86. Δεν μπορούσε ο Θεός με ένα νεύμα του να σώσει τον άνθρωπο ευθύς μετά την πτώση του; Και γιατί ανέβαλε επί τόσους αιώνες τη σωτηρία του;
Και βέβαια μπορούσε να τον σώσει ο Θεός ευθύς μετά την πτώση του. Ο Θεός είναι παντοδύναμος. Κανένα εμπόδιο δεν μπορεί να σταθεί μπροστά στις άγιες βουλές του. Μόνο την αμαρτία δεν μπορεί να κάνει, γιατί αυτό θ’ αναιρούσε την πανάγια φύση του. Η «αδυναμία» αυτή δεν περιορίζει την απόλυτη παντοδυναμία του, τουναντίον τη βεβαιώνει και τη στηρίζει. Δυνατός δεν είναι εκείνος που κάνει την αμαρτία, αλλ’ αυτός που την αποφεύγει. Το κακό γενικά δεν είναι δύναμη, αλλά αδυναμία.
Ο Θεός δεν έσωσε τον άνθρωπο ευθύς μετά την πτώση του όχι γιατί δεν μπορούσε, αλλά γιατί δεν ήθελε. Η βουλή και ενέργεια του Θεού δεν είναι δυνάμεις τυφλές και αυθαίρετες, αλλ΄ ενταγμένες στην αγάπη, την αγιότητα και τη δικαιοσύνη του. Δεν είναι παρορμητικός ο Θεός ώστε να ενεργεί αυθαίρετα και σπασμωδικά, επηρεαζόμενος από παράγοντες εσωτερικούς και εξωτερικούς. Ο Θεός έχει τα δικά του κριτήρια, τα οποία εμείς οι φτωχικοί άνθρωποι αδυνατούμε να κατανοήσουμε. Είναι δε τα κριτήρια αυτά κριτήρια αληθινής αγάπης προς τα πλάσματά του, που αποβλέπουν πάντοτε στο πνευματικό συμφέρον και τη σωτηρία τους.
Ο Θεός θέλησε να σώσει τον άνθρωπο στον κατάλληλο καιρό, στο πλήρωμα του χρόνου. Προηγούμενα όμως ο άνθρωπος έπρεπε να ποθήσει ο ίδιος τη σωτηρία του. Αν τον έσωζε ο Θεός ευθύς μετά την πτώση του, χωρίς καμιά άλλη εσωτερική διεργασία, το πράγμα δεν θα είχε νόημα για ένα πλάσμα λογικό που θέλει και βουλεύεται ελεύθερα. Η παιδαγωγούσα πρόνοια του Θεού άφησε τον άνθρωπο στην κακότητα και την αθλιότητα της φύσεώς του να πονέσει, να υποφέρει, να συνειδητοποιήσει το βάρος της αμαρτωλότητάς του, ν’ απελπισθεί από κάθε δυνατότητα να σωθεί από μόνος του και έτσι να στραφεί εναγώνια προς το Θεό, ζητώντας την εξ ύψους δύναμη. Από την άλλη ο Θεός δεν άφησε αβοήθητο τον αμαρτωλό άνθρωπο. Με την παλαιά διαθήκη του, με το φως του σπερματικού λόγου που υπάρχει σε κάθε άνθρωπο και κάτω από την επήρεια του εκάστοτε πνευματικού και ιστορικού περιβάλλοντος η πρόνοια του Θεού προετοίμαζε το έδαφος και καλλιεργούσε τα πνεύματα, ώστε ευκολότερα να γίνει αποδεκτό το κήρυγμα της σωτηρίας από τον πονεμένο άνθρωπο.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 125-127)