94. Τί διδάσκουν περί θανάτου και ιλαστικής θυσίας του Χριστού ορισμένες προτεσταντικές παραφυάδες (Σωκινιανοί και Αρμινιανοί);
Στις αιρέσεις αυτές είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο ο ορθός λόγος εφαρμοζόμενος στο χώρο της πίστεως, μπορεί να καταστρέφει την ουσία και το μυστηριακό χαρακτήρα των χριστιανικών αληθειών.
Προτού όμως αποδιοργανώσουν τα δόγματα περί θανάτου και ιλαστικής θυσίας του Χριστού, οι αιρέσεις αυτές αποδιοργάνωσαν ήδη το χριστολογικό δόγμα της πίστεως. Νιώθοντας όπως και οι Νεστοριανοί, δεν πιστεύουν ότι ο Χριστός ήταν πλήρης και τέλειος Θεός, αλλά απλός άνθρωπος με τον οποίο ενώθηκε αργότερα ηθικά ο Θεός. Στην βάση αυτή κτίζονται στη συνέχεια οι πολλές ατοπίες και οι αλογίες του συστήματος αυτών. Ας τις δούμε συνοπτικά.
Ο θάνατος ενός ανθρώπου —έστω κι αν αυτός είναι ενωμένος με το Θεό— δεν έχει από μόνος του τη δύναμη να ικανοποιήσει τη θεία δικαιοσύνη και δεν αρκεί να εξιλεώσει τα αμαρτήματα τόσων μυριάδων ανθρώπων που έζησαν πάνω στη γη. Αν όμως αυτό ήρκεσε, δεν οφείλεται στη θυσία του Χριστού καθ’ εαυτήν, αλλά στο ότι, μιας και προσφέρθηκε σ’ αυτόν από τον Υιό του, ευδόκησε ο Θεός στην άμετρη αγάπη του να την αποδεχτεί και να συγχωρήσει τον αμαρτωλό άνθρωπο. Άπορο βέβαια είναι πώς ο άγιος θεός δέχτηκε μια θυσία που δεν είχε καμία άξια λυτρωτική και στη βάση της ικανοποιήθηκε από αυτή και εξάλειψε την ενοχή και τις ποινές των αμαρτωλών ανθρώπων!
Η θυσία του Χρίστου δεν μπορεί να ικανοποιήσει τη θεία δικαιοσύνη και να συγχωρήσει τις αμαρτίες των ανθρώπων. Μια τέτοια ικανοποίηση δεν έχει νόημα. Αυτός που ικανοποιείται, αφού πάρει αυτό που θέλει, δεν χαρίζεται στον οφειλέτη. Ο πανάγαθος θεός παρουσιάζεται να μην μπορεί, χωρίς ικανοποίηση, να συγχωρήσει τον αμαρτωλό άνθρωπο. Ομοίως η θυσία του Χριστού δεν μπορεί να επεκτείνει την αξιομισθία της και σε άλλους αμαρτωλούς ανθρώπους, απλούστατα γιατί η οφειλόμενη στην αμαρτία ποινή είναι αυστηρά προσωπική και δεν μεταφέρεται σε άλλους. Έπειτα ο Κύριος δεν απέτισε τη θεία δίκη σε όλη της την έκταση, αφού υποστάς το θάνατο αναστήθηκε εκ των νεκρών. Ο θάνατος του Χριστού έχει ηθική και παιδαγωγική μόνο σημασία. Δι’ αυτού ο Κύριος δίδαξε τους ανθρώπους σωτήρια διδάγματα περί χάριτος, μετανοίας, αγιασμού και αιώνιας ζωής, καταστήσας σαφές ότι ο θάνατος είναι ασφαλής οδός, οδηγούσα στην ανάσταση και τη δόξα, αναρριπίζοντας την ελπίδα των πιστών για τη μέλλουσα σωτηρία, και το συνδοξασμό τους με το Χριστό στη θεία βασιλεία.
Είναι ενδεικτικό ότι για τους αιρετικούς αυτούς το μόνο λυτρωτικό αξίωμα του Χριστού είναι το προφητικό, στο οποίο υπάγονται τα αλλά δύο, το αρχιερατικό και το βασιλικό. Τα τελευταία αυτά αξιώματα περιεδύθη ο Χριστός μετά την ύψωσή του στη δόξα του Θεού.
Απ’ όλα αυτά γίνεται σαφές πώς η άμετρη χρήση του ορθού λόγου στα δόγματα της πίστεως μπορεί να καταστρέψει το μυστηριακό λόγο του Θεού.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 133-134)