Τα λύτρα των κρατουμένων
Πολλοί τούρκοι ληστές (τσέτες) ώρμησαν κάποτε στα Φάρασα της Καππαδοκίας και αφού έπιασαν κρυφά δώδεκα πλούσιους του χωριού, ειδοποίησαν τις οικογένειες τους, ή να τους πάνε πεντακόσιες χρυσές λίρες ή θα τους σφάξουν. Επίσης μήνυσαν στους Φαρασιώτες ότι η παραμικρή τους κίνησις για να τους χτυπήσουν, θα είναι σε βάρος των κρατουμένων, γιατί πρώτα θα τους σφάξουν και μετά θ’ αρχίσουν τη μάχη.
Όλα τα Φάρασα είχαν αναστατωθή τότε, και άλλοι έτρεξαν να συγκρατήσουν τα παλληκάρια του χωριού, για να μην κάνουν καμμιά τρέλλα και τους χτυπήσουν, και άλλοι έτρεξαν στον όσιο Αρσένιο, που ήταν η μόνη τους ελπίδα, γιατί οι τούρκοι ήταν πολλοί και οχυρωμένοι.
Ο άγιος, μόλις το μαθαίνη, πηγαίνει στην εκκλησία και λέει στους επιτρόπους να του δώσουν όλα τα χρήματα που είχε το παγκάρι, τα οποία ήταν γύρω στις πενήντα λίρες.
Τα παίρνει λοιπόν μαζί του και με δύο γέρους ανεβαίνει στο λημέρι των τσετών και ζητάει τον καπετάνιο τους. Εκείνος ήρθε χαρούμενος, γιατί νόμιζε ότι έφεραν τις πεντακόσιες λίρες.
Μόλις είδε τον καπετάνιο τους ο όσιος Αρσένιος άρχισε να τον μαλώνη:
- Δεν φοβάσαι τον Θεό; Δεν ντρέπεσαι καθόλου; Από που θα τις βρουν τις πεντακόσιες λίρες οι φτωχοί αυτοί άνθρωποι, και λέτε ότι θα τους κόψετε, εάν δεν σας τις δώσουν;
Παίρνει μετά την σακκούλα με τα χρήματα της εκκλησίας, τα πετάει στα πόδια τους και τους λέει:
- Πάρτε αυτά για τον κόπο που κάνατε, και φέρτε γρήγορα τους ανθρώπους μου, γιατί αλλοιώς θα σας κόψω εγώ πέτρες επί τόπου όλους σας.
Με τα λόγια αυτά που τους είπε, «θα σας κόψω πέτρες», όλοι οι τούρκοι είχαν μείνει στον τόπο τους ακίνητοι σαν αγάλματα! Μετά από λίγο, ενώ έμειναν έτσι μαρμαρωμένοι, τους λέει ξανά:
- Γρήγορα, φέρτε τους ανθρώπους μου και φύγετε.
Τότε μόνο μπόρεσαν να κινηθούν! Έλυσαν τους δώδεκα κρατούμενους φαρασιώτες και έφυγαν κατατρομαγμένοι από κείνο το μαρμάρωμα που έπαθαν… Έφυγαν χωρίς να σκύψουν να πάρουν ούτε τις πενήντα λίρες, που ήταν σκορπισμένες στη γη! Ο όσιος Αρσένιος είπε στους κρατούμενους:
- Μαζέψτε τα χρήματα της εκκλησίας και πάμε.
Σε λίγο γύρισαν όλοι στο χωριό χαρούμενοι.
(Αρσένιος ο Καππαδόκης)
("Χαρίσματα και Χαρισματούχοι", Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β’ , σ. 170-171)