Όταν η οσία Συγκλητική έφθασε στα ογδόντα της χρόνια, ασθένησε με φοβερές αρρώστιες, τις οποίες όμως αντιμετώπισε με ιώβεια υπομονή. Άρχισαν να φθείρωνται οι πνεύμονες της και να κάνη συχνά αιμοπτύσεις. Παράλληλα, ένας υψηλός πυρετός την έλειωνε σαν κερί. Έτσι υπέφερε περισσότερο και από τους μάρτυρες! Το δικό της μαρτύριο υπήρξε πολυχρόνιο και ακατάπαυστο.
Απάνθρωποι δήμιοι, προκειμένου να τιμωρήσουν σκληρά κάποιον, τον ρίχνουν για λίγη σχετικά ώρα στη φωτιά. Η αγία όμως Συγκλητική βασανιζόταν επί τριάμιση χρόνια από μια εσωτερική φλόγα που κατέφλεγε σιγά-σιγά τα σπλάχνα της! Υπέμεινε καρτερικά το δεινό αυτό μαρτύριο και δεν σταμάτησε την ψυχωφελή διδασκαλία προς τις μοναχές και τους επισκέπτες της μονής. Ήρθε όμως καιρός που και αυτή η πηγή σωτηρίας στέρεψε… Στην αρχή της πόνεσε ένα δόντι. Το δόντι σάπισε και έπεσε, αλλά το σάπισμα μεταδόθηκε στα ούλα και από εκεί σε ολόκληρο το σαγόνι. Μετά δυο μήνες πέρασε στα οστά. Μια αφόρητη δυσοσμία έβγαινε από το σαπισμένο στόμα, τόσο έντονη, που οι αδελφές δεν μπορούσαν πλέον να την υπομένουν. Και όταν υπήρχε ανάγκη να την πλησιάσουν, έκαναν θυμιάματα, για να καλύψουν κάπως τη δυσοσμία.
Παρ’ όλη τη φρικτή της κατάσταση, η οσία δεν δεχόταν ξεχωριστές περιποιήσεις. Με πολλή προσπάθεια του γιατρού, και μόνο για ν’ ανακουφιστούν οι αδελφές που την υπηρετούσαν, δέχτηκε να βάζουν στο σαπισμένο μέλος πανιά βρεγμένα με αντισηπτικά της εποχής εκείνης: κρασί, αλόη, σμύρνα, μυρσίνη. Τώρα πλέον η αγία δεν ωφελούσε με τα θεόπνευστα λόγια της, αλλά με την υπομονή και τη μεγαλοψυχία της. Οι σωματικές της πληγές θεράπευαν τα ψυχικά πάθη όσων την πλησίαζαν. Η ίδια απόλαυσε θείες παρηγορίες και προγνώρισε την ημέρα και την ώρα της κοιμήσεως της, την ημέρα και την ώρα που έλαβε την αμοιβή και το στεφάνι των αγώνων της.
( Συναξαριστής Α΄)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι.Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ.269-270)