Ο άρρωστος καραβοκύρης
Ένας καραβοκύρης που καταγόταν από την Χαλκηδόνα, στα περίχωρα της οποίας είχε το στύλο του ο όσιος Λουκάς, έπαθε μια πολύ φοβερή και εξαιρετικά οδυνηρή νόσο: Ο λάρυγγας του άρχισε να βγάζη κάποιο υγρό και να του προξενή σφοδρούς πόνους. Ένιωθε να πνίγεται!
Αναγκάσθηκε να ζητήση την βοήθεια των γιατρών, αλλά αυτοί δεν μπόρεσαν καθόλου να τον βοηθήσουν. Του απαγόρευσαν μόνο να πίνη κρύα υγρά. Η εντολή όμως αυτή δεν του έφερε καμμιά βελτίωσι. Αντίθετα μάλιστα, όσο περνούσαν οι μέρες, η κατάστασις χειροτέρευε και ο θάνατος από πνιγμό πλησίαζε.
Αναστατωμένος και γεμάτος αγωνία, σκέφθηκε να καταφύγη στον όσιο Λουκά τον Στυλίτη. Επειδή δεν μπορούσε να μιλήση και να περιγράψη την πάθησι του προσπάθησε με νοήματα να εξηγήση στον άγιο την επικίνδυνη και βασανιστική ασθένεια.
Ο εμπειρότατος γιατρός ψυχών και σωμάτων κατάλαβε αμέσως ότι η κατάστασις είχε φθάσει στο απροχώρητο. Έδωσε τότε εντολή στον μοναχό Λεόντιο, τον υποτακτικό του, να δώση στον άρρωστο ένα ποτήρι κρασί. Αυτός όμως, ακολουθώντας τις συνταγές των γιατρών, για αρκετή ώρα δίσταζε να πιή. Ο όσιος τότε στενοχωρήθηκε και ανησύχησε για τον άμεσο κίνδυνο που διέτρεχε. Με αυστηρό λοιπόν ύφος και δυνατή φωνή πρόσταξε τον άρρωστο να πιή όχι ένα, αλλά τρία ποτήρια.
Ύστερα απ’ αυτό, εκείνος πείσθηκε και ήπιε τα τρία ποτήρια. Με την δύναμι του Θεού θεραπεύθηκε αμέσως! Από το τρικυμισμένο πέλαγος που ναυαγούσε ο καραβοκύρης, είχε βρει το λιμάνι της σωτηρίας.
( Βίοι των οσίων Αλυπίου και Λουκά…)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ.165-166)