54. Ποιες είναι οι ακολουθίες του προπατορικού αμαρτήματος κατά τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία;
Ο σαφής καθορισμός της σχετικής διδασκαλίας της Ρωμαϊκής Εκκλησίας δεν είναι πάντα ευχερής, δεδομένης της ποικιλίας αναχρώσεων στη θεολογική σκέψη πολλών από τους διδασκάλους της.
Πάντως τις ακολουθίες του προπατορικού αμαρτήματος πρέπει να συσχετίσουμε προς τα περί πρώτης καταστάσεως και αρχέγονης δικαιοσύνης διδάγματα της λατινικής Εκκλησίας. Όπως στα προηγούμενα σημειώσαμε, στην καθαρά φύση του προπάτορα στον παράδεισο (Status naturae purae) υπήρχαν αντίρροπες και αντιμαχόμενες ορέξεις και ορμές (σαρκικές και ψυχικές), τις οποίες εξισορροπούσε η παρουσία των υπερφυσικών δώρων της χάριτος, που σαν σκοπό είχαν να ηρεμούν τον άνθρωπο και να τον βοηθούν στην επιτυχία του σκοπού της δημιουργίας του. Τα δώρα αυτά δεν βρίσκονταν σε εσωτερική σχέση και οργανικό σύνδεσμο με την πνευματική ουσία του ανθρώπου, αλλ΄ ήταν πρόσθετο δώρο της χάριτος (Donum superadditum), που βρισκόταν σε εξωτερική σχέση με το «κατ’ εικόνα».
Δια της παραβάσεως της εντολής τα υπερφυσικά αυτά δώρα αφανίστηκαν. Η χάρη εγκατέλειψε τον άνθρωπο, η φύση του οποίου παρέμεινε στην προπτωτική της κατάσταση. Το «κατ’ εικόνα» εξασθένισε μεν, δεν έπαθε όμως ουσιαστική ζημιά. Εγυμνώθηκε απλώς, μένοντας όπως ήταν πριν από την πτώση. Η αμαρτητική ορμή, η άτακτη κίνηση του νου και της βουλήσεως, δεν είναι ο ειδικός καρπός και η ουσία του προπατορικού αμαρτήματος, αφού όλα αυτά ήταν και στην πρώτη φύση, τα δε δώρα της χάριτος εμπόδιζαν τη δραστηριοποίησή τους.
Στον κύκλο των σκέψεων αυτών το προπατορικό αμάρτημα χάνει την ουσιαστική σημασία του, περιοριζόμενο αρνητικά στη στέρηση των δώρων της αρχέγονης δικαιοσύνης. Ότι οι αντιλήψεις αυτές φέρουν ανάχρωση πελαγιανική, είναι αυτονόητο. Ομοίως είναι δύσκολη η εξήγηση του καταλογισμού της ένοχης δια το αμάρτημα του προπάτορα. Οι δυτικοί θεολόγοι προσπαθούν να την εξηγήσουν με την ιδέα ότι όλοι οι άνθρωποι, περιλαμβανόμενοι στη φύση του Αδάμ, συναμάρτησαν μαζί του στον παράδεισο.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 70-71)