21. Είναι κατανοητό δια τον λόγου το δόγμα της 'Αγίας Τριάδος;
Όχι, δεν είναι κατανοητό. Το περί Τριάδος δόγμα, ως και το της ενανθρωπήσεως του Λόγου και της θείας ευχαριστίας αποτελούν τα κορυφαία μυστήρια του Θεού, στα οποία αδυνατεί να προσεγγίσει γυμνός ο ανθρώπινος λόγος. Είναι αλήθειες απόκρυφες και αδιάγνωστες. Ο ανθρώπινος λόγος ασθμαίνει στη προσπάθεια του να τις περιλάβει και να τις κατανοήσει. Τα φτερά του είναι λίγα στο πέταγμα προς το υπερβατικό και ακατάσχετο. Το πώς μπορούμε να εναρμονίσουμε την ενότητα της θείας ουσίας με την τριαδικότητα των προσώπων, το πώς δηλαδή ο ένας στην ουσία Θεός υπάρχει ολόκληρος σε τρεις ξεχωριστές υποστάσεις χωρίς ωστόσο να υπάρχουν και τρείς θεοί ή χωρίς να συγχέωνται και ν’ αφανίζονται τα πρόσωπα, είναι κάτι που μας προσπερνά και μας αφήνει πίσω, κλεισμένους ερμητικά στο κέλυφος της σύμφυτης αδυναμίας μας. Η γνώση της αλήθειας αυτής είναι για μας πολύ σημαντική για να γνωρίζουμε τα όρια και την αντοχή της φύσεώς μας μπροστά στο μυστήριο του Θεού, μέχρι που μπορούμε να προχωρήσουμε στην έρευνα του μυστηρίου και πότε να σταματήσουμε, για να μη χάσουμε στο τέλος το μυαλό μας. Και για έναν άλλο λόγο να μη στενοχωριόμαστε όταν οι άλλοι μας ζητούν να τους αποδείξουμε λογικά το δόγμα του τριαδικού Θεού κι εμείς φυσικά αδυνατούμε να τους απαντήσουμε. Να έχουμε την αίσθηση ότι μόνο δια της πίστεως και με το φωτισμό του παναγίου Πνεύματος μπορούμε να δεχτούμε λιγοστές μόνο ακτίνες από το φως που περιβάλλει την αδιάγνωστη ουσία του Θεού.
Βέβαια ο ανθρώπινος λόγος, επειδή είναι στη φύση του να ερευνά και μάλιστα τα κορυφαία και δύσκολα ζητήματα της υπάρξεώς του, δεν κάθεται με σταυρωμένα τα χέρια μπροστά στο υπερλογικό μυστήριο του Θεού, προσπαθώντας με ό,τι διαθέτει να το εξηγήσει εξωτερικά και να το κάνει σαφέστερο στην ανθρώπινη διάνοια. Από παλαιά δε, προσπάθησε να το διασαφήσει με παραδείγματα από τη φυσική εμπειρία, την ψυχολογία και την ηθική. Κατά τη γνώμη μου προσφυέστερο παράδειγμα είναι το ηλιακό φως, την αναλογία του οποίου χρησιμοποιεί και το ιερό Σύμβολο της Πίστεως: «Φως εκ φωτός». Του παραδείγματος του φωτός έκαναν χρήση και οι αρχαίοι Απολογητές στις γραφές τους προς τους εθνικούς. Όπως - έλεγαν - όταν ανάψεις από μια αναμμένη λαμπάδα δύο άλλες λαμπάδες, έχουμε τρεις ξεχωριστές λαμπάδες που όμως φέρουν το ίδιο φως, έτσι και στην 'Αγία Τριάδα έχουμε τρία ξεχωριστά πρόσωπα στα οποία υπάρχει απαράλλακτη η μία θεία ουσία. Το παράδειγμα αυτό έχε φυσικά κάποια άξια, χωρίς όμως αυτό - καθώς και τα λοιπά παραδείγματα - να μπορούν να εξαντλήσουν το αβυσσώδες μυστήριο του Θεού. Είναι απλές αναλογίες, αναγκαίες και χρήσιμες για το μυαλό μας.
22. Τί φρονούν περί του τριαδικού Θεού οι Προντεστάντες;
Οι μεγάλες προτεσταντικές κοινότητες δέχονται ορθώς το δόγμα του τριαδικού Θεού. 'Ορισμένες μόνο παραφυάδες ανανέωσαν τις αρχαίες αντιτριαδικές αιρέσεις, ελαυνόμενες από το φιλελεύθερο ορθολογιστικό πνεύμα που είναι διάχυτο στην προτεσταντική θεολογία, η οποία κατά τις αρχές του αιώνα μας είχε ανατρέψει ολόκληρο σχεδόν το σύστημα των χριστιανικών αληθειών.
Έτσι οι Αρμινιανοί, αν και δεν αρνούνται ολότελα το τριαδικό δόγμα επαναλαμβάνουν την αρχαία κακοδοξία περί υποταγής των προσώπων (Subordinatio), ισχυριζόμενοι ότι ο Πατήρ, ως η κεντρική θεότητα, υπερέχει των δυο άλλων προσώπων, λόγω τάξεως (ordo) και δυνάμεως (pοlestas) και αξιώματος (dignitatis)· τα δε αλλά δυο πρόσωπα, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, ό,τι έχουν, τη θεότητα δηλαδή και τις θείες ιδιότητες, δεν τα έχουν ομοίως και ομοταγώς (προς τον Πατέρα), αλλά κατά τρόπο υποτάξεως. Μεγαλύτερο, λένε, είναι το γεννάν από το γεννάσθαι, και το προβάλλειν από το εκπορεύεσθαι. Ανάλογες αντιλήψεις στην αρχαιότητα οδήγησαν, ως γνωστό, στον Αρειανισμό.
Οι δε Σωκινιανοί αρνήθηκαν εντελώς το τριαδικό δόγμα, το οποίο, κατ’ αυτούς, αντιβαίνει στη Γραφή αλλά κυρίως στον ορθό λόγο. Το δεύτερο αυτό είναι φυσική συνέπεια για όσους θέτουν την ανθρώπινη διάνοια ως μέτρο κρίσεως των πραγμάτων της πίστεως. Όπως ήδη έχουμε παρατηρήσει, δεν είναι δυνατό το μυαλό του ανθρώπου να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, να καταλάβει δηλαδή πώς σε μια και την αυτή ουσία μπορούν να υπάρχουν τρία ξεχωριστά πρόσωπα χωρίς ωστόσο να υπάρχουν και τρεις θεοί. Κάτι τέτοιο δεν μπορούμε να το πιάσουμε με τίποτε. Στην αγία δε Γραφή αντιβαίνει – λέγουν - διότι όχι μόνο σε κανένα σημείο της δεν λέγεται σαφώς ότι ο Θεός είναι Τριαδικός, από δε τη συμπαράθεση των τριών προσώπων δεν συνάγεται ότι αυτά υπάρχουν αναγκαίως και στη θεία ουσία. Το μόνο γνήσιο δίδαγμα της Γραφής είναι ότι ο Πατήρ είναι κατά κυριολεξία Θεός, τα δε αλλά δύο πρόσωπα λέγονται έτσι καταχρηστικώς. Ο Ιησούς Χριστός λέγεται Θεός ή Υιός του Θεού ως άνθρωπος, ο οποίος γεννήθηκε θαυμαστώς και εστάλη από το Θεό στον κόσμο για να διδάξει τις αιώνιες αλήθειες και να δώσει απαράμιλλο πρότυπο βίου ηθικού, και ο οποίος, αφού αναλήφθηκε στους ουρανούς, έγινε βασιλιάς του νέου Ισραήλ, τιμώμενος και λατρευόμενος από τους πιστούς. Το δε Άγιο Πνεύμα δεν είναι πραγματικό πρόσωπο αλλά δύναμη του Θεού, αγιάζουσα τον άνθρωπο. Οι αντιλήψεις αυτές ακούονται σήμερα πολύ και από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 35-38)