73. Τί δίδασκε ο Απολλινάριος;
Ο Απολλινάριος, επίσκοπος Λαοδικείας της Συρίας, ήταν διαπρεπής θεολόγος και ο πρώτος που προσπάθησε να δώσει ικανοποιητική λύση στο χριστολογικό πρόβλημα.
Το κύριο μέλημα της χριστολογίας του ήταν η διακρίβωση της ποιότητας της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού. Κατ' αυτόν ο Χριστός ήταν μεν τέλειος Θεός, όχι όμως και τέλειος άνθρωπος. Αν η ανθρώπινη φύση του Κυρίου ήταν πλήρης και τέλεια, θα είχε δική της ελεύθερη πνευματική ζωή, ο Χριστός δεν θα ήταν «άτρεπτος νους», αλλα όν τρεπόμενο και μεταβαλλόμενο, που θα μπορούσε ελεύθερα να αμαρτήσει, θέτοντας σε κίνδυνο το λυτρωτικό έργο του. Η περί δύο φύσεων και προσώπων διδασκαλία των αντιοχέων θεολόγων του ήταν αποκρουστική και αντιφατική: «αδύνατον γαρ δύο νοερά και θελητικά εν τω άμα κατοικείν, ινα μη το έτερον κατά του ετέρου αντιστρατεύηται δια της οικείας θελήσεως και ενεργείας» (ιδέα αριστοτελική).
Κατά τον Απολλινάριον η σάρκα του Κυρίου, μη έχοντας δική της αυτοτελή ενέργεια και ζωή, ήταν παθητικό όργανο της θεότητας. Κατ’ ουσίαν η ενέργεια του Θεανθρώπου ήταν μία, η θεία, η οποία έθετε σε κίνηση το όργανό της, τη σάρκα.
Ο Απολλινάριος για να λύσει το μυστήριο του Χριστού προέβαινε σε ποιοτική μείωση της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού. Αφαιρούσε απ’ αυτή το λογικό μέρος της ψυχής. Η σάρκα του Κυρίου ήταν άνους». Την απουσία όμως του νου σ’ αυτήν αναπλήρωνε η παρουσία του Λόγου του Θεού. Στη διατύπωση των διδαγμάτων αυτών βοήθησε τον Απολλινάριο η τριχοτομική περί συνθέσεως του ανθρώπου θεωρία της πλατωνικής φιλοσοφίας: Στο Χριστό υπάρχει μεν ψυχή, απουσιάζουν όμως απ’ αυτήν ο νους και ο λόγος.
Η ένωση των φύσεων, κατά τον Απολλινάριο, ήταν ένωση φυσική, μίξη του θείου και του ανθρώπινου. Η φύση του Χριστού ήταν μία «σύγκρατος». Όπως έλεγε: «μία φύσις του Λόγου σεσαρκωμένη». Δεν υπήρχε βέβαια σύγχυση και τροπή των φύσεων. Στο ένα πρόσωπο του Λόγου εγένετο η αντίδοση των ιδιωμάτων των δυο φύσεων.
Με δύο φύσεις στο Χριστό (η ανθρώπινη μειωμένη και ελλιπής) και με ένα νου (το πρόσωπο του Λόγου) ο Απολλινάριος προσπάθησε να λύσει το χριστολογικό πρόβλημα, διατυπώσας μια πραγματικά έξυπνη θεωρία, η οποία θα ήταν ορθόδοξη αν δεν εμείωνε επικίνδυνα την ανθρωπότητα του Σωτήρος, πράγμα που την οδήγησε στην αίρεση.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 101-103)