"Δεν ήθελε να μας μετασκευάσει σε αντίγραφά του"
Ο Γέροντας σεβόταν την ιδιαιτερότητα της προσωπικότητας του άλλου,
διότι αυτός ήταν "εικών της αρρήτου δόξης του Θεού, ει και στίγματα φέρων πταισμάτων".
Τον δεχόταν όπως ήταν, έστω και παραμορφωμένον από την αμαρτία. Δεν επιχειρούσε να τον αλλάξει βίαια,
αλλά προσευχόταν μυστικά να θελήσει εκείνος να αλλάξει, αγαπώντας το Χριστό.
Αν και βρισκόταν τόσο ψηλά, βλέποντάς μας να έρπουμε τόσο χαμηλά, δεν ήθελε να μας ισοπεδώσει,
για να μας μετασκευάσει σε αντίγραφά του. Σεβόταν την ελευθερία μας, ακόμη και στις κακές επιλογές της,
ευχόμενος αυτές να γίνουν καλύτερες, αλλά από εμάς τους ίδιους.
Είχε όλη την ευχέρεια να προβλέψει το μέλλον μας, να μας καταπλήξει με τα χαρίσματά του,
να μας επηρεάσει βαθύτατα και να μας βάλει εύκολα στο δρόμο που ήθελε, αλλά δεν το έκανε,
προτιμώντας να επιλέξουμε εμείς το δρόμο μας, ελεύθερα και υπεύθυνα.
Επιθυμούσε ν' ανεβούμε ψηλά, να τον πλησιάσουμε, για να μπορέσει να μοιρασθεί μαζί μας τα πλούσια δώρα, που του πρόσφερε η Θεία Χάρις.
Έβλεπε, ότι κι εμείς θέλαμε να βρεθούμε εκεί ψηλά κοντά του, αλλά χωρίς να κοπιάσουμε •
έτσι, άνετα, ως δια μαγείας. Και λυπόταν πολύ γι' αυτό, αν και δε μας το έλεγε καθαρά, και μας άφηνε εκεί που βρισκόμασταν,
ώσπου να καταλάβουμε, να φιλοτιμηθούμε και να πάρουμε το ανηφορικό μονοπάτι μας.
Μας απεκάλυπτε έμμεσα την αλήθεια αυτή.
[Γ 403π.]
"Μην του ξαναπροτείνεις να έλθει σε μένα"
Ανακάλυψα κάποτε, ότι ένας πολύ γνωστός μου, ήταν συγγενής του π. Πορφυρίου.
Μόλις το έμαθα, εξέφρασα στο γνωστό μου τη χαρά μου και του πρότεινα να επισκεφθούμε μαζί το Γέροντα.
Εκείνος, που θυμόταν αμυδρά το Γέροντα από το χωριό του, δεν απήντησε στην πρότασή μου,
ούτε όχι, φραστικώς, ούτε ναι, πρακτικώς. Όλο και μου ζητούσε αναβολή της επισκέψεως,
προφανώς φοβούμενος ειρωνικά σχόλια των φίλων του, δεδομένου ότι, ως κοσμικός, δεν είχε σχέσεις με την Εκκλησία
και ήταν δυσμενώς προκατειλημμένος έναντι όλων των κληρικών.
Όταν το ανέφερα στο Γέροντα, χάρηκε, επειδή γνώριζα πολύ ένα συγγενή του, που τον θυμόταν αρκετά καλά,
αλλά μου είπε: "Μην του ξαναπροτείνεις να έλθει σε μένα, μην του το υπενθυμίζεις, μην τον πιέζεις.
Άφησέ τον τελείως ελεύθερο και ανεπηρέαστο. Αν θελήσει,θα έρθει μόνος του. Και έτσι πρέπει πάντα να γίνεται.
Να σεβόμαστε την ελευθερία του άλλου. Πάντως εγώ τον αγαπώ και προσεύχομαι γι' αυτόν".
Μετά από χρόνια, πληροφορήθηκα ότι τον επισκέφθηκε ένα βράδυ, μυστικά, μόνος του, χωρίς φυσικά να μου πεί τίποτε.
Γι' αυτό ούτε κι εγώ του είπα τίποτε σχετικό και τον άφησα με την εντύπωση ότι το αγνοώ.
Ο Γέροντας είχε επισκέπτες φανερούς, αλλά είχε και επισκέπτες "Νικοδήμους".
Τους αποδεχόταν και τους σεβόταν όλους, εξ ίσου.
[Γ 330π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιο Πορφύριος, σελ.153-155)