνωνε τον εαυτό του και εξέθετε τον εαυτό του μέχρι σημείου ώστε να τον κατηγορούν ως φίλο των τελωνών και αμαρτωλών.
(6) Τι γοητεία και έλξη ασκούσε ο Ιησούς στις διάνοιες, στις καρδιές, στις θελήσεις! Ακολούθησέ με, είπε· και αμέσως ο Ματθαίος αφήνοντας τα πάντα τον ακολούθησε. Τον έλκυσε εξουσιαστικά και χωρίς εκείνος να αντισταθεί. Τράβηξε αυτόν όπως ο ήλιος τους δορυφόρους του. Ο Κύριος ως άνθρωπος ενσωμάτωνε στον εαυτό του όλες τις υψηλότερες σκέψεις, επιδράσεις, εφέσεις και ελπίδες, με τις οποίες η ζωή του παρουσιαζόταν σε όλα καθαγιασμένη και τέλεια. Στο αρμονικό λοιπόν σύνολο της ολοκλήρωσης των αρετών του σε συνδυασμό με την θεότητα που κατοικούσε μέσα του ενωμένη μαζί του, μπορεί να αναζητήσει και να βρει κάποιος το μυστικό αυτής της γοητείας και έλξης του, την οποία ασκούσε πάνω στις επιδεκτικές καρδιές.

5.28 καὶ καταλιπὼν άπαντα(1) ἀναστὰς ἠκολούθησεν αὐτῷ.
28 Εκείνος τα εγκατέλειψε όλα, σηκώθηκε και τον ακολούθησε,
(1) Παρόλο που με την εγκατάλειψη αυτή το σπίτι του δεν έπαυσε να είναι δικό του (b). Όταν άφησε τα πάντα, δεν βρισκόταν μέσα στο σπίτι του, το «όλα» λοιπόν αναφέρεται κυρίως στον όλο τρόπο της ζωής του και μάλιστα στο επάγγελμά του ως τελώνη (p). Με την εγκατάλειψη παρ’ όλα αυτά του τελωνείου μπήκε με πρόθεση και απόφαση στο δρόμο της πλήρους αυταπάρνησης (L). Να το θαύμα της χάρης. Ο τελώνης αυτός, μολονότι αυτοί που ασκούν το επάγγελμα αυτό, λίγο ενδιαφέρονταν για τη θρησκεία, σηκώθηκε αμέσως και ακολούθησε το Χριστό. Δεν υπάρχει καρδιά οσοδήποτε σκληρή, πάνω στην οποία η χάρη του Πνεύματος, την οποία μας δίνει ο Χριστός, να αδυνατεί να ενεργήσει, αρκεί αυτή να μην είναι τελείως πωρωμένη και να μην απωθεί πεισματικά το σωτήριο έργο του Πνεύματος. Δεν υπάρχουν δυσκολίες και εμπόδια στο δρόμο της επιστροφής αμαρτωλού, που έχει στα βάθη του κάποιον κόκκο αγαθής διάθεσης, τα οποία να είναι ανυπέρβλητα για τη θεία χάρη.

5.29 Καὶ ἐποίησεν δοχὴν(1) μεγάλην(2) Λευὶς αὐτῷ ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ· καὶ ἦν ὄχλος πολὺς(3) τελωνῶν καὶ ἄλλων οι ἦσαν μετ᾽ αὐτῶν(4) κατακείμενοι(5).
29 και του έκανε πλούσιο τραπέζι σπίτι του. Μαζί τους στο τραπέζι ήταν πολύς κόσμος, τελώνες και άλλοι άνθρωποι.
(1) «Δοχή λέει την υποδοχή, την εστίαση» (Ζ). Λέξη πιθανώς δανεισμένη από την μετάφραση των Ο΄(δες Γεν. κα 8,κστ 30,Εσθήρ α 3,ε 4,8)(L), οι οποίοι μεταφράζουν έτσι λέξη, την οποία αλλού μεταφράζουν με τη λέξη ποτό (Εσθήρ ε 6,Δανιήλ ε 10) ή συμπόσιο (Εσθήρ ζ 7)(δ).
(2) Μεγάλη λόγω του πλήθους αυτών που φιλοξενήθηκαν (b).
(3) Ο νέος μαθητής επιθυμεί οι παλιοί φίλοι του να γνωριστούν και να σχετιστούν με τον νέο του διδάσκαλο (p). Είναι η πρώτη ιεραποστολική του πράξη (g). Ο Ματθαίος γνώριζε τις κλίσεις της ανθρώπινης φύσης που δεν έχει ακόμη αναγεννηθεί. Ήξερε, ότι οι πολλοί θα προτιμούσαν να μεταβούν σε ένα δείπνο παρά να μετάσχουν σε σύναξη προσευχής. Παρέθεσε λοιπόν τραπέζι στο οποίο κάλεσε τους τελώνες. Ο σκοπός του μεταξύ άλλων ήταν να εξηγήσει στους τέως συναδέλφους του, γιατί αποφάσισε να εγκαταλείψει το επάγγελμά του. Θα έκανε έτσι μία δημόσια και επίσημη ομολογία. Και ήλπιζε, ότι όπως αυτός δοκίμασε την σωτηριώδη επίδραση του Κυρίου, έτσι θα παρακινούνταν και κάποιοι άλλοι από τους συναδέλφους του να δεχτούν αυτήν. Είμαστε άραγε διατεθειμένοι και εμείς να δεχτούμε αυτήν; Μη λησμονούμε ότι και σε μας ο Ιησούς απευθύνει την πρόσκλησή του. Δική του είναι η φωνή, η οποία συχνά σε ώρες νυχτερινής αϋπνίας ακούστηκε στα βάθη μας και ανασκάλευσε τους πόθους μας. Αλλά και σε ώρες θλίψης και πίκρας ήλθε αυτός αόρατα και αναπτέρωσε τις ελπίδες μας. Κάθε φωνή της καλύτερης φύσης, κάθε παλμός της ευγενέστερης καρδιάς, κάθε οπτασία της αγνότερης φαντασίας, κάθε στεναγμός για απαλλαγή από την αμαρτία, κάθε απόφαση να αγωνιστούμε για κατανίκηση του σατανά, αποτελούν έμπνευση του Κυρίου, ο οποίος βρίσκεται κοντά μας και μας προσκαλεί.
(4) Αυτό υποδηλώνει και ότι η οικία ήταν αρκετά ευρύχωρη, αλλά και ότι οι καλεσμένοι ήταν όλοι από αυτούς που οι Φαρισαίοι θεωρούσαν κοινωνικά απόβλητους (p).
(5) =ήταν ξαπλωμένοι κάτω στα ανάκλιντρα· το ανακείμενοι που χρησιμοποιείται με την ίδια έννοια σημαίνει ξαπλώνω στο ανάκλιντρο που είναι ψηλότερα από το έδαφος (δ).

5.30 καὶ ἐγόγγυζον(1) οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ γραμματεῖς αὐτῶν(2) πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ λέγοντες, Διὰ τί μετὰ τῶν τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν(3) ἐσθίετε καὶ πίνετε(4);
30 Οι Φαρισαίοι, και οι γραμματείς που ανήκαν στην παράταξή τους, διαμαρτύρονταν στους μαθητές του και τους έλεγαν: «Γιατί τρώτε και πίνετε μαζί με τελώνες και αμαρτωλούς;»
(1) Το γογγύζω είναι νεότερη λέξη αντί για το κλασικό τονθορίζω· παράχθηκε από την ονοματοποιΐα από τη φωνή των περιστεριών ή και των τρυγονιών (δ).
(2) Σύμφωνα με τη γραφή αυτή=οι γραμματείς των Ιουδαίων, που σύμφωνα με το στίχο 17 ήταν μαζεμένοι εκεί (δ) ή οι γραμματείς που κατοικούσαν στο μέρος εκείνο. Υπάρχει όμως και η γραφή: οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς τους=οι γραμματείς, που συνόδευαν τους Φαρισαίους των Ιεροσολύμων, για να διεξάγουν μαζί τους την πολεμική εναντίον του Ιησού (g). Ή, οι γραμματείς που ανήκαν στη μερίδα των Φαρισαίων, διότι υπήρχαν και κάποιοι γραμματείς Σαδδουκαίοι (p).
(3) Να και πάλι το θαύμα της χάρης. Ο Ιησούς αναλαμβάνει το έργο του ιατρού ψυχών, οι οποίοι κινδύνευαν να πεθάνουν από την πνευματική ασθένεια. «Δεν κέρδισε μόνο τον Ματθαίο, αλλά προσπαθούσε με ζήλο ο Κύριος να κερδίσει και τους άλλους τελώνες, με τους οποίους γευμάτιζε μαζί. Διότι για αυτό τους καταξιώνει να φάνε μαζί, για να προσελκύσει και αυτούς» (Θφ). «Αλλά υπάρχουν κάποιοι, οι οποίοι επιχειρούν να αποστερήσουν από τη θεία γαλήνη αυτούς που είναι δεμένοι από τις αμαρτίες· διότι δεν παραδέχονται την μετάνοια, αλλά κατά κάποιο τρόπο μαλώνουν αυτόν που σώζει, ο οποίος αναζητά τα δικά του πλάσματα, και μαζεύει από παντού αυτό που έχει σκορπιστεί» (Κ).
(4) Οι Φαρισαίοι χρησιμοποιούν πληθυντικό, ειδικά όμως αποβλέπουν στον Ιησού (b).

5.31 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ᾽Ιησοῦς εἶπε πρὸς αὐτούς, Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ὑγιαίνοντες(1) ἰατροῦ(2) ἀλλὰ οἱ κακῶς ἔχοντες·
31 Ο Ιησούς τους απάντησε: «Δεν έχουν ανάγκη από γιατρό οι υγιείς, αλλά οι άρρωστοι·
(1) Αντί για το ισχύοντες (οι δυνατοί), το οποίο χρησιμοποιούν σε αυτήν την περίπτωση ο Ματθαίος και ο Μάρκος, χρησιμοποιείται από τον Λουκά το υγιαίνοντες, λέξη, η οποία εκφράζει σαφέστερα την υγεία σε αντίθεση με την ασθένεια. Όπως το παραλελυμένος αντί για το παραλυτικός (στίχ. 18,24) και το ιώμαι αντί για το διασώζω (στ. 19), οι αλλαγές αυτές των όρων οφείλονται πιθανώς στις ιατρικές σπουδές του Λουκά (p).
(2) «Δείχνει σε αυτούς ότι δεν ήλθε τώρα ως κριτής, αλλά ως γιατρός· και κάνει αυτό που επιβάλλει η ιατρική, βρίσκεται δηλαδή μαζί με αυτούς που χρειάζονται θεραπεία» (Κ). Ο Κύριος απαντά με επιχείρημα ανθρώπινο (g,p).

5.32 οὐκ ἐλήλυθα καλέσαι δικαίους ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς(1) εἰς μετάνοιαν(2).
32 δεν ήρθα να καλέσω σε μετάνοια τους δικαίους, αλλά τους αμαρτωλούς».
(1) «Δεν ήλθα, λέει, να καλέσω δίκαιους, δηλαδή εσάς που δικαιώνετε τους εαυτούς σας· αλλά ήλθα να καλέσω αμαρτωλούς, όχι για να παραμείνουν στην αμαρτία, αλλά για να μετανοήσουν» (Θφ). Πράγματι μήνυμα χαρμόσυνο, που προκαλεί σκιρτήματα χαράς και αγαλλίασης σε όλους μας.
(2) Μετάνοια είναι η διάβαση της διάνοιας από την αμαρτία στη δικαιοσύνη, από την ασθένεια στην υγεία. Η μεταβολή αυτή είναι κάτι από τη φύση του θελκτικό και όχι που προκαλεί φόβο (b).

Στίχ. 33-39. Η νηστεία των μαθητών του Ιωάννη και των υιών του νυμφώνος .
5.33 Οἱ δὲ(1) εἶπον(2) πρὸς αὐτόν, διατί(3) οἱ μαθηταὶ ᾽Ιωάννου νηστεύουσι πυκνὰ καὶ δεήσεις ποιοῦνται(4), ὁμοίως καὶ οἱ τῶν Φαρισαίων, οἱ δὲ σοὶ ἐσθίουσι καὶ πίνουσιν.
33 Τότε εκείνοι του είπαν: «Γιατί οι μαθητές του Ιωάννη νηστεύουν συχνά και κάνουν και προσευχές, το ίδιο και οι μαθητές των Φαρισαίων, ενώ οι δικοί σου τρώνε και πίνουν;»
(1) Δες Ματθ. θ 14-17 και Μάρκ. β 18-22 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις.
(2) «Επειδή πήραν απάντηση στο πρώτο που έθεσαν, μεταβαίνουν από άλλο θέμα σε άλλο, θέλοντας να βρουν λαβή και να αποδείξουν ότι οι άγιοι μαθητές αλλά και ο ίδιος ο Ιησούς μαζί με αυτούς, φροντίζουν λίγο για το νόμο» (Κ).
(3) Υπάρχει και η γραφή χωρίς το «διατί» και το ερωτηματικό στο τέλος.
(4) Ή, αναφέρεται σε προσευχές που γίνονται δημόσια (δ). Ή, σε προσευχές σε ορισμένες ώρες, των οποίων το περιεχόμενο ήταν εκ προτέρου καθορισμένο (g). Προκαλεί τον θαυμασμό η μακροθυμία του Κυρίου. Όχι μόνο υπομένει την σε αυτόν αντιλογία των γραμματέων και Φαρισαίων, αλλά και απαντά σε αυτούς αποδεικτικά και με πραότητα. Και αντί από τις εναντίον του γκρίνιες αυτών που του αντιτίθεται, να βρει αφορμή να τους ελέγξει, εκδηλώνει και πάλι την προς τους τελώνες και αμαρτωλούς συμπάθειά του.

5.34 ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτούς, Μὴ(1) δύνασθε(2) τοὺς υἱοὺς τοῦ νυμφῶνος ἐν ᾧ ὁ νυμφίος μετ᾽ αὐτῶν ἐστι(3) ποιῆσαι νηστεύειν(4);
34 Ο Ιησούς τους απάντησε: «Μπορείτε να κάνετε τους φίλους του γαμπρού να νηστεύουν όσον καιρό είναι μαζί τους ο γαμπρός;
(1) Η διατύπωση της ερώτησης είναι τέτοια, ώστε αναμένεται σίγουρα απάντηση αρνητική (b).
(2) Μήπως μπορείτε να τους κάνετε να νηστεύσουν; Δηλαδή να επιβάλλετε σε αυτούς τις νηστείες σας; (L).
(3) «Η δημόσια φανέρωση του Σωτήρα μας σε αυτόν εδώ τον κόσμο, είναι πανηγύρι και τίποτα άλλο, η οποία συνδέει νοερά αυτόν με την ανθρώπινη φύση σαν ακριβώς κάποια νύφη· έτσι ώστε αυτή που από παλιά ήταν στείρα να γίνει εύκαρπη και γονιμότατη. Επομένως όλοι είναι παιδιά του νυμφώνα, όσοι έχουν κληθεί από αυτόν μέσω του νέου και ευαγγελικού κηρύγματος» (Κ).
(4) Υπάρχει και η γραφή νηστεύσαι.

5.35 ἐλεύσονται δὲ ἡμέραι, καὶ ὅταν ἀπαρθῇ(1) ἀπ᾽ αὐτῶν ὁ νυμφίος τότε νηστεύσουσιν ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις.
35 Θα έρθουν όμως μέρες που θα τους πάρουν από κοντά τους το γαμπρό, και τότε θα νηστέψουν τις μέρες εκείνες».
(1) Πάρα πολύ αξιόλογη και η ερμηνεία: «Τι σημαίνει «θα παρθεί από αυτούς ο νυμφίος»; Εννοεί ότι θα αναληφθεί» (Κ). «Όταν λοιπόν εγώ, από τη μία, αναληφθώ και εκείνοι, από την άλλη, σταλθούν στο κήρυγμα, τότε και θα νηστέψουν και θα προσευχηθούν, επειδή θα αναλάβουν μεγάλους αγώνες» (Θφ). Η νηστεία εφαρμόστηκε πάντοτε στην Εκκλησία, προ παντός σε κάποιες στιγμές επίσημες (Πράξ. ιγ 2,3,ιδ 23). Αλλά κάτω από τις νέες αυτές συνθήκες, η θρησκευτική αυτή πράξη δεν είναι πλέον κάποιος τύπος που επιβάλλεται εξωτερικά, αλλά η έκφραση πραγματικής θλίψης. Προέρχεται από την αγωνιώδη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Εκκλησία ανάμεσα στον κόσμο, στερημένη από τον αρχηγό της και αποσκοπεί στο να καταστήσει την προσευχή θερμότερη για επίτευξη βεβαιότερη της ουράνιας βοήθειας, η οποία μόνη μπορεί να αντικαταστήσει για την χήρα την ορατή παρουσία του συζύγου της (Λουκ. ιη 3). Ο λόγος αυτός του Κυρίου αναφέρεται σε όλη την ιστορία της Εκκλησίας μέχρι την επάνοδο του Χριστού. Δες τις εξ’ ολοκλήρου όμοιες εκφράσεις στο Λουκ. ιζ 22 (g).

5.36 ῎Ελεγεν δὲ καὶ παραβολὴν(1) πρὸς αὐτοὺς ὅτι οὐδεὶς ἐπίβλημα ἱματίου καινοῦ(2) ἐπιβάλλει ἐπὶ ἱμάτιον παλαιόν· εἰ δὲ μή γε(3), καὶ τὸ καινὸν σχίσει(4) καὶ τῷ παλαιῷ οὐ συμφωνεί(5) τὸ ἐπίβλημα τὸ ἀπὸ τοῦ καινοῦ(6).
36 Τους είπε ακόμη και μια παραβολή: «Κανένας δεν σκίζει καινούριο ύφασμα για να βάλει μπάλωμα σε παλιό, γιατί τότε και το καινούριο ύφασμα θα σκιστεί, και το μπάλωμα από το καινούριο δε θα ταιριάσει με το παλιό.
(1) Παραβολή ονομάζει ο Λουκάς την μέσω εικόνας παρουσίαση του πράγματος από τον Σωτήρα (δ).
(2) Υπάρχει και η γραφή, η οποία φαίνεται πιο σωστή «από ιματίου καινού σχίσας επιβάλλει» (g). Η εικόνα στον Λουκά διαφέρει από αυτήν στους Ματθαίο και Μάρκο, στο ότι το μπάλωμα παίρνεται από ρούχο καινούργιο και έτσι το ένδυμα αυτό καταστρέφεται. Η βλάβη λοιπόν γίνεται κυρίως όχι στο παλιό ένδυμα, του οποίου το σχίσιμο σύμφωνα με τους άλλους δύο συνοπτικούς γίνεται μεγαλύτερο, αλλά στο καινούργιο. Στο παλαιό λοιπόν ένδυμα προστίθεται ασύμφωνο και αταίριαστο τεμάχιο, που δεν είναι ωραίο στα μάτια (δ,g).
(3) =Αλλά εάν πράξει διαφορετικά· δηλαδή εάν προβεί στην ανοησία αυτή της καταστροφής του καινούργιου ενδύματος. Το «εἰ δὲ μήγε» είναι πιο έντονο από το «εἰ δὲ μή», το οποίο ουδέποτε χρησιμοποιεί ο Λουκάς. Ενώ για το «εἰ δὲ μή γε» δες Λουκ. ε 37,ι 6,ιγ 9,ιδ 32 (p).
(4) Υπάρχει και η γραφή σχίζει. Το «καινόν» δεν είναι υποκείμενο αλλά αντικείμενο. Δεν θα εξηγήσουμε δηλαδή ότι το καινούργιο μπάλωμα θα δημιουργήσει σχίσιμο στο παλιό, αλλά θα ερμηνεύσουμε: Αυτός που θα σχίσει και το καινούργιο ένδυμα θα σχίσει και στο παλαιό ένδυμα θα προσθέσει τεμάχιο, το οποίο δεν θα συμφωνεί με αυτό (g).
(5) Υπάρχει και η γραφή: ου συμφωνήσει.
(6) Ως προς την ακριβή σημασία της εικόνας οι ερμηνευτές δεν συμφωνούν πέρα της γενικής αλήθειας ότι το νέο πνεύμα ζητά νέα μορφή και σχήμα (p). Πολύ αξιόλογη η επόμενη ερμηνεία: Η χριστιανική νηστεία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της όλης χριστιανικής πνευματικής λατρείας, που δεν μπορεί μονομερώς να αποχωριστεί από αυτήν και να προσκολληθεί στη νομική λατρεία. Το νέο δεν μπορεί να συμφωνήσει με το παλαιό. Και αν εκβίαζε κάποιος κάποιον συμβιβασμό, θα επέφερε βλάβη μάλλον, διότι το νέο θα αχρηστευόταν (δ).

5.37 καὶ(1) οὐδεὶς βάλλει οἶνον(2) νέον εἰς ἀσκοὺς παλαιούς· εἰ δὲ μή γε, ῥήξει ὁ οἶνος ὁ νέος τοὺς ἀσκούς, καὶ αὐτὸς ἐκχυθήσεται καὶ οἱ ἀσκοὶ ἀπολοῦνται(3)·
37 Επίσης, κανένας δε βάζει καινούριο κρασί σε παλιά ασκιά· γιατί το καινούριο κρασί θα κάνει τα ασκιά να σκάσουν, κι έτσι κι αυτό θα χυθεί και τα ασκιά θα καταστραφούν.
(1) Δεύτερη παραβολή με την οποία αναπτύσσεται η διδασκαλία της πρώτης. Έχουμε και άλλα ζευγάρια παραβολών που εκθέτονται με παρόμοιο τρόπο, τα επόμενα: Του σιναπιού και της ζύμης, του θησαυρού του κρυμμένου στον αγρό και του πολύτιμου μαργαριταριού· των δέκα παρθένων και των ταλάντων, του χαμένου προβάτου και της χαμένης δραχμής, του άφρονος οικοδόμου και του άφρονος βασιλιά. Από 3 απόψεις η δεύτερη αυτή παραβολή διαφέρει από την πρώτη. Α) Το τεμάχιο από το καινούργιο ρούχο παριστάνει τμήμα μόνο του νέου συστήματος. Το νέο κρασί όμως παριστάνει ολόκληρο το νέο σύστημα. Β) Το νέο ρούχο και το παλιό σχίζονται μόνο, ενώ το νέο κρασί χύνεται πλήρως και οι ασκοί καταστρέφονται. Γ) Στη νέα παραβολή δεν καταδικάζεται μόνο η νέα μέθοδος, αλλά και υποδεικνύεται η ορθή μέθοδος (p).
(2) Παραβολές με ρούχο και με κρασί είναι πολύ ταιριαστές και κατάλληλες σε συμπόσιο (b).
(3) «Ασκί παλιό είναι η καρδιά των Ιουδαίων· και για αυτό δεν χώρεσε το νέο κρασί, δηλαδή το ευαγγελικό και σωτήριο θέσπισμα, που ευφραίνει την καρδιά του ανθρώπου» (Κ). «Μπορείς να θεωρήσεις ότι και οι Φαρισαίου παρομοιάστηκαν με ασκιά παλιά, σαν να τους λέει σχεδόν ο Κύριος· Η μεν δική μου διδασκαλία είναι κρασί νέο· εσείς όμως, επειδή είστε ασκιά παλιά, δεν μπορείτε να την δεχτείτε» (Θφ).

5.38 ἀλλὰ οἶνον νέον(1) εἰς ἀσκοὺς καινοὺς(2) βλητέον, και αμφότεροι συντηρούνται(2).
38 Πρέπει, λοιπόν, το καινούριο κρασί να μπαίνει σε καινούρια ασκιά, και έτσι θα διατηρούνται και τα δύο.
(1) Εδώ οι δύο λέξεις νέος και καινούργιος με σαφήνεια διαχωρίζονται. Νέος=πρόσφατος· πρόσφατα παράχθηκε με σύνθλιψη των σταφυλιών. Αναφέρεται στο χρόνο. Το καινούργιος αναφέρεται στην ποιότητα. Παλαιό κρασί, αυτό που από πολύ καιρό παράχθηκε από τα σταφύλια και ζυμώθηκε ως μούστος. Παλαιό ασκί είναι αυτό που έχει φθαρεί από τη χρήση.
(2) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν τη φράση «και αμφότερα συντηρούνται», η οποία θεωρείται από τους νεότερους ότι παρεμβλήθηκε από το Ματθ. θ 17.

5.39 καὶ(1) οὐδεὶς πιὼν παλαιὸν ευθέως(2) θέλει νέον· λέγει γάρ, ῾Ο παλαιὸς χρηστότερος(3) ἐστιν.
39 Επίσης, κανένας που πίνει παλιό κρασί δε θέλει αμέσως καινούριο, γιατί κρίνει ότι το παλιό είναι καλύτερο».
(1) Η τρίτη αυτή παραβολή είναι αποκλειστική του Λουκά. Ενώ οι δύο πρώτες δείχνουν πόσο καταστρεπτικό θα απόβαινε να συνδυάσει κάποιος το νέο πνεύμα του ευαγγελίου με τους πεπαλαιωμένους τύπους και μορφές του ιουδαϊσμού, η τρίτη αυτή κάνει ολοφάνερο, πόσο είναι φυσικό οι αναθρεμμένοι και συνηθισμένοι με τις παλαιές μορφές, να μην αρέσκονται να εγκαταλείπουν αυτές για να προσοικειωθούν νέες αδοκίμαστες από αυτούς. Η επιστροφή ενός απόβλητου τελώνη, ο οποίος δεν έχει τέτοιες προκαταλήψεις, μπορεί να είναι ευκολότερη από την επιστροφή εκείνου, του οποίου η ζωή είναι δεμένη στον τυπικισμό του παρελθόντος (p).
(2) Δεν μαρτυρείται από όλους τους κώδικες. Εάν δεχτούμε αυτό ως αυθεντικό έχουμε τον στίχο: αφού πιει παλιό αμέσως θέλει νέο, με μέτρο ιαμβικό (p). Άδικα τα αλεξανδρινά χειρόγραφα αποσιωπούν τη λέξη «ευθέως». Όλη η έννοια της παραβολής εμπερικλείεται σε αυτήν τη λέξη. Την εντύπωση της πρώτης στιγμής περιγράφει εδώ ο Κύριος. Ίσως η απαρέσκεια αυτή να δώσει τη θέση της αργότερα σε πιο ευνοϊκή εκτίμηση των πραγμάτων (g).
(3) Πιο σωστή γραφή: χρηστός εστί=το προκατειλημμένο πρόσωπο ούτε καν θα δοκιμάσει το νέο, μη αναγνωρίζοντας καμία αξία σε αυτό (p). Αξιόλογη η παρατήρηση για την έννοια αυτής της παραβολής: Ο Χριστός δήλωσε ότι τους ανθρώπους δεν πρέπει να τους οδηγούμε απότομα στην αυστηρότερη ζωή, αλλά με βαθμιαία βήματα να τους εξοικειώνουμε (Grotius). Τους ακολούθους του λίγο-λίγο τους παιδαγωγεί στην πειθαρχία και τον τρόπο της ζωής των μελών της οικογένειάς του. Διότι κανείς από αυτούς που ήπιαν παλαιό κρασί, δεν θα εκδηλώσει απότομα την όρεξη να πιει νέο κρασί, αλλά θα πει· το παλιό κρασί είναι καλύτερο. Έτσι και οι πρωτόπειροι μαθητές του θα αντιμετωπίσουν τον πειρασμό τού να προτιμούν τον παλαιό τρόπο της ζωής και συμπεριφοράς τους, έως ότου βαθμιαία προσαρμοστούν και συνηθίσουν τη νέα ζωή, στην οποία κλήθηκαν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Στίχ. 1-5. Κατηγορίες των Φαρισαίων για την αργία του Σαββάτου.
6.1 ᾽Εγένετο(1) δὲ ἐν σαββάτῳ δευτεροπρώτω(2) διαπορεύεσθαι(3) αὐτὸν διὰ των σπορίμων, καὶ ἔτιλλον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τοὺς στάχυας καὶ ἤσθιον ψώχοντες(4) ταῖς χερσίν.
1 Το δεύτερο Σάββατο μετά το πρώτο του Πάσχα, συνέβη να περνάει ο Ιησούς μέσα από σπαρμένα χωράφια. Οι μαθητές του έκοβαν στάχυα, τα έτριβαν με τα χέρια και έτρωγαν τους σπόρους.
(1) Δες Ματθ. ιβ 1-8 και Μάρκ. β 23-28 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις.
(2) Οι κώδικες σιναϊτικός, βατικανός ένας ακόμη μεγαλογράμματος και 6 ή 7 μικρογράμματοι και 3 μεταφράσεις αποσιωπούν αυτήν τη λέξη. Το πολύ σκοτεινό και ασαφές της λέξης, που δεν συναντιέται ούτε στα παράλληλα ούτε αλλού στα ευαγγέλια, μαρτυρεί ισχυρά για την γνησιότητά της (Scrivener). Διότι κανείς λόγος δεν εξηγεί την εισαγωγή της λέξης, ενώ ο λόγος του να αποσιωπηθεί είναι προφανής (Tischendorf). Αλλά η λέξη δεν συναντιέται πουθενά, ούτε στους Ο΄, ούτε στους Ιώσηπο και Φίλωνα, ούτε στο Ταλμούδ. Πώς λοιπόν θα σημείωνε αυτήν εδώ ο Λουκάς χωρίς κάποια επεξήγηση. Μόνο στον βίο του Ευτυχίου (512-582) που γράφτηκε από τον Ευστάθιο, συναντιέται η φράση δευτεροπρώτη Κυριακή, που σημαίνει την πρώτη Κυριακή μετά το Πάσχα, προφανώς όμως αυτή είναι δανεισμένη από το παρόν χωρίο. Σε όλη την υπόλοιπη ελληνική γραμματεία, κλασική, ιουδαϊκή ή χριστιανική πουθενά δεν συναντιέται η λέξη. Για αυτό θεωρείται από πολλούς νεότερους ότι μπήκε αργότερα στο κείμενο. Σύμφωνα με τον Meyer κάποιος αντιγραφέας από τους παλαιότερους επεξηγώντας το «ἑτέρῳ σαββάτῳ» του στίχου 6, έβαλε εδώ την λέξη «πρώτω». Αυτό διορθώθηκε με βάση το Λουκά δ 31, σε «δευτέρω» και ο επόμενος αντιγραφέας μη κατανοώντας την διόρθωση συνδύασε τις δύο λέξεις (p). Η εξήγηση όμως της εισαγωγής της λέξης είναι πολύ εξεζητημένη, εφόσον μάλιστα η λέξη μαρτυρείται από όλους σχεδόν τους μεγαλογράμματους και πολλούς μικρογράμματους κώδικες, από πολλές μεταφράσεις και πατέρες, ίσως μάλιστα και από τον Κλήμη Αλεξανδρέα, δεν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε αυτήν ως νόθο, όπως θεωρούν αυτήν οι L, και p. αντιθέτως με τους b,g,δ. Ως προς την έννοια της λέξης πολλές εικασίες διατυπώθηκαν. Οι ακόλουθες 3 σύμφωνα με τον p είναι οι σοβαρότερες: α) Σημαίνει το πρώτο Σάββατο του έτους, του δεύτερου (έτους) στον κύκλο των 7 ετών (Wieseler). Β) Το πρώτο Σάββατο του μηνός Νισάν. Το ιουδαϊκό πολιτικό έτος άρχιζε τον μήνα Τισρί, ενώ το εκκλησιαστικό άρχιζε τον μήνα Νισάν. Έτσι κάθε έτος είχε δύο σάββατα, τα οποία θα μπορούσαν να ονομαστούν πρώτα, το ένα κατά το πολιτικό έτος και το άλλο, το δεύτερο, κατά το εκκλησιαστικό έτος· και γ) Το πρώτο Σάββατο του δεύτερου μήνα του έτους. Ο δ δέχεται, ότι το δευτεροπρώτο Σάββατο είναι το πρώτο Σάββατο του μήνα Νισάν, το οποίο ακολουθούσε την πρώτη του μήνα, τη νουμηνία, η οποία συγχρόνως ήταν και πρώτη του έτους. Συνεπώς το Σάββατο αυτό ως μεν Σάββατο ήταν το πρώτο, ως γιορτή όμως ήταν η δεύτερη γιορτή του έτους.
(3) =περνούσε διαμέσου των σπαρτών.
(4) Λέγεται μοναδική φορά. Ψώχω από το ψώω, ψάω=τρίβω, θρυμματίζω (δ) «ψώχοντες ταῖς χερσίν, το οποίο σημαίνει: έτριβαν με τα χέρια» (Θφ). Μόνο ο Λουκάς αναφέρει αυτό το τρίψιμο. Η λέξη επίσης ψώχω φαίνεται να μην συναντιέται αλλού παρά μόνο στον γιατρό συγγραφέα Νίκανδρο (p). Έχει μπει σκόπιμα στο τέλος της φράσης=Σε αυτό το τρίψιμο βρισκόταν σύμφωνα με τους Φαρισαίους η εργασία, με την οποία παραβιαζόταν το σάββατο (g).

6.2 τινὲς δὲ τῶν Φαρισαίων εἶπον αυτοίς, Τί ποιεῖτε(1) ὃ οὐκ ἔξεστι ποιείν εν τοῖς σάββασιν(2);
2 Κάποιοι Φαρισαίοι τότε τους είπαν: «Γιατί κάνετε κάτι που δεν επιτρέπεται από το νόμο να γίνεται το Σάββατο;»
(1) Από την σύγκριση των 3 αφηγήσεων των συνοπτικών, φαίνεται σαφώς, ότι ο Ιησούς δεν έκανε το ίδιο όπως και οι μαθητές του. Η διάνοιά του ήταν τόσο έντονα απορροφημένη από την μεγάλη υπόθεση της υψηλής του αποστολής, ώστε, μολονότι ήταν και αυτός νηστικός, δεν αισθανόταν το κεντρί της πείνας. Παρόμοια περίπτωση έχουμε και στο Ιω. δ 32,34. Και σε άλλες περιστάσεις, κατά τις οποίες αυτός παραμένει άγρυπνος σε κοινωνία με τον Πατέρα, οι μαθητές παρουσιάζονται να νικιούνται από τον κόπο και τη νύστα και ενώ αυτός προσεύχεται, αυτοί παραδίδονται σε βαθύ ύπνο. Δες Λουκ. θ 32,κβ 45,Ματθ. κστ 40,43,45,Μάρκ. ιδ 37,40,41 (ο).
(2) «Ένα σκοπό είχαν οι Φαρισαίοι, το να διασύρουν μονίμως το θείο και ουράνιο κήρυγμα. Παραμονεύουν λοιπόν τους αγίους αποστόλους, που ακολουθούσαν αμέριμνα τον σωτήρα όλων μας Χριστό και λένε σε αυτόν για αυτούς: Να, βλέπουμε αυτούς που διδάσκεις, ότι εναντιώνονται στα νομικά εντάλματα· διότι κάνουν αυτό που δεν επιτρέπεται να κάνουν τα σάββατα· διότι ενώ ο νόμος διατάζει να μην υπάρχει εργασία το Σάββατο και να μην καταπιαστεί κάποιος με κανένα έργο που έχει κάποιο κόπο, τρίβουν με τα χέρια τα στάχυα οι μαθητές» (Κ). Πολλοί ένοχοι σε μεγάλα αμαρτήματα είναι έτοιμοι να επικρίνουν τους άλλους, πολλές φορές για αθώες και αβλαβείς ενέργειες. Οι Φαρισαίοι μάλωναν, διότι οι μαθητές έτρωγαν κατά το Σάββατο τόσο λιτά και απλά, την ώρα που αυτοί παραμένοντας στα σπίτια τους αργοί, παραδίδονταν σε ποτά και πολυτελή τραπέζια, τα οποία προετοίμαζαν από την Παρασκευή.

6.3 καὶ ἀποκριθεὶς πρὸς αὐτοὺς εἶπεν ὁ ᾽Ιησοῦς, Οὐδὲ τοῦτο(1) ἀνέγνωτε ὃ ἐποίησε Δαυὶδ(2) οπότε ἐπείνασεν αὐτὸς καὶ οἱ μετ᾽ αὐτοῦ ὄντες;
3 Κι ο Ιησούς τους απάντησε: «Ούτε κι αυτό δεν το διαβάσατε στη Γραφή, που έκανε ο Δαβίδ όταν πείνασαν αυτός και οι σύντροφοί του;
(1) Ακόμη και αυτό δεν διαβάσατε; Δεν ξέρετε λοιπόν ούτε την ιστορία του μεγάλου σας βασιλιά; (g). Ο όλος στίχος ταυτίζεται με το παράλληλο του Ματθαίου.
(2) Ο Κύριος αναμφίβολα θα μπορούσε να αποδείξει χωρίς κόπο ότι η πράξη των μαθητών, αν και αντίθετη με τις φαρισαϊκές παραδόσεις, συμφωνούσε πλήρως με το μωσαϊκό παράγγελμα, αν εννοούνταν σωστά. Αλλά αν άνοιγε συζήτηση πάνω σε αυτό το πεδίο, θα αναμίγνυαν οι Φαρισαίοι τις περιπτωσιολογίες τους, χωρίς να καταλήξει αυτή σε πειστικό συμπέρασμα. Ο Κύριος λοιπόν μεταφέρει τη συζήτηση σε βιβλικό πεδίο, από όπου θα έβγαινε συμπέρασμα αδιαμφισβήτητο (g).

6.4 ὡς εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ θεοῦ καὶ τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως έλαβε και ἔφαγε(1) καὶ ἔδωκε και τοῖς μετ᾽ αὐτοῦ, οὓς οὐκ ἔξεστιν φαγεῖν(2) εἰ μὴ μόνους τοὺς ἱερεῖς(3);
4 Μπήκε στο ναό του Θεού, πήρε κι έφαγε κι έδωσε και στους άντρες του τους άρτους της προθέσεως, που δεν επιτρέπεται από το νόμο να φάνε παρά μόνο οι ιερείς».
(1) H συμπεριφορά του Δαβίδ βασίζεται στην αρχή, ότι σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου κάποια ηθική υποχρέωση συγκρούεται με κάποιο νόμο τελετουργικό, ο νόμος αυτός πρέπει να τίθεται σε δευτερεύουσα μοίρα. Διότι ο τελετουργικός τύπος είναι το μέσο και το ηθικό καθήκον είναι ο σκοπός. Ο παραλογισμός λοιπόν των Φαρισαίων συνίστατο σε αυτό ακριβώς, στο να θυσιάζουν το σκοπό για το μέσο. Ο αρχιερέας είχε καθήκον να διασώσει τη ζωή του Δαβίδ, νόμιμου εκπροσώπου της θεοκρατίας, όπως και τις ζωές των ακολούθων του, έστω και με παράβαση κάποιου τελετουργικού παραγγέλματος. Διότι τα τελετουργικά παραγγέλματα ορίστηκαν χάριν της θεοκρατίας και όχι η θεοκρατία χάριν εκείνων (g).
(2) «Παρόλο που έπραξε αυτά ο Δαβίδ, σε αντίθεση με αυτό που ήθελε ο νόμος, αξιώνεται από εμάς κάθε θαυμασμού, ορθά και δίκαια· διότι ήταν αληθινά άγιος και προφήτης. Επομένως… πώς κατακρίνατε τους μαθητές μου τη στιγμή που θαυμάζετε ως άγιο και προφήτη τον μακάριο Δαβίδ, παρόλο που δεν τήρησε την εντολή του Μωϋσή;» (Κ).
(3) Ο κώδικας του Βέζα προσθέτει στη συνέχεια μεταφέροντας τον σ. 5 μετά τον σ. 10 τα επόμενα: «Την ίδια μέρα όταν είδε κάποιον να εργάζεται το Σάββατο, του είπε· άνθρωπε, αν μεν ξέρεις τι κάνεις, είσαι μακάριος· αν όμως δεν ξέρεις, είσαι καταραμένος και παραβάτης του νόμου».

6.5 καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ότι κύριός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου και τοῦ σαββάτου(1).
5 Και τους είπε καταλήγοντας: «Ο Υιός του Ανθρώπου εξουσιάζει και το Σάββατο».
(1) Το Σάββατο ως θεσμός παιδαγωγικός πρέπει να υφίσταται μέχρις ότου η ηθική ανάπτυξη του ανθρώπου φθάσει στο τέρμα της. Εφόσον όμως ο σκοπός αυτός επιτευχθεί, το μέσο αυτομάτως καταργείται. Αλλά ήδη η στιγμή αυτή έφτασε, τώρα που ο υιός του ανθρώπου ήλθε. Κύριος αντιπρόσωπος του ανθρωπίνου γένους, αποτελεί συγχρόνως και την ενσάρκωση του τέλειου ιδανικού, στο οποίο κατατείνει η ανθρωπότητα. Υψώνεται λοιπόν πάνω από το Σάββατο ως μέσο παιδαγωγικό. Δικαιούται λοιπόν να τροποποιήσει τον θεσμό ή και όταν βρει αυτό σωστό, να καταργήσει αυτόν τελείως (g). Ο Κύριος παρόλο που επέτρεψε έργα ανάγκης κατά την ημέρα του Σαββάτου, θέλει να γνωρίζουμε και να θυμόμαστε ότι αυτή είναι δική του μέρα. Ο υιός του ανθρώπου είναι κύριος και του Σαββάτου. Στη βασιλεία του Λυτρωτή, η ημέρα του Σαββάτου πρέπει να μετατρέπεται σε ημέρα Κυρίου και να καταναλώνεται για τιμή του Λυτρωτή, όπως προτήτερα αφιερωνόταν για τιμή του Δημιουργού. Για αυτό όχι μόνο απέκτησε νέο όνομα, το όνομα της Κυριακής (Αποκ. α 10) αλλά και μεταφέρθηκε σε νέα ημέρα, την πρώτη ημέρα της εβδομάδας.

Στίχ. 6-11. Η θεραπεία του ανθρώπου με το παράλυτο χέρι.
6.6 ᾽Εγένετο δὲ(1) και ἐν ἑτέρῳ σαββάτῳ(2) εἰσελθεῖν αὐτὸν εἰς τὴν συναγωγὴν καὶ διδάσκειν· καὶ ἦν ἄνθρωπος ἐκεῖ καὶ ἡ χεὶρ αὐτοῦ ἡ δεξιὰ(3) ἦν ξηρά·
6 Ένα άλλο Σάββατο, μπήκε ο Ιησούς στη συναγωγή και δίδασκε. Εκεί ήταν ένας άνθρωπος με παράλυτο το δεξί του χέρι.
(1) Δες Ματθ. ιβ 9-14 και Μάρκ. γ 1-6 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις.
(2) Στον Λουκά υπάρχουν 3 μικρές προσθήκες· α) η ξεκάθαρη πληροφορία ότι σε άλλο σε σχέση με το προηγούμενο Σάββατο, έγινε η θεραπεία αυτή· β) ο Ιησούς δίδασκε στη συναγωγή όπως στο δ 15-31 και γ) ότι το χέρι το δεξί ήταν που έπασχε. Ο Hobart στην τελευταία αυτή προσθήκη είδε ένδειξη ακριβούς καθορισμού των γιατρών, οι οποίοι λένε πάντα, ποιο είναι το ασθενές μέλος, το δεξί ή το αριστερό; (L).
(3) Το χέρι το χρησιμότερο (δ).

6.7 παρετήρουν(1) δὲ οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι εἰ ἐν τῷ σαββάτῳ θεραπεύσει(2), ἵνα εὕρωσι κατηγορίαν αὐτοῦ(3).
7 Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, λοιπόν, πρόσεχαν να δουν αν θα θεραπεύσει κανέναν το Σάββατο, για να βρουν αφορμή να τον κατηγορήσουν.
(1) Υπάρχει και η γραφή παρετηρούντο. Σύμφωνα με τον Λουκά δεν ρώτησαν επειδή απορούσαν, αλλά κατασκόπευαν τον Σωτήρα για να βρουν αφορμή κατηγορίας εναντίον του (δ).
(2) Υπάρχει και η γραφή θεραπεύει=εάν κατά κανόνα θεραπεύει· εάν τέτοια είναι η συνηθισμένη τακτική του. Θεραπεύσει=εάν στην περίσταση αυτή θα θεραπεύσει (g).
(3) Οι ραββίνοι δεν επέτρεπαν ιατρική περίθαλψη κατά την ημέρα του Σαββάτου παρά μόνο κατά την περίπτωση που ήταν άμεσος ο κίνδυνος κατά της ζωής. Η σχολή του Σιαμμαΐ μάλιστα έφθανε μέχρι και του να απαγορεύει και την παρηγοριά των ασθενών κατά την ημέρα αυτή. Δες Schabbat 12,1 (g).

6.8 αὐτὸς(1) δὲ ᾔδει τοὺς διαλογισμοὺς αὐτῶν, και εἶπεν τῷ ανθρώπω τῷ ξηρὰν ἔχοντι τὴν χεῖρα, ῎Εγειρε καὶ στῆθι εἰς τὸ μέσον(2)· ο δε ἀναστὰς ἔστη.
8 Ο Ιησούς, που γνώριζε τους διαλογισμούς τους, είπε στον άνθρωπο με το παράλυτο χέρι: «Σήκω και στάσου στη μέση». Εκείνος σηκώθηκε και στάθηκε.
(1) Αντιτίθεται το αυτός με τους κατασκόπους αυτούς.
(2) «Στάσου στη μέση· ποια είναι η αιτία αυτού του πράγματος; Ίσως για να καλέσει σε ευσπλαχνία τον σκληρό και άσπλαχνο Φαρισαίο· ίσως τους συγκινήσει το πάθημα [του αρρώστου] και τους πείσει να ηρεμήσουν τις φλόγες του φθόνου» (Κ). Του Χριστού η μέθοδος είναι φανερή, όπως η μέθοδος εκείνων είναι σκοτεινή και ύπουλη (p). Ο άρρωστος ήταν ένας από τους ακροατές του Χριστού κατά την ημέρα εκείνη. Δεν φαίνεται από το κείμενο ότι περίμενε την θεραπεία του χεριού του από τον Ιησού. Αλλά όσοι με προθυμία ακούνε τον λόγο του Χριστού, γίνονται σκεύη δεκτικά και των χαρίτων του.

6.9 εἶπεν ουν ὁ ᾽Ιησοῦς πρὸς αὐτούς, ᾽Επερωτήσω(1) ὑμᾶς τί(2) ἔξεστι τοις σάββασιν, ἀγαθοποιῆσαι ἢ κακοποιῆσαι(3), ψυχὴν σῶσαι ἢ ἀποκτείναι;
9 Τότε ο Ιησούς είπε στους γραμματείς και στους Φαρισαίους: «Θα σας κάνω ένα ερώτημα: Τι επιτρέπει ο νόμος να κάνει κανείς το Σάββατο; να κάνει καλό ή να κάνει κακό; να σώσει μια ζωή ή να την αφήσει να χαθεί;»
(1) Υπάρχει και η γραφή επερωτώ υμας, η οποία κάνει το ερώτημα σταθερότερο και αμεσότερο, το οποίο ανταποκρίνεται καλύτερα με την ψυχική διάθεση του Κυρίου κατά τη στιγμή αυτή (g).
(2) Υπάρχει και η γραφή ει. Πιο σωστή όμως παρουσιάζεται η γραφή «τι», αρκεί το «τι» αυτό να μην το πάρουμε ως αντικείμενο του επερωτήσω, αλλά ως υποκείμενο του έξεστι (g).
(3) Ο Κύριος παίρνει αφορμή από την αρχή, ότι αυτός που μπορεί να κάνει το αγαθό και δεν κάνει αυτό, κάνει κακό σύμφωνα με το Ιακ. δ 17 (δ). Λόγω λοιπόν της βαθιάς συμπάθειάς του αισθάνεται να βαρύνει πάνω του η ευθύνη όλων των θλίψεων, τις οποίες δεν ανακουφίζει. Αλλά θα έλεγε κάποιος: Δεν θα μπορούσε να αναβληθεί η θεραπεία για την επόμενη ημέρα; Στην ένσταση αυτή ο Κύριος θα απαντούσε αναμφίβολα σαν ένας από εμάς: Το παρόν είναι δικό μου. Η επόμενη μέρα δεν μου ανήκει (g).

6.10 καὶ περιβλεψάμενος(1) πάντας αὐτοὺς εἶπεν αὐτῷ, ῎Εκτεινον τὴν χεῖρά σου(2). ὁ δὲ ἐποίησεν, καὶ ἀπεκατεστάθη ἡ χεὶρ αὐτοῦ ως η άλλη(3).
10 Κι αφού έριξε τη ματιά του σ’ όλους αυτούς γύρω, είπε στον παράλυτο: «Τέντωσε το χέρι σου». Αυτός το έκανε, και το χέρι του έγινε καλά σαν το άλλο.
(1) Καμία απάντηση δεν δόθηκε. Και τότε λαμβάνει χώρα μία σκηνή γεμάτη βαρύτητα, η οποία αποσιωπάται μεν από τον Ματθαίο, αλλά αναπαριστάνεται δραματικότερα από τον Μάρκο. Ο Λουκάς απλώς παρουσιάζει τον Κύριο να κατευθύνει το βλέμμα γύρω, σε όλη την ομήγυρη, σαν να προσκαλεί με αυτό τους αντιπάλους πριν προβεί σε ενέργεια της θεραπείας (g).
(2) Αφού η πρόκληση προς τους αντιπάλους έμεινε χωρίς απάντηση, δοκιμάζει τώρα ο Κύριος και τον ασθενή. Η απόπειρα του να υπακούσει αυτός στο παράγγελμα του Κυρίου ήταν και απόδειξη της πίστης του (p). Ακριβώς ό,τι ο Κύριος τον διατάζει, δεν μπορούσε αυτός λόγω της ασθένειάς του να το πράξει. Αλλά κάθε θεία προσταγή κλείνει μέσα της και υπόσχεση, την υπόσχεση ότι ο Θεός σε αυτόν που προθυμοποιείται να εκτελέσει αυτήν, θα δώσει και την αναγκαία ενίσχυση. Πρέπει μόνο ο άρρωστος να επιχειρήσει, συμμορφούμενος με τον λόγο του Κυρίου και η προσπάθειά του θα γίνει αποτελεσματική (g).
(3) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα αποσιωπούν το: ως η άλλη. Θεράπευσε ο Κύριος τον ασθενή, μολονότι γνώριζε, ότι οι εχθροί του θα τον κατηγορούσαν και θα κυριεύονταν από μανία εναντίον του. Ας μην εμποδιζόμαστε από το να πράττουμε το καθήκον μας ή από το να γινόμαστε ευεργετικοί στον πλησίον, από τα εμπόδια ή τις αντιδράσεις που μας παρουσιάζονται.

6.11 αὐτοὶ δὲ ἐπλήσθησαν ἀνοίας(1), καὶ διελάλουν(2) πρὸς ἀλλήλους τί ἂν ποιήσειαν(3) τῷ ᾽Ιησοῦ.
11 Εκείνοι τότε έγιναν έξω φρενών και συζητούσαν μεταξύ τους τι θα ’πρεπε να κάνουν εναντίον του Ιησού.
(1) Άνοια είναι η απώλεια του λογικού λόγω παράφορης αντίδρασης (p). Από το α το στερητικό και νους παραγόμενη η λέξη, σημαίνει την στέρηση της ικανότητας να διακρίνω το αληθινό από το ψεύτικο. Έγιναν τρελοί από λυσσασμένη οργή (g). Η λέξη συναντιέται στο Β Τιμ. γ 9, Παροιμ. κβ 15,Σοφ. Σολ. ιε 18,ιθ 3, Β΄Μακ. δ 6 κλπ. (p). Αντί να πειστούν με το θαύμα αυτό, ότι ήταν διδάσκαλος από το Θεό, αντί να αγαπήσουν αυτόν ως ευεργέτη της ανθρωπότητας, γέμισαν με άνοια αφού στενοχωρήθηκαν, διότι δεν μπόρεσαν να τον φοβίσουν, ώστε να μην πράξει το αγαθό και δεν μπόρεσαν να παρεμποδίσουν την αύξηση του ενδιαφέροντός του για τις ασθένειες του λαού. Και η μεν οργή είναι μία σύντομη τρέλα, η κακία όμως και η αντιπάθεια είναι μία μακρά τρέλα. Κακεντρέχεια και αντιπάθεια ανίσχυρη και αποτυχημένη στα σχέδια και τις προθέσεις της, αυτή ήταν η σε αυτήν την περίπτωση κακεντρέχεια των Φαρισαίων. Για αυτό σκοτίζονται και θολώνει ο νους τους.
(2) =συνομιλούσαν, συσκέπτονταν (δ). Ο Μάρκος λέει ότι οι Φαρισαίοι συσκέφθηκαν μαζί με τους Ηρωδιανούς, πώς θα πετύχαιναν να τον φονεύσουν. Με την βοήθειά τους επιζητούσαν ίσως να παρασύρουν τον Αντίπα να μεταχειριστεί τον Ιησού, όπως και τον Ιωάννη. Ο Λουκάς δεν αναφέρει πουθενά τους Ηρωδιανούς (p). Πρέπει να εκπλήσσεται κάποιος για το ότι οι άνθρωποι δείχνονται τόσο κακοί, αλλά και για το ότι ο Υιός του Θεού δείχνεται τόσο υπομονετικός ώστε να ανέχεται τους ανθρώπους που συσκέπτονται εναντίον του.
(3) Υπάρχουν και οι γραφές: ποιήσειεν και ποιήσαιεν. Το ποιήσειαν είναι αιωλικός τύπος, που χρησιμοποιείται από τον Λουκά και στο Πράξ. ιζ 27 (ψηλαφήσειαν).

Στίχ. 12-16. Οι δώδεκα απόστολοι.
6.12 ᾽Εγένετο δὲ(1) ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις(2) ἐξήλθεν(3) εἰς τὸ ὄρος(4) προσεύξασθαι(5), καὶ ἦν διανυκτερεύων(6) ἐν τῇ προσευχῇ(7) τοῦ θεοῦ(8).
12 Εκείνες τις ημέρες ανέβηκε ο Ιησούς στο βουνό για να προσευχηθεί. Όλη τη νύχτα προσευχόταν στο Θεό.
Ως προς το χρόνο της εκλογής των 12, ο Λουκάς συμφωνεί με τον Μάρκο τοποθετώντας αυτήν μετά τη σύγκρουση του Ιησού με τους Φαρισαίους και το συμβούλιο που έκαναν για να τον φονεύσουν. Το έργο του Ιησού έπρεπε να επιζήσει. Όταν οι εχθροί του θα νομίσουν ότι πέτυχαν το σκοπό τους, το έργο αυτό θα έχει εξασφαλιστεί, διότι ο Διδάσκαλος θα έχει μορφώσει τους μαθητές του, κληρονόμους της διδασκαλίας του (L).
(1) Για την κλήση των 12 δες και Μάτθ. ι 1-4 και Μάρκ. γ 13-19 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις.
(2) Υποδηλώνει κάποια διακοπή που παρεμβλήθηκε ανάμεσα στα προηγούμενα γεγονότα και αυτά που εξιστορούνται αμέσως (L).
(3) Υπάρχει και η γραφή ἐξελθεῖν. Χρησιμοποιείται το ρήμα, διότι το όρος, που δεσπόζει στις όχθες της λίμνης, είναι σαν εξοχή σε σχέση με την πόλη (L).
(4) Σε μικρή απόσταση από την ακτή της λίμνης το έδαφος υψώνεται και γίνεται ένα είδος συνεχούς οροσειράς. Είναι πιο φυσικό λοιπόν κάτω από την λέξη όρος να εννοήσουμε γενικώς την όλη οροσειρά, σε αντίθεση με την ακτή της λίμνης. Από τον δέκατο αιώνα η παράδοση καθόρισε ως τέτοιο το όρος του Κουρούν-Χαττίν που βρίσκεται βορειοδυτικά της Τιβεριάδος με διπλές κορφές (g).
(5) Ο Λουκάς πολλές φορές παρουσιάζει τον Κύριο να αισθάνεται την ανάγκη να προσευχηθεί και για τον σκοπό αυτόν να αποσύρεται σε απομόνωση. Δες δ 42,ε 16 (g). Εάν όμως αυτός, που ήταν αναμάρτητος, εύρισκε αναγκαίο να καταναλώνει μακρό χρόνο στην προσευχή, πόσο μάλλον είναι αυτή αναγκαιότερη για μας, οι οποίοι είμαστε μολυσμένοι από την αμαρτία και δείχνουμε τόσο λίγο ζήλο και πιστότητα στο έργο της διακονίας του Κυρίου; (ο). Μας διδάσκει λοιπόν με το παράδειγμά του, ότι «πρέπει να προσευχόμαστε μυστικά και κρυφά και χωρίς να βλέπει κανείς· διότι αυτό σημαίνει το ότι ο Ιησούς προσευχόταν στο βουνό μόνος και σαν σε ησυχία και αυτό μας το δίδαξε ο ίδιος λέγοντας· Εσύ όμως όταν προσεύχεσαι, μπες στο εσωτερικό δωμάτιό σου. Διότι πρέπει να προσευχόμαστε χωρίς φιλοδοξία και σηκώνοντας προς τον ουρανό όσια χέρια και ο νους να πηδά σαν ακριβώς σε ύψος, στο ύψος της όρασης του Θεού, και να απομακρύνεται από κάθε θόρυβο και να φεύγει μακριά από μέριμνα κοσμική. Πρέπει όμως να κάνουμε αυτό όχι με βαρεμάρα, ούτε έχοντας αδρανή ολιγοψυχία· αλλά μάλλον έντονα και με ζήλο και με θαυμαστή υπομονή. Διότι έχεις ακούσει ότι δεν προσευχήθηκε απλώς ο Χριστός, αλλά ότι και διανυκτέρευσε κάνοντας αυτό» (Κ). «Για αυτό βεβαίως, δεν τους διδάσκει μόνο την προσευχή που γίνεται με λόγια, αλλά και ο ίδιος κάνει αυτό και προσεύχεται διανυκτερεύοντας στις ερημιές, διδάσκοντας και νουθετώντας μας, όταν πρόκειται να μιλήσουμε στο Θεό, να αποφεύγουμε τους θορύβους και τις ταραχές και να αναχωρούμε σε ερημιά, όχι τόπων μόνο, αλλά και καιρών. Ερημιά, λοιπόν, δεν είναι μόνο το βουνό, αλλά και ένα σπιτάκι απαλλαγμένο από φωνές» (Χ).
(6) Λέγεται μία φορά στην Κ.Δ. Ο αναλυμένος παρατατικός τονίζει την μακρά διάρκεια της προσευχής. Η κρίσιμη στιγμή της εκλογής των 12 είχε φτάσει και η αγρυπνία αυτή ήταν προετοιμασία για αυτήν (p). Εάν προσευχηθεί κάποιος για μισή ώρα, χαρακτηρίζουμε την προσευχή τους ως μακρά. Αλλά ο Χριστός συνέχισε την προσευχή του για νύχτα ολόκληρη με μυστική και κατ’ ιδίαν επικοινωνία με το Θεό. Λέχθηκε ότι είναι αδύνατον για εκείνους, οι οποίοι ζουν ζωή κοπιαστική και εργατική, γεμάτη απασχολήσεις, να βρουν καιρό για μακρές κατ’ ιδίαν προσευχές. Αλλά ο Κύριος δεν έζησε βίο αναπαυτικό και ελεύθερο από βαριές απασχολήσεις και μόχθους. Η ζωή του ολόκληρη καταναλώθηκε ανάμεσα στο λαό, τον οποίο υπηρετούσε και ο οποίος δεν τον άφηνε πολλές φορές ούτε για ελάχιστο να αναπαυτεί. Και δεν θα ήταν υπερβολή να έλεγε κάποιος, ότι κανενός άλλου ανθρώπου η ζωή δεν διακοπτόταν από τις ανάγκες αυτών που έτρεχαν σε αυτόν για να ζητήσουν τη βοήθειά του και κανενός άλλου η ζωή δεν επιβαρύνθηκε τόσο πολύ από τις φροντίδες και τους κόπους για τους άλλους, όσο ο βίος και η ζωή του Κυρίου μας. Και όμως παρόλο αυτά άφησε σε μας μοναδικό παράδειγμα αφοσίωσης και εγκαρτέρησης στην προσευχή.
(7) Για τις προσευχές του αυτές λέχθηκαν οι 12, ότι δόθηκαν από τον Πατέρα στον Ιησού Χριστό. Δες Ιω. ιζ 6. Μεγάλο έργο διεκπεραιώθηκε κατά τη νύχτα αυτή ανάμεσα στο Θεό και τον Μεσίτη (b).
(8) Η φράση προσευχή του Θεού πουθενά αλλού δεν συναντιέται. Σημαίνει προσευχή που έχει ως αντικείμενό της το Θεό (p). Κατά τη νύχτα αυτή ο Ιησούς έθεσε ενώπιον του Θεού το έργο του και η εκλογή των 12 υπήρξε ο καρπός της μακράς του αυτής προσευχής (g). Και μας διδάσκει έτσι «όταν πρόκειται να τοποθετήσουμε κάποιον σε διακονία πνευματική, με προσευχή να γίνεται η επιλογή και να οδηγούμαστε από το Θεό και από εκείνον να ζητούμε να μας αποκαλυφθεί ο ικανός» (Θφ).

6.13 καὶ ὅτε ἐγένετο ἡμέρα(1), προσεφώνησε(2) τοὺς μαθητὰς(3) αὐτοῦ, καὶ ἐκλεξάμενος(4) ἀπ᾽ αὐτῶν δώδεκα, οὓς καὶ(5) ἀποστόλους ὠνόμασε(6),
13 Όταν ξημέρωσε, φώναξε κοντά του τους μαθητές του κι απ’ αυτούς διάλεξε δώδεκα, τους οποίους ονόμασε αποστόλους:
(1) Πολύ πρωί (b). «Αφού ο Κύριός μας διανυκτέρευσε στην προσευχή και αφού συνομίλησε με τον ουράνιο Θεό και Πατέρα, με τρόπο ανέκφραστο και ακατανόητο για μας και όπως αυτός μόνος ξέρει, και αφού παρέδωσε σε μας τον εαυτό του παράδειγμα σωτήριου πράγματος (διότι μας δίδαξε με ποιο τρόπο σωστά και ανένοχα πρέπει να κάνουμε τις προσευχές), κατεβαίνει από το όρος και αναδεικνύει αυτούς που θα μυήσουν την οικουμένη» (Κ). Ο Κύριος κατά την επικοινωνία του με τον Πατέρα ανέφερε τους μαθητές ατομικά, ώστε και ο ίδιος ο Πατέρας να δηλώσει τους άξιους να καταστούν θεματοφύλακες της σωτηρίας του κόσμου. Όταν λοιπόν τελικά το πρωί με κάθε σαφήνεια η ανθρώπινη φύση του πληροφορήθηκε για αυτούς που και ο Πατέρας είχε διαλέξει, κάλεσε τους μαθητές (g). Αφού αγρύπνησε όλη τη νύχτα προσευχόμενος, θα ανέμενε κάποιος, ότι το πρωί θα αποσυρόταν λίγο, για να κοιμηθεί. Αλλά όχι. Απασχολήθηκε αμέσως με την εκλογή των 12. Στην υπηρεσία του Θεού η μεγάλη μας φροντίδα πρέπει να είναι να μην χάνουμε καιρό, αλλά να κάνουμε το τέλος του ενός καθήκοντος, αρχή του άλλου.
(2) Κάλεσε προς τον εαυτό του. Αυτή είναι πιο σωστή έννοια, με την οποία εδώ χρησιμοποιείται η λέξη. Αλλού στην Κ.Δ. σημαίνει χαιρετίζω, απευθύνομαι, και με εξαίρεση το Ματθ. ια 16, συναντιέται μόνο στον Λουκά (ζ 32,ιγ 12,κγ 20,Πράξ. κα 40,κβ 2) (p).
(3) Τον ευρύτερο κύκλο, από τον οποίο διάλεξε τους 12 (p).
(4) Με σημασία μέσης φωνής=διάλεξε για τον εαυτό του. Είναι ο όρος, ο οποίος συχνότατα χρησιμοποιείται για δήλωση εκλογής για έργο θείο (L). Η πρόταση μένει χωρίς απόδοση μέχρι το σ. 17, όπου το ρήμα έστη συμπληρώνει αυτήν (b).
(5) Το «και» φανερώνει ότι η ονομασία υπήρξε πράξη ξεχωριστή από την εκλογή (p).
(6) Ο αόριστος ωνόμασεν δεν υπονοεί αναγκαία, ότι ο Κύριος έδωσε σε αυτούς τον τίτλο την ίδια τη στιγμή της εκλογής τους. Σύγκρινε το ωνόμασεν σε σχέση με τον Πέτρο. Είναι όμως φυσικό να υποθέσει κάποιος, ότι ο τίτλος αυτός δόθηκε σε αυτούς, τη στιγμή που ο Κύριος διαχώρισε και διέκρινε αυτούς από τους υπόλοιπους μαθητές (g). Η σοβαρή σκέψη με την οποία η εκλογή αυτή των 12 έγινε από τον Κύριο και η μακρά προσευχή που προηγήθηκε από αυτήν, θα έπρεπε να χρησιμεύει ως μάθημα σε όλους τους διακόνους και άρχοντες της εκκλησίας, που τους διδάσκει τις βαριές τους ευθύνες στην εκλογή των υποψηφίων διακόνων, οι οποίοι θα τους διαδεχτούν και την ανάγκη του να επικαλούνται την θεία ευλογία και καθοδήγηση στην εκτέλεση αυτού του καθήκοντός τους (ο).

6.14 Σίμωνα, ὃν καὶ ὠνόμασε Πέτρον(1), καὶ ᾽Ανδρέαν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ᾽Ιάκωβον καὶ ᾽Ιωάννην, Φίλιππον καὶ Βαρθολομαῖον
14 Το Σίμωνα, που του έδωσε το όνομα Πέτρος, και τον αδερφό του τον Ανδρέα· τον Ιάκωβο, τον Ιωάννη, το Φίλιππο, το Βαρθολομαίο·
6.15 Ματθαῖον καὶ Θωμᾶν,᾽Ιάκωβον τον του ῾Αλφαίου καὶ Σίμωνα τὸν καλούμενον Ζηλωτὴν
15 το Ματθαίο, το Θωμά, τον Ιάκωβο, γιο του Αλφαίου, το Σίμωνα, που λεγόταν Ζηλωτής·
6.16 ᾽Ιούδαν ᾽Ιακώβου καὶ ᾽Ιούδαν ᾽Ισκαριώτην, ὃς και ἐγένετο προδότης(2).
16 τον Ιούδα, γιο του Ιακώβου, και τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, αυτόν που έγινε προδότης.
(1) Δεν έχουμε καμία ένδειξη από το κείμενο ότι το επώνυμο Πέτρος δόθηκε στον Σίμωνα κατά τη στιγμή αυτή. Ο αόριστος ωνόμασε δείχνει καθαρά την πράξη χωρίς αναφορά στο χρόνο (g). Θα έπρεπε όμως να σημειωθεί, ότι από τη στιγμή αυτή και εξής ο Λουκάς πάντοτε μιλά για αυτόν ως Πέτρο (η 45,51,θ 20,28,32,33,ιβ 41 κλπ) και όχι ως Σίμωνα. Στα κβ 31 και κδ 34, όπου χρησιμοποιείται το όνομα Σίμων, ο Λουκάς παραθέτει τα λόγια άλλων. Μέχρι τώρα ονόμαζε αυτόν Σίμωνα (δ 38,ε 3,4,5,10) και μία φορά Σίμωνα Πέτρο (ε 8) αλλά ουδέποτε Πέτρο. Στις Πράξεις ουδέποτε ονομάζει αυτόν Σίμωνα χωρίς και την προσθήκη του Πέτρος (p).
(2) Πώς ο Ιησούς διάλεξε ως απόστολό του άνθρωπο τέτοιου χαρακτήρα; Είχε συμπεριληφθεί αυτοπροαίρετα στον ευρύτερο κύκλο των μαθητών. Υπήρχαν λοιπόν και στον Ιούδα κάποιες αρχές πίστης και ίσως κάποιος ζήλος θερμός υπέρ του Ιησού. Αλλά ο ζήλος αυτός εμπνεόταν όπως και σε τόσους άλλους από ελατήρια περισσότερο ή λιγότερο εγωιστικά και από φιλόδοξους πόθους, οι οποίοι ήταν σχεδόν αχώριστοι από την μορφή την οποία είχε πάρει η σχετικά με τον Μεσσία προσδοκία και ελπίδα πριν ακόμη ο Κύριος την καθαρίσει. Το πρόβλημα λοιπόν που ετίθετο ήταν, ποια από τις αντιπαλευόμενες αυτές αρχές θα επικρατούσε τελικά στην καρδιά του Ιούδα· θα νικούσε η πίστη και μέσω αυτής η αρετή και αυταπάρνηση που αγιάζει, ή θα κυριαρχούσε η φιλοδοξία και η ιδιοτέλεια, η οποία θα ωθούσε τελικά τον Ιούδα στην οριστική καταστροφή; Ήταν αυτό πρόβλημα, του οποίου η λύση εξαρτιόταν πλήρως από την ηθική ελευθερία του Ιούδα. Μπορεί κάποιος να υποθέσει, ότι κατά τη νύχτα της μακράς προσευχής, η οποία προηγήθηκε της εκλογής των 12, το πρόβλημα αυτό απασχόλησε σοβαρά τον Κύριο και μολονότι προαισθανόταν ποιο βαρύ σταυρό αναδεχόταν με την εκλογή αυτή, δέχτηκε τον άνθρωπο αυτόν στον κύκλο των 12, όταν η σχετικά με αυτόν θέληση του Πατέρα του εκδηλώθηκε υπέρ της πρόσληψης και αυτού. Παρ’ όλα αυτά και ο Ιούδας εκπλήρωσε το αποστολικό του έργο! Η φωνή της απόγνωσής του: Αμάρτησα παραδίνοντας αίμα αθώο, αποτελεί μαρτυρία που αντηχεί διαμέσου των αιώνων τόσο ζωηρά, όσο και το κατά την Πεντηκοστή κήρυγμα του Πέτρου ή η φωνή του αίματος του Ιακώβου και του Στεφάνου, των πρώτων μαρτύρων (g).

Στίχ. 17-26. Η επί του Όρους ομιλία. Μακαρισμοί και προειδοποιήσεις.
6.17 Καὶ καταβὰς μετ᾽ αὐτῶν(1) ἔστη ἐπὶ τόπου πεδινοῦ(2), καὶ ὄχλος μαθητῶν αὐτοῦ, καὶ πλῆθος πολὺ τοῦ λαοῦ ἀπὸ πάσης τῆς ᾽Ιουδαίας καὶ ᾽Ιερουσαλὴμ καὶ τῆς παραλίου Τύρου καὶ Σιδῶνος(3), οἳ ἦλθον ἀκοῦσαι αὐτοῦ καὶ ἰαθῆναι ἀπὸ τῶν νόσων αὐτῶν(4)·
17 Ο Ιησούς με τους μαθητές του κατέβηκε από το βουνό και στάθηκε σε μια πεδιάδα. Ένα μεγάλο πλήθος μαθητών του, καθώς και πολύς λαός απ’ όλη την Ιουδαία, από την Ιερουσαλήμ και τις παραλιακές πόλεις της Τύρου και της Σιδώνας που είχαν πάει εκεί για να τον ακούσουν και για να θεραπευτούν από τις αρρώστιες τους.
(1) Περιστοιχιζόμενος από τους 12 και από τον κύκλο των μαθητών από τον οποίο είχε εκλέξει τους 12, ο Ιησούς κατέβηκε από την κορυφή του όρους (g).
(2) Αυτό μπορεί να σημαίνει κάποιο οροπέδιο κάτω από την κορυφή του όρους. Σε συνδυασμό όμως με το «καταβάς» οδηγούμαστε να δεχτούμε ότι πρόκειται μάλλον για κάποια πεδιάδα στους πρόποδες του όρους. Εκεί παρουσιάζεται πιθανότερο ότι μαζεύτηκαν τα πλήθη, για τα οποία γίνεται εδώ λόγος και έφεραν τους ασθενείς τους, το οποίο θα ήταν δυσκολότερο να πραγματοποιηθεί, εάν επρόκειτο για οροπέδιο που βρισκόταν στο ύψος του όρους (p). Και στους πρόποδες του όρους ήταν δυνατόν να υπάρχει κάποιο ψηλότερο μέρος, στο οποίο ο Σωτήρας στάθηκε στην αρχή και τέλεσε θαύματα και μετά κάθισε και άρχισε την ομιλία του (p). Το «έστη» λοιπόν δεν αποτελεί απόδειξη, ότι στεκόμενος όρθιος δίδαξε ο Κύριος, διότι στο μεταξύ παρεμβλήθηκαν οι θεραπείες (p).
(3) Τρεις τάξεις προσώπων περιστοιχίζουν ήδη τον Κύριο· οι ακροατές οι οποίοι έτρεξαν από όλη την περίχωρο· ο ευρύς κύκλος των μαθητών και οι Απόστολοι. Οι πρώτοι εκπροσωπούν το λαό ως καλεσμένο στη βασιλεία του Θεού· οι δεύτεροι το σύνολο των πιστών, την εκκλησία, και οι τρίτοι τον κλήρο που διακονεί στην εκκλησία (g). Παρόλο που η Ιερουσαλήμ βρισκόταν σε αρκετή απόσταση από τον τόπο αυτόν· παρόλο που στην Ιερουσαλήμ υπήρχαν πολλοί περίφημοι ραββίνοι, παρ’ όλα αυτά ήλθαν από τα Ιεροσόλυμα να ακούσουν τον Ιησού. Ήλθαν επίσης από τα παράλια Τύρου και Σιδώνος· παρόλο που αυτοί που έμεναν στη χώρα αυτή ήταν άνθρωποι του εμπορίου και των επιχειρήσεων και γειτόνευαν με τους Χαναναίους, όμως πολλοί από αυτούς είχαν προσελκυστεί από την διδασκαλία του Ιησού. Παντού ο Κύριος έχει τους δικούς του, οι οποίοι είναι διασκορπισμένοι εδώ και εκεί, για να χρησιμεύσουν ως σωτήρια ζύμη σε κάθε περιβάλλον. «Πρόσεξε όμως, σε παρακαλώ, τον τρόπο της χειροτονίας (εκλογής των 12)· διότι ο ίδιος ο σοφότατος ευαγγελιστής λέει ότι συντελέστηκε όχι σε κάποια γωνιά και κρυφά, αλλά μάλλον είχαν μαζευτεί πολλοί μαθητές και όχλος από όλη τη χώρα των Ιουδαίων και από τα παράλια Τύρου και Σιδώνος. Αυτοί… «κούτσαιναν και στα δύο πόδια» και τιμούσαν, από τη μία, σε κάποιο βαθμό τα έθιμα των Ιουδαίων, αλλά, από την άλλη, δεν είχαν απομακρυνθεί πλήρως από την κατηγορία για ειδωλολατρία. Έγινε λοιπόν η χειροτονία ενώ ήταν όλοι αυτοί παρόντες και τοποθετήθηκαν διδάσκαλοι σε όλη τη γη. Το οποίο βεβαίως και έκαναν, καλώντας, από τη μία, τους Ιουδαίους από την λατρεία του μωσαϊκού νόμου, ενώ, από την άλλη, τους λάτρεις των δαιμόνων από την ελληνική πλάνη, στην επίγνωση της αλήθειας» (Κ). Της παράλιας εξυπακούεται χώρας (g).
(4) «Ήλθαν να τον ακούσουν, αυτό είναι η ψυχική θεραπεία, και να θεραπευτούν από τις ασθένειές τους, αυτό είναι η σωματική» (Θφ). Εκείνοι οι οποίοι δεν έχουν κοντά τους κήρυγμα καλό, ενδείκνυται να οδοιπορήσουν ή να ταξιδέψουν μακριά, για να βρουν τέτοιο, παρά να στερηθούν αυτό. Αξίζει να βαδίσει κάποιος μακρά οδό για να ακούσει τον λόγο του Θεού και να παραμερίσει άλλες εργασίες για αυτόν.

6.18 καὶ οἱ οχλούμενοι(1) ἀπὸ πνευμάτων ἀκαθάρτων και(2) ἐθεραπεύοντο·
18 Ήρθαν ακόμα και όσοι υπέφεραν από ακάθαρτα πνεύματα· όλοι αυτοί θεραπεύτηκαν.
(1) Και αυτό όπως και όλα τα προηγούμενα (όχλος μαθητών και το πλήθος του λαού) αποδίδεται συντακτικά στο έστη=στάθηκε ο Ιησούς και όχλος μαθητών και πλήθος πολύ και όσοι ενοχλούνταν… (δ). Υπάρχει και η γραφή: και οι ενοχλούμενοι υπό πνευμάτων ακαθάρτων εθεραπεύοντο.
(2) Ο σύνδεσμος «και» είναι αναγκαίος εδώ. Διότι αν παραλειφθεί αυτός, παρουσιάζονται μόνο οι δαιμονισμένοι ότι θεραπεύονταν, ενώ σύμφωνα με τον επόμενο στίχο θεραπεύονταν όλοι (δ).

6.19 καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἐζήτει ἅπτεσθαι αὐτοῦ, ὅτι(1) δύναμις παρ᾽ αὐτοῦ ἐξήρχετο(2) καὶ ἰᾶτο(3) πάντας(4).
19 Όλος ο κόσμος προσπαθούσε να τον αγγίξει, γιατί μια δύναμη έβγαινε από πάνω του και θεράπευε τους πάντες.
(1) Αιτιολογεί το γιατί όλος ο όχλος ζητούσε να τον αγγίξει.
(2) «Διότι οι μεν προφήτες και οι άλλοι άγιοι, δεν είχαν δύναμη να βγαίνει από αυτούς· διότι δεν ήταν οι ίδιοι πηγές δυνάμεων. Ο Κύριος όμως είχε δύναμη να βγαίνει από τον ίδιο. Διότι αυτός ο ίδιος ήταν η πηγή της δύναμης. Αφού βεβαίως οι προφήτες και οι άγιοι δέχονταν μάλλον δύναμη από ψηλά» (Θφ). «Δεν δανειζόταν δηλαδή δύναμη από άλλον ο Χριστός, αλλά επειδή ο ίδιος ήταν από τη φύση του Θεός, έστω και αν έγινε σάρκα, στέλνοντας προς τους αρρώστους την δύναμη, τους θεράπευε όλους» (Κ).
(3) Υποκείμενο του ἰᾶτο είναι όχι ο Ιησούς, αλλά η δύναμη (g). Υπάρχει το σύνολο της χάρης στο Χριστό και δύναμη θεραπευτική σε αυτόν, και ξεχύνονται από αυτόν άφθονα και πλούσια, ώστε να επαρκούν και για όλους τους ανθρώπους και για τον καθένα τους χωριστά.
(4) Το μάτι της θεότητας που ήταν μέσα του, το οποίο βλέπει τα πάντα, παρακολουθούσε όλους όσους τον άγγιζαν. Έτσι ώστε η θεραπευτική του αυτή δύναμη και ενέργεια, εκδηλωνόταν σε κάθε περίπτωση σύμφωνα με την υπερφυσική γνώση και θέλησή του (ο).

6.20 Καὶ αὐτὸς(1) ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ(2) εἰς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ(3) ἔλεγεν(4), Μακάριοι οἱ πτωχοί(5), ὅτι ὑμετέρα ἐστὶν(6) ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ.
20 Τότε ο Ιησούς στράφηκε προς τους μαθητές του και τους είπε:«Μακάριοι εσείς οι φτωχοί,
γιατί δική σας είναι η βασιλεία του Θεού.
(1) Η ακόλουθη ομιλία ονομάστηκε ομιλία της πεδιάδας, όχι εξ’ ολοκλήρου δικαιολογημένα, διότι δεν είναι βέβαιο, ότι ο τόπος ο πεδινός υπήρξε πεδιάδα στους πρόποδες του όρους. Ποια είναι η σχέση της με την επί του όρους ομιλία; Παραθέτουμε στη συνέχεια τις κύριες υποθέσεις, οι οποίες διατυπώθηκαν για εξήγηση των ομοιοτήτων και διαφορών, οι οποίες παρατηρούνταν ανάμεσα στις δύο αυτές ομιλίες. α) Οι δύο αυτοί λόγοι εκφωνήθηκαν σε διαφορετικούς τόπους και χρόνους και πρέπει να διακρίνονται μεταξύ τους. β) Είναι δύο λόγοι, που εκφωνήθηκαν όμως την ίδια ημέρα και ο μεν Ματθαίος διέσωσε σε μας την προς τους μαθητές ιδιαίτερη ομιλία, που έγινε στο όρος, ενώ ο Λουκάς αυτήν που έγινε στα πλήθη μετά από κάποιες ώρες. Την γνώμη αυτή εισηγήθηκε πρώτος ο Αυγουστίνος. γ) Είναι δύο διαφορετικές περιλήψεις με παρεμβολές και αποσιωπήσεις, ενός και του ίδιου λόγου (Schleirmacher). δ) Είναι αναθεωρήσεις μίας και της ίδιας περίληψης, στην οποία ο μεν Ματθαίος πρόσθεσε και άλλο υλικό από άλλες πηγές, ενώ ο Λουκάς ίσως αποσιωπά από αυτήν κάποια τμήματα. ε) Ο Ματθαίος παρέχει συστηματική έκθεση λόγων του Κυρίου που λέχθηκαν σε διάφορες περιστάσεις και ο Λουκάς αναφέρει τα λόγια μερικών από αυτές τις περιστάσεις. Πλήθος άλλο ερμηνευτών, ανάμεσα στους οποίους και οι Χ., Ω., b., Λούθηρος κλπ υποστήριξαν, ότι τα κύρια τμήματα των δύο αυτών ομιλιών που εκθέτουν οι Ματθαίος και Λουκάς, προέρχονται από μία και την ίδια ομιλία (p).
(2) Το «αφού σήκωσε τα μάτια» πρέπει να συνδεθεί με το «στους μαθητές του». «Σήκωσε τα μάτια προς αυτούς και πριν το λόγο με το γλυκό βλέμμα, τούς ελκύει στην ακρόαση» (Ε).
(3) Κυρίως προς τους μαθητές απευθύνει τα λόγια του, αν και βαθμιαία ο ορίζοντας του λόγου διευρύνεται, χωρίς ο Λουκάς να φροντίζει στο μεταξύ, να δηλώσει πότε γίνεται αυτό. Φυσικό είναι να θεωρήσουμε ότι η διεύρυνση αυτή γίνεται στο σ. 24, όπου με τα «ουαί (αλίμονο)» περιλαμβάνονται και άλλα πρόσωπα (L). Οπωσδήποτε οι μακαρισμοί του Λουκά δεν θα ήταν αληθινοί εάν απευθύνονταν στο μικτό πλήθος. Για τους πιστούς και αφοσιωμένους Χριστιανούς η φτώχια, η πείνα, η λύπη και οι διωγμοί είναι πραγματικές ευλογίες. Για τους άλλους μπορεί να είναι απλώς στείρα και άκαρπα παθήματα (p). «Μετά την εκλογή των μαθητών, ρυθμίζει αυτούς και με τους μακαρισμούς και με τη διδασκαλία σε πιο πνευματική κατάσταση» (Θφ).
(4) Το σύνολο των μακαρισμών όπως και πιο κάτω των απειλών του Λουκά, δείχνει ότι είναι οι ίδιοι μακαρισμοί του Κυρίου, τους οποίους ο Ματθαίος αναφέρει, που κατανοήθηκαν πιο σωματικά από τους Γαλιλαίους μαθητές, των οποίων την παράδοση ο Λουκάς ακολούθησε. Είναι όμως και αυτοί αληθινοί, στο ότι είναι η εξωτερική μορφή της εσωτερικής κατάστασης, την οποία οι μακαρισμοί στον Ματθαίο προϋποθέτουν (δ). Όταν λάβουμε υπ’ όψη ότι και ο Ματθαίος και ο Λουκάς διέσωσαν σε μας δικές τους περιλήψεις της ομιλίας του Κυρίου, εξηγούνται οι διαφορές αυτές πλήρως και δεν υπάρχει ανάγκη να υποθέσουμε, ότι «είναι διαφορετικοί οι μακαρισμοί αυτοί από αυτούς που είναι γραμμένοι στο κατά Ματθαίον» (Ζ). Αλλά «μιλούν έτσι οι ευαγγελιστές, όχι ερχόμενοι σε αντίθεση μεταξύ τους, αλλά μοιράζουν πολλές φορές τις διηγήσεις· και άλλοτε μεν βαδίζουν με τα ίδια κεφάλαια, άλλοτε πάλι αυτό που παρέλειψε κάποιος, το βάζει άλλος στα δικά του συγγράμματα· έτσι ώστε να μην μπορέσει να ξεφύγει της προσοχής κανένα από τα αναγκαία σε αυτούς που πιστεύουν στο Χριστό» (Κ).
(5) «Φαίνεται ότι ονομάζει εδώ φτωχούς, αυτούς που είναι υπεράνω της αγάπης για το κέρδος και οι οποίοι είναι αφιλάργυροι» (Κ)· «αυτούς που δεν είναι φίλοι του πλούτου, τους θεληματικά φτωχούς» (Ζ). «Θα μπορούσαν λοιπόν να είναι αυτοί, όσοι αδιαφόρησαν για όλα τα πολύτιμα της παρούσας ζωής, αυτοί που είναι φτωχοί με την μετριοφροσύνη, αυτοί που έφτασαν στο έπακρο της ακτημοσύνης για την κατά Θεόν φιλοσοφία… Τέτοιους έκανε αυτούς τους πρώτους που έγιναν μαθητές του· για αυτό και μπροστά τους έλεγε: «δική σας είναι η βασιλεία του Θεού». Διότι το «δική σας» λεγόταν δεικτικά προς παρόντες» (Ε). «Διότι έπρεπε, έπρεπε, εφόσον αυτοί επρόκειτο να διαγγείλουν παντού το σωτήριο και ευαγγελικό κήρυγμα, να έχουν φρόνημα αφιλόπλουτο και χωρίς απασχολήσεις την επιθυμία για τα ανώτερα» (Κ). Είστε φτωχοί. Αφήσατε τα πάντα για να με ακολουθήσετε. Αρκείστε να ζείτε μαζί μου με ελεημοσύνες και εισφορές. Από το ότι υπηρετείτε εμένα, δεν περιμένετε να τύχετε κοσμικών προτιμήσεων και διακρίσεων. Αντιθέτως πρέπει να εργάζεστε σκληρά και να αντιμετωπίζετε στερήσεις, όπως όλοι οι φτωχοί. Αλλά για όλα αυτά είστε μακάριοι. Είστε πανευτυχείς μέσα στη φτώχια σας. Διότι κάθε ζημιά και απώλεια υλική, την οποία θα υποστείτε, θα ανταμειφθεί γενναία. Όλες οι παρηγοριές και χάριτες της βασιλείας στη ζωή αυτή και όλες οι δόξες και χαρές της βασιλείας στη μέλλουσα ζωή θα είναι δικές σας. Εξίσου σοβαρή ερμηνεία: Για σας τους μαθητές μου η φτώχια είναι πραγματική ευλογία, διότι σας διατηρεί σε άμεση εξάρτηση από το Θεό και σας υποβοηθά να είστε αληθινά υπήκοοί του. Δες Ψαλμ. οα 12,13 (p). Όχι διότι η φτώχια και οι θλίψεις είναι από μόνες τους τίτλος που δίνει δικαιώματα στη θεία ευλογία, αλλά διότι διαθέτουν την ψυχή σε συναισθήματα ταπεινά, τα οποία κάνουν αυτήν κατάλληλη για να δεχτεί αυτήν. Όπως από την άλλη, η ευτυχία και τα πλούτη διαθέτουν την καρδιά σε συναισθήματα αγερωχίας και σκληρά. Στο γεγονός αυτό της πείρας, βασίζονται πάρα πολλά χωρία της Π.Δ., στα οποία οι φτωχοί και πιεζόμενοι παρουσιάζονται να προτιμώνται από το Θεό (g).
(6) Είναι ήδη δική σας. Αλλά η βασιλεία του Θεού δεν είναι ακόμη δική τους στην πληρότητά της, αλλά εν μέρει μόνο. Για εκείνα όμως τα στοιχεία, τα οποία δεν βρίσκονται ακόμη υπό την κατοχή τους, δίνεται υπόσχεση στους ακόλουθους μακαρισμούς (p).

6.21 μακάριοι οἱ πεινῶντες(1) νῦν, ὅτι χορτασθήσεσθε(2). μακάριοι οἱ κλαίοντες(3) νῦν, ὅτι γελάσετε.
21 Μακάριοι εσείς που τώρα πεινάτε, γιατί θα σας χορτάσει ο Θεός. Μακάριοι εσείς που τώρα κλαίτε, γιατί θα χαρείτε.
(1) Στον Ματθαίο «μακάρισε αυτούς που πεινούν και διψούν την δικαιοσύνη… ενώ εδώ αυτούς που απλώς πεινούν, δηλαδή αυτούς που πεινούν επειδή με τη θέλησή τους είναι φτωχοί και υπομένουν» (Ζ). «Αυτούς που πεινούν, λόγω της ευσέβειας σε αυτόν» (Κ)· τους μαθητές, στους οποίους η πείνα και η στέρηση είναι απόδειξη δικαιοσύνης, διότι δεν θέλησαν να κερδίσουν ό,τι ανήκει σε άλλους, αλλά μάλιστα βοήθησαν αυτούς και για αυτό στερούνται σήμερα αυτοί (δ). Εξίσου σοβαρή ερμηνεία και η επόμενη: Πεινασμένους εννοεί εκείνους, τους οποίους η φτώχια καταδικάζει σε ζωή μόχθου και στερήσεων. Όπως και κλαίοντας εννοεί εκείνους, οι οποίοι βρίσκονται κάτω από το βάρος των δοκιμασιών της ζωής (g). Εννοείται, ότι οι μακαρισμοί απευθύνονται σε μαθητές του Χριστού και συνεπώς σε ανθρώπους που δέχονται τις στερήσεις και τις θλίψεις με διάθεση υποταγής στο θείο θέλημα.
(2) Αυτοί «θα χορτάσουν με απόλαυση αιώνια» (Ζ) «δηλαδή θα απολαύσουν τα αγαθά που θα τους δοθούν, νοητά βεβαίως, εννοείται, και πνευματικά» (Κ). Και στις τέσσερεις περιπτώσεις, στις οποίες αναφέρονται οι μακαρισμοί, παρόλο που οι θλίψεις που υπομένονται είναι εξωτερικές και σωματικές, όμως οι αμοιβές με τις οποίες βραβεύονται είναι πνευματικές (p).
(3) Ο Ματθαίος γράφει πενθούντες, αλλά το κλαίοντες υπονοεί εξωτερικό ξέσπασμα της λύπης, όπως και το «θα γελάσετε» αναφέρεται σε εξωτερική εκδήλωση της χαράς. Παρόλο που στους Ο΄ το γελάω είναι συνηθισμένο, στην Κ.Δ. το βρίσκουμε μόνο εδώ και στο σ. 25 (p). «Ισχυριζόμαστε βεβαίως, ότι αυτοί που κλαίνε, δεν είναι αυτοί που τα μάτια τους βγάζουν δάκρυα· διότι αυτό είναι συνηθισμένο και συμβαίνει σε όλους, σε πιστούς και άπιστους, όταν βεβαίως γίνει κάτι από αυτά που συνηθίζουν να προκαλούν λύπη. Αλλά είναι εκείνοι μάλλον, οι οποίοι αποφεύγουν τον διασκεδαστικό και διεφθαρμένο και με σαρκικές απολαύσεις τρόπο ζωής… Αυτούς που αρνούνται την τρυφή και την αφοσίωση στα σαρκικά και σχεδόν κλαίνε λόγω τους μίσους των κοσμικών πραγμάτων, αυτούς λέει ο Σωτήρας ότι είναι μακάριοι» (Κ).

6.22 μακάριοί ἐστε(1) ὅταν μισήσωσιν ὑμᾶς οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὅταν ἀφορίσωσιν(2) ὑμᾶς καὶ ὀνειδίσωσιν(3) καὶ ἐκβάλωσιν(4) τὸ ὄνομα ὑμῶν(5) ὡς πονηρὸν ἕνεκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου(6)·
22 Μακάριοι είστε, άμα σας μισήσουν οι άνθρωποι και σας διώξουν απ’ τις συναγωγές και σας χλευάσουν και δυσφημίσουν το όνομά σας εξαιτίας του Υιού του Ανθρώπου.
(1) Ο τέταρτος αυτός μακαρισμός του Λουκά, ο οποίος ανταποκρίνεται στον ένατο του Ματθαίου, αναφέρεται ειδικότερα στους μαθητές (L). «Επειδή επρόκειτο αυτοί, λόγω του νέου κηρύγματος, να διώκονται και να πολεμούνται από όλους, τους ασφάλιζε από πριν και τους προανήγγειλε όσα θα γίνονταν και τους αξίωνε μακαρισμών» (Ε). «Έτσι ώστε όταν έλθει ο καιρός, κατά τον οποίο επρόκειτο να γίνουν αυτά από κάποιους, να μην πέσουν σε ανόητη αμέλεια, για αυτό προαναγγέλλει χρήσιμα ότι και η έφοδος των λυπηρών, θα έχει μισθό και θα τους είναι ωφέλιμη» (Κ). Σχηματίζεται εδώ έντονο κλιμακωτό σχήμα με τα ρήματα μισήσωσιν, αφορίσωσιν, ονειδίσωσιν, εκβάλωσι το όνομά υμων (ο).
(2) Το αφορίζω χρησιμοποιείται και με καλή έννοια (Πράξ. ιγ 2,Ρωμ. α 1,Γαλ. α 15) και με κακή, όπως εδώ (p). Πρέπει να το πάρουμε εδώ με πολύ γενική έννοια (L). «Θα σας αφορίσουν από τους εαυτούς τους, δηλαδή από την φιλία και τη σχέση με τους εαυτούς τους» (Κ). Εφόσον η θρησκεία και το έθνος αποτελούσαν ένα, έχαναν οι αφοριζόμενοι συγχρόνως και τα δύο. Στους Ιουδαίους, που αποτελούσαν θρησκευτική κοινότητα στο ρωμαϊκό κράτος, ο αφορισμός δεν συνεπαγόταν και την εξορία μακριά από τα όρια του κράτους. Αλλά και στους εθνικούς μπορούσε κάποιος να είναι αποκηρυγμένος, χωρίς να είναι και εξορισμένος (L). Στους Ιουδαίους ο αφορισμός από τη συναγωγή συνεπαγόταν αμέσως και την διακοπή κάθε κοινωνικής σχέσης (g).
(3) «Θα σας βρίσουν ως πλάνους και απατεώνες» (Κ). Πρέπει να περιμένετε από τους κακούς ανθρώπους να σας μισούν, διότι η διδασκαλία σας και η ζωή σας είναι έλεγχος και καταδίκη για αυτούς. Και όσοι μεν από αυτούς έχουν στα χέρια τους εξουσία, και μάλιστα εκκλησιαστική, θα σας αφορίσουν· θα σας εξαναγκάσουν να χωριστείτε από αυτούς και θα ρίξουν εναντίον σας τις πιο ατιμωτικές κατηγορίες, ώστε να σας αναθεματίσουν, ως σκανδαλώδεις και αδιόρθωτους παραβάτες και εγκληματίες. Θα πράξουν μάλιστα αυτό το τελευταίο με κάθε επισημότητα και με επικλήσεις του ουρανού, ώστε να καταστήσουν πιστευτό στον κόσμο και σχεδόν πιστευτό και σε σας τους ίδιους, ότι ο ουρανός επικύρωσε τον αναθεματισμό σας. Αυτή φαίνεται αν είναι η ειδικότερη έννοια της φράσης «θα σας αφορίσουν». Από την άλλη όσοι δεν έχουν τέτοια εξουσία, δεν θα παραλείψουν να δείξουν την κακία τους όσο περισσότερο τους είναι δυνατόν. Διότι θα σας βρίσουν, θα σας αποδώσουν τα βρωμερότερα εγκλήματα, παρά την αθωότητά σας· θα διαβάλουν το όνομά σας και θα σας συκοφαντήσουν. Και θα πράξουν το παν για να σας καταστήσουν μισητούς.
(4) Εκβάλλω το όνομα είναι όπως και στη συνήθεια μέση φράση, που σημαίνει, βγάζω στην κοινωνία το μέχρι τότε άγνωστο όνομα κάποιου για καλό ή κακό. Εδώ που προστίθεται το «ως πονηρό»= θα σας κατασυκοφαντήσουν και προς τους άλλους, για να σχηματίσουν κακή γνώμη για σας (δ). «Έβαλε πολύ τον μισθό, όχι μόνο για διωγμούς, ούτε μόνο για πληγές, ούτε για φυλακίσεις και φόνους και σφαγή, αλλά και μόνο για βρισιά και για λόγια κοροϊδευτικά» (Χ).
(5) Ή, το όνομά σας σημαίνει το όνομα, με το οποίο είστε γνωστοί ως μαθητές μου, ως Χριστιανοί· Χριστιανός ή ναζαρηνός ήταν όνομα κακής φήμης (p). Ή, το όνομα φανερώνει εδώ το πρόσωπο, του οποίου σύμβολο είναι το όνομα (δ). Εννοεί το ατομικό όνομα κάθε πιστού, διότι αν δεχτούμε ως όνομα το συλλογικό όνομα του Χριστιανού, τότε οι ακόλουθες λέξεις: λόγω του υιού του ανθρώπου, θα ήταν ταυτολογία (g).
(6) «Όταν σας κάνουν αυτά που λέχθηκαν, όχι για κάποια κακία δική σας, αλλά λόγω εμού, επειδή είστε δικοί μου» (Ζ). «Θα παρουσιάζουν άψογη ζωή ώστε ούτε στους εχθρούς, που κυνηγούν αφορμές συκοφαντίας, να μην παρέχουν δικαιώματα εναντίον τους· όμως επρόκειτο να διώκονται και να πολεμιούνται για μόνη την ομολογία σε αυτόν και λόγω των εντολών του, και θα δυσφημούνται και θα υπομένουν κάθε κοροϊδία και βρισιές και εξευτελισμούς, όχι για δικά τους αμαρτήματα, αλλά για τον ενάρετο και τέλειο και γεμάτο δικαιοσύνη τρόπο ζωής τους» (Ε), αυτοί θα είναι μακάριοι.

6.23 χάρητε ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ καὶ σκιρτήσατε(1), ἰδοὺ(2) γὰρ ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τῷ οὐρανῷ· κατὰ τὰ αὐτὰ(3) γὰρ ἐποίουν τοῖς προφήταις(4) οἱ πατέρες(5) αὐτῶν(6).
23 Χαρείτε όταν συμβεί αυτό, κι από χαρά σκιρτήστε· γιατί ο Θεός θα σας ανταμείψει με το παραπάνω στον ουρανό. Τα ίδια έκαναν και οι πρόγονοί τους στους προφήτες.
(1) Χαρείτε και από τη χαρά σκιρτήστε. Αυτό δείχνει τον μεγάλο βαθμό της χαράς, τον οποίο οφείλουν να έχουν (δ).
(2) Η λέξη διεγείρει την προσοχή (δ).
(3) Υπάρχει και η γραφή κατά ταύτα= «Σύμφωνα με αυτά που λέχθηκαν, δηλαδή το μίσος, ο αφορισμός, που σημαίνει ο χωρισμός από τους εαυτούς τους και τα υπόλοιπα» (Ζ). Κατά τα αυτά= με τον ίδιο τρόπο· τα ίδια (g). Η φράση είναι αποκλειστική του Λουκά. Δες στ 26,ιζ 30, Πράξ. ιδ 1 (το αυτό=το ίδιο) (L). Σας κακομεταχειρίζονται όπως ακριβώς και τους προφήτες. Αυτό όμως αποτελεί απόδειξη για σας, ότι περπατάτε στο ίδιο πνεύμα και στα ίδια ίχνη των προφητών, για αυτό και έχετε στους ανθρώπους την ίδια τύχη με εκείνους. Αλλά οι ζημιές και οι απώλειές σας για το Χριστό δεν θα διαρκέσουν μέχρι τέλους. Θα ανταμειφθείτε πλούσια για αυτές στη βασιλεία των ουρανών. Όχι μόνο οι υπηρεσίες τις οποίες προσφέρατε στο Χριστό, αλλά πολύ περισσότερο και τα παθήματά σας για τη δόξα του, θα λογαριαστούν στο ενεργητικό σας από τον αγωνοθέτη Θεό.
(4) «Πρόσταζε τους γνωστούς του να έχουν θάρρος, θυμίζοντας τους την κατάλληλη ώρα, όσα έπαθαν οι προφήτες του Θεού· έτσι ώστε, με την σύγκριση με εκείνους και αυτοί να έχουν τις ίδιες ελπίδες με εκείνους» (Ε). Διότι οι προφήτες «πριν από αυτούς όταν μετέφεραν τα θεία και ουράνια λόγια στους Ισραηλίτες, διώχτηκαν, πριονίστηκαν, πέθαναν με φόνο μαχαιριού και υπέμεναν εξευτελισμούς που γίνονταν άδικα εις βάρος τους. Επομένως τους δίνει να καταλάβουν το εξής, ότι αυτών των οποίων θα γίνονταν μιμητές, αυτών θα γίνονταν και συμμέτοχοι· και δεν θα στερηθούν τα προφητικά στεφάνια αν βαδίσουν τον πατημένο από εκείνους δρόμο» (Κ). Πρέπει να χαρείτε όχι μόνο από την άποψη ότι θα έχετε τις ίδιες αμοιβές με τους προφήτες, αλλά και διότι θα έχετε συντροφιά τόσο εκλεκτά πρόσωπα, οι οποίοι προηγήθηκαν από σας και μαζί με τους οποίους πρόκειται να συγκαταριθμηθείτε (ο).
(5) Μιλά για τους Ισραηλίτες ως μέλη της ανθρωπότητας. Και όταν λέει οι πατέρες τους, εννοεί τους πατέρες των Ισραηλιτών που εκπροσωπούν αυτούς από τους ανθρώπους που κάθε εποχή γενικώς διώκουν τους ανθρώπους του Θεού.
(6) Η αντωνυμία αυτών, έχει μέσα της την ιδέα, ότι οι διωκόμενοι μαθητές ανήκουν ήδη σε άλλη τάξη πραγμάτων, ξένη με τους διώκτες. Το «αυτών» ακόμη αποτελεί την μετάβαση στα «ουαί» που ακολουθούν εναντίον των αρχηγών της παρούσας τάξης (g).

6.24 Πλὴν(1) οὐαὶ ὑμῖν(2) τοῖς πλουσίοις(3), ὅτι ἀπέχετε(4) τὴν παράκλησιν(5) ὑμῶν.
24 Αλίμονο όμως σ’ εσάς τους πλουσίους, γιατί την αμοιβή σας την έχετε πάρει ήδη σ’ αυτό τον κόσμο.
(1) Πρέπει να μεταφραστεί με το «αλλά», και με αυτό εξαιρεί από τους προηγούμενους μακαρισμούς τα στη συνέχεια σημειούμενα πρόσωπα (g). Τίποτα δεν μας παρέχει το δικαίωμα να βεβαιώσουμε ότι δεν ήταν παρόντα εκεί και πρόσωπα, στα οποία είχαν πλήρη εφαρμογή αυτά τα «ουαί». Είναι δυνατόν κάποιοι κατάσκοποι και αντίπαλοι από την Ιουδαία να είχαν εισχωρήσει στο ακροατήριο. Αλλά και αν δεν ήταν παρόντα τέτοια πρόσωπα, είναι δυνατόν τα «ουαί» αυτά να λέχθηκαν ως προειδοποίηση τόσο για εκείνους, οι οποίοι τα άκουγαν, όσο και για τους άλλους, στους οποίους αυτοί που άκουσαν θα τα ανακοίνωναν (p). Άλλωστε «αφού προανήγγειλε ότι η κατά Θεόν φτώχια είναι αίτια κάθε αγαθού και αφού είπε, ότι το να πεινούν και να κλαίνε, δεν θα μείνει χωρίς μισθό στους αγίους, μεταφέρει τον λόγο στα αντίθετα από αυτά, και δείχνει ξεκάθαρα ότι αυτά προκαλούν κόλαση και τιμωρία, έτσι ώστε, με την επιθυμία των στεφανιών και με τον πόθο του μακαρισμού, από τη μία, να ελκύονται προς τους κόπους… ενώ από τον φόβο της κόλασης που επικρέμαται, από την άλλη, να αποφεύγουν τον πλούτο και το να βρίσκονται σε απολαύσεις και γέλια, δηλαδή σε τέρψεις κοσμικές» (Κ).
(2) =Τι κακά και τι όλεθρος σας αναμένει (δ). «Δες πώς με τα «ουαί» μάς έδειξε τι μεγάλη τιμωρία θα περιμένει αυτού του είδους τους ανθρώπους. Διότι αυτό το «ουαί», είναι θρηνητικό επιφώνημα» (Χ).
(3) Πλούσιους λέει αυτούς που στηρίζονται στα πλούτη τα οποία έχουν σε αφθονία και αντί με αυτά να υπηρετούν το Θεό και τον πλησίον, υπηρετούν τις δικές τους επιθυμίες. «Πλουσίους ονομάζει τώρα, αυτούς που δεν δίνουν τίποτα, αυτούς που λιώνουν για τον πλούτο, αυτούς που πλουτίζουν για κακό» (Ζ). Είναι γεγονός ότι αυτοί που αντιτάχθηκαν στο Χριστό προέρχονταν κυρίως από την τάξη των πλουσίων, όπως και αυτοί που καταπίεσαν τους πρώτους Χριστιανούς. Δες Ιακ. ε 1-6. Αλλά οι περιπτώσεις του Ιωσήφ και του Νικοδήμου δείχνουν, ότι οι πλούσιοι από μόνοι τους δεν αποκλείονται από την βασιλεία (p).
(4) Πήρατε στο ακέραιο· απολαύσατε πλήρως, ώστε δεν απομένει πλέον τίποτα να έχετε.
(5) Την φτωχή παρηγοριά, που προέρχεται από τα πλούτη, στα οποία στήριξαν την ελπίδα και πεποίθησή τους. Αυτήν μόνο έχουν και στερούνται κάθε θησαυρού στους ουρανούς (p). «Μπορούμε λοιπόν να δούμε αυτό, να απεικονίζεται καλά σαν σε πίνακα, στην παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. Διότι πήρες πλήρως, λέει προς τον πλούσιο, τα αγαθά σου στη ζωή σου και ο Λάζαρος τα κακά· τώρα λοιπόν αυτός εδώ παρηγοριέται, ενώ εσύ νιώθεις οδύνη… Και βεβαίως ο Σωτήρας σε αυτούς που έχουν τον επίγειο πλούτο, υπέδειξε οδό σωτηρίας λέγοντας· Κάνετε φίλους σας από τον άδικο μαμωνά, για να σας υποδεχτούν στις αιώνιες κατοικίες τους (Λουκ. 16,9)» (Κ). Η ανοησία των ανθρώπων του κόσμου συνίσταται στο να θεωρούν την απόλαυση των υλικών αγαθών σαν την μόνη παρηγοριά τους και να στηρίζουν την ευτυχία τους σε αυτά, θεωρώντας αυτά σαν το ύψιστο αγαθό, καυχώμενοι για αυτά και τοποθετώντας τον ουρανό και τον παράδεισό τους πάνω στη γη, παραμερίζοντας ως δευτερεύουσας αξίας την παρηγοριά του Θεού και μη υπολογίζοντας διόλου τα πνευματικά και ουράνια αγαθά. Όταν θα φύγουν από τον παρόντα κόσμο, θα στερηθούν από την παρηγοριά τους αυτή, θα μπει τέρμα στις ανέσεις τους και τίποτα άλλο δεν θα απομείνει σε αυτούς παρά μόνο η αιώνια αθλιότητα και ο βασανισμός.

6.25 οὐαὶ ὑμῖν οἱ ἐμπεπλησμένοι(1), ὅτι πεινάσετε(2). οὐαί ὑμῖν οἱ γελῶντες νῦν(3), ὅτι πενθήσετε καὶ κλαύσετε(4).
25 Αλίμονο σ’ εσάς που τώρα είστε χορτάτοι γιατί θα πεινάσετε. Αλίμονο σ’ εσάς που τώρα γελάτε, γιατί θα θρηνήσετε και θα κλάψετε.
(1) «Οι χορτάτοι στην παρούσα ζωή» (Ζ). Οι γεμάτοι από τα αγαθά της παρούσας ζωής, των οποίων το γέμισμα δεν αξίζει το όνομα του χορτασμού (b). Είστε γεμάτοι, αλλά όχι και χορτασμένοι. Ο Γρότιος φέρνει ως παράδειγμα εκείνον, στον οποίο ανήκε η επιτάφια επιγραφή «Τόσο έχω όσο έπινα και «.
(2) Αυτό βρήκε μερική και κατά γράμμα επαλήθευση στην πολιορκία της Ιερουσαλήμ. Αλλά αναφέρεται μάλλον στη στέρηση της πνευματικής τροφής της ουράνιας βασιλείας (p). «Θα πεινάσετε στον μέλλοντα αιώνα, αφού εκεί δεν θα απολαύσετε καμία παρηγοριά» (Ζ). Είναι αυτοί γεμάτοι από τον εαυτό τους, χωρίς το Θεό και τον Χριστό. Αλίμονο όμως σε αυτούς, διότι θα πεινάσουν. Μετά από λίγο θα αδειάσουν από όλα αυτά τα αγαθά, για τα οποία τώρα τόσο πολύ καυχιούνται. Και όταν θα αφήσουν πίσω τους στον κόσμο αυτόν όλα αυτά, από τα οποία τώρα είναι γεμάτοι, θα πάρουν μαζί τους τέτοιες ορέξεις και επιθυμίες, των οποίων δεν θα βρουν ποτέ την ικανοποίηση στον κόσμο στον οποίο μετά θάνατον θα μεταβούν. Διότι όλες οι απολαύσεις των αισθήσεων, από τις οποίες τώρα είναι αυτοί γεμάτοι, στον άδη θα τους λείψουν ολοτελώς και στον ουρανό θα παραμεριστούν και θα καταργηθούν.
(3) =όσοι χαίρονται με κοσμική και σαρκική χαρά, επειδή απολαμβάνουν τα επίγεια αγαθά στα οποία μόνα είναι προσκολλημένοι (δ). «Αυτοί που τώρα γελάτε ακόλαστα» (Ζ) για την τωρινή σας επίγεια ευδαιμονία. Αυτοί που δεν γνωρίζουν άλλη χαρά παρά μόνο την σαρκική, την χαρά των αισθήσεων· αυτοί που δεν γνωρίζουν άλλη χρήση των αγαθών αυτού του κόσμου παρά μόνο αυτήν που εξασφαλίζει και αυξάνει την σαρκική αυτή χαρά, η οποία διώχνει από τις καρδιές τους κάθε λύπη, και αυτό ακόμη το κατά Θεόν πένθος, την καλή λύπη την οποία μας προκαλεί η αληθινή μετάνοια.
(4) «Θα κλάψετε τότε που θα κολάζεστε. Ο κλαυθμός είναι πιο έντονο από το πένθος· ή, πένθος μεν είναι ο ήσυχος θρήνος, ενώ κλαυθμός ο θρήνος με φωνές» (Ζ). Η αμαρτία δεν συνίσταται στο γέλιο από μόνο του, αλλά στους κοσμικούς σκοπούς και απολαύσεις, τα οποία στεφόμενα από επιτυχία διασκορπίζουν τις σοβαρές σκέψεις και γεμίζουν τη διάνοια με ματαιότητα και διάχυση.

6.26 οὐαὶ ὅταν καλῶς ὑμᾶς εἴπωσι πάντες οἱ ἄνθρωποι(1), κατὰ τὰ αὐτὰ(2) γὰρ ἐποίουν τοῖς ψευδοπροφήταις(3) οἱ πατέρες αὐτῶν(4).
26 Αλίμονο αν όλοι οι άνθρωποι σας επαινούν, γιατί το ίδιο έκαναν κι οι πρόγονοί τους στους ψευδοπροφήτες».
(1) «Ενώ είστε κακοί· Αλίμονο σε σας, λέει, όταν σας καλολογούν επειδή θα είστε αρεστοί σε αυτούς και όχι στο Θεό. Διότι όπως ακριβώς είναι μακάριος αυτός που άδικα βρίζεται, έτσι πάλι είναι άθλιος αυτός που άδικα δοξάζεται» (Ζ). «Και δες την ακρίβεια του ρητού. Δεν είπε απλώς οι άνθρωποι, αλλά, Όλοι οι άνθρωποι. Διότι δεν είναι δυνατόν ο ενάρετος, ο οποίος βαδίζει τη στενή και γεμάτη δυσκολίες οδό και ακολουθεί τις εντολές του Χριστού, να επαινείται και να θαυμάζεται από όλους… Διότι η δόξα από όλους, θα ήταν μέγιστη απόδειξη ότι δεν υπάρχει μεγάλη φροντίδα για την αρετή. Διότι πώς θα επαινούνταν από όλους ο ενάρετος, αν θα ήθελε να αρπάξει αυτούς που αδικούνται από αυτούς που τους αδικούν, και αυτούς που βλάπτονται από αυτούς που θέλουν να τους βλάψουν;» (Χ). Και πώς είναι δυνατόν ο διεφθαρμένος που δεν γνωρίζει την αξία της αρετής, να επαινέσει τον ενάρετο; «Διότι αν σε κάθε τέχνη πρέπει να ζητάς ως κριτές τους δημιουργούς, πώς την εξέταση της αρετής την αφήνεις στους πολλούς;» (Χ). Συνήθως οι πλούσιοι (ή και όσοι έχουν οποιαδήποτε επιρροή) θαυμάζονται και επαινούνται από όλους τους ιδιοτελείς και σαρκικούς ανθρώπους, οι οποίοι ελπίζουν να κερδίσουν από την εύνοιά τους. Ο έπαινος από τους ανθρώπους του κόσμου δεν αποτελεί εγγύηση για την αξία του επαινουμένου. Μάλλον δείχνει ότι αυτοί που πέτυχαν τον έπαινο αυτόν δεν έχουν εξυψωθεί πάνω από το επίπεδο και τα χαμηλά ιδανικά του κόσμου. Δες Ιω. ιε 19,Ιακ. δ 4 (p). «Μην προσπαθούμε λοιπόν αυτό, το να μην ακούμε δηλαδή κακά λόγια, (Διότι αυτό είναι αδύνατον· και διακήρυξη υπάρχει του Χριστού που λέει: Αλίμονό σας, όταν σας λένε καλά όλοι οι άνθρωποι), αλλά να προσπαθούμε να μην δίνουμε εμείς λαβές» (Χ).
(2) Υπάρχει και η γραφή: κατά ταύτα= «Δηλαδή ομοίως τους δόξαζαν, επειδή προφήτευαν αυτά που τους άρεσαν» (Ζ).
(3) Ιδιαίτερα ο Κύριος υπονοεί τους γραμματείς και Φαρισαίους, ως αυτούς που συνεχίζουν το έργο των ψευδοπροφητών (g). Οι ψευδοπροφήτες κολάκευαν τους προγόνους σας, μολονότι δεν ζούσαν αυτοί σωστά, και έλεγαν όσα άρεσαν σε αυτούς, για αυτό και δοξάζονταν από αυτούς. Εάν λοιπόν και εσείς δοξάζεστε από όλους, γεννιέται η υπόνοια, ότι δεν λέτε την αλήθεια, αλλά συμμορφώνεστε με τα φρονήματα του κόσμου και προδίδετε τελείως το καθήκον και την αποστολή σας. Θα έπρεπε να επιθυμούμε την επιδοκιμασία των όντως σοφών και αγαθών και να μην είμαστε αδιάφοροι με τις κρίσεις αυτών για μας. Και όπως θα έπρεπε να μην λαμβάνουμε υπ’ όψη τις μομφές και τις επικρίσεις των ανόητων και ασύνετων, έτσι θα έπρεπε να μην υπολογίζουμε ούτε τους επαίνους τους.
(4) Όταν οι άνθρωποι μάς επαινούν, μη λησμονούμε, ότι πιθανότερο είναι οι κρίσεις τους να σφάλλουν ή να είναι υπερβολικές, αν όχι και ψεύτικες τελείως και μερικές φορές υποκριτικές στις εκδηλώσεις τους. Ανεξάρτητα όμως από αυτό, οι πρακτικές συνέπειες των επαίνων από χριστιανικής άποψης μπορεί να είναι ολέθριες. Πρωτίστως αυτοί υπάρχει κίνδυνος να μας αφαιρέσουν την ταπεινοφροσύνη. Πώς είναι δυνατόν εκείνος, τον οποίο επαινούν όλοι οι άνθρωποι, να γνωρίζει τι είναι η αληθινή ταπεινοφροσύνη; Αν φυγαδευτεί όμως από εμάς η ταπεινοφροσύνη επέρχεται και η απώλεια της εγρήγορσης και της άγρυπνης προσοχής. Εάν δεν συναισθανόμαστε την ασθένεια και ενοχή μας, πώς είναι δυνατόν να αγρυπνούμε; Επιπλέον οι έπαινοι εξασθενίζουν την ψυχή μας, αφαιρώντας την δύναμή της και τον ανδρισμό της. Ο έπαινος προκαλεί αυταρέσκεια και ανάπαυση, τα οποία χαλαρώνουν κάθε προσπάθειά μας που απαιτεί κόπο και βία για την κατόρθωση της αρετής. Αποτέλεσμα επίσης των επαίνων είναι η ψυχή μας να ζει πλέον για αυτούς. Κάνουμε αυτούς ασυναίσθητα κύριο σκοπό των πράξεων και ενεργειών μας και προσκολλόμαστε πλέον στη γη ζώντας για να αρέσουμε στους ανθρώπους και όχι στο Θεό.

Στίχ. 27-38. Συνέχεια της επί του Όρους ομιλίας. Αγάπη προς τους εχθρούς. Όχι κατάκριση.
6.27 (1)᾽Αλλὰ(2) ὑμῖν λέγω τοῖς ἀκούουσιν(3), ἀγαπᾶτε(4) τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς(5),
27 «Σ’ εσάς όμως που μ’ ακούτε λέω: Αγαπάτε τους εχθρούς σας, ευεργετείτε όσους σας μισούν·
(1) Για τους σ. 24-36 δες Ματθ. ε 44,40,42 και ζ 12 και ε 46,45 και τις εκεί ερμην. σημαιώσεις.
(2) Ο σύνδεσμος «αλλά» μπήκε εδώ σε αντίθεση με αυτούς που ελεεινολογούνται= αυτούς μεν που έχουν τις προαναφερόμενες κακίες, τους ελεεινολόγησα, σε σας όμως λέω… (δ). Ή, σύμφωνα με άλλους ερμηνευτές: Παρόλο που εγώ ελεεινολόγησα αυτούς, εσείς όμως δεν πρέπει να μισείτε αυτούς, αλλά οφείλετε να τους αγαπάτε.
(3) Ή, απευθύνει τον παρακάτω λόγο σε όλους, και συνεπώς οι ακροατές εδώ είναι οι όχλοι, που σύμφωνα με τον σ. 17 ήλθαν να τον ακούσουν (δ). Ή, απευθύνεται σε αυτούς που ακούνε και «πιστεύουν σε μένα» (Ζ), είτε τουλάχιστον σε αυτούς που ακούνε με προσοχή (Schanz).
(4) Για πρώτη φορά τώρα ο Λουκάς χρησιμοποιεί τη λέξη αγαπώ. Δεν πρέπει ποτέ να λησμονείται, ότι «αγάπη» είναι λέξη που γεννήθηκε στον κόλπο της θρησκείας που αποκαλύφθηκε [τον ιουδαϊσμό & χριστιανισμό]. Συναντιέται και στους Ο΄, δεν βρίσκεται όμως πουθενά στις συγγραφές του εθνικού κόσμου (Trench). Το αγαπάν όμως και αγαπάζειν είναι συνηθισμένα στους κλασικούς συγγραφείς. Ο Χριστιανισμός όμως εξευγένισε την έννοια και του αγαπώ και του φιλώ και των παραγώγων από αυτά. Το ρήμα εράω από την άλλη, δεν συναντιέται πουθενά στην Κ.Δ. (p).
(5) Εάν ακροατές θεωρήσουμε τους μαθητές, που με ενδιαφέρον ακούνε και υπακούνε τα λόγια του Κυρίου, τότε είναι αξιοσημείωτα και τα επόμενα: «Επειδή ακριβώς οι Απόστολοι επρόκειτο να σταλούν στο κήρυγμα και τους περίμεναν λόγω αυτού πολλοί διώκτες και εχθροί» (Θφ)· «αν συνέβαινε λόγω αυτών των θλίψεων να στενοχωρηθούν οι μαθητές, και έπειτα να θελήσουν να αμυνθούν απέναντι σε αυτούς που τους λύπησαν, δεν θα τους μιλούσαν και θα τους προσπερνούσαν, χωρίς να παρουσιάσουν πλέον σε αυτούς το θείο κήρυγμα και δεν θα τους καλούσαν σε επίγνωση της αλήθειας» (Κ). Έτσι όμως «θα έσβηνε ο ήλιος του ευαγγελίου. Για αυτό λοιπόν ο Κύριος προλαβαίνοντας, συμβουλεύει τους αποστόλους να μην προχωρούν σε αγώνα εναντίον των εχθρών, αλλά όλα όσα συμβαίνουν να τα υπομένουν γενναία» (Θφ). Οπωσδήποτε όμως η προς τους εχθρούς αγάπη είναι εντολή γενική που επιβάλλεται σε κάθε Χριστιανό.

6.28 εὐλογεῖτε(1) τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς(2), προσεύχεσθε υπέρ τῶν ἐπηρεαζόντων(3) ὑμᾶς.
28 δίνετε ευχές σ’ όσους σας δίνουν κατάρες, προσεύχεστε γι’ αυτούς που σας κακομεταχειρίζονται.
(1) Στους Ο΄ και στην Κ.Δ. έχει την έννοια του επικαλούμαι ευλογίες για κάποιον. Δες Γεν. ιδ 19,κβ 17,μη 9,Ρωμ. ιβ 14,Πράξ. γ 26 (p).
(2) Συνηθέστερη γραφή που υποστηρίζεται και από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα είναι η: υμάς. Στους κλασικούς όμως το καταριέμαι συντάσσεται με δοτική.
(3) Επηρεάζω=μεταχειρίζομαι κάποιον με πείσμα και κακεντρέχεια (p). Πολύ αξιόλογη η επόμενη παρατήρηση. Στους στίχους 27-28 η πρόταση έχει 4 μέρη. Το πρώτο είναι γενικό, που αντιθέτει την αγάπη με την έχθρα. Έρχονται στη συνέχεια το μίσος όπως στο σ 22, η κατάρα, η οποία υπενθυμίζει τον αφορισμό του σ. 22, η συκοφαντία, η οποία υπενθυμίζει το «βγάζω το όνομα ως πονηρό» του ίδιου στίχου. Ο παραλληλισμός λοιπόν με τον σ. 22 αποτελεί ίσως λόγο να μεταφράσουμε το επηρεάζω με το δυσφημώ. Δες και Ά Πέτρ. γ 16 όπου το επηρεάζω βρίσκεται συνδυασμένο με το «θα σας καταλαλούν ως κακοποιούς» (L).

6.29 τῷ(1) τύπτοντί(2) σε ἐπὶ τὴν σιαγόνα πάρεχε καὶ τὴν ἄλλην, καὶ ἀπὸ τοῦ αἴροντός(3) σου τὸ ἱμάτιον καὶ τὸν χιτῶνα(4) μὴ κωλύσῃς.
29 »Σ’ όποιον σε χαστουκίζει στο ένα μάγουλο, γύριζε και το άλλο· κι αν κάποιος σου πάρει το πανωφόρι, μην τον εμποδίσεις να πάρει και το πουκάμισο.
(1) Ενώ στους σ. 27,28 αναφέρεται ο Κύριος στην ενεργό εκδήλωση της αγάπης, στους σ. 29,30 αναφέρεται μάλλον στην παθητική εκδήλωσή της, δηλαδή την μακροθυμία, η οποία ουδέποτε εκδικείται και ανταποδίδει (p). Σκιαγραφεί παρ’ όλα αυτά την εικόνα μιας αγάπης, η οποία θυσιάζει όλα τα δικαιώματα αυτού που αγαπά, και τον ωθεί στο να μην γνωρίζει κάποιο όριο στην παραχώρηση των δικών του. Τα παραγγέλματα αυτά σύμφωνα με τον Αυγουστίνο αποβλέπουν προπαντός στην προπαρασκευή της καρδιάς. Ό,τι λοιπόν κυρίως θέλει να τονίσει ο Κύριος είναι αυτό, ότι η αγάπη δεν πρέπει να γνωρίζει περιορισμούς και όρια στην αυταπάρνησή της. Εάν υπάρχει όριο σε αυτήν, προέρχεται αυτό όχι από τα έξω, από την ιδέα του δικαιώματος δηλαδή, αλλά από τα μέσα. Εκείνα μόνα τα όρια γνωρίζει, τα οποία επιβάλλει αυτή στον εαυτό της. Από αγάπη ο μαθητής του Ιησού υποχωρεί όταν υποχωρεί και από αγάπη αντιστέκεται όταν αντιστέκεται (g). Έτσι προκειμένου για αυτόν που μας χτύπησε στο σαγόνι, η εσωτερική μας διάθεση πρέπει να είναι να δώσουμε σε αυτόν και το άλλο, χωρίς να ξεσηκώνεται μέσα μας κάποια διάθεση αντεκδίκησης (p).
(2) Μπαίνει εδώ το γενικό ρήμα τύπτω αντί για το ειδικό ραπίζω, το οποίο χρησιμοποιεί ο Ματθαίος (δ). Αλλά και το σιαγόνα που ακολουθεί, δεν σημαίνει απλώς το μάγουλο, αλλά το σαγόνι. Οπότε το χτύπημα δεν είναι απλό χαστούκι στο μάγουλο, αλλά γροθιά στο σαγόνι (g).
(3) Πρόκειται εδώ όχι για απλή διεκδίκηση ενώπιον του δικαστηρίου, όπως στο Ματθαίο, αλλά για πράξη βίας, για αρπαγή και βίαιη απόσπαση του ιματίου (g).
(4) Ο Ματθαίος μιλώντας για δίκη σε δικαστήριο, παρουσιάζει αυτόν που αδικεί να διεκδικεί τον χιτώνα ή το εσωτερικό ένδυμα, το οποίο κοστίζει λιγότερο, εφόσον όμως το τίμημα από την εκποίηση του χιτώνα δεν είναι αρκετό, στρέφει τις απαιτήσεις του και στο ιμάτιο (g). Ενώ αυτός που με τη βία αποσπά από κάποιον ρούχο, φυσικό είναι να αρπάξει το ακριβότερο, το οποίο επειδή φοριέται και πάνω από τα άλλα, είναι και πιο εύκολο να αρπαχτεί.

6.30 παντὶ δε τω αἰτοῦντί σε δίδου(1), καὶ ἀπὸ τοῦ αἴροντος(2) τὰ σὰ μὴ ἀπαίτει.
30 Σ’ όποιον σου ζητάει κάτι δίνε το, κι αν κάποιος σου πάρει αυτό που σου ανήκει, μη ζητάς να σου το επιστρέψει.
(1) Το παράγγελμα είναι το ίδιο με το Ματθ. ε 42 με μόνη τη διαφορά του «παντί» το οποίο πρόσθεσε ο Λουκάς για να δηλώσει το καθολικό και χωρίς εξαίρεση κύρος της εντολής (δ). Οφείλει κανείς να δίνει σε όλους αδιακρίτως, χωρίς να συμβουλεύεται την προσωπική του συμπάθεια ή αντιπάθεια (L). Πάρα πολύ αξιόλογη και η επόμενη: «Δίνε σε κάθε έναν που ζητά, όχι όμως όλα όσα ζητά, ώστε να δίνεις αυτό, το οποίο μπορείς δίκαια και έντιμα να δίνεις» (Αυγουστίνος).
(2) Το δίδου και αίροντος και απαίτει είναι σε ενεστώτα, ο οποίος σημαίνει αυτό που γίνεται συνεχώς και κατ’ επανάληψη (p).

6.31 καὶ(1) καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, και υμείς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως(2).
31 Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε κι εσείς σ’ αυτούς.
(1) Το «και» μπορεί εδώ να μεταφραστεί: Και με λίγα λόγια (g).
(2) «Αυτό που θες εσύ για τον εαυτό σου, αυτό δείξε και στους άλλους» (Θφ). «Ήταν λογικό να θεωρήσουν οι άγιοι απόστολοι, ότι ίσως αυτά εδώ τα παραγγέλματα είναι κάπως δυσκολοκατόρθωτα. Αυτός λοιπόν που γνωρίζει τα πάντα, δέχεται τον νόμο της φιλαυτίας που υπάρχει μέσα μας ως συνήγορο, για όσα θα ήθελε κάποιος να του κάνει ο άλλος. Γίνε τέτοιος, λέει, στους άλλους εσύ ο ίδιος, όπως θέλεις να είναι αυτοί σε σένα. Αν μεν τους θέλεις να είναι σκληροί και ασυμπαθείς, θρασείς και οργίλοι, μνησίκακοι και πονηροί, να είσαι και εσύ τέτοιος· αν όμως αντιθέτως θες να είναι καλοί και αμνησίκακοι, να μην θεωρείς ότι είναι αφόρητο το να είσαι τέτοιος» (Κ). «Βλέπεις νόμο έμφυτο που είναι γραμμένος στις καρδιές μας;» (Θφ).

6.32 καὶ(1) εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις(2) ἐστίν; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ(3) τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσιν.
32 Γιατί, αν αγαπάτε αυτούς που σας αγαπούν, ποια εύνοια περιμένετε από το Θεό; Αφού και οι αμαρτωλοί αγαπούν αυτούς που τους αγαπούν.
(1) Ιδιοτελής αγάπη είναι χωρίς πολλή αξία. Η χριστιανική αγάπη είναι ανιδιοτελής. Ανόμοια με την αγάπη των πολλών ανθρώπων, αγκαλιάζει τους πάντες και αυτούς ακόμα του αποκρουστικούς και οι οποίοι την πικραίνουν. Αυτή είναι η στους σ. 32-35 αναπτυσσόμενη ιδέα (p).
(2) Ποιου είδους εύνοια σας οφείλεται; Αυτό μπορεί να εννοηθεί, είτε για την ευγνωμοσύνη και τις ευχαριστίες εκ μέρους των προσώπων που αγαπιούνται είτε για την εύνοια την εκ μέρους του Θεού. Η τελευταία εκδοχή είναι η καλύτερη και εκφράζεται σαφέστερα με την παράλληλη φράση του Ματθαίου (ε 46): ποιον μισθό έχετε; (p). Η έννοια της ερώτησης: Όταν κάποιος αγαπά μόνο εκείνους που τον αγαπούν, δεν πράττει τίποτα για το Θεό (L) και άξιο των αμοιβών του.
(3) Λέει ο Λουκάς «αμαρτωλοί» αναφερόμενος απλώς στην ηθική ποιότητα αυτών που όλοι ομολογούν ως κακούς και φαύλους. Είναι οι στον Ματθαίο εθνικοί και τελώνες (δ).

6.33 καὶ ἐὰν(1) ἀγαθοποιῆτε(2) τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστίν; καὶ γαρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσιν.
33 Κι αν κάνετε καλό σ’ αυτούς που σας κάνουν καλό, ποια εύνοια περιμένετε από το Θεό; Και οι αμαρτωλοί το ίδιο κάνουν.
(1) Αντί για τον ασπασμό των αδελφών μόνο, που αναφέρει ο Ματθαίος στο ε 47, ο Λουκάς φέρνει άλλες δύο περιπτώσεις, αυτών που αγαθοποιούν και δανείζουν εκείνους μόνο, από τους οποίους παίρνουν τα ίσα (δ). Οι ασπασμοί (χαιρετισμοί) ενδιέφεραν πολύ τους Ιουδαίους. Δες Μάρκ. β 38. Ήταν εκδήλωση ιδιαίτερης αγάπης. Από αυτήν όμως την εκδήλωση ο Λουκάς προτιμά την αγαθοποιΐα γενικώς (L).
(2) Το αγαθοποιώ είναι λέξη αλεξανδρινή που χρησιμοποιείται στους Ο΄ και στην Κ.Δ., όπου λέγεται και αμετάβατα (=κάνουν το αγαθό. Δες Α΄Πέτρ. β 15,20,γ 6,17 και Γ Ιω. 11)· οι κλασικοί συγγραφείς χρησιμοποιούν με αυτήν την έννοια το αγαθουργώ (=αγαθοεργώ) (δ).

6.34 καὶ ἐὰν δανείζητε(1) παρ᾽ ὧν ἐλπίζετε απολαβεῖν(2), ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γαρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα(3).
34 Αν δανείζετε σ’ όσους ελπίζετε να σας τα επιστρέψουν, ποια εύνοια περιμένετε από το Θεό; Και οι αμαρτωλοί δανείζουν στους ομοίους τους για να τα πάρουν πίσω.
(1) Το ρήμα σημαίνει παρέχω δάνειο με τόκο. Το φιλικό και χωρίς τόκο δάνειο, εκφράζεται με το ρήμα κίχρημι. Ο Ματθαίος δεν έχει παράλληλο του τρίτου αυτού παραδείγματος. Δες όμως το Ματθ. ε 42 (p).
(2) =να πάρετε πάλι αυτά που δανείσατε και οφείλονται, ή ίσως να πάρετε στο ακέραιο (p). Πρόκειται κυρίως για τον πλούσιο, που δανείζει λίγο χρήμα στον φτωχό για ανακούφιση των πιο επειγουσών αναγκών του, δηλαδή για αγορά του καθημερινού ψωμιού του, που είναι αναγκαίο σε αυτόν και την οικογένειά του, ή για αποφυλάκισή του. Σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να δανείζουμε, με την απόφαση να μην ζητήσουμε τόκο ή κάποιο άλλο πλεονέκτημα από το δανεισμό μας αυτόν. Επιπλέον όμως πρέπει να δανείζουμε και εάν ακόμη σε τέτοιες περιπτώσεις μάς μπαίνει η υπόνοια ότι ενδέχεται να μη μας επιστραφεί το δάνειο. Δάνειζε αυτούς που βρίσκονται σε τέτοια φτώχια ώστε να στερούνται και αυτόν τον επιούσιο άρτο· δάνειζέ τους, έστω και αν είναι πιθανόν, ότι θα χάσεις αυτά που παρέχεις ως δάνειο σε αυτούς. Το παράγγελμα αυτό διασαφηνίζεται άριστα με εκείνη την μωσαϊκή διάταξη η οποία υποχρέωνε τους Ισραηλίτες να δανείζουν τους φτωχούς αδελφούς τους στις επείγουσες ανάγκες τους, μολονότι πλησίαζε το έτος της άφεσης, κατά το οποίο όλα τα χρέη εξαλείφονταν (Δευτ. ιε 7-10).
(3) Η φράση «παίρνουν πίσω τα ίσα» μπορεί να σημαίνει ή παίρνουν πάλι ακέραιο το ποσό που δάνεισαν, ή, παίρνουν κάποια ημέρα την ίδια εξυπηρέτηση (g), ίσα οφέλη, δάνεια δηλαδή σε καιρό ανάγκης, που χορηγούνται από αυτούς που άλλοτε δάνεισαν (δ).

6.35 πλὴν(1) ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες(2)· καὶ ἔσται ὁ μισθὸς(3) ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε(4) υἱοὶ ὑψίστου(5), ὅτι αὐτὸς(6) χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους(7) καὶ πονηρούς(8).
35 »Αντίθετα, εσείς ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας, να κάνετε το καλό και να δανείζετε, χωρίς να περιμένετε να πάρετε πίσω τίποτα. Έτσι, ο Θεός, που είναι καλός ακόμα και με τους αχάριστους και τους κακούς, θα σας ανταμείψει με το παραπάνω και θα σας κάνει παιδιά του.
(1) Εναντιωματικό=Εσείς όμως (δ).
(2) Υπάρχει και η γραφή: μηδένα απελπίζοντες, που προήλθε από κακή ανάγνωση μεγαλογράμματων κωδίκων. Για την έννοια του ρήματος επικρατεί ασυμφωνία στους ερμηνευτές. Ή έχει την έννοια του να μην απελπίζεστε για τίποτα· ποτέ μην απελπίζεστε για το χρήμα σας, αλλά να ελπίζετε ότι θα σας επιστραφεί μία ημέρα (p). Ή, καθόλου να μην απελπίζετε αυτούς, μην τους οδηγείτε σε απελπισία, αρνούμενοι σε αυτούς το δάνειο (δ). Με την έννοια αυτή συμφωνεί η λανθασμένη γραφή του σιναϊτικού κώδικα και της συριακής μετάφρασης που λένε μηδένα απελπίζοντες. Ή, «να μην ελπίζετε ότι θα πάρετε τίποτα από αυτούς» (Ζ). Οι δύο τελευταίες ερμηνείες είναι πιο σοβαρές. Ο Γαληνός συχνά χρησιμοποιεί τη λέξη για απελπιστικές περιπτώσεις στην ιατρική (Hobart).
(3) Ο μισθός όπως στο στίχο 23, αλλά δεν προστίθεται εδώ το «στον ουρανό» επειδή εύκολα εννοείται (L).
(4) Δεν εξαρτάται από το «και έσται», αλλά είναι πρόταση κατά παράταξη που συνδέεται με εκείνην με το «και» (L).
(5) Μιμούμενοι την αγαθότητά του (L). Η ηθική λοιπόν ομοιότητα αποδεικνύει την συγγένεια. Για το «Υψίστου» δες α 32,35,76 (p). Η υιοθεσία δίνεται μεν σε όλους τους πιστούς στο βάπτισμα αλλά απαιτείται και η συνεργασία του πιστού μετά το βάπτισμα, που προσπαθεί να αποδειχτεί άξιος του ονόματος, γνήσιος και τέλειος υιός· τελειοποιείται όμως αυτή στη μέλλουσα ζωή (δ).
(6) Για αυτό θα γίνετε παιδιά του Θεού στη μέλλουσα ζωή, διότι προσπαθήσατε να γίνετε όμοιοι με αυτόν, ο οποίος είναι αγαθός και ευεργετικός προς όλους.
(7) Οι οποίοι δεν δείχνουν καμία ευγνωμοσύνη για τις πολλές του Θεού ευεργεσίες (δ).
(8) =ανθρώπους κακής διάθεσης και κακών έργων (δ). Είναι δόξα του Θεού το ότι δείχνεται αγαθός στους αχάριστους και τους πονηρούς. Παρέχει τις δωρεές της κοινής Πρόνοιάς του και στους χειρότερους των ανθρώπων, οι οποίοι κάθε μέρα τον προκαλούν και αποστατούν από αυτόν χρησιμοποιώντας αυτές τις ίδιες τις δωρεές του για να βλασφημούν και να ατιμάζουν το όνομά του. Εκείνοι λοιπόν οι οποίοι μιμούνται σε αυτό τον Θεό, με το να δείχνονται ευεργετικοί και προς αυτούς που τους προκαλούν και αδικούν, είναι τέλειοι, όπως και ο Θεός είναι τέλειος. Η αγάπη ονομάζεται σύνδεσμος της τελειότητας (Κολοσ. γ 14). Και εφόσον η κύρια και θεμελιώδης εντολή του Χριστού σε μας είναι να αγαπάμε ο ένας τον άλλον, οφείλουμε μιμούμενοι την αγάπη του Θεού σε μας τους αχάριστους και πονηρούς απέναντί του, να γίνουμε τέλειοι.

6.36 Γίνεσθε ουν οἰκτίρμονες(1) καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων(2) ἐστίν.
36 Να είστε λοιπόν σπλαχνικοί, όπως σπλαχνικός είναι κι ο Θεός Πατέρας σας».
(1) Να γίνεστε σπλαχνικοί. Τα λόγια αυτά λέχθηκαν σε εποχή, κατά την οποία ο οίκτος και η ευσπλαχνία ήταν σε πολύ μικρή εκτίμηση. Μεταξύ των αρχαίων Ρωμαίων οι αρετές του ελέους και του οίκτου κατείχαν ασήμαντη θέση. Και οι θεοί των αρχαίων ήταν σκληροί και ανηλεείς. Νοσοκομεία, άσυλα ανιάτων, γηροκομεία κλπ. ήταν τελείως άγνωστα και ούτε καν είχε ονειρευτεί κανείς την ίδρυσή τους. Ήταν η εποχή της δουλείας. Κανείς δεν μπορεί να ρίξει το βλέμμα του στην ιστορία της ρωμαϊκής δουλείας, χωρίς να αισθανθεί πόσο ανεκτίμητο καλό δημιούργησαν στους ανθρώπους τα λόγια αυτά του Χριστού.
(2) Εάν οι αχάριστοι και πονηροί είναι το αντικείμενο της θείας αγαθότητας και αγάπης, οφείλεται αυτό στο ότι η αγάπη του Θεού είναι συμπαθητική και σπλαχνίζεται. Ο Θεός βλέπει στον πονηρό και αχάριστο τον δυστυχή και οικτρό άνθρωπο, ενώ η φυσική σκληρότητά μας αναζητά πάντοτε το κακό και πονηρό στο πρόσωπο του δυστυχισμένου (g). «Αυτό είναι με το οποίο μπορούμε κάπως να εξισωθούμε με τον Θεό, το να ελεούμε και να σπλαχνιζόμαστε… Δεν είπε, εάν νηστεύετε θα είστε όμοιοι με τον πατέρα σας, δεν είπε, εάν παρθενεύετε, ούτε είπε, εάν προσεύχεστε, θα είστε όμοιοι με τον πατέρα σας… Αλλά τι; Να γίνεστε σπλαχνικοί» (Χ). Η συμπάθεια και ευσπλαχνία μας προς τους αχάριστους και πονηρούς «μας εξομοιώνει με το Θεό και δημιουργεί μέσα στις ψυχές μας κατά κάποιο τρόπο, κάποια χαρακτηριστικά της ανώτατης φύσης του Θεού» (Κ). Να γίνεστε οικτίρμονες όπως ο πατέρας σας. «Έλεγε αυτό, όχι για να γίνουμε όπως ο Πατέρας· διότι είναι αδύνατον να γίνουμε όπως ο Πατέρας, αφού είμαστε κτίσματα και ήλθαμε από την ανυπαρξία στην ύπαρξη… αλλά έτσι ώστε, βλέποντας τις ευεργεσίες εκείνου, τα καλά που κάνουμε, να μην τα κάνουμε για τους ανθρώπους, αλλά για αυτόν, ώστε από αυτόν να έχουμε τον μισθό και όχι από τους ανθρώπους» (Α). Λέγεται το «να γίνεστε όπως ο Πατέρας σας» «όχι με την έννοια ότι αυτοί θα εξισωθούν ακριβώς· διότι δεν είναι δυνατόν να γίνει σε αυτούς αυτό σε τέτοιο βαθμό, αλλά όσο είναι δυνατόν σε ανθρώπους» (Χ). Πράγματι, δεν μπορούμε «να γίνουμε όμοιοι με την ουσία του Θεού. Όμως όταν βελτιωνόμαστε με την αρετή, μιμούμαστε τον Θεό». Ότι βεβαίως δεν μπορούμε στην ουσία να γίνουμε όμοιοι με το Θεό, το κατανοεί κάποιος έχοντας υπ’ όψη, ότι «όλα όσα δημιουργήθηκαν είναι τρεπτά (αλλάζουν), αφού οι μεν άγγελοι έκαναν παράβαση, ο δε Αδάμ παράκουσε και όλοι χρειάζονται την χάρη του Λόγου. Ένα τρεπτό όμως δημιούργημα, δεν θα μπορούσε να γίνει όμοιο με το Θεό που είναι άτρεπτος (αμετάβλητος), όπως ακριβώς ούτε το κτίσμα με τον κτίστη» (Α).

6.37 Καὶ(1) μὴ κρίνετε(2), καὶ οὐ μὴ κριθῆτε(3)· μὴ καταδικάζετε(4), καὶ οὐ μὴ καταδικασθῆτε. ἀπολύετε(5), καὶ ἀπολυθήσεσθε·
37 «Μην κρίνετε τους συνανθρώπους σας, για να μη σας κρίνει κι εσάς ο Θεός. Μην τους καταδικάζετε, για να μη σας καταδικάσει κι εσάς ο Θεός. Συγχωρείτε, για να σας συγχωρήσει κι εσάς ο Θεός.
(1) Δες Ματθ. ζ 1 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις. Ο «και» δείχνει την μετάβαση σε άλλο σχετικό θέμα (g). Αναπτύσσει περαιτέρω την αρχή της χριστιανικής αγάπης. Αφού είπε στους μαθητές του ότι δεν πρέπει να υποθάλπουν καμία προσωπική εχθρότητα εναντίον εκείνων, οι οποίοι τους βλάπτουν, αποτρέπει τώρα αυτούς από το να κρίνουν τους άλλους για κάποια κακή συμπεριφορά τους (p).
(2) Το κρίνω δεν έχει την ίδια έννοια με το καταδικάζω. Σημαίνει γενικώς να γίνεται κάποιος τιμητής της ηθικής αξίας του άλλου. Αλλά εφόσον εκεί, όπου επικρατεί αυτή η διάθεση, η κρίση γίνεται με πνεύμα ελάχιστα θετικό, η λέξη αυτή εδώ χρησιμοποιείται με έννοια αρνητική. Ενισχύεται επίσης αυτή και από την έννοια του ακόλουθου ρήματος καταδικάζω=κατακρίνω άσπλαχνα και χωρίς επιείκεια (g). «Κόβει ένα κάκιστο πάθος των διανοιών μας, το οποίο είναι η αρχή και η γένεση της υπεροψίας. Παρόλο δηλαδή που πρέπει κάποιοι να εξετάζουν τους εαυτούς τους και να ζουν όπως θέλει ο Θεός, αυτό μεν δεν το κάνουν, αλλά πολυεξετάζουν τα των άλλων. Και αν δουν κάποιους να είναι ασθενείς, σαν να έρχονται σε λησμοσύνη των δικών τους ασθενειών, κάνουν το πράγμα αυτό υπόθεση φιλοκατηγορίας και αφορμή κατάκρισης· διότι καταδικάζουν αυτούς, χωρίς να ξέρουν, ότι κατακρίνουν τον εαυτό τους στον ίδιο βαθμό με εκείνους τους οποίους κατηγορούν… Παρόλο που έπρεπε μάλλον να ελεούν τους αδύναμους… και να προσεύχονται για αυτούς και να τους παρακαλούν και να τους ξυπνούν μέσα τους την εγρήγορση» (Κ). Οφείλουμε να κρίνουμε τους εαυτούς μας και όχι τους άλλους. Οφείλουμε να κρίνουμε τις δικές μας πράξεις και να μην οικειοποιούμαστε αυθεντικά εξουσία πάνω στους άλλους, την οποία δεν επιτρέπουμε σε αυτούς πάνω στον εαυτό μας. Δεν πρέπει να κρίνουμε άσπλαχνα και χωρίς αγάπη, με πνεύμα εκδίκησης ή για να ρεζιλέψουμε τον αδελφό μας. Δεν πρέπει να κρίνουμε για την γενική κατάσταση του άλλου από μία και μόνη πράξη του, ούτε από την προς εμάς συμπεριφορά του να βγάζουμε συμπεράσματα για το ποιος είναι ως χαρακτήρας, διότι επόμενο είναι η κρίση μας να είναι μεροληπτική και άδικη. Δεν πρέπει να κρίνουμε τις καρδιές των άλλων, ούτε τις προθέσεις τους, διότι είναι προνόμιο του Χριστού να εξετάζει καρδιές και νεφρούς και εμείς δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να σφετεριζόμαστε τον θρόνο του. Ποιοι είμαστε εμείς, που κρίνουμε ξένο δούλο; Ας συμβουλεύσουμε αυτόν, ας βοηθήσουμε αυτόν, αλλά ας μην κρίνουμε αυτόν. Ας επιδείξουμε σε αυτόν την αγάπη, η οποία «δεν σκέφτεται το κακό», αλλά «όλα τα σκεπάζει, σε όλα δείχνει εμπιστοσύνη, σε όλα ελπίζει».
(3) «Ο κριτής της ψυχής που αμαρτάνει, πρέπει να είναι ψηλά· εσύ όμως αφού δεν είσαι τέτοιος, γιατί κρίνεις τον πλησίον;… Αν όμως τολμάς να κατακρίνεις, παρόλο που δεν έχεις εξουσία για αυτό, μάλλον θα κατακριθείς ο ίδιος, αφού ο νόμος δεν επιτρέπει να κρίνεις άλλους» (Κ). Αν είμαστε συμπαθείς και γεμάτοι αγάπη στις κρίσεις μας για τους άλλους και αποφεύγουμε να κατακρίνουμε αυτούς, περιοριζόμενοι στο να κατακρίνουμε τους εαυτούς μας, δεν θα κριθούμε από τον Κύριο. Όπως ο Θεός συγχωρεί εκείνους, οι οποίοι συγχωρούν τους αδελφούς τους, έτσι δεν θα κρίνει εκείνους, οι οποίοι δεν κρίνουν τους αδελφούς τους. Ο ελεήμων θα βρει έλεος. Δείχνει αυτός ταπείνωση, αγάπη και εξάρτηση από το Θεό, και οπωσδήποτε θα ανταμειφθεί για αυτά.
(4) Ο Χριστιανισμός δεν απαγορεύει το να διακρίνουμε τις αμαρτίες των άλλων. Αντίθετα μας υποχρεώνει να ελέγχουμε την αμαρτία, αλλά πάντοτε με πνεύμα στοργής και αγάπης και ως άνθρωποι που συναισθανόμαστε, ότι και εμείς οι ίδιοι κουβαλάμε μέσα μας το κακό. Αλλά ο Χριστιανισμός λέει επίσης: Εάν ευχαριστιέσαι στο να καταδικάζεις τους άλλους με πνεύμα σκληρότητας και εγωισμού, λάβε υπ’ όψη σου τις συνέπειες, οι οποίες θα επέλθουν από αυτό σε σένα. Υπαγορεύεις στο Θεό την μέθοδο, με την οποία θα σε μεταχειριστεί κατά την μεγάλη ημέρα της κρίσης. Εάν κατακρίνεις τους άλλους χωρίς ευσπλαχνία, θα δικαστείς και εσύ από το Θεό, χωρίς να επιδειχτεί σε σένα έλεος και ευσπλαχνία.
(5) Το απολύω δεν αναφέρεται στη συγχώρηση αδικίας ή βλάβης προσωπικής, την οποία αυτός που ελευθερώνεται έπραξε εναντίον αυτού που τον ελευθέρωσε, αλλά στην βιασύνη της αγάπης να βρει τον πλησίον αθώο μάλλον παρά ένοχο, να δικαιολογήσει αυτόν μάλλον παρά να τον καταδικάσει (g). Απολύετε λοιπόν=να προθυμοποιείστε να τους κηρύξετε αθώους κρίνοντας αυτούς επιεικώς.

6.38 (1)δίδοτε(2), καὶ δοθήσεται(3) ὑμῖν· μέτρον καλὸν πεπιεσμένον και σεσαλευμένον και ὑπερεκχυννόμενον(4) δώσουσιν(5) εἰς τὸν κόλπον(6) ὑμῶν· τω γὰρ αυτώ μέτρῳ(7) ᾧ μετρεῖτε, ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν.
38 Δίνετε, για να σας δώσει κι εσάς ο Θεός. Η δωρεά του θα είναι πλούσια, άφθονη, τέλεια και ξέχειλη· γιατί, ό,τι μέτρο χρησιμοποιείτε για τους άλλους, το ίδιο θα χρησιμοποιήσει και για σας ο Θεός».
(1) Δες Ματθ. ζ 2.
(2) Με την διάθεση να ελευθερώσουμε τους κατηγορουμένους, συνδέεται στενά η διάθεση του να δίνουμε, δηλαδή να εξυπηρετούμε τους πάντες, και αυτούς τους αμαρτωλότερους (g). «Φέρνει τον λόγο σχετικά με την ελεημοσύνη σαν γειτονικό ακριβώς με την επιείκεια που αναφέρθηκε· διότι είναι άριστο αυτό το πράγμα και πάρα πολύ ευχάριστο στο Θεό και πρέπει κατεξοχήν σε όσιες ψυχές. Διότι να γίνεστε, λέει, σπλαχνικοί, όπως ο πατέρας σας» (Κ).
(3) «Θα πάρουμε την ανταπόδοση από πιο πλούσιο χέρι, από τον Θεό που όλα τα μοιράζει πλούσια σε αυτούς που τον αγαπούν» (Κ).
(4) «Είναι μεταφορικός ο λόγος. Διότι συνηθίζουν αυτοί που μετρούν σωστά το σιτάρι, αφού βάλλουν τα χέρια στο δοχείο, πιέζουν το στάρι προς τα κάτω και κλωτσώντας, το κουνάνε για να πέσει κάτω και βάζουν επιπλέον έως ότου ξεχειλίσει» (Ζ).
(5) Ποιοι; Ή «αυτοί που ευεργετήθηκαν. Διότι μιας και ο Θεός ξεπληρώνει για χάρη τους, φαίνονται ότι αυτοί ξεπληρώνουν» (Ζ). Ή, πιο σωστά, τα όργανα της θείας αγαθότητας, οποιαδήποτε και αν είναι αυτά (g). Ο Θεός συχνά χρησιμοποιεί ανθρώπους ως όργανά του, όχι μόνο ως όργανα εκδίκησης, αλλά και ως όργανα ανταπόδοσης αμοιβών. Όταν με δικαιοσύνη και αγάπη δίνουμε στους άλλους στις ανάγκες τους, ο Θεός θα εμπνεύσει διαθέσεις και κλίση και στις καρδιές των άλλων να μας δώσουν στις ανάγκες μας γενναιόδωρα, μέτρο καλό, πιεσμένο και κουνημένο, μολονότι τις πλήρεις ανταμοιβές του ο Θεός τις επιφυλάσσει σε κάποιον άλλο κόσμο. Παρ’ όλα αυτά και στον κόσμο αυτόν τηρεί μία επαρκή αναλογία με σκοπό να μας προλάβει από πράξεις αυστηρότητας και να μας ενθαρρύνει σε πράξεις αγάπης και αγαθοεργίας.
(6) Αναφέρεται στο σχήμα του ανατολικού ενδύματος, το οποίο επιτρέπει να συσφίγγει κάποιος τα αντικείμενα μέσα στην ευρεία πτυχή που σχηματίζεται σαν θύλακας πάνω από τη ζώνη. Δες Ρουθ γ 15 (g). Δες επίσης και Εξοδ. δ 6,Παροιμ. στ 27 και ειδικ. Ψαλμ. οη 12,Ησ. ξε 6,Ιερ. λθ 18 (p).
(7) «Με το ίδιο μέτρο της ευεργεσίας, με το οποίο μετράτε, δανείζοντας σε αυτούς που έχουν ανάγκη» (Ζ). Το μέτρο εδώ αναφέρεται στην φιλάνθρωπη και ελεήμονα διάθεση και όχι στο ποσό· διότι μόνο σε αυτό εξισώνεται η θεία αμοιβή με την ανθρώπινη, στην ποιότητα της διάθεσης, όχι όμως και στην ποσότητα της δωρεάς (δ). «Δεν είπε «με τόσο μέτρο θα αντιμετρηθεί σε σας», αλλά είπε «με το ίδιο». Διότι αν μεν έλεγε «με τόσο μέτρο», τότε θα είχε δυσκολία και αντίθεση ο λόγος. Τώρα όμως λέγοντας «με το ίδιο», διώχνει την αντίθεση. Διότι μπορεί κάποιος να δίνει με το ίδιο μέτρο, όχι όμως την ίδια ποσότητα» (Θφ). Ή, το πνεύμα της αγάπης δεν γνωρίζει μέτρο στις υπηρεσίες και ευεργεσίες της. Και ο Θεός δεν γνωρίζει μέτρο στην ανταπόδοση και τις δωρεές του. Αλλά αυτός που τσιγγούνικα σπέρνει, με τσιγγουνιά και θα θερίσει (p).

Στίχ. 39-45. Συνέχεια της επί του Όρους ομιλίας. Ο δάσκαλος και ο μαθητής.
6.39 Εἶπε δὲ(1) παραβολὴν αὐτοῖς· Μή τι δύναται τυφλὸς(2) τυφλὸν ὁδηγεῖν(3); οὐχὶ ἀμφότεροι εἰς βόθυνον(4) πεσοῦνται;
39 Επίσης τους είπε ο Ιησούς και μια παρομοίωση: «Μπορεί ένας τυφλός να οδηγήσει έναν άλλον τυφλό; Δεν θα πέσουν κι οι δυο στο χαντάκι;
(1) Ή, το δεύτερο μισό του λόγου αρχίζει εδώ και σημειώνεται αυτό με επανάληψη του εισαγωγικού Είπεν (p). Ή, το «είπε δε» ή «είπε δε και», μακριά από το να δείχνει την αρχή κάποιου νέου πράγματος, συνδέει στενά τα επόμενα με τα προηγούμενα, εισάγοντας κάποια σκέψη γενική, κατάλληλη να αποσαφηνίσει τα πριν από λίγο λεχθέντα. Δες και στ 5 (g). Η δεύτερη ερμηνεία πιο σοβαρή.
(2) Η σύνδεση με τα παραπάνω είναι ίσως η εξής. Πριν κρίνουμε τους άλλους, πρέπει να κρίνουμε τους εαυτούς μας. Αλλιώς θα είμαστε τυφλοί οδηγοί τυφλών (p). Η αξίωση του να διορθώνουμε τον πλησίον, χωρίς να διορθώνουμε τους εαυτούς μας, είναι το κύριο χαρακτηριστικό του πνεύματος της κατάκρισης (g). Ο άστοργος και σκληρός στις κρίσεις του για τους άλλους, δεν είναι κατάλληλος οδηγός ή διδάσκαλος των άλλων, και πρόκειται να είναι ολέθριο το τέλος και των δύο, και του τέτοιου διδασκάλου και αυτού που τον έχει ως οδηγό του (ο). Ο ίδιος λόγος με άλλη σχέση συναντιέται και στο Ματθ. ιε 14. Είναι πιθανόν να λέχθηκε πολλές φορές και με διάφορες εφαρμογές (p).
(3) Συναντά κανείς και σήμερα τυφλούς, οι οποίοι βαδίζουν ανά δύο, σαν να ενθαρρύνονται αμοιβαία και με το ραβδί τους ψηλαφούν τον δρόμο ο καθένας στην πλευρά του (L). «Εδώ λέει γενικά για όλους που έχουν σκοτιστεί τα μάτια της ψυχής τους και επιχειρούν να διδάσκουν αυτούς που είναι σε όμοια με αυτούς κατάσταση. Διότι πρέπει πρώτα να δουν και έπειτα να οδηγούν» (Ζ). Έχουν παχυλή άγνοια για τα θεία και είναι τελείως ξένοι με την πνευματική φύση και το πνεύμα του νόμου του Θεού. Και όμως είναι τόσο πολύ αλαζόνες και υπερήφανοι, ώστε νομίζουν, ότι βλέπουν καλύτερα από κάθε άλλον και αξιώνουν να είναι αρχηγοί και οδηγοί των άλλων, για να δείχνουν σε αυτούς την προς τους ουρανούς οδό, την ώρα που οι ίδιοι ούτε βάδισαν ποτέ σε αυτήν ούτε γνωρίζουν έστω και κάποια σπιθαμή αυτής.
(4) Συχνά στην Παλαιστίνη στους δρόμους των αγρών και σχεδόν πάνω στους δρόμους υπάρχουν στόμια δεξαμενών ή φρεατίων. Θα είναι θαύμα το να μην πέσει κάποιος μέσα τους αν βαδίζει νύχτα. Τι λοιπόν να πει κάποιος για δύο τυφλούς; (L). Και εκείνοι, οι οποίοι οδηγούνται από την κοινή γνώμη και συνήθεια και συμπεριφορά αυτού του κόσμου, του ξένου με το Θεό, είναι και αυτοί τυφλοί και οδηγούνται από τυφλούς και οπωσδήποτε θα χαθούν μαζί με τον κόσμο ο οποίος κάθεται στο σκοτάδι. Εκείνοι οι οποίοι είναι σε άγνοια ακολουθούν τυχαία τα πλήθη και παρασύρονται από αυτά στο να πράττουν το κακό, ακολουθούν τους τυφλούς στον πλατύ δρόμο, που οδηγεί τους πολλούς στην απώλεια.

6.40 οὐκ ἔστιν μαθητὴς ὑπὲρ τὸν διδάσκαλον αὐτοῦ (1), κατηρτισμένος δὲ πᾶς ἔσται ὡς ὁ διδάσκαλος αὐτοῦ(2).
40 Ένας μαθητής δεν μπορεί να είναι πάνω από το δάσκαλό του· όποιος όμως καταρτιστεί τέλεια, μπορεί να φτάσει το δάσκαλό του.
(1) Το οδηγώ συνενώνει τις δύο έννοιες του διορθώνω και του διδάσκω. Ο μαθητής Φαρισαίου δασκάλου δεν θα είναι δυνατόν παρά να πέσει μαζί του στην ίδια υποκρισία. Διότι κατά την ευνοϊκότερη περίπτωση ο μαθητής, εφόσον παραμένει μαθητής, δεν θα μπορέσει παρά μόνο να εξισωθεί, ουδέποτε όμως να ξεπεράσει και να γίνει πιο ανώτερος από τον διδάσκαλό του (g). Εάν λοιπόν ο διδάσκαλος έχει σφάλματα, και ο μαθητής επόμενο είναι να μιμηθεί αυτά και να παρασυρθεί σε αυτά (p). Ας μην σπεύδει λοιπόν ο καθένας να γίνει οδηγός και διδάσκαλος των άλλων πριν ακόμη τελειοποιηθεί, διότι επόμενο είναι και τους μαθητές του να τους κάνει όμοιους με αυτόν (L). Το χωρίο συναντιέται και στο Ματθ. ι 24 σε σχέση με διάφορα συμφραζόμενα.
(2) Η φράση μπορεί να μεταφραστεί με διάφορους τρόπους: Ή, κάθε καλά διδαγμένος μαθητής θα είναι όπως ο διδάσκαλός του. Ή, κάθε μαθητής θα διδαχτεί και θα καταρτιστεί τόσο καλά όπως ο διδάσκαλός του. Πάντως η έννοια είναι ότι κάτω από τις καλύτερες συνθήκες ο μαθητής θα εξισωθεί με τον διδάσκαλό του. Η λέξη καταρτίζω, κάνω κάποιον άρτιο, είναι χειρουργική λέξη που χρησιμοποιείται σε ανάταξη οστού ή άρθρωσης (p).

6.41 (1)Τί δὲ βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου(2), τὴν δὲ δοκὸν τὴν ἐν τῷ ἰδίῳ ὀφθαλμῷ οὐ κατανοεῖς(3);
41 »Γιατί βλέπεις το σκουπιδάκι στο μάτι του αδερφού σου και δε νιώθεις ολόκληρο δοκάρι που είναι στο δικό σου μάτι;
(1) Δες Ματθ. ζ 3-5 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις.
(2) Για να μην αποβεί κάποιος τυφλός διδάσκαλος, του οποίου οι μαθητές δεν θα είναι καλύτεροι από αυτόν, πρέπει πριν ακόμη επιχειρήσει να διορθώσει τους άλλους, να διορθώσει τον εαυτό του. Αυτογνωσία και αυτοδιόρθωση είναι η αναγκαία προετοιμασία αυτού που επιχειρεί να διορθώσει τους άλλους (p). «Μας πείθει με αναντίρρητους συλλογισμούς, για το να απέχουμε από το να θέλουμε να κρίνουμε άλλους, αλλά μάλλον να εξετάζουμε τις δικές μας καρδιές και να ζητούμε να απαλλασσόμαστε από τα πάθη που βρίσκονται μέσα τους… Διότι γιατί, ενώ ο ίδιος είσαι άρρωστος με τα ακόμη μεγαλύτερα και χειρότερα από αυτά που είναι στους άλλους, αφήνοντας τα δικά σου, μαλώνεις εκείνους; Επομένως, η εντολή είναι αναγκαία σε ωφέλεια σε όλους μεν που θέλουν να είναι ευσεβείς, κατεξοχήν όμως σε αυτούς που ανέλαβαν το να διδάσκουν άλλους» (Κ).
(3) Κατανοείς=προσηλώνεις την διάνοιά σου σε κάτι. Εκφράζει παρατεταμένη προσοχή και παρατήρηση (p). «Ο ένοχος σε μεγάλες αμαρτίες -διότι αυτό σημαίνει το δοκάρι- πώς κατακρίνεις αυτόν που έχει αμαρτήσει λίγο ή καμιά φορά και καθόλου;» (Κ). Εκείνοι οι οποίοι αναλαμβάνουν να ελέγξουν και να διορθώσουν τους άλλους, πρέπει να προσέχουν προπαντός σε αυτό: Είναι αυτοί άμεμπτοι και άψογοι και ανένοχοι από δικά τους πάθη και ελαττώματα; Είναι γεγονός ότι εκείνοι κρίνουν αυστηρά και άσπλαχνα τους άλλους, οι οποίοι δεν απασχολούνται από τα δικά τους σφάλματα. Είναι όμως εξόχως παράλογο να αξιώνει κάποιος, ότι είναι τόσο οξυδερκής, ώστε να διακρίνει και τα μικρά σφάλματα των άλλων, την ώρα που δεν βλέπει το δοκάρι που υπάρχει στο μάτι του. Εκείνοι οι οποίοι δεν άρχισαν να διορθώνουν τους εαυτούς τους, είναι εξολοκλήρου ακατάλληλοι να διορθώσουν τους άλλους. Πώς είναι δυνατόν να προσφέρεις ευεργετικές υπηρεσίες στον αδελφό σου, προκειμένου να βγει το μικρό καρφάκι από το μάτι του, έργο για το οποίο χρειάζεται και οξύ μάτι και επιδέξιο χέρι, την ώρα που εσύ έχεις ολόκληρο δοκάρι στο μάτι σου και δεν αισθάνεσαι αυτό; Εκείνοι μόνοι μπορούν ωφέλιμα να βοηθήσουν τις ψυχές των άλλων, οι οποίοι πρωτίστως φρόντισαν για τις δικές τους ψυχές. Είναι βεβαίως καλό να βοηθήσουμε τον αδελφό μας να βγάλει από το μάτι του το ξυλαράκι που υπάρχει σε αυτό. Για να γίνουμε όμως κατάλληλοι για να παράσχουμε αυτήν την βοήθεια, πρέπει να αρχίσουμε το έργο αυτό από τον εαυτό μας. Η διόρθωση λοιπόν του εαυτού μας μπορεί να επιδράσει και ως καλό παράδειγμα για διόρθωση των άλλων.

6.42 ή πῶς δύνασαι(1) λέγειν τῷ ἀδελφῷ σου, ᾽Αδελφέ(2), ἄφες ἐκβάλω τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σου, αὐτὸς τὴν ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σοῦ δοκὸν οὐ βλέπων; ὑποκριτά(3), ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σοῦ, καὶ τότε διαβλέψεις(4) ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου(5).
42 Πώς μπορείς να λες στον αδερφό σου, “αδερφέ, άφησε να βγάλω το σκουπιδάκι από το μάτι σου”, όταν εσύ ο ίδιος δε βλέπεις ολόκληρο δοκάρι στο μάτι σου; Υποκριτή! Βγάλε πρώτα από το μάτι σου το δοκάρι και τότε θα δεις καθαρά και θα μπορέσεις να βγάλεις το σκουπιδάκι από το μάτι του αδερφού σου».
(1) Με ποιο θάρρος μπορείς…; Με τι πρόσωπο θα μπορέσεις να πεις…;
(2) Με αυτό εκφράζεται προσποιητό ενδιαφέρον για υπηρεσία αδελφική. Στην κλητική αυτή αντιτίθεται η άλλη κλητική: Υποκριτή (b). Έχει μέσα του τον τόνο τρυφερής φροντίδας (g).
(3) Εάν πράγματι το μίσος κατά της αμαρτίας ή του ελαττώματος ενέπνεε αυτόν τον κριτή και διδάσκαλο, δεν θα είχε αρχίσει να εκδηλώνει το μίσος αυτό στην αυστηρή επίκριση του εαυτού του; (g). «Ο Κύριος ονομάζει αυτούς υποκριτές, διότι άλλο μεν φαίνονται, από το ότι τιμωρούν τα αμαρτήματα των άλλων, φαίνονται δηλαδή δίκαιοι, αλλά είναι άλλο, από το ότι και αυτοί αμαρτάνουν χειρότερα» (Θφ).
(4) Το διαβλέπω συναντιέται μόνο εδώ και στο παράλληλο χωρίο του Ματθ. και πουθενά αλλού στην Κ.Δ.=βλέπω με διαύγεια (g). Όταν η αυτοδιόρθωση συντελεστεί σε κάποιον, τότε θα γίνει δυνατόν σε αυτόν να δει πώς θα διορθώσει τους άλλους (p).
(5) «Δηλαδή δείξε τον εαυτό σου καθαρό στα μεγάλα αμαρτήματα, και τότε θα είσαι σύμβουλος σε αυτόν που φταίει στα μικρά» (Κ).

6.43 Οὐ(1) γάρ(2) ἐστιν δένδρον καλὸν ποιοῦν καρπὸν σαπρόν(3), οὐδὲ δένδρον σαπρὸν ποιοῦν καρπὸν καλόν(4).
43 «Ένα καλό δέντρο δεν κάνει άχρηστο καρπό, ούτε πάλι ένα άχρηστο δέντρο μπορεί να κάνει καλό καρπό.
(1) Δες Ματθ. ζ 16-20 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις. «Εκεί όμως τα έλεγε αυτά για τους πλάνους· ενώ εδώ για αυτούς που είναι καθαροί και καθαρίζουν άλλους, και για τους ακάθαρτους και που επιχειρούν να καθαρίσουν άλλους» (Ζ). Τα λόγια και οι πράξεις των ανθρώπων θα είναι σύμφωνα με την εσωτερική ποιότητα του καθενός. Όποιες είναι οι καρδιές τους και όποιες είναι οι αρχές τους, τέτοιες θα είναι οι πράξεις τους και τα λόγια τους. Η καρδιά είναι το δέντρο, τα λόγια και οι πράξεις είναι οι καρποί, οι οποίοι είναι ανάλογοι με την φύση και ποιότητα του δέντρου. Εάν ένας άνθρωπος είναι πράγματι καλός, εάν έχει στοιχεία χάριτος στην καρδιά του και η κλίση που κυριαρχεί σε αυτόν τον ωθεί προς τον Θεό και τον ουρανό, ενδέχεται μεν να μην έχει άφθονους καρπούς ή και μερικοί από τους καρπούς του να σαπίζουν, ουδέποτε όμως παράγει καρπούς σαπρούς και βλαβερούς. Και εάν υποτεθεί ότι δεν μπορεί να διορθώσει τα κακά ήθη, ασφαλώς όμως είναι αδύνατον να διαφθείρει τα καλά ήθη.
(2) Η σύνδεση με τα παραπάνω: Ή «θα μπορούσε να πει κάποιος, πώς άραγε θα καταλάβουμε αυτόν που έχει μεν στο μάτι το δοκάρι και μαλώνει αυτούς που έχουν ξυλαράκι στο μάτι και είναι ασθενείς σε κάτι; Αυτό δεν είναι καθόλου δύσκολο, λέει· διότι σε αυτούς που θέλουν, είναι μπροστά τους εύκολο να δουν. Επομένως η ζωή του καθενός θα αποδεικνύει τους τρόπους του» (Κ). Ή, πιο σωστά, «όπως ακριβώς δεν υπάρχει δέντρο κακό, που να κάνει καρπό καλό, έτσι και αυτός που επιχειρεί να σωφρονίζει και να διορθώνει τους άλλους και να τους κάνει καλύτερους, δεν θα μπορούσε να είναι πονηρός. Αν όμως θα ήταν πονηρός, δεν θα έκανε τους άλλους καλύτερους» (Θφ). Καλός Χριστιανός δεν είναι δυνατόν παρά να έχει καλά αποτελέσματα στο έργο της επιστροφής των άλλων, και κακός Χριστιανός δεν είναι δυνατόν παρά να παράγει αποτελέσματα κακά (p). Αυτός που έχει στο μάτι του το δοκάρι και αποσκοπεί να βγάλει από το μάτι του άλλου το ξυλαράκι, είναι όμοιος με δέντρο κακό που φιλοδοξεί να παράγει καρπό καλό (b).
(3) Σαπρό=σάπιο, αλλά και άχρηστο, ανωφελές. Με την δεύτερη έννοια. Διότι το σάπιο δέντρο κανένα καρπό δεν παράγει (p).
(4) Αυτούς που διορθώνουν τους άλλους «με παραβολικό τρόπο τους ονόμασε δέντρα, ενώ καρπούς τις πράξεις τους» (Κ).

6.44 ἕκαστον γὰρ(1) δένδρον ἐκ τοῦ ἰδίου καρποῦ γινώσκεται· οὐ γὰρ ἐξ ἀκανθῶν συλλέγουσιν σῦκα, οὐδὲ ἐκ βάτου σταφυλὴν(2) τρυγῶσιν.
44 Κάθε δέντρο αναγνωρίζεται από τον καρπό που παράγει. Δε μαζεύουμε σύκα απ’ τ’ αγκάθια ούτε τρυγάμε σταφύλια από τα βάτα.
(1) Η σύνδεση του σ. 43 με τον σ. 44 είναι αυτή: Το γεγονός αυτό είναι τόσο αληθινό, ώστε ο καθένας συμπεραίνει χωρίς δισταγμό για το είδος κάποιου δέντρου, από τον καρπό του (g). Εάν ο καρπός τον οποίο ένας άνθρωπος παράγει, είναι σάπιος, εάν η συμπεριφορά του είναι ελαττωματική και η συναναστροφή του γεμάτη από απρέπειες, εάν είναι μέθυσος ή πόρνος, εάν είναι επίορκος και ψεύτης, οι καρποί του είναι σάπιοι και μπορείτε να είστε βέβαιος, ότι δεν είναι δέντρο καλό. Εάν ο καρπός είναι καλός, μπορείτε ασφαλώς να συμπεράνετε από αυτό ότι και το δέντρο είναι καλό. Εάν η συμπεριφορά κάποιου ανθρώπου είναι άγια, παρόλο που δεν μπορείτε αλάνθαστα να γνωρίζετε την καρδιά του, μπορείτε παρ’ όλα αυτά να ελπίζετε, ότι ο άνθρωπος αυτός βρίσκεται σε τάξη με το Θεό.
(2) «Όπως ακριβώς δείχνει αμάθεια, το να ζητά κάποιος στα αγκάθια εξαίρετους ώριμους καρπούς, εννοώ σταφύλι και σύκο, έτσι είναι άξιο για γέλια να θεωρεί κάποιος ότι μπορεί να βρει σε υποκριτές και βέβηλους κάτι από τα θαυμαστά, δηλαδή ευγένεια αρετής… Σε αυτούς δεν υπάρχει μεν τίποτα γλυκό, αλλά όλα είναι πικρά και άσχημα· διότι δεν φυτρώνει στα αγκάθια σύκο, ούτε από βάτο γεννιέται σταφύλι» (Κ). Μπορείτε βέβαια να καρφώσετε πάνω στα αγκάθια σύκα και να κρεμάσετε στις βάτους σταφύλια. Αλλά οι καρποί αυτοί δεν είναι το φυσικό προϊόν αυτών των δέντρων. Επιπλέον επίσης εντός ολίγου θα μαραθούν και θα γίνει ολοφάνερο, ότι δεν ανήκουν στα φυτά αυτά. Έτσι ακριβώς και από εκείνους, οι οποίοι έχουν κακό χαρακτήρα δεν μπορείτε να περιμένετε αγαθή συμπεριφορά και διαγωγή, και εάν πάλι κάποτε υποκριτικά επιδείξουν κάποιο τρόπο καλής συμπεριφοράς, γρήγορα αυτός θα αποδειχτεί ξένος με αυτούς.

6.45 ὁ ἀγαθὸς(1) ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει τὸ ἀγαθόν, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ προφέρει τὸ πονηρόν· ἐκ γὰρ του περισσεύματος της καρδίας λαλεῖ τὸ στόμα αὐτοῦ.
45 Ο καλός άνθρωπος βγάζει το καλό από το αγαθό απόθεμα της καρδιάς του, κι ο κακός από το κακό απόθεμα της καρδιάς του βγάζει το κακό. Γιατί, το στόμα του ανθρώπου μιλάει από το περίσσευμα της καρδιάς».
(1) Δες και Ματθ. ιβ 33-35 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις. Ο στίχος περιλαμβάνει την γενική αρχή, πάνω στην οποία στηρίζονται όλα τα προηγούμενα. Ο λόγος που βγαίνει από το στόμα, είναι η αμεσότερη εκδήλωση της εσωτερικής υπόστασης και κατάστασής μας (g). «Διότι η καρδιά του καθενός είναι θησαυροφυλάκιο, και αν μεν έχει αγαθά, τότε και ο άνθρωπος είναι αγαθός και λέει αγαθά· εάν όμως η καρδιά είναι γεμάτη από πονηρά, τότε και ο άνθρωπος είναι πονηρός και μιλά πονηρά» (Θφ). Ο άνθρωπος λοιπόν που θέλει να διορθώσει τους άλλους με τον λόγο του, ας διορθώσει πρώτα το εσωτερικό του (g). Διότι διαφορετικά «αυτός που τον νου του τον έχει κυριεύσει η κακία και η πονηρία, θα βγάλει οπωσδήποτε τα κρυμμένα στο βάθος του· διότι αυτά που είναι στο νου και την καρδιά, ξεπηδούν μέσω του λόγου που τρέχει προς τα πάνω» (Κ). Η καρδιά είναι θησαυροφυλάκιο. Εάν κυριαρχεί σε αυτήν η προς τον Θεό και προς τον Χριστό αγάπη, είναι γεμάτη με αγαθό θησαυρό. Η αγάπη αυτή πλουτίζει τον άνθρωπο και προμηθεύει σε αυτόν αγαθό απόθεμα και παρακαταθήκη ώστε από αυτό να διαθέτει και για ευεργεσία των άλλων. Αλλά εάν επικρατεί σε αυτήν η αγάπη του κόσμου και της σάρκας, τότε υπάρχει πονηρός θησαυρός στην καρδιά αυτή, και από αυτήν συνεχώς ο πονηρός άνθρωπος θα βγάζει το πονηρό. Δεν είναι βέβαια αδύνατον αγαθός άνθρωπος να πει κάποτε και λόγο πονηρό, όπως και πονηρός άνθρωπος να χρησιμοποιήσει κάποτε και λόγο αγαθό. Αυτό όμως που συνήθως και φυσικά εκδηλώνεται στις περισσότερες των περιπτώσεων σε όλους, είναι αυτό: η καρδιά είναι όμοια με τους λόγους μας. Μάταιοι λόγοι προδίδουν καρδιά ελαφριά. Σπουδαίοι όμως λόγοι μαρτυρούν και καρδιά σοβαρή. «Μπορείς βεβαίως όλα αυτά να θεωρήσεις ότι λέγονται και για τους Φαρισαίους… Πώς, λέει, εσείς… που είστε δέντρα σάπια, θα μπορέσετε να βγάλετε καρπούς αγαθούς; Διότι σε σας και ο λόγος είναι σάπιος, όπως και η ζωή, διότι από το περίσσευμα της καρδιάς μιλάτε. Πώς λοιπόν θα διορθώσετε άλλους;» (Θφ).

Στίχ. 46-49. Συνέχεια της επί του Όρους ομιλίας. Η εφαρμογή των λόγων του Θεού.
6.46 (1)Τί δέ με καλεῖτε, Κύριε Κύριε(2), καὶ οὐ ποιεῖτε ἃ λέγω(3);
46 «Γιατί με προσφωνείτε “Κύριε, Κύριε” και δεν εφαρμόζετε αυτά που σας λέω;
(1) Δες Ματθ. ζ 21 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις. Τα από τον σ. αυτόν μέχρι και τον 49 θα μπορούσαν να θεωρηθούν κατά κάποιο τρόπο ο επίλογος (g). Με μόνη τη διαφορά ότι δεν αποτελούν την περίληψη των προηγούμενων, αλλά εκθέτουν τις συνέπειες οι οποίες θα επακολουθήσουν από την εφαρμογή ή όχι όσων λέχθηκαν (p).
(2) Η λέξη Κύριε και όχι απλώς διδάσκαλε, δείχνει ότι ο Ιησούς προβάλλει την διδασκαλία του ως κάποιος που έχει εξουσία και δικαιούται να δίνει εντολές και παραγγέλματα (L). Αποδεικνύει επίσης η επίκληση αυτή, ότι ήταν ήδη αναγνωρισμένος ως Κύριος από αρκετή μερίδα από το πλήθος εκείνο. Ήθελε όμως στους περισσότερους από εκείνους οι οποίοι απευθύνονταν προς αυτόν με τον τίτλο αυτόν, μεγαλύτερη υπακοή στο νόμο της αγάπης, τον οποίο δίδασκε (g).
(3) «Διότι αν είμαι Κύριος, λέει, οπωσδήποτε εσείς έπρεπε να κάνετε αυτό που πρέπει σε δούλους. Έργο λοιπόν των δούλων είναι, να πράττουν αυτά που ο Κύριος διατάζει» (Θφ). Ισοδυναμεί με το να εμπαίζουμε το Χριστό, όταν επικαλούμαστε μεν αυτόν ως Κύριο, δεν συμμορφωνόμαστε όμως με τα παραγγέλματά του. Πράττουμε κάτι συγγενικό και ανάλογο με εκείνο, το οποίο έπρατταν οι σταυρωτές του, όταν ειρωνευόμενοι αυτόν τον χαιρετούσαν λέγοντας· Χαίρε ο βασιλιάς των Ιουδαίων.

6.47 πᾶς(1) ὁ ἐρχόμενος πρός με καὶ ἀκούων μου τῶν λόγων καὶ ποιῶν αὐτούς(2), ὑποδείξω ὑμῖν τίνι ἐστὶν ὅμοιος(3)·
47 Όποιος έρχεται σ’ εμένα κι ακούει τα λόγια μου και τα εφαρμόζει, θα σας δείξω με ποιον μοιάζει:
(1) Για τους σ. 47-49 δες Ματθ. ζ 24-27 και τις εκεί ερμην σημειώσεις.
(2) Ο Χριστός μιλά και τώρα από τους ουρανούς μέσω της χάρης του Πνεύματός του, μέσω της εκκλησίας του και των λειτουργών του σε αυτήν, μέσω των περιστάσεων, τις οποίες οικονομεί για τον καθένα μας η Πρόνοιά του. Αποτελεί λοιπόν μεγάλη ευεργεσία και χάρη του Θεού προς εμάς, ότι μας αξίωσε να ακούμε τα λόγια του. Αλλά εάν δεν εφαρμόζουμε τα λόγια αυτά στη ζωή μας, δεχόμαστε την χάρη μάταια. Το να πράττουμε και να εφαρμόζουμε τα λόγια του Χριστού σημαίνει να απέχουμε από τις αμαρτίες, τις οποίες ο Χριστός μας απαγορεύει, και να εκτελούμε τα καθήκοντα τα οποία από μας ζητά. Τα λόγια του Χριστού είναι φως όχι μόνο για τα μάτια μας, αλλά και για τα πόδια μας. Και αποβλέπουν όχι μόνο στο να διαφωτίζουν τις σκέψεις και κρίσεις μας, αλλά και στο να εμπνέουν και τις καρδιές μας και στο να ρυθμίζουν και τη ζωή μας. Ούτε είναι δυνατόν με αλήθεια να βεβαιώσουμε, ότι πιστεύουμε στα λόγια αυτά, εάν δεν τηρούμε αυτά στη ζωή μας.
(3) «Ποια λοιπόν είναι η ωφέλεια από το να θέλει κάποιος να τηρεί τα προστάγματα και ποια θα μπορούσε να είναι η βλάβη από το να μην θέλει να υποταχτεί, το δίδαξε ο ίδιος ο Σωτήρας λέγοντας· Καθένας που έρχεται σε μένα…» (Κ).

6.48 ὅμοιός ἐστιν ἀνθρώπῳ οἰκοδομοῦντι οἰκίαν ὃς και ἔσκαψεν καὶ ἐβάθυνεν(1) καὶ ἔθηκεν θεμέλιον ἐπὶ τὴν πέτραν(2)· πλημμύρας(3) δὲ γενομένης προσέρρηξεν ὁ ποταμὸς τῇ οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καὶ οὐκ ἴσχυσεν σαλεῦσαι αὐτὴν· τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν(4).
48 Μοιάζει με έναν που για να χτίσει το σπίτι του, έσκαψε βαθιά, κι έβαλε τα θεμέλια πάνω σ’ ένα βράχο. Έτσι όταν έγινε πλημμύρα κι έπεσαν ποτάμι τα νερά πάνω στο σπίτι, δεν μπόρεσαν να το σαλέψουν, γιατί είχε θεμελιωθεί πάνω στο βράχο.
(1) «Ο οποίος έσκαψε και πήγε σε βάθος, τα οποία προηγούνται από τη θεμελίωση. Τα έβαλε αυτά στη διήγηση, μόνο για να δώσει έμφαση στην ακριβή θεμελίωση» (Ζ). Το σύνολο της γραφικής αυτής περιγραφής είναι αποκλειστικό μόνο στον Λουκά. Ο Ρόβινσων μιλά για κάποιο νέο σπίτι στη Ναζαρέτ, ο ιδιοκτήτης του οποίου έσκαψε σε βάθος 30 ποδιών, προκειμένου να οικοδομήσει πάνω στο βράχο (p).
(2) Υπάρχει λοιπόν για μας πέτρα, πάνω στην οποία μπορούμε να χτίζουμε στερεά το σπίτι μας «και η πέτρα αυτή είναι ο Χριστός». Είναι το θεμέλιο και κανείς δεν μπορεί να βάλει άλλο θεμέλιο εκτός από αυτό που είναι τοποθετημένο (Α΄Κορ. γ 11). Είναι ο λίθος για τον οποίο είπε ο Θεός: «Να εγώ θα βάλω στα θεμέλια της Σιών λίθο πολυτελή, εκλεκτό, ακρογωνιαίο, τίμιο» (Ησ. κη 16). Η εκκλησία έχει οικοδομηθεί πάνω σε αυτόν και μαζί της κάθε αληθινός πιστός πάνω σε αυτόν είναι θεμελιωμένος. Είναι ο Ιησούς ισχυρός και αμετακίνητος ως βράχος. Και όποιος στηρίζει τις ελπίδες του σε αυτόν, δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο να δει αυτές να διαψεύδονται. Αυτός είναι η μόνη και η πραγματική ελπίδα όλων μας (Α Τιμ. α 1). Μπορούμε με κάθε εμπιστοσύνη να στηρίξουμε τις σχετικά με τον ουρανό ελπίδες μας στην αξιομισθία του Χριστού και από αυτήν με βεβαιότητα να περιμένουμε την άφεση των αμαρτιών μας, την δικαίωσή μας, τον εξαγιασμό μας και την κατάκτηση του ουρανού. Το οικοδόμημα αυτό, το στηριγμένο σε αυτόν, θα παραμείνει αμετακίνητο στους αιώνες.
(3) Πλημμύρες είτε από ποτάμι είτε από θάλασσα (p) είτε από τα νερά που συρρέουν από την κορυφή βουνού, τα οποία σχηματίζουν σφοδρούς χειμάρρους που συμπαρασύρουν το γήινο στρώμα ή την άμμο (g). Αξιοσημείωτη και η επόμενη εκδοχή: Ο Λουκάς αντί για τους χειμάρρους, υποθέτει την πλημμύρα τακτικού ποταμού που βγαίνει από την κοίτη του και πέφτει πάνω στο σπίτι. Κάτι παρόμοιο πρέπει να συνέβη συχνά στην Αντιόχεια, από όπου καταγόταν ο Λουκάς, στις όχθες του Ορόντου (L).
(4) Η μεταφορά της εικόνας: «Αυτός που εύκολα υπακούει και διδάσκεται και έγινε όχι ακροατής του νόμου μάλλον, αλλά πράττει έργα, θα έχει πάρα πολύ σταθερή τη στάση του, σε κάθε πράγμα· καλό και κακό. Και θα μοιάζει με σπίτι που έχει στηριχτεί καλά και έχει αδιάσειστο θεμέλιο· ώστε και αν ακόμη, σαν άλλοι χείμαρροι, δηλαδή πλημμύρες νερών, επιτεθούν οι πειρασμοί και η αγριότητα των παθών που έχουμε μέσα μας, δεν θα πάθει τίποτα από όσα απευχόμαστε» (Κ). «Πλημμύρα του ποταμού είναι το πλήθος και η σφοδρότητα των πειρασμών» (Ζ). Οι θεμελιωμένοι στο Χριστό, κατά τις ώρες του πειρασμού θα διατηρήσουν την ακεραιότητά τους και όταν οι άλλοι θα πέφτουν και θα παρασύρονται από το κύμα της δοκιμασίας, αυτοί θα μένουν στέρεοι πάνω στην πέτρα. Θα διατηρήσουν ακόμη την ειρήνη και ηρεμία τους, την ελπίδα και χαρά τους μέσα στις μεγαλύτερες στενοχώριες. Η πλημμύρα και το ρεύμα του πειρασμού δεν θα τους κουνήσει, διότι τα πόδια τους είναι στηριγμένα πάνω στο βράχο, που υψώνεται πάνω από τα κύματα. Τέλος είναι εξασφαλισμένη και η αιώνια ευδαιμονία τους. Διότι είτε στη ζωή είτε στο θάνατο είναι ενωμένοι με τον Κύριο, την αιώνια και ακατάλυτη πέτρα της σωτηρίας.

6.49 ὁ δὲ ἀκούσας καὶ μὴ ποιήσας ὅμοιός ἐστιν ἀνθρώπῳ οἰκοδομήσαντι οἰκίαν ἐπὶ τὴν γῆν χωρὶς θεμελίου(1), ᾗ προσέρρηξεν ὁ ποταμός(2), καὶ εὐθὺς συνέπεσεν(3), καὶ ἐγένετο τὸ ῥῆγμα(4) τῆς οἰκίας ἐκείνης μέγα(5).
49 Αντίθετα, αυτός που ακούει τα λόγια μου και δεν τα εφαρμόζει, μοιάζει με έναν, που έχτισε το σπίτι του πάνω στο χώμα, χωρίς θεμέλια. Μόλις έπεσαν ποτάμι τα νερά πάνω στο σπίτι, γκρεμίστηκε και η ζημιά που έπαθε ήταν μεγάλη».
(1) «Αυτός όμως που μόνο ακούει αυτά που λέει ο Χριστός, αλλά δεν κρατά τίποτα στο νου του, ούτε όμως κατόρθωσε και κάτι από τα προστάγματα, θα μοιάζει πάλι με σπίτι που είναι πανέτοιμο για πτώση· διότι θα γκρεμιστεί σε αυτά που δεν επιτρέπονται, αφού θα ερεθίζει η ηδονή και θα τον οδηγήσει στους βόθρους της αμαρτίας» (Κ).
(2) Ο Λουκάς ως κύρια αιτία της πτώσης αναφέρει τον ποταμό, ενώ ο Ματθαίος, πιο περιγραφικός, αναφέρει και τους ανέμους (p). Στην Παλαιστίνη λοιπόν οι ισχυρές βροχές, από τις οποίες δημιουργούνται σφοδροί χείμαρροι, συνοδεύονται πάντοτε και από ισχυρούς ανέμους (L).
(3) Υπάρχει και η γραφή: συνέπεσεν, που είναι πιο εκφραστική από το απλό έπεσε= έπεσε όλο σε σωρό (p).
(4) «Ρήγμα είναι το γκρέμισμα, η διάλυση» (Ζ). Ο Hobart αντιθέτει τα βροχή, προσέκοψεν, έπεσε και πτώσις του Ματθαίου με το πλημμύρα, προσέρρηξε, συνέπεσε και ρήγμα του Λουκά, ισχυριζόμενος ότι οι τελευταίες 4 λέξεις ανήκουν στην ιατρική φρασεολογία (p).
(5) «Διότι είναι θεαματική και η πτώση αυτών που διδάχτηκαν μεγάλα πράγματα, όταν πέφτουν από τα μεγάλα. Κάνει λοιπόν τους ανθρώπους άθλιους η ολιγωρία στους κόπους και το σαθρό και αβέβαιο της κρίσης. Αυτοί είναι που έμοιασαν με τους ανόητους, οι οποίοι πάνω στην άμμο, την αβεβαιότητα δηλαδή της γνώμης, έβαλαν το θεμέλιο της πνευματικής οικοδομής, το οποίο, όταν λίγα ψεκάσματα πειρασμών και μικρός χείμαρρος των κουνημάτων του πονηρού τράβηξε από κάτω το θεμέλιο, την διέλυσε και την διασκόρπισε αφού ούτε λίγο δεν άντεξε την βροχή και τους ανέμους» (Κ)

Εύρεση

Δημοφιλή Θέματα (Α-Ω)

αγάπη (607) Αγάπη Θεού (346) αγάπη σε Θεό (248) αγάπη σε Χριστό (167) άγγελοι (69) Αγγλικανισμός (1) Αγία Γραφή (231) Αγιασμός (10) Άγιο Πνεύμα (98) Άγιο Φως (1) άγιοι (179) άγιος (198) αγνότητα (42) άγχος (36) αγώνας (105) αγώνας πνευματικός (274) αδικία (6) Αθανασία (7) Αθανάσιος ο Μέγας (4) αθεΐα (127) αιρέσει (1) αιρέσεις (363) αιωνιότητα (15) ακηδία (4) ακτημοσὐνη (14) αλήθεια (118) αμαρτία (345) Αμβρόσιος άγιος (3) άμφια (1) Αμφιλόχιος της Πάτμου (4) Ανάληψη Χριστού (4) Ανάσταση (146) ανασταση νεκρών (31) ανθρώπινες σχέσεις (324) άνθρωπος (304) αντίχριστος (11) Αντώνιος, Μέγας (5) αξιώματα (15) απἀθεια (5) απελπισία (11) απιστία (21) απληστία (5) απλότητα (16) αποκάλυψη (8) απόκρυφα (17) Απολογητικά Θέματα (1) αργολογία (3) αρετή (201) Αρσένιος Όσιος (5) ασθένεια (110) άσκηση (63) αστρολογία (2) Αυγουστίνος άγιος (3) αυταπάρνηση (31) αυτεξούσιο (2) αυτογνωσία (149) αυτοθυσἰα (26) αυτοκτονία (10) αχαριστία (6) Β Παρουσία (10) Β' Παρουσία (11) βάπτιση (17) βάπτισμα (32) Βαρβάρα αγία (1) Βαρσανουφίου Οσίου (31) Βασιλεία Θεού (33) Βασίλειος ο Μέγας (32) Βελιμίροβιτς Νικόλαος Άγιος (41) βία (4) βιβλίο (31) βιοηθική (10) βίος (1) Βουδδισμός (5) γαλήνη (2) γάμος (125) Γένεση (5) Γέννηση Κυρίου (14) Γεροντικόν (195) Γερόντισσα Γαβριηλία (1) Γεώργιος Άγιος (1) γηρατειά (11) γιόγκα (4) γλώσσα (64) γνώση (26) Γνωστικισμός (3) γονείς (134) Γρηγόριος Νεοκαισαρείας άγιος (1) Γρηγόριος Νύσσης Άγιος (2) Γρηγόριος ο Θεολόγος (20) Γρηγόριος ο Παλαμάς όσιος (10) γυναίκα (37) δάκρυα (58) δάσκαλος (24) Δεύτερη Παρουσία (29) Δημήτριος Άγιος (1) Δημιουργία (62) διάβολος (235) Διάδοχος Φωτικής όσιος (13) διαίσθηση (1) διακονία (4) διάκριση (147) διάλογος (5) δικαιο (4) δικαιοσύνη (39) Διονύσιος Αρεοπαγίτης Άγιος (2) Διονύσιος Κορίνθου άγιος (1) Δογματικα Θέματα (205) Δογματική Τρεμπέλα (1) δύναμη (71) Δωρόθεος αββάς (10) εγκράτεια (19) εγωισμός (250) εικόνες (34) Ειρηναίος Λουγδούνου άγιος (4) ειρήνη (55) εκκλησία (240) Εκκλησιαστική Ιστορία (24) Εκκλησιαστική περιουσία (3) έκτρωση (5) έλεγχος (17) ελεημοσύνη (115) ελευθερία (62) Ελλάδα (19) ελπίδα (61) εμπιστοσὐνη (59) εντολές (13) Εξαήμερος (2) εξέλιξης θεωρία (16) Εξομολόγηση (168) εξωγήινοι (13) εξωσωματική γονιμοποίηση (5) Εορτή (3) επάγγελμα (17) επιείκεια (2) επιμονἠ (52) επιστήμη (108) εργασία (80) Ερμηνεία Αγίας Γραφής (185) έρωτας (19) έρωτας θείος (9) εσωστρέφεια (1) Ευαγγέλια (194) Ευαγγέλιο Ιωάννη Ερμηνεία (33) Ευαγγελισμός (2) ευγένεια (16) ευγνωμοσὐνη (42) ευλογία (5) Ευμένιος Όσιος γέροντας (7) ευσπλαχνία (34) ευτυχία (65) ευχαριστία (54) Εφραίμ Άγιος Νέας Μάκρης (1) Εφραίμ Κατουνακιώτης Όσιος (41) Εφραίμ ο Σύρος όσιος (6) εχεμύθεια (1) ζήλεια (15) ζώα (46) ζωή (39) ηθική (14) ησυχία (32) θάνατος (308) θάρρος (100) θαύμα (260) θέατρο (5) Θεία Κοινωνία (179) Θεία Λειτουργία (130) θεία Πρόνοια (14) θἐλημα (56) θέληση (38) θεογνωσία (2) Θεόδωρος Στουδίτης όσιος (36) θεολογία (29) Θεός (333) Θεοφάνεια (6) Θεοφάνους Εγκλείστου Αγίου (6) θέωση (6) θλίψεις (282) θρησκείες (43) θυμός (100) Ιάκωβος Αδελφόθεος Άγιος (1) Ιάκωβος Τσαλίκης Όσιος (15) ιατρική (13) Ιγνάτιος Θεοφόρος (9) Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ Άγιος (7) ιεραποστολή (49) ιερέας (177) ιερωσύνη (17) Ινδουισμός (14) Ιουδαίοι (1) Ιουλιανός Παραβάτης (2) Ιουστίνος άγιος (3) Ιουστίνος Πόποβιτς Άγιος (64) Ιππόλυτος άγιος (1) Ισαάκ ο Σύρος (5) Ισίδωρος Πηλουσιώτης όσιος (36) Ισλάμ (11) Ιστορία Ελληνική (12) Ιστορία Παγκόσμια (16) Ιστορικότης Χριστού (1) Ιωάννης Δαμασκηνός Άγιος (1) Ιωάννης Θεολόγος (3) Ιωάννης Κροστάνδης (331) Ιωάννης Χρυσόστομος (401) Ιωσήφ Ησυχαστής Άγιος (7) Καινή Διαθήκη Ερμηνεία (139) Καινή Διαθήκη κριτικό κείμενο NestleAland (5) Κανόνες Εκκλησίας (4) καρδιά (120) Κασσιανός Όσιος (4) κατάκριση (132) καταναλωτισμός (8) Κατηχητικό (4) καύση νεκρών (1) κενοδοξία (14) κήρυγμα (53) Κίνητρα (3) Κλήμης Αλεξανδρέας (1) Κλήμης Ρώμης άγιος (1) Κλίμακα (6) κλοπή (5) Κοίμησις Θεοτόκου (26) κοινωνία (167) κόλαση (50) Κόντογλου Φώτης (4) Κοσμάς Αιτωλός Άγιος (2) Κουάκεροι (1) ΚράτοςΕκκλησία (1) Κρίσις Μέλλουσα (49) Κυπριανός άγιος (1) Κύριλλος Άγιος (1) Κωνσταντίνος Άγιος (2) Λατρεία Θεία (75) λείψανα (9) λογική (1) λογισμοί (117) λόγος Θεού (22) Λουκάς Ευαγγελιστής Άγιος (1) Λουκάς Κριμαίας Άγιος (12) λύπη (60) μαγεία (19) μακροθυμία (5) Μανιχαϊσμός (1) Μάξιμος Ομολογητής (15) Μαρία Αιγυπτία Αγία (2) Μαρκίων αιρετικός (1) μάρτυρες (24) μεγαλοσὐνη (7) Μεθοδιστές (1) μελέτη (59) μετά θάνατον (44) μετά θάνατον ζωή (102) Μεταμόρφωση (11) μετάνοια (371) Μετάσταση (1) μετάφραση (13) Μετενσάρκωση (8) μητέρα (56) Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος (3) μίσος (12) ΜΜΕ (4) μνημόσυνα (9) μοναξιά (20) μοναχισμός (114) Μορμόνοι (1) μόρφωση (20) μουσική (8) Ναός (17) ναρκωτικά (4) Νέα ΕποχήNew Age (1) Νεκτάριος άγιος (27) νέοι (27) νεοπαγανισμός (11) νηστεία (67) νήψη (2) Νικηφόρος ο Λεπρός Άγιος (3) Νικόδημος Αγιορείτης Άγιος (3) Νικόλαος Άγιος (8) Νικόλαος Καβάσιλας Άγιος (3) Νικόλαος Πλανάς Άγιος (1) νους (55) οικονομία (2) Οικουμενισμός (4) ομολογία (3) ομορφιά (17) ομοφυλοφιλία (2) όνειρα (35) οραμα (25) οράματα (33) οργή (2) ορθοδο (1) Ορθοδοξία (295) όρκος (1) πάθη (270) πάθος (38) παιδεία (24) παιδιά (138) Παΐσιος Όσιος (381) Παλαιά Διαθήκη (7) Παλαιά Διαθήκη Ερμηνεία (10) παλαιοημερολογίτες (17) Παναγία (336) Παπαδόπουλος Στυλιανός (3) παράδειγμα (38) Παράδεισος (113) Παράδοση Ιερά (9) Παρασκευή Αγία (1) Παρθένιος ο Χίος Όσιος (2) Πάσχα (23) πατήρ Νικόλαος Πουλάδας (21) πατρίδα (9) Πατρολογία (19) Παύλος Απόστολος (4) πειρασμοί (28) Πεντηκοστή (12) περιέργεια (3) Πέτρος Απόστολος (1) πίστη (547) πλησἰον (69) πλούτος (75) Πνευματικές Νουθεσίες (93) πνευματική ζωή (279) πνευματικός πατέρας (121) πνευματισμός (10) ποίηση (21) πόλεμος (29) πολιτική (25) πολιτισμός (9) Πορφύριος Όσιος (272) πραότητα (7) προθυμἰα (28) Πρόνοια (5) Πρόνοια Θεία (91) προορισμός (16) προσευχή (815) προσοχή (51) προσπἀθεια (139) προτεσταντισμός (29) προφητείες (15) ραθυμία (18) Ρωμαιοκαθολικισμός (36) Σάββας Καλύμνου Άγιος (1) Σαρακοστή (12) σεβασμός (28) Σεραφείμ του Σαρώφ Όσιος (12) Σιλουανός Άγιος (3) σιωπή (14) σοφία (54) Σπυρίδων Άγιος (2) σταθερότητα (2) Σταυρός (86) Σταυροφορίες (4) Σταύρωση (53) συγχώρηση (97) συκοφαντία (3) Συμεών Νέος Θεολόγος όσιος (88) συμπὀνια (24) συναξάρι (2) συνείδηση (27) σχίσμα (34) σώμα (49) σωτηρία (55) Σωφρόνιος του Έσσεξ Άγιος (36) τάματα (2) ταπεινοφροσύνη (271) ταπείνωση (196) Τέλος Κόσμου (4) Τερτυλλιανός (1) Τεσσαρακοστή Μεγάλη (6) τέχνη (1) τιμωρία (21) Τριάδα Αγία (35) τύχη (2) υγεία (8) υλικά αγαθά (43) υπακοή (130) Υπαπαντή (2) υπαρξιακά (73) υπερηφἀνεια (55) υποκρισία (27) υπομονή (229) φανατισμός (5) φαντασία (5) φαντάσματα (3) φιλαργυρἰα (9) φιλαυτἰα (11) φιλία (31) φιλοσοφία (23) Φλωρόφσκυ Γεώργιος (3) φόβος (55) φὀβος Θεοὐ (26) φύση (1) φως (46) Φώτιος άγιος (1) χαρά (124) Χαράλαμπος Άγιος (1) χάρις θεία (122) χαρίσματα (39) Χειρόγραφα Καινής Διαθήκης (1) Χριστιανισμός (21) χριστιανός (101) Χριστός (366) Χριστούγεννα (69) χρόνος (36) ψαλμωδία (7) ψεύδος (24) ψυχαγωγία (10) ψυχή (275) ψυχολογία (25)