ΑΠOΦΑΣΙΣΑΝ κάποτε οι Γέροντες στην σκήτη να κάνουν Πρεσβύτερο τον Αββά Ισαάκ.
Μόλις το έμαθε εκείνος, έφυγε κρυφά και κρύφτηκε σ’ ένα χωράφι κοντά στον δρόμο που οδηγούσε στην πόλη.
Οι Γέροντες τον κυνήγησαν κι όταν έφτασαν σ’ εκείνο το χωράφι, στάθηκαν να ξεκουραστούν κι άφησαν το ζώο που είχαν μαζί τους να βοσκήσει.
Εκείνο τότε, οδηγημένο από την θεία Πρόνοια, πήγε και στάθηκε κοντά στον θάμνο που ήταν κρυμμένος ο Αββάς.
Όταν πήγαν οι Γέροντες να το πάρουν, είδαν τον Ισαάκ. Αποφάσισαν τότε να τον δέσουν και να τον οδηγήσουν δια της βίας πίσω στην σκήτη.
Εκείνος όμως δεν τους άφησε.
- Αν και είμαι ανάξιος γι’ αυτό το υψηλό αξίωμα, τους είπε, δεν φευγω πια, γιατί βλέπω πως είναι θέλημα Θεού να το δεχτώ.
Οπου κι αν πάω, δεν θα το αποφύγω.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.145)