ΈΝΑΣ Ερημίτης κάποτε νήστεψε συνέχεια εβδομήντα εβδομάδες και παρακαλούσε τον Θεό να του φανερώσει την έννοια κάποιου γραφικού ρητού, που δεν μπορούσε να καταλάβει. Επειδή όμως δεν του την φανέρωσε ο Θεός, είπε μια μέρα στον εαυτό του:
- Γιατί να κοπιάζω και να περιμένω άσκοπα; Δεν πάω να ρωτήσω τον γείτονά μου Γέροντα; Ίσως εκείνος να γνωρίζει.
Μόλις όμως ξεκίνησε να πάει, του έστειλε ο Θεός Άγγελο και του φανέρωσε εκείνο που ζητούσε.
- Γιατί τόσον καιρό δεν ερχόσουν; τον ρώτησε ο Γέροντας.
- Για να ταπεινωθείς και να ζητήσεις την συμβουλή άλλου, αποκρίθηκε ο Άγγελος.
ΠΗΓΕ ένα βράδυ βιαστικός στην καλύβα του Αββά Ιωάννου του Κολοβού κάποιος γείτονάς του Ερημίτης να του ζητήσει κάτι.
Όρθιοι στην πόρτα οι δυο συνασκητές, άρχισαν κάποια πνευματική συζήτηση και ξημέρωσε χωρίς να το καταλάβουν.
ΈΝΑΣ νέος μοναχός ρώτησε κάποιο Γέροντα τι ήταν προτιμότερο να κάνει: να επισκέπτεται τους Πατέρες για να διδάσκεται ή να ησυχάζει στο κελλί του;
- Η επίσκεψη στους Πατέρες, αποκρίθηκε ο Γέροντας, ήταν παλαιά συνήθεια των μοναχών.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.148)