ρμα’. Ένας αδελφός πήγε στον Αββά Ποιμένα. Και καθώς ήταν γύρω και άλλοι μερικοί, επήνεσε έναν αδελφό, λέγοντας ότι ήταν «μισοπόνηρος». Λέγει ο Αββάς Ποιμήν σ΄ αυτόν όπου το είπε: «Και τί είναι μισοπονηρία;». Αλλά ο αδελφός τα έχασε και δεν ήξερε τί να αποκριθή. Σηκώθηκε λοιπόν, έβαλε μετάνοια στον γέροντα και τον ρώτησε τί σημαίνει μισοπονηρία. Και ο γέρων είπε: «Μισοπονηρία είναι αυτό: Το να έχη μισήση τινάς τις αμαρτίες του και να δικαιώση τον πλησίον του».
ρμβ’. Ένας αδελφός πήγε στον Αββά Ποιμένα και του είπε: «Τί να κάμω;». Του λέγει ο γέρων: «Πήγαινε και πλησίασε το θέλημα του αδελφού σου και θα έχης ανάπαυση».
ρμγ’. Διηγήθηκε ο Αββάς Ιωσήφ, ότι είπε ο Αββάς Ισαάκ: «Έμενα κάποτε μαζί με τον Αββά Ποιμένα. Και τον είδα να πέφτη σε έκσταση. Και επειδή είχα μαζί του πολύ θάρρος, του έβαλα μετάνοια και τον παρακάλεσα, λέγοντας πες μου, πού ήσουν; Και εκείνος, μη μπορώντας να κάμη αλλοιώς, μου είπε: Ο λογισμός μου ήταν όπου η αγία Μαρία η Θεοτόκος στάθηκε και έκλαιε πλάι στον σταυρό του Σωτήρος. Και εγώ θα ήθελα πάντοτε έτσι να κλαίω».
ρμδ’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Τί να κάμω μ΄ αυτό το βάρος οπού με πιέζει;». Του λέγει ο γέρων: «Τα μικρά και τα μεγάλα πλοία του ποταμού έχουν ζώνες, ώστε, αν ο άνεμος δεν είναι ευνοϊκός, να βάζουν οι ναυτικοί τις ζώνες και το σχοινί γύρω στα στήθη τους και να ρυμουλκούν σιγά σιγά το σκάφος, ώσπου ο Θεός να στείλη τον άνεμο. Και αν μάθουν ότι σηκώθηκε θύελλα, τότε το πλησιάζουν στην όχθη και το δένουν σε πάσσαλο, για να μη φεύγη. Ο πάσσαλος δε είναι το να μέμφεται τινάς τον εαυτό του».
ρμε’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα για τις επήρειες των λογισμών. Και του λέγει ο γέρων: «Αυτό το ζήτημα μοιάζει με άνθρωπο όπου έχει φωτιά από τα αριστερά του και κανάτι με νερό από τα δεξιά. Αν λοιπόν αναφθή η φωτιά, παίρνει από το κανάτι το νερό και τη σβήνει. Η φωτιά είναι ο σπόρος του εχθρού. Το νερό είναι να εμπιστευθή τινάς τον εαυτό του στον Θεό».
ρμστ’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Τί είναι καλύτερο, να μιλήση τινάς ή να σιωπήση;». Του λέγει ο γέρων: «Όποιος μιλά για χάρη του Θεού, καλά κάνει. Και οποίος σιωπά για χάρη του Θεού, πάλι καλά κάνει».
ρμζ’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Πώς μπορεί τινάς να ξεφύγη την εναντίον του πλησίον του κακολογία;». Του λέγει ο γέρων: «Εμείς και οι αδελφοί μας δυό εικόνες είμαστε. Την ώρα λοιπόν οπού ο άνθρωπος προσέχει τον εαυτό του και τον μέμφεται, βλέπει τον αδελφό του αξιοτίμητο. Όταν όμως ο εαυτός του του φαίνεται καλός, ατενίζει τον αδελφό του σαν να είναι κακός».
ρμη΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα για την ακηδία. Και του λέγει ο γέρων: «Η ακηδία είναι η αφετηρία για όλα και δεν υπάρχει πάθος χειρότερό της. Αλλά αν τινάς την αναγνωρίση, ότι αυτή είναι, αναπαύεται».
ρμθ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Τρεις σωματικές πράξεις είδαμε του Αββά Παμβώ: Ασιτία έως το βράδι, κάθε μέρα. Και σιωπή. Και πολύ εργόχειρο».
ρν’. Είπε πάλι, ότι, κατά τα λεγόμενα Του Αββά θεωνά, και αν κερδίση τινάς κάποια αρετή, ο θεός δεν παρέχει μόνο σ΄ αυτόν τη χάρη. Γιατί ξέρει ότι δεν ήταν πιστός του δικού του καμάτου. Αλλά αν πάη στον σύντροφό του, τότε παραμένει σ΄ αυτόν».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)