46. Έχει εξωτερική αφορμή για την πτώση του ο Αδάμ;
Ο Αδάμ αμάρτησε αυτόβουλα. Παρήκουσε ελεύθερα την εντολή του Θεού. Δεν έκανε καλή χρήση της λογικής του ελευθερίας, που ήταν στοιχείο καθοριστικό της πνευματικής του φύσεως. Φυσικά εμείς αυτό δεν μπορούμε εύκολα να το κατανοήσουμε. Πώς δηλαδή, μια ελευθερία που δεν είχε ροπή προς το κακό, τουναντίον μάλιστα φερόταν απρόσκοπτα προς το αγαθό, περιβαλλόμενη από τη χάρη του Θεού, ξαφνικά αθετεί την εντολή και απομακρύνεται από την πηγή της ζωής, της χαράς και της ευδαιμονίας της. Βέβαια, στοιχείο της ελευθερίας είναι η δυνατότητα της απόκλισης. Αλλιώτικα δεν θα είχε νόημα. Αυτό όμως λύει το αίνιγμα της πτώσεως;
Παραλλήλως ο Αδάμ είχε και εξωτερική αφορμή για την πτώση του. Στο περιβολή της Εδέμ κρυβόταν ο εχθρός, ο διάβολος. Ο δρακων ο αρχαίος, που πρώτος είχε εκπέσει από το αγαθό και έβαλε σκοπό του να αντιμάχεται το Θεό και τα έργα του και κύρια τον άνθρωπο, το λογικό δημιούργημα, το οποίο ζήλευε και μισούσε θανάσιμα. Κρύφτηκε σ’ ένα φίδι, ζώο του παραδείσου, γιατί δεν μπορούσε απροκάλυπτα να φανερωθεί στον άνθρωπο, θέλησε να εκμεταλλευθεί την αθωότητα και την πνευματική απειρία των πρωτοπλάστων, για να τους παραπλανήσει και τους καταστρέψει. Έτσι ο εφευρέτης της κακίας, ο πανούργος πειραστής, δημιουργώντας αμφιβολία για την αλήθεια της εντολής και διαβάλλοντας το νόημά της, ότι τάχα δια της βρώσεως θα γνώριζαν το καλό και θα γίνονταν θεοί όπως ο δημιουργός τους, κατόρθωσε να παραπλανήσει πρώτα την Εύα και δι’ αυτής κατόπιν τον Αδάμ να φάγουν από τον απαγορευμένο καρπό, αθετώντας το θέλημα και την εντολή του Θεού. Έτσι συντελέστηκε η αμαρτία στον Παράδεισο, στον όμορφο κήπο της Εδέμ!
47. Το ότι ο Αδάμ παρασύρθηκε στην πτώση από το διάβολο είχε κάποιο καλό για τον παραβάτη;
Αρνητικά, ναι. Είχε το ελαφρυντικό ότι παγιδεύτηκε από τον εφευρέτη της κακίας, τον μισόκαλο δαίμονα. Αν αποβλέψουμε και στο αισθητό μέρος της φύσεως, το οποίο καταλλήλως διεγειρόμενο μπορούσε να κινηθεί προς τη βρώση του καρπού (όπως και έγινε· πρώτη υπέκυψε η Εύα και αργότερα μαζί της και ο Αδάμ), κατανοούμε πώς ο Αδάμ υπέκυψε στον πειρασμό, αμάρτησε και κατόπιν μεταμελήθηκε, ώστε να γίνει δεκτικός αφέσεως και συγχωρήσεως.
Αντίθετα ο Εωσφόρος, που δεν είχε φύση αισθητή αλλ΄ ήταν πνεύμα αμιγές και άυλο, συνέλαβε απ’ ευθείας στη φύση του την ιδέα της αποστασίας από το Θεό, αμάρτησε ελεύθερα και η αμαρτία ταυτίστηκε με την άυλη φύση του, ώστε να μην είναι πλέον επιδεκτικός μετάνοιας και σωτηρίας.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 62-63)